Γράφει ο Όμηρος Ταχμαζίδης
Το στίγμα: Η ανάκληση του παρελθόντος υπό το πρίσμα μιας γενοκτονίας δεν είναι πάντοτε μια άδολη υπόθεση. Πολλές φορές συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο: πλεονάζουν οι σκοπιμότητες και η επίκληση της γενοκτονίας αποτελεί στοιχείο μιας πολύ επιθετικής ρητορικής από την πλευρά του υποτιθέμενου θύματος ή εκείνων οι οποίοι το εκπροσωπούν, ενάντια στον θύτη ή εκείνους οι οποίοι τον εκπροσωπούν. Όπως σημειώνει ο γάλλος θεωρητικός Jacques Semelin «η λέξη [σ.σ. γενοκτονία] χρησιμεύει τόσο ως συμβολική ασπίδα, προκειμένου να προβάλλει την ταυτότητα ενός λαού θύματος, όσο και ως σπαθί στραμμένο ενάντια στο θανάσιμο εχθρό του»! [LE MONDE diplomatique, ελληνική έκδοση, ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, 2 Μαΐου 2004]
Προειδοποίηση: Έχω, κατά καιρούς, δημοσιεύσει διάφορα άρθρα, τα οποία αφορούν στον προβαλλόμενο ισχυρισμό ότι στην περιοχή του Οθωμανικού Πόντου συντελέστηκε το έγκλημα της Γενοκτονίας εις βάρος των ελληνορθοδόξων πληθυσμών.
Η υπόθεση αναγνώρισης μιας γενοκτονίας είναι ένα πολύ σοβαρό ζήτημα: εδώ εμπλέκονται η επιστήμη, η ηθική και η πολιτική - στην περίπτωση της υποτιθέμενης γενοκτονίας των Ποντίων, απουσιάζει εντελώς η επιστήμη, η πολιτική ηθική και το επιστημονικό ήθος είναι άγνωστες λέξεις, ενώ περισσεύουν η πτωχοαλαζονεία και η χυδαία εκδοχή της «πολιτικής».
Με αυτές τις εισαγωγικές παρατηρήσεις θέλω να προειδοποιήσω τον αναγνώστη για δύο δεδομένα: α) η υποτιθέμενη γενοκτονία των Ποντίων είναι μια ιδεολογικοπολιτική κατασκευή συγκεκριμένων πολιτικών προσώπων και β) όσοι εμφανίζονται στο προσκήνιο με το ένδυμα του επιστήμονα είναι πρωτίστως φορείς συντηρητικών εθνικιστικών αντιλήψεων και δευτερευόντως «επιστήμονες».
Όσον αφορά την αναγνώριση της από το ελληνικό κοινοβούλιο: πρόκειται και σε αυτήν την περίπτωση για εξόφθαλμη πολιτική σκοπιμότητα σε μια κρίσιμη περίοδο για τη χώρα και το μέλλον της. [Βλ. ενδεικτικώς τα Πρακτικά της Βουλής, Συνεδρίαση ΞΘ’ – 24 Φεβρουαρίου 1994].
Σύνοψη: Θέλοντας να αναδείξω το στοιχείο της κατασκευής, χρησιμοποίησα στο παρελθόν και εξακολουθώ να χρησιμοποιώ τον χαρακτηρισμό «υποτιθέμενη γενοκτονία», αφενός διότι η λέξη «υποτιθέμενη» δηλώνει ευθέως ότι αναφερόμαστε σε ιδεολογικοπολιτική κατασκευή, η οποία δεν εδράζει σε επιστημονικά θεμέλια, αφετέρου ότι η χρήση της δεν εμποδίζει τους επιστήμονες να εκλαμβάνουν το ενδεχόμενο της ως μια επιστημονική υπόθεση εργασίας (προς απόδειξη ή απόρριψη).
Προς το παρόν δε διαθέτουμε επάρκεια αποδεικτικού υλικού, αλλά μόνον έναν τεράστιο όγκο μυθοπλαστικών στοιχείων που συνοδεύουν διάφορα υπαρκτά ή ανύπαρκτα γεγονότα.
Η μυθοπλασία της γενοκτονίας εμφανίζεται προς τα μέσα της δεκαετίας του 1980. Την περίοδο τούτη «αναδύεται και μεστώνει ένα αντιδραστικό ιδεολογικοπολιτικό ρεύμα», οι εκπρόσωποι του οποίου «επιχειρούν να ξαναγράψουν την ιστορία των ελληνοτουρκικών σχέσεων και της ενσωμάτωσης των ποντιογενών προσφύγων στην ελλαδική κοινωνία με βασικό σημείο αιχμής την υποτιθέμενη γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου». [Όμηρος Ταχμαζίδης, Ασυναρτησίες εν ροή, Η γενοκτονία των Εβραίων και η τραγωδία των λαών της Μ. Ασίας, περιοδικό ΕΝΕΚΕΝ, τεύχος 7, Απρίλιος- Ιούνιος 2007]
Ονόμασα τους πρωταγωνιστές του ρεύματος και τους υποστηρικτές του «νεοποντιστές», κατ΄ αναλογία του όρου «ποντιστές», που χρησιμοποιούσαν οι Μπολσεβίκοι για τους Έλληνες εθνικιστές-αυτονομιστές, οι οποίοι επεδίωκαν την ίδρυση ανεξάρτητου ποντιακού κράτους.
Ειρήσθω εν παρόδω: ο νεοποντισμός εμφανίζει στοιχεία πολιτικού και επιστημονικού πρωτογονισμού.
Αρχικώς οι νεοποντιστές δραστηριοποιήθηκαν γύρω από το Κέντρο Ποντιακών Μελετών (ΚΕ.ΠΟ.ΜΕ.), το οποίο ιδρύθηκε το 1985 στην Αθήνα και ακολούθησε το επόμενο έτος η ίδρυση του παραρτήματος του στην Θεσσαλονίκη.
Σύμφωνα με τους πρωτεργάτες του η ίδρυση προέκυψε ως «μια πρωτοβουλία Ποντίων της δεύτερης και τρίτης γενιάς με διαφορετικές ιδεολογικές πολιτικές καταβολές, αλλά με ένα μεγάλο κοινό ενδιαφέρον, αγωνία, προσέγγιση της ποντιακής υπόθεσης». Οι στοχεύσεις του Κέντρου δεν ήταν επιστημονικές, αλλά ιδεολογικές: ως κύριο στόχο είχαν την πλήρωση του κενού που υπήρχε στην «ποντιακή συνείδηση και ταυτότητα».
Το στίγμα: Η ανάκληση του παρελθόντος υπό το πρίσμα μιας γενοκτονίας δεν είναι πάντοτε μια άδολη υπόθεση. Πολλές φορές συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο: πλεονάζουν οι σκοπιμότητες και η επίκληση της γενοκτονίας αποτελεί στοιχείο μιας πολύ επιθετικής ρητορικής από την πλευρά του υποτιθέμενου θύματος ή εκείνων οι οποίοι το εκπροσωπούν, ενάντια στον θύτη ή εκείνους οι οποίοι τον εκπροσωπούν. Όπως σημειώνει ο γάλλος θεωρητικός Jacques Semelin «η λέξη [σ.σ. γενοκτονία] χρησιμεύει τόσο ως συμβολική ασπίδα, προκειμένου να προβάλλει την ταυτότητα ενός λαού θύματος, όσο και ως σπαθί στραμμένο ενάντια στο θανάσιμο εχθρό του»! [LE MONDE diplomatique, ελληνική έκδοση, ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, 2 Μαΐου 2004]
Προειδοποίηση: Έχω, κατά καιρούς, δημοσιεύσει διάφορα άρθρα, τα οποία αφορούν στον προβαλλόμενο ισχυρισμό ότι στην περιοχή του Οθωμανικού Πόντου συντελέστηκε το έγκλημα της Γενοκτονίας εις βάρος των ελληνορθοδόξων πληθυσμών.
Η υπόθεση αναγνώρισης μιας γενοκτονίας είναι ένα πολύ σοβαρό ζήτημα: εδώ εμπλέκονται η επιστήμη, η ηθική και η πολιτική - στην περίπτωση της υποτιθέμενης γενοκτονίας των Ποντίων, απουσιάζει εντελώς η επιστήμη, η πολιτική ηθική και το επιστημονικό ήθος είναι άγνωστες λέξεις, ενώ περισσεύουν η πτωχοαλαζονεία και η χυδαία εκδοχή της «πολιτικής».
Με αυτές τις εισαγωγικές παρατηρήσεις θέλω να προειδοποιήσω τον αναγνώστη για δύο δεδομένα: α) η υποτιθέμενη γενοκτονία των Ποντίων είναι μια ιδεολογικοπολιτική κατασκευή συγκεκριμένων πολιτικών προσώπων και β) όσοι εμφανίζονται στο προσκήνιο με το ένδυμα του επιστήμονα είναι πρωτίστως φορείς συντηρητικών εθνικιστικών αντιλήψεων και δευτερευόντως «επιστήμονες».
Όσον αφορά την αναγνώριση της από το ελληνικό κοινοβούλιο: πρόκειται και σε αυτήν την περίπτωση για εξόφθαλμη πολιτική σκοπιμότητα σε μια κρίσιμη περίοδο για τη χώρα και το μέλλον της. [Βλ. ενδεικτικώς τα Πρακτικά της Βουλής, Συνεδρίαση ΞΘ’ – 24 Φεβρουαρίου 1994].
Σύνοψη: Θέλοντας να αναδείξω το στοιχείο της κατασκευής, χρησιμοποίησα στο παρελθόν και εξακολουθώ να χρησιμοποιώ τον χαρακτηρισμό «υποτιθέμενη γενοκτονία», αφενός διότι η λέξη «υποτιθέμενη» δηλώνει ευθέως ότι αναφερόμαστε σε ιδεολογικοπολιτική κατασκευή, η οποία δεν εδράζει σε επιστημονικά θεμέλια, αφετέρου ότι η χρήση της δεν εμποδίζει τους επιστήμονες να εκλαμβάνουν το ενδεχόμενο της ως μια επιστημονική υπόθεση εργασίας (προς απόδειξη ή απόρριψη).
Προς το παρόν δε διαθέτουμε επάρκεια αποδεικτικού υλικού, αλλά μόνον έναν τεράστιο όγκο μυθοπλαστικών στοιχείων που συνοδεύουν διάφορα υπαρκτά ή ανύπαρκτα γεγονότα.
Η μυθοπλασία της γενοκτονίας εμφανίζεται προς τα μέσα της δεκαετίας του 1980. Την περίοδο τούτη «αναδύεται και μεστώνει ένα αντιδραστικό ιδεολογικοπολιτικό ρεύμα», οι εκπρόσωποι του οποίου «επιχειρούν να ξαναγράψουν την ιστορία των ελληνοτουρκικών σχέσεων και της ενσωμάτωσης των ποντιογενών προσφύγων στην ελλαδική κοινωνία με βασικό σημείο αιχμής την υποτιθέμενη γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου». [Όμηρος Ταχμαζίδης, Ασυναρτησίες εν ροή, Η γενοκτονία των Εβραίων και η τραγωδία των λαών της Μ. Ασίας, περιοδικό ΕΝΕΚΕΝ, τεύχος 7, Απρίλιος- Ιούνιος 2007]
Ονόμασα τους πρωταγωνιστές του ρεύματος και τους υποστηρικτές του «νεοποντιστές», κατ΄ αναλογία του όρου «ποντιστές», που χρησιμοποιούσαν οι Μπολσεβίκοι για τους Έλληνες εθνικιστές-αυτονομιστές, οι οποίοι επεδίωκαν την ίδρυση ανεξάρτητου ποντιακού κράτους.
Ειρήσθω εν παρόδω: ο νεοποντισμός εμφανίζει στοιχεία πολιτικού και επιστημονικού πρωτογονισμού.
Αρχικώς οι νεοποντιστές δραστηριοποιήθηκαν γύρω από το Κέντρο Ποντιακών Μελετών (ΚΕ.ΠΟ.ΜΕ.), το οποίο ιδρύθηκε το 1985 στην Αθήνα και ακολούθησε το επόμενο έτος η ίδρυση του παραρτήματος του στην Θεσσαλονίκη.
Σύμφωνα με τους πρωτεργάτες του η ίδρυση προέκυψε ως «μια πρωτοβουλία Ποντίων της δεύτερης και τρίτης γενιάς με διαφορετικές ιδεολογικές πολιτικές καταβολές, αλλά με ένα μεγάλο κοινό ενδιαφέρον, αγωνία, προσέγγιση της ποντιακής υπόθεσης». Οι στοχεύσεις του Κέντρου δεν ήταν επιστημονικές, αλλά ιδεολογικές: ως κύριο στόχο είχαν την πλήρωση του κενού που υπήρχε στην «ποντιακή συνείδηση και ταυτότητα».
Και αυτό γιατί με το πέρασμα των χρόνων τα στοιχεία εκείνα που διαφοροποιούσαν τους πληθυσμούς με καταβολές από την περιοχή του μικρασιατικού Ευξείνου Πόντου κρίθηκαν ως ανεπαρκή για «να διατηρήσουν και να αναπτύξουν την ποντιακή συνείδηση και ταυτότητα». Αυτός φαίνεται ήταν ο βασικός προγραμματικός στόχος του Κέντρου: οι υποστηρικτές του διαπίστωναν ότι κάτι τέτοιο δεν μπορούσε να επιτευχθεί πλέον μόνο μέσω της διατήρησης του τραγουδιού, του χορού και του θεάτρου: κάτι που χαρακτήριζε τη δράση των παραδοσιακών ποντιακών συλλόγων.
Βασική μέριμνα του Κέντρου Ποντιακού Μελετών θα ήταν η διασφάλιση των συνθηκών «για την ποντιακή ύπαρξη και συνέχεια». Και στη δεδομένη ιστορική συγκυρία ως «πρώτη βασική συνθήκη» κρίθηκε «η γνώση… της ιστορίας [σ.σ των Ποντίων] και ειδικότερα των πολιτικοϊστορικών λόγων που καθόρισαν την εξέλιξη και σημερινή πραγματικότητά [τους] σε όλον τον κόσμο…». Κατά τους ιθύνοντες του Κέντρου, τούτο θεμελίωνε «το δικαίωμα των Ποντίων στη μνήμη». Και ως αφετηρία για την ανάκτηση της μνήμης προσδιορίστηκε το «έγκλημα της γενοκτονίας» και η αναγνώρισή του από τη Βουλή των Ελλήνων.
Ο επινοητής και πρωτεργάτης στην προώθηση του αιτήματος αναγνώρισης των διώξεων στον Οθωμανικό Πόντο ως γενοκτονίας Μιχάλης Χαραλαμπίδης, χρόνια αργότερα, θα προσέδιδε σχεδόν θρησκευτικό χαρακτήρα στην υπόθεση, ενώ για τον εαυτό του θα επεφύλασσε το ρόλο ενός μικρού «Δημιουργού»: «Εν αρχή η Γενοκτονία. Χωρίς τη διεκδίκηση της αναγνώρισής της, δεν υπάρχουν άλλες διεκδικήσεις, δεν υπάρχει ιστορία, είναι το τέλος της, δεν υπάρχουν Πόντιοι»!!!
19η Μαΐου: Αυτή η «φανταστική κοινότητα» των Ποντίων υφίσταται εξαιτίας του γεγονότος της γενοκτονίας. Αυτή είναι ο συνδεκτικός κρίκος, που συνδέει το παρελθόν και το παρόν τούτης της «κοινότητας» και οφείλει να διασφαλίσει και το μέλλον της. Για αυτό οι νεοποντιστές πρότειναν τη διεκδίκηση της αναγνώρισης της γενοκτονίας και την καθιέρωση μιας ημέρας μνήμης ως «… αφετηρία ενός νέου κύκλου ποντιακής αναζήτησης, αυτογνωσίας, προσφοράς, διεκδικήσεων, αγώνων…».
Και ήταν το Κέντρο Ποντιακών Μελετών που πρότεινε στο Δεύτερο Παγκόσμιο Ποντιακό Συνέδριο την 19η Μαΐου ως ημέρα μνήμης για τη γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου. Από εκείνη τη στιγμή οι πολιτιστικοί λαογραφικοί σύλλογοι άρχισαν να παίρνουν τα χαρακτηριστικά «θεσμικού παρακράτους», εφόσον άρχισαν να κινούνται εκτός των διατάξεων των καταστατικών τους και να αρμενίζουν άκομψα στα βαθειά των διεθνών σχέσεων και της εξωτερικής πολιτικής.
Η επιλογή της συγκεκριμένης ημερομηνίας, αυτή καθ΄ εαυτή, ήταν μια επιλογή επιθετικού στιγματισμού του αντιπάλου: η συγκεκριμένη ημέρα έχει συμβολικό χαρακτήρα για τους Τούρκους και είναι ημέρα γιορτής στη γειτονική χώρα – είναι η ημέρα αποβίβασης του Μουσταφά Κεμάλ στην Σαμψούντα και θεωρείται, τρόπω τινά, ως ημέρα έναρξης του Πολέμου της Ανεξαρτησίας.
Η επιλογή της συγκεκριμένης ημερομηνίας – η πατρότητα της ιδέας φέρεται να ανήκει στον Νεοκλή Σαρρή- στόχευε ευθέως στο στιγματισμό του Μουσταφά Κεμάλ και του διαχρονικού κεμαλισμού: η ιστορική προσωπικότητα του ιδρυτή της τουρκικής δημοκρατίας βρέθηκε από την αρχή στο στόχαστρο των νεοποντιστών, για έναν πολύ απλό λόγο – ο κεμαλισμός καταγγέλλονταν στο πλαίσιο της αλληλεγγύης προς τον κουρδικό λαό και τη συναφή αλυτρωτική φαντασίωση για επαναφορά στο προσκήνιο του Ανατολικού Ζητήματος.
Ο ακατέργαστος ιδεολογικοπολιτικός αυθορμητισμός των πρώτων χρόνων δράσης των νεοποντιστών έχει έντονα στοιχεία φαιδρότητας, αλλά αυτό δεν πρέπει να μας οδηγήσει σε υποτίμηση της επινοητικότητας και κάποιων άλλων ικανοτήτων των ακτιβιστών του.
Η καθιέρωση της 19ης Μαΐου ως ημέρας μνήμης αρχικώς και αργότερα η αναγνώριση των διωγμών στον Πόντο ως έγκλημα γενοκτονίας από το Ελληνικό Κοινοβούλιο συγκαταλέγονται στις επιτυχίες τους. (Αφήνω κατά μέρος το ευνοϊκό των πολιτικοκοινωνικών συνθηκών που συνέβαλλαν στην ευνοϊκή κατάληξη των προσπαθειών τους).
Ο νεοποντισμός δεν υπήρξε ποτέ ενιαίος και «συμπαγής»: το μοναδικό κοινό στοιχείο όλων των εκδοχών του ήταν η υποτιθέμενη γενοκτονία – αλλά και εδώ υπήρχαν διαφωνίες, οι οποίες καταδηλώνουν την εργαλειακή χρήση του όρου και της πραγματικές προθέσεις των «θεωρητικών» της.
Τακτική: Οι νεοποντιστές έδειξαν ιδιαίτερη ευρηματικότητα και επινοητικότητα: οι εκάστοτε επιτυχίες ενίσχυαν την αυτοπεποίθησή τους, οδηγούσαν στην κλιμάκωση των στόχων τους με σημαντικά αποτελέσματα – η 19η Μαΐου, η αναγνώριση από τη Βουλή των Ελλήνων των διωγμών ως εγκλήματος γενοκτονίας, η εισαγωγή της «ιστορίας» του Πόντου στα εκπαιδευτικά συγγράμματα, η συμμετοχή στους Ολυμπιακούς Αγώνες, οι ανεγέρσεις μνημείων σε συνοικίες των πόλεων και σε χωριά, «επιστημονικά» συνέδρια , εκδόσεις βιβλίων, εκδόσεις εφημερίδων, ένθετα σε πανελλαδικής εμβέλειας εφημερίδες, εκπομπές στην τηλεόραση και, φυσικά, το Διαδίκτυο, το οποίο δημιούργησε μια «κοινότητα ειδημόνων», οι οποίοι αναπαράγουν συνεχώς τις ίδιες κοινοτοπίες σε μια μονότονη επανάληψη του ιδίου.
Ο αθλητισμός δεν ήταν δυνατόν να παραμεληθεί: έπρεπε να ευρεθεί και εδώ μια γέφυρα με την υποτιθέμενη γενοκτονία – και βρέθηκε.
Οι νεοποντιστές από το ξεκίνημά τους προσέλκυσαν το ενδιαφέρον τρίτων με διάφορα επικοινωνιακά τεχνάσματα: στον τομέα αυτό αποδείχθηκαν αρκετά επινοητικοί – «… στο εξωτερικό γίνεται προσέγγιση του ζητήματος με πάρα πολλούς και έξυπνους τρόπους, όπως η ανάδειξη του γεγονότος πως η ποντιακή είναι η πλησιέστερη διάλεκτος προς την αρχαία [ελληνική]». [Φάνης Μαλκίδης, «Μια Wikipedia στη φαρέτρα της μνήμης» συνέντευξη στην εφημερίδα ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ, Δευτέρα 18 Μαΐου 2009, σ. 13] Με την ίδια ακριβώς λογική επιχείρησε και επέτυχε ο Φάνης Μαλκίδης να εργαλειοποιήσει το ποδόσφαιρο και τον αθλητισμό για να κινήσει το γενικότερο ενδιαφέρον για την υποτιθέμενη γενοκτονία.
Ο απαγχονισμός τεσσάρων μαθητών του Αμερικανικού Κολλεγίου «Ανατόλια» της Μερζιφούντας, πόλης που βρίσκεται στα μεσόγεια του Οθωμανικού Πόντου, μετά από απόφαση του Δικαστηρίου Ανεξαρτησίας της Αμάσειας το 1921 αποτέλεσε το βάση της «συσχέτισης» του αθλητισμού με την υποτιθέμενη γενοκτονία: οι μαθητές υπήρξαν αθλητές της κολεγιακής, κατά τα αμερικάνικα πρότυπα, ομάδας με την ονομασία «Πόντος» - ο χθεσινός ποδοσφαιρικός αγώνας ανάμεσα στους παλαιμάχους της Εθνικής Ελλάδος και μιας ποδοσφαιρικής ομάδας παλαιμάχων ποδοσφαιριστών ποντιακής καταγωγής στο γήπεδο του Απόλλωνος Καλαμαριάς ήλθε σαν συνέχεια παλαιότερων ποδοσφαιρικών συναντήσεων εντός και εκτός Ελλάδας, των οποίων η ιδεολογική πατρότητα οφείλεται στο «νεοποντιστή» Φάνη Μαλκίδη.
Το ποδόσφαιρο χρησιμοποιήθηκε και χρησιμοποιείται, όπως και το αντιεπιστημονικό ιδεολόγημα για την ιδιαίτερη σχέση της ποντιακής διαλέκτου με την αρχαία ελληνική, ως πρόσχημα για να επικαιροποιηθεί ο ισχυρισμός περί γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου: ο Φάνης Μαλκίδης πρότεινε εδώ και χρόνια μορφές εργαλειοποίησης του αθλητισμού ως προπαγανδιστικού μέσου υπέρ της υποτιθέμενης γενοκτονίας – στην Αυστραλία πρότεινε στους ιθύνοντες της ομάδας «Ποντιακοί Αετοί» τη διοργάνωση ποδοσφαιρικού αγώνα στη μνήμη των μαθητών αθλητών που δικάστηκαν και καταδικάστηκαν στην Αμάσεια το 1921.
Ο αγώνας έγινε την επόμενη χρονιά στην Μελβούρνη, εκεί εμφανίστηκαν οι φανέλες με τις κυανόλευκες ρίγες και το κεφαλαίο γράμμα «Π» στο στήθος των ποδοσφαιριστών: φανέλες που φορούσαν οι αθλητές του κολεγίου της Μερζιφούντας και ξαναφόρεσαν χθες οι ποδοσφαιριστές ποντιακής καταγωγής στον ποδοσφαιρικό αγώνα με τους παλαιμάχους της Εθνικής Ελλάδος – μια περιδιάβαση στο Διαδίκτυο, αλλά και σε εφημερίδες του λεγόμενου «ποντιακού χώρου» καταδεικνύει την μαλκίδειο προέλευση αυτών των επινοήσεων.
Παραθέτω ένα απόσπασμα από κείμενο ομιλίας του Φάνη Μαλκίδη στην Αυστραλία, το οποίο ευρίσκεται στο Διαδίκτυο: «Μια απλή, ωστόσο συμβολική και πολύ ουσιαστική ενέργεια για τα νέα αυτά παιδιά που δεν μπόρεσαν να χαρούν ούτε τη χαρά της γνώσης, ούτε του αθλητισμού. Για αυτά τα παιδιά που το Σεπτέμβριο του 1921 έχασαν τη ζωή τους πριν καλά-καλά προλάβουν να τη γνωρίσουν. Οι Ποντιακοί Αετοί το έπραξαν και σε μια σημαντική αθλητική εκδήλωση φόρεσαν το αντίγραφο της φανέλας της ιστορικής ομάδας «Πόντος» παίζοντας ποδόσφαιρο…» - η μυθοπλασία που συνοδεύει το ιδεολόγημα του λαού θύματος σε πλήρη διάταξη.
Η ενστάλαξη ιδεολογίας είναι ο βασικός στόχος της εργαλειοποίησης μεμονωμένων συμβάντων μιας ταραχώδους ιστορικής περιόδου.
Τα ερωτήματα: Οι μαθητές αθλητές καταδικάσθηκαν, όπως και μέλη του διδακτικού προσωπικού του κολεγίου «Ανατόλια» για τη συμμετοχή τους στο ελληνικό αυτονομιστικό κίνημα στην περιοχή του Οθωμανικού Πόντου: η βασική κατηγορία ήταν αυτή της προσπάθειας απόσχισης από το κράτος, δηλαδή της εσχάτης προδοσίας (δεν έχουμε σαφή εικόνα των κατηγοριών στις δίκες της Αμάσειας, διότι δεν έχουν ερευνηθεί τα αρχεία του Δικαστηρίου, η αναφορά σε εσχάτη προδοσία αφορά τη γενική κατηγορία, όπως προκύπτει από τις σποραδικές ελληνικές πηγές).
Η περίπτωση των συγκεκριμένων σπουδαστών-αθλητών, όπως γενικώς των δικών και των καταδικαστικών αποφάσεων από το Δικαστήριο Ανεξαρτησίας στην Αμάσεια, συσχετίστηκε από τους νεοποντιστές με την υποτιθέμενη γενοκτονία: οι δίκες στην Αμάσεια και οι καταδίκες των Ελλήνων θεωρήθηκαν μέρος του σχεδίου γενοκτονίας, το οποίο εκπόνησαν και εκτέλεσαν οι κεμαλικές αρχές.
Δε χρειάζεται να ανατρέξει κανείς σε ιστορικά στοιχεία για να αμφισβητήσει τον αυθαίρετο ισχυρισμό, αλλά αρκεί η στοιχειώδης λογική: για ποιο λόγο κάποιος που έχει σχεδιάσει μια γενοκτονία να προχωρά σε μια τόσο χρονοβόρα διαδικασία συλλήψεων, σύνταξης δικογραφιών και διαδικασίας δικών, εάν στόχος του είναι πράγματι η γενοκτονία των μελών του συγκεκριμένου τμήματος του πληθυσμού;
Ακόμη και εάν δεχθούμε ότι το συγκεκριμένο δικαστήριο δεν λειτουργούσε με όλους τους τύπους και δε διασφάλιζε «έντιμες» δικαστικές διαδικασίες, κάτι που ανταποκρίνεται πολλές φορές στην πραγματικότητα, το ερώτημα εξακολουθεί να υφίσταται.
Εάν προσθέσουμε στον προβληματισμό μας και το γεγονός ότι κάποιοι καταδικάσθηκαν σε ποινές φυλάκισης και με την ανταλλαγή ήλθαν στην Ελλάδα, το ερώτημα γίνεται ακόμη πιο επιτακτικό.
Για να μη χρονοτριβούμε: όλοι όσοι εντάσσουν τη Δίκη της Αμάσειας σε ένα σχέδιο γενοκτονίας, χωρίς να έχουν ερευνήσει τα πρακτικά της, κινούνται με σαφή πρόθεση να στιγματίσουν τον αντίπαλο και για αυτό είναι αναγκασμένοι να προσφεύγουν διαρκώς σε αλχημείες κάθε είδους, εικασίες, μυθοπλασίες, ιδεοληψίες και να ατιμάζουν με αυτή την ανήθικη προσπάθεια εργαλειοποίησης των ιστορικών γεγονότων τη μνήμη των θυμάτων εκείνης της πολυτάραχης ιστορικής εποχής.
Τα Δικαστήρια της Ανεξαρτησίας: Οι νεοποντιστές κατόρθωσαν να δημιουργήσουν την εντύπωση ότι το Δικαστήριο Ανεξαρτησίας στην Αμάσεια ήταν μοναδικό στο είδος του και συστάθηκε για την εξόντωση αποκλειστικώς και μόνον των Ελλήνων: αλλά οι συγγραφείς της Διεύθυνσης Ιστορίας Στρατού στον τέταρτο τόμο με τίτλο Η εκστρατεία εις την Μικράν Ασίαν (1912-1922) σημειώνουν: «Τα πιεστικά μέτρα των Κεμαλικών προς την δημιουργίαν τακτικού στρατού και τον εφοδιασμόν τούτου και η εν γένει τυραννική διακυβέρνησις της χώρας, εξήγειρον τους κατοίκους και ετέρων περιοχών.
Ο επινοητής και πρωτεργάτης στην προώθηση του αιτήματος αναγνώρισης των διώξεων στον Οθωμανικό Πόντο ως γενοκτονίας Μιχάλης Χαραλαμπίδης, χρόνια αργότερα, θα προσέδιδε σχεδόν θρησκευτικό χαρακτήρα στην υπόθεση, ενώ για τον εαυτό του θα επεφύλασσε το ρόλο ενός μικρού «Δημιουργού»: «Εν αρχή η Γενοκτονία. Χωρίς τη διεκδίκηση της αναγνώρισής της, δεν υπάρχουν άλλες διεκδικήσεις, δεν υπάρχει ιστορία, είναι το τέλος της, δεν υπάρχουν Πόντιοι»!!!
19η Μαΐου: Αυτή η «φανταστική κοινότητα» των Ποντίων υφίσταται εξαιτίας του γεγονότος της γενοκτονίας. Αυτή είναι ο συνδεκτικός κρίκος, που συνδέει το παρελθόν και το παρόν τούτης της «κοινότητας» και οφείλει να διασφαλίσει και το μέλλον της. Για αυτό οι νεοποντιστές πρότειναν τη διεκδίκηση της αναγνώρισης της γενοκτονίας και την καθιέρωση μιας ημέρας μνήμης ως «… αφετηρία ενός νέου κύκλου ποντιακής αναζήτησης, αυτογνωσίας, προσφοράς, διεκδικήσεων, αγώνων…».
Και ήταν το Κέντρο Ποντιακών Μελετών που πρότεινε στο Δεύτερο Παγκόσμιο Ποντιακό Συνέδριο την 19η Μαΐου ως ημέρα μνήμης για τη γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου. Από εκείνη τη στιγμή οι πολιτιστικοί λαογραφικοί σύλλογοι άρχισαν να παίρνουν τα χαρακτηριστικά «θεσμικού παρακράτους», εφόσον άρχισαν να κινούνται εκτός των διατάξεων των καταστατικών τους και να αρμενίζουν άκομψα στα βαθειά των διεθνών σχέσεων και της εξωτερικής πολιτικής.
Η επιλογή της συγκεκριμένης ημερομηνίας, αυτή καθ΄ εαυτή, ήταν μια επιλογή επιθετικού στιγματισμού του αντιπάλου: η συγκεκριμένη ημέρα έχει συμβολικό χαρακτήρα για τους Τούρκους και είναι ημέρα γιορτής στη γειτονική χώρα – είναι η ημέρα αποβίβασης του Μουσταφά Κεμάλ στην Σαμψούντα και θεωρείται, τρόπω τινά, ως ημέρα έναρξης του Πολέμου της Ανεξαρτησίας.
Η επιλογή της συγκεκριμένης ημερομηνίας – η πατρότητα της ιδέας φέρεται να ανήκει στον Νεοκλή Σαρρή- στόχευε ευθέως στο στιγματισμό του Μουσταφά Κεμάλ και του διαχρονικού κεμαλισμού: η ιστορική προσωπικότητα του ιδρυτή της τουρκικής δημοκρατίας βρέθηκε από την αρχή στο στόχαστρο των νεοποντιστών, για έναν πολύ απλό λόγο – ο κεμαλισμός καταγγέλλονταν στο πλαίσιο της αλληλεγγύης προς τον κουρδικό λαό και τη συναφή αλυτρωτική φαντασίωση για επαναφορά στο προσκήνιο του Ανατολικού Ζητήματος.
Ο ακατέργαστος ιδεολογικοπολιτικός αυθορμητισμός των πρώτων χρόνων δράσης των νεοποντιστών έχει έντονα στοιχεία φαιδρότητας, αλλά αυτό δεν πρέπει να μας οδηγήσει σε υποτίμηση της επινοητικότητας και κάποιων άλλων ικανοτήτων των ακτιβιστών του.
Η καθιέρωση της 19ης Μαΐου ως ημέρας μνήμης αρχικώς και αργότερα η αναγνώριση των διωγμών στον Πόντο ως έγκλημα γενοκτονίας από το Ελληνικό Κοινοβούλιο συγκαταλέγονται στις επιτυχίες τους. (Αφήνω κατά μέρος το ευνοϊκό των πολιτικοκοινωνικών συνθηκών που συνέβαλλαν στην ευνοϊκή κατάληξη των προσπαθειών τους).
Ο νεοποντισμός δεν υπήρξε ποτέ ενιαίος και «συμπαγής»: το μοναδικό κοινό στοιχείο όλων των εκδοχών του ήταν η υποτιθέμενη γενοκτονία – αλλά και εδώ υπήρχαν διαφωνίες, οι οποίες καταδηλώνουν την εργαλειακή χρήση του όρου και της πραγματικές προθέσεις των «θεωρητικών» της.
Τακτική: Οι νεοποντιστές έδειξαν ιδιαίτερη ευρηματικότητα και επινοητικότητα: οι εκάστοτε επιτυχίες ενίσχυαν την αυτοπεποίθησή τους, οδηγούσαν στην κλιμάκωση των στόχων τους με σημαντικά αποτελέσματα – η 19η Μαΐου, η αναγνώριση από τη Βουλή των Ελλήνων των διωγμών ως εγκλήματος γενοκτονίας, η εισαγωγή της «ιστορίας» του Πόντου στα εκπαιδευτικά συγγράμματα, η συμμετοχή στους Ολυμπιακούς Αγώνες, οι ανεγέρσεις μνημείων σε συνοικίες των πόλεων και σε χωριά, «επιστημονικά» συνέδρια , εκδόσεις βιβλίων, εκδόσεις εφημερίδων, ένθετα σε πανελλαδικής εμβέλειας εφημερίδες, εκπομπές στην τηλεόραση και, φυσικά, το Διαδίκτυο, το οποίο δημιούργησε μια «κοινότητα ειδημόνων», οι οποίοι αναπαράγουν συνεχώς τις ίδιες κοινοτοπίες σε μια μονότονη επανάληψη του ιδίου.
Ο αθλητισμός δεν ήταν δυνατόν να παραμεληθεί: έπρεπε να ευρεθεί και εδώ μια γέφυρα με την υποτιθέμενη γενοκτονία – και βρέθηκε.
Οι νεοποντιστές από το ξεκίνημά τους προσέλκυσαν το ενδιαφέρον τρίτων με διάφορα επικοινωνιακά τεχνάσματα: στον τομέα αυτό αποδείχθηκαν αρκετά επινοητικοί – «… στο εξωτερικό γίνεται προσέγγιση του ζητήματος με πάρα πολλούς και έξυπνους τρόπους, όπως η ανάδειξη του γεγονότος πως η ποντιακή είναι η πλησιέστερη διάλεκτος προς την αρχαία [ελληνική]». [Φάνης Μαλκίδης, «Μια Wikipedia στη φαρέτρα της μνήμης» συνέντευξη στην εφημερίδα ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ, Δευτέρα 18 Μαΐου 2009, σ. 13] Με την ίδια ακριβώς λογική επιχείρησε και επέτυχε ο Φάνης Μαλκίδης να εργαλειοποιήσει το ποδόσφαιρο και τον αθλητισμό για να κινήσει το γενικότερο ενδιαφέρον για την υποτιθέμενη γενοκτονία.
Ο απαγχονισμός τεσσάρων μαθητών του Αμερικανικού Κολλεγίου «Ανατόλια» της Μερζιφούντας, πόλης που βρίσκεται στα μεσόγεια του Οθωμανικού Πόντου, μετά από απόφαση του Δικαστηρίου Ανεξαρτησίας της Αμάσειας το 1921 αποτέλεσε το βάση της «συσχέτισης» του αθλητισμού με την υποτιθέμενη γενοκτονία: οι μαθητές υπήρξαν αθλητές της κολεγιακής, κατά τα αμερικάνικα πρότυπα, ομάδας με την ονομασία «Πόντος» - ο χθεσινός ποδοσφαιρικός αγώνας ανάμεσα στους παλαιμάχους της Εθνικής Ελλάδος και μιας ποδοσφαιρικής ομάδας παλαιμάχων ποδοσφαιριστών ποντιακής καταγωγής στο γήπεδο του Απόλλωνος Καλαμαριάς ήλθε σαν συνέχεια παλαιότερων ποδοσφαιρικών συναντήσεων εντός και εκτός Ελλάδας, των οποίων η ιδεολογική πατρότητα οφείλεται στο «νεοποντιστή» Φάνη Μαλκίδη.
Το ποδόσφαιρο χρησιμοποιήθηκε και χρησιμοποιείται, όπως και το αντιεπιστημονικό ιδεολόγημα για την ιδιαίτερη σχέση της ποντιακής διαλέκτου με την αρχαία ελληνική, ως πρόσχημα για να επικαιροποιηθεί ο ισχυρισμός περί γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου: ο Φάνης Μαλκίδης πρότεινε εδώ και χρόνια μορφές εργαλειοποίησης του αθλητισμού ως προπαγανδιστικού μέσου υπέρ της υποτιθέμενης γενοκτονίας – στην Αυστραλία πρότεινε στους ιθύνοντες της ομάδας «Ποντιακοί Αετοί» τη διοργάνωση ποδοσφαιρικού αγώνα στη μνήμη των μαθητών αθλητών που δικάστηκαν και καταδικάστηκαν στην Αμάσεια το 1921.
Ο αγώνας έγινε την επόμενη χρονιά στην Μελβούρνη, εκεί εμφανίστηκαν οι φανέλες με τις κυανόλευκες ρίγες και το κεφαλαίο γράμμα «Π» στο στήθος των ποδοσφαιριστών: φανέλες που φορούσαν οι αθλητές του κολεγίου της Μερζιφούντας και ξαναφόρεσαν χθες οι ποδοσφαιριστές ποντιακής καταγωγής στον ποδοσφαιρικό αγώνα με τους παλαιμάχους της Εθνικής Ελλάδος – μια περιδιάβαση στο Διαδίκτυο, αλλά και σε εφημερίδες του λεγόμενου «ποντιακού χώρου» καταδεικνύει την μαλκίδειο προέλευση αυτών των επινοήσεων.
Παραθέτω ένα απόσπασμα από κείμενο ομιλίας του Φάνη Μαλκίδη στην Αυστραλία, το οποίο ευρίσκεται στο Διαδίκτυο: «Μια απλή, ωστόσο συμβολική και πολύ ουσιαστική ενέργεια για τα νέα αυτά παιδιά που δεν μπόρεσαν να χαρούν ούτε τη χαρά της γνώσης, ούτε του αθλητισμού. Για αυτά τα παιδιά που το Σεπτέμβριο του 1921 έχασαν τη ζωή τους πριν καλά-καλά προλάβουν να τη γνωρίσουν. Οι Ποντιακοί Αετοί το έπραξαν και σε μια σημαντική αθλητική εκδήλωση φόρεσαν το αντίγραφο της φανέλας της ιστορικής ομάδας «Πόντος» παίζοντας ποδόσφαιρο…» - η μυθοπλασία που συνοδεύει το ιδεολόγημα του λαού θύματος σε πλήρη διάταξη.
Η ενστάλαξη ιδεολογίας είναι ο βασικός στόχος της εργαλειοποίησης μεμονωμένων συμβάντων μιας ταραχώδους ιστορικής περιόδου.
Τα ερωτήματα: Οι μαθητές αθλητές καταδικάσθηκαν, όπως και μέλη του διδακτικού προσωπικού του κολεγίου «Ανατόλια» για τη συμμετοχή τους στο ελληνικό αυτονομιστικό κίνημα στην περιοχή του Οθωμανικού Πόντου: η βασική κατηγορία ήταν αυτή της προσπάθειας απόσχισης από το κράτος, δηλαδή της εσχάτης προδοσίας (δεν έχουμε σαφή εικόνα των κατηγοριών στις δίκες της Αμάσειας, διότι δεν έχουν ερευνηθεί τα αρχεία του Δικαστηρίου, η αναφορά σε εσχάτη προδοσία αφορά τη γενική κατηγορία, όπως προκύπτει από τις σποραδικές ελληνικές πηγές).
Η περίπτωση των συγκεκριμένων σπουδαστών-αθλητών, όπως γενικώς των δικών και των καταδικαστικών αποφάσεων από το Δικαστήριο Ανεξαρτησίας στην Αμάσεια, συσχετίστηκε από τους νεοποντιστές με την υποτιθέμενη γενοκτονία: οι δίκες στην Αμάσεια και οι καταδίκες των Ελλήνων θεωρήθηκαν μέρος του σχεδίου γενοκτονίας, το οποίο εκπόνησαν και εκτέλεσαν οι κεμαλικές αρχές.
Δε χρειάζεται να ανατρέξει κανείς σε ιστορικά στοιχεία για να αμφισβητήσει τον αυθαίρετο ισχυρισμό, αλλά αρκεί η στοιχειώδης λογική: για ποιο λόγο κάποιος που έχει σχεδιάσει μια γενοκτονία να προχωρά σε μια τόσο χρονοβόρα διαδικασία συλλήψεων, σύνταξης δικογραφιών και διαδικασίας δικών, εάν στόχος του είναι πράγματι η γενοκτονία των μελών του συγκεκριμένου τμήματος του πληθυσμού;
Ακόμη και εάν δεχθούμε ότι το συγκεκριμένο δικαστήριο δεν λειτουργούσε με όλους τους τύπους και δε διασφάλιζε «έντιμες» δικαστικές διαδικασίες, κάτι που ανταποκρίνεται πολλές φορές στην πραγματικότητα, το ερώτημα εξακολουθεί να υφίσταται.
Εάν προσθέσουμε στον προβληματισμό μας και το γεγονός ότι κάποιοι καταδικάσθηκαν σε ποινές φυλάκισης και με την ανταλλαγή ήλθαν στην Ελλάδα, το ερώτημα γίνεται ακόμη πιο επιτακτικό.
Για να μη χρονοτριβούμε: όλοι όσοι εντάσσουν τη Δίκη της Αμάσειας σε ένα σχέδιο γενοκτονίας, χωρίς να έχουν ερευνήσει τα πρακτικά της, κινούνται με σαφή πρόθεση να στιγματίσουν τον αντίπαλο και για αυτό είναι αναγκασμένοι να προσφεύγουν διαρκώς σε αλχημείες κάθε είδους, εικασίες, μυθοπλασίες, ιδεοληψίες και να ατιμάζουν με αυτή την ανήθικη προσπάθεια εργαλειοποίησης των ιστορικών γεγονότων τη μνήμη των θυμάτων εκείνης της πολυτάραχης ιστορικής εποχής.
Τα Δικαστήρια της Ανεξαρτησίας: Οι νεοποντιστές κατόρθωσαν να δημιουργήσουν την εντύπωση ότι το Δικαστήριο Ανεξαρτησίας στην Αμάσεια ήταν μοναδικό στο είδος του και συστάθηκε για την εξόντωση αποκλειστικώς και μόνον των Ελλήνων: αλλά οι συγγραφείς της Διεύθυνσης Ιστορίας Στρατού στον τέταρτο τόμο με τίτλο Η εκστρατεία εις την Μικράν Ασίαν (1912-1922) σημειώνουν: «Τα πιεστικά μέτρα των Κεμαλικών προς την δημιουργίαν τακτικού στρατού και τον εφοδιασμόν τούτου και η εν γένει τυραννική διακυβέρνησις της χώρας, εξήγειρον τους κατοίκους και ετέρων περιοχών.
Ούτω, εν Μπάφρα παρά τας νοτίας ακτάς του Ευξείνου εξερράγη αντικεμαλικόν κίνημα και συγκρούσεις έλαβον χώραν μεταξύ στρατού και επαναστατών. Οι επαναστάται εφωδιάζοντο εκ Κωνσταντινουπόλεως δια των λιμένων του Ευξείνου Πόντου. Έτερον αντικεμαλικόν κίνημα, εκραγέν εκ νέου εις Ικόνιον κατεστάλη, κατόπιν των αυστηρών μέτρων, τα οποία έλαβεν η Κυβέρνησις δια των δικαστηρίων ανεξαρτησίας. Τα δικαστήρια τούτα ελειτούργουν κατά περιφερείας με δικαιώματα απόλυτα και ανεξέλεγκτα. Εάν υπήρχε και η ελάχιστη ένδειξη δυστροπίας εις τα διαταγάς του Μουσταφά Κεμάλ αμέσως εξεδίδετο απόφασις καταδικής εις θάνατον με άμεσιν εκτέλεσιν» - είναι προφανές ότι και οι μουσουλμανικοί πληθυσμοί που είχαν αντιρρήσεις με το πολιτικό πρόγραμμα των κεμαλικών αντιμετώπισαν τα Δικαστήρια της Ανεξαρτησίας.
Σημείωση επί προσωπικού: Κατά καιρούς έχω δεχθεί φαιδρές επιθέσεις από διάφορους εκφραστές των νεοποντιστικών ιδεολογημάτων: είμαι υποχρεωμένος να αναφέρω ότι κανείς δεν έχει το προνόμιο να παριστάνει τον εκπρόσωπο τύπου των νεκρών μιας δύσκολης εποχής και πολύ περισσότερο όλοι εκείνοι οι οποίοι έστησαν «επιστημονικές» και άλλες επαγγελματικές σταδιοδρομίες με την καπηλεία της ιστορικής μνήμης.
Σημείωση επί προσωπικού: Κατά καιρούς έχω δεχθεί φαιδρές επιθέσεις από διάφορους εκφραστές των νεοποντιστικών ιδεολογημάτων: είμαι υποχρεωμένος να αναφέρω ότι κανείς δεν έχει το προνόμιο να παριστάνει τον εκπρόσωπο τύπου των νεκρών μιας δύσκολης εποχής και πολύ περισσότερο όλοι εκείνοι οι οποίοι έστησαν «επιστημονικές» και άλλες επαγγελματικές σταδιοδρομίες με την καπηλεία της ιστορικής μνήμης.
Εάν οι διώξεις στον Οθωμανικό Πόντο προήλθαν ή όχι από κάποιο σχέδιο γενοκτονίας θα αποδειχθεί μετά την εξονυχιστική έρευνα των ιστορικών δεδομένων και όλα τα υπόλοιπα (μνημεία, επέτειοι κλπ.) είναι καιροσκοπικές και ιδιοτελείς συμπεριφορές, μαγγανείες ιδεοληπτικών και προσβολή των νεκρών: είναι τραγικό να έχει αποδεχθεί η Βουλή των Ελλήνων την καθιέρωση ημέρας μνήμης της υποτιθέμενης γενοκτονίας, , κάτω από τις πιέσεις του κρατικοδίαιτου «θεσμικού παρακράτους» των ποντιακών λαογραφικών συλλόγων - χωρίς καν την ύπαρξη έστω μιας επιστημονικής μελέτης επί του θέματος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η Γνώμη Κιλκίς- Παιονίας διευκρινίζει στους αναγνώστες της ότι θεωρεί αυτονόητο το δικαίωμα του σχολιασμού και της κριτικής έκφρασης, όταν αυτό φυσικά δεν στοχεύει στην απαξίωση, στην ύβρη και στην προσβολή ατόμων και θεσμών.
Το αναγνωστικό κοινό θα πρέπει να γνωρίζει ότι η Γνώμη, επιδιώκοντας μια υγιή και αμφίδρομη επικοινωνία, δεν δημοσιεύει ανυπόγραφα σχόλια, αλλά ούτε και σχόλια ρατσιστικού, προσβλητικού και υβριστικού περιεχομένου.
Τα ενυπόγραφα άρθρα τέλος, εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας.