Act Business Center

Act Business Center

Δευτέρα 25 Οκτωβρίου 2021

Η ιστορία της Commodore…

Του Νικηφόρου Χριστοφορίδη
«Υπολογιστές για όλους, όχι για τους εκλεκτούς» ήταν το σύνθημα του ιδρυτή της Commodore. Και όταν κανείς αναφέρεται σε αυτή την εταιρεία το επόμενο που του «έρχεται» στο νου, είναι η Amiga.

Και αν μια εικόνα είναι 1.000 λέξεις, τότε δεν φθάνουν οι λέξεις αυτής της ανάρτησης, για να μιλήσει κάνεις για την ιστορία της Commodore και των αγαπημένων υπολογιστών της.

Ο ιδρυτής της εταιρείας Jack Tramiel -πολωνικής καταγωγής- διεσώθη από το Άουσβιτς – Μπίρκεναου και το 1947 μετανάστευσε στις Η.Π.Α. Το 1948 εντάχθηκε στον Αμερικανικό στρατό όπου του ανατέθηκε η επισκευή γραφομηχανών στα γραφεία της Νέας Υόρκης.

Το 1953, ενώ εργαζόταν ως οδηγός ταξί, ο Tramiel αγόρασε ένα κατάστημα στο Bronx για την επισκευή μηχανημάτων γραφείου, εξασφαλίζοντας ένα δάνειο 25.000 $ για την επιχείρηση του λόγω της υπηρεσίας του στο στρατό των Η.Π.Α.

Ονόμασε την εταιρεία του, Commodore Portable Typewriter.

Ο Tramiel ήθελε ένα όνομα στρατιωτικού τύπου για την εταιρεία του, αλλά ονόματα όπως ο Ναύαρχος και ο Στρατηγός ήταν ήδη κατοχυρωμένα, οπότε επέλεξε το όνομα Commodore, που σημαίνει Αρχιπλοίαρχος.

Μετακόμισε στο Τορόντο το 1955 και στις 10.10.1958, ίδρυσε την εταιρεία Commodore Business Machines αφού συνειδητοποίησε ότι ο καναδικός νόμος θα του επέτρεπε να εισάγει αποκλειστικά ιταλικές γραφομηχανές.

Τα επόμενα χρόνια η εταιρεία του ακολούθησε τις εξελίξεις και «πέρασε» στις ηλεκτρικές γραφομηχανές, στις εξελιγμένες αριθμομηχανές έως ότου το 1977 να παρουσιάσει τον πρώτο της ηλεκτρονικό υπολογιστή (Commodore PET).

Ακολουθώντας το σύνθημα του, «Υπολογιστές για όλους, όχι για τους εκλεκτούς», όλοι οι υπολογιστές της Commodore είχαν υψηλές επιδόσεις αλλά σχετικά χαμηλές τιμές.

Το 1980, παρουσίασε το μοντέλο VIC-20, ήταν ο πρώτος μικροϋπολογιστής που πούλησε περισσότερες από ένα εκατομμύριο μονάδες.

Το 1982, κυκλοφόρησε το μοντέλο Commodore 64.

Το 1984 η Commodore εξαγόρασε την εταιρεία Amiga Corporation η οποία είχε δημιουργηθεί δύο χρόνια νωρίτερα από Jay Miner, ο οποίος και θεωρείται ο «πατέρας της Amiga». Το 1985 ξεκίνησε την κυκλοφορία των υπολογιστών Amiga, η εταιρεία έγινε ευρέως γνωστή και «μπήκε» στην καρδιά εκατομμυρίων «κομπιουτεράδων».

Τον Ιούλιο του 1984, μέσω της εταιρείας του Tramel Technology αγόρασε από την Warner Communications το τμήμα υπολογιστών της Atari Inc., την μετονόμασε σε Atari Corporation και παρήγαγε τον γνωστό υπολογιστή Atari ST καθώς και άλλα.

Στις 19 Απριλίου 1994 η εταιρεία κήρυξε πτώχευση και στις 04.05.1995 η Commodore αγοράστηκε από την γερμανική εταιρεία Escom κυρίως για να «πάρει» τα εμπορικά σήματα Commodore και Amiga!

Η γερμανική εταιρεία ηλεκτρονικών προϊόντων Escom AG πλήρωσε 10 εκατομμύρια δολάρια για τα δικαιώματα χρήσης των εμπορικών σημάτων Commodore και Amiga, για τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας και ολόκληρη την πνευματική ιδιοκτησία της Commodore Electronics Ltd. Η Commodore, πρωτοπόρος στη βιομηχανία home computers (οικιακών υπολογιστών), διέκοψε την παραγωγή της το 1994 και κήρυξε πτώχευση. Η Escom AG σχεδίαζε να συνεχίσει την παραγωγή υπολογιστών Commodore και μέχρι να πτωχεύσει πρόλαβε να κατασκευάσει κάποιες μονάδες από την Amiga 1200.

Εν συντομία: Το 1995, η Escom ήταν μία από τις δύο εταιρείες που υπέβαλαν προσφορές για τα εμπορικά σήματα και τα περιουσιακά στοιχεία της Commodore. Κέρδισαν τη διαδικασία υποβολής προσφορών κατά της Dell και της Creative Electronics International. Πολλές άλλες εταιρείες συμμετείχαν στην εξαγορά αλλά δεν υπέβαλαν προσφορές, όπως η Commodore Uk και η Samsung. Η Escom ξεκίνησε να χρησιμοποιεί το όνομα Commodore σε υπολογιστές, που πωλούνταν στην Ευρώπη και δημιούργησε ένα ξεχωριστό τμήμα για τις τεχνολογίες που σχετίζονται με την Amiga.

Ωστόσο, η εταιρεία παρότι «μεγάλωσε» πολύ γρήγορα, παρουσίασε ζημιές ύψους 185 εκατομμυρίων γερμανικών μαρκών. Οι μέτοχοι της εταιρείας δεν έκαναν κάποια προσπάθεια διάσωσης και έτσι η εταιρεία κήρυξε πτώχευση στις 15 Ιουλίου 1996. Το 1997, η ολλανδική εταιρεία Tulip Computers, αγόρασε τα εμπορικά σήματα Commodore, ενώ τα υπόλοιπα εμπορικά σήματα, μαζί με το πλήρες σύνολο των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας και άλλων πνευματικών δικαιωμάτων, αποκτήθηκαν το 2000 από την εταιρεία Gateway.

Τον Ιούλιο του 2004, η Tulip ανακοίνωσε μια νέα σειρά προϊόντων χρησιμοποιώντας το όνομα Commodore: fPET, μια μονάδα flash USB που βασίζεται σε μνήμη flash. mPET, ένα πρόγραμμα αναπαραγωγής MP3 και ψηφιακή συσκευή εγγραφής με φλας. eVIC, ένα πρόγραμμα αναπαραγωγής μουσικής 20 GB. Επίσης, παραχώρησε άδεια για το εμπορικό σήμα Commodore και το λογότυπο στους παραγωγούς του C64 DTV (μια συσκευή που είχε ενσωματωμένα videogames).

Στα τέλη του 2004, η Tulip πούλησε τα εμπορικά σήματα Commodore στην Yeahronimo Media Ventures για 22 εκατομμύρια ευρώ. Η πώληση ολοκληρώθηκε το Μάρτιο του 2005 μετά από μήνες διαπραγματεύσεων. Η Yeahronimo Media Ventures μετονομάστηκε σύντομα σε Commodore International Corporation και ξεκίνησε μια επιχείρηση με σκοπό την επανέναρξη της επωνυμίας Commodore. Η εταιρεία ξεκίνησε τη σειρά προϊόντων της Gravel: προσωπικές συσκευές αναπαραγωγής πολυμέσων εξοπλισμένες με Wi-Fi, με την ελπίδα ότι η μάρκα Commodore θα τους βοηθούσε να απογειωθούν.

Η σειρά προϊόντων της Gravel δεν είχε ιδιαίτερη εμπορική επιτυχία και διακόπηκε.

Στις 24 Ιουνίου 2009, η CIC μετονομάστηκε σε Reunite Investments. Στη συνέχεια και μέχρι το 2013, υπήρξε μια σειρά από μεταβιβάσεις των δικαιωμάτων της Commodore μεταξύ αρκετών εταιρειών. Τελικά σήμερα η επωνυμία, πλέον δεν χρησιμοποιείται.

Η πρώην έδρα της Commodore στις ΗΠΑ στο Δυτικό Τσέστερ της Πενσυλβανίας είναι σήμερα η έδρα της QVC (Quality Value Convenience), μιας εταιρείας που ασχολείται με τις τηλεπωλήσεις.

Τον Φεβρουάριο του 2017 στην πόλη Braunschweig της Γερμανίας, δημιουργήθηκε μια αίθουσα έκθεσης για περίπου 250 προϊόντα της εταιρείας Commodore, με σκοπό να τιμηθεί η ευρωπαϊκή παρουσία της Commodore, η οποία όταν ήταν σε λειτουργία απασχολούσε έως και 2.000 υπαλλήλους.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η Γνώμη Κιλκίς- Παιονίας διευκρινίζει στους αναγνώστες της ότι θεωρεί αυτονόητο το δικαίωμα του σχολιασμού και της κριτικής έκφρασης, όταν αυτό φυσικά δεν στοχεύει στην απαξίωση, στην ύβρη και στην προσβολή ατόμων και θεσμών.

Το αναγνωστικό κοινό θα πρέπει να γνωρίζει ότι η Γνώμη, επιδιώκοντας μια υγιή και αμφίδρομη επικοινωνία, δεν δημοσιεύει ανυπόγραφα σχόλια, αλλά ούτε και σχόλια ρατσιστικού, προσβλητικού και υβριστικού περιεχομένου.

Τα ενυπόγραφα άρθρα τέλος, εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας.