Τη θέση ότι «η κυβέρνηση και το ΥΠΕΚΑ δεν είναι σε θέση να εκπονήσουν καμιά δημόσια πολιτική για το ζήτημα του ορυκτού πλούτου και γενικά για κανένα ζήτημα» διατύπωσε εκ μέρους του ΣΥΡΙΖΑ, η βουλευτής Λάρισας Ηρώ Διώτη, στην ημερίδα του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενεργείας και Κλιματικής Αλλαγής με θέμα «Εθνική πολιτική για την αξιοποίηση των ορυκτών πρώτων υλών». Διερωτώμενη «κατά πόσον η κυβέρνηση και το ΥΠΕΚΑ είναι σε θέση να εκπονήσουν οποιοδήποτε εθνικό σχέδιο, και αν με την εθνική πολιτική θέλουν να περιγράψουν μια πολιτική που να αφορά τον ορυκτό πλούτο στην Ελλάδα, πώς τον εκμεταλλευόμαστε και για ποιού το όφελος», η βουλευτής στηλίτευσε το γεγονός ότι «το ΥΠΕΚΑ πρωτοστατεί στο ξήλωμα κάθε περιβαλλοντικής νομοθεσίας προς διευκόλυνση επενδύσεων. Με τρόπο διόλου προσεκτικό και εξόχως κυνικό καταργήθηκε σχεδόν κάθε περιβαλλοντικό εμπόδιο στις επενδύσεις ακόμα κι αν είναι μέσα σε προστατευόμενες περιοχές ακόμα κι αν θυσιάζονται τοπικές κοινωνίες και φυσικές ομορφιές».
Θέτοντας σειρά ερωτημάτων για την αξιοποίηση του ορυκτού πλούτου, τόνισε ότι «η Πολιτεία συστηματικά ενθάρρυνε τις εξορύξεις και συστηματικά προστάτευε επιχειρήσεις και κλάδους έναντι του περιβάλλοντος εδώ και πολλά χρόνια», δίνοντας τη Γκιόνα, την Καλοσκόπη και την Χαλκιδική ως παραδείγματα ασυδοσίας και υπερεκμετάλλευσης.
«Οι φυσικοί πόροι είναι πλούτος και ανάπτυξη για τις κοινωνίες -γιατί είναι δική τους περιουσία- αν και εφόσον τα δημόσια αυτά αγαθά τα μεταχειριζόμαστε έτσι όπως πρέπει, χωρίς να υποβαθμίζουμε το περιβάλλον. Η ιδιωτικοποίηση των φυσικών πόρων ουσιαστικά υποβαθμίζει και τη δυνατότητα των πολιτών να συμμετέχουν στη λήψη των αποφάσεων για τους φυσικούς πόρους, καθώς το τι θα γίνει με την εκμετάλλευσή τους αποφασίζεται σε κλειστές αίθουσες συνεδρίων. Το κέρδος ως μόνο κριτήριο αποδείχτηκε καταστροφικό. Δεν είναι τυχαίο ότι χώρες πλούσιες σε φυσικούς πόρους συμβαίνει να έχουν χαμηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης και πολύ υψηλότερα ποσοστά φτώχιας από χώρες που δεν διαθέτουν τέτοιους πόρους».
Εκθέτοντας συνοπτικά τη θέση του ΣΥΡΙΖΑ, υποστήριξε ότι σύμφωνα με τις αρχές της βιώσιμης ανάπτυξης, «για να είναι μακροχρόνια και αποτελεσματική η διαδικασία ανάπτυξης, η ύπαρξη, η μοναδικότητα, η ποιότητα ενός πόρου, είναι αναγκαίο να σταθμίζεται παραλλήλως με άλλα στοιχεία του αναπτυξιακού εν γένει περιβάλλοντος της θέσης που επιλέγεται για μια επένδυση, με ίση και ταυτόχρονη προώθηση κοινωνικής δικαιοσύνης και περιβαλλοντικής προστασίας.
Εμείς λέμε ότι οι φυσικοί πόροι είναι δημόσια αγαθά και κοινωνική περιουσία, δεν είναι για πούλημα, δεν ανήκουν σε καμιά κυβέρνηση και ιδίως όταν αυτή δεν έχει ευρεία νομιμοποίηση» τόνισε και κατέληξε: «Χρειάζεται σχεδιασμός, μέσα σε ένα πλαίσιο που χρησιμοποιεί τις παραγωγικές δυνατότητες της φύσης ενώ ταυτόχρονα σκέφτεται τις επόμενες γενιές, που να αφορά πολλούς παράγοντες που εμπλέκονται στην εκμετάλλευση των ορυκτών και αυτό δεν μπορεί να το κάνει αυτή η κυβέρνηση».
Το πλήρες κείμενο του χαιρετισμού, είναι το ακόλουθο:
"Αγαπητές κυρίες και αγαπητοί κύριοι
Ο δεκάλεπτος χαιρετισμός που θα απευθύνω δυστυχώς λόγω των συνθηκών δεν θα είναι καθόλου ευχάριστος ή ουδέτερος ή τυπικός. Θα είναι αυτά που νομίζουμε πως πρέπει να λέγονται αυτές τις ώρες για τα θέματα που αφορούν στη σημερινή εκδήλωση. Ο τίτλος της ημερίδας είναι «εθνική πολιτική για την αξιοποίηση των ορυκτών πρώτων υλών» και γεννιούνται αμέσως δυο ερωτήματα, πρώτο: κατά πόσον η σημερινή κυβέρνηση και το Υπουργείο Περιβάλλοντος είναι σε θέση να εκπονήσουν οποιοδήποτε εθνικό σχέδιο, και δεύτερο ερώτημα αν με την εθνική πολιτική θέλουν να περιγράψουν μια πολιτική που να αφορά τον ορυκτό πλούτο στην Ελλάδα, πώς τον εκμεταλλευόμαστε και για ποιού το όφελος.
Πιστεύουμε πως η κυβέρνηση και το ΥΠΕΚΑ δεν είναι σε θέση να εκπονήσουν καμιά δημόσια πολιτική για το ζήτημα του ορυκτού πλούτου και γενικά για κανένα ζήτημα. Και λέω δημόσια γιατί για εμάς αυτή είναι η κρίσιμη και η σωστή λέξη. Και δεν είναι σε θέση να το κάνουν γιατί, όπως έχουμε ως ΣΥΡΙΖΑ πει πολλές φορές στη βουλή, ακολουθούν μια πολιτική προς την αντίθετη ακριβώς κατεύθυνση που με λίγα λόγια λέει: εκποιήστε, σε ιδιωτικά ξένα και ελληνικά συμφέροντα, όλον τον πλούτο της χώρας.
Και το Υπουργείο Περιβάλλοντος, λοιπόν, πρωτοστατεί στο ξήλωμα κάθε περιβαλλοντικής νομοθεσίας προς διευκόλυνση επενδύσεων. Έτσι λοιπόν δεν έχει μείνει τίποτα από αυτήν την πράσινη ανάπτυξη που ήταν παντιέρα στις εκλογές του 2009 και δυστυχώς δεν έχει μείνει και τίποτα από την περιβαλλοντική νομοθεσία της χώρας, ξεκινώντας από τα δάση και καταλήγοντας στα πράσινα ταμεία, την περιβαλλοντική αδειοδότηση, την ποινική προστασία του περιβάλλοντος, τις ΑΠΕ ή τις δήθεν ΑΠΕ. κ.λ.π
Με τρόπο διόλου προσεκτικό και εξόχως κυνικό καταργήθηκε σχεδόν κάθε περιβαλλοντικό εμπόδιο στις επενδύσεις ακόμα κι αν είναι μέσα σε προστατευόμενες περιοχές ακόμα κι αν θυσιάζονται τοπικές κοινωνίες και φυσικές ομορφιές. Αυτό πράγματι είναι ένα εθνικό έργο. Δεν έμεινε τίποτα να προστατεύει το περιβάλλον, τους ανθρώπους και τους φυσικούς πόρους από κάθε επίδοξο επενδυτή, απ’ άκρη σ’ άκρη στη χώρα.
Όταν λοιπόν ακούει κανείς για εθνικό σχέδιο για τον ορυκτό πλούτο, ούτε ο τίτλος δεν κρατάει τα προσχήματα, καθώς φανερώνει σχέδιο εκποίησης χωρίς καμιά προϋπόθεση προστασίας περιβάλλοντος και ουσιαστικά χωρίς κανένα σημαντικό δημόσιο όφελος.
Μετά έρχονται μια σειρά ερωτήματα. Για ποιά ορυκτά μιλάμε, σε ποιές περιοχές, με τι συνέπειες; Όλα αυτά τα ερωτήματα χρειάζονται μεγάλη έρευνα για να καταλήξει κανείς. Δεν είναι όλες οι δραστηριότητες το ίδιο. Αν υποθέσουμε πως δεν στεκόμαστε επί της αρχής αρνητικά άλλο το τσιμέντο, άλλο ο λιγνίτης, άλλο τα μέταλλα, άλλο ο χρυσός, άλλο τα μάρμαρα, άλλο οι υδρογονάνθρακες. Για την κυβέρνηση όμως ουσιαστικά δεν υπάρχουν τέτοια ερωτήματα, υιοθετεί κατευθείαν τις προτάσεις αυτών που θέλουν να εκμεταλλευτούν τους φυσικούς πόρους χωρίς άλλα κριτήρια.
Αγαπητές-οί κυρίες και κύριοι, δεν είναι και καμιά σοφία να πούμε ότι η Πολιτεία συστηματικά ενθάρρυνε τις εξορύξεις και συστηματικά προστάτευε επιχειρήσεις και κλάδους έναντι του περιβάλλοντος εδώ και πολλά χρόνια. Ένα τρανταχτό παράδειγμα ασυδοσίας η Γκιώνα, που μεγάλο μέρος της είναι υποτίθεται προστατευόμενο και μεγάλης αξίας από την άποψη των υδατικών πόρων.
Το τοπίο της φέρει έντονα τα σημάδια της μεταλλευτικής δραστηριότητας. Ορισμένα μεταλλεία δεσπόζουν της Καλοσκοπής, «κρέμονται» πάνω από τον Αποστολιά αρκετά ακόμα είναι τοποθετημένα σε κορυφές... Υπάρχουν πολλές θέσεις εξορύξεων, στις οποίες δεν είναι ορατό κανένα ίχνος έστω και στοιχειώδους αποκατάστασης. Και φυσικά δεν είναι μόνο η Γκιώνα, είναι και η Χαλκιδική και πολλά άλλα μέρη. Αξιοποιώ ως κοινωνία τους φυσικούς πόρους πρέπει να σημαίνει κάποιους κανόνες πρώτα και κύρια βιωσιμότητας.
Οι φυσικοί πόροι είναι πλούτος και ανάπτυξη αλλά για ποιούς; Για τις κοινωνίες λέμε εμείς, αν και εφόσον τα δημόσια αυτά αγαθά τα μεταχειριζόμαστε έτσι όπως πρέπει, χωρίς να υποβαθμίζουμε το περιβάλλον. ΠΡΈΠΕΙ ΝΑ είναι προς όφελος των κοινωνιών. Γιατί είναι δική τους περιουσία.
Η ιδιωτικοποίηση και το ξεπούλημα των φυσικών πόρων ουσιαστικά υποβαθμίζει και τη δυνατότητα των πολιτών να συμμετέχουν στη λήψη των αποφάσεων για τους φυσικούς πόρους, καθώς το τι θα γίνει με την εκμετάλλευσή τους αποφασίζεται σε κλειστές αίθουσες συνεδρίων. Δεν μπορεί να είναι μόνο κριτήριο το κέρδος. Αυτό αποδείχτηκε ένα καταστροφικό κριτήριο. Επίσης πρέπει να έχουμε συνείδηση αλλά και επιστημονικά δεδομένα, που έχουμε πιστεύουμε, πως δεν είναι όλα τα ορυκτά τα ίδια ή όλα για εκμετάλλευση, ή όλα με τις ίδιες επιπτώσεις, όπως είπα και πριν. Το αν θα τα εκμεταλλευτούμε εξαρτάται από τη σχέση κόστους οφέλους για την κοινωνία και τους εργαζόμενους. Αν είναι να βγάλουμε χρυσό, για να πλουτίσει μια και μόνη εταιρεία στο εξωτερικό και το κόστος να είναι ένας κατεστραμμένος τόπος με ανθρώπους που θα πρέπει να μετακομίσουν από ‘κει που γεννήθηκαν, ε τότε να μην βγάλουμε χρυσό γιατί δεν θα μας ωφελήσει, αντιθέτως θα μας βλάψει πάρα πολύ.
Ο φυσικός πλούτος ενός λαού φέρνει και τη δυστυχία του λένε. Δεν είναι τυχαίο ότι χώρες πλούσιες σε φυσικούς πόρους συμβαίνει να έχουν χαμηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης και πολύ υψηλότερα ποσοστά φτώχιας από χώρες που δεν διαθέτουν τέτοιους πόρους. Μελέτες και παγκόσμια εμπειρία δείχνουν ότι όσο μεγαλύτερος είναι ο βαθμός εξάρτησης μιας χώρας από τις εξορυκτικές βιομηχανίες, τόσο μεγαλύτερο ποσοστό των πολιτών της ζει κάτω από το όριο της φτώχειας.
Επιπλέον, οι περιβαλλοντικές καταστροφές είναι τόσο μεγάλες που τομείς όπως γεωργία, αλιεία, δασοκομία, πρακτικά εξαφανίζονται και οι κάτοικοι στερούνται
ακόμα και τα βασικά για την επιβίωσή τους. Αν λοιπόν θέλουμε να σχεδιάσουμε για την ανάπτυξη μιας περιοχής και έχουμε από τη μια τουρισμό, γεωργία, αλιεία, δάση, και από την άλλη χρυσό η πετρέλαιο θα επιλέξουμε την πρώτη επιλογή, την επιλογή που οι άνθρωποι ζουν στον τόπο τους, αναπτύσσονται και απολαμβάνουν, δίνοντας το δικαίωμα στις επόμενες γενιές να κάνουν το ίδιο, και όχι την επιλογή που οι άνθρωποι ζουν σ’ έναν κρανίου τόπο δουλεύοντας εργάτες στα πετρέλαια ή την εταιρεία εξόρυξης χρυσού.
Για τα μεταλλεία για παράδειγμα είναι γνωστό φίλες και φίλοι πως όλα αυτά τα χρόνια ο μεταλλευτικός κώδικας δώριζε στις επιχειρήσεις δημόσιες εκτάσεις με μηδαμινό αντίτιμο. Δεν γίνεται να συνεχίσουμε έτσι. Ούτως ή άλλως υπάρχει ένα θεμελιώδες ερώτημα. Είναι η μεταλλευτική δραστηριότητα βιώσιμη, εφόσον στηρίζεται στην εκμετάλλευση μη ανανεώσιμων φυσικών πόρων;
Θα μπορούσαμε να συζητήσουμε πως θα μπορούσε και να είναι βιώσιμη, με ποιό τρόπο και με ποιο σχέδιο και προς όφελος ποιού αλλά όχι βέβαια όταν ο ρυθμιστής είναι η αγορά και η αποπληρωμή των πιστωτών. Αγορά σημαίνει μεγιστοποίηση κερδών και κανένα άλλο κριτήριο και πιστωτές ξέρουμε όλοι τι σημαίνει και τι απαιτήσεις εγείρουν.
Από τα παραδείγματα των περιοχών που στήριξαν την ανάπτυξή τους στην ύπαρξη ορυκτών μπορούμε σήμερα να αναρωτηθούμε αν μπορεί να είναι επιθυμητή μια τέτοια προοπτική. Και ο λιγνίτης που ονομάστηκε εθνικό καύσιμο και έφερε τον εξηλεκτρισμό αν θέλετε, έχει επιφέρει τεράστια περιβαλλοντική και κοινωνική υποβάθμιση και δεν μπορεί να συνεχίσει να είναι προτεραιότητα. Πρέπει να εκμεταλλευτούμε, με το σωστό όμως τρόπο και με σχέδιο, με κριτήριο τις ανάγκες των ανθρώπων και το περιβάλλον, τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας
Όπως λένε και οι αρχές της βιώσιμης ανάπτυξης και πολλοί ειδικοί επιστήμονες, για να είναι μακροχρόνια και αποτελεσματική η διαδικασία ανάπτυξης, η ύπαρξη, η μοναδικότητα, η ποιότητα ενός πόρου, είναι αναγκαίο να σταθμίζεται παραλλήλως με άλλα στοιχεία του αναπτυξιακού εν γένει περιβάλλοντος της θέσης που επιλέγεται για μια επένδυση, με ίση και ταυτόχρονη προώθηση κοινωνικής δικαιοσύνης και περιβαλλοντικής προστασίας.
Ο Κανόνας μέχρι στιγμής ήταν μάλλον για ληστρική εκμετάλλευση αυτών των πόρων από μεγάλες επιχειρήσεις, ασύδοτη δραστηριότητα, κανένας έλεγχος, καμιά τήρηση περιβαλλοντικής νομοθεσίας, και ως εκ τούτου και όχι μόνο, πολύ αρνητική εικόνα σε μεγάλο κομμάτι του πληθυσμού και όχι άδικα.
Εμείς λέμε ότι οι φυσικοί πόροι είναι δημόσια αγαθά και κοινωνική περιουσία, δεν είναι για πούλημα, δεν ανήκουν σε καμιά κυβέρνηση και ιδίως όταν αυτή δεν έχει ευρεία νομιμοποίηση. Χρειάζεται σχεδιασμός, μέσα σε ένα πλαίσιο που χρησιμοποιεί τις παραγωγικές δυνατότητες της φύσης ενώ ταυτόχρονα σκέφτεται τις επόμενες γενιές, που να αφορά πολλούς παράγοντες που εμπλέκονται στην εκμετάλλευση των ορυκτών και αυτό δεν μπορεί να το κάνει αυτή η κυβέρνηση.
Κλείνοντας θα ήθελα να χαιρετίσω για ακόμα μια φορά τον αγώνα των εργαζόμενων στο ΙΓΜΕ, που εδώ και μήνες βρίσκονται σε κινητοποιήσεις για τη σημασία του δημόσιου χαρακτήρα του ΙΓΜΕ και την προσφορά του, τη μη διάλυση το, καθώς και τη μη απόλυση συναδέλφων τους. Επίσης, θα ήθελα να πω στον κ. Υπουργό την επόμενη φορά το γεύμα που παραθέτει ο Σύνδεσμος Μεταλλευτικών Επιχειρήσεων, να το οργανώσουν και να το παραθέσουν η Κίνηση πολιτών για τη διάσωση της Γκιώνας, οι Πολίτες ενάντια στο Χρυσό σε Χαλκιδική, Κιλκίς και Θράκη."
Θέτοντας σειρά ερωτημάτων για την αξιοποίηση του ορυκτού πλούτου, τόνισε ότι «η Πολιτεία συστηματικά ενθάρρυνε τις εξορύξεις και συστηματικά προστάτευε επιχειρήσεις και κλάδους έναντι του περιβάλλοντος εδώ και πολλά χρόνια», δίνοντας τη Γκιόνα, την Καλοσκόπη και την Χαλκιδική ως παραδείγματα ασυδοσίας και υπερεκμετάλλευσης.
«Οι φυσικοί πόροι είναι πλούτος και ανάπτυξη για τις κοινωνίες -γιατί είναι δική τους περιουσία- αν και εφόσον τα δημόσια αυτά αγαθά τα μεταχειριζόμαστε έτσι όπως πρέπει, χωρίς να υποβαθμίζουμε το περιβάλλον. Η ιδιωτικοποίηση των φυσικών πόρων ουσιαστικά υποβαθμίζει και τη δυνατότητα των πολιτών να συμμετέχουν στη λήψη των αποφάσεων για τους φυσικούς πόρους, καθώς το τι θα γίνει με την εκμετάλλευσή τους αποφασίζεται σε κλειστές αίθουσες συνεδρίων. Το κέρδος ως μόνο κριτήριο αποδείχτηκε καταστροφικό. Δεν είναι τυχαίο ότι χώρες πλούσιες σε φυσικούς πόρους συμβαίνει να έχουν χαμηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης και πολύ υψηλότερα ποσοστά φτώχιας από χώρες που δεν διαθέτουν τέτοιους πόρους».
Εκθέτοντας συνοπτικά τη θέση του ΣΥΡΙΖΑ, υποστήριξε ότι σύμφωνα με τις αρχές της βιώσιμης ανάπτυξης, «για να είναι μακροχρόνια και αποτελεσματική η διαδικασία ανάπτυξης, η ύπαρξη, η μοναδικότητα, η ποιότητα ενός πόρου, είναι αναγκαίο να σταθμίζεται παραλλήλως με άλλα στοιχεία του αναπτυξιακού εν γένει περιβάλλοντος της θέσης που επιλέγεται για μια επένδυση, με ίση και ταυτόχρονη προώθηση κοινωνικής δικαιοσύνης και περιβαλλοντικής προστασίας.
Εμείς λέμε ότι οι φυσικοί πόροι είναι δημόσια αγαθά και κοινωνική περιουσία, δεν είναι για πούλημα, δεν ανήκουν σε καμιά κυβέρνηση και ιδίως όταν αυτή δεν έχει ευρεία νομιμοποίηση» τόνισε και κατέληξε: «Χρειάζεται σχεδιασμός, μέσα σε ένα πλαίσιο που χρησιμοποιεί τις παραγωγικές δυνατότητες της φύσης ενώ ταυτόχρονα σκέφτεται τις επόμενες γενιές, που να αφορά πολλούς παράγοντες που εμπλέκονται στην εκμετάλλευση των ορυκτών και αυτό δεν μπορεί να το κάνει αυτή η κυβέρνηση».
Το πλήρες κείμενο του χαιρετισμού, είναι το ακόλουθο:
"Αγαπητές κυρίες και αγαπητοί κύριοι
Ο δεκάλεπτος χαιρετισμός που θα απευθύνω δυστυχώς λόγω των συνθηκών δεν θα είναι καθόλου ευχάριστος ή ουδέτερος ή τυπικός. Θα είναι αυτά που νομίζουμε πως πρέπει να λέγονται αυτές τις ώρες για τα θέματα που αφορούν στη σημερινή εκδήλωση. Ο τίτλος της ημερίδας είναι «εθνική πολιτική για την αξιοποίηση των ορυκτών πρώτων υλών» και γεννιούνται αμέσως δυο ερωτήματα, πρώτο: κατά πόσον η σημερινή κυβέρνηση και το Υπουργείο Περιβάλλοντος είναι σε θέση να εκπονήσουν οποιοδήποτε εθνικό σχέδιο, και δεύτερο ερώτημα αν με την εθνική πολιτική θέλουν να περιγράψουν μια πολιτική που να αφορά τον ορυκτό πλούτο στην Ελλάδα, πώς τον εκμεταλλευόμαστε και για ποιού το όφελος.
Πιστεύουμε πως η κυβέρνηση και το ΥΠΕΚΑ δεν είναι σε θέση να εκπονήσουν καμιά δημόσια πολιτική για το ζήτημα του ορυκτού πλούτου και γενικά για κανένα ζήτημα. Και λέω δημόσια γιατί για εμάς αυτή είναι η κρίσιμη και η σωστή λέξη. Και δεν είναι σε θέση να το κάνουν γιατί, όπως έχουμε ως ΣΥΡΙΖΑ πει πολλές φορές στη βουλή, ακολουθούν μια πολιτική προς την αντίθετη ακριβώς κατεύθυνση που με λίγα λόγια λέει: εκποιήστε, σε ιδιωτικά ξένα και ελληνικά συμφέροντα, όλον τον πλούτο της χώρας.
Και το Υπουργείο Περιβάλλοντος, λοιπόν, πρωτοστατεί στο ξήλωμα κάθε περιβαλλοντικής νομοθεσίας προς διευκόλυνση επενδύσεων. Έτσι λοιπόν δεν έχει μείνει τίποτα από αυτήν την πράσινη ανάπτυξη που ήταν παντιέρα στις εκλογές του 2009 και δυστυχώς δεν έχει μείνει και τίποτα από την περιβαλλοντική νομοθεσία της χώρας, ξεκινώντας από τα δάση και καταλήγοντας στα πράσινα ταμεία, την περιβαλλοντική αδειοδότηση, την ποινική προστασία του περιβάλλοντος, τις ΑΠΕ ή τις δήθεν ΑΠΕ. κ.λ.π
Με τρόπο διόλου προσεκτικό και εξόχως κυνικό καταργήθηκε σχεδόν κάθε περιβαλλοντικό εμπόδιο στις επενδύσεις ακόμα κι αν είναι μέσα σε προστατευόμενες περιοχές ακόμα κι αν θυσιάζονται τοπικές κοινωνίες και φυσικές ομορφιές. Αυτό πράγματι είναι ένα εθνικό έργο. Δεν έμεινε τίποτα να προστατεύει το περιβάλλον, τους ανθρώπους και τους φυσικούς πόρους από κάθε επίδοξο επενδυτή, απ’ άκρη σ’ άκρη στη χώρα.
Όταν λοιπόν ακούει κανείς για εθνικό σχέδιο για τον ορυκτό πλούτο, ούτε ο τίτλος δεν κρατάει τα προσχήματα, καθώς φανερώνει σχέδιο εκποίησης χωρίς καμιά προϋπόθεση προστασίας περιβάλλοντος και ουσιαστικά χωρίς κανένα σημαντικό δημόσιο όφελος.
Μετά έρχονται μια σειρά ερωτήματα. Για ποιά ορυκτά μιλάμε, σε ποιές περιοχές, με τι συνέπειες; Όλα αυτά τα ερωτήματα χρειάζονται μεγάλη έρευνα για να καταλήξει κανείς. Δεν είναι όλες οι δραστηριότητες το ίδιο. Αν υποθέσουμε πως δεν στεκόμαστε επί της αρχής αρνητικά άλλο το τσιμέντο, άλλο ο λιγνίτης, άλλο τα μέταλλα, άλλο ο χρυσός, άλλο τα μάρμαρα, άλλο οι υδρογονάνθρακες. Για την κυβέρνηση όμως ουσιαστικά δεν υπάρχουν τέτοια ερωτήματα, υιοθετεί κατευθείαν τις προτάσεις αυτών που θέλουν να εκμεταλλευτούν τους φυσικούς πόρους χωρίς άλλα κριτήρια.
Αγαπητές-οί κυρίες και κύριοι, δεν είναι και καμιά σοφία να πούμε ότι η Πολιτεία συστηματικά ενθάρρυνε τις εξορύξεις και συστηματικά προστάτευε επιχειρήσεις και κλάδους έναντι του περιβάλλοντος εδώ και πολλά χρόνια. Ένα τρανταχτό παράδειγμα ασυδοσίας η Γκιώνα, που μεγάλο μέρος της είναι υποτίθεται προστατευόμενο και μεγάλης αξίας από την άποψη των υδατικών πόρων.
Το τοπίο της φέρει έντονα τα σημάδια της μεταλλευτικής δραστηριότητας. Ορισμένα μεταλλεία δεσπόζουν της Καλοσκοπής, «κρέμονται» πάνω από τον Αποστολιά αρκετά ακόμα είναι τοποθετημένα σε κορυφές... Υπάρχουν πολλές θέσεις εξορύξεων, στις οποίες δεν είναι ορατό κανένα ίχνος έστω και στοιχειώδους αποκατάστασης. Και φυσικά δεν είναι μόνο η Γκιώνα, είναι και η Χαλκιδική και πολλά άλλα μέρη. Αξιοποιώ ως κοινωνία τους φυσικούς πόρους πρέπει να σημαίνει κάποιους κανόνες πρώτα και κύρια βιωσιμότητας.
Οι φυσικοί πόροι είναι πλούτος και ανάπτυξη αλλά για ποιούς; Για τις κοινωνίες λέμε εμείς, αν και εφόσον τα δημόσια αυτά αγαθά τα μεταχειριζόμαστε έτσι όπως πρέπει, χωρίς να υποβαθμίζουμε το περιβάλλον. ΠΡΈΠΕΙ ΝΑ είναι προς όφελος των κοινωνιών. Γιατί είναι δική τους περιουσία.
Η ιδιωτικοποίηση και το ξεπούλημα των φυσικών πόρων ουσιαστικά υποβαθμίζει και τη δυνατότητα των πολιτών να συμμετέχουν στη λήψη των αποφάσεων για τους φυσικούς πόρους, καθώς το τι θα γίνει με την εκμετάλλευσή τους αποφασίζεται σε κλειστές αίθουσες συνεδρίων. Δεν μπορεί να είναι μόνο κριτήριο το κέρδος. Αυτό αποδείχτηκε ένα καταστροφικό κριτήριο. Επίσης πρέπει να έχουμε συνείδηση αλλά και επιστημονικά δεδομένα, που έχουμε πιστεύουμε, πως δεν είναι όλα τα ορυκτά τα ίδια ή όλα για εκμετάλλευση, ή όλα με τις ίδιες επιπτώσεις, όπως είπα και πριν. Το αν θα τα εκμεταλλευτούμε εξαρτάται από τη σχέση κόστους οφέλους για την κοινωνία και τους εργαζόμενους. Αν είναι να βγάλουμε χρυσό, για να πλουτίσει μια και μόνη εταιρεία στο εξωτερικό και το κόστος να είναι ένας κατεστραμμένος τόπος με ανθρώπους που θα πρέπει να μετακομίσουν από ‘κει που γεννήθηκαν, ε τότε να μην βγάλουμε χρυσό γιατί δεν θα μας ωφελήσει, αντιθέτως θα μας βλάψει πάρα πολύ.
Ο φυσικός πλούτος ενός λαού φέρνει και τη δυστυχία του λένε. Δεν είναι τυχαίο ότι χώρες πλούσιες σε φυσικούς πόρους συμβαίνει να έχουν χαμηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης και πολύ υψηλότερα ποσοστά φτώχιας από χώρες που δεν διαθέτουν τέτοιους πόρους. Μελέτες και παγκόσμια εμπειρία δείχνουν ότι όσο μεγαλύτερος είναι ο βαθμός εξάρτησης μιας χώρας από τις εξορυκτικές βιομηχανίες, τόσο μεγαλύτερο ποσοστό των πολιτών της ζει κάτω από το όριο της φτώχειας.
Επιπλέον, οι περιβαλλοντικές καταστροφές είναι τόσο μεγάλες που τομείς όπως γεωργία, αλιεία, δασοκομία, πρακτικά εξαφανίζονται και οι κάτοικοι στερούνται
ακόμα και τα βασικά για την επιβίωσή τους. Αν λοιπόν θέλουμε να σχεδιάσουμε για την ανάπτυξη μιας περιοχής και έχουμε από τη μια τουρισμό, γεωργία, αλιεία, δάση, και από την άλλη χρυσό η πετρέλαιο θα επιλέξουμε την πρώτη επιλογή, την επιλογή που οι άνθρωποι ζουν στον τόπο τους, αναπτύσσονται και απολαμβάνουν, δίνοντας το δικαίωμα στις επόμενες γενιές να κάνουν το ίδιο, και όχι την επιλογή που οι άνθρωποι ζουν σ’ έναν κρανίου τόπο δουλεύοντας εργάτες στα πετρέλαια ή την εταιρεία εξόρυξης χρυσού.
Για τα μεταλλεία για παράδειγμα είναι γνωστό φίλες και φίλοι πως όλα αυτά τα χρόνια ο μεταλλευτικός κώδικας δώριζε στις επιχειρήσεις δημόσιες εκτάσεις με μηδαμινό αντίτιμο. Δεν γίνεται να συνεχίσουμε έτσι. Ούτως ή άλλως υπάρχει ένα θεμελιώδες ερώτημα. Είναι η μεταλλευτική δραστηριότητα βιώσιμη, εφόσον στηρίζεται στην εκμετάλλευση μη ανανεώσιμων φυσικών πόρων;
Θα μπορούσαμε να συζητήσουμε πως θα μπορούσε και να είναι βιώσιμη, με ποιό τρόπο και με ποιο σχέδιο και προς όφελος ποιού αλλά όχι βέβαια όταν ο ρυθμιστής είναι η αγορά και η αποπληρωμή των πιστωτών. Αγορά σημαίνει μεγιστοποίηση κερδών και κανένα άλλο κριτήριο και πιστωτές ξέρουμε όλοι τι σημαίνει και τι απαιτήσεις εγείρουν.
Από τα παραδείγματα των περιοχών που στήριξαν την ανάπτυξή τους στην ύπαρξη ορυκτών μπορούμε σήμερα να αναρωτηθούμε αν μπορεί να είναι επιθυμητή μια τέτοια προοπτική. Και ο λιγνίτης που ονομάστηκε εθνικό καύσιμο και έφερε τον εξηλεκτρισμό αν θέλετε, έχει επιφέρει τεράστια περιβαλλοντική και κοινωνική υποβάθμιση και δεν μπορεί να συνεχίσει να είναι προτεραιότητα. Πρέπει να εκμεταλλευτούμε, με το σωστό όμως τρόπο και με σχέδιο, με κριτήριο τις ανάγκες των ανθρώπων και το περιβάλλον, τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας
Όπως λένε και οι αρχές της βιώσιμης ανάπτυξης και πολλοί ειδικοί επιστήμονες, για να είναι μακροχρόνια και αποτελεσματική η διαδικασία ανάπτυξης, η ύπαρξη, η μοναδικότητα, η ποιότητα ενός πόρου, είναι αναγκαίο να σταθμίζεται παραλλήλως με άλλα στοιχεία του αναπτυξιακού εν γένει περιβάλλοντος της θέσης που επιλέγεται για μια επένδυση, με ίση και ταυτόχρονη προώθηση κοινωνικής δικαιοσύνης και περιβαλλοντικής προστασίας.
Ο Κανόνας μέχρι στιγμής ήταν μάλλον για ληστρική εκμετάλλευση αυτών των πόρων από μεγάλες επιχειρήσεις, ασύδοτη δραστηριότητα, κανένας έλεγχος, καμιά τήρηση περιβαλλοντικής νομοθεσίας, και ως εκ τούτου και όχι μόνο, πολύ αρνητική εικόνα σε μεγάλο κομμάτι του πληθυσμού και όχι άδικα.
Εμείς λέμε ότι οι φυσικοί πόροι είναι δημόσια αγαθά και κοινωνική περιουσία, δεν είναι για πούλημα, δεν ανήκουν σε καμιά κυβέρνηση και ιδίως όταν αυτή δεν έχει ευρεία νομιμοποίηση. Χρειάζεται σχεδιασμός, μέσα σε ένα πλαίσιο που χρησιμοποιεί τις παραγωγικές δυνατότητες της φύσης ενώ ταυτόχρονα σκέφτεται τις επόμενες γενιές, που να αφορά πολλούς παράγοντες που εμπλέκονται στην εκμετάλλευση των ορυκτών και αυτό δεν μπορεί να το κάνει αυτή η κυβέρνηση.
Κλείνοντας θα ήθελα να χαιρετίσω για ακόμα μια φορά τον αγώνα των εργαζόμενων στο ΙΓΜΕ, που εδώ και μήνες βρίσκονται σε κινητοποιήσεις για τη σημασία του δημόσιου χαρακτήρα του ΙΓΜΕ και την προσφορά του, τη μη διάλυση το, καθώς και τη μη απόλυση συναδέλφων τους. Επίσης, θα ήθελα να πω στον κ. Υπουργό την επόμενη φορά το γεύμα που παραθέτει ο Σύνδεσμος Μεταλλευτικών Επιχειρήσεων, να το οργανώσουν και να το παραθέσουν η Κίνηση πολιτών για τη διάσωση της Γκιώνας, οι Πολίτες ενάντια στο Χρυσό σε Χαλκιδική, Κιλκίς και Θράκη."
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η Γνώμη Κιλκίς- Παιονίας διευκρινίζει στους αναγνώστες της ότι θεωρεί αυτονόητο το δικαίωμα του σχολιασμού και της κριτικής έκφρασης, όταν αυτό φυσικά δεν στοχεύει στην απαξίωση, στην ύβρη και στην προσβολή ατόμων και θεσμών.
Το αναγνωστικό κοινό θα πρέπει να γνωρίζει ότι η Γνώμη, επιδιώκοντας μια υγιή και αμφίδρομη επικοινωνία, δεν δημοσιεύει ανυπόγραφα σχόλια, αλλά ούτε και σχόλια ρατσιστικού, προσβλητικού και υβριστικού περιεχομένου.
Τα ενυπόγραφα άρθρα τέλος, εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας.