Του Κώστα Μπούζα
Μια αγκαλιά τριγύρω η γραμμή των οριζόντων. Για τα όνειρα μας, τις ελπίδες, την αγάπη. Για το ίδιο το τραγούδι, που φτερουγίζει ατίθασο μες στις ανθρώπινες ψυχές. Με τα χρυσοπλούμιστα φτερά του σκεπάζει τους καημούς και σπρώχνει τις χαρές μας.
- Το όνομά μου είναι Βορράς. Μ’ αρέσει να μετρώ τ’ αστέρια στον παγωμένο του Δεκέμβρη ουρανό, όταν υπάρχει ξαστεριά. Σπάνιο αυτό. Στη χώρα αυτή που ζω βασιλεύουν η ομίχλη και η καταχνιά. Μα προσπαθώ για ότι καλύτερο μπορώ. Όταν απ’ το σκοτάδι δεν μπορώ να δω, κλείνω τα μάτια κι ονειρεύομαι. Όταν η κρύα ανάσα του χειμώνα μου μουδιάζει το κορμί και για να σκεπαστώ δεν βρίσκω τίποτε, το τυλίγω με τα δυο μου χέρια. Όταν τα λόγια μου, κομμάτια από παγωμένο κρύσταλλο, σωριάζονται στο χώμα και ψάχνω κάποιο τρόπο να εκφραστώ, χαϊδεύω την κιθάρα μου. Και όταν, κάπου το νοιώθω, πάει να με κερδίσει αυτή η ασταμάτητη βροχή, ανοίγω το γαλάζιο μου μπλοκ των σημειώσεων και δραπετεύω...
- Απ’ όταν θυμάμαι το εαυτό μου, μου άρεσε να τρέχω σαν παιδί, ή ένα παιδί, ανάμεσα σ’ αυτά τα καταπράσινα λιβάδια. Είναι το χρώμα της ελπίδας μου ‘πανε κι εγώ τ’ αγάπησα. Και από τότε μ’ είπαν Νότο. Μ’ αρέσουν τα δέντρα, τα λουλούδια και τ’ άγουρα πράσινα στάχυα. Μ’ αρέσει το τραγούδι των πουλιών και το ξαφνιασμένο εκείνο τιτίβισμα τους, όταν απότομα πετάγονται, τρομαγμένα, από ένα τρίξιμο ανάμεσα στις φυλλωσιές. Μ’ αρέσει η μυρωδιά του νοτισμένου χώματος μετά από τ’ απότομο μπουρίνι και, αλήθεια είναι, το μπορώ, ώρες να κάθομαι να υποφέρω κάτω από τη βροχή, για ν’ απολαύσω μόνο μια στιγμή. Εκείνη που θα πρωτοδώ το στέμμα του ουράνιου τόξου...
- Γελάω με κείνο κει το γέλιο που κρύβει νοσταλγία, ακόμη και τώρα όταν το θυμάμαι. Όταν παιδί, με μάτια νυσταγμένα, αντίκριζα το πρωινό αντιφέγγισμα του ήλιου, κάτι μου ‘ρχότανε. Τα χέρια μου, το τζάμι αγγίζοντας, σχημάτιζαν ένα χάδι, τα μάτια μου καρφώνονταν επάνω στο κόκκινο δίσκο και κάπου κάπου ένα δάκρυ κυλούσε από ευτυχία. Και τώρα ακόμη, χρόνια ύστερα, τα χέρια μου ζητούν να αγκαλιάσουν τις ακτίνες του, κάθε φορά που μας προσφέρει την ευκαιρία μιας νέας μέρας. Τα μάτια μου αναπαύονται στο πορφυρό το χρώμα της αυγής και κάπου κάπου δεν μπορώ να ελέγξω κάποιο ξεχασμένο δάκρυ. Ακόμη με φωνάζουν όπως τότε Ανατολή...
- Όταν ο ήλιος σβήνει σε μια γραμμή εκεί στο βάθος και όλα ησυχάζουν, μ’ αρέσει, παίρνοντας παλιά και χιλιοπατημένα μονοπάτια, να βγαίνω κάτω εκεί στην αμμουδιά. Να περπατώ ανάμεσα στις αναποδογυρισμένες βάρκες. Να κουβεντιάζω με το κύμα και να μιλώ με το αγέρι. Μ’ αρέσει αυτή η σιωπή που κρύβει κάτι το μυστήριο. Κάπου κάπου, σηκώνω με τα χέρια μου χούφτες με άμμο και τις αδειάζω πάνω απ’ το κεφάλι μου. Μ’ αρέσει να κοιτάζω το μαύρο χρώμα της νύχτας, που σαν απλώνεται, σβήνει κάθε φτιαχτό κι επίκτητο και αφήνει μόνο τον παλμό της μάνας φύσης και την αίσθηση κάθε αγνής ψυχής. Το όνομά μου είναι Δύση...
Γέμισε ήλιο η γραμμή των οριζόντων. Κι έγινε παρανάλωμα. Κι έγινε προσφορά. Στον απεγνωσμένο αγώνα της κάθε επιβίωσης μέσα σε δίσεκτους καιρούς. Στον αγνό κι ανιδιοτελή παλμό της φύσης, της μεγάλης μάνας. Στην ζωοδότρα ελπίδα κάθε αρχής καινούργιας, που αναθερμαίνει παλλόμενες -και πάλλουσες- ανθρώπινες καρδιές. Κι ακόμη παρά πέρα, στην κάθε αρχέγονη κι αρχέτυπη ομορφιά, που πάντα υπήρχε και πάντα θα υπάρχει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η Γνώμη Κιλκίς- Παιονίας διευκρινίζει στους αναγνώστες της ότι θεωρεί αυτονόητο το δικαίωμα του σχολιασμού και της κριτικής έκφρασης, όταν αυτό φυσικά δεν στοχεύει στην απαξίωση, στην ύβρη και στην προσβολή ατόμων και θεσμών.
Το αναγνωστικό κοινό θα πρέπει να γνωρίζει ότι η Γνώμη, επιδιώκοντας μια υγιή και αμφίδρομη επικοινωνία, δεν δημοσιεύει ανυπόγραφα σχόλια, αλλά ούτε και σχόλια ρατσιστικού, προσβλητικού και υβριστικού περιεχομένου.
Τα ενυπόγραφα άρθρα τέλος, εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας.