Γράφειι ο Σωτήρης Μαρκάδας
Δάσκαλος - Διευθυντής Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης Κιλκίς
Τί ήταν τελικά το έπος του 40;
Ο Οδυσσέας Ελύτης που κατατάχτηκε, πολέμησε στην πρώτη γραμμή και αρρώστησε βαριά από τύφο στο μέτωπο, σε μια συνέντευξη του το 1962 αναφέρει πως «ήταν μια βίαιη φορά προς τα εμπρός του λαού που είχε κάποτε ηττηθεί, όχι εξ αιτίας του, στη Μικρασία, και που τώρα θα έπαιρνε την εκδίκησή του. Σαν άχτι μακροχρόνιο που έβγαινε και ξεθύμαινε.
Δεν έπαιζε ρόλο που ο εχθρός ήταν διαφορετικός. Ο εχθρός ήτανε η Τυραννία, ήτανε η μορφή του Άδικου, που την είχαμε υποστεί κάτω από διαφορετικές μορφές επί αιώνες και είχε γίνει μοίρα μας. Αυτή η εξέγερση εναντίον της Μοίρας, χωρίς υπολογισμό, μες στα όλα, αυτή η όμορφη αφροσύνη, ήτανε που ανέβαζε το γεγονός σε μιαν άλλη σφαίρα, ποιητική».
«Έζησα το θαύμα» συνήθιζε να λέει. «Είδα στα πρόσωπα των στρατιωτών μου τη λάμψη που είναι ικανός ο ελληνισμός ν’ αναδώσει όταν πιστεύει στο δίκιο του. Και γνώρισα από κοντά την αψηφισιά του θανάτου, την ακατάβλητη θέληση της ζωής που έγινε τελικά και δική μου».
Ήταν υπερβολικός ο Ελύτης όταν έγραψε για τους συμπολεμιστές του πως «γι’ αὐτοὺς ἡ νύχτα ἦταν μία μέρα πιὸ πικρὴ / Λιώναν τὸ σίδερο, μασούσανε τὴ γῆς / Ὁ Θεὸς τους μύριζε μπαρούτι καὶ μουλαροτόμαρο»;
Το 40, oι δυο παππούδες μου ήταν εκεί μαζί με χιλιάδες αγριεμένα βλέμματα που «ο Θεός τους μύριζε μπαρούτι και μουλαροτόμαρο». Στα μέρη που «δεν είχε καθημερινές και σκόλες» όπως έγραψε ο Ελύτης. Ήταν εκεί με μια φωτογραφία των παιδιών τους στη μια τσέπη της χλαίνης και ένα σταυρουδάκι στην άλλη! Ο παππούς μου από τον οποίο μου δόθηκε το όνομα, ένας αγρότης με 5 παιδιά, κράτησε και ημερολόγιο. Ένας χωρικός που δεν διάβασε ποτέ την «Πορεία προς το μέτωπο» του Ελύτη και που περιγράφει ακριβώς, ακριβώς τις ίδιες εικόνες, μέσα σε λαϊκά κάδρα. Γράφει:
«Είχαμε γλέντι γερό μέσα στο τραίνο...»
«…από τη χαρά μας και από τον πατριωτισμό το είχαμε ρίξει στο πιοτό… έως ότου να φτάσουμε στο Αμύνταιο είχαμε γλέντι γερό μέσα στο τραίνο μαζί με τους φίλους μου»
«Έζησα το θαύμα» συνήθιζε να λέει. «Είδα στα πρόσωπα των στρατιωτών μου τη λάμψη που είναι ικανός ο ελληνισμός ν’ αναδώσει όταν πιστεύει στο δίκιο του. Και γνώρισα από κοντά την αψηφισιά του θανάτου, την ακατάβλητη θέληση της ζωής που έγινε τελικά και δική μου».
Ήταν υπερβολικός ο Ελύτης όταν έγραψε για τους συμπολεμιστές του πως «γι’ αὐτοὺς ἡ νύχτα ἦταν μία μέρα πιὸ πικρὴ / Λιώναν τὸ σίδερο, μασούσανε τὴ γῆς / Ὁ Θεὸς τους μύριζε μπαρούτι καὶ μουλαροτόμαρο»;
Το 40, oι δυο παππούδες μου ήταν εκεί μαζί με χιλιάδες αγριεμένα βλέμματα που «ο Θεός τους μύριζε μπαρούτι και μουλαροτόμαρο». Στα μέρη που «δεν είχε καθημερινές και σκόλες» όπως έγραψε ο Ελύτης. Ήταν εκεί με μια φωτογραφία των παιδιών τους στη μια τσέπη της χλαίνης και ένα σταυρουδάκι στην άλλη! Ο παππούς μου από τον οποίο μου δόθηκε το όνομα, ένας αγρότης με 5 παιδιά, κράτησε και ημερολόγιο. Ένας χωρικός που δεν διάβασε ποτέ την «Πορεία προς το μέτωπο» του Ελύτη και που περιγράφει ακριβώς, ακριβώς τις ίδιες εικόνες, μέσα σε λαϊκά κάδρα. Γράφει:
«Είχαμε γλέντι γερό μέσα στο τραίνο...»
«…από τη χαρά μας και από τον πατριωτισμό το είχαμε ρίξει στο πιοτό… έως ότου να φτάσουμε στο Αμύνταιο είχαμε γλέντι γερό μέσα στο τραίνο μαζί με τους φίλους μου»
«Είδα τον εαυτόν μου να κοιμάμαι και να βαδίζω...»
«…έβλεπες στον δρόμο άλλος να πέφτει μέσα στο χαντάκι όπου ήταν γεμάτο νερό από την υπερβολική κούραση και την αυπνία, να μην αισθάνεται τον εαυτό του. Τότε είδα τον εαυτόν μου να κοιμάμαι και να βαδίζω…»
«Τα πάθη του Χριστού τραβήξαμε…»
«…είχε χιόνια 1,5 μέτρο... και η διαταγή ήταν να ανέβουμε πάνω στο ύψωμα 1532, τότε τι να κάνουμε, ξεφορτώνουμε τα μουλάρια και οι πυροβολητές παίρνουν τα κομμάτια του πυροβόλου στα χέρια και αγωνιζόμενοι μέσα στα χιόνια… και προφυλαγμένοι από τα ιταλικά βλήματα… κατορθώσαμε να ανέβουμε επάνω στο ύψωμα ύστερα από 18 ώρες, δηλαδή τα πάθη του Χριστού τραβήξαμε…»
«Είπαμε ότι θα πεθάνουμε και εντούτοις όμως βαστάξαμε...»
«…κρύο ανυπόφορο, ο αέρας έκοβε εκείνο το βράδυ, είχαμε ξεπαγώσει και είχαμε απελπισθεί, είπαμε ότι θα πεθάνουμε και εντούτοις όμως βαστάξαμε και συνεχίσαμε την πορεία μας από το Πόγραδετς μέχρι την Κορυτσά όπου είχε 56 χιλιόμετρα αλλά υποφέραμε πάρα πολύ έως ότου να φτάσουμε…»
Τίποτα υπερβολικό δεν μας παρέδωσε ο Ελύτης.
Ναι, είδε «στα πρόσωπα των στρατιωτών του τη λάμψη που είναι ικανός ο ελληνισμός ν’ αναδώσει όταν πιστεύει στο δίκιο του».
Ναι, σήμερα φαίνεται τρελό αλλά πήγαιναν να πολεμήσουν γλεντώντας. Μέσα στα τρένα που τους πήγαιναν ως το Αμύνταιο τραγουδούσανε, πίνανε, χορεύανε, γιορτάζανε.
Ναι, περπατούσαν στις προελάσεις χωρίς να σταματήσουν 40 και 50 χιλιόμετρα, βρεγμένοι, κάτω από πολικές καιρικές συνθήκες.
Ναι, όπου δεν μπορούσαν να πάνε τα μουλάρια φορτωμένα, μπορούσαν αυτοί κουβαλώντας τα φορτία τους.
Ναι, καταλάμβαναν υψώματα επιχειρώντας αδιάκοπα για 2-3 μέρες, άγρυπνοι, μέσα στο χιόνι και κάτω από πυρά.
Ναι, «τους δόθηκε η χάρη ν' ατενίσουν το θαύμα» όπως είπε ο Ελύτης.
Ναι, ήταν ήρωες που φοβήθηκαν και φόβισαν και οι ήρωες «όταν η νύχτα τους σκεπάζει με σιωπή, πετάν’ το Θρύλο στα πουλιά κι αποκοιμιούνται» όπως έγραψε ο Γκάτσος.
Ναι, αυτόν τον Θρύλο οφείλουμε να τον ψιθυρίζουμε στα παιδιά μας. Πρέπει να ξέρουν πως εκείνοι οι Έλληνες και εκείνες οι Ελληνίδες ‘’βαστάξανε’’. Για έναν σκοπό άχραντο, άσπιλο, ανίσκιωτο. Υπέρ βωμών και εστιών!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η Γνώμη Κιλκίς- Παιονίας διευκρινίζει στους αναγνώστες της ότι θεωρεί αυτονόητο το δικαίωμα του σχολιασμού και της κριτικής έκφρασης, όταν αυτό φυσικά δεν στοχεύει στην απαξίωση, στην ύβρη και στην προσβολή ατόμων και θεσμών.
Το αναγνωστικό κοινό θα πρέπει να γνωρίζει ότι η Γνώμη, επιδιώκοντας μια υγιή και αμφίδρομη επικοινωνία, δεν δημοσιεύει ανυπόγραφα σχόλια, αλλά ούτε και σχόλια ρατσιστικού, προσβλητικού και υβριστικού περιεχομένου.
Τα ενυπόγραφα άρθρα τέλος, εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας.