Του Μάκη Ιωσηφίδη
Παραμονές δημοτικών εκλογών 2019.
Πενηντάρης ο κυρ Αλέκος. Κοντούτσικος, φαλακρούτσικος, παχουλούτσικος, με μια πικάντικη φατσούλα και ένα μόνιμο ελαφρώς ειρωνικό χαμόγελο στα χείλη του. Γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Σκυλούπολη, μια μικρή επαρχιακή πόλη, έκανε οικογένεια, δούλεψε πολύ και μεσήλικας πια βγαίνει από το σπίτι του για την πρωινή του βολτούλα και το καφεδάκι στο στέκι του στον πεζόδρομο με την παρέα.
Με το που βγαίνει από την πολυκατοικία πέφτει πάνω στην κυρα Χαρίκλεια του τρίτου.
-Ωωωω…τον αγαπητό μας κυρ Αλέκοοο. Όλα καλά; Η οικογένεια; Καλά;
(Πίσω μου σ’ έχω σατανά, σκέφτεται ο Αλέκος. Αυτή ούτε καλημέρα δεν μούλεγε από τότε που λογομαχήσαμε στη γενική συνέλευση της πολυκατοικίας).
-Μια χαρά κυρα Χαρίκλεια. Δόξα τω Θεώ. Όλοι καλά. Εσείς;
-Καλά…καλά. Ξέρεις κυρ Αλέκο; Ο γιος μου, ο Γιωργάκης μου, είναι υποψήφιος δημοτικός σύμβουλος με την παράταξη ‘’Η Σκυλούπολη που μας αξίζει’’. Στην ίδια πολυκατοικία μένουμε τόσα χρόνια. Θα του βάλετε ένα σταυρό έτσι;
-Αλίμονο κυρα Χαρίκλεια. Τον Γιωργάκη μας; Όλοι οι σταυροί της οικογένειάς μου δικοί του.
-Ευχαριστώ κυρ Αλέκο μου. Να, πάρε και την κάρτα του.
Παίρνει την κάρτα ο Αλέκος και φεύγει μουρμουρίζοντας κάτι μέσα στα δόντια του. Κουτσαίνει ελαφρώς από την τούμπα που έφαγε το χειμώνα με τα χιόνια όταν γκρεμοτσακίστηκε γλιστρώντας στον πάγο που δεν νοιάστηκε κανείς να καθαρίσει. Στο δρόμο συναντά τον αντιδήμαρχο.
-Αγαπητέ μου Αλέκο, τι έκπληξη, τι μου κάνεις;
-Ας τα λέμε. Εσύ;
-Είμαι πάλι υποψήφιος ρε Αλέκο. Θα με ψηφίσεις έτσι;
-Εσένα δεν θα ψηφίσω; Δεν το συζητάω.
-Να πάρε και μερικές κάρτες μου. Δώσε σ’ όσους μπορείς.
Παίρνει τις κάρτες και συνεχίζει για την πλατεία ο Αλέκος. Κάνει ένα φοβερό σλάλομ για ν’ αποφύγει πέντε αδέσποτα σκυλιά κι εκεί, πριν απ’ την πλατεία συναντά τον παιδικό του φίλο Παναγιώτη.
-Αλέκο, χρόνια και ζαμάνια…χαθήκαμε βρε. Μια χαρά σε βλέπω.
-Τι έγινε Παναγιώτη;
-Είμαι υποψήφιος με το συνδυασμό ‘’Η Σκυλούπολη του μέλλοντός μας’’. Θα με σταυρώσεις;
-Απορώ ρε Παναγιώτη που ρωτάς. Τέσσερις ψήφους έχει η οικογένειά μου, όλοι δικοί σου.
-Ευχαριστώ ρε παλιόφιλε. Πάρε και την κάρτα μου.
Στην τσιμεντένια πλατεία ο Αλέκος πέφτει πάνω στην κουστωδία του υποψήφιου δημάρχου. Τον πλησιάζει ο υποψήφιος δήμαρχος.
-Αλέκο, τι γίνεσαι ρε ψυχή; Τι κάνει η κυρά; Ο γιος καλά; Η κόρη;
-Μια χαρά όλοι.
-Αλέκο, να σου συστήσω μερικούς από τους υποψήφιους του συνδυασμού μου.
Μαζεύει κάρτες ο Αλέκος. Ήδη η δεξιά του τσέπη άρχισε να φουσκώνει.
Προχωράει για το στέκι του ο Αλέκος, κάνει μερικές-μέχρι παρεξηγήσεως-περίτεχνες πιρουέτες (ίδιος…Νουρέγιεφ) για να αποφύγει κάποια σπασμένα και ανασηκωμένα πλακάκια στο πεζοδρόμιο και φθάνει επιτέλους στο στέκι του. Βρίσκει την παρέα του και πριν ακόμα κάτσει νάσου ο ξάδελφός του ο Χρήστος.
-Αξά, τι γίνεται ρε συ;
-Γεια σου αξά. Καλά είμαι. Εσύ;
-Αλέκο τρέχω για την κόρη μου που είναι υποψήφια στην παράταξη ‘’Η Σκυλούπολη των ονείρων μας’’. Θα την ψηφίσεις έτσι;
-Αλίμονο ρε αξα. Την ανιψιά μου δεν θα ψηφίσω;
-Πάρε μερικές κάρτες της να δώσεις και αλλού.
Και κάθεται στην παρέα του ο Αλέκος και παραγγέλνει καφέ ο Αλέκος και νάτος ο Ντίνος, γιος του φίλου του του Μίλτου.
-Κύριε Αλέκο. Χαίρομαι που σας βλέπω. Τι μου κάνετε;
-Στοοοοπ, ωρύεται ο Αλέκος. Δώσ’ μου την κάρτα σου ρε Ντινάκο και μην λές τίποτα. Θα σε ψηφίσω. Άσε με τώρα να πιω τον καφέ μου.
Και γυρίζει στο σπίτι ο κυρ Αλέκος, βγάζει από το παντελόνι τις κάρτες των υποψήφιων και τις αραδιάζει στο τραπέζι.
-Ρε γαμώτο, σκέφτεται, τόσοι υποψήφιοι τόσα χρόνια που αγάπησαν ξαφνικά την πόλη μας και η πόλη αυτή να έχει αυτά τα χάλια; Μυστήριο…
Με το που βγαίνει από την πολυκατοικία πέφτει πάνω στην κυρα Χαρίκλεια του τρίτου.
-Ωωωω…τον αγαπητό μας κυρ Αλέκοοο. Όλα καλά; Η οικογένεια; Καλά;
(Πίσω μου σ’ έχω σατανά, σκέφτεται ο Αλέκος. Αυτή ούτε καλημέρα δεν μούλεγε από τότε που λογομαχήσαμε στη γενική συνέλευση της πολυκατοικίας).
-Μια χαρά κυρα Χαρίκλεια. Δόξα τω Θεώ. Όλοι καλά. Εσείς;
-Καλά…καλά. Ξέρεις κυρ Αλέκο; Ο γιος μου, ο Γιωργάκης μου, είναι υποψήφιος δημοτικός σύμβουλος με την παράταξη ‘’Η Σκυλούπολη που μας αξίζει’’. Στην ίδια πολυκατοικία μένουμε τόσα χρόνια. Θα του βάλετε ένα σταυρό έτσι;
-Αλίμονο κυρα Χαρίκλεια. Τον Γιωργάκη μας; Όλοι οι σταυροί της οικογένειάς μου δικοί του.
-Ευχαριστώ κυρ Αλέκο μου. Να, πάρε και την κάρτα του.
Παίρνει την κάρτα ο Αλέκος και φεύγει μουρμουρίζοντας κάτι μέσα στα δόντια του. Κουτσαίνει ελαφρώς από την τούμπα που έφαγε το χειμώνα με τα χιόνια όταν γκρεμοτσακίστηκε γλιστρώντας στον πάγο που δεν νοιάστηκε κανείς να καθαρίσει. Στο δρόμο συναντά τον αντιδήμαρχο.
-Αγαπητέ μου Αλέκο, τι έκπληξη, τι μου κάνεις;
-Ας τα λέμε. Εσύ;
-Είμαι πάλι υποψήφιος ρε Αλέκο. Θα με ψηφίσεις έτσι;
-Εσένα δεν θα ψηφίσω; Δεν το συζητάω.
-Να πάρε και μερικές κάρτες μου. Δώσε σ’ όσους μπορείς.
Παίρνει τις κάρτες και συνεχίζει για την πλατεία ο Αλέκος. Κάνει ένα φοβερό σλάλομ για ν’ αποφύγει πέντε αδέσποτα σκυλιά κι εκεί, πριν απ’ την πλατεία συναντά τον παιδικό του φίλο Παναγιώτη.
-Αλέκο, χρόνια και ζαμάνια…χαθήκαμε βρε. Μια χαρά σε βλέπω.
-Τι έγινε Παναγιώτη;
-Είμαι υποψήφιος με το συνδυασμό ‘’Η Σκυλούπολη του μέλλοντός μας’’. Θα με σταυρώσεις;
-Απορώ ρε Παναγιώτη που ρωτάς. Τέσσερις ψήφους έχει η οικογένειά μου, όλοι δικοί σου.
-Ευχαριστώ ρε παλιόφιλε. Πάρε και την κάρτα μου.
Στην τσιμεντένια πλατεία ο Αλέκος πέφτει πάνω στην κουστωδία του υποψήφιου δημάρχου. Τον πλησιάζει ο υποψήφιος δήμαρχος.
-Αλέκο, τι γίνεσαι ρε ψυχή; Τι κάνει η κυρά; Ο γιος καλά; Η κόρη;
-Μια χαρά όλοι.
-Αλέκο, να σου συστήσω μερικούς από τους υποψήφιους του συνδυασμού μου.
Μαζεύει κάρτες ο Αλέκος. Ήδη η δεξιά του τσέπη άρχισε να φουσκώνει.
Προχωράει για το στέκι του ο Αλέκος, κάνει μερικές-μέχρι παρεξηγήσεως-περίτεχνες πιρουέτες (ίδιος…Νουρέγιεφ) για να αποφύγει κάποια σπασμένα και ανασηκωμένα πλακάκια στο πεζοδρόμιο και φθάνει επιτέλους στο στέκι του. Βρίσκει την παρέα του και πριν ακόμα κάτσει νάσου ο ξάδελφός του ο Χρήστος.
-Αξά, τι γίνεται ρε συ;
-Γεια σου αξά. Καλά είμαι. Εσύ;
-Αλέκο τρέχω για την κόρη μου που είναι υποψήφια στην παράταξη ‘’Η Σκυλούπολη των ονείρων μας’’. Θα την ψηφίσεις έτσι;
-Αλίμονο ρε αξα. Την ανιψιά μου δεν θα ψηφίσω;
-Πάρε μερικές κάρτες της να δώσεις και αλλού.
Και κάθεται στην παρέα του ο Αλέκος και παραγγέλνει καφέ ο Αλέκος και νάτος ο Ντίνος, γιος του φίλου του του Μίλτου.
-Κύριε Αλέκο. Χαίρομαι που σας βλέπω. Τι μου κάνετε;
-Στοοοοπ, ωρύεται ο Αλέκος. Δώσ’ μου την κάρτα σου ρε Ντινάκο και μην λές τίποτα. Θα σε ψηφίσω. Άσε με τώρα να πιω τον καφέ μου.
Και γυρίζει στο σπίτι ο κυρ Αλέκος, βγάζει από το παντελόνι τις κάρτες των υποψήφιων και τις αραδιάζει στο τραπέζι.
-Ρε γαμώτο, σκέφτεται, τόσοι υποψήφιοι τόσα χρόνια που αγάπησαν ξαφνικά την πόλη μας και η πόλη αυτή να έχει αυτά τα χάλια; Μυστήριο…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η Γνώμη Κιλκίς- Παιονίας διευκρινίζει στους αναγνώστες της ότι θεωρεί αυτονόητο το δικαίωμα του σχολιασμού και της κριτικής έκφρασης, όταν αυτό φυσικά δεν στοχεύει στην απαξίωση, στην ύβρη και στην προσβολή ατόμων και θεσμών.
Το αναγνωστικό κοινό θα πρέπει να γνωρίζει ότι η Γνώμη, επιδιώκοντας μια υγιή και αμφίδρομη επικοινωνία, δεν δημοσιεύει ανυπόγραφα σχόλια, αλλά ούτε και σχόλια ρατσιστικού, προσβλητικού και υβριστικού περιεχομένου.
Τα ενυπόγραφα άρθρα τέλος, εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας.