Υπογράφει το ΠΑΜΕ Εκπαιδευτικών Κιλκίς
Τα τελευταία 2-3 χρόνια το Υπ. Παιδείας αναδεικνύει και προβάλει συνεχώς το ζήτημα της «σχολικής βίας». Μετά τον ορισμό της 6ης Μάρτη ως «Πανελλήνιας Ημέρας Κατά της Βίας στο Σχολείο», έστησε το «Παρατηρητήριο για την πρόληψη της Σχολικής Βίας και του Εκφοβισμού», δημιούργησε ένα αντίστοιχο Παρατηρητήριο σε κάθε Περ/κή Δ/νση Εκπ/σης, σε κάθε Νομό και σε κάθε σχολείο. Γι’ αυτό ζητήθηκε, την περσινή σχολική χρονιά, από κάθε σχολική μονάδα να ορίσει έναν εκπαιδευτικό υπεύθυνο «σχολικής βίας».
Οι αρμοδιότητες του υπεύθυνου (προς το παρόν) είναι να καταγράφει τα περιστατικά «βίας» στο σχολείο και να τα στέλνει στην Περ/κή Δ/νση Εκπ/σης. Επιπλέον κάθε σχολείο καλείται να οργανώνει ενδοσχολικές δράσεις «για την αντιμετώπιση της βίας» σε συνεργασία με τους γονείς, με το Δήμο και την Περιφέρεια, με ΜΚΟ, με την εκκλησία, με διάφορους φορείς, ακόμα και με την αστυνομία. Πιθανόν αργότερα και με επιχειρηματικούς ομίλους.
Μέσα σ’ αυτά τα πλαίσια, ενεργό ρόλο παίζουν και τα αστικά ΜΜΕ. Από τη μία ως εν δυνάμει φορείς υλοποίησης προγραμμάτων. Από την άλλη, όλη αυτή την περίοδο, συντονισμένα, κατακλύζονται τα τηλεοπτικά προγράμματα από εκπομπές, ρεπορτάζ, ντοκιμαντέρ, ειδήσεις, ακόμα και σίριαλ, τα οποία προβάλλουν ως ζήτημα αιχμής τη λεγόμενη «ενδοσχολική βία».
Όλη αυτή η ιστορία, όμως, δεν μπορεί παρά να γεμίζει με ερωτηματικά τον κάθε εκπαιδευτικό, τους γονείς και τους μαθητές.
Πρώτα απ’ όλα, καμία επιστημονική έρευνα στη χώρα μας δεν δείχνει ότι υπάρχει οξυμμένο πρόβλημα βίας στα σχολεία. Οι παρουσιάσεις που γίνονται από τους Δ/ντές Εκπ/σης και τους Σχολικούς Συμβούλους, δε στηρίζονται σε καμία επιστημονική έρευνα, παρά σε εικασίες ή στοιχεία που προέρχονται από την ΕΕ, τον ΟΟΣΑ ή τις ΗΠΑ. Ακόμα και τα όποια στοιχεία δημοσιεύονται, αναφέρονται σε μια – δυο έρευνες (άγνωστου φορέα, αξιοπιστίας και εγκυρότητας) οι οποίες αναπαράγονται ξανά και ξανά από τα ΜΜΕ.
Ένα δεύτερο σημείο που μας προβληματίζει είναι ο τρόπος που ορίζεται η «σχολική βία». Ο ορισμός στερείται κάθε επιστημονικής βάσης μιας αναφέρει ότι η «σχολική βία» είναι μια κατάσταση «απρόκλητη», δηλαδή αναίτια. Όπως, όμως, είναι γνωστό δεν υπάρχει φυσικό ή κοινωνικό φαινόμενο που δεν έχει αιτία, αλλά μόνο αποτελέσματα. Επιπλέον, ο ορισμός χωράει τα πάντα, ανοίγοντας την πόρτα να θεωρούνται «σχολική βία» ακόμα και οι αγωνιστικές κινητοποιήσεις των μαθητών, οι διεκδικήσεις της νεολαίας για ένα καλύτερο σχολείο, για μια καλύτερη κοινωνία.
Το ότι η έννοια της «σχολικής βίας» «χωράει τα πάντα» διαπιστώνεται και από τη «φόρμα καταγραφής περιστατικών» την οποία καλούνται να συμπληρώσουν οι σχολικές μονάδες. Σ’ αυτή τη φόρμα υπάρχουν 9 πεδία–είδη «σχολικής βίας»: ρατσιστικά σχόλια, σεξιστικά σχόλια, παρενόχληση, παρεμπόδιση, συκοφάντηση, γελοιοποίηση, εκφοβισμός, εκβιασμός, cyber bulling. Με λίγα λόγια αν ένας μαθητής ρίξει το μολύβι του συμμαθητή του στο πάτωμα μπορεί να χαρακτηριστεί ως περιστατικό «σχολικής βίας» στην κατηγορία «παρενόχληση». Ας σκεφτούμε τι ποσοστά «βίας» θα μας ανακοινώσουν οι υπεύθυνοι του προγράμματος σε λίγο καιρό, αν οι εκπαιδευτικοί συμπληρώνουν κατά γράμμα αυτές τις φόρμες.
Βέβαια ο κάθε εκπαιδευτικός συναντάει περιστατικά επιθετικής συμπεριφοράς στο σχολείο. Αποτελεί, όμως αυτό ζήτημα αιχμής, που και η προηγούμενη συγκυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ, μετά από απανωτά βάρβαρα αντιλαϊκά μέτρα σε βάρος των λαϊκών οικογενειών και των παιδιών τους, πήγε να λύσει, αλλά και η νέα συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ συνεχίζει;
Το ότι υπάρχουν περιστατικά επιθετικότητας ή ακόμα και το ότι η επιθετικότητα εκφράζεται στις μέρες μας με νέες μορφές, δε μας εκπλήσσει. Γι’ αυτό πρέπει να αναζητηθούν οι πραγματικές αιτίες και να μην μεγαλοποιούνται απλές καθημερινές καταστάσεις, που οι μαθητές και οι άνθρωποι μπορούν και ξέρουν να τις λύνουν από μόνοι τους χωρίς παρεμβάσεις. Η πηγή του προβλήματος δεν μπορεί να είναι απλώς και μόνο η οικογένεια ή οι «ιδιοτροπίες» των μελών της ή το DNA κάποιων μαθητών (όπως ακούμε από διάφορους αρμόδιους). Η πηγή του πρέπει να αναζητηθεί στη βάση της κοινωνίας, που είναι η καπιταλιστική οικονομία.
Αυτή η οικονομία, όμως, είναι από τη φύση της ανταγωνιστική, βάρβαρη και ταξική. Καλλιεργεί αντιλήψεις όπως: «ο θάνατός σου η ζωή μου», «μην είσαι χαζός, πάτα επί πτωμάτων αν χρειαστεί» κτλ. Αυτή η οικονομία καταδικάζει τους μαθητές μας και τις οικογένειές τους στη φτώχεια, στην πείνα και στο κρύο, τους δηλητηριάζει με την επιθετικότητα από πολύ μικρή ηλικία, με τα κινούμενα σχέδια, με τα ηλεκτρονικά παιχνίδια, με τις τηλεοπτικές σειρές κ.ά.
Άρα, το πρόβλημα (σε όποιο βαθμό υπάρχει) δεν μπορεί να λυθεί ατομικά και με ψυχολόγους. Ο ψυχολόγος μπορεί να συμβάλει, ώστε το άτομο να διαχειριστεί την οργή και την αγανάκτησή του από τη βαρβαρότητα που ζει, όχι όμως να ανατρέψει αυτή τη βαρβαρότητα, δηλαδή να λύσει το πρόβλημα.
Η περίοδος και ο χρόνος που η προηγούμενη συγκυβέρνηση, με τις οδηγίες της ΕΕ (μιας και υπάρχει και ΕυρωΕνωσιακό δίκτυο για τη «σχολική βία»), επέλεξε να ανοίξει το ζήτημα και να προωθήσει το παρατηρητήριο σχολικής βίας, πρέπει να δημιουργεί επιπλέον επιφυλάξεις σε γονείς, μαθητές και εκπαιδευτικούς.
Υπάρχει η δυνατότητα τα περιστατικά που καταγράφονται σε κάθε σχολική μονάδα να συνδέονται και με τα δεδομένα του myschool, πράγμα που σημαίνει ότι το «φακέλωμα» για τους μαθητές θα ξεκινάει από το νηπιαγωγείο.
Είναι βέβαιο ότι τα στοιχεία που θα μαζεύονται μπορούν εύκολα να συνδεθούν με την αξιολόγηση που προωθείται και από τη νέα συγκυβέρνηση. Τα σχολεία θα χωρίζονται σε «εγκληματικά» και «πειθαρχημένα», άρα κατ’ επέκταση και οι εκπαιδευτικοί θα αξιολογούνται και από αυτό το δείκτη και οι μαθητές αντίστοιχα. Και προφανώς διαφορετικό πρόγραμμα θα ακολουθεί ένα σχολείο από το άλλο, στη λογική να λύσουν το πρόβλημα. Οπότε και από αυτή την οδό θα σπάει το ενιαίο πρόγραμμα του σχολείου.
Επίσης, ανοίγει μία ακόμα πόρτα για την εισροή των επιχειρηματικών ομίλων στα σχολεία, μιας και όπως αναφέραμε αρχικά, τόσο στις δράσεις που καλούνται τα σχολεία να υλοποιήσουν, όσο και στις ομάδες υποστήριξης των παρατηρητηρίων εμπλέκονται διαφόρων ειδών φορείς (ΜΚΟ, ΜΜΕ, δήμοι, περιφέρειες, η εισαγγελία ανηλίκων, η αστυνομία, η εκκλησία κτλ).
Οι γονείς, οι μαθητές και οι εκπαιδευτικοί, θα πρέπει να είναι τουλάχιστον επιφυλακτικοί απέναντι σ’ όλους αυτούς (κυβερνήσεις, ΕΕ, επιχειρηματικούς ομίλους κτλ) που δήθεν ενδιαφέρονται για τη βία στα σχολεία. Είναι οι ίδιοι που φέρουν ευθύνη για τη βία που υφίστανται οι λαϊκές οικογένειες από τις απώλειες των τελευταίων χρόνων με αφορμή την οικονομική καπιταλιστική κρίση. Είναι οι ίδιοι που φέρουν ευθύνη για τους άνεργους ή τους απλήρωτους γονείς, για τους γονείς που δουλεύουν εκ περιτροπής ή που δουλεύουν υπερωρίες χωρίς να τις αμείβονται. Είναι οι ίδιοι που φέρουν ευθύνη για τους μαθητές που εγκαταλείπουν το σχολείο και δουλεύουν «μαύρα» από τα 15 τους, για την έλλειψη ασφαλιστικής κάλυψης, την αδυναμία πρόσβασης στις δομές υγείας, στο φάρμακο, για την έλλειψη θέρμανσης, τροφής κ.ά. Αυτή είναι η βία που υφίστανται καθημερινά οι μαθητές των λαϊκών στρωμάτων, όμως γι’ αυτή τη βία δεν ακούγεται κουβέντα, παρά μόνο από το ΠΑΜΕ και από το ταξικό συνδικαλιστικό κίνημα. Σ’ αυτή την κατεύθυνση γονείς, μαθητές και εκπαιδευτικοί πρέπει να οργανώσουν τον αγώνα τους για αναπλήρωση των απωλειών των τελευταίων χρόνων, για ικανοποίηση των σύγχρονων λαϊκών αναγκών, βάζοντας πλώρη για έναν άλλο δρόμο ανάπτυξης.
Οι αρμοδιότητες του υπεύθυνου (προς το παρόν) είναι να καταγράφει τα περιστατικά «βίας» στο σχολείο και να τα στέλνει στην Περ/κή Δ/νση Εκπ/σης. Επιπλέον κάθε σχολείο καλείται να οργανώνει ενδοσχολικές δράσεις «για την αντιμετώπιση της βίας» σε συνεργασία με τους γονείς, με το Δήμο και την Περιφέρεια, με ΜΚΟ, με την εκκλησία, με διάφορους φορείς, ακόμα και με την αστυνομία. Πιθανόν αργότερα και με επιχειρηματικούς ομίλους.
Μέσα σ’ αυτά τα πλαίσια, ενεργό ρόλο παίζουν και τα αστικά ΜΜΕ. Από τη μία ως εν δυνάμει φορείς υλοποίησης προγραμμάτων. Από την άλλη, όλη αυτή την περίοδο, συντονισμένα, κατακλύζονται τα τηλεοπτικά προγράμματα από εκπομπές, ρεπορτάζ, ντοκιμαντέρ, ειδήσεις, ακόμα και σίριαλ, τα οποία προβάλλουν ως ζήτημα αιχμής τη λεγόμενη «ενδοσχολική βία».
Όλη αυτή η ιστορία, όμως, δεν μπορεί παρά να γεμίζει με ερωτηματικά τον κάθε εκπαιδευτικό, τους γονείς και τους μαθητές.
Πρώτα απ’ όλα, καμία επιστημονική έρευνα στη χώρα μας δεν δείχνει ότι υπάρχει οξυμμένο πρόβλημα βίας στα σχολεία. Οι παρουσιάσεις που γίνονται από τους Δ/ντές Εκπ/σης και τους Σχολικούς Συμβούλους, δε στηρίζονται σε καμία επιστημονική έρευνα, παρά σε εικασίες ή στοιχεία που προέρχονται από την ΕΕ, τον ΟΟΣΑ ή τις ΗΠΑ. Ακόμα και τα όποια στοιχεία δημοσιεύονται, αναφέρονται σε μια – δυο έρευνες (άγνωστου φορέα, αξιοπιστίας και εγκυρότητας) οι οποίες αναπαράγονται ξανά και ξανά από τα ΜΜΕ.
Ένα δεύτερο σημείο που μας προβληματίζει είναι ο τρόπος που ορίζεται η «σχολική βία». Ο ορισμός στερείται κάθε επιστημονικής βάσης μιας αναφέρει ότι η «σχολική βία» είναι μια κατάσταση «απρόκλητη», δηλαδή αναίτια. Όπως, όμως, είναι γνωστό δεν υπάρχει φυσικό ή κοινωνικό φαινόμενο που δεν έχει αιτία, αλλά μόνο αποτελέσματα. Επιπλέον, ο ορισμός χωράει τα πάντα, ανοίγοντας την πόρτα να θεωρούνται «σχολική βία» ακόμα και οι αγωνιστικές κινητοποιήσεις των μαθητών, οι διεκδικήσεις της νεολαίας για ένα καλύτερο σχολείο, για μια καλύτερη κοινωνία.
Το ότι η έννοια της «σχολικής βίας» «χωράει τα πάντα» διαπιστώνεται και από τη «φόρμα καταγραφής περιστατικών» την οποία καλούνται να συμπληρώσουν οι σχολικές μονάδες. Σ’ αυτή τη φόρμα υπάρχουν 9 πεδία–είδη «σχολικής βίας»: ρατσιστικά σχόλια, σεξιστικά σχόλια, παρενόχληση, παρεμπόδιση, συκοφάντηση, γελοιοποίηση, εκφοβισμός, εκβιασμός, cyber bulling. Με λίγα λόγια αν ένας μαθητής ρίξει το μολύβι του συμμαθητή του στο πάτωμα μπορεί να χαρακτηριστεί ως περιστατικό «σχολικής βίας» στην κατηγορία «παρενόχληση». Ας σκεφτούμε τι ποσοστά «βίας» θα μας ανακοινώσουν οι υπεύθυνοι του προγράμματος σε λίγο καιρό, αν οι εκπαιδευτικοί συμπληρώνουν κατά γράμμα αυτές τις φόρμες.
Βέβαια ο κάθε εκπαιδευτικός συναντάει περιστατικά επιθετικής συμπεριφοράς στο σχολείο. Αποτελεί, όμως αυτό ζήτημα αιχμής, που και η προηγούμενη συγκυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ, μετά από απανωτά βάρβαρα αντιλαϊκά μέτρα σε βάρος των λαϊκών οικογενειών και των παιδιών τους, πήγε να λύσει, αλλά και η νέα συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ συνεχίζει;
Το ότι υπάρχουν περιστατικά επιθετικότητας ή ακόμα και το ότι η επιθετικότητα εκφράζεται στις μέρες μας με νέες μορφές, δε μας εκπλήσσει. Γι’ αυτό πρέπει να αναζητηθούν οι πραγματικές αιτίες και να μην μεγαλοποιούνται απλές καθημερινές καταστάσεις, που οι μαθητές και οι άνθρωποι μπορούν και ξέρουν να τις λύνουν από μόνοι τους χωρίς παρεμβάσεις. Η πηγή του προβλήματος δεν μπορεί να είναι απλώς και μόνο η οικογένεια ή οι «ιδιοτροπίες» των μελών της ή το DNA κάποιων μαθητών (όπως ακούμε από διάφορους αρμόδιους). Η πηγή του πρέπει να αναζητηθεί στη βάση της κοινωνίας, που είναι η καπιταλιστική οικονομία.
Αυτή η οικονομία, όμως, είναι από τη φύση της ανταγωνιστική, βάρβαρη και ταξική. Καλλιεργεί αντιλήψεις όπως: «ο θάνατός σου η ζωή μου», «μην είσαι χαζός, πάτα επί πτωμάτων αν χρειαστεί» κτλ. Αυτή η οικονομία καταδικάζει τους μαθητές μας και τις οικογένειές τους στη φτώχεια, στην πείνα και στο κρύο, τους δηλητηριάζει με την επιθετικότητα από πολύ μικρή ηλικία, με τα κινούμενα σχέδια, με τα ηλεκτρονικά παιχνίδια, με τις τηλεοπτικές σειρές κ.ά.
Άρα, το πρόβλημα (σε όποιο βαθμό υπάρχει) δεν μπορεί να λυθεί ατομικά και με ψυχολόγους. Ο ψυχολόγος μπορεί να συμβάλει, ώστε το άτομο να διαχειριστεί την οργή και την αγανάκτησή του από τη βαρβαρότητα που ζει, όχι όμως να ανατρέψει αυτή τη βαρβαρότητα, δηλαδή να λύσει το πρόβλημα.
Η περίοδος και ο χρόνος που η προηγούμενη συγκυβέρνηση, με τις οδηγίες της ΕΕ (μιας και υπάρχει και ΕυρωΕνωσιακό δίκτυο για τη «σχολική βία»), επέλεξε να ανοίξει το ζήτημα και να προωθήσει το παρατηρητήριο σχολικής βίας, πρέπει να δημιουργεί επιπλέον επιφυλάξεις σε γονείς, μαθητές και εκπαιδευτικούς.
Υπάρχει η δυνατότητα τα περιστατικά που καταγράφονται σε κάθε σχολική μονάδα να συνδέονται και με τα δεδομένα του myschool, πράγμα που σημαίνει ότι το «φακέλωμα» για τους μαθητές θα ξεκινάει από το νηπιαγωγείο.
Είναι βέβαιο ότι τα στοιχεία που θα μαζεύονται μπορούν εύκολα να συνδεθούν με την αξιολόγηση που προωθείται και από τη νέα συγκυβέρνηση. Τα σχολεία θα χωρίζονται σε «εγκληματικά» και «πειθαρχημένα», άρα κατ’ επέκταση και οι εκπαιδευτικοί θα αξιολογούνται και από αυτό το δείκτη και οι μαθητές αντίστοιχα. Και προφανώς διαφορετικό πρόγραμμα θα ακολουθεί ένα σχολείο από το άλλο, στη λογική να λύσουν το πρόβλημα. Οπότε και από αυτή την οδό θα σπάει το ενιαίο πρόγραμμα του σχολείου.
Επίσης, ανοίγει μία ακόμα πόρτα για την εισροή των επιχειρηματικών ομίλων στα σχολεία, μιας και όπως αναφέραμε αρχικά, τόσο στις δράσεις που καλούνται τα σχολεία να υλοποιήσουν, όσο και στις ομάδες υποστήριξης των παρατηρητηρίων εμπλέκονται διαφόρων ειδών φορείς (ΜΚΟ, ΜΜΕ, δήμοι, περιφέρειες, η εισαγγελία ανηλίκων, η αστυνομία, η εκκλησία κτλ).
Οι γονείς, οι μαθητές και οι εκπαιδευτικοί, θα πρέπει να είναι τουλάχιστον επιφυλακτικοί απέναντι σ’ όλους αυτούς (κυβερνήσεις, ΕΕ, επιχειρηματικούς ομίλους κτλ) που δήθεν ενδιαφέρονται για τη βία στα σχολεία. Είναι οι ίδιοι που φέρουν ευθύνη για τη βία που υφίστανται οι λαϊκές οικογένειες από τις απώλειες των τελευταίων χρόνων με αφορμή την οικονομική καπιταλιστική κρίση. Είναι οι ίδιοι που φέρουν ευθύνη για τους άνεργους ή τους απλήρωτους γονείς, για τους γονείς που δουλεύουν εκ περιτροπής ή που δουλεύουν υπερωρίες χωρίς να τις αμείβονται. Είναι οι ίδιοι που φέρουν ευθύνη για τους μαθητές που εγκαταλείπουν το σχολείο και δουλεύουν «μαύρα» από τα 15 τους, για την έλλειψη ασφαλιστικής κάλυψης, την αδυναμία πρόσβασης στις δομές υγείας, στο φάρμακο, για την έλλειψη θέρμανσης, τροφής κ.ά. Αυτή είναι η βία που υφίστανται καθημερινά οι μαθητές των λαϊκών στρωμάτων, όμως γι’ αυτή τη βία δεν ακούγεται κουβέντα, παρά μόνο από το ΠΑΜΕ και από το ταξικό συνδικαλιστικό κίνημα. Σ’ αυτή την κατεύθυνση γονείς, μαθητές και εκπαιδευτικοί πρέπει να οργανώσουν τον αγώνα τους για αναπλήρωση των απωλειών των τελευταίων χρόνων, για ικανοποίηση των σύγχρονων λαϊκών αναγκών, βάζοντας πλώρη για έναν άλλο δρόμο ανάπτυξης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η Γνώμη Κιλκίς- Παιονίας διευκρινίζει στους αναγνώστες της ότι θεωρεί αυτονόητο το δικαίωμα του σχολιασμού και της κριτικής έκφρασης, όταν αυτό φυσικά δεν στοχεύει στην απαξίωση, στην ύβρη και στην προσβολή ατόμων και θεσμών.
Το αναγνωστικό κοινό θα πρέπει να γνωρίζει ότι η Γνώμη, επιδιώκοντας μια υγιή και αμφίδρομη επικοινωνία, δεν δημοσιεύει ανυπόγραφα σχόλια, αλλά ούτε και σχόλια ρατσιστικού, προσβλητικού και υβριστικού περιεχομένου.
Τα ενυπόγραφα άρθρα τέλος, εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας.