Του Βλάση Αγτζίδη
Ένας από τους κυρίαρχους μύθους που καλλιεργείται από διάφορα κέντρα και πρόσωπα είναι ότι ο Μεταξάς είπε το ‘ΟΧΙ” στη φασιστική Ιταλία γιατί ήταν “πατριώτης” και “μεγάλος ηγέτης”, που έβαζε τα συμφέροντα του λαού του πάνω από την ιδεολογία του και τους φίλους του.
Είναι όμως έτσι;Άλλαξε τόσο πολύ ο Μεταξάς από το 1915, το 1922, το 1936 και το 1938;
-το 1915 είχε καταθέσει ένα υπόμνημα προς τον φίλο του Μονάρχη της Ελλάδας Κωσταντίνο, με το οποίο εν μέσω Α΄Παγκοσμίου Πολέμου πρότεινε την φιλογερμανική ουδετερότητα με το επιχείρημα ότι η τελική νίκη θα ήταν των Γερμανών. Στο ίδιο Υπόμνημα ανάφερε ότι οποιαδήποτε ελληνική παρέμβαση ή και σκέψη για ενσωμάτωση της Μικράς Ασίας στην Ελλάδα θα συνιστούσε“αποικιοκρατική πράξη“ και η Ελλάδα θα μετατρεπόταν σε “αποικιοκρατική χώρα”. Την ίδια άποψη θα ενστερνιστεί για δικούς του λόγους το ΣΕΚΕ-ΚΚΕ το 1919 και θα επαναλαμβάνεται έως σήμερα ως μέγα επιχείρημα από διάφορους σταλινικ0ύς και όχι μόνο, θαυμαστές του νεοτουρκικού εθνικισμού και της κεμαλικής μιλιταριστικής Τουρκίας.
-το 1922, την Άνοιξη, δεν είχε δεχτεί την αρχιστρατηγεία του Μικρασιατικού Μετώπου μετά την αποπομπή του Παπούλα. Η ανάληψη της αρχιστρατηγείας από τον Μεταξά θα εξασφάλιζε την ύψιστη αμυντική δυνατότητα της ελληνικής πλευράς και θα απέτρεπε την τραγική κατάρευση που επέφερε η διοίκηση Χ”ανέστη. Η τελική Καταστροφή του Αυγούστου του ’22 και η τρομακτική σφαγή του χριστιανικού πληθυσμού που ακολούθησε από το νικητή Μουσταφά Κεμάλ, φέρει ΚΑΙ την σφραγίδα του Ιωάννη Μεταξά.
Η στάση του κρίθηκε ως αντεθνική από τους ιδεολογικούς του φίλους. Ο Γεώργιος Βλάχος, εκδότης της “Καθημερινής” είχε αμφισβητήσει πλήρως τον πατριωτισμό γράφοντας στην στήλη του (25-8-22): “Ενας ”κυριος” εισέρχεται εις την Σχολήν των ευελπίδων , τρεφεται εκεί και εκπαιδευεται δι’ εξοδων του Κρατους ……….“ και καταλήγει ο Γεώργιος Βλάχος ”- Ειμαι ο κ.Αντιστρατηγος . Θελω να γινω πρωθυπουργός…Εχω τα χαρτια μου εν ταξει : ”Τα εχω ειπή” Αλλα’ η Ελλας εχει εργασιαν μαζευει τα τεκνα της . Αν δεν ειχε θα επαιρνε την σκούπαν και θα του ελεγε εκεί , εις την Οδόν.
– Φυγε απ’ εδώ , Ανθρωπε μικρέ, που περίμενες να κατασκευάσης πρωθυπουργικόν φράκον από τα Ράκη. Φάγε από εδώ , ανυπότακτε στρατιώτατων αναγκων μου , αυτόκλητε κηδεμώνα της ατυχιας μου , τέκνον άχρηστον , άνθρωπε μηδέν. Αυτό θα ελεγε είς τον Αντιστρατηγον κ. Μεταξαν, δακρυουσα η Ελλάς, αν εστρεφε ποτέ προς τον κ. Μεταξάν η Ελλάς τα βλεμματα .”
-το 1936, στις 4 Αυγούστου, κηρύσσει πραξικόπημα. Στην Ελλάδα επικρατεί για πρώτη φορά ο ολοκληρωτισμός και ο ελληνικός λαός αντιμετωπίζεται ως “εχθρός” και τίθεται στο περιθώριο των εξελίξεων.
-το 1938, με αφορμή το θάνατο τουΜουσταφά Κεμάλ και προς τιμήν του Τούρκου δικτάτορα, μετωνόμαζε την Οδό Αποστόλου Παύλου στη Θεσσαλονίκη σε Οδό Κεμάλ Ατατούρκ και με τα λεφτά του ελληνικού δημοσίου χάριζε το σπίτι όπου υποτίθεται ότι γεννήθηκε ο Κεμάλ στο τουρκικό κράτος.
Πέρα απ’ όλα αυτά, την καλύτερη απάντηση στο ερώτημα γιατί είπε ΟΧΙ την έδωσε ο ίδιος ο Μεταξάς στις 30 Οκτωβρίου, όταν μίλησε στους συντάκτες του αθηναϊκού Τύπου. Σύμφωνα με την άποψη του ιδίου το ΟΧΙ ήταν επιβεβλημένος μονόδρομος, εφόσον ο Χίτλερ του είχε δηλώσει σαφώς ότι ουδετερότητα της Ελλάδας, δηλαδή συμμαχία με τον Άξονα, θα σήμαινε ότι παραχωρείται η Ήπειρος έως και την Πρεβεζα στους Ιταλούς και η Ανατολική Μακεδονία και Θράκη στους Βουλγάρους. :Τι ήταν αυτό λοιπόν που έκανε τον Μεταξά να πει το “ΟΧΙ” στους Ιταλούς φασίστες ομοίδεάτες του; Γιατί ο Μεταξάς ιδεολογικά ήταν ομόρφων του φασισμού και του ναζισμού. Και επιπλέον ο ίδιος στο Ημερολόγιό του αυτοπροβάλλεται ως ο υπέρτατος κάτοχος της ναζιστικής αλήθειας: “η Ελλάς εγινε απο της 4ης Αυγουστου Κρατος αντικομμουνιστικό. Κρατος αντικοινοβουλευτικό. Κρατος ολοκληρωτικό……. Επομενως , αν ο Χιτλερ και ο Μουσολίνι αγωνίζοντανε πραγματικά για την ιδεολογια που υψωσανε για σημαια επρεπε να υποστηριζουν παντου την Ελλάδα με ολη τους την δυναμη…” (Προσωπικό Ημερολογιο του Ι. Μεταξα . Τομ Δ .σελ 553)
Ανακοίνωσις του Πρωθυπουργού Ι. Μεταξά προς τους ιδιοκτήτας και αρχισυντάκτας του Αθηναϊκού Τύπου εις το Γενικόν Στρατηγείον (ξενοδοχείον “Μεγάλη Βρεταννία”) εις τας 30 Οκτωβρίου 1940
Κύριοι,
Έχω λογοκρισίαν [1] και ημπορώ να σας υποχρεώσω να γράφετε μόνον ό,τι θέλω. Aυτήν την ώραν όμως δεν θέλω μόνον την πέννα σας. Θέλω και την ψυχήν σας. Γι’ αυτό σας εκάλεσα σήμερα για να σας μιλήσω με χαρτιά ανοιχτά. Θα σας ειπώ τα πάντα. Θα σας ειπώ ακόμη και τα μεγάλα μου πολιτικά μυστικά. Θέλω vα ξέρετε και σεις όλα τα σχετικά με την εθνικήν μας περιπέτεια ώστε να γράφετε, όχι συμμορφούμενοι προς τας οδηγίας μου, αλλά εμπνεόμενοι εις την προσωπική σας πίστιν από την γνώσιν των πραγμάτων.
Σας απαγορεύω να ανακοινώσητε σχετικά το παραμικρόν σ’ οποιονδήποτε. Απολύτως και γιά οιονδήποτε λόγον. Κάθε παράβασις αυτής της εντολής μου θα έχη δια τον υπεύθυνον -και να είσθε βέβαιοι ότι θα ευρεθή ο υπεύθυνος- τας συνεπείας τας οποίας πρέπει να έχη σε πόλεμο ζωής ή θανάτου του Έθνους η προδοσία ενός μεγάλου μυστικού, έστω και αυτό αν έγινε από αφέλεια, χωρίς την παραμικρή κακή πρόθεσι. Φυσικά έχω τον λόγον σας…
Mη νομίσητε ότι η απόφασις του ΟΧΙ πάρθηκε έτσι, σε μια στιγμή. Μην φαντασθήτε ότι εμπήκαμε στον πόλεμο αιφνιδιαστικά. Ή ότι δεν έγινε παν ό,τι επετρέπετο και μπορούσε να γίνει δια να τον αποφύγωμε.
Από την εποχήν της καταλήψεως της Αλβανίας το Πάσχα πέρυσι το πράγμα άρχισε να φαίνεται. Από τον περασμένο Μάιο είπα καθαρά στον κ. Γκράτσι [2] ότι αν προσεβαλλόμεθα εις τα εθνικά κυριαρχικά μας δικαιώματα, θα ανθιστάμεθα αντί πάσης θυσίας και δι’ όλων των μέσων. Συγχρόνως όμως μου ήρχοντο από την Ρώμην, από την Βουδαπέστην, από τα Τίρανα, από παντού πληροφορίαι αντίθετοι [3].
Εις τας 15 Αυγούστου έγινεν ο τορπιλλισμός της ΕΛΛΗΣ. Γνωρίζετε ότι από την πρώτην στιγμήν διεπιστώθη ότι το έγκλημα ήτο Ιταλικόν. Εν τούτοις δεν επετρέψαμεν να γνωσθή ότι είχομεν και τας υλικάς πλέον αποδείξεις περί της εθνικότητος του εγκληματίου [4]. Συγχρόνως όμως διέταξα τα αντιτορπιλικά τα οποία συνώδευον τα πλοία που μετέφερον τους προσκηνητάς από την Τήνον μετά το έγκλημα, άν προσβληθούν από αεροπλάνα ή οπωσδήποτε άλλως να κάμουν αμέσως χρήσιν των όπλων των.
Θα σας αποκαλύψω τώρα, ότι τότε διέταξα να βολιδοσκοπηθή καταλλήλως το Βερολίνον. Μου διεμηνύθη εκ μέρους τον Χίτλερ, η σύστασις να αποφύγω οιονδήποτε μέτρον δυνάμενον να θεωρηθή από την Ιταλίαν πρόκλησις. Έκαμα το πάν δια να μη μπορούν οι Ιταλοί να εμφανισθούν ως δυνάμενοι να έχουν όχι αφορμάς ευλόγους, αλλ’ ούτε ευλογοφανές παράπονον εκ μέρους μας, αν και από την πρώτην στιγμήν αντελήφθην τι πράγματι εσήμαινεν η όλως αόριστος σύστασις του Βερολίνου. Σεις καλύτερον παντος άλλου γνωρίζετε ότι έκαμα το πάν δια να μη δώσωμεν αφορμήν εμφανίσεως της Ιταλίας ως δυναμένης να έχη ευλογοφανείς καν αφορμάς αιτιάσεων. Λόγω του επαγγέλματός σας έχετε παρακολουθήσει εις όλες τις λεπτομέρειες την ιστορίαν των ατελειώτων ιταλικών προκλήσεων δημοσιογραφικών και άλλων, αλλά και την χριστιανικήν υπομονήν την οποίαν ετηρίσαμεν, προσποιούμενοι ότι δεν τις καταλαβαίνουμε, περιοριζόμενοι μόνον σε δημοσιογραφικάς ανασκευάς των ιταλικών εναντίον μας κατηγοριών [5].
Ομολογώ ότι εμπρός εις την φοβεράν ευθύνην της αναμίξεως της Ελλάδος εις τέτοιον μάλιστα πόλεμον, έκρινα πώς καθήκον μου ήτο να δω εάν θα ήτο δυνατόν να προφυλάξω τοv τόπον από αυτόν έστω και δια παντός τρόπου, ο οποίος όμως θα συμβιβάζετο με τα γενικώτερα συμφέροντα του Έθνους. Εις σχετικάς βολιδοσκοπήσεις προς την κατευθυνσιν τον Άξονος μου έδόθη να εννοήσω σαφώς ότι μόνη λύσις θα μπορουσε να είναι μία εκουσία προσχώρησιν της Ελλάδος εις την “Νέαν Τάξιν” [6]. Προσχώρησις που θα εγένετο όλως ευχαρίστως δεκτή από τον Χίτλερ “ως εραστήν του Ελληνικού πνεύματος”.
Συγχρόνως όμως μου εδόθη να εννοήσω ότι η ένταξις εις την Νέαν Τάξιν προϋποθέτει προκαταρκτικήν άρσιν όλων των παλαιών διαφορών με τους γείτονάς μας, και ναι μεν αυτό θα συνεπήγετο φυσικά θυσίας τινάς δια την Ελλάδα, αλλά αι θυσίαι θα έπρεπε να θεωρηθούν απολύτως “ασήμαντοι” εμπρός εις τα “οικονομικά και άλλα πλεονεκτήματα” τα οποία θα είχεν δια την Ελλάδα ή Νέα Τάξις εις την Ευρώπην και εις την Βαλκανικήν. Φυσικά με πάσαν περίσκεψιν και ανεπισήμως επεδίωξα δι’ όλων των μέσων να κατατοπισθώ συγκεκριμένως ποίαι θα ήσαν αι θυσίαι αυταί, με τας οποίας η Ελλάς θα έπρεπε να πληρώση την ατίμωσιν της εξ ιδίας θελήσεως προσφοράς της να υπαχθή υπό την Νέαν Τάξιν.
Με καταφανή προσπάθειαν αποφυγής σαφούς καθορισμού μου εδόθη να καταλάβω ότι η προς τους Έλληνας στοργή του Χίτλερ ήτο οι εγγυήσεις oτι αι θυσίαι αυταί θα περιορίζοντο “εις το ελάχιστον δυνατόν”. Όταν επέμεινα να κατατοπισθώ, πόσον επί τέλους θα μπορουσε να είναι αύτο το έλάχιστον τελικώς, μάς εδόθη να καταλάβωμεν ότι τούτο συνίστατο εις μερικάς ικανοποιήσεις προς την Ιταλίαν δυτικώς μέχρι Πρεβέζης, ίσως και προς την Βουλγαρίαν ανατολικώς μέχρι Δεδεαγάτς [7].
Δηλαδή θα έπρεπε δια να αποφύγωμεν τov πόλεμον, να γίνωμεν εθελονταί δούλοι και να πληρώσωμεν αυτήν την τιμήν… με το άπλωμα του δεξιού χεριού της Ελλάδος προς ακρωτηριασμόν από την Ιταλίαν και του αριστερού προς ακρωτηριασμόν από την Βουλγαρίαν. Φυσικά δεν ήτo δύσκολον να προβλέψη κανείς ότι εις μίαν τοιαύτην περίπτωσιν οι Άγγλοι θα έκοβαν και αυτοί τα πόδια της Ελλάδος. Και με το δίκαιόν των.
Δεν δύναμαι αφ’ ετέρου να μη παραδεχθώ ότι εις μίαν τοιαύτην περίπτωσιν το δίκαιον δεν θα ευρίσκετο με το μέρος της Κυβερνήσεως των Αθηνών και να μην αναγνωρίσω, ότι όταν ένας λαός, όπως ο αγγλικός, αμύνεται δια την ζωήν του, θα ήτο πλήρως δικαιολογημένος να κάνη τα ανωτέρω. Αλλά τότε ο Ελληνικός λαός δικαίως θα ετάσσετο εναντίον της κυβερνήσεως η οποία δια vα τον προφυλάξη από τον πόλεμον θα τον κατεδίκαζε εις εθελουσίαν υποδούλωσιν μετ’ εθνικού ακρωτηριασμού. Αυτή η δήθεν προφύλαξις θα ήτο δια την τύχην της εις το μέλλον Ελληνικής φυλής, πλέον ολεθρία και από τας χειροτέρας έστω συνεπείας οποιουδήποτε πολέμου. Το δίκαιον λοιπόν, δεν θα ήτο με το μέρος της Κυβερνήσεως των Αθηνών, εάν η τελευταία ενήργει κατά τας υποδείξεις του Βερολίνου που ανέφερα. Το δίκαιον θα ήτο με το μέρος του Ελληνικού Λαού, ο οποίος θα κατεδίκαζεν αυτήν, και των Άγγλων οι οποίοι υπερασπίζοντες την ύπαρξίν των επίσης δικαίως θα ελάμβανον τα μέτρα που εφέροντο έχοντες μελετήσει, εισακούοντες άλλωστε τας δικαίας αιτιάσεις των Ελλήνων, οίαι θα προέκυπτον εν καιρώ εάν εδίδετο ή εύλογος αυτή αφορμή.Κυρίαρχοι πάντοτε της θαλάσσης δεν θα παρέλειπον, υπερασπίζοντες πλέον τον εαυτόν των, έπειτα από μίαν τοιαύτην αυτοδούλωσιν της Ελλάδος εις τους εχθρούς των να καταλάβουν την Κρήτην και τας άλλας νήσους μας τουλάχιστον. Το συμπέρασμα αυτό δεν προέκυψεν μόνον από την πλέον απλήν λογικήν, άλλά και από ασφαλείς και βεβαίας πληροφορίας εξ Αιγύπτου, καθ’ ας ειχεν ήδη προμελετηθή και αντιμετωπισθή ή ενέργεια που θα έπρεπε να γίνη ως φυσικόν επακόλουθον πάσης τυχόv εκουσίας ή ακουσίας συνεργασίας της Ελλάδος με τον Άξονα, εις τας ελληνικάς νήσους και προς παρεμπόδισιν εν περιπτώσει της δυνατότητος δια τόν Άξονα να τας χρησιμοποιήση.
Θα εδημιουργούντο έτσι όχι δύο, όπως το 1916, άλλά τρείς αυτήν την φοράν Ελλάδες………….
Το ΟΧΙ, λοιπόν δεν ήταν αποτέλεσμα της “ηρωϊκής και πατριωτικής” στάσης του Μεταξά -όπως κάποιοι είτε εκ του πονηρού είτε από αφέλεια το πιστεύουν- αλλά υποχρεωτικό αποτέλεσμα εκείνων των συνθηκών.
Η αγιοποίηση του Μεταξά προήλθε από άγνοια όπου ακόμα και οι πολιτικοί του αντίπαλοι του έβαλαν το φωτοστεφανο (που σήμερα περήφανα προπαγανδίζουν οι νεοναζί λάτρεις της 4ης Αυγούστου). Παράδειγμα τρανταχτό αυτής της αυταπάτης είναι ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος που υπέστη τη βία του μεταξικού καθεστώτος και έγραψε στη συνέχεια: “Πρέπει να είμεθα, χωρίς άλλο, ευγνώμονες εις τον Ιω. Μεταξά, διότι είπε, ολομόναχος εις το σκοτάδι της νυκτός, το μέγα “όχι”. Λέγουν όσοι αντικρίζουν με εμπάθεια και αυτά τα ανάγλυφα γεγονότα της Ιστορίας, ότι το “ΟΧΙ” δεν το είπεν ο Μεταξάς, ότι το είπεν ο ελληνικός λαός. Ναι, το είπεν ο ελληνικός λαός, αφού το είχε ειπεί ο Μεταξάς…”
Στην περίπτωση αυτή, η ρήση του Διονυσίου Σολωμού ότι “Το Έθνος πρέπει να μάθει να θεωρεί εθνικό ό,τι είναι αληθινό ” ισχύει στο έπακρον!!!
ποιος ηρθε????????
ΑπάντησηΔιαγραφήΣήμερα γιατί δεν λέμε το μεγάλο ΟΧΙ άραγε..Τι κρύβεται πίσω από όλα αυτά που συμβαίνουν στην Ελλάδα...Ολοι μας ξέρουμε ότι κρύβονται μεγάλα συμφέροντα και πολλά άλλα κι εμείς ακόμα ΟΧΙ δεν λέμε.!!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΜΥΘΟΙ ΚΑΙ ΑΛΗΘΕΙΕΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΜΕΤΑΞΑ:
ΑπάντησηΔιαγραφή« Ο Μεταξάς είπε το όχι στους ιταλούς»: Το βράδυ της 28ης Οκτωβρίου 1940 ο δικτάτορας Μεταξάς έπρεπε μέσα σε τέσσερις ώρες-που εξέπνεε το τελεσίγραφο Μουσολίνι-να επιλέξει πλευρά: Ή με τον φασιστικό άξονα Ιταλίας-Γερμανίας –Ιαπωνίας ή με τους Αγγλογάλλους. Γερμανόφιλος ο ίδιος, σπουδαγμένος στην στρατιωτική σχολή της Βιέννης, προσπαθούσε να μην κοντραριστεί με τον Άξονα-άλλωστε έκανε ότι «δεν είδε» όταν δυόμιση μήνες νωρίτερα οι Ιταλοί είχαν βυθίσει το αντιτορπιλικό «’Ελλη» στην Τήνο. Από την άλλη όμως στηριζόταν στον αγγλόφιλο Γεώργιο β’ και το σύνολο του λαού θα ήταν αδύνατο να δεχτεί την κατάχτηση της χώρας χωρίς αντίσταση. Η επιλογή λοιπόν του «όχι» ήταν μονόδρομος. Δικτάτορας και φασίστας ήταν, όχι βλάκας. Έτσι ξεκίνησε η μεγαλειώδης άμυνα του ελληνικού λαού στην ήδη καταχτημένη από τους Ιταλούς Αλβανία. Άμυνα που έδωσε γρήγορα και τον πρώτο νεκρό έλληνα αξιωματικό, τον Εβραίο στο θρήσκευμα γεννημένο στη Χαλκίδα, Μαρδοχαίο Φριζή.
«Ο Μεταξάς έφτιαξε το ΙΚΑ, το 8ωρο, τα επιδόματα»: Ναι αυτά θεσπίστηκαν επί Μεταξά. Δεν παραχωρήθηκαν όμως αλλά τα κέρδισαν οι εργαζόμενοι. Από το 1930 η Ελλάδα ζούσε και αυτή σε συνθήκες οικονομικής κρίσης που οδήγησε και στην κήρυξη στάσης πληρωμών το 1932. Οι απεργίες, οι μεγάλες συγκεντρώσεις ήταν σε ημερήσια διάταξη με κύρια αιτήματα το ΙΚΑ, το 8ωρο, την αύξηση των γελοίων ημερομισθίων, τα δώρα και τα επιδόματα. Η αριστερά κερδίζει έδαφος και έχει πολύ μεγάλο έρεισμα στα λαικά στρώματα. Πολλές κυβερνήσεις κατέρρευσαν τότε και πολλά πολιτικά ονόματα όπως ο Ε. Βενιζέλος, ο Π. Τσαλδάρης είδαν να σβήνει το άστρο τους. Το 1936 γίνονται εκλογές χωρίς τη συμμετοχή κεντρώων, βενιζελικών, σοσιαλιστών και κομμουνιστών. Η αμιγώς δεξιά βουλή επαναφέρει τον βασιλιά Γεώργιο β’, ορίζει πρωθυπουργό τον «άκαπνο» Δεμερτζή και αντιπρόεδρο της κυβέρνησης τον συντηρητικό Μεταξά ώστε να κατασταλεί η λαική οργή. Οι απεργίες φουντώνουν με αποκορύφωμα την αιματηρή απεργία της Θεσσαλονίκης (για την οποία ο Ρίτσος γράφει τον «Επιτάφιο»). Ο Δεμερτζής πεθαίνει, αναλαμβάνει ο Μεταξάς ο οποίος για να εξευμενίσει τον ξεσηκωμένο λαό υιοθετεί σειρά αιτημάτων. Τίποτα δεν παραχωρήθηκε, όλα κερδήθηκαν με αιματηρούς αγώνες. Αμέσως μετά καταργεί τη βουλή, αναλαμβάνει όλο το νομοθετικό έργο (δικτατορία) και ξεκινά τις συλλήψεις, τις μαζικές εξορίες και τα βασανιστήρια σε κομμουνιστές, απεργούς, μουσικούς του ρεμπέτικου και όποιον άλλον θεωρεί εχθρό.
«Ο Μεταξάς ήταν εθνικιστής»: Ο Μεταξάς ήταν ένας πολιτικός που είχε ιδρύσει το κόμμα Ελευθεροφρόνων και μέχρι την ανάληψη της πρωθυπουργίας δεν είχε εκφραστεί ποτέ για «μεγάλες ιδέες» και δεν είχε εκφράσει ποτέ εθνικιστικές αντιλήψεις. Άλλωστε ήταν κατά της μικρασιατικής εκστρατείας. Ήταν επίσης θερμός θαυμαστής του Κεμάλ Ατατούρκ. Μάλιστα μετονόμασε την οδό Απ. Παύλου (όπου βρίσκεται το σπίτι όπου γεννήθηκε ο τούρκος ηγέτης) σε Κεμάλ Ατατούρκ ονομασία που διατηρήθηκε μέχρι το ’55. Ο Μεταξάς αντέγραψε απλά τις εθνικιστικές ρητορίες και τάισε με μεγαλοιδεατισμό και προγονικά μεγαλεία έναν λαό εξαθλιωμένο και έτοιμο για επανάσταση. Η τάση αυτή άλλωστε υπήρχε ήδη στην Ευρώπη στα φασιστικά καθεστώτα του Μουσολίνι και της Ρουμανίας, της Βουλγαρίας, της Ισπανίας, της Πορτογαλίας και της ναζιστικής Γερμανίας. Είναι άλλωστε πασιφανές ότι «όσο σου κλέβουν τη ζωή, τόσο σε ταίζουν με έθνος και φυλή».