Πρόεδρος του Επιμελητηρίου Κιλκίς
Ενεργειακή κρίση, πληθωριστικές πιέσεις λόγω του πολέμου, δυσκολία ανεύρεσης πρώτων υλών και κρίση σε όλο το φάσμα της εφοδιαστικής αλυσίδας, είναι κάποια από τα προβλήματα που έχει να αντιμετωπίσει η ελληνική οικονομία εν έτη 2022 μετά από τα δύο χρόνια πανδημίας, και τα όσα επέφερε αυτή.
Σε «άγνωστα μονοπάτια» βρίσκεται συνεπώς το ελληνικό οικονομικό επιτελείο, το οποίο από τη μια, παρακολουθεί με αγωνία την ανάγκη να στηριχτούν νοικοκυριά και επιχειρήσεις και, από την άλλη εντείνει τις προσπάθειές του προκειμένου η Ελλάδα να μην αποκλίνει φέτος από τους δημοσιονομικούς της στόχους.
Ενώ η ελληνική οικονομία τείνει να δείχνει μία ανθεκτικότητα εντός ενός διεθνούς περιβάλλοντος που επιδεινώνεται με ταχείς ρυθμούς, οι μεγάλες προκλήσεις που έχει να αντιμετωπίσει είναι πολλές και σε καμία περίπτωση δεν είναι εύκολη υπόθεση.
Ενώ η ελληνική οικονομία τείνει να δείχνει μία ανθεκτικότητα εντός ενός διεθνούς περιβάλλοντος που επιδεινώνεται με ταχείς ρυθμούς, οι μεγάλες προκλήσεις που έχει να αντιμετωπίσει είναι πολλές και σε καμία περίπτωση δεν είναι εύκολη υπόθεση.
Οι μεγάλες αυξήσεις στην ενέργεια προκαλούν συνεχόμενη άνοδο του πληθωρισμού, και σε συνδυασμό με την ιλιγγιώδη αύξηση των τιμών σε όλο το φάσμα της καθημερινής ζωής, δημιουργούν «τρικλοποδιές» στην πολυπόθητη ανάπτυξη, απειλώντας συνάμα την οικονομική σταθερότητα, την προσέλκυση επενδύσεων, τις επιχειρήσεις, τα νοικοκυριά και τον κρατικό προϋπολογισμό.
Ήδη οι τιμές των υγρών καυσίμων, του φυσικού αερίου και του ρεύματος γνωρίζουν τιμές ρεκόρ, προκαλώντας προβληματισμό τόσο στο οικονομικό επιτελείο, όσο και στον απλό λαό που παρακολουθεί τις διεθνείς εξελίξεις και τις επιπτώσεις αποσβολωμένος.
Με την στήριξη των επιχειρήσεων να αποτελεί γεγονός που πρέπει να απασχολήσει ιδιαίτερα τους ιθύνοντες της ελληνικής κυβέρνησης, η συνεχιζόμενη διολίσθηση του ευρώ αποτελεί έναν πρόσθετο παράγοντα ανησυχίας αλλά και αύξησης των τιμών σε καύσιμα, πρώτες ύλες και τρόφιμα.
Με την στήριξη των επιχειρήσεων να αποτελεί γεγονός που πρέπει να απασχολήσει ιδιαίτερα τους ιθύνοντες της ελληνικής κυβέρνησης, η συνεχιζόμενη διολίσθηση του ευρώ αποτελεί έναν πρόσθετο παράγοντα ανησυχίας αλλά και αύξησης των τιμών σε καύσιμα, πρώτες ύλες και τρόφιμα.
Μία κατεξοχήν χώρα που στηρίζεται στις εισαγωγές, όπως η Ελλάδα, όπου μάλιστα η αξία των εισαγωγών είναι διπλάσια από την αξία των εξαγωγών, δεν μπορεί παρά να «ανησυχεί» για το εξωτερικό της έλλειμμα, -με δεδομένο ότι ένα υποτιμημένο ευρώ θα έχει ως αναπόφευκτο αποτέλεσμα την διεύρυνση του εξωτερικού της ελλείμματος-, κάνοντας ακόμα πιο ξεκάθαρο το γεγονός πως η Ελλάδα πρέπει να δράσει τώρα και ενεργά προκειμένου να πετύχει τόσο τους δημοσιονομικούς της στόχους, όσο και την πραγματική στήριξη των επιχειρήσεων με επιδοτήσεις και επενδύσεις που κρίνεται απαραίτητη.
Συνοψίζοντας, ο σύγχρονος κόσμος όπως τον γνωρίζαμε μέχρι τώρα αλλάζει και στον επιχειρηματικό κόσμο καθιστώντας την ανάγκη για έμπρακτη στήριξη μείζονος σημασίας. Εύλογη είναι η απορία αν η ελληνική οικονομία θα αντέξει να απορροφήσει όλες τις πιέσεις που δέχεται αλλά και αν θα αντέξει να ανταπεξέλθει στις προκλήσεις που έχει να αντιμετωπίσει μέσα σε ένα διεθνές «χάος».
Συνοψίζοντας, ο σύγχρονος κόσμος όπως τον γνωρίζαμε μέχρι τώρα αλλάζει και στον επιχειρηματικό κόσμο καθιστώντας την ανάγκη για έμπρακτη στήριξη μείζονος σημασίας. Εύλογη είναι η απορία αν η ελληνική οικονομία θα αντέξει να απορροφήσει όλες τις πιέσεις που δέχεται αλλά και αν θα αντέξει να ανταπεξέλθει στις προκλήσεις που έχει να αντιμετωπίσει μέσα σε ένα διεθνές «χάος».
Τα σημάδια ανθεκτικότητας που έχει επιδείξει έως τώρα είναι ενθαρρυντικά, αλλά σε κάθε περίπτωση ο χρόνος θα δείξει, καθώς δεν πρέπει να λησμονηθεί το γεγονός πως ο COVID-19, εκτός από το μεγάλο υγειονομικό και κοινωνικό κόστος που δημιούργησε στον σύγχρονο κόσμο, επέφερε μεταξύ άλλων σημαντικά προβλήματα στην ελληνική οικονομία, τα οποία ο πόλεμος ήρθε τώρα να επιδεινώσει δίνοντας ένα καίριο πλήγμα στις όποιες προσπάθειες ανάκαμψης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η Γνώμη Κιλκίς- Παιονίας διευκρινίζει στους αναγνώστες της ότι θεωρεί αυτονόητο το δικαίωμα του σχολιασμού και της κριτικής έκφρασης, όταν αυτό φυσικά δεν στοχεύει στην απαξίωση, στην ύβρη και στην προσβολή ατόμων και θεσμών.
Το αναγνωστικό κοινό θα πρέπει να γνωρίζει ότι η Γνώμη, επιδιώκοντας μια υγιή και αμφίδρομη επικοινωνία, δεν δημοσιεύει ανυπόγραφα σχόλια, αλλά ούτε και σχόλια ρατσιστικού, προσβλητικού και υβριστικού περιεχομένου.
Τα ενυπόγραφα άρθρα τέλος, εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας.