Γράφει ο Όμηρος Ταχμαζίδης
Επιβεβαιώνεται για πολλοστή φορά ότι η δυναμική της πραγματικότητας αναιρεί το όποιο πεδίο ισχύος του αρχαίου τόπου: historia magistra vitae- οι δηλώσεις του υποψηφίου βουλευτή του νατσιστικού κόμματος ήταν ειλικρινείς, ωμές και από μεγάλα τμήματα του πληθυσμού… «ευπρόσδεκτες».
Αλλά οι ξένοι, Ασιάτες, Αφρικανοί, υποκαθιστούν στη ρητορεία περί «υπανθρώπων», την οποία χρησιμοποιούν χωρίς αιδώ και φειδώ οι εκπρόσωποι του μίσους, τον έναν και μοναδικό εχθρό: τον αιώνιο Εβραίο – οι αναφορές στον ξένο τηλεοπτικό δίαυλο σε «φούρνους», «σαπούνια», στην παραγωγική «αξιοποίηση» του «δέρματος» ανθρώπων, παραπέμπουν στην πρακτική εκείνων των καθαρμάτων που βαυκαλιζόταν για το ρόλο «του ξανθού τέρατος».
Ο υπαρκτός ελληνισμός δυσκολεύεται να παραδεχτεί ότι κινείται πλέον στις παρυφές της απανθρωπίας, συνεχίζει να ερωτοτροπεί με την αμεριμνησία, να πριμοδοτεί την άγνοια και να επιδιώκει τη σύγχυση: διάφοροι συνδικαλιστές καταγράφουν ως «ολοκαύτωμα» τα μέτρα της κυβέρνησης, βουλευτές αναφέρονται σε «4ο Ράιχ» και από κοντά η αθλητικογραφία σπεύδει να μιμηθεί - «πόλεμος δηλώσεων πριν από το… ολοκαύτωμα» τιτλοφορείται το ρεπορτάζ για την ένταση στις σχέσεις του Ισπανού προπονητή με το λονδρέζικο ποδοσφαιρικό σύλλογο Chelsea.
Τούτη η πληθωριστική χρήση του όρου «ολοκαύτωμα» αποτελεί άλλη μια ένδειξη του ολισθηρού δρόμου στον οποίο βαδίζουμε στον καιρό της κρίσης: στην εθνικιστική αφήγηση τα «ολοκαυτώματα» αφορούν σε ένα είδος θυσίας στο βωμό της «εθνικής ιδέας»- σε κάθε περίπτωση γίνεται λόγος για μαζικό θάνατο που συνδέεται με τη φωτιά.
Αλλά για τους Έλληνες δεν υπάρχει το ένα, μοναδικό ολοκαύτωμα, αλλά πολλά. Η προκύπτουσα από τούτο το δεδομένο πληθωριστική χρήση του όρου προσκολλά το έγκλημα των εγκλημάτων στη συμβατική γλώσσα της καθημερινότητας: και ως συνέπεια τούτης της προσκόλλησης αναδύεται η ιδιότυπη «γλωσσική» αμφισβήτηση της μοναδικότητας του –η «ενικότητα» του ολοκαυτώματος βάλλεται εκ των έσω, αποδομείται από την προκατανόηση που επιβάλλει η συγκεκριμένη χρήση του όρου.
Η προσπάθεια αναθεώρησης επιχειρήθηκε και επιχειρείται πάντοτε με την άρνηση τούτης της «μοναδικότητας»: στην επικράτεια του υπαρκτού ελληνισμού ο αντισημιτισμός επικαλείται την ιστορική αδικία εις βάρος των Ελλήνων και απαιτεί ηθική αποκατάσταση- σε τελική ανάλυση δεν είναι δυνατόν να γίνεται μνεία στα σχολικά εγχειρίδια στο… «εβραϊκό ολοκαύτωμα» και να απουσιάζουν οι διωγμοί των Ελλήνων!
Οι εγχώριοι αντισημίτες μετέτρεψαν το ζήτημα σε υπόθεση προτεραιοτήτων: οι διώξεις των ελληνικών πληθυσμών είχαν άλλωστε προηγηθεί χρονικώς και για τούτο είχαν και ένα κάποιο ιστορικό… προβάδισμα - για παράδειγμα στο πλαίσιο του νεοποντιστικού φαινομένου και της υποτιθέμενης γενοκτονίας των Ποντίων το ολοκαύτωμα αντιμετωπίζεται ενίοτε ως απλή συνέπεια των διωγμών που υπέστησαν οι Έλληνες !
Υποβιβάζεται με τούτο τον τρόπο σε μια «φυσιολογική» περίπτωση μαζικής βίας στην ιστορία: μια ανάμεσα στις τόσες- αλλά το ολοκαύτωμα υπερβαίνει (χρησιμοποιώ ενεστώτα χρόνο διότι το φαινόμενο εξακολουθεί να υφίσταται και δη στην άρνηση της ύπαρξης του και στον επαναλαμβανόμενο παραλογισμό του μίσους) κάθε συμβατή απανθρωπία.
Και η γλωσσική επιλογή προσέθεσε τη δική της πινελιά στην εξοικείωση με το «κακό»: το «ολοκαύτωμα» και τα «ολοκαυτώματα» - υπάρχει στην ελληνική γλώσσα ένας «πληθυντικός» που αναιρεί οποιαδήποτε μοναδικότητα του φαινομένου.
Με αυτόν τον τρόπο η γλώσσα παγιδεύει: μια απάντηση θα ήταν η γραφή της λέξης ολοκαύτωμα με όμικρον κεφαλαίο και η μετατροπή της σε «όνομα»: το Ολοκαύτωμα – και με τούτο θα υπονοείται η συγκεκριμένη μορφή ασύλληπτης απανθρωπίας και ο κίνδυνος νέας πτώσης στη βαρβαρότητα μέσω της ρητορείας –τούτο το εξευτελιστικό όνειδος για την Ελλάδα και τους ανθρώπους της - περί… «υπανθρώπων».
Η φρίκη του ανόητου μίσους επέστρεψε τηλεοπτικώς: φέτος εβδομήντα χρόνια από την αναχώρηση των πρώτων αποστολών προς… τα κρεματόρια του Άουσβιτς.
Επιβεβαιώνεται για πολλοστή φορά ότι η δυναμική της πραγματικότητας αναιρεί το όποιο πεδίο ισχύος του αρχαίου τόπου: historia magistra vitae- οι δηλώσεις του υποψηφίου βουλευτή του νατσιστικού κόμματος ήταν ειλικρινείς, ωμές και από μεγάλα τμήματα του πληθυσμού… «ευπρόσδεκτες».
Αλλά οι ξένοι, Ασιάτες, Αφρικανοί, υποκαθιστούν στη ρητορεία περί «υπανθρώπων», την οποία χρησιμοποιούν χωρίς αιδώ και φειδώ οι εκπρόσωποι του μίσους, τον έναν και μοναδικό εχθρό: τον αιώνιο Εβραίο – οι αναφορές στον ξένο τηλεοπτικό δίαυλο σε «φούρνους», «σαπούνια», στην παραγωγική «αξιοποίηση» του «δέρματος» ανθρώπων, παραπέμπουν στην πρακτική εκείνων των καθαρμάτων που βαυκαλιζόταν για το ρόλο «του ξανθού τέρατος».
Ο υπαρκτός ελληνισμός δυσκολεύεται να παραδεχτεί ότι κινείται πλέον στις παρυφές της απανθρωπίας, συνεχίζει να ερωτοτροπεί με την αμεριμνησία, να πριμοδοτεί την άγνοια και να επιδιώκει τη σύγχυση: διάφοροι συνδικαλιστές καταγράφουν ως «ολοκαύτωμα» τα μέτρα της κυβέρνησης, βουλευτές αναφέρονται σε «4ο Ράιχ» και από κοντά η αθλητικογραφία σπεύδει να μιμηθεί - «πόλεμος δηλώσεων πριν από το… ολοκαύτωμα» τιτλοφορείται το ρεπορτάζ για την ένταση στις σχέσεις του Ισπανού προπονητή με το λονδρέζικο ποδοσφαιρικό σύλλογο Chelsea.
Τούτη η πληθωριστική χρήση του όρου «ολοκαύτωμα» αποτελεί άλλη μια ένδειξη του ολισθηρού δρόμου στον οποίο βαδίζουμε στον καιρό της κρίσης: στην εθνικιστική αφήγηση τα «ολοκαυτώματα» αφορούν σε ένα είδος θυσίας στο βωμό της «εθνικής ιδέας»- σε κάθε περίπτωση γίνεται λόγος για μαζικό θάνατο που συνδέεται με τη φωτιά.
Αλλά για τους Έλληνες δεν υπάρχει το ένα, μοναδικό ολοκαύτωμα, αλλά πολλά. Η προκύπτουσα από τούτο το δεδομένο πληθωριστική χρήση του όρου προσκολλά το έγκλημα των εγκλημάτων στη συμβατική γλώσσα της καθημερινότητας: και ως συνέπεια τούτης της προσκόλλησης αναδύεται η ιδιότυπη «γλωσσική» αμφισβήτηση της μοναδικότητας του –η «ενικότητα» του ολοκαυτώματος βάλλεται εκ των έσω, αποδομείται από την προκατανόηση που επιβάλλει η συγκεκριμένη χρήση του όρου.
Η προσπάθεια αναθεώρησης επιχειρήθηκε και επιχειρείται πάντοτε με την άρνηση τούτης της «μοναδικότητας»: στην επικράτεια του υπαρκτού ελληνισμού ο αντισημιτισμός επικαλείται την ιστορική αδικία εις βάρος των Ελλήνων και απαιτεί ηθική αποκατάσταση- σε τελική ανάλυση δεν είναι δυνατόν να γίνεται μνεία στα σχολικά εγχειρίδια στο… «εβραϊκό ολοκαύτωμα» και να απουσιάζουν οι διωγμοί των Ελλήνων!
Οι εγχώριοι αντισημίτες μετέτρεψαν το ζήτημα σε υπόθεση προτεραιοτήτων: οι διώξεις των ελληνικών πληθυσμών είχαν άλλωστε προηγηθεί χρονικώς και για τούτο είχαν και ένα κάποιο ιστορικό… προβάδισμα - για παράδειγμα στο πλαίσιο του νεοποντιστικού φαινομένου και της υποτιθέμενης γενοκτονίας των Ποντίων το ολοκαύτωμα αντιμετωπίζεται ενίοτε ως απλή συνέπεια των διωγμών που υπέστησαν οι Έλληνες !
Υποβιβάζεται με τούτο τον τρόπο σε μια «φυσιολογική» περίπτωση μαζικής βίας στην ιστορία: μια ανάμεσα στις τόσες- αλλά το ολοκαύτωμα υπερβαίνει (χρησιμοποιώ ενεστώτα χρόνο διότι το φαινόμενο εξακολουθεί να υφίσταται και δη στην άρνηση της ύπαρξης του και στον επαναλαμβανόμενο παραλογισμό του μίσους) κάθε συμβατή απανθρωπία.
Και η γλωσσική επιλογή προσέθεσε τη δική της πινελιά στην εξοικείωση με το «κακό»: το «ολοκαύτωμα» και τα «ολοκαυτώματα» - υπάρχει στην ελληνική γλώσσα ένας «πληθυντικός» που αναιρεί οποιαδήποτε μοναδικότητα του φαινομένου.
Με αυτόν τον τρόπο η γλώσσα παγιδεύει: μια απάντηση θα ήταν η γραφή της λέξης ολοκαύτωμα με όμικρον κεφαλαίο και η μετατροπή της σε «όνομα»: το Ολοκαύτωμα – και με τούτο θα υπονοείται η συγκεκριμένη μορφή ασύλληπτης απανθρωπίας και ο κίνδυνος νέας πτώσης στη βαρβαρότητα μέσω της ρητορείας –τούτο το εξευτελιστικό όνειδος για την Ελλάδα και τους ανθρώπους της - περί… «υπανθρώπων».
Η φρίκη του ανόητου μίσους επέστρεψε τηλεοπτικώς: φέτος εβδομήντα χρόνια από την αναχώρηση των πρώτων αποστολών προς… τα κρεματόρια του Άουσβιτς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η Γνώμη Κιλκίς- Παιονίας διευκρινίζει στους αναγνώστες της ότι θεωρεί αυτονόητο το δικαίωμα του σχολιασμού και της κριτικής έκφρασης, όταν αυτό φυσικά δεν στοχεύει στην απαξίωση, στην ύβρη και στην προσβολή ατόμων και θεσμών.
Το αναγνωστικό κοινό θα πρέπει να γνωρίζει ότι η Γνώμη, επιδιώκοντας μια υγιή και αμφίδρομη επικοινωνία, δεν δημοσιεύει ανυπόγραφα σχόλια, αλλά ούτε και σχόλια ρατσιστικού, προσβλητικού και υβριστικού περιεχομένου.
Τα ενυπόγραφα άρθρα τέλος, εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας.