Ο Πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς συναντήθηκε στο Μέγαρο Μαξίμου με τον Πρωθυπουργό του Λουξεμβούργου και Πρόεδρο του Eurogroup Jean-Claude Juncker. Μετά το πέρας της συνάντησής τους ο Πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς έκανε την ακόλουθη δήλωση:
«Ο κ. Juncker, ο Πρόεδρος του Eurogroup, είναι ένας αληθινός φίλος της Ελλάδας και έχω τη χαρά να πω και παλιός προσωπικός μου φίλος. Έρχεται στην Ελλάδα σε μια κρίσιμη στιγμή. Του είπα ότι άλλαξαν πολλά τους τελευταίους δυο μήνες, αλλά και του είπα ότι στο επόμενο διάστημα θα αλλάξουν ακόμα πολλά περισσότερα.
Εξήγησα στον κ. Juncker ότι έχουμε διευρύνει την ατζέντα των αποκρατικοποιήσεων, ότι έχουμε επισπεύσει τις αναγκαίες διαρθρωτικές αλλαγές και μέσα στις επόμενες εβδομάδες θα κλείσουμε και το πακέτο των 11,7 δισ. ευρώ.
Του μίλησα ακόμα για τις νέες προσπάθειες, σοβαρές προσπάθειες, αποφασισμένες προσπάθειες, να συλλάβουμε τη φοροδιαφυγή, αλλά και να προστατεύσουμε την ασφάλεια των πολιτών, αντιμετωπίζοντας τη μάστιγα της λαθρομετανάστευσης.
Τόνισα τη μεγάλη σημασία που έχει η στήριξη της πολιτικής μας από τα τρία κόμματα, τα οποία συγκροτούν την κυβέρνηση αυτή. Η Ελλάδα αλλάζει σελίδα και πολιτικά και οικονομικά και κοινωνικά. Βαδίζουμε με αποφασιστικότητα στο δρόμο της σταθεροποίησης. Έχουμε δεσμευτεί και θα το κάνουμε, θα υλοποιήσουμε όλους τους στόχους, για να βγούμε επιτέλους από αυτή την κρίση.
Το μόνο το οποίο ζητάει και αυτή η κυβέρνηση και ο ελληνικός λαός, αλλά και η λογική είναι να μπούμε μέσα στην ανάπτυξη το ταχύτερο δυνατό. Γιατί μια οικονομία σε συνεχή ύφεση και με τεράστια ανεργία, ιδιαίτερα στους νέους ανθρώπους, δεν μπορεί να σταθεί στα πόδια της. Και ασφαλώς δίνουμε προτεραιότητα στο θέμα της ρευστότητας και αναζητούμε τρόπους να λυθεί το ζήτημα αυτό το συντομότερο δυνατό.
Ας μην ξεχνάμε επίσης ότι στις τελευταίες εκλογές ο ελληνικός λαός αποφάσισε η χώρα να παραμείνει σταθερά προσηλωμένη στο ευρώ, αλλά και να διατηρηθεί η κοινωνική συνοχή και να φανεί αυτό που σωστά πολλοί ονομάζουν φως στο τέλος του τούνελ. Δηλαδή οι θυσίες του ελληνικού λαού να πιάσουν τόπο. Είμαστε βέβαιοι ότι πολύ σύντομα όλοι εκείνοι -εντός και εκτός Ελλάδας- που ποντάρουν στην έξοδό μας από το ευρώ, υπονομεύοντας τις προσπάθειές μας και αδιαφορώντας για τις θυσίες του Ελληνικού λαού, θα διαψευστούν.
Και θα τους διαψεύσουμε με έργα και όχι με λόγια.
Είμαστε βέβαιοι ότι πολύ σύντομα θα έχει αποκατασταθεί ένα μεγάλο ζητούμενο, η αξιοπιστία της χώρας μας. Κι όταν αποκατασταθεί η αξιοπιστία, θα αλλάξει και η ψυχολογία και στον ιδιωτικό τομέα και στις παγκόσμιες αγορές. Και μέσα και έξω από την Ελλάδα.
Και θα ήθελα πραγματικά να ευχαριστήσω τον κ. Juncker για την ουσιαστική συμπαράσταση που προσφέρει στην Ελλάδα».
Ο Πρωθυπουργός του Λουξεμβούργου και Πρόεδρος του Eurogroup Jean-Claude Juncker έκανε την ακόλουθη δήλωση:
«Κύριε Πρωθυπουργέ, αγαπητέ φίλε, κύριε Υπουργέ των Οικονομικών, κυρίες και κύριοι, είναι μεγάλη χαρά που βρίσκομαι ξανά στην Ελλάδα. Είμαι ιδιαίτερα ευτυχής που βρίσκομαι εδώ, διότι όπως γνωρίζετε, μου αρέσει πάρα πολύ αυτή η χώρα, είναι βαθιά μέσα στην καρδιά μου.
Γνωρίζω πολύ καλά ότι έχει υπάρξει πολύ σημαντική η συμβολή της Ελλάδας στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα. Δεν θα αρχίσω, βέβαια, να μακρηγορώ σε ό,τι αφορά τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό της, διότι πρέπει να πω εδώ ότι δεν μπορεί κανείς να κατανοήσει την Ευρώπη σήμερα, χωρίς να λάβει σοβαρά υπ’ όψιν τη συμβολή της Ελλάδας στην οικοδόμηση της ευρωπαϊκής ταυτότητας.
Είχαμε, λοιπόν, μία ειλικρινή, εποικοδομητική συζήτηση- συνάντηση με τον Πρωθυπουργό, η οποία θα συνεχισθεί και τις προσεχείς ώρες, διότι έχουμε στη συνέχεια αυτό που ονομάζεται «δείπνο εργασίας».
Έρχομαι, λοιπόν, στην Ελλάδα ως φίλος της Ελλάδας. Πιστεύω ότι έχει αποδειχθεί πως αυτό δεν το λέω μόνο ότι είμαι φίλος της Ελλάδας, αλλά το ότι πραγματικά είμαι φίλος της Ελλάδας, αυτό έχει αποδειχθεί σε πολλές περιστάσεις, διότι χρειάστηκε να διαψεύσω αυτούς οι οποίοι δεν έχουν λάβει τόσο φιλική στάση απέναντι στην Ελλάδα.
Η Ελλάδα, λοιπόν, έχει πραγματικά καταβάλει τα τελευταία χρόνια, μήνες και εβδομάδες, μία τεράστια προσπάθεια σε επίπεδο δημοσιονομικού ελλείμματος. Και πραγματικά αυτό καταδεικνύει το κουράγιο της ελληνικής κυβέρνησης, για να καλύψει αυτά τα δημοσιονομικά κενά και βεβαίως αναφέρομαι ιδιαιτέρως και στις προσπάθειες πολλών έντιμων ανθρώπων, οι οποίοι πληρώνουν στη χώρα αυτή και διαβιούν σε πολύ δύσκολες συνθήκες.
Θα ήθελα, λοιπόν, εδώ να εκφράσω και σ’ αυτούς που βρίσκονται εκτός Ελλάδος ότι οι Έλληνες πολίτες καταβάλλουν τεράστιες προσπάθειες, προκειμένου να υπάρξει δημοσιονομική εξυγίανση στη χώρα αυτή. Και έχω την εντύπωση ότι αυτό δεν γίνεται ενίοτε αντιληπτό από άλλα μέλη της Ευρωζώνης.
Εκφράζοντας, λοιπόν, κάθε συμπάθεια απέναντι στον Πρωθυπουργό, στον υπουργό Οικονομικών, αλλά και στους Έλληνες πολίτες θα πρέπει να πω την αλήθεια. Και η αλήθεια είναι ότι η Ελλάδα, δεδομένων των εμπειριών κυρίως των τελευταίων δύο ετών, πάσχει σε επίπεδο αξιοπιστίας. Περνά δηλαδή μία κρίση αξιοπιστίας. Για τον λόγο αυτό, και στη συζήτηση που είχα με τον φίλο μου Αντώνη Σαμαρά, ανέφερα ποιες είναι οι προτεραιότητες. Η Ελλάδα και οι πολίτες αυτού του σπουδαίου έθνους θα πρέπει να έχουν κατά νου ότι υπάρχουν συγκεκριμένα βήματα τα οποία θα πρέπει να υλοποιηθούν τις επόμενες εβδομάδες και μήνες.
Η πρώτη προτεραιότητα, βεβαίως, έχει να κάνει με μία περαιτέρω δημοσιονομική εξυγίανση, εξυγίανση των δημοσίων οικονομικών της Ελλάδος. Αυτό είναι κεφαλαιώδους σημασίας, διότι αυτό θα συμβάλει στην αξιοπιστία της ελληνικής κυβέρνησης, αλλά και του ελληνικού έθνους, συνολικά. Πιστεύω, λοιπόν, ότι μία στιβαρή και αξιόπιστη στρατηγική σε ό,τι αφορά το μεσοπρόθεσμο κλείσιμο του δημοσιονομικού ελλείμματος ή κενού είναι –αν θέλετε- μία προϋπόθεση σε ό,τι αφορά την επόμενη εκταμίευση. Και είμαι πεπεισμένος ότι και ο Πρωθυπουργός, αλλά και η κυβέρνηση θα καταβάλουν όλες τις προσπάθειες που είναι αναγκαίες, προκειμένου να αποδείξουν στα άλλα μέλη της Ευρωζώνης ότι σε ό,τι αφορά τη δημοσιονομική εξυγίανση αναλαμβάνουν πολύ σοβαρά τις ευθύνες τους.
Σε ό,τι αφορά τώρα την επιμήκυνση της περιόδου προσαρμογής: Θα πρέπει να υπογραμμίσω ότι αυτό θα εξαρτηθεί από την Έκθεση, από τα ευρήματα –αν θέλετε- της αποστολής της τρόικας, η οποία θα επιστρέψει στην Ελλάδα τις επόμενες εβδομάδες και θα πρέπει να συζητηθεί αυτή η επιμήκυνση της περιόδου, καθώς και άλλες διαστάσεις του ζητήματος αυτού, λαμβάνοντας υπ’ όψιν και τα ευρήματα της τρόικα.
Όμως, τα δημοσιονομικά μέτρα θα πρέπει να είναι αξιόπιστα και θα πρέπει επίσης να είναι ισχυρά, όσο το δυνατόν περισσότερο. Και ως άτομο, θα ήθελα να πω –και εκφράζω μία προσωπική γνώμη- ότι μέχρι στιγμής, αυτοί με τα χαμηλά εισοδήματα στην Ελλάδα έχουν υποφέρει πολύ. Και θα ήταν -αν θέλετε- εν είδει συμβουλής να μην υπάρξουν υπερβολικές απαιτήσεις από την ίδια μερίδα πληθυσμού της χώρας, αλλά θα πρέπει και άλλα μέρη της κοινωνίας να συμβάλουν προς την κατεύθυνση αυτή της δημοσιονομικής εξυγίανσης. Άρα, λοιπόν, η δημοσιονομική εξυγίανση είναι ουσιώδους σημασίας.
Να μην ξεχνάμε, επίσης, ότι η Ελλάδα χρειάζεται να υλοποιήσει και όλες τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, προκειμένου να ενισχυθεί η ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας. Πολλά, βεβαίως, έχουν γίνει σε ό,τι αφορά την αγορά εργασίας. Έχουν γίνει, λοιπόν, μεταρρυθμίσεις. Νομίζω ότι η πολιτική σε ό,τι αφορά την αγορά εργασίας πρέπει να γίνει πιο ενεργή.
Το περιεχόμενο των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, όσον αφορά τα κλειστά επαγγέλματα, θα πρέπει να προχωρήσει, να υπάρξει πλήρης απελευθέρωση. Βεβαίως, έχουν γίνει κάποιες προσπάθειες σ’ αυτό το πλαίσιο. Παρ’ όλα αυτά, υπάρχει ένα υπολειπόμενο –αν θέλετε- κομμάτι δράσης, το οποίο θα πρέπει να αναληφθεί, δεδομένου του γεγονότος ότι υπάρχουν αντιδράσεις από συγκεκριμένες ομάδες σε σχέση με το άνοιγμα αυτό. Αυτό δεν έχει να κάνει μόνο με την Ελλάδα, δηλαδή δεν είναι ένα πρόβλημα ίδιον της Ελλάδος, υπάρχουν αδυναμίες αντίστοιχες σε μία χώρα όπως για παράδειγμα στο Λουξεμβούργο. Παρ’ όλα αυτά πρόοδος θα πρέπει να γίνει και σ’ αυτό το πλαίσιο.
Θεωρώ ότι η διαδικασία των ιδιωτικοποιήσεων, η οποία είναι ένα υπεσχημένο της Ελλάδος, από τη στιγμή που ξεκίνησε η έναρξη του προγράμματος, θα πρέπει –αν θέλετε- να επαναδρομολογηθεί. Δεν πιστεύω ότι αυτή η διαδικασία είναι μία προσπάθεια σε δύσκολα νερά, δεδομένου ότι υπάρχουν φήμες περί εξόδου της Ελλάδας από το ευρώ, μέρα με την ημέρα.
Πρέπει να πω ότι είμαι σθεναρά αντίθετος ως προς την έξοδο της Ελλάδας από την Ευρωζώνη. Αυτό πραγματικά δεν θα βοηθούσε καθόλου την Ελλάδα και ταυτόχρονα θα σήμαινε μεγάλη διακινδύνευση σε ό,τι αφορά όλη την ευρωζώνη. Αν τώρα αυτοί οι οποίοι συνηγορούν υπέρ της εξόδου της Ελλάδας τηρούσαν μία πιο σιωπηλή στάση, θα ήταν πολύ πιο εύκολο να είχε επιτευχθεί πρόοδος, η οποία είναι αναγκαία σε επίπεδο ιδιωτικοποιήσεων.
Βεβαίως, μας ενδιαφέρει πάρα πολύ η σταθεροποίηση του χρηματοοικονομικού τομέα. Χρειάζεται προσπάθεια και σ’ αυτό το πλαίσιο και θα αναληφθεί.
Δεν ήλθα στην Ελλάδα για να κάνω διάλεξη ή μάθημα στην ελληνική κυβέρνηση, ούτε στον ελληνικό λαό. Σας είπα στην αρχή της δήλωσής μου ότι έχω έλθει ως φίλος της Ελλάδας. Ποιος θα ήμουν εγώ που θα έκανα μάθημα στον ελληνικό λαό; Ποιος θα ήταν ο ελληνικός λαός ο οποίος θα δεχόταν ένα τέτοιο μάθημα από τους άλλους Ευρωπαίους;
Είμαι απόλυτα πεπεισμένος και αισιόδοξος ότι η ελληνική κυβέρνηση είναι προσηλωμένη στο να αναλάβει όλες τις προσπάθειες που χρειάζονται, προκειμένου να μπορέσει να δεχθεί την επόμενη δόση, όμως οι προσπάθειες θα πρέπει να γίνουν σε επίπεδο είσπραξης εσόδων, σε επίπεδο δημοσιονομικής πολιτικής. Επίσης, προσπάθειες θα πρέπει να αναληφθούν σε ό,τι αφορά τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και επιπροσθέτως, προσπάθειες θα πρέπει να αναληφθούν σε ό,τι αφορά τις ιδιωτικοποιήσεις.
Μπορεί σε όλους να μην αρέσουν οι δηλώσεις και οι παρατηρήσεις που έχω κάνει, αλλά εγώ στέκομαι στο πλευρό της Ελλάδας.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Στις 24 Φεβρουαρίου, επίσημα είπατε, κύριε Juncker –ήταν μία δήλωση η οποία ακολουθήθηκε από δηλώσεις του Γερμανού υπουργού Οικονομικών κ. Σόιμπλε- είπατε λοιπόν ότι η Ελλάδα μπορεί να χρειάζεται και ένα τρίτο πακέτο. Και αυτή η δήλωσή σας ήταν έξι μήνες πριν από τις ελληνικές εκλογές. Και σκέφτομαι, εφόσον τότε ξέρατε ότι μπορεί η Ελλάδα να χρειαστεί και ένα τρίτο πακέτο -μάλιστα η δήλωσή σας έγινε την ημέρα που αποφασίστηκε το δεύτερο πακέτο- αναρωτιέμαι μήπως τελικά όλα αυτά δεν είναι λάθος της Ελλάδας, δεν έχουν να κάνουν με καθυστερήσεις η αβελτηρία της Ελλάδας, αλλά ουσιαστικά έχει να κάνει και με την ικανότητα των Ευρωπαίων ηγετών να βρουν μία ισορροπημένη απόφαση για την Ελλάδα... Ίσως τελικά οι αποφάσεις αυτές να μην ήταν και οι κατάλληλες.
Jean-Claude Juncker: Θα έλεγα ότι αυτή είναι μία τελευταία ευκαιρία που έχει να κάνει με την Ελλάδα και ότι ουσιαστικά το παιχνίδι είναι στα χέρια της. Και αυτό θα πρέπει να το γνωρίζουν και οι πολίτες. Να γνωρίζουν, επίσης, οι πολίτες ότι ο Πρωθυπουργός έχει κατανοήσει πλήρως τη σοβαρότητα της κατάστασης.
Στο σταυροδρόμι που βρισκόμαστε, δεν θα ήθελα να αναφερθώ σε ένα τρίτο πακέτο, γιατί η τρόικα είναι επικεφαλής σε ό,τι αφορά την εξέταση της υλοποίησης των μέτρων, σε ό,τι αφορά πρώτο και δεύτερο πακέτο. Άρα, λοιπόν, αφού λάβουμε τα αποτελέσματα και τα πορίσματα της τρόικας, θα μπορέσουμε να το δούμε. Δεν συνηγορώ υπέρ ενός τρίτου προγράμματος, ενός τρίτου πακέτου για την Ελλάδα.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Μα, το είχατε πει πριν από έξι μήνες. Σκεφτόμουν, λοιπόν, μήπως και αυτό είναι ένα θέμα, ένα ζήτημα του προβλήματος μεταξύ των 27 ηγετών, ότι δηλαδή τότε δεν είχαν λάβει τη σωστή απόφαση σε σχέση με το πακέτο που χρειάζεται η Ελλάδα.
Jean-Claude Juncker: Δεν νομίζω ότι αυτό αντανακλά μία κοινή στάση-γνώμη και των «27». Αυτό, αν θυμάμαι καλά, έχει να κάνει με μία δήλωση μετά από συνάντηση όχι των «27», αλλά των «17» της Ευρωζώνης. Εγώ εξέφρασα –αν θέλετε- μία άποψη, ότι, εάν η Ελλάδα θα μπορούσε να εφαρμόσει και να υλοποιήσει όλα τα μέτρα τα οποία είχαν συμφωνηθεί στο πλαίσιο του προγράμματος, τότε ένα τέτοιο πρόγραμμα δεν θα χρειαζόταν. Τώρα, όμως, εξαρτώμεθα από τα ευρήματα και τα πορίσματα της τρόικας. Θα υπάρξει –αν θέλετε- ένα τρίτο πακέτο, ένα τρίτο πρόγραμμα ή ένα «2β» πρόγραμμα για την Ελλάδα; Θα πρέπει να δούμε την Έκθεση της τρόικα, την εκτίμηση του Eurogroup, σε σχέση με τα πορίσματα της τρόικας. Άρα, μην προσπαθείτε να με κάνετε να κατευθυνθώ προς μία κατεύθυνση, η οποία ουσιαστικά δεν θα ήταν επωφελής, που αφορά σε μία κατάσταση έξι μήνες πριν.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Θα ήθελα να σας ρωτήσω, αναφορικά με τα σενάρια μίας νέας απομείωσης σε ό,τι αφορά τα ομόλογα του δημόσιου τομέα. Δεν ξέρω αν το έχετε συζητήσει αυτό με τον Έλληνα Πρωθυπουργό.
Jean-Claude Juncker: Συζητήσαμε παντός είδους ζητήματα και δεν είμαι σε θέση να δώσω μία ολοκληρωμένη απάντηση στο ερώτημά σας. Δεν νομίζω, όμως, ότι αυτό είναι –αν θέλετε- άμεσης σημασίας.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Μία τελευταία ερώτηση: Σε μία συνάντηση επί παραδείγματι με την κυρία Merkel, εσείς θα υποστηρίζατε μία στάση διετίας σε ό,τι αφορά την επιμήκυνση του προγράμματος για την Ελλάδα;
Jean-Claude Juncker: Άμεσα μέτρα για δημοσιονομική εξυγίανση, μέτρα τα οποία θα βοηθούσαν τη δημοσιονομική εξυγίανση, είναι πάρα πολύ σημαντικά. Αλλά αντιλαμβάνεσθε ότι δεν μπορώ να σας πω εγώ τώρα τι συζήτησα χθες με την κυρία Merkel.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Από ποια άποψη η συνάντηση αυτή είναι σημαντική για εσάς, κύριε Σαμαρά, εν όψει της συνάντησής σας με την κυρία Merkel;
Αντώνης Σαμαράς: Η συνάντησή μου με τον κ. Juncker ήταν πάρα πολύ εποικοδομητική, με την έννοια ότι ως Πρόεδρος του Eurogroup ήταν σε θέση να μας ενημερώσει όλους για τις πρόσφατες εξελίξεις στην Ευρώπη, καθώς επίσης και για τις προσδοκίες, οι οποίες υπάρχουν από πλευράς Ευρώπης απέναντι στην Ελλάδα. Δεν θέλαμε να επιμηκύνουμε τη συζήτησή μας σε πολύ συγκεκριμένα θέματα σε ό,τι αφορά για παράδειγμα τα 11,7 δισ. σε ό,τι αφορά τον πολύ σημαντικό τομέα της ρευστότητας. Όπως ξέρετε, η ελληνική οικονομία ασφυκτιά και ιδιαίτερα οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Ακριβώς από αυτή την έλλειψη ρευστότητας.
Συζητήσαμε, όμως, λεπτομερώς, θέματα που αφορούν τα επόμενα βήματα προς υλοποίηση, αλλά και την Ευρωζώνη συνολικά. Δεν συζητήσαμε μόνο για θέματα οικονομίας. Είναι πολύ σημαντικό ότι πέρα από τους αριθμούς και τα οικονομικά στοιχεία, υπάρχει και η πολιτική και η Ιστορία και η φιλία και η πραγματικότητα του τι συμβαίνει. Τα πραγματικά προβλήματα, δηλαδή, που αντιμετωπίζει ο λαός. Για παράδειγμα, ο λαός δεν υποφέρει, σήμερα, μόνο εξαιτίας της οικονομικής κατάστασης, η οποία, βεβαίως, είναι η δεινότερη που έχει υπάρξει ποτέ στη χώρα, αλλά επίσης ο λαός υποφέρει από την λαθρομετανάστευση.
Συζητήσαμε, λοιπόν, και επ’ αυτού. Συζητήσαμε, επίσης, και για τη γεωστρατηγική σπουδαιότητα της χώρας, την ανάγκη σταθερότητας στην περιοχή, ιδιαίτερα αυτή τη στιγμή που υπάρχουν εξελίξεις οι οποίες τρέχουν στην ευρύτερη δική μας περιοχή, όπως στη Συρία.
Συζητήσαμε, επίσης, και για άλλα θέματα. Και θέλω να είμαι ειλικρινής απέναντί σας. Και δεν το λέω μόνο αυτό επειδή υπάρχει μια παλιά φιλία μεταξύ εμού και του κ. Juncker, αλλά πιστεύω, πραγματικά, ότι, όταν κανείς συνομιλεί με τον Πρόεδρο Juncker, πάντα «γίνεται πιο πλούσιος». Ενισχύεται η γνώση του και εμπλουτίζεται ο νους του σε επίπεδο ιδεών. Ήταν, λοιπόν, ένα πολύ σημαντικό και θετικό βήμα για μένα το γεγονός ότι συνάντησα τον κ. Juncker πριν τη συνάντηση που θα έχω με την Καγκελάριο, την κ. Merkel.
«Ο κ. Juncker, ο Πρόεδρος του Eurogroup, είναι ένας αληθινός φίλος της Ελλάδας και έχω τη χαρά να πω και παλιός προσωπικός μου φίλος. Έρχεται στην Ελλάδα σε μια κρίσιμη στιγμή. Του είπα ότι άλλαξαν πολλά τους τελευταίους δυο μήνες, αλλά και του είπα ότι στο επόμενο διάστημα θα αλλάξουν ακόμα πολλά περισσότερα.
Εξήγησα στον κ. Juncker ότι έχουμε διευρύνει την ατζέντα των αποκρατικοποιήσεων, ότι έχουμε επισπεύσει τις αναγκαίες διαρθρωτικές αλλαγές και μέσα στις επόμενες εβδομάδες θα κλείσουμε και το πακέτο των 11,7 δισ. ευρώ.
Του μίλησα ακόμα για τις νέες προσπάθειες, σοβαρές προσπάθειες, αποφασισμένες προσπάθειες, να συλλάβουμε τη φοροδιαφυγή, αλλά και να προστατεύσουμε την ασφάλεια των πολιτών, αντιμετωπίζοντας τη μάστιγα της λαθρομετανάστευσης.
Τόνισα τη μεγάλη σημασία που έχει η στήριξη της πολιτικής μας από τα τρία κόμματα, τα οποία συγκροτούν την κυβέρνηση αυτή. Η Ελλάδα αλλάζει σελίδα και πολιτικά και οικονομικά και κοινωνικά. Βαδίζουμε με αποφασιστικότητα στο δρόμο της σταθεροποίησης. Έχουμε δεσμευτεί και θα το κάνουμε, θα υλοποιήσουμε όλους τους στόχους, για να βγούμε επιτέλους από αυτή την κρίση.
Το μόνο το οποίο ζητάει και αυτή η κυβέρνηση και ο ελληνικός λαός, αλλά και η λογική είναι να μπούμε μέσα στην ανάπτυξη το ταχύτερο δυνατό. Γιατί μια οικονομία σε συνεχή ύφεση και με τεράστια ανεργία, ιδιαίτερα στους νέους ανθρώπους, δεν μπορεί να σταθεί στα πόδια της. Και ασφαλώς δίνουμε προτεραιότητα στο θέμα της ρευστότητας και αναζητούμε τρόπους να λυθεί το ζήτημα αυτό το συντομότερο δυνατό.
Ας μην ξεχνάμε επίσης ότι στις τελευταίες εκλογές ο ελληνικός λαός αποφάσισε η χώρα να παραμείνει σταθερά προσηλωμένη στο ευρώ, αλλά και να διατηρηθεί η κοινωνική συνοχή και να φανεί αυτό που σωστά πολλοί ονομάζουν φως στο τέλος του τούνελ. Δηλαδή οι θυσίες του ελληνικού λαού να πιάσουν τόπο. Είμαστε βέβαιοι ότι πολύ σύντομα όλοι εκείνοι -εντός και εκτός Ελλάδας- που ποντάρουν στην έξοδό μας από το ευρώ, υπονομεύοντας τις προσπάθειές μας και αδιαφορώντας για τις θυσίες του Ελληνικού λαού, θα διαψευστούν.
Και θα τους διαψεύσουμε με έργα και όχι με λόγια.
Είμαστε βέβαιοι ότι πολύ σύντομα θα έχει αποκατασταθεί ένα μεγάλο ζητούμενο, η αξιοπιστία της χώρας μας. Κι όταν αποκατασταθεί η αξιοπιστία, θα αλλάξει και η ψυχολογία και στον ιδιωτικό τομέα και στις παγκόσμιες αγορές. Και μέσα και έξω από την Ελλάδα.
Και θα ήθελα πραγματικά να ευχαριστήσω τον κ. Juncker για την ουσιαστική συμπαράσταση που προσφέρει στην Ελλάδα».
Ο Πρωθυπουργός του Λουξεμβούργου και Πρόεδρος του Eurogroup Jean-Claude Juncker έκανε την ακόλουθη δήλωση:
«Κύριε Πρωθυπουργέ, αγαπητέ φίλε, κύριε Υπουργέ των Οικονομικών, κυρίες και κύριοι, είναι μεγάλη χαρά που βρίσκομαι ξανά στην Ελλάδα. Είμαι ιδιαίτερα ευτυχής που βρίσκομαι εδώ, διότι όπως γνωρίζετε, μου αρέσει πάρα πολύ αυτή η χώρα, είναι βαθιά μέσα στην καρδιά μου.
Γνωρίζω πολύ καλά ότι έχει υπάρξει πολύ σημαντική η συμβολή της Ελλάδας στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα. Δεν θα αρχίσω, βέβαια, να μακρηγορώ σε ό,τι αφορά τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό της, διότι πρέπει να πω εδώ ότι δεν μπορεί κανείς να κατανοήσει την Ευρώπη σήμερα, χωρίς να λάβει σοβαρά υπ’ όψιν τη συμβολή της Ελλάδας στην οικοδόμηση της ευρωπαϊκής ταυτότητας.
Είχαμε, λοιπόν, μία ειλικρινή, εποικοδομητική συζήτηση- συνάντηση με τον Πρωθυπουργό, η οποία θα συνεχισθεί και τις προσεχείς ώρες, διότι έχουμε στη συνέχεια αυτό που ονομάζεται «δείπνο εργασίας».
Έρχομαι, λοιπόν, στην Ελλάδα ως φίλος της Ελλάδας. Πιστεύω ότι έχει αποδειχθεί πως αυτό δεν το λέω μόνο ότι είμαι φίλος της Ελλάδας, αλλά το ότι πραγματικά είμαι φίλος της Ελλάδας, αυτό έχει αποδειχθεί σε πολλές περιστάσεις, διότι χρειάστηκε να διαψεύσω αυτούς οι οποίοι δεν έχουν λάβει τόσο φιλική στάση απέναντι στην Ελλάδα.
Η Ελλάδα, λοιπόν, έχει πραγματικά καταβάλει τα τελευταία χρόνια, μήνες και εβδομάδες, μία τεράστια προσπάθεια σε επίπεδο δημοσιονομικού ελλείμματος. Και πραγματικά αυτό καταδεικνύει το κουράγιο της ελληνικής κυβέρνησης, για να καλύψει αυτά τα δημοσιονομικά κενά και βεβαίως αναφέρομαι ιδιαιτέρως και στις προσπάθειες πολλών έντιμων ανθρώπων, οι οποίοι πληρώνουν στη χώρα αυτή και διαβιούν σε πολύ δύσκολες συνθήκες.
Θα ήθελα, λοιπόν, εδώ να εκφράσω και σ’ αυτούς που βρίσκονται εκτός Ελλάδος ότι οι Έλληνες πολίτες καταβάλλουν τεράστιες προσπάθειες, προκειμένου να υπάρξει δημοσιονομική εξυγίανση στη χώρα αυτή. Και έχω την εντύπωση ότι αυτό δεν γίνεται ενίοτε αντιληπτό από άλλα μέλη της Ευρωζώνης.
Εκφράζοντας, λοιπόν, κάθε συμπάθεια απέναντι στον Πρωθυπουργό, στον υπουργό Οικονομικών, αλλά και στους Έλληνες πολίτες θα πρέπει να πω την αλήθεια. Και η αλήθεια είναι ότι η Ελλάδα, δεδομένων των εμπειριών κυρίως των τελευταίων δύο ετών, πάσχει σε επίπεδο αξιοπιστίας. Περνά δηλαδή μία κρίση αξιοπιστίας. Για τον λόγο αυτό, και στη συζήτηση που είχα με τον φίλο μου Αντώνη Σαμαρά, ανέφερα ποιες είναι οι προτεραιότητες. Η Ελλάδα και οι πολίτες αυτού του σπουδαίου έθνους θα πρέπει να έχουν κατά νου ότι υπάρχουν συγκεκριμένα βήματα τα οποία θα πρέπει να υλοποιηθούν τις επόμενες εβδομάδες και μήνες.
Η πρώτη προτεραιότητα, βεβαίως, έχει να κάνει με μία περαιτέρω δημοσιονομική εξυγίανση, εξυγίανση των δημοσίων οικονομικών της Ελλάδος. Αυτό είναι κεφαλαιώδους σημασίας, διότι αυτό θα συμβάλει στην αξιοπιστία της ελληνικής κυβέρνησης, αλλά και του ελληνικού έθνους, συνολικά. Πιστεύω, λοιπόν, ότι μία στιβαρή και αξιόπιστη στρατηγική σε ό,τι αφορά το μεσοπρόθεσμο κλείσιμο του δημοσιονομικού ελλείμματος ή κενού είναι –αν θέλετε- μία προϋπόθεση σε ό,τι αφορά την επόμενη εκταμίευση. Και είμαι πεπεισμένος ότι και ο Πρωθυπουργός, αλλά και η κυβέρνηση θα καταβάλουν όλες τις προσπάθειες που είναι αναγκαίες, προκειμένου να αποδείξουν στα άλλα μέλη της Ευρωζώνης ότι σε ό,τι αφορά τη δημοσιονομική εξυγίανση αναλαμβάνουν πολύ σοβαρά τις ευθύνες τους.
Σε ό,τι αφορά τώρα την επιμήκυνση της περιόδου προσαρμογής: Θα πρέπει να υπογραμμίσω ότι αυτό θα εξαρτηθεί από την Έκθεση, από τα ευρήματα –αν θέλετε- της αποστολής της τρόικας, η οποία θα επιστρέψει στην Ελλάδα τις επόμενες εβδομάδες και θα πρέπει να συζητηθεί αυτή η επιμήκυνση της περιόδου, καθώς και άλλες διαστάσεις του ζητήματος αυτού, λαμβάνοντας υπ’ όψιν και τα ευρήματα της τρόικα.
Όμως, τα δημοσιονομικά μέτρα θα πρέπει να είναι αξιόπιστα και θα πρέπει επίσης να είναι ισχυρά, όσο το δυνατόν περισσότερο. Και ως άτομο, θα ήθελα να πω –και εκφράζω μία προσωπική γνώμη- ότι μέχρι στιγμής, αυτοί με τα χαμηλά εισοδήματα στην Ελλάδα έχουν υποφέρει πολύ. Και θα ήταν -αν θέλετε- εν είδει συμβουλής να μην υπάρξουν υπερβολικές απαιτήσεις από την ίδια μερίδα πληθυσμού της χώρας, αλλά θα πρέπει και άλλα μέρη της κοινωνίας να συμβάλουν προς την κατεύθυνση αυτή της δημοσιονομικής εξυγίανσης. Άρα, λοιπόν, η δημοσιονομική εξυγίανση είναι ουσιώδους σημασίας.
Να μην ξεχνάμε, επίσης, ότι η Ελλάδα χρειάζεται να υλοποιήσει και όλες τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, προκειμένου να ενισχυθεί η ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας. Πολλά, βεβαίως, έχουν γίνει σε ό,τι αφορά την αγορά εργασίας. Έχουν γίνει, λοιπόν, μεταρρυθμίσεις. Νομίζω ότι η πολιτική σε ό,τι αφορά την αγορά εργασίας πρέπει να γίνει πιο ενεργή.
Το περιεχόμενο των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, όσον αφορά τα κλειστά επαγγέλματα, θα πρέπει να προχωρήσει, να υπάρξει πλήρης απελευθέρωση. Βεβαίως, έχουν γίνει κάποιες προσπάθειες σ’ αυτό το πλαίσιο. Παρ’ όλα αυτά, υπάρχει ένα υπολειπόμενο –αν θέλετε- κομμάτι δράσης, το οποίο θα πρέπει να αναληφθεί, δεδομένου του γεγονότος ότι υπάρχουν αντιδράσεις από συγκεκριμένες ομάδες σε σχέση με το άνοιγμα αυτό. Αυτό δεν έχει να κάνει μόνο με την Ελλάδα, δηλαδή δεν είναι ένα πρόβλημα ίδιον της Ελλάδος, υπάρχουν αδυναμίες αντίστοιχες σε μία χώρα όπως για παράδειγμα στο Λουξεμβούργο. Παρ’ όλα αυτά πρόοδος θα πρέπει να γίνει και σ’ αυτό το πλαίσιο.
Θεωρώ ότι η διαδικασία των ιδιωτικοποιήσεων, η οποία είναι ένα υπεσχημένο της Ελλάδος, από τη στιγμή που ξεκίνησε η έναρξη του προγράμματος, θα πρέπει –αν θέλετε- να επαναδρομολογηθεί. Δεν πιστεύω ότι αυτή η διαδικασία είναι μία προσπάθεια σε δύσκολα νερά, δεδομένου ότι υπάρχουν φήμες περί εξόδου της Ελλάδας από το ευρώ, μέρα με την ημέρα.
Πρέπει να πω ότι είμαι σθεναρά αντίθετος ως προς την έξοδο της Ελλάδας από την Ευρωζώνη. Αυτό πραγματικά δεν θα βοηθούσε καθόλου την Ελλάδα και ταυτόχρονα θα σήμαινε μεγάλη διακινδύνευση σε ό,τι αφορά όλη την ευρωζώνη. Αν τώρα αυτοί οι οποίοι συνηγορούν υπέρ της εξόδου της Ελλάδας τηρούσαν μία πιο σιωπηλή στάση, θα ήταν πολύ πιο εύκολο να είχε επιτευχθεί πρόοδος, η οποία είναι αναγκαία σε επίπεδο ιδιωτικοποιήσεων.
Βεβαίως, μας ενδιαφέρει πάρα πολύ η σταθεροποίηση του χρηματοοικονομικού τομέα. Χρειάζεται προσπάθεια και σ’ αυτό το πλαίσιο και θα αναληφθεί.
Δεν ήλθα στην Ελλάδα για να κάνω διάλεξη ή μάθημα στην ελληνική κυβέρνηση, ούτε στον ελληνικό λαό. Σας είπα στην αρχή της δήλωσής μου ότι έχω έλθει ως φίλος της Ελλάδας. Ποιος θα ήμουν εγώ που θα έκανα μάθημα στον ελληνικό λαό; Ποιος θα ήταν ο ελληνικός λαός ο οποίος θα δεχόταν ένα τέτοιο μάθημα από τους άλλους Ευρωπαίους;
Είμαι απόλυτα πεπεισμένος και αισιόδοξος ότι η ελληνική κυβέρνηση είναι προσηλωμένη στο να αναλάβει όλες τις προσπάθειες που χρειάζονται, προκειμένου να μπορέσει να δεχθεί την επόμενη δόση, όμως οι προσπάθειες θα πρέπει να γίνουν σε επίπεδο είσπραξης εσόδων, σε επίπεδο δημοσιονομικής πολιτικής. Επίσης, προσπάθειες θα πρέπει να αναληφθούν σε ό,τι αφορά τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και επιπροσθέτως, προσπάθειες θα πρέπει να αναληφθούν σε ό,τι αφορά τις ιδιωτικοποιήσεις.
Μπορεί σε όλους να μην αρέσουν οι δηλώσεις και οι παρατηρήσεις που έχω κάνει, αλλά εγώ στέκομαι στο πλευρό της Ελλάδας.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Στις 24 Φεβρουαρίου, επίσημα είπατε, κύριε Juncker –ήταν μία δήλωση η οποία ακολουθήθηκε από δηλώσεις του Γερμανού υπουργού Οικονομικών κ. Σόιμπλε- είπατε λοιπόν ότι η Ελλάδα μπορεί να χρειάζεται και ένα τρίτο πακέτο. Και αυτή η δήλωσή σας ήταν έξι μήνες πριν από τις ελληνικές εκλογές. Και σκέφτομαι, εφόσον τότε ξέρατε ότι μπορεί η Ελλάδα να χρειαστεί και ένα τρίτο πακέτο -μάλιστα η δήλωσή σας έγινε την ημέρα που αποφασίστηκε το δεύτερο πακέτο- αναρωτιέμαι μήπως τελικά όλα αυτά δεν είναι λάθος της Ελλάδας, δεν έχουν να κάνουν με καθυστερήσεις η αβελτηρία της Ελλάδας, αλλά ουσιαστικά έχει να κάνει και με την ικανότητα των Ευρωπαίων ηγετών να βρουν μία ισορροπημένη απόφαση για την Ελλάδα... Ίσως τελικά οι αποφάσεις αυτές να μην ήταν και οι κατάλληλες.
Jean-Claude Juncker: Θα έλεγα ότι αυτή είναι μία τελευταία ευκαιρία που έχει να κάνει με την Ελλάδα και ότι ουσιαστικά το παιχνίδι είναι στα χέρια της. Και αυτό θα πρέπει να το γνωρίζουν και οι πολίτες. Να γνωρίζουν, επίσης, οι πολίτες ότι ο Πρωθυπουργός έχει κατανοήσει πλήρως τη σοβαρότητα της κατάστασης.
Στο σταυροδρόμι που βρισκόμαστε, δεν θα ήθελα να αναφερθώ σε ένα τρίτο πακέτο, γιατί η τρόικα είναι επικεφαλής σε ό,τι αφορά την εξέταση της υλοποίησης των μέτρων, σε ό,τι αφορά πρώτο και δεύτερο πακέτο. Άρα, λοιπόν, αφού λάβουμε τα αποτελέσματα και τα πορίσματα της τρόικας, θα μπορέσουμε να το δούμε. Δεν συνηγορώ υπέρ ενός τρίτου προγράμματος, ενός τρίτου πακέτου για την Ελλάδα.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Μα, το είχατε πει πριν από έξι μήνες. Σκεφτόμουν, λοιπόν, μήπως και αυτό είναι ένα θέμα, ένα ζήτημα του προβλήματος μεταξύ των 27 ηγετών, ότι δηλαδή τότε δεν είχαν λάβει τη σωστή απόφαση σε σχέση με το πακέτο που χρειάζεται η Ελλάδα.
Jean-Claude Juncker: Δεν νομίζω ότι αυτό αντανακλά μία κοινή στάση-γνώμη και των «27». Αυτό, αν θυμάμαι καλά, έχει να κάνει με μία δήλωση μετά από συνάντηση όχι των «27», αλλά των «17» της Ευρωζώνης. Εγώ εξέφρασα –αν θέλετε- μία άποψη, ότι, εάν η Ελλάδα θα μπορούσε να εφαρμόσει και να υλοποιήσει όλα τα μέτρα τα οποία είχαν συμφωνηθεί στο πλαίσιο του προγράμματος, τότε ένα τέτοιο πρόγραμμα δεν θα χρειαζόταν. Τώρα, όμως, εξαρτώμεθα από τα ευρήματα και τα πορίσματα της τρόικας. Θα υπάρξει –αν θέλετε- ένα τρίτο πακέτο, ένα τρίτο πρόγραμμα ή ένα «2β» πρόγραμμα για την Ελλάδα; Θα πρέπει να δούμε την Έκθεση της τρόικα, την εκτίμηση του Eurogroup, σε σχέση με τα πορίσματα της τρόικας. Άρα, μην προσπαθείτε να με κάνετε να κατευθυνθώ προς μία κατεύθυνση, η οποία ουσιαστικά δεν θα ήταν επωφελής, που αφορά σε μία κατάσταση έξι μήνες πριν.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Θα ήθελα να σας ρωτήσω, αναφορικά με τα σενάρια μίας νέας απομείωσης σε ό,τι αφορά τα ομόλογα του δημόσιου τομέα. Δεν ξέρω αν το έχετε συζητήσει αυτό με τον Έλληνα Πρωθυπουργό.
Jean-Claude Juncker: Συζητήσαμε παντός είδους ζητήματα και δεν είμαι σε θέση να δώσω μία ολοκληρωμένη απάντηση στο ερώτημά σας. Δεν νομίζω, όμως, ότι αυτό είναι –αν θέλετε- άμεσης σημασίας.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Μία τελευταία ερώτηση: Σε μία συνάντηση επί παραδείγματι με την κυρία Merkel, εσείς θα υποστηρίζατε μία στάση διετίας σε ό,τι αφορά την επιμήκυνση του προγράμματος για την Ελλάδα;
Jean-Claude Juncker: Άμεσα μέτρα για δημοσιονομική εξυγίανση, μέτρα τα οποία θα βοηθούσαν τη δημοσιονομική εξυγίανση, είναι πάρα πολύ σημαντικά. Αλλά αντιλαμβάνεσθε ότι δεν μπορώ να σας πω εγώ τώρα τι συζήτησα χθες με την κυρία Merkel.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Από ποια άποψη η συνάντηση αυτή είναι σημαντική για εσάς, κύριε Σαμαρά, εν όψει της συνάντησής σας με την κυρία Merkel;
Αντώνης Σαμαράς: Η συνάντησή μου με τον κ. Juncker ήταν πάρα πολύ εποικοδομητική, με την έννοια ότι ως Πρόεδρος του Eurogroup ήταν σε θέση να μας ενημερώσει όλους για τις πρόσφατες εξελίξεις στην Ευρώπη, καθώς επίσης και για τις προσδοκίες, οι οποίες υπάρχουν από πλευράς Ευρώπης απέναντι στην Ελλάδα. Δεν θέλαμε να επιμηκύνουμε τη συζήτησή μας σε πολύ συγκεκριμένα θέματα σε ό,τι αφορά για παράδειγμα τα 11,7 δισ. σε ό,τι αφορά τον πολύ σημαντικό τομέα της ρευστότητας. Όπως ξέρετε, η ελληνική οικονομία ασφυκτιά και ιδιαίτερα οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Ακριβώς από αυτή την έλλειψη ρευστότητας.
Συζητήσαμε, όμως, λεπτομερώς, θέματα που αφορούν τα επόμενα βήματα προς υλοποίηση, αλλά και την Ευρωζώνη συνολικά. Δεν συζητήσαμε μόνο για θέματα οικονομίας. Είναι πολύ σημαντικό ότι πέρα από τους αριθμούς και τα οικονομικά στοιχεία, υπάρχει και η πολιτική και η Ιστορία και η φιλία και η πραγματικότητα του τι συμβαίνει. Τα πραγματικά προβλήματα, δηλαδή, που αντιμετωπίζει ο λαός. Για παράδειγμα, ο λαός δεν υποφέρει, σήμερα, μόνο εξαιτίας της οικονομικής κατάστασης, η οποία, βεβαίως, είναι η δεινότερη που έχει υπάρξει ποτέ στη χώρα, αλλά επίσης ο λαός υποφέρει από την λαθρομετανάστευση.
Συζητήσαμε, λοιπόν, και επ’ αυτού. Συζητήσαμε, επίσης, και για τη γεωστρατηγική σπουδαιότητα της χώρας, την ανάγκη σταθερότητας στην περιοχή, ιδιαίτερα αυτή τη στιγμή που υπάρχουν εξελίξεις οι οποίες τρέχουν στην ευρύτερη δική μας περιοχή, όπως στη Συρία.
Συζητήσαμε, επίσης, και για άλλα θέματα. Και θέλω να είμαι ειλικρινής απέναντί σας. Και δεν το λέω μόνο αυτό επειδή υπάρχει μια παλιά φιλία μεταξύ εμού και του κ. Juncker, αλλά πιστεύω, πραγματικά, ότι, όταν κανείς συνομιλεί με τον Πρόεδρο Juncker, πάντα «γίνεται πιο πλούσιος». Ενισχύεται η γνώση του και εμπλουτίζεται ο νους του σε επίπεδο ιδεών. Ήταν, λοιπόν, ένα πολύ σημαντικό και θετικό βήμα για μένα το γεγονός ότι συνάντησα τον κ. Juncker πριν τη συνάντηση που θα έχω με την Καγκελάριο, την κ. Merkel.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η Γνώμη Κιλκίς- Παιονίας διευκρινίζει στους αναγνώστες της ότι θεωρεί αυτονόητο το δικαίωμα του σχολιασμού και της κριτικής έκφρασης, όταν αυτό φυσικά δεν στοχεύει στην απαξίωση, στην ύβρη και στην προσβολή ατόμων και θεσμών.
Το αναγνωστικό κοινό θα πρέπει να γνωρίζει ότι η Γνώμη, επιδιώκοντας μια υγιή και αμφίδρομη επικοινωνία, δεν δημοσιεύει ανυπόγραφα σχόλια, αλλά ούτε και σχόλια ρατσιστικού, προσβλητικού και υβριστικού περιεχομένου.
Τα ενυπόγραφα άρθρα τέλος, εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας.