Κρανίου τόπο θύμιζε ο λόφος του Αγίου Γεωργίου άδενδρος και κατάξερος όπως ήταν μέχρι το 1927. Η ανάγκη δενδροφύτευσης του συζητήθηκε στο Κοινοτικό Συμβούλιο, όπως μαρτυρεί η σχετική απόφαση της 21ης Ιανουαρίου 1927 «περί αναδασώσεως λόφου Αγ. Γεωργίου και δενδροφυτείας πόλεως Κιλκίς».
Λίγες μέρες αργότερα, στις 3-2-1927, ανταπόκριση της ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ επικροτούσε την έναρξη των εργασιών αναδάσωσης που είχαν ξεκινήσει: «Μετά χαράς είδομεν την παρελθούσαν εβδομάδα μίαν ωραίαν χειρονομίαν των εις την κωμόπολίν μας εγκατασταθέντων προσφύγων εκ Στενημάχου Βουλγαρίας. Οι εν λόγω πρόσφυγες ήρχισαν μετά δραστηριότητος να εργάζωνται δια την αναδάσωσιν του αποψιλωθέντος λόφου του αγίου Γεωργίου.
Πρέπει να ομολογηθή εν ειλικρινεία, ότι η πράξις των αύτη είναι αξία παντός επαίνου, καλόν θα ήτο δε να την εχρησιμοποίουν ως παράδειγμα και οι λοιποί κάτοικοι του Κιλκίς. Ούτω και μόνον θα καθίστατο δυνατή η ταχεία αναδάσωσις του ως άνω λόφου εις τρόπον ώστε κατά το θέρος να δυνάμεθα εις το δασύλλιον, το οποίον θα γίνη να ευρίσκωμεν το καλύτερον καταφύγιον».
Πρωτεργάτης αυτής της προσπάθειας ήταν ο καθηγητής Αθανάσιος Τσούντας, πρόεδρος της «Φιλοδασικής Ενώσεως» που είχε ιδρυθεί για το σκοπό αυτό. Άλλα δραστήρια μέλη αυτής της ομάδας ήταν ο Αριστείδης Λευκίδης, ο Λάζαρος Φελέκης, ο Αθανάσιος Τσορμπατζάκος. Στο έργο της αναδάσωσης παρά τον σωματότυπό του ο Τσούντας δόθηκε ψυχή τε και σώματι, όπως έγραψε ο Αριστείδης Σιδέρης: «Ήτο μια ευγενής και ωφέλιμος σταυροφορία με επικεφαλής τον Τσούντα, που παρά την παχυσαρκία του, έτρεχε και παρότρυνε τους προσερχομένους εις το έργον και επί πλέον μετέφερε κουβάδες νερού δια να ποτίσει τα νεόφυτα δένδρα. Και τοιουτοτρόπως, χάριν της ακαμάτου προσπαθείας των ανθρώπων εκείνων, απέκτησεν η πόλις το δασύλλιον της, τους φυσικούς πνεύμονας της».
Ο νεοδημιουργημένος όμως αυτός πνεύμονας πρασίνου είχε και τους εχθρούς του, που δεν ήταν άλλοι από τα κοπάδια των κτηνοτρόφων που έβοσκαν σε αυτήν την περιοχή. Για την προστασία των μικρών δενδρυλλίων το κοινοτικό Συμβούλιο απαγόρευσε με την από 9-2-1927 απόφασή του «την εις την ακαλλιέργητον πλευράν βορειοανατολικήν του λόφου Αγίου Γεωργίου και εις έκτασιν 250 στρεμμάτων βοσκήν ζώων μεγάλων τε και μικρών».
Στο έργο της προστασίας του δάσους πρωτοστατούσε – ποιος άλλος- ο Τσούντας, ο οποίος όπως γράφει ο Σταύρος Λίβας, διέθετε τον ελεύθερο χρόνο του για να επιτηρεί την περιοχή: «Επιθεωρούσε τακτικά το συρματόπλεγμα κι επιδιόρθωνε μόνος του κάθε βλάβη που δημιουργούσαν οι περίοικοι για να μπάζουν μέσα τα ζώα τους για βοσκή. Και ασφαλώς πολλοί θα τον είχαν δει να κατηφορίζει το δρόμο του Διοικητηρίου τραβώντας πίσω του, απ’ το σκοινί – μ’ ένα ύφος γεμάτο ικανοποίηση – κάποιο δύστροπο μοσχάρι ή αγελάδα που είχε συλλάβει μέσα «στ’ απαγορευμένα».
Μετά την πρώτη αναδάσωση του λόφου του Αγίου Γεωργίου το 1927, οι δενδροφυτεύσεις συνεχίσθηκαν κυρίως χάρη στις ενέργειες του δασονόμου της πόλης Μανδάνη και του βοηθού του Παπαγεωργίου. Η προσπάθεια αυτή είχε ενθαρρυντικά αποτελέσματα όπως διαβάζουμε σε σχετικό δημοσίευμα της ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ στις 13-2-1932: «Άχρι ώρας εφυτεύθησαν περί τας δυο χιλιάδας δένδρα διάφορα, ήτοι πεύκα, ακακίαι, αμυγδαλέαι, σφένδαμοι κα. Και θα εξακολουθήση η φύτευσις και άλλων δένδρων.
Και έτσι χάρις εις τας προσπαθείας των ευσυνειδήτων αυτών υπαλλήλων, εις ολίγα χρόνια ο φαλακρός λόφος θα μεταβληθή σ’ ένα όμορφο δάσος λίαν ωφέλιμο στην υγεία των πολιτών».
Η αναδάσωση συνεχίστηκε και τα επόμενα χρόνια και μέχρι το 1937 ολοκληρώθηκε η δενδροφύτευση με πεύκα και αμυγδαλιές, μεταμορφώνοντας το γυμνό λόφο σε πνεύμονα ζωής, χώρο αναψυχής για τους κατοίκους και στολίδι για την πόλη.
Θα κλείσω το κείμενο μου με ένα μικρό απόσπασμα από το διήγημα «Ο επιστάτης» του μεγάλου συγγραφέα και αξέχαστου φίλου Λάζαρου Παυλίδη: «Στο μικρό λοφίσκο λίγο έξω από την πόλη, από καιρό χιλιάδες τετραγωνικά μέτρα έμεναν ακάλυπτα, κι από μακριά μαζί με τη ζώνη ασφαλείας έδειχναν τόσο άσχημα, που οι περαστικοί κάτω από τη δημοσιά κι οι ξένοι ρωτούσαν γιατί οι αρχές άφησαν το μέρος γυμνό. Ύστερα από πολλά χρόνια το δασαρχείο ζήτησε εργάτες για δενδροφύτευση. Χρεωθήκαμε από ένα γκασμά κι ένα φτυάρι. Στα γκρουπ πάνω από σαράντα εργάτες, ξεχώριζαν οι νέοι, καθώς φώναζαν και προχωρούσαν άτακτοι προς το λόφο.
Ο καθένας είχε βολέψει σε μαντίλες το κολατσό του. Το μέρος καθαρό και υγρό. Ιδεώδες για λάκκους. Ο δασάρχης πριν αρχίσουμε μας μίλησε για το σκοπό της δενδροφύτευσης. Χάραξε τις γραμμές κι άνοιξε μόνος του τον πρώτο λάκκο δείχνοντας μας περίπου το βάθος και το φάρδος. Στα κασόνια μας περίμεναν δυο χρόνων φυτά (μαύρη πεύκη για ψυχρό κλίμα και κυπαρίσσια). Ο καθένας μας πήρε τη γραμμή του».
Με το νέο σχέδιο αναδάσωσης και το skatepark τι θα γίνει. Έχουμε κανένα νέο? Η θα μιλάμε για 100χρονια πριν τι έγινε στη χωματερή της Βορείου Ελλάδος.
ΑπάντησηΔιαγραφή