Του Παύλου Πασσαλίδη
Πέρασαν 63 χρόνια από τη δήλωση του Γάλλου Υπουργού Εξωτερικών Ρομπέρ Σουμάν η οποία οδήγησε στη δημιουργία του Ευρωπαϊκού οικοδομήματος. Μοναδικός στόχος τότε, ο μη πόλεμος, μετά από δύο παγκόσμιους πολέμους.
Η διασφάλιση της ειρήνης, της ελευθερίας, της δημοκρατίας και της προόδου τα ζητούμενα. Το μέσον τότε για την επίτευξη αυτών των αξιών ήταν η οικονομική συνεργασία.
Το ευρωπαϊκό όραμα σήμερα είναι συνώνυμο με την «συλλογική επιτυχία, τα ανθρώπινα δικαιώματα και το κοινωνικό κράτος». Αξίζει να σημειωθεί ότι δεν ήταν αποτέλεσμα λαϊκών αιτημάτων, αγώνων ή εξεγέρσεων, αλλά δημιουργία εμπνευσμένων ηγετών. Κτίσθηκε βήμα - βήμα και εξελίσσεται. Αντιμετωπίζει τις οικονομικές κρίσεις (από τα μέσα της δεκαετίας του 1980) και την λαίλαπα της παγκοσμιοποίησης (από τα μέσα της δεκαετίας του 1990).
Δυστυχώς, σήμερα, 33 χρόνια από την πλήρη ένταξη της χώρας μας στην Ε.Ε. ως πλήρες μέλος δεν αναλαμβάναμε τις ευθύνες μας. Επικρατούν στη χώρα δύο τάσεις: Η μια να θεωρεί ευθέως την ΕΕ ως αιτία των δεινών και επιπτώσεων της οικονομικής κρίσης στη χώρα μας και καλλιεργείται τεχνηέντως άμεσα ή έμμεσα από τα ΜΜΕ και μέρος του πολιτικού μας συστήματος.
Η άλλη πιστεύει στην ΕΕ και την αλληλεγγύη προς τη χώρα μας, όμως δεν εκφράζεται ευθέως. Απλά κάνει την αυτοκριτική, αλλά μένει στις διαπιστώσεις. Είναι δύσκολο να ενεργήσει.
Να το πούμε με θάρρος και χωρίς περιστροφές. Η κρίση στη χώρα μας – οικονομική και όχι μόνο – είναι δικό μας πρόβλημα. Εμείς το δημιουργήσαμε, εμείς θα πρωταγωνιστήσουμε για την επίλυσή του. Σε πρώτο στάδιο ας αφήσουμε το «πολιτικό κόστος» και την σκοπιμότητα να διατρέχει όλα τα επίπεδα διοίκησης, τόσο της Κεντρικής, όσο και της Περιφερειακής και Τοπικής.
Δεν χρειάζεται ισχυρή μνήμη να θυμηθούμε, τα αρχεία υπάρχουν, ότι «μιλούσαμε» ως χώρα για την αναγκαία μείωση του δημόσιου τομέα (1987), τη μείωση της σπατάλης, της φοροδιαφυγής, της ιδιωτικοποίησης των ΔΕΚΟ (1991), τη δημοσιονομική πειθαρχία (για την είσοδο στην ΟΝΕ), αλλά και την ευθύνη μας για το περιβάλλον, όπως το κλείσιμο χωματερών και τόσα άλλα.
Οφείλουμε να ανασκουμπωθούμε. Να αναλάβουμε τις ευθύνες μας και κυρίως απέναντι των Ελλήνων και της Ευρώπης. Να μπούμε σε τήρηση κανόνων, πειθαρχημένου και αποτελεσματικού λόγου και ενεργειών απέναντι στους συνέλληνες και στην Ευρώπη σ’ ένα ανταγωνιστικό παγκόσμιο τοπίο.
Τα δύσκολα χρόνια που πέρασε και εξακολουθεί να περνάει η χώρα μας προκάλεσαν αρχικά προβληματισμό και θυμό απέναντι στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Αποδείχθηκε όμως η στενή σχέση που έχουμε πλέον με τα κράτη – μέλη, παρά τα όποια λάθη, αφού μας έχουν στηρίξει και με δανεισμό και εγγύηση σταθερότητας από την Ε.Ε.
Η Ελλάδα λοιπόν εξαρτάται δραματικά από την Ευρώπη. Γι’ αυτό πρέπει να είναι παρούσα στις εξελίξεις και στο διάλογο, αφού προσδιορίσει με σαφήνεια και θάρρος τις νέες πολιτικές και τα οράματά της για την Ευρώπη.
Η καθημερινότητά μας, το παρόν και το μέλλον εξαρτώνται από τη νομοθεσία και τους κανονισμούς της Ε.Ε. Αυτή είναι μια πραγματικότητα την οποία δεν μπορούμε να παραβλέψουμε.
Πέρασαν 63 χρόνια από τη δήλωση του Γάλλου Υπουργού Εξωτερικών Ρομπέρ Σουμάν η οποία οδήγησε στη δημιουργία του Ευρωπαϊκού οικοδομήματος. Μοναδικός στόχος τότε, ο μη πόλεμος, μετά από δύο παγκόσμιους πολέμους.
Η διασφάλιση της ειρήνης, της ελευθερίας, της δημοκρατίας και της προόδου τα ζητούμενα. Το μέσον τότε για την επίτευξη αυτών των αξιών ήταν η οικονομική συνεργασία.
Το ευρωπαϊκό όραμα σήμερα είναι συνώνυμο με την «συλλογική επιτυχία, τα ανθρώπινα δικαιώματα και το κοινωνικό κράτος». Αξίζει να σημειωθεί ότι δεν ήταν αποτέλεσμα λαϊκών αιτημάτων, αγώνων ή εξεγέρσεων, αλλά δημιουργία εμπνευσμένων ηγετών. Κτίσθηκε βήμα - βήμα και εξελίσσεται. Αντιμετωπίζει τις οικονομικές κρίσεις (από τα μέσα της δεκαετίας του 1980) και την λαίλαπα της παγκοσμιοποίησης (από τα μέσα της δεκαετίας του 1990).
Δυστυχώς, σήμερα, 33 χρόνια από την πλήρη ένταξη της χώρας μας στην Ε.Ε. ως πλήρες μέλος δεν αναλαμβάναμε τις ευθύνες μας. Επικρατούν στη χώρα δύο τάσεις: Η μια να θεωρεί ευθέως την ΕΕ ως αιτία των δεινών και επιπτώσεων της οικονομικής κρίσης στη χώρα μας και καλλιεργείται τεχνηέντως άμεσα ή έμμεσα από τα ΜΜΕ και μέρος του πολιτικού μας συστήματος.
Η άλλη πιστεύει στην ΕΕ και την αλληλεγγύη προς τη χώρα μας, όμως δεν εκφράζεται ευθέως. Απλά κάνει την αυτοκριτική, αλλά μένει στις διαπιστώσεις. Είναι δύσκολο να ενεργήσει.
Να το πούμε με θάρρος και χωρίς περιστροφές. Η κρίση στη χώρα μας – οικονομική και όχι μόνο – είναι δικό μας πρόβλημα. Εμείς το δημιουργήσαμε, εμείς θα πρωταγωνιστήσουμε για την επίλυσή του. Σε πρώτο στάδιο ας αφήσουμε το «πολιτικό κόστος» και την σκοπιμότητα να διατρέχει όλα τα επίπεδα διοίκησης, τόσο της Κεντρικής, όσο και της Περιφερειακής και Τοπικής.
Δεν χρειάζεται ισχυρή μνήμη να θυμηθούμε, τα αρχεία υπάρχουν, ότι «μιλούσαμε» ως χώρα για την αναγκαία μείωση του δημόσιου τομέα (1987), τη μείωση της σπατάλης, της φοροδιαφυγής, της ιδιωτικοποίησης των ΔΕΚΟ (1991), τη δημοσιονομική πειθαρχία (για την είσοδο στην ΟΝΕ), αλλά και την ευθύνη μας για το περιβάλλον, όπως το κλείσιμο χωματερών και τόσα άλλα.
Οφείλουμε να ανασκουμπωθούμε. Να αναλάβουμε τις ευθύνες μας και κυρίως απέναντι των Ελλήνων και της Ευρώπης. Να μπούμε σε τήρηση κανόνων, πειθαρχημένου και αποτελεσματικού λόγου και ενεργειών απέναντι στους συνέλληνες και στην Ευρώπη σ’ ένα ανταγωνιστικό παγκόσμιο τοπίο.
Τα δύσκολα χρόνια που πέρασε και εξακολουθεί να περνάει η χώρα μας προκάλεσαν αρχικά προβληματισμό και θυμό απέναντι στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Αποδείχθηκε όμως η στενή σχέση που έχουμε πλέον με τα κράτη – μέλη, παρά τα όποια λάθη, αφού μας έχουν στηρίξει και με δανεισμό και εγγύηση σταθερότητας από την Ε.Ε.
Η Ελλάδα λοιπόν εξαρτάται δραματικά από την Ευρώπη. Γι’ αυτό πρέπει να είναι παρούσα στις εξελίξεις και στο διάλογο, αφού προσδιορίσει με σαφήνεια και θάρρος τις νέες πολιτικές και τα οράματά της για την Ευρώπη.
Η καθημερινότητά μας, το παρόν και το μέλλον εξαρτώνται από τη νομοθεσία και τους κανονισμούς της Ε.Ε. Αυτή είναι μια πραγματικότητα την οποία δεν μπορούμε να παραβλέψουμε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η Γνώμη Κιλκίς- Παιονίας διευκρινίζει στους αναγνώστες της ότι θεωρεί αυτονόητο το δικαίωμα του σχολιασμού και της κριτικής έκφρασης, όταν αυτό φυσικά δεν στοχεύει στην απαξίωση, στην ύβρη και στην προσβολή ατόμων και θεσμών.
Το αναγνωστικό κοινό θα πρέπει να γνωρίζει ότι η Γνώμη, επιδιώκοντας μια υγιή και αμφίδρομη επικοινωνία, δεν δημοσιεύει ανυπόγραφα σχόλια, αλλά ούτε και σχόλια ρατσιστικού, προσβλητικού και υβριστικού περιεχομένου.
Τα ενυπόγραφα άρθρα τέλος, εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας.