"Ξεκινώντας θα ήθελα να θέσω το πολιτικό και κοινωνικό υπόβαθρο εκείνης της περιόδου. Ο Ποντιακός, λοιπόν, Ελληνισμός βρέθηκε στη δίνη και γνώρισε τις συνέπειες της διαμόρφωσης της ανάπτυξης των εθνικών αστικών κρατών των νότιων Σλάβων, των Αρμενίων, των Αράβων, των Τούρκων, σε συνθήκες ιστορικής αποσύνθεσης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, που γινόταν βεβαίως κάτω από την άμεση επέμβαση των ισχυρών καπιταλιστικών κρατών της Ευρώπης και τότε.
Στο πλαίσιο αυτό και στη διαδικασία διαμόρφωσης έθνους-κράτους από την τουρκική αστική τάξη υπήρξαν άμεσες καταστροφικές συνέπειες και διωγμοί των εθνικών μειονοτήτων και φυσικά της ελληνικής ποντιακής μειονότητας και των άλλων πληθυσμών στη Θράκη και τη Μικρά Ασία.
Οι συνέπειες αυτών των διωγμών δεν ήταν ίδιες για όλους και για όλες. Τα πλήγματα, τους διωγμούς τούς σήκωσαν οι άνθρωποι του λαού, οι εργάτες, οι αγρότες, η φτωχολογιά της υπαίθρου και των πόλεων, καθώς χρησιμοποιήθηκαν ερήμην τους για άλλους σκοπούς.
Οι Έλληνες και οι Ελληνίδες του Πόντου δεν είχαν απέναντί τους γενικά και αφηρημένα Τούρκους εξαγριωμένους, αλλά πριν από όλα την τουρκική αστική τάξη, που με το αιματοκύλισμα ήθελε να βγάλει από τη μέση το ανταγωνιστικό γι’ αυτήν ελληνικό κεφάλαιο.
Απέναντί τους είχαν και την ελληνική αστική τάξη που χρησιμοποίησε τους πληθυσμούς του Πόντου ως αντιπερισπασμό και ως χαρτί πίεσης για να διασώσει ένα όσο γίνεται μεγαλύτερο κομμάτι της πίτας, εγκαταλείποντάς τους τελικά στην τύχη τους.
Το αποτέλεσμα των πολιτικών αυτών των αστικών τάξεων και των δύο χωρών είναι γνωστό. Εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι χάθηκαν και περίπου ενάμισι εκατομμύριο ψυχές πήραν το δρόμο της προσφυγιάς. Οι Πόντιοι που επαναπατρίστηκαν, τελικά εγκαταστάθηκαν από τις ελληνικές αρχές κυρίως σε περιοχές της Βόρειας Ελλάδας, οι οποίες σε πολλές περιπτώσεις απεδείχθησαν οικονομικά ακατάλληλες για τη συντήρησή τους. Τα κριτήρια ωστόσο της εγκατάστασης δεν ήταν ανθρωπιστικά αλλά πολιτικά, αφού εστάλησαν σε μέρη που κρίθηκε αναγκαίο από την τότε πολιτική ηγεσία. Υπάρχει και σχετική αλληλογραφία, γι’ αυτό και δεν αναφέρομαι, ώστε να μη φάω χρόνο.
Οι συνέπειες του τρόπου με τον οποίο μεταχειρίστηκαν οι αστικές κυβερνήσεις τις προσφυγικές μάζες, άφησαν πίσω τους χρόνια προβλήματα, πολλά από τα οποία διαιωνίζονται ως τις μέρες μας. Η προσφυγική αποκατάσταση υπήρξε μία μακρόχρονη τμηματική διαδικασία, η οποία για πολλούς πρόσφυγες θα διαρκούσε ακόμα και μία δεκαετία μετά την άφιξή τους στις ελληνικές ακτές. Στην παράταση βέβαια της χρονικής διάρκειας της διαδικασίας αποκατάστασης συνέβαλαν και οι συνεχείς μετακινήσεις των προσφύγων, ιδιαίτερα τα πρώτα χρόνια, για να βρουν κατάλληλο τόπο για την εγκατάστασή τους.
Η οικονομική κατάσταση των προσφυγικών μαζών και οι συνθήκες διαβίωσης υπήρξαν άθλιες. Παράλληλα οι επιθέσεις εναντίον του προσφυγικού στοιχείου δεν περιορίστηκαν απλά σε φραστικές, αλλά σε πολλές περιπτώσεις έλαβαν και τη μορφή της φυσικής βίας. «Ονομάζονται λεφούσι, χαρακτηρίζονται Τούρκοι και απειλούνται με εξόντωσην» γράφει η ΑΚΡΟΠΟΛΗ της εποχής.
Είναι πραγματικά αποκαλυπτική η στάση των λεγόμενων «πατριωτών» και «εθνικοφρόνων» της εποχής εκείνης έναντι των προσφύγων, ενώ αποκτά ακόμα μεγαλύτερη σημασία, αν αναλογιστεί κανείς την προσπάθεια που πραγματοποιεί ο ίδιος ιδεολογικός πολιτικός χώρος σήμερα για να καπηλευθεί την ψήφο του Ποντιακού Ελληνισμού.
Οι κομμουνιστές έδωσαν και τότε μια τιτάνια μάχη καταγγέλλοντας τις διαχωριστικές γραμμές που ήθελε να επιβάλλει ο αστικός κόσμος μεταξύ των προσφύγων και γηγενών εργαζομένων σε μια λογική του «διαίρει και βασίλευε». Η Ελλάδα δεν διαιρείται σε ντόπιους και πρόσφυγες, η Ελλάδα διαιρείται σε πλούσιους και φτωχούς, σε ανθρώπους που δεν δουλεύουν και ζουν και σε ανθρώπους που ολημερίς και ολονυκτίς δουλεύουν και μπορούν να ζήσουν.
Ο καθένας πρέπει να διαλέξει μεταξύ του πλούσιου πρόσφυγα που συνδυάζεται με τον πλούσιο ντόπιο και του φτωχού πρόσφυγα που σύντροφό του θα έχει το φτωχό ντόπιο εργάτη ή αγρότη. Αυτά τα γράφει ο ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ στις 7 Σεπτέμβρη του 1929. Ίδια ταξική πολιτική και αντιμετώπιση και τότε και τώρα.
Σήμερα θεωρούμε ότι η πολιτιστική και πνευματική δραστηριότητα των Ποντίων, όλων των γενεών, πρέπει να αναδειχθεί και να στηριχθεί από το ελληνικό κράτος. Αυτό αφορά βέβαια και την κρατική πολιτιστική πολιτική, αλλά και το σύστημα της Παιδείας.
Το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδος όλα αυτά τα χρόνια στήριζε -και στηρίζει και σήμερα- κάθε δίκαιη διεκδίκηση του οργανωμένου Ποντιακού κινήματος, όπως και όλες τις διεκδικήσεις του λαού που έρχονται σε αντίθεση με τις επιλογές της Κυβέρνησης και της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Δεν παρασυρόμαστε από παχιά λόγια συμπαράστασης και από υποσχέσεις που δεν έχουν κανένα αντίκρισμα στην προώθηση και ανάδειξη των πραγματικών προβλημάτων και διεκδικήσεων του Ποντιακού Ελληνισμού.
Στα πλαίσια αυτά, απαιτούμε, ως άμεσο βήμα αποκατάστασης της κατάφορης αδικίας σε βάρος των υπερηλίκων ανασφάλιστων ομογενών από τις χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, την απόσυρση των επίμαχων διατάξεων του ν. 4093/2012, που αφορά περίπου σαράντα χιλιάδες συνταξιούχους των 360 ευρώ, τους οποίους αφήνει απροστάτευτους –αυτούς τους σαράντα χιλιάδες γέροντες- χωρίς πόρους διαβίωσης και τους οδηγεί σε κοινωνική, οικονομική και βιολογική εξόντωση.
Τι έχει να πει επ’ αυτού η Κυβέρνηση;
Σήμερα, σε μία περίοδο που γίνεται πάλι επίκληση στο εθνικό συναίσθημα και συμφέρον, ο λαός μας πρέπει να αξιοποιήσει την ιστορική μνήμη, ώστε να δει τι κρύβεται πίσω από την εθνικιστική ρητορική, πίσω από την προσπάθεια διαιώνισης του εθνικιστικού μίσους.
Πολλά πράγματα έχουν αλλάξει. Ωστόσο, παραμένει, ανάμεσα στα άλλα, ο βασικός κίνδυνος για τους λαούς: Η πολιτική των διακρατικών ιμπεριαλιστικών ενώσεων, όπως είναι το ΝΑΤΟ και η Ευρωπαϊκή Ένωση, που στις μέρες μας προετοιμάζουν και νέα σφαγή στην περιοχή, μέσω της συνολικής επίθεσης κατά της Συρίας. Αυτή η αρνητική εξέλιξη ενέχει τον κίνδυνο και της γενικότερης ανάφλεξης στην ευρύτερη περιοχή.
Γι’ αυτό, καλούμε τον ελληνικό λαό να καταδικάσει και να απαιτήσει την άμεση απεμπλοκή της Ελλάδας από τους σχεδιασμούς αυτούς.
Από το Βήμα αυτό δηλώνουμε ότι είμαστε στο πλευρό των Ποντιακών οργανώσεων και συλλόγων στην προσπάθεια που κάνουν για τη διεθνή αναγνώριση της γενοκτονίας του Ποντιακού Ελληνισμού."
Στο πλαίσιο αυτό και στη διαδικασία διαμόρφωσης έθνους-κράτους από την τουρκική αστική τάξη υπήρξαν άμεσες καταστροφικές συνέπειες και διωγμοί των εθνικών μειονοτήτων και φυσικά της ελληνικής ποντιακής μειονότητας και των άλλων πληθυσμών στη Θράκη και τη Μικρά Ασία.
Οι συνέπειες αυτών των διωγμών δεν ήταν ίδιες για όλους και για όλες. Τα πλήγματα, τους διωγμούς τούς σήκωσαν οι άνθρωποι του λαού, οι εργάτες, οι αγρότες, η φτωχολογιά της υπαίθρου και των πόλεων, καθώς χρησιμοποιήθηκαν ερήμην τους για άλλους σκοπούς.
Οι Έλληνες και οι Ελληνίδες του Πόντου δεν είχαν απέναντί τους γενικά και αφηρημένα Τούρκους εξαγριωμένους, αλλά πριν από όλα την τουρκική αστική τάξη, που με το αιματοκύλισμα ήθελε να βγάλει από τη μέση το ανταγωνιστικό γι’ αυτήν ελληνικό κεφάλαιο.
Απέναντί τους είχαν και την ελληνική αστική τάξη που χρησιμοποίησε τους πληθυσμούς του Πόντου ως αντιπερισπασμό και ως χαρτί πίεσης για να διασώσει ένα όσο γίνεται μεγαλύτερο κομμάτι της πίτας, εγκαταλείποντάς τους τελικά στην τύχη τους.
Το αποτέλεσμα των πολιτικών αυτών των αστικών τάξεων και των δύο χωρών είναι γνωστό. Εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι χάθηκαν και περίπου ενάμισι εκατομμύριο ψυχές πήραν το δρόμο της προσφυγιάς. Οι Πόντιοι που επαναπατρίστηκαν, τελικά εγκαταστάθηκαν από τις ελληνικές αρχές κυρίως σε περιοχές της Βόρειας Ελλάδας, οι οποίες σε πολλές περιπτώσεις απεδείχθησαν οικονομικά ακατάλληλες για τη συντήρησή τους. Τα κριτήρια ωστόσο της εγκατάστασης δεν ήταν ανθρωπιστικά αλλά πολιτικά, αφού εστάλησαν σε μέρη που κρίθηκε αναγκαίο από την τότε πολιτική ηγεσία. Υπάρχει και σχετική αλληλογραφία, γι’ αυτό και δεν αναφέρομαι, ώστε να μη φάω χρόνο.
Οι συνέπειες του τρόπου με τον οποίο μεταχειρίστηκαν οι αστικές κυβερνήσεις τις προσφυγικές μάζες, άφησαν πίσω τους χρόνια προβλήματα, πολλά από τα οποία διαιωνίζονται ως τις μέρες μας. Η προσφυγική αποκατάσταση υπήρξε μία μακρόχρονη τμηματική διαδικασία, η οποία για πολλούς πρόσφυγες θα διαρκούσε ακόμα και μία δεκαετία μετά την άφιξή τους στις ελληνικές ακτές. Στην παράταση βέβαια της χρονικής διάρκειας της διαδικασίας αποκατάστασης συνέβαλαν και οι συνεχείς μετακινήσεις των προσφύγων, ιδιαίτερα τα πρώτα χρόνια, για να βρουν κατάλληλο τόπο για την εγκατάστασή τους.
Η οικονομική κατάσταση των προσφυγικών μαζών και οι συνθήκες διαβίωσης υπήρξαν άθλιες. Παράλληλα οι επιθέσεις εναντίον του προσφυγικού στοιχείου δεν περιορίστηκαν απλά σε φραστικές, αλλά σε πολλές περιπτώσεις έλαβαν και τη μορφή της φυσικής βίας. «Ονομάζονται λεφούσι, χαρακτηρίζονται Τούρκοι και απειλούνται με εξόντωσην» γράφει η ΑΚΡΟΠΟΛΗ της εποχής.
Είναι πραγματικά αποκαλυπτική η στάση των λεγόμενων «πατριωτών» και «εθνικοφρόνων» της εποχής εκείνης έναντι των προσφύγων, ενώ αποκτά ακόμα μεγαλύτερη σημασία, αν αναλογιστεί κανείς την προσπάθεια που πραγματοποιεί ο ίδιος ιδεολογικός πολιτικός χώρος σήμερα για να καπηλευθεί την ψήφο του Ποντιακού Ελληνισμού.
Οι κομμουνιστές έδωσαν και τότε μια τιτάνια μάχη καταγγέλλοντας τις διαχωριστικές γραμμές που ήθελε να επιβάλλει ο αστικός κόσμος μεταξύ των προσφύγων και γηγενών εργαζομένων σε μια λογική του «διαίρει και βασίλευε». Η Ελλάδα δεν διαιρείται σε ντόπιους και πρόσφυγες, η Ελλάδα διαιρείται σε πλούσιους και φτωχούς, σε ανθρώπους που δεν δουλεύουν και ζουν και σε ανθρώπους που ολημερίς και ολονυκτίς δουλεύουν και μπορούν να ζήσουν.
Ο καθένας πρέπει να διαλέξει μεταξύ του πλούσιου πρόσφυγα που συνδυάζεται με τον πλούσιο ντόπιο και του φτωχού πρόσφυγα που σύντροφό του θα έχει το φτωχό ντόπιο εργάτη ή αγρότη. Αυτά τα γράφει ο ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ στις 7 Σεπτέμβρη του 1929. Ίδια ταξική πολιτική και αντιμετώπιση και τότε και τώρα.
Σήμερα θεωρούμε ότι η πολιτιστική και πνευματική δραστηριότητα των Ποντίων, όλων των γενεών, πρέπει να αναδειχθεί και να στηριχθεί από το ελληνικό κράτος. Αυτό αφορά βέβαια και την κρατική πολιτιστική πολιτική, αλλά και το σύστημα της Παιδείας.
Το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδος όλα αυτά τα χρόνια στήριζε -και στηρίζει και σήμερα- κάθε δίκαιη διεκδίκηση του οργανωμένου Ποντιακού κινήματος, όπως και όλες τις διεκδικήσεις του λαού που έρχονται σε αντίθεση με τις επιλογές της Κυβέρνησης και της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Δεν παρασυρόμαστε από παχιά λόγια συμπαράστασης και από υποσχέσεις που δεν έχουν κανένα αντίκρισμα στην προώθηση και ανάδειξη των πραγματικών προβλημάτων και διεκδικήσεων του Ποντιακού Ελληνισμού.
Στα πλαίσια αυτά, απαιτούμε, ως άμεσο βήμα αποκατάστασης της κατάφορης αδικίας σε βάρος των υπερηλίκων ανασφάλιστων ομογενών από τις χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, την απόσυρση των επίμαχων διατάξεων του ν. 4093/2012, που αφορά περίπου σαράντα χιλιάδες συνταξιούχους των 360 ευρώ, τους οποίους αφήνει απροστάτευτους –αυτούς τους σαράντα χιλιάδες γέροντες- χωρίς πόρους διαβίωσης και τους οδηγεί σε κοινωνική, οικονομική και βιολογική εξόντωση.
Τι έχει να πει επ’ αυτού η Κυβέρνηση;
Σήμερα, σε μία περίοδο που γίνεται πάλι επίκληση στο εθνικό συναίσθημα και συμφέρον, ο λαός μας πρέπει να αξιοποιήσει την ιστορική μνήμη, ώστε να δει τι κρύβεται πίσω από την εθνικιστική ρητορική, πίσω από την προσπάθεια διαιώνισης του εθνικιστικού μίσους.
Πολλά πράγματα έχουν αλλάξει. Ωστόσο, παραμένει, ανάμεσα στα άλλα, ο βασικός κίνδυνος για τους λαούς: Η πολιτική των διακρατικών ιμπεριαλιστικών ενώσεων, όπως είναι το ΝΑΤΟ και η Ευρωπαϊκή Ένωση, που στις μέρες μας προετοιμάζουν και νέα σφαγή στην περιοχή, μέσω της συνολικής επίθεσης κατά της Συρίας. Αυτή η αρνητική εξέλιξη ενέχει τον κίνδυνο και της γενικότερης ανάφλεξης στην ευρύτερη περιοχή.
Γι’ αυτό, καλούμε τον ελληνικό λαό να καταδικάσει και να απαιτήσει την άμεση απεμπλοκή της Ελλάδας από τους σχεδιασμούς αυτούς.
Από το Βήμα αυτό δηλώνουμε ότι είμαστε στο πλευρό των Ποντιακών οργανώσεων και συλλόγων στην προσπάθεια που κάνουν για τη διεθνή αναγνώριση της γενοκτονίας του Ποντιακού Ελληνισμού."
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η Γνώμη Κιλκίς- Παιονίας διευκρινίζει στους αναγνώστες της ότι θεωρεί αυτονόητο το δικαίωμα του σχολιασμού και της κριτικής έκφρασης, όταν αυτό φυσικά δεν στοχεύει στην απαξίωση, στην ύβρη και στην προσβολή ατόμων και θεσμών.
Το αναγνωστικό κοινό θα πρέπει να γνωρίζει ότι η Γνώμη, επιδιώκοντας μια υγιή και αμφίδρομη επικοινωνία, δεν δημοσιεύει ανυπόγραφα σχόλια, αλλά ούτε και σχόλια ρατσιστικού, προσβλητικού και υβριστικού περιεχομένου.
Τα ενυπόγραφα άρθρα τέλος, εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας.