Γράφει ο Όμηρος Ταχμαζίδης
Η αδυναμία: Και όμως ήταν αναμενόμενο. Το αυταρχικό νεοφιλελεύθερο συνονθύλευμα, το οποίο κυριολεκτικώς «έχει κάτσει στο σβέρκο» της κοινωνίας, θα στρεφόταν κάποια στιγμή ανοικτά και απροσχημάτιστα εναντίον των εργατικών συνδικάτων: ο καιρός είναι κατάλληλος – οι συνδικαλιστές υποχείρια των κομματικών μηχανισμών αδυνατούν να αντιδράσουν.
Ο λόγος τους καταγγέλλει, αλλά δεν αναγγέλλει νέες προοπτικές για τις εργατικές οργανώσεις και κατ΄ επέκταση για τη χώρα: χωρίς επαρκές συνδικαλιστικό κίνημα είναι αδιανόητη η λειτουργία ενός ισχυρού δημοκρατικού πολιτεύματος – ο χαρακτηρισμός των συνδικάτων ως πυλώνα της δημοκρατίας δεν είναι λεκτικό σχήμα, αλλά αφορά στην ουσία των πραγμάτων.
Πίσω στον αυταρχισμό: Η κυβέρνηση του Αντώνη Σαμαρά έδειξε το αυταρχικό και αντιδημοκρατικό της πρόσωπο ανακοινώνοντας τις προθέσεις της για το μέλλον του θεσμού των συνδικάτων: πίσω στις προ του 1264/82 συνθήκες – πιο πίσω, λοιπόν, από τον «εκδημοκρατισμό του συνδικαλιστικού κινήματος και την κατοχύρωση των συνδικαλιστικών ελευθεριών των εργαζομένων».
Τώρα κάποιοι «σκέφτονται φωναχτά» δημοσίως για να σπείρουν τη σύγχυση στην κοινωνία και να βολιδοσκοπήσουν προθέσεις και αντιστάσεις: επιθυμία τους δεν είναι η απλή ισοπέδωση των οργανωτικών υπολειμμάτων του συνδικαλιστικού κινήματος, αλλά θέλουν να επιφέρουν καίριο πλήγμα στο θεσμικό πλαίσιο που διέπει τη λειτουργία των συνδικάτων και την συνεπακόλουθη αποδυνάμωση τους σε βάθος δεκαετιών – τούτες οι «σκέψεις» αναβιώνουν εικόνες από το αυταρχικό κλίμα της πρώτης μετεμφυλιακής περιόδου.
Επαναλαμβάνω ότι οι «φωναχτές σκέψεις» δεν αφορούν μια πρόσκαιρη εκδοχή του αντισυνδικαλιστικού μένους της πολιτικής εξουσίας: από καιρό οι διανοούμενοι του καθεστώτος έχουν εξαπολύσει μια άνευ προηγουμένου επιχείρηση κατασυκοφάντησης του ανύπαρκτου και αδύναμου συνδικαλιστικού κινήματος – το έδαφος προλειαίνεται διαρκώς για να καταστρατηγηθούν και σε αυτόν τον τομέα συνταγματικώς κατοχυρωμένα δικαιώματα.
Έχω διατυπώσει επανειλημμένως τις θέσεις μου για το ρόλο και τη θέση των συνδικάτων σε μια «ισχυρή δημοκρατία» : σχετικώς πρόσφατο είναι και το άρθρο μου Η κατάσταση των πραγμάτων και η άβυσσος του ελληνικού αδιεξόδου, το οποίο αναρτήθηκε στο Διαδίκτυο – εκεί σε μια κριτική μου σε ένα άρθρο του Θάνου Βερέμη, το οποίο είχε δημοσιευτεί στη δημοσιογραφική ναυαρχίδα του πολιτικού συντηρητισμού, την εφημερίδα «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ», αναφέρομαι στο «αντισυνδικαλιστικό στερεότυπο» και στην κατάσταση αυθύπνωσης στην οποία ευρίσκεται ο πανεπιστημιακός.
Παραπέμπω και υπενθυμίζω: Ο Θάνος Βερέμης σε «κατάσταση αυθύπνωσης ενθυμείται να κατακεραυνώσει, γενικώς και αορίστως, τους συνδικαλιστές, όπως κάνουν και τόσοι άλλοι, αποσιωπώντας μια βασική αλήθεια: τα πράγματα θα είχαν πιθανώς άλλη έκβαση εάν υπήρχε στη χώρα μας ένα συνδικαλιστικό κίνημα διαφορετικώς δομημένο».
Οι εμμονές: Αλλά στην «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ» φαίνεται ότι έχουν τις ιδεοληψίες και τις εμμονές τους αναφορικώς με τα συνδικάτα: ένας άλλος τακτικός συνεργάτης της ο νεοφιλελεύθερος δημοσιογράφος Πάσχος Μανδραβέλης στο φύλλο της Κυριακής 10 Φεβρουαρίου 2013 παραδίδει μαθήματα «επαναστατικότητας» με το άρθρο του «Η επανάσταση που χρειαζόμαστε» και προσδιορίζει την επανάσταση ως «μια μέρα κανονικότητας» - στη συνέχεια ακολουθεί η κοινοτοπία και το στερεότυπο: «όταν δούμε κάποιο πρωτοβάθμιο σωματείο να μη νεκρώνει το κέντρο της Αθήνας, αλλά τους εκατό νοματαίους του να διαδηλώνουν στο πεζοδρόμιο, ή βρίσκοντας άλλους – πιο ευφάνταστους- τρόπους να διασφαλίσουν τα αιτήματα τους».
Γίνομαι και εγώ πεζός και επιλέγω με τη σειρά μου την κοινοτοπία ως επιχείρημα: τι θα έλεγε ο Πάσχος Μανδραβέλλης, εάν επιμέναμε στην άκρως επαναστατική πράξη να πληρώνουν οι εργοδότες τα νόμιμα και συμφωνημένα στους εργαζόμενους και να τηρούν την όποια εργατική νομοθεσία – δεν υπήρξε και δεν υπάρχει εργοδότης στην Ελλάδα που δεν καταπατά την εργατική νομοθεσία, ακόμη και αυτήν την κατακρεουργημένη μετά τα μέτρα των μνημονίων. Τούτο μεταφράζεται συν τοις άλλοις σε φοροδιαφυγή, εισφοροδιαφυγή, κακές συνθήκες εργασίας: ο κατάλογος μπορεί να συνεχισθεί, αλλά από ένα σημείο και μετά παίρνει χαρακτηριστικά μυθιστορηματικής αφήγησης – η αποτυχία της οικονομικής πολιτικής προδικάζεται από την έλλειψη φαντασίας των πρωταγωνιστών της΄ χρειάζεται μεγάλη φαντασία για να συλλάβει κάποιος την ευρηματικότητα σε θέματα παραβατικότητα της ελληνικής εργοδοσίας. Δε βασίζομαι σε κάποια έρευνα πεδίου, αλλά στην τριβή μου με το αντικείμενο για πάνω από είκοσι χρόνια.
Το αντίβαρο: Το συνδικάτα θα ημπορούσαν να λειτουργήσουν ως αντίβαρο: η περίφημη ρήση ότι οι «συνδικαλιστικές κλείνουν τα εργοστάσια» εμπεριέχει τη δυνατότητα μιας δεύτερης ανάγνωσης – όσοι επιχειρηματίες δεν αντέχουν στον ανταγωνισμό με κανόνες πρέπει να κλείνουν. Ούτως εάν τα συνδικάτα είχαν τη δύναμη να κλείνουν μεμονωμένους καιροσκόπους επιχειρηματίες και να αντιδρούν αποτελεσματικώς απέναντι στους πολιτικούς πάτρωνες τους, πιθανώς δε θα ευρισκόταν σήμερα ολόκληρη η κοινωνία στα όρια της διάλυσης: τα ανεξάρτητα συνδικάτα είναι αυτή τη στιγμή το μόνο αντίβαρο απέναντι στην ασυδοσία και τη διαφθορά – δεν είναι τυχαίο ότι η ποικιλότροπη εξαγορά των συνδικαλιστών προηγήθηκε της διαφθοράς, λειτούργησε δηλαδή ως στοιχείο «ηθικής» προπαιδείας στην παραβατικότητα.
Το αίτημα: Το δυστύχημα για την ελληνική κοινωνία είναι ότι δεν κατόρθωσε να υπερβεί θετικώς τις διατάξεις του 1264/82, ο οποίος υπήρξε στην εποχή του μια δημοκρατική κατάκτηση: η δημοκρατία, όμως, δεν είναι στατική μορφή πολιτεύματος, διαμορφώνεται διαρκώς – έτσι αυτό που δεν έκαναν οι «προοδευτικοί» προς τα «εμπρός», το επιχειρούν οι « νεοφιλελεύθεροι συντηρητικοί» προς την αντίθετη κατεύθυνση. Πρόσω ολοταχώς στο … «παρελθόν».
Η αδυναμία: Και όμως ήταν αναμενόμενο. Το αυταρχικό νεοφιλελεύθερο συνονθύλευμα, το οποίο κυριολεκτικώς «έχει κάτσει στο σβέρκο» της κοινωνίας, θα στρεφόταν κάποια στιγμή ανοικτά και απροσχημάτιστα εναντίον των εργατικών συνδικάτων: ο καιρός είναι κατάλληλος – οι συνδικαλιστές υποχείρια των κομματικών μηχανισμών αδυνατούν να αντιδράσουν.
Ο λόγος τους καταγγέλλει, αλλά δεν αναγγέλλει νέες προοπτικές για τις εργατικές οργανώσεις και κατ΄ επέκταση για τη χώρα: χωρίς επαρκές συνδικαλιστικό κίνημα είναι αδιανόητη η λειτουργία ενός ισχυρού δημοκρατικού πολιτεύματος – ο χαρακτηρισμός των συνδικάτων ως πυλώνα της δημοκρατίας δεν είναι λεκτικό σχήμα, αλλά αφορά στην ουσία των πραγμάτων.
Πίσω στον αυταρχισμό: Η κυβέρνηση του Αντώνη Σαμαρά έδειξε το αυταρχικό και αντιδημοκρατικό της πρόσωπο ανακοινώνοντας τις προθέσεις της για το μέλλον του θεσμού των συνδικάτων: πίσω στις προ του 1264/82 συνθήκες – πιο πίσω, λοιπόν, από τον «εκδημοκρατισμό του συνδικαλιστικού κινήματος και την κατοχύρωση των συνδικαλιστικών ελευθεριών των εργαζομένων».
Τώρα κάποιοι «σκέφτονται φωναχτά» δημοσίως για να σπείρουν τη σύγχυση στην κοινωνία και να βολιδοσκοπήσουν προθέσεις και αντιστάσεις: επιθυμία τους δεν είναι η απλή ισοπέδωση των οργανωτικών υπολειμμάτων του συνδικαλιστικού κινήματος, αλλά θέλουν να επιφέρουν καίριο πλήγμα στο θεσμικό πλαίσιο που διέπει τη λειτουργία των συνδικάτων και την συνεπακόλουθη αποδυνάμωση τους σε βάθος δεκαετιών – τούτες οι «σκέψεις» αναβιώνουν εικόνες από το αυταρχικό κλίμα της πρώτης μετεμφυλιακής περιόδου.
Επαναλαμβάνω ότι οι «φωναχτές σκέψεις» δεν αφορούν μια πρόσκαιρη εκδοχή του αντισυνδικαλιστικού μένους της πολιτικής εξουσίας: από καιρό οι διανοούμενοι του καθεστώτος έχουν εξαπολύσει μια άνευ προηγουμένου επιχείρηση κατασυκοφάντησης του ανύπαρκτου και αδύναμου συνδικαλιστικού κινήματος – το έδαφος προλειαίνεται διαρκώς για να καταστρατηγηθούν και σε αυτόν τον τομέα συνταγματικώς κατοχυρωμένα δικαιώματα.
Έχω διατυπώσει επανειλημμένως τις θέσεις μου για το ρόλο και τη θέση των συνδικάτων σε μια «ισχυρή δημοκρατία» : σχετικώς πρόσφατο είναι και το άρθρο μου Η κατάσταση των πραγμάτων και η άβυσσος του ελληνικού αδιεξόδου, το οποίο αναρτήθηκε στο Διαδίκτυο – εκεί σε μια κριτική μου σε ένα άρθρο του Θάνου Βερέμη, το οποίο είχε δημοσιευτεί στη δημοσιογραφική ναυαρχίδα του πολιτικού συντηρητισμού, την εφημερίδα «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ», αναφέρομαι στο «αντισυνδικαλιστικό στερεότυπο» και στην κατάσταση αυθύπνωσης στην οποία ευρίσκεται ο πανεπιστημιακός.
Παραπέμπω και υπενθυμίζω: Ο Θάνος Βερέμης σε «κατάσταση αυθύπνωσης ενθυμείται να κατακεραυνώσει, γενικώς και αορίστως, τους συνδικαλιστές, όπως κάνουν και τόσοι άλλοι, αποσιωπώντας μια βασική αλήθεια: τα πράγματα θα είχαν πιθανώς άλλη έκβαση εάν υπήρχε στη χώρα μας ένα συνδικαλιστικό κίνημα διαφορετικώς δομημένο».
Οι εμμονές: Αλλά στην «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ» φαίνεται ότι έχουν τις ιδεοληψίες και τις εμμονές τους αναφορικώς με τα συνδικάτα: ένας άλλος τακτικός συνεργάτης της ο νεοφιλελεύθερος δημοσιογράφος Πάσχος Μανδραβέλης στο φύλλο της Κυριακής 10 Φεβρουαρίου 2013 παραδίδει μαθήματα «επαναστατικότητας» με το άρθρο του «Η επανάσταση που χρειαζόμαστε» και προσδιορίζει την επανάσταση ως «μια μέρα κανονικότητας» - στη συνέχεια ακολουθεί η κοινοτοπία και το στερεότυπο: «όταν δούμε κάποιο πρωτοβάθμιο σωματείο να μη νεκρώνει το κέντρο της Αθήνας, αλλά τους εκατό νοματαίους του να διαδηλώνουν στο πεζοδρόμιο, ή βρίσκοντας άλλους – πιο ευφάνταστους- τρόπους να διασφαλίσουν τα αιτήματα τους».
Γίνομαι και εγώ πεζός και επιλέγω με τη σειρά μου την κοινοτοπία ως επιχείρημα: τι θα έλεγε ο Πάσχος Μανδραβέλλης, εάν επιμέναμε στην άκρως επαναστατική πράξη να πληρώνουν οι εργοδότες τα νόμιμα και συμφωνημένα στους εργαζόμενους και να τηρούν την όποια εργατική νομοθεσία – δεν υπήρξε και δεν υπάρχει εργοδότης στην Ελλάδα που δεν καταπατά την εργατική νομοθεσία, ακόμη και αυτήν την κατακρεουργημένη μετά τα μέτρα των μνημονίων. Τούτο μεταφράζεται συν τοις άλλοις σε φοροδιαφυγή, εισφοροδιαφυγή, κακές συνθήκες εργασίας: ο κατάλογος μπορεί να συνεχισθεί, αλλά από ένα σημείο και μετά παίρνει χαρακτηριστικά μυθιστορηματικής αφήγησης – η αποτυχία της οικονομικής πολιτικής προδικάζεται από την έλλειψη φαντασίας των πρωταγωνιστών της΄ χρειάζεται μεγάλη φαντασία για να συλλάβει κάποιος την ευρηματικότητα σε θέματα παραβατικότητα της ελληνικής εργοδοσίας. Δε βασίζομαι σε κάποια έρευνα πεδίου, αλλά στην τριβή μου με το αντικείμενο για πάνω από είκοσι χρόνια.
Το αντίβαρο: Το συνδικάτα θα ημπορούσαν να λειτουργήσουν ως αντίβαρο: η περίφημη ρήση ότι οι «συνδικαλιστικές κλείνουν τα εργοστάσια» εμπεριέχει τη δυνατότητα μιας δεύτερης ανάγνωσης – όσοι επιχειρηματίες δεν αντέχουν στον ανταγωνισμό με κανόνες πρέπει να κλείνουν. Ούτως εάν τα συνδικάτα είχαν τη δύναμη να κλείνουν μεμονωμένους καιροσκόπους επιχειρηματίες και να αντιδρούν αποτελεσματικώς απέναντι στους πολιτικούς πάτρωνες τους, πιθανώς δε θα ευρισκόταν σήμερα ολόκληρη η κοινωνία στα όρια της διάλυσης: τα ανεξάρτητα συνδικάτα είναι αυτή τη στιγμή το μόνο αντίβαρο απέναντι στην ασυδοσία και τη διαφθορά – δεν είναι τυχαίο ότι η ποικιλότροπη εξαγορά των συνδικαλιστών προηγήθηκε της διαφθοράς, λειτούργησε δηλαδή ως στοιχείο «ηθικής» προπαιδείας στην παραβατικότητα.
Το αίτημα: Το δυστύχημα για την ελληνική κοινωνία είναι ότι δεν κατόρθωσε να υπερβεί θετικώς τις διατάξεις του 1264/82, ο οποίος υπήρξε στην εποχή του μια δημοκρατική κατάκτηση: η δημοκρατία, όμως, δεν είναι στατική μορφή πολιτεύματος, διαμορφώνεται διαρκώς – έτσι αυτό που δεν έκαναν οι «προοδευτικοί» προς τα «εμπρός», το επιχειρούν οι « νεοφιλελεύθεροι συντηρητικοί» προς την αντίθετη κατεύθυνση. Πρόσω ολοταχώς στο … «παρελθόν».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η Γνώμη Κιλκίς- Παιονίας διευκρινίζει στους αναγνώστες της ότι θεωρεί αυτονόητο το δικαίωμα του σχολιασμού και της κριτικής έκφρασης, όταν αυτό φυσικά δεν στοχεύει στην απαξίωση, στην ύβρη και στην προσβολή ατόμων και θεσμών.
Το αναγνωστικό κοινό θα πρέπει να γνωρίζει ότι η Γνώμη, επιδιώκοντας μια υγιή και αμφίδρομη επικοινωνία, δεν δημοσιεύει ανυπόγραφα σχόλια, αλλά ούτε και σχόλια ρατσιστικού, προσβλητικού και υβριστικού περιεχομένου.
Τα ενυπόγραφα άρθρα τέλος, εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας.