"Καθόλου τυχαία μαζί". Κάτω απ αυτόν το τίτλο πραγματοποιείται μια ακόμη ομαδική έκθεση φωτογραφίας από 4 - 27 Οκτωβρίου 2012 στα πλαίσια της διοργάνωσης "Aspects of Balkan Photography" του Φωτογραφικού Κέντρου Θεσσαλονίκης.
Λίγα λόγια για το έργο που παρουσιάζεται στην έκθεση. Ο Αργυρής Λιαπόπουλος προτείνει τη συνεργασία τεχνών και καλλιτεχνών για την ιδιαίτερη απόλαυση και εμβάθυνση του εικαστικού έργου, για μια πιο σύνθετη αντιμετώπισή του, για μια περεταίρω ενασχόληση με αυτό, πέραν της γρήγορης επιφανειακής ανάγνωσης.
Τα φωτογραφικά του έργα παραδίδει σε έναν γνωστό συγγραφέα (τον Δημήτρη Δημητριάδη), με τη μορφή λευκής σελίδας με φωτογραφία επάνω της, και ο δεύτερος ( ο συγγραφέας) εμπνεόμενος από την εικόνα, προσθέτει επ αυτής με ελεύθερη γραφή το δικό του κείμενο, καθόλου μονοδιάστατα, αφού ταυτόχρονα το αντιμετωπίζει και σαν κείμενο, και σαν χρώμα, σαν ζωγραφική, σαν ένα επί πλέον οπτικό έγχρωμο σχόλιο στην ασπρόμαυρη εικόνα. Η σε βάθος χρόνου σχέση του φωτογράφου με το λογοτεχνικό έργο και του λογοτέχνη με τις κρυμμένες σε μια φωτογραφία συνειδησιακές πληροφορίες είναι μια δυνατότητα διεύρυνσης εκατέρωθεν της δημιουργίας.
Ο Boris Kramaric επαναφέρει στο προσκήνιο το θέμα των οικονομικών μεταναστών, το τι αφήνουν πίσω, το που πηγαίνουν και πως ζουν εκεί. Μας παρουσιάζει με αυθεντικές φωτογραφίες εποχής την ιστορία μιας κροατικής οικογενείας, της δικής του οικογενείας, που αποφασίζει να αφήσει το σπίτι της στην επαρχία και να μετακομίσει για εργασία σε κάποια βιομηχανική ζώνη της Γερμανίας. Όπως για πολλές άλλες, χιλιάδες, οικογένειες από χώρες της νότιας Ευρώπης (ανάμεσα τους και η Ελλάδα) η μετανάστευση με την προοπτική μιας πιο άνετης οικονομικά ζωής, που δεν σημαίνει υποχρεωτικά και καλλίτερης, αφήνει ένα κενό, που σαν παλιά ξεθωριασμένη φωτογραφία πληγώνει.
Η Dubravka Lazic ασχολείται με τις σκιές. Με παλιές φωτογραφικές τεχνικές δημιουργεί μοναδικές μη επαναλήψημες εικόνες ικανές να μας αποκαλύψουν το τι μπορεί να κρύβεται στις ηλεκτρισμένες από την ένταση της κατανάλωσης, σκιές μας. Η σκιά μας αποκαλύπτει, η σκιά προειδοποιεί, η σκιά δημιουργεί πρωτότυπες εικόνες, όλο ένταση.
Η Elcin Acun τρώει στην φωτογραφική κυριολεξία και με τη βοήθεια της τεχνικής (μεταφορικά) τα σωθικά της, με μια σειρά αυτοπορτρέτων της που αμφισβητούν την φωτογραφική αλήθεια του ντοκουμέντου. Αφού εξαφανίσει φωτορεαλιστικά όλα τα στοιχεία της θηλυκότητάς της, αναρωτιέται Είμαι ερωτική;
Με βάση το σώμα της και αφού το συντρίβει απαλείφοντας του όλα τα ξεχωριστά χαρακτηριστικά του, με την εξαφάνιση της ιδιαίτερης γυναικείας ομορφιάς της, θέτει άμεσα θέμα για τη θέση ή την εικόνα της γυναίκας στην κοινωνία των ανδρών. Με αυτόν τον ιδιαίτερο τρόπο, αναρωτιέται/διαμαρτύρεται για την ουσία της θέσης της γυναίκας στα καθορισμένα, από ποιες άραγε εξουσίες, όρια περί ομορφιάς, περί δόμησης του σώματος της. Ανθίσταται στα χαρακτηριστικά που επιβάλουν τα περιοδικά ευρείας κυκλοφορίας για μια γυναίκα αντικείμενο, για τη γυναίκα γρανάζι της κατανάλωσης και κυρίως για τη γυναίκα αντικείμενο ερωτικού πόθου, για τη γυναίκα κοινό υποκείμενο πορνογραφικής σχέσης.
Το με ποιο δικαίωμα καταστρέφει την κοινή αίσθηση για το πώς πρέπει να είναι το γυναικείο σώμα, ας μείνει σαν ερωτηματικό.
Ο Murat Han Εr σκεπάζει τους ανθρώπους του με γάζες και έμπλαστρα. Δεν βλέπουμε καθόλου επιδερμίδα. Κάθε στοιχείο της προσωπικότητας του μοντέλου χάνεται κάτω από αυτές. Όλοι μας μοιάζουμε να έχουμε υποστεί γενική εγχείρηση , να υπάρχουμε σαν λίγο μετά από κάποιο ατύχημα ή δυστύχημα. Το ίδιο συμβαίνει και στο λευκό περιβάλλον μας, αφού οι ταινίες που το σκεπάζουν προεκτείνονται με κάποιον τρόπο από εμάς προς αυτό, στερώντας κάθε δυνατότητα χαρακτηρισμού του. Είμαστε πληγωμένοι, το ίδιο συμβαίνει και με τον χώρο γύρω μας.
Ο τίτλος, όμως, της σειράς αυτής είναι Μέσα Τραύμα ‘Inner Hurt’ , που σημαίνει ότι ο δημιουργός αυτών των φωτογραφιών ζητά να μην μείνουμε σε αυτή την πρώτη ανάγνωση. Ζητά στην υπόθεση Τραύμα να διαβάσουμε τις σκέψεις, τη θλίψη, την πλήξη, την κατάρρευση των μέσα μας αξιών.
Αυτό που συμβαίνει στην εικόνα μας είναι πολύ λιγότερο από ότι συμβαίνει μέσα μας, στην ψυχή, στο μυαλό, στη συνείδηση, την ηθική μας, στους αγώνες μας για τη ζωή ή όχι. Το Μέσα Τραύμα τελικά, είναι το σημαντικότερο απ ότι βλέπουμε. Τα έμπλαστρα είναι απλώς το ενδιάμεσο, ας μην μένουμε σε αυτά.
Αντρέας Σκρέλη Ένα ταξίδι στην πατρίδα, την Αλβανία. Ο φωτογράφος που ζει χρόνια τώρα στην Ελλάδα, επιστρέφει στη γενέτειρα, σαν φωτογράφος, και τι πιο φυσικό, σαν ένας σχεδόν κινηματογραφιστής με την κάμερα στο on συνεχώς, καταγράφει τη διαδρομή. Εκπαιδευμένος στη δυτική άποψη για την σύνθεση, το πώς αντιμετωπίζουμε το τοπίο, την ελλειπτική θέση του ανθρώπου σε αυτό, τη φωτογραφία δρόμου και την φωτογραφία των περιοδικών, δημιουργεί την δική του ταινία της επιστροφής, με άρτιες εικόνες, λίγο εντός και λίγο εκτός. Η ευαισθησία απέναντι στην άρρηκτη σχέση του ανθρώπου με τη φύση θεωρείται δεδομένη. Η Αλβανία σήμερα δε μπορεί παρά να είναι οι εικόνες της δικής του επιστροφής και όχι τα καινούργια αγάλματα ή οι πλατείες, τα νέα κτήρια και οι λεωφόροι.
Η Derya Kilic χρησιμοποιεί την ιστορία της τέχνης, όχι μόνο σαν μέθοδο δημιουργίας εικόνων ή επιφανειακής παρατήρησης του γύρω μας πραγματικού, αλλά σαν υπόβαθρο και εργαλείο για να αρθρώσει τη δική της κραυγή για το τι μπορεί να κρύβεται κάτω από την επιφάνεια του πραγματικού, για να καταγγείλει τη θέση της γυναίκας στην κοινωνία μας, για την άσκηση βίας σε αυτή. Ανακατασκευάζει διάσημους πίνακες γνωστών ζωγράφων που εξυμνούν με τον έναν ή άλλον τρόπο τη γυναικά ή το κορμί της και ανασκευάζει φωτογραφικά πορτρέτα διασήμων γυναικών από τα βιβλία της τέχνης. Μόνο που προσθέτει τα δικά της ωμά σχόλια σε αυτά, τις φανερές πληγές από ξυλοδαρμούς, μαστιγώματα, κτυπήματα, γενικά από βιαιοπραγίες εναντίον τους.
Η πραγματικότητα του Μάνου Χρυσοβέργη είναι πολύ πιο σκληρή από ότι θα ήθελε να μας πείσει ο ρομαντισμός, από ότι προσπαθεί να μας κάνει να πιστέψουμε η κατανάλωση και οι γλυκανάλατες έγχρωμες φωτογραφίες της διαφήμισης ή των ερασιτεχνών φωτογράφων, των φωτογράφων που σηκώνουν τη μηχανή τους μόνο όταν το θέμα απέναντί τους είναι υπέροχο από μόνο του. Η φωτογραφία του Νέου Ρεαλισμού περιγράφει την Αλήθεια και δεν εξαπατά, δείχνοντας μόνο χαρές και γελάκια. Η φωτογραφία του Νέου Ρεαλισμού με όπλα μόνο ένα φλας και τη θέληση του δημιουργού, σκίζει τα σκοτάδια της ύπαρξης και φωτίζει τη νέα ασπρόμαυρη αθλιότητα, μας μιλά τίμια, δίχως ψέματα ή φκιασίδια, για εμπειρίες ή αναμνήσεις και ας μην δείχνουν αυτές ωραίες. Τι είναι ή τι πρέπει να θεωρείται ωραίο (στη ζωή, την τέχνη, τη φωτογραφία) είναι θέμα που τίθεται από μόνο του, χωρίς κανείς να το ζητά αλλά για να το συν-ζητά.
Η Βιβή Δασκαλοπούλου αναζητά την προσωπικότητα και τον χαρακτήρα του σημερινού φωτογραφούμενου, μέσω ενός νέου, ίσως υπερβολικά σκοτεινού, τύπου φωτογραφίας πορτρέτου. Το θέμα, όπως το θέτει, είναι αμφίσημο. Είναι ο φωτογράφος που αποφασίζει για το ποιος είναι ο φωτογραφιζόμενος και όχι το μοντέλο. Όσοι φωτογραφίζονται δεν υπάρχει λόγος να δείξουν το ποιοί πραγματικά είναι, ποιός ο εσωτερικός τους κόσμος. Τον επινοεί εκ των προτέρων ο φωτογράφος, τον ετοιμάζει και τον προβάλει επάνω του, γεμίζοντας την ατμόσφαιρα ερωτηματικά. Κάτω από μια σειρά προβολών, κρυφών ή φανερών, τα εξωτερικά χαρακτηριστικά υπονοούνται. Το πρόσωπο μάσκα αποκτά μιαν ακόμη μάσκα ή μήπως επιτέλους, αποκαλύπτει τον εσωτερικό αναβρασμό του;
Ο Δημήτρης Ζωγράφος είναι σύγχρονος πλάνητας φωτογράφος του δημόσιου χώρου. Περιφέρεται, όποτε έχει διάθεση για φωτογράφηση, σε μια άκρως περιορισμένη περιοχή της πόλης της Θεσσαλονίκης, μια περιοχή με δικό της χαρακτήρα, με δικούς της ανθρώπους, με δίκη της ζωή. Σε αυτή την περιοχή, οπού προφανώς αισθάνεται σαν το σπίτι του, όπου τον αναγνωρίζουν σαν τον φωτογράφο τους, αναζητά όχι τοπία, σκιές ή συνθέσεις αλλά τον σημερινό λαϊκό άνθρωπο. Δίχως να κρύβει την πρόθεση του για φωτογράφηση, αιφνιδιάζει τα μοντέλα του με τις απρόσμενες γωνίες λήψης και το φλας που τυφλώνει μέρα μεσημέρι. Έχει κατακτήσει μια τεχνική που αποδίδει μοναδικούς καρπούς, τα αφτιασίδωτα πορτρέτα της αποζάριστης και γι αυτό αληθινής κοινωνίας μας.
Η Έλενα Γανδά δείχνει μια ξεχωριστή σχέση με τα μοντέλα της, τους δικούς της ανθρώπους, καθώς τους πλησιάζει πολύ, γίνεται μέρος τους. Φωτογραφίες εξ επαφής, σχεδόν. Φωτογραφίες για αποκάλυψη της απόλυτης αλήθειας, μέσω της λεπτομέρειας, μέσω της αποκάλυψης της ιδιαιτερότητας, μιας ιδιαιτερότητας που, όμως, αφήνει απ έξω την γενική πληροφορία, την δυνατότητα για αναγωγές, την πιθανότητα να αναγνωρίσουμε σαν θεατές το τι υπονοείται ή κρύβεται, το που ανάγεται αυτό το κλοουζ απ, το ποιον ή τι αφορά αυτή, τις σχέσεις που αναπτύσσονται εκτός των ορίων της εικόνας.
Στο ίδιο πλαίσιο της αποκάλυψης του μερικού κινείται και ο Seckin Tercan. Πλησιάζει υπερβολικά τους ανθρώπους του για να μας τους παρουσιάσει σε περιβάλλον νοσοκομείου και περιβαλλοντικής απομόνωσης/στειρότητας. Αυτοί, όμως, κρύβονται, δεν αποκαλύπτουν το σώμα τους, το φύλλο τους, τα χαρακτηριστικά τους, την προσωπικότητα τους. ΄Οποιος τολμά να ζητήσει την γνώση για το κρυμμένο, όποιος θεατής του έργου ζήτα κατανόηση είναι υποχρεωμένος να λειτουργήσει πνευματικά και να ανασυνθέσει τη δική του ιστορία, πατώντας στις λεπτομέρειες, να βρει τη δική του αναγωγή για το κρυμμένο. Πρόκειται για την απόλυτη αλληγορία των υποχρεώσεων του θεατή των εκθέσεων. Ο δημιουργός παρουσιάζει (πολύ ή λίγο δεν έχει καμία σημασία) και ο θεατής διαβάζει και ανασυνθέτει διαλεγόμενος.
Η Ελπίδα Κάτσικα βουτά στα βαθιά νερά της σύγχρονης τοπιογραφίας για να μας παρουσιάσει την δική της απάντηση στους προβληματισμούς για τη σχέση μας με τη γη, με τον τόπο. Μικρές ομάδες ανθρώπων σηματοδοτούν αυτή τη σχέση. Στις τέλειες, στις ισορροπημένες και αρμονικές γραμμές της φύσης που συγκροτούν το τοπίο εντός του οποίου κινούμεθα, μπορούν να αναπτυχτούν σχέσεις, να λειτουργήσουν αποδεκτές συνευρέσεις. Ο σεβασμός και η ισορροπία συνύπαρξης των δυο μπορεί να είναι η θετική απάντηση, η πρόταση.
Ο Ιορδάνης Στυλίδης συμμετέχει με τα εικονογραφημένα ημερολόγια του. Κείμενο και εικόνα, ανάμνηση και επιστήμη, από εκδρομή και δουλειά, με άλλους και μόνος. Εικόνες στον τοίχο, μετατέχνη μιας δημιουργικής μεταγραφής. Ο θεατής θα αναγνωρίσει το συνονθύλευμα όλων αυτών σε κάθε σελίδα αυτού του ιδιότυπου και ενδιαφέροντος ημερολογίου. Χρησιμοποίει ημερομηνίες και άλλα τεχνικά στοιχεία της επιστημονικής ουδέτερης καταγραφής και κάτω τους εικόνες (λες και έχουμε φωτογραφικό λεύκωμα) και παραδίπλα το κείμενο με μια ιδιαίτερη προσωπική, ίσως και για τούτο ξεχωριστή, γραφή, που επίσης αναιρεί με τη μετάφραση της τον χαρακτήρα του ιδιόχειρου ημερολογίου. Μια πρόταση για συνύπαρξη κείμενου και εικόνας.
(Συνέντευξη του επιμελητή της έκθεσης Βασίλη Καρκατσέλη στο περιοδικό Φιλμ Νουάρ)
1 Με ποιο τρόπο τόσοι πολλοί φωτογράφοι από διάφορες γωνιές των Βαλκανίων βρίσκονται "Καθόλου Τυχαία μαζί";
Το δίκτυο αλληλοκατανόησης και συνεργασιών που στήσαμε στα Βαλκάνια και την υπόλοιπη Ευρώπη με το Φωτογραφικό Κέντρο Θεσσαλονίκης, 15 χρόνια τώρα, λειτουργεί και αποδίδει, φυσικά, με πολύ κόπο και οργάνωση. Ίσως αυτό το δίκτυο να είναι το δεκανίκι για να ανταπεξέλθουμε την κρίση. Το ότι και εφέτος συνεχίζουμε, μόνοι και χωρίς καμία οικονομική βοήθεια από πουθενά, ελπίζοντας στο καλλίτερο, είναι η πρώτη συνιστώσα του καθόλου τυχαία.
Σε ένα δεύτερο επίπεδο, βρίσκεται το που τοποθετούμε το έργο μας. Ενάντια στην κρίση συνεχίζουμε και προσθέτουμε ψηφίδες στην ιστορία της πόλης (εντός της οποίας δραστηριοποιούμαστε), που εφέτος εορτάζει τα 100 χρόνια ένταξής της στο Ελληνικό κράτος, ένταξη που συνεχώς την πληγώνει. Η πόλις με τα 2400 τουλάχιστο χρόνια ιστορίας εκπροσωπείται από ένα εμβληματικό της πορείας της κτήριο, ένα κτήριο πολλαπλών παρελθουσών χρήσεων (Εβραϊκή Συναγωγή, Τζαμί Αρχαιολογικό Μουσείο, εκθεσιακός χώρος σημερινής τέχνης). Σε αυτόν τον χώρο τοποθετούμε τη φωτογραφία, τη δική μας, και μαζί πορευόμαστε. Είναι αυτή μας η πράξη που θα ορίσει την κατοπινή ιστορία. Η πόλις της Θεσσαλονίκης ποτέ δεν θα είναι σαν να μην πέρασε από μέσα της το ΦΚΘ, η Νέα Ελληνική Φωτογραφία και, φυσικά, οι Όψεις της Βαλκανικής Φωτογραφίας. Η ιστορία της Ελληνικής φωτογραφίας θα είναι για πάντα άρρηκτα δεμένη με τούτη την πόλη και μάλιστα καθόλου τυχαία.
Και υπάρχει και ένα τρίτο, που απευθύνεται κυρίως στους φωτογράφους και τους ειδικούς της θεωρίας. Σήμερα η φωτογραφία δεν είναι μία. Οι περιοδεύοντες ινστρούχτορες του ενός και μοναδικού επιτρεπτού τρόπου για να εκφραζόμαστε φωτογραφικά ας αυτοκτονήσουν. Η σημερινή δημιουργική φωτογραφία δεν έχει καμία σχέση με την καλλιτεχνική της δεκαετίας του πενήντα. Υπάρχουν πολλοί τρόποι έκφρασης, χρήσης και δημιουργίας με το συγκεκριμένο μέσον. Και στο επίπεδο του περιεχομένου (τι θέλουμε να πούμε με το έργο μας) και στο επίπεδο της φόρμας (πως το διατυπώνουμε). Αυτό διατυμπανίζουμε χρόνια τώρα (σαν ΦΚΘ), αυτό υπογραμμίζει και αυτή η έκθεση. Κανένας δήθεν υπεύθυνος (είτε κρατικοδίαιτος είτε υπάλληλος της Αγοράς) δεν θα πει/υποχρεώσει στους ζωντανούς και ελευθέρους δημιουργούς το πως θα μιλήσουν για ότι τους απασχολεί.
Αυτά είναι το καθόλου τυχαία.
Το μαζί είναι η θέση μας για την εποχή, για την κρίση, για τη δημιουργία, για το διάλογο περί τέχνης και τη θέση της στην κοινωνία.
2 Τί διαπραγματεύεται η έκθεση στο Γενί Τζαμί;
Είναι οι άνθρωποι, που μας ενδιαφέρουν σε αυτήν την έκθεση. Η σχέση του ανθρώπου με τον εαυτό του, το ασυνείδητο, με τους άλλους και την κοινωνία, με το περιβάλλον. Φυσικά, για να είμαι συνεπής και με τα παραπάνω, αν και η ανάπτυξη της έκθεσης μοιάζει κλασσική σε φόρμα, έχω φροντίσει, οι γειτνιάσεις ανά αίθουσα να είναι αρκετά προβοκατόρικες και τα θέματα ανατρεπτικά της όποιας ομαλής ροής στην αφήγηση.
3. Αποτελεί η φωτογραφική παραγωγή των Βαλκανικών χωρών ένα ενιαίο σύνολο, έτσι ώστε να μπορούμε να μιλάμε για “Βαλκανική Φωτογραφική Σκηνή”;
Τα Βαλκάνια είναι μία ενιαία ενότητα χωρών, με πολιτιστικούς παράγοντες που ταυτόχρονα ενοποιούν και διαχωρίζουν. Κάτι σαν την Ελλάδα που από το 1828, στέκει παραπατώντας μεταξύ Δύσης και Ανατολής. Οι ευκολίες στην επικοινωνία και τις μετακινήσεις, ομογενοποιούν το έργο των δημιουργών και ταυτόχρονα κάνουν ορατές τις διαφορές σε αυτό, στα προβλήματα, στη θεματογραφία του, στις κατευθύνσεις.
Η σύγχρονη Ευρωπαϊκή φωτογραφική σκηνή, με την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, βρίσκει την μερική αυτονομία της από τον σφιχτό εναγκαλισμό της υπερατλαντικής υπερδύναμης και ψάχνει σιγά - σιγά να βρει τον εαυτό της, πέρα από τις κατηγοριοποιήσεις που υπήρχαν και λειτουργούσαν είκοσι χρόνια πριν. Οι παλιές σχολές με το ξεχωριστό και ευδιάκριτο έργο, με νέους δασκάλους και δημιουργούς στις τάξεις τους, το ίδιο. Γιατί όχι και η Βαλκανική;
Φυσικό δεν είναι;
Ο κόσμος άλλαξε και αλλάζει καθημερινά, άρα αλλάζει και η τέχνη του, αλλάζει και η φωτογραφία του.
Πιεζόμενος να απαντήσω στο ερώτημα, λοιπόν, απαντώ:
Στα Βαλκάνια, χρόνια πάρα πολλά πριν από εμάς, λειτουργούσαν παντού Σχολές Καλών Τεχνών, που δίδασκαν τη φωτογραφία σαν τέχνη. Αυτό, σε συνδυασμό με τις γενικές κατευθύνσεις του Σοσιαλιστικού κράτους περί ανθρωποκεντρικής τέχνης, είχε διαμορφώσει ένα ύφος ανά χώρα. Τώρα, με την υπερβολική κινητικότητα των καλλιτεχνών, με την ισοπέδωση που φέρνει η κυριαρχία των νόμων της Αγοράς (και στην τέχνη) και φυσικά τις πληροφορίες του διαδικτύου, αυτά τελείωσαν. Κάτι νέο γεννιέται, όπως και στην Ελλάδα.
Οψόμεθα.
Ας ελπίσουμε να αποφύγουμε το τουρλού. Αγωνιζόμαστε και ελπίζουμε η ημερίδα μας, που οργανώνεται παράλληλα, να δώσει χώρο στους σοβαρούς δημιουργούς ώστε να ακονίσουν την προσωπική τους γραφή, να διατηρήσει δίκτυα ώστε να μείνουν ανοικτά και σε λειτουργία όλα τα κανάλια μέσα από τα οποία θα μας κοινωνήσουν το έργο τους.
Εκθεσιακός χώρος 'Γενί Τζαμί' (Παλαιό Αρχαιολογικό Μουσείο)
Μέρες και ώρες λειτουργίας Τρ έως Κυ 10.00' – 18.00'
Συμμετέχουν: Boris Kramaric (Κροατία), Dubravka Lazic (Σερβία), Elcin Acun (Τουρκία), Murat Haner (Τουρκία), Derya Kilic (Τουρκία), Seckin Tercan (Τουρκία), Βιβή Δασκαλοπούλου, Δημήτρης Ζωγράφος, Αργύρης Λιαπόπουλος, Μάνος Χρυσοβέργης, Έλενα Γανδά, Ελπίδα Κάτσικα, Ιορδάνης Στυλίδης, Ανδρέας Σκρέλη.
Επιμέλεια: Βασίλης Καρκατσέλης
Λίγα λόγια για το έργο που παρουσιάζεται στην έκθεση. Ο Αργυρής Λιαπόπουλος προτείνει τη συνεργασία τεχνών και καλλιτεχνών για την ιδιαίτερη απόλαυση και εμβάθυνση του εικαστικού έργου, για μια πιο σύνθετη αντιμετώπισή του, για μια περεταίρω ενασχόληση με αυτό, πέραν της γρήγορης επιφανειακής ανάγνωσης.
Τα φωτογραφικά του έργα παραδίδει σε έναν γνωστό συγγραφέα (τον Δημήτρη Δημητριάδη), με τη μορφή λευκής σελίδας με φωτογραφία επάνω της, και ο δεύτερος ( ο συγγραφέας) εμπνεόμενος από την εικόνα, προσθέτει επ αυτής με ελεύθερη γραφή το δικό του κείμενο, καθόλου μονοδιάστατα, αφού ταυτόχρονα το αντιμετωπίζει και σαν κείμενο, και σαν χρώμα, σαν ζωγραφική, σαν ένα επί πλέον οπτικό έγχρωμο σχόλιο στην ασπρόμαυρη εικόνα. Η σε βάθος χρόνου σχέση του φωτογράφου με το λογοτεχνικό έργο και του λογοτέχνη με τις κρυμμένες σε μια φωτογραφία συνειδησιακές πληροφορίες είναι μια δυνατότητα διεύρυνσης εκατέρωθεν της δημιουργίας.
Ο Boris Kramaric επαναφέρει στο προσκήνιο το θέμα των οικονομικών μεταναστών, το τι αφήνουν πίσω, το που πηγαίνουν και πως ζουν εκεί. Μας παρουσιάζει με αυθεντικές φωτογραφίες εποχής την ιστορία μιας κροατικής οικογενείας, της δικής του οικογενείας, που αποφασίζει να αφήσει το σπίτι της στην επαρχία και να μετακομίσει για εργασία σε κάποια βιομηχανική ζώνη της Γερμανίας. Όπως για πολλές άλλες, χιλιάδες, οικογένειες από χώρες της νότιας Ευρώπης (ανάμεσα τους και η Ελλάδα) η μετανάστευση με την προοπτική μιας πιο άνετης οικονομικά ζωής, που δεν σημαίνει υποχρεωτικά και καλλίτερης, αφήνει ένα κενό, που σαν παλιά ξεθωριασμένη φωτογραφία πληγώνει.
Η Dubravka Lazic ασχολείται με τις σκιές. Με παλιές φωτογραφικές τεχνικές δημιουργεί μοναδικές μη επαναλήψημες εικόνες ικανές να μας αποκαλύψουν το τι μπορεί να κρύβεται στις ηλεκτρισμένες από την ένταση της κατανάλωσης, σκιές μας. Η σκιά μας αποκαλύπτει, η σκιά προειδοποιεί, η σκιά δημιουργεί πρωτότυπες εικόνες, όλο ένταση.
Η Elcin Acun τρώει στην φωτογραφική κυριολεξία και με τη βοήθεια της τεχνικής (μεταφορικά) τα σωθικά της, με μια σειρά αυτοπορτρέτων της που αμφισβητούν την φωτογραφική αλήθεια του ντοκουμέντου. Αφού εξαφανίσει φωτορεαλιστικά όλα τα στοιχεία της θηλυκότητάς της, αναρωτιέται Είμαι ερωτική;
Με βάση το σώμα της και αφού το συντρίβει απαλείφοντας του όλα τα ξεχωριστά χαρακτηριστικά του, με την εξαφάνιση της ιδιαίτερης γυναικείας ομορφιάς της, θέτει άμεσα θέμα για τη θέση ή την εικόνα της γυναίκας στην κοινωνία των ανδρών. Με αυτόν τον ιδιαίτερο τρόπο, αναρωτιέται/διαμαρτύρεται για την ουσία της θέσης της γυναίκας στα καθορισμένα, από ποιες άραγε εξουσίες, όρια περί ομορφιάς, περί δόμησης του σώματος της. Ανθίσταται στα χαρακτηριστικά που επιβάλουν τα περιοδικά ευρείας κυκλοφορίας για μια γυναίκα αντικείμενο, για τη γυναίκα γρανάζι της κατανάλωσης και κυρίως για τη γυναίκα αντικείμενο ερωτικού πόθου, για τη γυναίκα κοινό υποκείμενο πορνογραφικής σχέσης.
Το με ποιο δικαίωμα καταστρέφει την κοινή αίσθηση για το πώς πρέπει να είναι το γυναικείο σώμα, ας μείνει σαν ερωτηματικό.
Ο Murat Han Εr σκεπάζει τους ανθρώπους του με γάζες και έμπλαστρα. Δεν βλέπουμε καθόλου επιδερμίδα. Κάθε στοιχείο της προσωπικότητας του μοντέλου χάνεται κάτω από αυτές. Όλοι μας μοιάζουμε να έχουμε υποστεί γενική εγχείρηση , να υπάρχουμε σαν λίγο μετά από κάποιο ατύχημα ή δυστύχημα. Το ίδιο συμβαίνει και στο λευκό περιβάλλον μας, αφού οι ταινίες που το σκεπάζουν προεκτείνονται με κάποιον τρόπο από εμάς προς αυτό, στερώντας κάθε δυνατότητα χαρακτηρισμού του. Είμαστε πληγωμένοι, το ίδιο συμβαίνει και με τον χώρο γύρω μας.
Ο τίτλος, όμως, της σειράς αυτής είναι Μέσα Τραύμα ‘Inner Hurt’ , που σημαίνει ότι ο δημιουργός αυτών των φωτογραφιών ζητά να μην μείνουμε σε αυτή την πρώτη ανάγνωση. Ζητά στην υπόθεση Τραύμα να διαβάσουμε τις σκέψεις, τη θλίψη, την πλήξη, την κατάρρευση των μέσα μας αξιών.
Αυτό που συμβαίνει στην εικόνα μας είναι πολύ λιγότερο από ότι συμβαίνει μέσα μας, στην ψυχή, στο μυαλό, στη συνείδηση, την ηθική μας, στους αγώνες μας για τη ζωή ή όχι. Το Μέσα Τραύμα τελικά, είναι το σημαντικότερο απ ότι βλέπουμε. Τα έμπλαστρα είναι απλώς το ενδιάμεσο, ας μην μένουμε σε αυτά.
Αντρέας Σκρέλη Ένα ταξίδι στην πατρίδα, την Αλβανία. Ο φωτογράφος που ζει χρόνια τώρα στην Ελλάδα, επιστρέφει στη γενέτειρα, σαν φωτογράφος, και τι πιο φυσικό, σαν ένας σχεδόν κινηματογραφιστής με την κάμερα στο on συνεχώς, καταγράφει τη διαδρομή. Εκπαιδευμένος στη δυτική άποψη για την σύνθεση, το πώς αντιμετωπίζουμε το τοπίο, την ελλειπτική θέση του ανθρώπου σε αυτό, τη φωτογραφία δρόμου και την φωτογραφία των περιοδικών, δημιουργεί την δική του ταινία της επιστροφής, με άρτιες εικόνες, λίγο εντός και λίγο εκτός. Η ευαισθησία απέναντι στην άρρηκτη σχέση του ανθρώπου με τη φύση θεωρείται δεδομένη. Η Αλβανία σήμερα δε μπορεί παρά να είναι οι εικόνες της δικής του επιστροφής και όχι τα καινούργια αγάλματα ή οι πλατείες, τα νέα κτήρια και οι λεωφόροι.
Η Derya Kilic χρησιμοποιεί την ιστορία της τέχνης, όχι μόνο σαν μέθοδο δημιουργίας εικόνων ή επιφανειακής παρατήρησης του γύρω μας πραγματικού, αλλά σαν υπόβαθρο και εργαλείο για να αρθρώσει τη δική της κραυγή για το τι μπορεί να κρύβεται κάτω από την επιφάνεια του πραγματικού, για να καταγγείλει τη θέση της γυναίκας στην κοινωνία μας, για την άσκηση βίας σε αυτή. Ανακατασκευάζει διάσημους πίνακες γνωστών ζωγράφων που εξυμνούν με τον έναν ή άλλον τρόπο τη γυναικά ή το κορμί της και ανασκευάζει φωτογραφικά πορτρέτα διασήμων γυναικών από τα βιβλία της τέχνης. Μόνο που προσθέτει τα δικά της ωμά σχόλια σε αυτά, τις φανερές πληγές από ξυλοδαρμούς, μαστιγώματα, κτυπήματα, γενικά από βιαιοπραγίες εναντίον τους.
Η πραγματικότητα του Μάνου Χρυσοβέργη είναι πολύ πιο σκληρή από ότι θα ήθελε να μας πείσει ο ρομαντισμός, από ότι προσπαθεί να μας κάνει να πιστέψουμε η κατανάλωση και οι γλυκανάλατες έγχρωμες φωτογραφίες της διαφήμισης ή των ερασιτεχνών φωτογράφων, των φωτογράφων που σηκώνουν τη μηχανή τους μόνο όταν το θέμα απέναντί τους είναι υπέροχο από μόνο του. Η φωτογραφία του Νέου Ρεαλισμού περιγράφει την Αλήθεια και δεν εξαπατά, δείχνοντας μόνο χαρές και γελάκια. Η φωτογραφία του Νέου Ρεαλισμού με όπλα μόνο ένα φλας και τη θέληση του δημιουργού, σκίζει τα σκοτάδια της ύπαρξης και φωτίζει τη νέα ασπρόμαυρη αθλιότητα, μας μιλά τίμια, δίχως ψέματα ή φκιασίδια, για εμπειρίες ή αναμνήσεις και ας μην δείχνουν αυτές ωραίες. Τι είναι ή τι πρέπει να θεωρείται ωραίο (στη ζωή, την τέχνη, τη φωτογραφία) είναι θέμα που τίθεται από μόνο του, χωρίς κανείς να το ζητά αλλά για να το συν-ζητά.
Η Βιβή Δασκαλοπούλου αναζητά την προσωπικότητα και τον χαρακτήρα του σημερινού φωτογραφούμενου, μέσω ενός νέου, ίσως υπερβολικά σκοτεινού, τύπου φωτογραφίας πορτρέτου. Το θέμα, όπως το θέτει, είναι αμφίσημο. Είναι ο φωτογράφος που αποφασίζει για το ποιος είναι ο φωτογραφιζόμενος και όχι το μοντέλο. Όσοι φωτογραφίζονται δεν υπάρχει λόγος να δείξουν το ποιοί πραγματικά είναι, ποιός ο εσωτερικός τους κόσμος. Τον επινοεί εκ των προτέρων ο φωτογράφος, τον ετοιμάζει και τον προβάλει επάνω του, γεμίζοντας την ατμόσφαιρα ερωτηματικά. Κάτω από μια σειρά προβολών, κρυφών ή φανερών, τα εξωτερικά χαρακτηριστικά υπονοούνται. Το πρόσωπο μάσκα αποκτά μιαν ακόμη μάσκα ή μήπως επιτέλους, αποκαλύπτει τον εσωτερικό αναβρασμό του;
Ο Δημήτρης Ζωγράφος είναι σύγχρονος πλάνητας φωτογράφος του δημόσιου χώρου. Περιφέρεται, όποτε έχει διάθεση για φωτογράφηση, σε μια άκρως περιορισμένη περιοχή της πόλης της Θεσσαλονίκης, μια περιοχή με δικό της χαρακτήρα, με δικούς της ανθρώπους, με δίκη της ζωή. Σε αυτή την περιοχή, οπού προφανώς αισθάνεται σαν το σπίτι του, όπου τον αναγνωρίζουν σαν τον φωτογράφο τους, αναζητά όχι τοπία, σκιές ή συνθέσεις αλλά τον σημερινό λαϊκό άνθρωπο. Δίχως να κρύβει την πρόθεση του για φωτογράφηση, αιφνιδιάζει τα μοντέλα του με τις απρόσμενες γωνίες λήψης και το φλας που τυφλώνει μέρα μεσημέρι. Έχει κατακτήσει μια τεχνική που αποδίδει μοναδικούς καρπούς, τα αφτιασίδωτα πορτρέτα της αποζάριστης και γι αυτό αληθινής κοινωνίας μας.
Η Έλενα Γανδά δείχνει μια ξεχωριστή σχέση με τα μοντέλα της, τους δικούς της ανθρώπους, καθώς τους πλησιάζει πολύ, γίνεται μέρος τους. Φωτογραφίες εξ επαφής, σχεδόν. Φωτογραφίες για αποκάλυψη της απόλυτης αλήθειας, μέσω της λεπτομέρειας, μέσω της αποκάλυψης της ιδιαιτερότητας, μιας ιδιαιτερότητας που, όμως, αφήνει απ έξω την γενική πληροφορία, την δυνατότητα για αναγωγές, την πιθανότητα να αναγνωρίσουμε σαν θεατές το τι υπονοείται ή κρύβεται, το που ανάγεται αυτό το κλοουζ απ, το ποιον ή τι αφορά αυτή, τις σχέσεις που αναπτύσσονται εκτός των ορίων της εικόνας.
Στο ίδιο πλαίσιο της αποκάλυψης του μερικού κινείται και ο Seckin Tercan. Πλησιάζει υπερβολικά τους ανθρώπους του για να μας τους παρουσιάσει σε περιβάλλον νοσοκομείου και περιβαλλοντικής απομόνωσης/στειρότητας. Αυτοί, όμως, κρύβονται, δεν αποκαλύπτουν το σώμα τους, το φύλλο τους, τα χαρακτηριστικά τους, την προσωπικότητα τους. ΄Οποιος τολμά να ζητήσει την γνώση για το κρυμμένο, όποιος θεατής του έργου ζήτα κατανόηση είναι υποχρεωμένος να λειτουργήσει πνευματικά και να ανασυνθέσει τη δική του ιστορία, πατώντας στις λεπτομέρειες, να βρει τη δική του αναγωγή για το κρυμμένο. Πρόκειται για την απόλυτη αλληγορία των υποχρεώσεων του θεατή των εκθέσεων. Ο δημιουργός παρουσιάζει (πολύ ή λίγο δεν έχει καμία σημασία) και ο θεατής διαβάζει και ανασυνθέτει διαλεγόμενος.
Η Ελπίδα Κάτσικα βουτά στα βαθιά νερά της σύγχρονης τοπιογραφίας για να μας παρουσιάσει την δική της απάντηση στους προβληματισμούς για τη σχέση μας με τη γη, με τον τόπο. Μικρές ομάδες ανθρώπων σηματοδοτούν αυτή τη σχέση. Στις τέλειες, στις ισορροπημένες και αρμονικές γραμμές της φύσης που συγκροτούν το τοπίο εντός του οποίου κινούμεθα, μπορούν να αναπτυχτούν σχέσεις, να λειτουργήσουν αποδεκτές συνευρέσεις. Ο σεβασμός και η ισορροπία συνύπαρξης των δυο μπορεί να είναι η θετική απάντηση, η πρόταση.
Ο Ιορδάνης Στυλίδης συμμετέχει με τα εικονογραφημένα ημερολόγια του. Κείμενο και εικόνα, ανάμνηση και επιστήμη, από εκδρομή και δουλειά, με άλλους και μόνος. Εικόνες στον τοίχο, μετατέχνη μιας δημιουργικής μεταγραφής. Ο θεατής θα αναγνωρίσει το συνονθύλευμα όλων αυτών σε κάθε σελίδα αυτού του ιδιότυπου και ενδιαφέροντος ημερολογίου. Χρησιμοποίει ημερομηνίες και άλλα τεχνικά στοιχεία της επιστημονικής ουδέτερης καταγραφής και κάτω τους εικόνες (λες και έχουμε φωτογραφικό λεύκωμα) και παραδίπλα το κείμενο με μια ιδιαίτερη προσωπική, ίσως και για τούτο ξεχωριστή, γραφή, που επίσης αναιρεί με τη μετάφραση της τον χαρακτήρα του ιδιόχειρου ημερολογίου. Μια πρόταση για συνύπαρξη κείμενου και εικόνας.
(Συνέντευξη του επιμελητή της έκθεσης Βασίλη Καρκατσέλη στο περιοδικό Φιλμ Νουάρ)
1 Με ποιο τρόπο τόσοι πολλοί φωτογράφοι από διάφορες γωνιές των Βαλκανίων βρίσκονται "Καθόλου Τυχαία μαζί";
Το δίκτυο αλληλοκατανόησης και συνεργασιών που στήσαμε στα Βαλκάνια και την υπόλοιπη Ευρώπη με το Φωτογραφικό Κέντρο Θεσσαλονίκης, 15 χρόνια τώρα, λειτουργεί και αποδίδει, φυσικά, με πολύ κόπο και οργάνωση. Ίσως αυτό το δίκτυο να είναι το δεκανίκι για να ανταπεξέλθουμε την κρίση. Το ότι και εφέτος συνεχίζουμε, μόνοι και χωρίς καμία οικονομική βοήθεια από πουθενά, ελπίζοντας στο καλλίτερο, είναι η πρώτη συνιστώσα του καθόλου τυχαία.
Σε ένα δεύτερο επίπεδο, βρίσκεται το που τοποθετούμε το έργο μας. Ενάντια στην κρίση συνεχίζουμε και προσθέτουμε ψηφίδες στην ιστορία της πόλης (εντός της οποίας δραστηριοποιούμαστε), που εφέτος εορτάζει τα 100 χρόνια ένταξής της στο Ελληνικό κράτος, ένταξη που συνεχώς την πληγώνει. Η πόλις με τα 2400 τουλάχιστο χρόνια ιστορίας εκπροσωπείται από ένα εμβληματικό της πορείας της κτήριο, ένα κτήριο πολλαπλών παρελθουσών χρήσεων (Εβραϊκή Συναγωγή, Τζαμί Αρχαιολογικό Μουσείο, εκθεσιακός χώρος σημερινής τέχνης). Σε αυτόν τον χώρο τοποθετούμε τη φωτογραφία, τη δική μας, και μαζί πορευόμαστε. Είναι αυτή μας η πράξη που θα ορίσει την κατοπινή ιστορία. Η πόλις της Θεσσαλονίκης ποτέ δεν θα είναι σαν να μην πέρασε από μέσα της το ΦΚΘ, η Νέα Ελληνική Φωτογραφία και, φυσικά, οι Όψεις της Βαλκανικής Φωτογραφίας. Η ιστορία της Ελληνικής φωτογραφίας θα είναι για πάντα άρρηκτα δεμένη με τούτη την πόλη και μάλιστα καθόλου τυχαία.
Και υπάρχει και ένα τρίτο, που απευθύνεται κυρίως στους φωτογράφους και τους ειδικούς της θεωρίας. Σήμερα η φωτογραφία δεν είναι μία. Οι περιοδεύοντες ινστρούχτορες του ενός και μοναδικού επιτρεπτού τρόπου για να εκφραζόμαστε φωτογραφικά ας αυτοκτονήσουν. Η σημερινή δημιουργική φωτογραφία δεν έχει καμία σχέση με την καλλιτεχνική της δεκαετίας του πενήντα. Υπάρχουν πολλοί τρόποι έκφρασης, χρήσης και δημιουργίας με το συγκεκριμένο μέσον. Και στο επίπεδο του περιεχομένου (τι θέλουμε να πούμε με το έργο μας) και στο επίπεδο της φόρμας (πως το διατυπώνουμε). Αυτό διατυμπανίζουμε χρόνια τώρα (σαν ΦΚΘ), αυτό υπογραμμίζει και αυτή η έκθεση. Κανένας δήθεν υπεύθυνος (είτε κρατικοδίαιτος είτε υπάλληλος της Αγοράς) δεν θα πει/υποχρεώσει στους ζωντανούς και ελευθέρους δημιουργούς το πως θα μιλήσουν για ότι τους απασχολεί.
Αυτά είναι το καθόλου τυχαία.
Το μαζί είναι η θέση μας για την εποχή, για την κρίση, για τη δημιουργία, για το διάλογο περί τέχνης και τη θέση της στην κοινωνία.
2 Τί διαπραγματεύεται η έκθεση στο Γενί Τζαμί;
Είναι οι άνθρωποι, που μας ενδιαφέρουν σε αυτήν την έκθεση. Η σχέση του ανθρώπου με τον εαυτό του, το ασυνείδητο, με τους άλλους και την κοινωνία, με το περιβάλλον. Φυσικά, για να είμαι συνεπής και με τα παραπάνω, αν και η ανάπτυξη της έκθεσης μοιάζει κλασσική σε φόρμα, έχω φροντίσει, οι γειτνιάσεις ανά αίθουσα να είναι αρκετά προβοκατόρικες και τα θέματα ανατρεπτικά της όποιας ομαλής ροής στην αφήγηση.
3. Αποτελεί η φωτογραφική παραγωγή των Βαλκανικών χωρών ένα ενιαίο σύνολο, έτσι ώστε να μπορούμε να μιλάμε για “Βαλκανική Φωτογραφική Σκηνή”;
Τα Βαλκάνια είναι μία ενιαία ενότητα χωρών, με πολιτιστικούς παράγοντες που ταυτόχρονα ενοποιούν και διαχωρίζουν. Κάτι σαν την Ελλάδα που από το 1828, στέκει παραπατώντας μεταξύ Δύσης και Ανατολής. Οι ευκολίες στην επικοινωνία και τις μετακινήσεις, ομογενοποιούν το έργο των δημιουργών και ταυτόχρονα κάνουν ορατές τις διαφορές σε αυτό, στα προβλήματα, στη θεματογραφία του, στις κατευθύνσεις.
Η σύγχρονη Ευρωπαϊκή φωτογραφική σκηνή, με την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, βρίσκει την μερική αυτονομία της από τον σφιχτό εναγκαλισμό της υπερατλαντικής υπερδύναμης και ψάχνει σιγά - σιγά να βρει τον εαυτό της, πέρα από τις κατηγοριοποιήσεις που υπήρχαν και λειτουργούσαν είκοσι χρόνια πριν. Οι παλιές σχολές με το ξεχωριστό και ευδιάκριτο έργο, με νέους δασκάλους και δημιουργούς στις τάξεις τους, το ίδιο. Γιατί όχι και η Βαλκανική;
Φυσικό δεν είναι;
Ο κόσμος άλλαξε και αλλάζει καθημερινά, άρα αλλάζει και η τέχνη του, αλλάζει και η φωτογραφία του.
Πιεζόμενος να απαντήσω στο ερώτημα, λοιπόν, απαντώ:
Στα Βαλκάνια, χρόνια πάρα πολλά πριν από εμάς, λειτουργούσαν παντού Σχολές Καλών Τεχνών, που δίδασκαν τη φωτογραφία σαν τέχνη. Αυτό, σε συνδυασμό με τις γενικές κατευθύνσεις του Σοσιαλιστικού κράτους περί ανθρωποκεντρικής τέχνης, είχε διαμορφώσει ένα ύφος ανά χώρα. Τώρα, με την υπερβολική κινητικότητα των καλλιτεχνών, με την ισοπέδωση που φέρνει η κυριαρχία των νόμων της Αγοράς (και στην τέχνη) και φυσικά τις πληροφορίες του διαδικτύου, αυτά τελείωσαν. Κάτι νέο γεννιέται, όπως και στην Ελλάδα.
Οψόμεθα.
Ας ελπίσουμε να αποφύγουμε το τουρλού. Αγωνιζόμαστε και ελπίζουμε η ημερίδα μας, που οργανώνεται παράλληλα, να δώσει χώρο στους σοβαρούς δημιουργούς ώστε να ακονίσουν την προσωπική τους γραφή, να διατηρήσει δίκτυα ώστε να μείνουν ανοικτά και σε λειτουργία όλα τα κανάλια μέσα από τα οποία θα μας κοινωνήσουν το έργο τους.
Εκθεσιακός χώρος 'Γενί Τζαμί' (Παλαιό Αρχαιολογικό Μουσείο)
Μέρες και ώρες λειτουργίας Τρ έως Κυ 10.00' – 18.00'
Συμμετέχουν: Boris Kramaric (Κροατία), Dubravka Lazic (Σερβία), Elcin Acun (Τουρκία), Murat Haner (Τουρκία), Derya Kilic (Τουρκία), Seckin Tercan (Τουρκία), Βιβή Δασκαλοπούλου, Δημήτρης Ζωγράφος, Αργύρης Λιαπόπουλος, Μάνος Χρυσοβέργης, Έλενα Γανδά, Ελπίδα Κάτσικα, Ιορδάνης Στυλίδης, Ανδρέας Σκρέλη.
Επιμέλεια: Βασίλης Καρκατσέλης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η Γνώμη Κιλκίς- Παιονίας διευκρινίζει στους αναγνώστες της ότι θεωρεί αυτονόητο το δικαίωμα του σχολιασμού και της κριτικής έκφρασης, όταν αυτό φυσικά δεν στοχεύει στην απαξίωση, στην ύβρη και στην προσβολή ατόμων και θεσμών.
Το αναγνωστικό κοινό θα πρέπει να γνωρίζει ότι η Γνώμη, επιδιώκοντας μια υγιή και αμφίδρομη επικοινωνία, δεν δημοσιεύει ανυπόγραφα σχόλια, αλλά ούτε και σχόλια ρατσιστικού, προσβλητικού και υβριστικού περιεχομένου.
Τα ενυπόγραφα άρθρα τέλος, εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας.