Του Κώστα Μπούζα
Η ερώτηση, πάντα η ίδια. Καθοριστική, μα κι αόριστη. Γλυκειά, μα και βασανιστική. Τόσες οι απαντήσεις, όσοι κι άνθρωποι. Όσες κι οι πινελιές σ’ αυτόν τον τεράστιο καμβά σκέψεων, επιθυμιών και συναισθημάτων. Τόσες κι άλλες τόσες, που μιλούν μαζί μας ψιθυριστά και γλιστρούν σ’ αθέατες γωνιές, περιμένοντας να τις ανακαλύψουμε.
“Τι είναι η αγάπη;”. Κάποτε πολύ βαθειά, για να είναι απλά ένα συναίσθημα. Πολλές φορές, πολύ σημαντική, για ν’ απομονωθεί στο περιθώριο. Τις περισσότερες φορές, αρκετά δυνατή για να είναι μια φευγαλέα αίσθηση. Μα και με μια έννοια, τόσο ακαθόριστη, τόσο πλατιά.
“Τι είναι, τελικά, η αγάπη;”. Είναι ο έρωτας, ο πόθος και το πάθος; Μήπως το δέσιμο, η τρυφερότητα κι η στοργή; Ή, ίσως πάλι, η έγνοια κι η συμπόνια; Μπορεί να είναι, τάχα, η αφοσίωση κι η λατρεία; Και πώς, άραγε, οριοθετεί κάποιος αυτές τις καταστάσεις της ψυχής;
Σε τέτοια ερωτήματα, ο γέροντας απαντούσε με λόγια απλά, αλλά σίγουρα. Τέτοια που δεν άφηναν αμφιβολίες, κι επί πλέον έβρισκαν κατευθείαν στόχο τις καρδιές. Σαν να φώτιζαν δρόμους άγνωστους, που ως τα τώρα ήταν καλά κρυμμένοι. Με αυτόν τον τρόπο απάντησε και τώρα:
“Καλό θα ήταν να ξεκινήσεις, κοιτάζοντας προσεκτικά τους ανθρώπους. Ίσως δεν το έκανες ποτέ αυτό, στην πραγματικότητα. Μη βιαστείς. Στάσου στην εντύπωση που σου δημιουργήθηκε. Σίγουρα θα ανακάλυψες – ειδικά αν μπόρεσες να δεις τα μάτια τους – πολλά συναισθήματα. Σε κάποιους, ας πούμε, άγχη, αγωνίες και προβλήματα. Σε άλλους, πάλι, προσδοκίες και ελπίδες. Μερικοί μπορεί να σου φάνηκαν φοβισμένοι και μερικοί χαρούμενοι.
Καθώς περνάει η ώρα συνειδητοποιείς, ότι δεν αποστρέφεις πια το βλέμμα σου. Σιγά σιγά αρχίζεις να νοιώθεις, ότι όλοι αυτοί σου μοιάζουν, πιο πολύ απ’ ότι είχες ποτέ σου φανταστεί. Έτσι, χωρίς καν να το καταλάβεις, μπαίνεις στη θέση τους. Σαν να βλέπεις με τα δικά τους μάτια, φαντάζεσαι, αισθάνεσαι, σκέφτεσαι, επιθυμείς μαζί τους κι εσύ. Με άλλα λόγια, τους καταλαβαίνεις και τους συμπονάς. Κατανοείς τα προβλήματά τους, δικαιολογείς τα ελαττώματά τους, τους θαυμάζεις για τα προτερήματά τους. Κάποιες φορές, μάλιστα, ανακαλύπτεις σ’ αυτούς εκείνη την αθωότητα, που όλοι κουβαλάμε κρυμμένη μέσα μας, κι ας μην το έχουμε – οι περισσότεροι – αντιληφθεί. Θα την φανερώσει εκείνη η λάμψη στο βλέμμα…
Αν αυτή η “βαθειά ματιά” σου γίνει συνήθεια, σιγά σιγά, θ’ αρχίσεις να αντιλαμβάνεσαι και τον εαυτό σου διαφορετικά. Θα βρίσκεσαι, πια, μακρύτερα απ’ το “εγώ” και πιο κοντά στο “εμείς”. Δε θα βρίσκεις αφύσικη την προσφορά χωρίς ανταπόδοση. Το αντίθετο, θα την επιδιώκεις. Θα χαίρεσαι δημιουργώντας χαρά. Θα αισθάνεσαι αγαλλίαση, ανακουφίζοντας τον διπλανό σου. Θα φτερουγίζει η ψυχή σου, λύνοντάς του ένα πρόβλημα. Και θα είσαι βέβαιος, ότι με κάποιον αντίστοιχο τρόπο, θα αντιμετωπισθεί και κάποιο δικό σου.
Προχώρησε, τώρα, παραπέρα, στον κόσμο όλο. Προσπάθησε να τον δεις κι αυτόν με άλλο βλέμμα. Ίσως, τότε, να σου φανούν όλα χαριτωμένα. Από το φύλλο που λικνίζεται στον αέρα πέφτοντας, έως την παρακλητική ματιά ενός άδολου ζώου. Από ένα απλό λουλούδι που ανοίγει τα πέταλά του, έως την απαλά βροχή που επιμένει να σιγομουρμουρίζει. Άφησε τον εαυτό σου, προσέχοντας το μικρό, να οδηγηθεί στο μεγάλο. Αισθάνσου, συγκινήσου, συγκλονίσου…
Το ψυχανεμίζεσαι πια. Η αγάπη δεν εξαντλείται, απλά, σε ένα παροδικό συναίσθημα. Είναι κάτι πολύ περισσότερο. Είναι μια κατάσταση ύπαρξης, μια στάση ζωής. Μια κατάσταση συμμετοχής στα πάντα, συγκίνησης με τα πάντα. Έξαρσης και θαυμασμού. Αλλά και συμπόνιας και διάθεσης προσφοράς. Και όλα αυτά γεννούν μια εσωτερική χαρά. Κι αυτή η ευτυχία, που πηγάζει από μέσα, αναζητά συνέχεια αιτίες κι αφορμές για την παράτασή της. Και τις βρίσκει, καθώς της προσφέρονται απλόχερα. Με αυτόν τον τρόπο όμως, χωρίς πολλές φορές να το συνειδητοποιεί από την αρχή, αναζητά την αστείρευτη πηγή των πάντων. Τον Θεό τον ίδιο. Και ο Θεός είναι αγάπη. Κι επειδή είναι απέραντος, όταν τον γνωρίσουμε, απέραντη γίνεται η χαρά, απέραντη κι αγάπη. Αιώνια και Άπειρη”.
Ο γέροντας σταμάτησε συγκινημένος, καθώς είχε μπορέσει ν’ αγγίξει την ψυχή του άλλου. Είχε νοιώσει την αγωνία του. Είχε ψηλαφίσει την προσδοκία του. Στο τέλος, μπόρεσε και έβαλε φωτιά στα όνειρά του. Γιατί το ήξερε καλά, είναι φλόγα η αγάπη, που πυρπολεί ανθρώπινες καρδιές. Προσφέρει προορισμούς, κινητοποιεί οράματα, χαράζει δρόμους, βρίσκει τρόπους. Κι όπως πολύ όμορφα και εύστοχα μας το δίνει κι ένας αγαπημένος στίχος, σε ξυπνά το πρωί μ’ έναν σκοπό, που να σου λέει πως αξίζει η ζωή που ζεις...

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η Γνώμη Κιλκίς- Παιονίας διευκρινίζει στους αναγνώστες της ότι θεωρεί αυτονόητο το δικαίωμα του σχολιασμού και της κριτικής έκφρασης, όταν αυτό φυσικά δεν στοχεύει στην απαξίωση, στην ύβρη και στην προσβολή ατόμων και θεσμών.
Το αναγνωστικό κοινό θα πρέπει να γνωρίζει ότι η Γνώμη, επιδιώκοντας μια υγιή και αμφίδρομη επικοινωνία, δεν δημοσιεύει ανυπόγραφα σχόλια, αλλά ούτε και σχόλια ρατσιστικού, προσβλητικού και υβριστικού περιεχομένου.
Τα ενυπόγραφα άρθρα τέλος, εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας.