Act Business Center

Act Business Center

Τετάρτη 3 Νοεμβρίου 2021

Το ομοίωμα



Του Φώτη Μισόπουλου
......πίστεψέ με πως ποτέ του δεν έχει απλώσει ο τεφρός σου Χρόνος.........
Edgar Allan Poe,
AL AARAAF [1]

........μ' αγαπά δε μ' αγαπά- μ' αγαπά- οι κυρίες προηγούνται οι κύριοι έπονται το αμπαζούρ από ύφασμα μοβ απαλύνει την ένταση του πολυέλαιου- ο δίκαιος πέφτει εφτά φορές- παραμερίζω για να παραχωρήσω προτεραιότητα, λέω να παραγγείλω στην αδερφή της που δεν την ξέρω ένα ομοίωμα του Γκινιόλ[2] Διατεθειμένος να πληρώσω όσο-όσο. Σέρνομαι ανάμεσά τους, βγάζω τα μάτια μου στο ποτήρι με το νερό- τα βάζω εκεί να πάρουν ζωή, λίγη ετερότητα, μήπως και μειωθεί το μίσος που εκπέμπουν όταν κοιτάνε προς το στέρνο μου- Πώς χτιστήκαν όλ' αυτά; Τι χτίζεται ακόμα; Τόσ' αμέτρητα που 'ναι, κι ούτε δυο τους τα ίδια......
Μα τι αλλάζει το γέλιο το κλάμα το χώμα; Σαν νεκρά πέφτουν πουλιά τη νύχτα κάτω απ' τα δέντρα του κήπου σαπίζοντας για αιώνες Μου έριξε την τελευταία ματιά κι έφευγε Είχε σχεδόν σκοτεινιάσει Θα ζητήσω μόνο ν' αποτυπώσει στο πρόσωπό του την αμφίθυμη έκφραση Εκείνη- βάδιζε με γρήγορο άστατο βήμα άλλαζε συχνά κατεύθυνση
Ήθελα να ήταν μεσημέρι Κι αυτό σάς παρακαλώ να το σημειώσετε Επειδή έζησα ζωή συγκεχυμένη και ακαθόριστη, ας γινόταν μόνο να υπάρχει μια Κόλαση ή Παράδεισος επέκεινα Μια φλόγα καθαρή κι εμείς παραπάνω από νεκροί καθώς ο στρόβιλος έσβηνε στο ρεύμα Κάποιοι λοιπόν ή εμείς, υποστηρίζω ακόμη, ακίνητοι στους κυλιόμενους ίσκιους: "Don't worry, I can buy them for less money"/''Ασ' τον να λέει'' είπαν οι άλλοι ''τίποτα δεν ξέρει''- σε λίγο θα γεράσω, νάμαι κιόλας που πέφτουν οι έρωτες όπως τα δόντια μου κι αυτό που νόμιζες ήταν μέσα στο ύποπτο παιχνίδι[4] με τους κοθόρνους, καιρός να πετάξεις τα σύνεργα- την πήλινη μάσκα παρ' την μαζί σου με τα κτερίσματα- δε σε χρειάζονται. Το φύλο διακρίνεται απ' τα παπούτσια τα βλέμματα βυθίζονται- ας ζυγίσει την αμφίθυμη έκφραση που είχε άλλοτε, στο χαμόγελο την πίκρα που του ανήκει Θα τον δείχνω στις παλιές ερωμένες να ενθουσιάζονται ξαναβλέποντάς τον Μιλούσα- ας πούμε- με κάτι που μου έλεγε τούτο ή το άλλο
Η βροχή χτυπάει τα τζάμια.
Ο λαιμός καιγόταν απ' την επιθυμία της μεγάλης κραυγής, τη διάτορη κραυγή του γερακιού ή του αετού στα μεσούρανα, να διατρανώνει την απελευθέρωσή του στους ανέμους[5]- ένα έντομο πετάει ολόγυρα, πότε πλησιάζει το φως και πότε απομακρύνεται- σημάδια από πατήματα έχουν αποτυπωθεί σε κάθε πλευρά, τακούνι με τακούνι, τακούνι με καμάρα μύτη με μύτη πέλματα ενωμένα, αραβουργήματα πατημασιών φαντάσματα και πέλματα δίχως σώμα οι τοίχοι καλυμμένοι χαρτί ταπετσαρίας που απεικονίζει κλαδιά σε ωχρά ξέφωτα- ''Έτσι για να ξέρετε δεν έχω πιεί ούτε μια σταγόνα στη ζωή μου''- Βρέχει ακόμα- προσπαθούσε να γλυτώσει το βασανιστικό συμπέρασμα ''Δε στο φώναζα; Είναι μυγιάγγιχτες. Η θέση τους είναι στο μουσείο'': Θα επιστήσουν την προσοχή μου στην ασυνήθιστη μορφή του καπέλου του, που μοιάζει με κράνος.......Ποιοι; Ποιες; Κι αφού ταχτοποιήσω τη μέρα μου στο άδειο δωμάτιο, μπρος στον καθρέφτη, κλείνω τα μάτια και περιμένω, αδελφοί, τους καλεσμένους μου- ευχάριστες στιγμές προτού συνηθίσω το σκοτάδι, οικεία πρόσωπα: λεπροί με την καλύπτρα καλά κατεβασμένη πόρνοι γριές φιλάργυρες[6] ο Ρασκόλνικοφδωσίλογοι ριψάσπιδες κοπρόφιλοι με το φαγί τους κι ο Φιόντορ Μιχαήλοβιτς, ''σύντροφε'', του λέω, ''ρίξε την κουρτίνα κατά γης ν' αρχίσουμε το παιχνίδι- την άδεια μποτίλια κι ένα σάλι για όσους απελπίστηκαν- τους ερμαφρόδιτους ποιητές χρόνια αυτοεξόριστοι χωρίς γυναίκα''.
Η θάλασσα είχε κατέβει κάτω απ' τη γραμμή που σχημάτιζαν τα ξερά φύκια στην αβαθή πλευρά του κυματοθραύστη και η άμπωτη έπεφτε γρήγορα Απ' τα σκουπίδια που ξέβρασε το νερό ανάμεσα στα βράχια πήρα ένα μυτερό ξύλο φαγωμένο στην αρμύρα- και κατρακύλησα προς την πλαγιά της άμμου Ο αδύναμος ήχος των κυμάτων έσπασε τη σιγή, ελαφρός και λεπτογέννητος σαν τις καμπάνες του ύπνου Μια εδώ μια εκεί Έλεγα λοιπόν ''με τις γωνίες προς τα κάτω σαν κράνος αεροπόρου του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου'' Η αναφορά μου στο καπέλο θα ήταν εμμονική.
Στην άκρη του λιβαδιού είναι το σφαγείο. Που ποτέ δεν παραδεχτήκαμε Ακούω τη μουσική, τρέχει γρήγορα μέσα μου σαν αμφεταμίνη, κάθε νότα ηχεί με την ξεχωριστή καθαρότητα των εκκλησιών τις σιωπηλές Κυριακές του χειμώνα Χίλια πουλιά ξεφυτρώνουν απ' τις σάρκες- αντίστροφη μέτρηση, θα πετάξω. Και φτάνουμε έτσι στη δεύτερη λύτρωση: όταν ο περιπατητής θυμάται και περιγράφει ο,τι έζησε, ερμηνεύει ως αναγκαιότητα αυτό που ήταν έργο της τύχης, οι λέξεις και οι φράσεις τότε, δεν κινδυνεύουν να μείνουν διάσπαρτες όπως τα γεγονότα ή τα συμβάντα ενός περίπατου. Αφού γυρίσει στη συνειδητή μορφή της μέρας θα προσπαθήσει με πάθος να συλλαβίσει- να συναρμολογήσει το τελετουργικό και τον μύθο [8]
Όπου έπεφτε σκιά μπορούσα να δω σε κάμποσο μάκρος όχι όμως μέχρι το βυθό Όταν αφήνεις ένα φύλλο σε νερό για πολύν καιρό, ύστερα από κάποιο διάστημα η σάρκα του έχει αποδράσει και οι λεπτότερες ίνες κυματίζουν αργά με την κίνηση του ύπνου Τον είδα απότομα Το είδα απότομα Που πήγε στα πέρατα της γης αποφεύγοντας να διαμελίσει τον εαυτό του Ο Θεός ο ήλιος ο Σαίξπηρ οι ταξιδιωτικοί αντιπρόσωποι, στην πράξη εγώ που διασχίζω τον εαυτό μου, καθίσταμαι τελικά ο εαυτός του, εκείνου, φυτρώνω στα ριζά των τοίχων, σκέπασέ μου τ' αυτιά και θυμήσου τους όλους Φορούσε ένα βαρύ παλτό για την εποχή που βρισκόμασταν μίλησε σε μένα και κοιταχτήκαμε κάμποση ώρα σιωπηλά Δηλαδή εγώ τον κοίταξα
Ο Γκινιόλ ήταν έτοιμος- η κοπέλα που πάντα τον συνοδεύει δεν μάς ακολούθησε, δυστυχώς[7]. Θα εγκατασταθεί πάνω στην τηλεόραση του δωματίου- στο πανδοχείο: Τη νύχτα όταν θα βγαίνω στο μπαλκόνι να καπνίσω, θα τον παίρνω μαζί μου Θα του δείξω την πόλη:
-Είναι μαγευτική δε συμφωνείς;
-Οι πόλεις δεν είναι μαγευτικές παρά μόνο το ξημέρωμα, θα πει.- Φιλοφροσύνη.

ΤΕΛΟΣ


ΑΝΑΦΟΡΕΣ-ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ-ΦΩΤΟ

[1] E.A.Poe, Τρία ποιήματα. μτφρ. Τάκης Παπατσώνης, Συνέχεια 1999 [Al Aaraaf: αστέρι που ανακαλύφθηκε από τον αστρονόμο Τύχχο Μπράχε. Εμφανίστηκε ξαφνικά και αφού σύντομα απέκτησε μεγάλη λαμπρότητα εξαφανίστηκε για πάντα]
[2] Βασίλης Αλεξάκης, Ο μικρός Έλληνας, μυθιστόρημα, Εξάντας 2013
[3] ''Μη σάς νοιάζει, μπορώ να τα ψωνίσω και με λιγότερα λεφτά'' [google translator]
[4] Ανδρέας Αγγελάκης, 21 ποιήματα, Καστανιώτης 1974
[5] Τζέημς Τζόυς, Το πορτρέτο του καλλιτέχνη σε νεαρά ηλικία, εισαγωγή-μτφρ. Άρης Μπερλής, Πατάκης 2001
[6] Ανδρέας Αγγελάκης ο.π.
[7] Βασίλης Αλεξάκης ο.π.
[8] Pierre Sansot, Ο νυχτερινός περίπατος ως αυτοαναζήτηση, απόδοση: Δημ. Γρατσίας, ΤΟ ΔΕΝΤΡΟ τ.33/1983

https://www.slantmagazine.com/wp-content/uploads/2009/10/untitled.jpg

https://encrypted-tbn0.gstatic.com/images?q=tbn:ANd9GcTYa8q4u_w-scVm1bRpF41D-lO6LtIA4crV1w&usqp=CAU

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η Γνώμη Κιλκίς- Παιονίας διευκρινίζει στους αναγνώστες της ότι θεωρεί αυτονόητο το δικαίωμα του σχολιασμού και της κριτικής έκφρασης, όταν αυτό φυσικά δεν στοχεύει στην απαξίωση, στην ύβρη και στην προσβολή ατόμων και θεσμών.

Το αναγνωστικό κοινό θα πρέπει να γνωρίζει ότι η Γνώμη, επιδιώκοντας μια υγιή και αμφίδρομη επικοινωνία, δεν δημοσιεύει ανυπόγραφα σχόλια, αλλά ούτε και σχόλια ρατσιστικού, προσβλητικού και υβριστικού περιεχομένου.

Τα ενυπόγραφα άρθρα τέλος, εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας.