Του Παναγιώτη Σαββίδη
Και εκεί που η απρόσωπη «αγορά» ήταν η πανάκεια και η λύση για τα πάντα, έρχεται ένας ιός και κάνει συντρίμμια τα φληναφήματα του κάθε φιλελέ και απολογητή της «ελεύθερης» οικονομίας.
Η εικόνα του ανεκδιήγητου Άδωνι Γεωργιάδη από τους πιο ένθερμους θεματοφύλακες της «ελεύθερης» αγοράς, που νομιμοποίησε πριν μέρες με δηλώσεις του, την αισχροκέρδεια και τον μαυραγοριτισμό, να δηλώνει πλαφόν αγοράς μέχρι 3 αντισηπτικά, θα αποτελέσει σίγουρα αντικείμενο έρευνας για τους ιστορικούς του μέλλοντος.
Σήμερα γίνεται Ηλίου φαεινότερο η στρατηγική που υποτάσσει τα πάντα στο κέρδος και την επιχειρηματικότητα, δεν μπορεί να προστατέψει την ζωή του ανθρώπου όπως σε αυτή την συγκυρία που διανύουμε με τον Κορωνοϊό.
Έχουμε μια κυβέρνηση που δρα με σπασμωδικές καλώντας εσπευσμένα γιατρούς, νοσηλευτές, διασώστες, με μια αίτηση να μπουν στο δημόσιο σύστημα υγείας, να το ενισχύσουν μπροστά στην μάχη με τον Κορωνοϊό, μένοντας μετά σε αυτό.
Είναι η κυβέρνηση και στελέχη της που καμαρώνανε παλιότερα που έκλειναν δημόσια νοσοκομεία, έκαναν απολύσεις υγειονομικών, απαξίωναν και υποβάθμιζαν συνεχώς το δημόσιο σύστημα υγείας, στρώνοντας το έδαφος για την πλήρη ιδιωτικοποίηση και εμπορευματοποίηση της.
Με τα παλαμάκια του εξωραϊσμού της πολιτικής της κατεδάφισης της δημόσιας υγείας, νομίζουν ότι θα κοροϊδέψουν τον κόσμο, που ήδη του καλλιεργούν στην συνείδηση, «ότι πάθει θα φταίει ο ίδιος επειδή ήταν ανεύθυνος».
Εκεί αποσκοπούν οι συνεχόμενες επικλήσεις της κυβέρνησης και στελεχών του κόμματος της Ν.Δ. περί ατομικής ευθύνης.
Αλλά πριν περάσουμε στην ατομική ευθύνη ας δούμε και την ευθύνη των κυβερνώντων και των διαχρονικών πολιτικών τους στον τομέα της υγείας.
Να δούμε αν όλα τα υπόλοιπα που είναι στις αρμοδιότητες του κράτους είναι εντάξει, οργανωμένα, πλήρες, για να αντιμετωπίσουν αυτή την επιδημία.
Να υπενθυμίσω αυτή η κυβέρνηση δεν ήρθε από παρθενογένεση. Τα στελέχη της έχουν μεγάλη εμπειρία από το πετσόκομμα και τον ενταφιασμό των κοινωνικών παροχών και του ξεπουλήματος δημόσιας περιουσίας στο μεγάλο κεφάλαιο.
Σε αυτή την πεπατημένη βέβαια περπάτησε και η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ που έβαλε και αυτή το λιθαράκι της στην διάλυση του δημόσιου συστήματος υγείας.
Τι έχουμε σήμερα ως συνέπεια αυτών των πολιτικών?
30.000 να είναι τα κενά στα δημόσια νοσοκομεία από γιατρούς, νοσηλευτές, βοηθητικό προσωπικό. Το 25% των μονάδων εντατικής θεραπείας (ΜΕΘ) είναι κλειστές από τις ελλείψεις που υπάρχουν. Πάνω από 10 δημόσια νοσοκομεία έκλεισαν από το 2013 μέχρι σήμερα. Από το 2010 έχουμε μείωση 50% κονδυλίων από τον κρατικό προϋπολογισμό για την υγεία. Πολλά αναλώσιμα υλικά ακόμα και σήμερα δεν υπάρχουν στα νοσοκομεία.
Τα παραπάνω είναι ενδεικτικά για την κατάσταση που επικρατεί στα δημόσια νοσοκομεία.
Ένα σύστημα που κρατείται από την αυταπάρνηση των υπαρχόντων κακοπληρωμένων εργαζομένων, που δουλεύουν ακατάπαυστα και πολλές φορές χωρίς τα κατάλληλα εφόδια, για να δώσουν τις υπηρεσίες τους και να σώσουν συνανθρώπους μας.
Αυτή την άσχημη κατάσταση θέλουν να συγκαλύψου πίσω από τις επικλήσεις τους για την ατομική ευθύνη.
Να συγκαλύψουν την χρεοκοπημένη αντιλαϊκή πολιτική τους, που μετατρέπει την υγεία σε εμπόρευμα, για να θησαυρίζουν οι λίγοι μονοπωλιακοί όμιλοι που δραστηριοποιούνται στον χώρο.
Σήμερα όλοι αυτοί ανατρέχουν στο κράτος να βρουν λύσεις, αφού η στρατηγική και η πολιτική που όλα υπαγορεύονται από το κέρδος του ιδιώτη, του καπιταλιστή, δεν μπορεί να αντεπεξέλθει και να διασφαλίσει την υγεία του λαού.
Ο «βασιλιάς είναι γυμνός» με πήλινα πόδια.
Οι άλλοτε «φωστήρες» – προπαγανδιστές της ιδιωτικής οικονομίας προσβλέπουν στο κράτος και στις παρεμβάσεις του, με όρους κεντρικού σχεδιασμού και παρεμβατισμού, έννοιες που λοιδορήθηκαν και απαξιώθηκαν από τους πολιτικοιδεολογικούς ταγούς του συστήματος.
Ο κεντρικός σχεδιασμός αποτελεί ανωτερότητα στην υπεράσπιση της ζωής του ανθρώπου και αυτό φαίνεται όταν η πιο σκληρή εκδοχή της φιλελεύθερης διαχείρισης όπως αυτής της κυβέρνησης, καταφεύγει η ίδια, στην αγορά και στον έλεγχο διακίνησης μασκών για να καλυφθούν οι ανάγκες της κοινωνίας.
Γιατί άραγε δεν το άφησε στις «αγορές»; Ρητορικό το ερώτημα.
Γιατί οι «αγορές» στοχεύουν στην μεγιστοποίηση των κερδών και όχι στην ικανοποίηση των κοινωνικών - λαϊκών αναγκών.
Στην μάχη που δίνουμε με τον κορωνοϊό μπροστά βρίσκεται το υγειονομικό προσωπικό της χώρας, οι διασώστες, που κάτω από εξαιρετικές δύσκολες συνθήκες, υποστελεχωμένοι, με λίγα υλικά, αυτοί οι άνθρωποι υπερβαίνουν τον εαυτό τους για να σώσουν συνανθρώπους μας.
Οι τραγικές ελλείψεις στο δημόσιο σύστημα υγείας υπενθυμίζει πόσο επικίνδυνη είναι η πολιτική που αντιμετωπίζει την υγεία ως εμπόρευμα και αναδεικνύει ένα αδύναμο - σαθρό σύστημα όπου η οικονομία της αγοράς δεν μπορεί να προστατέψει την υγεία του λαού.
Ο λαός δεν πρέπει να πληρώσει και αυτή την κρίση όπως πλήρωσε την οικονομική κρίση του καπιταλισμού και τα μέτρα για την «ανάπτυξη» του.
Τα μέτρα μπαλώματα που εξήγγειλε η κυβέρνηση είναι κοροϊδία και σε τίποτα δεν μπορούν ανταποκριθούν στις αυξανόμενες ανάγκες λαϊκής προστασίας και περίθαλψης που προκύπτει από τον επικίνδυνο ιό.
Δεν αδρανούμε, διεκδικούμε, απαιτούμε, βγάζουμε συμπεράσματα.
Σήμερα γίνεται Ηλίου φαεινότερο η στρατηγική που υποτάσσει τα πάντα στο κέρδος και την επιχειρηματικότητα, δεν μπορεί να προστατέψει την ζωή του ανθρώπου όπως σε αυτή την συγκυρία που διανύουμε με τον Κορωνοϊό.
Έχουμε μια κυβέρνηση που δρα με σπασμωδικές καλώντας εσπευσμένα γιατρούς, νοσηλευτές, διασώστες, με μια αίτηση να μπουν στο δημόσιο σύστημα υγείας, να το ενισχύσουν μπροστά στην μάχη με τον Κορωνοϊό, μένοντας μετά σε αυτό.
Είναι η κυβέρνηση και στελέχη της που καμαρώνανε παλιότερα που έκλειναν δημόσια νοσοκομεία, έκαναν απολύσεις υγειονομικών, απαξίωναν και υποβάθμιζαν συνεχώς το δημόσιο σύστημα υγείας, στρώνοντας το έδαφος για την πλήρη ιδιωτικοποίηση και εμπορευματοποίηση της.
Με τα παλαμάκια του εξωραϊσμού της πολιτικής της κατεδάφισης της δημόσιας υγείας, νομίζουν ότι θα κοροϊδέψουν τον κόσμο, που ήδη του καλλιεργούν στην συνείδηση, «ότι πάθει θα φταίει ο ίδιος επειδή ήταν ανεύθυνος».
Εκεί αποσκοπούν οι συνεχόμενες επικλήσεις της κυβέρνησης και στελεχών του κόμματος της Ν.Δ. περί ατομικής ευθύνης.
Αλλά πριν περάσουμε στην ατομική ευθύνη ας δούμε και την ευθύνη των κυβερνώντων και των διαχρονικών πολιτικών τους στον τομέα της υγείας.
Να δούμε αν όλα τα υπόλοιπα που είναι στις αρμοδιότητες του κράτους είναι εντάξει, οργανωμένα, πλήρες, για να αντιμετωπίσουν αυτή την επιδημία.
Να υπενθυμίσω αυτή η κυβέρνηση δεν ήρθε από παρθενογένεση. Τα στελέχη της έχουν μεγάλη εμπειρία από το πετσόκομμα και τον ενταφιασμό των κοινωνικών παροχών και του ξεπουλήματος δημόσιας περιουσίας στο μεγάλο κεφάλαιο.
Σε αυτή την πεπατημένη βέβαια περπάτησε και η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ που έβαλε και αυτή το λιθαράκι της στην διάλυση του δημόσιου συστήματος υγείας.
Τι έχουμε σήμερα ως συνέπεια αυτών των πολιτικών?
30.000 να είναι τα κενά στα δημόσια νοσοκομεία από γιατρούς, νοσηλευτές, βοηθητικό προσωπικό. Το 25% των μονάδων εντατικής θεραπείας (ΜΕΘ) είναι κλειστές από τις ελλείψεις που υπάρχουν. Πάνω από 10 δημόσια νοσοκομεία έκλεισαν από το 2013 μέχρι σήμερα. Από το 2010 έχουμε μείωση 50% κονδυλίων από τον κρατικό προϋπολογισμό για την υγεία. Πολλά αναλώσιμα υλικά ακόμα και σήμερα δεν υπάρχουν στα νοσοκομεία.
Τα παραπάνω είναι ενδεικτικά για την κατάσταση που επικρατεί στα δημόσια νοσοκομεία.
Ένα σύστημα που κρατείται από την αυταπάρνηση των υπαρχόντων κακοπληρωμένων εργαζομένων, που δουλεύουν ακατάπαυστα και πολλές φορές χωρίς τα κατάλληλα εφόδια, για να δώσουν τις υπηρεσίες τους και να σώσουν συνανθρώπους μας.
Αυτή την άσχημη κατάσταση θέλουν να συγκαλύψου πίσω από τις επικλήσεις τους για την ατομική ευθύνη.
Να συγκαλύψουν την χρεοκοπημένη αντιλαϊκή πολιτική τους, που μετατρέπει την υγεία σε εμπόρευμα, για να θησαυρίζουν οι λίγοι μονοπωλιακοί όμιλοι που δραστηριοποιούνται στον χώρο.
Σήμερα όλοι αυτοί ανατρέχουν στο κράτος να βρουν λύσεις, αφού η στρατηγική και η πολιτική που όλα υπαγορεύονται από το κέρδος του ιδιώτη, του καπιταλιστή, δεν μπορεί να αντεπεξέλθει και να διασφαλίσει την υγεία του λαού.
Ο «βασιλιάς είναι γυμνός» με πήλινα πόδια.
Οι άλλοτε «φωστήρες» – προπαγανδιστές της ιδιωτικής οικονομίας προσβλέπουν στο κράτος και στις παρεμβάσεις του, με όρους κεντρικού σχεδιασμού και παρεμβατισμού, έννοιες που λοιδορήθηκαν και απαξιώθηκαν από τους πολιτικοιδεολογικούς ταγούς του συστήματος.
Ο κεντρικός σχεδιασμός αποτελεί ανωτερότητα στην υπεράσπιση της ζωής του ανθρώπου και αυτό φαίνεται όταν η πιο σκληρή εκδοχή της φιλελεύθερης διαχείρισης όπως αυτής της κυβέρνησης, καταφεύγει η ίδια, στην αγορά και στον έλεγχο διακίνησης μασκών για να καλυφθούν οι ανάγκες της κοινωνίας.
Γιατί άραγε δεν το άφησε στις «αγορές»; Ρητορικό το ερώτημα.
Γιατί οι «αγορές» στοχεύουν στην μεγιστοποίηση των κερδών και όχι στην ικανοποίηση των κοινωνικών - λαϊκών αναγκών.
Στην μάχη που δίνουμε με τον κορωνοϊό μπροστά βρίσκεται το υγειονομικό προσωπικό της χώρας, οι διασώστες, που κάτω από εξαιρετικές δύσκολες συνθήκες, υποστελεχωμένοι, με λίγα υλικά, αυτοί οι άνθρωποι υπερβαίνουν τον εαυτό τους για να σώσουν συνανθρώπους μας.
Οι τραγικές ελλείψεις στο δημόσιο σύστημα υγείας υπενθυμίζει πόσο επικίνδυνη είναι η πολιτική που αντιμετωπίζει την υγεία ως εμπόρευμα και αναδεικνύει ένα αδύναμο - σαθρό σύστημα όπου η οικονομία της αγοράς δεν μπορεί να προστατέψει την υγεία του λαού.
Ο λαός δεν πρέπει να πληρώσει και αυτή την κρίση όπως πλήρωσε την οικονομική κρίση του καπιταλισμού και τα μέτρα για την «ανάπτυξη» του.
Τα μέτρα μπαλώματα που εξήγγειλε η κυβέρνηση είναι κοροϊδία και σε τίποτα δεν μπορούν ανταποκριθούν στις αυξανόμενες ανάγκες λαϊκής προστασίας και περίθαλψης που προκύπτει από τον επικίνδυνο ιό.
Δεν αδρανούμε, διεκδικούμε, απαιτούμε, βγάζουμε συμπεράσματα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η Γνώμη Κιλκίς- Παιονίας διευκρινίζει στους αναγνώστες της ότι θεωρεί αυτονόητο το δικαίωμα του σχολιασμού και της κριτικής έκφρασης, όταν αυτό φυσικά δεν στοχεύει στην απαξίωση, στην ύβρη και στην προσβολή ατόμων και θεσμών.
Το αναγνωστικό κοινό θα πρέπει να γνωρίζει ότι η Γνώμη, επιδιώκοντας μια υγιή και αμφίδρομη επικοινωνία, δεν δημοσιεύει ανυπόγραφα σχόλια, αλλά ούτε και σχόλια ρατσιστικού, προσβλητικού και υβριστικού περιεχομένου.
Τα ενυπόγραφα άρθρα τέλος, εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας.