Ὁ Μητροπολίτης σας
Ὁ Πολυανής καί Κιλκισίου Ἐμμανουήλ
Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, τέκνα ἐν Κυρίω ἀγαπητά,
«Ὅτι παιδίον ἐγενήθη ἡμῖν, Υἱὸς καὶ ἐδόθη ἡμῖν»
(Προφ. Ησαϊας κεφ. 9 στιχ. 6)
Μυστήριον ξένον, ὁρῶ καί παράδοξον! Μέ αὐτόν τόν ὕμνο, ἀπό τίς καταβασίες τῶν Χριστουγέννων, μᾶς μεταφέρεται ὅλη ἡ μυσταγωγία καί τό μεγαλεῖο αὐτῶν τῶν ἡμερῶν, διότι ὄντως εἶναι ξένο καί παράδοξο, πῶς ὁ Θεός κατῆλθε εἰς τόν κόσμον καί ἐγεννήθη ὑπό τῆς Παρθένου μητρός του, διά τήν σωτηρία τοῦ γένους τῶν ἀνθρώπων. Καί ἐμεῖς ὅλοι στεκόμαστε μέ δέος ἱερό καί θαυμασμό μπροστά στό μεγαλεῖο της ταπεινῆς φάτνης, ἡ ὁποία μέσα στήν ἁπλότητα καί στήν ταπεινή εἰκόνα της, κρύβει τό ὕψιστο μεγαλεῖο του Θεοῦ γιά τόν ἄνθρωπο.
Ἡ φάτνη, ἡ ὁποία μεγαλώνει, μέ τό περιεχόμενο τής τήν φύση, τήν κτίση καί τόν ἄνθρωπο. Ἡ φάτνη, ἡ ὁποία μέ τήν κραυγαλέα ἁπλότητά της προσκαλεῖ τό ἀνθρώπινο γένος νά βιώσει τή «θεϊκή ἀρετή» τήν «ἀγάπη» διά τῆς ἁπλότητας καί τῆς ὑψοποιοῦ ταπεινώσεως τοῦ γεννηθέντος βρέφους.
Πῶς ὅμως, ὁ σημερινός ἄνθρωπος βιώνει τό μεγαλεῖο καί τό μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας μας, μιά καί ἡ Ἐκκλησία μας καί οἱ Πατέρες της, εἶναι: «ὁ Χριστός παρατεινόμενος εἰς τούς αἰώνας»; (ἱερός Αὐγουστίνος). Πῶς, ὅμως, οἱ ἄνθρωποι συνειδητοποιοῦμε ἤ τουλάχιστον προσπαθοῦμε νά συνειδητοποιήσουμε, ὅτι ὄντως ὁ Θεός εἶναι ἡ ἀγάπη, ἡ ὄντως ἀγάπη; Πῶς το γένος τοῦ ἀνθρώπου ἀντιλαμβάνεται τό «συγκαταβαίνων ο Σωτηρ, τώ γενει των ανθρωπων», διά τήν ἄρση τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τήν ἐφήμερη, πρόσκαιρη καί ποταπή ζωή; Πῶς καταλαβαίνουμε τό νόημα τῆς ἁγιοπατερικῆς ρήσεως ὅτι ὁ «Αὐτός ἐνηνθρώπησεν ἴνα ἤμεις θεοποιηθῶμεν»; (Μέγας Ἀθανάσιος).
Δυστυχῶς, μέ τήν ἐπιβολή τῆς ἰσχύος καί τῆς δυνάμεως τοῦ θελήματός μας, μέ τήν ὕλη καί τήν κτίση μόνο, παραποιοῦμε τήν ἀνθρώπινη φύση ἡ ὁποία πρέπει νά ἀγωνίζεται νά τό ξεπεράσει νά ὑπερβεῖ τό φυσικό καί νά φτάσει στό ὑπέρ φύσην, μέ ἀποτέλεσμα, σήμερα, ἡ φύση, κτίση καί ἡ ἀνθρωπότητα νά ὑποφέρει.
Καθημερινά βλέπουμε καί παρατηροῦμε τήν ἐκδήλωση τοῦ ἐγωισμοῦ ἡ ὁποία ἐκφράζεται διά τοῦ ὑπερκαταναλωτισμοῦ, τῆς ἐξόντωσης τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τόν συνάνθρωπό του, διά τοῦ πολέμου, διά τῶν ἀκαταστασιῶν καί ὅλων ὅσων ἐπακολουθοῦν. Ἐπιτρέπεται τό ἀνθρώπινο γένος νά ζεῖ μέσα στήν δίνη τοῦ φόβου τοῦ θανάτου; Ἐπιτρέπεται νά μειώνει τήν πνευματική του ὕπαρξη καί νά ἀπειλεῖ ἤ νά αὐτοαπειλεῖται; Ὑπάρχει σέ ὅλα τά θλιβερά πού ἀντιμετωπίζουμε καθημερινά, ἴχνος αὐθεντικῆς ἀγάπης ἤ ἐνδιαφέροντος γιά τόν ἀδελφό μας καί τούς συνανθρώπους μας; Ἄν δέν ὑπάρχει, ἄς τό ἐπιδιώξουμε!
Ἄν δέν ἔχει γίνει ἀντικείμενο πανανθρώπινης ὥριμης σκέψης, πρέπει νά τό σκεφθοῦμε καί νά τό ὑλοποιήσουμε, διότι ἡ Γέννηση τοῦ Χριστοῦ μας δέν εἶναι μία παρελθοντική ἔκφραση τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά εἶναι μία διαρκής παρουσία ἔκφρασης ἡ ὁποία δέν μπορεῖ νά παραμένει στά λόγια, ἀλλά στον τρόπο ζωῆς, ὥστε «ἐν ἐνί στόματι καί μιά καρδία» (Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος) ὅλη ἡ ἀνθρωπότητα ἑνωμένη, μακριά ἀπό τά μικρά ἤ τά μεγάλα συμφέροντα, τήν οἴηση καί τόν ἄκρατο ἐγωισμό νά νοιώσει καί νά ζήσει το: «Ὅτι παιδίον ἐγεννήθη ἠμίν, υἱός και εδοθη ἠμίν»
Μετά πολλά πατρικῆς ἀγάπης καί εὐχῶν γεννηθέντος Χριστοῦ.
Ὁ Πολυανής καί Κιλκισίου Ἐμμανουήλ
Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, τέκνα ἐν Κυρίω ἀγαπητά,
«Ὅτι παιδίον ἐγενήθη ἡμῖν, Υἱὸς καὶ ἐδόθη ἡμῖν»
(Προφ. Ησαϊας κεφ. 9 στιχ. 6)
Μυστήριον ξένον, ὁρῶ καί παράδοξον! Μέ αὐτόν τόν ὕμνο, ἀπό τίς καταβασίες τῶν Χριστουγέννων, μᾶς μεταφέρεται ὅλη ἡ μυσταγωγία καί τό μεγαλεῖο αὐτῶν τῶν ἡμερῶν, διότι ὄντως εἶναι ξένο καί παράδοξο, πῶς ὁ Θεός κατῆλθε εἰς τόν κόσμον καί ἐγεννήθη ὑπό τῆς Παρθένου μητρός του, διά τήν σωτηρία τοῦ γένους τῶν ἀνθρώπων. Καί ἐμεῖς ὅλοι στεκόμαστε μέ δέος ἱερό καί θαυμασμό μπροστά στό μεγαλεῖο της ταπεινῆς φάτνης, ἡ ὁποία μέσα στήν ἁπλότητα καί στήν ταπεινή εἰκόνα της, κρύβει τό ὕψιστο μεγαλεῖο του Θεοῦ γιά τόν ἄνθρωπο.
Ἡ φάτνη, ἡ ὁποία μεγαλώνει, μέ τό περιεχόμενο τής τήν φύση, τήν κτίση καί τόν ἄνθρωπο. Ἡ φάτνη, ἡ ὁποία μέ τήν κραυγαλέα ἁπλότητά της προσκαλεῖ τό ἀνθρώπινο γένος νά βιώσει τή «θεϊκή ἀρετή» τήν «ἀγάπη» διά τῆς ἁπλότητας καί τῆς ὑψοποιοῦ ταπεινώσεως τοῦ γεννηθέντος βρέφους.
Πῶς ὅμως, ὁ σημερινός ἄνθρωπος βιώνει τό μεγαλεῖο καί τό μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας μας, μιά καί ἡ Ἐκκλησία μας καί οἱ Πατέρες της, εἶναι: «ὁ Χριστός παρατεινόμενος εἰς τούς αἰώνας»; (ἱερός Αὐγουστίνος). Πῶς, ὅμως, οἱ ἄνθρωποι συνειδητοποιοῦμε ἤ τουλάχιστον προσπαθοῦμε νά συνειδητοποιήσουμε, ὅτι ὄντως ὁ Θεός εἶναι ἡ ἀγάπη, ἡ ὄντως ἀγάπη; Πῶς το γένος τοῦ ἀνθρώπου ἀντιλαμβάνεται τό «συγκαταβαίνων ο Σωτηρ, τώ γενει των ανθρωπων», διά τήν ἄρση τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τήν ἐφήμερη, πρόσκαιρη καί ποταπή ζωή; Πῶς καταλαβαίνουμε τό νόημα τῆς ἁγιοπατερικῆς ρήσεως ὅτι ὁ «Αὐτός ἐνηνθρώπησεν ἴνα ἤμεις θεοποιηθῶμεν»; (Μέγας Ἀθανάσιος).
Δυστυχῶς, μέ τήν ἐπιβολή τῆς ἰσχύος καί τῆς δυνάμεως τοῦ θελήματός μας, μέ τήν ὕλη καί τήν κτίση μόνο, παραποιοῦμε τήν ἀνθρώπινη φύση ἡ ὁποία πρέπει νά ἀγωνίζεται νά τό ξεπεράσει νά ὑπερβεῖ τό φυσικό καί νά φτάσει στό ὑπέρ φύσην, μέ ἀποτέλεσμα, σήμερα, ἡ φύση, κτίση καί ἡ ἀνθρωπότητα νά ὑποφέρει.
Καθημερινά βλέπουμε καί παρατηροῦμε τήν ἐκδήλωση τοῦ ἐγωισμοῦ ἡ ὁποία ἐκφράζεται διά τοῦ ὑπερκαταναλωτισμοῦ, τῆς ἐξόντωσης τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τόν συνάνθρωπό του, διά τοῦ πολέμου, διά τῶν ἀκαταστασιῶν καί ὅλων ὅσων ἐπακολουθοῦν. Ἐπιτρέπεται τό ἀνθρώπινο γένος νά ζεῖ μέσα στήν δίνη τοῦ φόβου τοῦ θανάτου; Ἐπιτρέπεται νά μειώνει τήν πνευματική του ὕπαρξη καί νά ἀπειλεῖ ἤ νά αὐτοαπειλεῖται; Ὑπάρχει σέ ὅλα τά θλιβερά πού ἀντιμετωπίζουμε καθημερινά, ἴχνος αὐθεντικῆς ἀγάπης ἤ ἐνδιαφέροντος γιά τόν ἀδελφό μας καί τούς συνανθρώπους μας; Ἄν δέν ὑπάρχει, ἄς τό ἐπιδιώξουμε!
Ἄν δέν ἔχει γίνει ἀντικείμενο πανανθρώπινης ὥριμης σκέψης, πρέπει νά τό σκεφθοῦμε καί νά τό ὑλοποιήσουμε, διότι ἡ Γέννηση τοῦ Χριστοῦ μας δέν εἶναι μία παρελθοντική ἔκφραση τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά εἶναι μία διαρκής παρουσία ἔκφρασης ἡ ὁποία δέν μπορεῖ νά παραμένει στά λόγια, ἀλλά στον τρόπο ζωῆς, ὥστε «ἐν ἐνί στόματι καί μιά καρδία» (Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος) ὅλη ἡ ἀνθρωπότητα ἑνωμένη, μακριά ἀπό τά μικρά ἤ τά μεγάλα συμφέροντα, τήν οἴηση καί τόν ἄκρατο ἐγωισμό νά νοιώσει καί νά ζήσει το: «Ὅτι παιδίον ἐγεννήθη ἠμίν, υἱός και εδοθη ἠμίν»
Μετά πολλά πατρικῆς ἀγάπης καί εὐχῶν γεννηθέντος Χριστοῦ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η Γνώμη Κιλκίς- Παιονίας διευκρινίζει στους αναγνώστες της ότι θεωρεί αυτονόητο το δικαίωμα του σχολιασμού και της κριτικής έκφρασης, όταν αυτό φυσικά δεν στοχεύει στην απαξίωση, στην ύβρη και στην προσβολή ατόμων και θεσμών.
Το αναγνωστικό κοινό θα πρέπει να γνωρίζει ότι η Γνώμη, επιδιώκοντας μια υγιή και αμφίδρομη επικοινωνία, δεν δημοσιεύει ανυπόγραφα σχόλια, αλλά ούτε και σχόλια ρατσιστικού, προσβλητικού και υβριστικού περιεχομένου.
Τα ενυπόγραφα άρθρα τέλος, εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας.