Γράφει ο Σπύρος Νικ. Καρτσώνης
Η ιστορία των τονικών σημαδιών
Η ιστορία των τονικών σημαδιών
Είχαμε πει στο προηγούμενο σημείωμα ότι για την αρχαία ελληνική γλώσσα ήταν απαραίτητα τα τρία τονικά σημάδια
(η οξεία, η βαρεία και η περισπωμένη), γιατί με το καθένα απ’ αυτά υποδηλωνόταν
ένας διαφορετικός τρόπος προφοράς της τονισμένης συλλαβής. Είχαμε πει
επίσης ότι χρειάστηκε να επινοηθούν δύο
ακόμη σημάδια, τα πνεύματα (η δασεία και η ψιλή), για να δηλώνονται με αυτά
ποιες από τις λέξεις που άρχιζαν με φωνήεν είχαν δασύ πνεύμα και ποιες
στερούνταν δασέος πνεύματος.
Τα τρία αυτά τονικά σημάδια και τα πνεύματα όμως αποτελούν επινόηση των αλεξανδρινών γραμματικών (πρώτος τα επινόησε
και τα χρησιμοποίησε ο μεγάλος Αλεξανδρινός φιλόλογος Αριστοφάνης ο Βυζάντιος [257-180 π.Χ.] και τον ακολούθησε ο μαθητής
και διάδοχός του Αρίσταρχος ο Σαμόθραξ).
Επινοήθηκαν δηλαδή κατά τους λεγόμενους ελληνιστικούς χρόνους
(στα μετά τον Αλέξανδρο χρόνια), σε μια
εποχή που είχαν γίνει πολύ σημαντικές μεταβολές στην προφορά της ελληνικής
γλώσσας. Ο λόγος για την επινόησή τους ήταν πολύ απλός: οι αλεξανδρινοί λόγιοι ήθελαν να βοηθήσουν
τους συγχρόνους τους να διαβάζουν τα παλιά αλλά πολύ σημαντικά δημιουργήματα
του λόγου με τον παλιό τρόπο, δηλαδή με τον τρόπο που τα πρόφεραν οι δημιουργοί
τους. Με άλλα λόγια τα σημάδια αυτά
δεν προορίζονταν να βοηθήσουν στη γραφή ή στην ανάγνωση της ελληνικής γλώσσας
της εποχής που τα δημιούργησε (για την εποχή αυτή ήταν στην ουσία άχρηστα),
αλλά να βοηθήσουν στην ανάγνωση των παλιών κειμένων. Τα οποία παλιά κείμενα
ανήκουν σε μια εποχή που βρίσκεται σε μεγάλη απόσταση από τη στιγμή της
επινόησης των σημαδιών αυτών. Για τη γραπτή αποτύπωση δηλαδή των ποιημάτων του
Ομήρου, των λαμπρών δημιουργημάτων της αρχαίας ελληνικής λυρικής ποίησης, των
ανεπανάληπτων τραγωδιών και κωμωδιών, των ιστορικών έργων του Θουκυδίδη και του
Ηροδότου, των φιλοσοφικών κειμένων του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη, των
ρητορικών λόγων του Δημοσθένη, καθόλου δεν χρησίμευσαν τα σημάδια αυτά.
Αργότερα όμως αποδείχτηκαν πάρα πολύ χρήσιμα. Η χρήση τους έγινε υποχρεωτική
μόνο κατά τη βυζαντινή εποχή.
Στο σημείο αυτό
αξίζει να κάνουμε δύο παρατηρήσεις:
α) ‘‘Χάνοντας’’
η νεοελληνική γλώσσα τους μακρόχρονους φθόγγους (όπως είχαμε πει σε προηγούμενο
σημείωμα [15-2-15]) που είχε η αρχαία ελληνική γλώσσα, τους μόνους δηλαδή
φθόγγους για τους οποίους προοριζόταν η περισπωμένη, έχανε μαζί και το λόγο για
τη διατήρηση της περισπωμένης. Ενώ στην αρχαία ελληνική άλλη προφορά είχε η αιτιατική
ενικού τον κῆπον (με περισπωμένη) και
άλλη η γενική πληθυντικού των κήπων
(με οξεία), στη νέα ελληνική δεν υπάρχει διαφορά στην προφορά της τονισμένης
συλλαβής ανάμεσα π.χ. στους τύπους ο
κήπος και του κήπου.
β) ‘‘Χάνοντας’’ τους μακρόχρονους φθόγγους η νεοελληνική μας γλώσσα
φαίνεται πως έχασε και το μηχανισμό για τη μετακίνηση του τόνου από συλλαβή σε
συλλαβή, όταν κλίνονται οι λέξεις.
Ύστερα από τα
παραπάνω μπορούμε να συμπεράνουμε ότι τα
τρία τονικά σημάδια, αλλά και τα
πνεύματα, αφού δεν είχαν καμία πρακτική αξία για τη γλώσσα της εποχής που τα
δημιούργησε (ήταν χρήσιμα μόνο με τον αναδρομικό τρόπο που είπαμε), πολύ περισσότερο
δεν έχουν καμία πρακτική αξία για τη νεοελληνική γλώσσα, της οποίας ο τρόπος προφοράς
των τονισμένων συλλαβών των λέξεών της διαφέρει από τον τρόπο προφοράς των
τονισμένων συλλαβών των λέξεων της αρχαίας ελληνικής
γλώσσας.
Επιπλέον στη
νεοελληνική γλώσσα δεν υπάρχει η διάκριση ανάμεσα σε μακρόχρονα και βραχύχρονα
φωνήεντα, διάκριση που αποτελούσε βασικό χαρακτηριστικό της αρχαίας ελληνικής
γλώσσας και επηρέαζε τον τονισμό της.
Η νέα ελληνική γλώσσα έχει ανάγκη από ένα
και μόνο σημάδι, για να δηλώνει ένα και μόνο πράγμα: την τονισμένη συλλαβή.
Αυτός ήταν -κυρίως- ο λόγος για τον οποίο το 1982 καθιερώθηκε το μονοτονικό
σύστημα γραφής. Για το θέμα αυτό όμως θα μιλήσουμε στο επόμενο σημείωμα.
kartswnhs@gmail.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η Γνώμη Κιλκίς- Παιονίας διευκρινίζει στους αναγνώστες της ότι θεωρεί αυτονόητο το δικαίωμα του σχολιασμού και της κριτικής έκφρασης, όταν αυτό φυσικά δεν στοχεύει στην απαξίωση, στην ύβρη και στην προσβολή ατόμων και θεσμών.
Το αναγνωστικό κοινό θα πρέπει να γνωρίζει ότι η Γνώμη, επιδιώκοντας μια υγιή και αμφίδρομη επικοινωνία, δεν δημοσιεύει ανυπόγραφα σχόλια, αλλά ούτε και σχόλια ρατσιστικού, προσβλητικού και υβριστικού περιεχομένου.
Τα ενυπόγραφα άρθρα τέλος, εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας.