[“ Την Τετάρτη 20 Νοεμβρίου 2013 (21.15) θα πραγματοποιηθεί η έβδομη φιλοσοφική νυκτηγορία (β΄ περίοδος) με τον Όμηρο Ταχμαζίδη στο καφέ ΓΑΖΙΑ (Καρόλου Ντηλ 22 – Θεσσαλονίκη) με θέμα: «Όλα χάνονται, ώσπου να εμφανιστεί ένα χέρι βοηθείας: κινηματογραφικός συμβολισμός και παγκοσμιοποίηση“. Η είσοδος είναι ελεύθερη”]
Κείμενο: Όμηρος Ταχμαζίδης
Οι «υπογραφές»: Η Μαρία Χούκλη, δημοσιογράφος, η Αντιγόνη Λυμπεράκη καθηγήτρια Οικονομικών στο Πάντειο πανεπιστήμιο και αντιπρόεδρος της «Δράσης» και η Βένα Γεωργακοπούλου, αρχισυντάκτρια του πολιτιστικού ρεπορτάζ στην «Εφημερίδα των Συντακτών», «τοποθετήθηκαν» δημοσίως μέσα από τις στήλες της εφημερίδας «ΤΑ ΝΕΑ» του Δημοσιογραφικού Συγκροτήματος Λαμπράκη (ΔΟΛ) στις αντιπαραθέσεις που πυροδότησε ένα σκίτσιο του Δημήτρη Χαντζόπουλου με το οποίο ο σκιτσογράφος διακωμώδησε τη συμπεριφορά δύο βουλευτριών: για τους «συντάκτες» της κομματικής εφημερίδας «Η ΑΥΓΗ» του Συνασπισμού της Ριζοσπαστικής Αριστεράς ( ΣΥΡΙΖΑ) το σκίτσο αποτελούσε μια σεξιστική επίθεση και όχι κριτική - είναι προφανές ότι στον ΔΟΛ δίνουν ιδιαίτερη έμφαση στην επιστράτευση «υπογραφών» και ακόμη μεγαλύτερη στην επιστάτευση γυναικείων «υπογραφών».
Αντικρουόμενοι στόχοι: Παρόμοιες επιστρατεύσεις «διακεκριμένων υπογραφών» έχουν ιδιαίτερη αξία στην επικοινωνιακή τακτική της εφημερίδας «ΤΑ ΝΕΑ» του Δημοσιογραφικού Οργανισμού Λαμπράκη, διότι επιβοηθούν στην κατεύθυνση νομιμοποίησης του γελοιογράφου, του μέσου, του συγκροτήματος: «Η στάση της κομματικής εφημερίδας προκάλεσε σάλο αντιδράσεων από κόμματα, αλλά και από διακεκριμένους δημοσιογράφους και γελοιογράφους, οι οποίοι με δηλώσεις και άρθρα τους καυτηρίασαν την έλλειψη ανοχής στην κριτική και τη σάτιρα, και τη στοχοποίηση Μέσων Ενωμέρωσης και ανθρώπων του Τύπου από ένα κόμμα της Αριστεράς» - ο ΔΟΛ συσπειρώνει την αγέλη των «διακεκριμένων» για να κατατροπώσει την «ομάδα» των «πολιτικώς απείρων ατόμων» της εφημερίδας «Η ΑΥΓΗ».
Η οπτική: Η Μαρία Χούκλη σε ένα σύντομο άρθρο με τον δοκιμιακό τίτλο «Περί γελοίου και σοβαρού», θεωρεί «γελοίο» «να κατακεραυνώνεται η ελευθερία του σκιτσογράφου να είναι όσο αιρετικός θέλει ακόμη και όταν το σκαρίφημα του τον αδικεί»: η δημοσιογράφος με μητρική στοργή αγκαλιάζει τον «αιρετικό» συνάδελφό της που είχε την ατυχία να αδικήσει τον εαυτό του!
Ο όρος: Εδώ η λέξη «αιρετικός» χάνει το νόημά της: η Μαρία Χούκλη αγνοεί, όπως φαίνεται, τις ιστορικές καταβολές του όρου και τον συνδέει με μια πέρα για πέρα «συμβατική», «καθεστωτική» συμπεριφορά: η συγκεκριμένη γελοιογραφία αποτυπώνει τον κοινό τόπο κάθε συνοικιακού – όχι φυσικά μόνον συνοικιακού – σπορ καφέ για το τι σημαίνει «γυναίκα» - ο υποτιθέμενος «αιρετικός» δεν κινείται στα κράσπεδα του κοινού παρονομαστή για το τι είναι γυναίκα, αλλά επιβεβαιώνει το κυρίαρχο στερεότυπο και το εδραιώνει με τη σειρά του στην καθημερινή συνείδηση. Ο κοινός παρονομαστής δεν είναι εξ-αίρεση, είναι κανόνας: είναι «ορθοδοξία» και όχι «αίρεση», είναι «άποψη» που βασίζεται στα κυρίαρχα στερεότυπα και εκφέρεται από ένα μέσο με ισχύ («το μέσο είναι το μήνυμα») που επιβάλλει αντιλήψεις στους πολλούς – μόνον «αιρετική» δεν είναι η συγκεκριμένη γελοιογραφία.
Ο κοινότοπος ισχυρισμός περί «ελευθερίας του σκιτσογράφου» καταντάει σαχλός όταν επιστρατεύεται μια γυναίκα για να νομιμοποιήσει την ατυχή «έμπνευση» ενός άνδρα: όχι, ο Δημήτρης Χαντζόπουλος δεν είναι «αιρετικός», είναι άνδρας Έλληνας «ορθόδοξος», με όλη τη σημασία της λέξης – όπου η ορθότητα αφορά σε μια κυρίαρχη άποψη. Χάος, λοιπόν, η ψυχή του Έλληνα αρσενικού που θέλει την Ραχήλ και την Ζωή να «τα κάνουν όλα»: από την άλλη για τη γυναικεία αρθρογραφία ο λαϊκισμός, υπαρκτός ή ανύπαρκτος, θεμιτός ή αθέμιτος, όταν εκπορεύεται από μια βουλεύτρια αντικρούεται με «επιχειρήματα» έμφυλου ρατσισμού – έτσι μια λαϊκίστρια βουλεύτρια δεν μπορεί να είναι τίποτε άλλο εκτός από «χαζή» ή «πουτάνα», αδιάσειστα πειστήρια για αυτό οι «γόβες» και τα «πούρα Αβάνας» (κατά τον ευρηματικό τίτλο του άρθρου της Αντιγόνης Λυμπεράκη)!
Το «δικαίωμα»: Στο υπό τον τίτλο «Οι γόβες και τα πούρα Αβάνας» άρθρο της στην εφημερίΔα «ΤΑ ΝΕΑ», επισημαίνει η αντιπρόεδρος της «Δράσης», ότι: «Μια γόβα σημαίνει «γυναίκα», αλλά μια ψηλοτάκουνη γόβα Christian Louboutin σε πόδι αγανακτισμένης αντιμνημονιακής βουλευτίνας στην Ελλάδα της κρίσης σημαίνει, ίσως «ανόητη γυναίκα». Το δικαίωμα στην ανοησία δεν είναι ούτε γυναικείο ούτε ανδρικό προνόμιο. Η ανοησία στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν προκύπτει από τη γυναικεία ιδιότητα, αλλά από την αναντιστοιχία λόγων (καταγγελία δανειστών) και πράξεων (των δανειζομένων για προκλητική κατανάλωση)» - εάν ζούσε ο Γιάννης Σκαρίμπας, ίσως άφηνε κάποιον μυθιστορηματικό του ήρωα, να «σημειολογήσει» ότι η γόβα μπορεί να δηλώνει και άνδρα παρενδυσία σε απόγνωση.
Επιπλέον, η αντιπρόεδρος της «Δράσης» προσέθεσε ένα ακόμη δικαίωμα στον μακρύ κατάλογο των δικαιωμάτων του ανθρώπου: προσωπικά δεν γνωρίζω καμία περίπτωση ατόμου ή ένωσης προσώπων να έχει ως αίτημά της την ανοησία – το «θέλω να είμαι ανόητος» ή το «δικαιούμε την ανοησία μου», μπορούν να αναγνωρισθούν ως συμβολή της Αντιγόνης Λυμπεράκη στο δημόσιο διάλογο και τον πολιτικό μας πολιτισμό στο ζήτημα των δικαιωμάτων.
Εάν δεν με απατούν τα ελληνικά μου, τον ή την που άλλα λέγει και άλλα πράττει (= «αναντιστοιχία λόγων και πράξεων») δεν τον χαρακτηρίζουμε ανόητο, ούτε καν πιστεύουμε ότι είναι ανόητος: ασυνεπής, λαοπλάνος… ο κατάλογος θα ήταν αρκετά μακρύς – ποτέ, όμως, ανόητος, διότι τότε θα καταλήγαμε στο συμπέρασμα ότι όλοι οι πολιτικοί μας είναι ανόητοι. Είναι; Μα, φυσικα είναι αφού άλλα λένε και άλλα κάμουν: δεν είναι, γιατί αυτό ισχύει μόνο για τη γυναίκα πολιτικό, κάτι που αποδέχεται και η Αντιγόνη Λυμπεράκη όταν υποστηρίζει ότι «είναι αξιοπρόσεκτο ότι μόνο οι γυναικείου φίλου ανοησίες πυροδοτούν ενθουσιώδεις και υπαινικτικούς σχεδιασμούς».
Προσθέτω και την φράση με την χαρακτηριστική πλαστική λέξη «επικοινωνία»: «η πολιτική, όπως και κάθε επικοινωνία, είναι διαχείριση συμβόλων» - η φράση θα μπορούσε να μας υποψιάσει για τους λόγους που οι κυρίαρχες ελίτ του καθεστώτος αδυνατούν να λάβουν ουσιαστικές αποφάσεις για το μέλλον της χώρας.
Σε τελική ανάλυση οι γυναίκες, κάνουν «πουτανιές», οι άνδρες «πουστιές»: το δεύτερο στερεότυπο είναι για ευνόητους λόγους ακόμη πιο ισχυρά φορτισμένο – αρνητικώς εννοείται!
Η επιτηδευμένη αφέλεια: Η Βένα Γεωργακοπούλου, αρχισυντάκτρια πολιτιστικού στην «Εφημερίδα των Συντακτών» δηλώνει, σε μια προσπάθεια «ανοσοποίησης» του ισχυρισμού της, «αφελής»: «Είμαι και λίγο αφελής. Η Ζωή και η Ραχήλ στο σκίτσο του Χαντζόπουλου εμένα δεν μου φάνηκαν σαν στριπτιτζούδες ή pole dancers. Επηρεασμένη, ίσως, από τα καλλιτεχνικά, που ροκανίζουν το 24ωρό μου, τις είδα σαν ακροβάτριες του Cirque du Soleil. Και το πλήθος από κάτω δεν μου φάνηκε σαν τίποτα ξελιγωμένα αρσενικά. Κάτι μαζωμένους έξω από την ΕΡΤ μου θύμισαν μια ψυχή βαθειά και τρομοκρατημένη» - ευθύβολη παρατήρηση από μια «λίγο αφελή».
Και εγώ ο «αχμάκης», οπαδός του ΠΑΟΚ, στην ιδιόλεκτο του σπορ καφέ θα πρόσθετα: οι «χαζές» και οι «πουτάνες» τα κάνουν όλα για μια ψήφο, αλλά στο τέλος θα μας αφήσουν με την «ψήφο» στο χέρι – είμαι εγώ ο χουλιγκάνος αρθρογράφος πιο χυδαίος σεξιστής από τον ευαίσθητο γελοιογράφο «καλλιτέχνη;»
Σημείωση: Δεν ασχολήθηκα με τον ανδρικό συνασπισμό της αγέλης των «διακεκριμένων», γιατί θεωρώ γελοία και υποκριτικά τα περισσότερα «επιχειρήματά» τους, περί ανεξαρτησίας του τύπου, περί λογοκρισίας και αυτολογοκρισίας κλπ. [Σήμερα συμπληρώθηκαν 50 ημέρες απεργίας στο εργοστάσιο της Coca Cola στη Θεσσαλονίκη: πόσες φορές «κάλυψε» η εφημερίδα «ΤΑ ΝΕΑ» το γεγονός; Δεν υπάρχει καμία αξία είδησης σε αυτά που συμβαίνουν;] Επιπλέον, πολλοί «διακεκριμένοι» Έλληνες γελοιογράφοι συνεχίζουν να είναι από τους κυριότερους αγωγούς μέσω των οποίων καταλήγουν τα πιο εμετικά αντισημιτικά στερεότυπα στη δημοσιότητα: η ραγδαία άνοδος του νεονατσισμού και του νεοχιτλερισμού στην πολιτική σκηνή είναι και δικό τους έργο – επ΄ αυτού οι «διακεκριμένοι», που επικαλείται η εφημερίδα «ΤΑ ΝΕΑ», σιωπούν συστηματικώς.
[Οι παραπομπές γίνονται από τα φύλλα της εφημερίδας ΤΑ ΝΕΑ της Πέμπτης 14 Νοεμβρίου2013 και του Σαββατοκύριακου 16-17 Νοεμβρίου 2013]
Κείμενο: Όμηρος Ταχμαζίδης
Οι «υπογραφές»: Η Μαρία Χούκλη, δημοσιογράφος, η Αντιγόνη Λυμπεράκη καθηγήτρια Οικονομικών στο Πάντειο πανεπιστήμιο και αντιπρόεδρος της «Δράσης» και η Βένα Γεωργακοπούλου, αρχισυντάκτρια του πολιτιστικού ρεπορτάζ στην «Εφημερίδα των Συντακτών», «τοποθετήθηκαν» δημοσίως μέσα από τις στήλες της εφημερίδας «ΤΑ ΝΕΑ» του Δημοσιογραφικού Συγκροτήματος Λαμπράκη (ΔΟΛ) στις αντιπαραθέσεις που πυροδότησε ένα σκίτσιο του Δημήτρη Χαντζόπουλου με το οποίο ο σκιτσογράφος διακωμώδησε τη συμπεριφορά δύο βουλευτριών: για τους «συντάκτες» της κομματικής εφημερίδας «Η ΑΥΓΗ» του Συνασπισμού της Ριζοσπαστικής Αριστεράς ( ΣΥΡΙΖΑ) το σκίτσο αποτελούσε μια σεξιστική επίθεση και όχι κριτική - είναι προφανές ότι στον ΔΟΛ δίνουν ιδιαίτερη έμφαση στην επιστράτευση «υπογραφών» και ακόμη μεγαλύτερη στην επιστάτευση γυναικείων «υπογραφών».
Αντικρουόμενοι στόχοι: Παρόμοιες επιστρατεύσεις «διακεκριμένων υπογραφών» έχουν ιδιαίτερη αξία στην επικοινωνιακή τακτική της εφημερίδας «ΤΑ ΝΕΑ» του Δημοσιογραφικού Οργανισμού Λαμπράκη, διότι επιβοηθούν στην κατεύθυνση νομιμοποίησης του γελοιογράφου, του μέσου, του συγκροτήματος: «Η στάση της κομματικής εφημερίδας προκάλεσε σάλο αντιδράσεων από κόμματα, αλλά και από διακεκριμένους δημοσιογράφους και γελοιογράφους, οι οποίοι με δηλώσεις και άρθρα τους καυτηρίασαν την έλλειψη ανοχής στην κριτική και τη σάτιρα, και τη στοχοποίηση Μέσων Ενωμέρωσης και ανθρώπων του Τύπου από ένα κόμμα της Αριστεράς» - ο ΔΟΛ συσπειρώνει την αγέλη των «διακεκριμένων» για να κατατροπώσει την «ομάδα» των «πολιτικώς απείρων ατόμων» της εφημερίδας «Η ΑΥΓΗ».
Η οπτική: Η Μαρία Χούκλη σε ένα σύντομο άρθρο με τον δοκιμιακό τίτλο «Περί γελοίου και σοβαρού», θεωρεί «γελοίο» «να κατακεραυνώνεται η ελευθερία του σκιτσογράφου να είναι όσο αιρετικός θέλει ακόμη και όταν το σκαρίφημα του τον αδικεί»: η δημοσιογράφος με μητρική στοργή αγκαλιάζει τον «αιρετικό» συνάδελφό της που είχε την ατυχία να αδικήσει τον εαυτό του!
Ο όρος: Εδώ η λέξη «αιρετικός» χάνει το νόημά της: η Μαρία Χούκλη αγνοεί, όπως φαίνεται, τις ιστορικές καταβολές του όρου και τον συνδέει με μια πέρα για πέρα «συμβατική», «καθεστωτική» συμπεριφορά: η συγκεκριμένη γελοιογραφία αποτυπώνει τον κοινό τόπο κάθε συνοικιακού – όχι φυσικά μόνον συνοικιακού – σπορ καφέ για το τι σημαίνει «γυναίκα» - ο υποτιθέμενος «αιρετικός» δεν κινείται στα κράσπεδα του κοινού παρονομαστή για το τι είναι γυναίκα, αλλά επιβεβαιώνει το κυρίαρχο στερεότυπο και το εδραιώνει με τη σειρά του στην καθημερινή συνείδηση. Ο κοινός παρονομαστής δεν είναι εξ-αίρεση, είναι κανόνας: είναι «ορθοδοξία» και όχι «αίρεση», είναι «άποψη» που βασίζεται στα κυρίαρχα στερεότυπα και εκφέρεται από ένα μέσο με ισχύ («το μέσο είναι το μήνυμα») που επιβάλλει αντιλήψεις στους πολλούς – μόνον «αιρετική» δεν είναι η συγκεκριμένη γελοιογραφία.
Ο κοινότοπος ισχυρισμός περί «ελευθερίας του σκιτσογράφου» καταντάει σαχλός όταν επιστρατεύεται μια γυναίκα για να νομιμοποιήσει την ατυχή «έμπνευση» ενός άνδρα: όχι, ο Δημήτρης Χαντζόπουλος δεν είναι «αιρετικός», είναι άνδρας Έλληνας «ορθόδοξος», με όλη τη σημασία της λέξης – όπου η ορθότητα αφορά σε μια κυρίαρχη άποψη. Χάος, λοιπόν, η ψυχή του Έλληνα αρσενικού που θέλει την Ραχήλ και την Ζωή να «τα κάνουν όλα»: από την άλλη για τη γυναικεία αρθρογραφία ο λαϊκισμός, υπαρκτός ή ανύπαρκτος, θεμιτός ή αθέμιτος, όταν εκπορεύεται από μια βουλεύτρια αντικρούεται με «επιχειρήματα» έμφυλου ρατσισμού – έτσι μια λαϊκίστρια βουλεύτρια δεν μπορεί να είναι τίποτε άλλο εκτός από «χαζή» ή «πουτάνα», αδιάσειστα πειστήρια για αυτό οι «γόβες» και τα «πούρα Αβάνας» (κατά τον ευρηματικό τίτλο του άρθρου της Αντιγόνης Λυμπεράκη)!
Το «δικαίωμα»: Στο υπό τον τίτλο «Οι γόβες και τα πούρα Αβάνας» άρθρο της στην εφημερίΔα «ΤΑ ΝΕΑ», επισημαίνει η αντιπρόεδρος της «Δράσης», ότι: «Μια γόβα σημαίνει «γυναίκα», αλλά μια ψηλοτάκουνη γόβα Christian Louboutin σε πόδι αγανακτισμένης αντιμνημονιακής βουλευτίνας στην Ελλάδα της κρίσης σημαίνει, ίσως «ανόητη γυναίκα». Το δικαίωμα στην ανοησία δεν είναι ούτε γυναικείο ούτε ανδρικό προνόμιο. Η ανοησία στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν προκύπτει από τη γυναικεία ιδιότητα, αλλά από την αναντιστοιχία λόγων (καταγγελία δανειστών) και πράξεων (των δανειζομένων για προκλητική κατανάλωση)» - εάν ζούσε ο Γιάννης Σκαρίμπας, ίσως άφηνε κάποιον μυθιστορηματικό του ήρωα, να «σημειολογήσει» ότι η γόβα μπορεί να δηλώνει και άνδρα παρενδυσία σε απόγνωση.
Επιπλέον, η αντιπρόεδρος της «Δράσης» προσέθεσε ένα ακόμη δικαίωμα στον μακρύ κατάλογο των δικαιωμάτων του ανθρώπου: προσωπικά δεν γνωρίζω καμία περίπτωση ατόμου ή ένωσης προσώπων να έχει ως αίτημά της την ανοησία – το «θέλω να είμαι ανόητος» ή το «δικαιούμε την ανοησία μου», μπορούν να αναγνωρισθούν ως συμβολή της Αντιγόνης Λυμπεράκη στο δημόσιο διάλογο και τον πολιτικό μας πολιτισμό στο ζήτημα των δικαιωμάτων.
Εάν δεν με απατούν τα ελληνικά μου, τον ή την που άλλα λέγει και άλλα πράττει (= «αναντιστοιχία λόγων και πράξεων») δεν τον χαρακτηρίζουμε ανόητο, ούτε καν πιστεύουμε ότι είναι ανόητος: ασυνεπής, λαοπλάνος… ο κατάλογος θα ήταν αρκετά μακρύς – ποτέ, όμως, ανόητος, διότι τότε θα καταλήγαμε στο συμπέρασμα ότι όλοι οι πολιτικοί μας είναι ανόητοι. Είναι; Μα, φυσικα είναι αφού άλλα λένε και άλλα κάμουν: δεν είναι, γιατί αυτό ισχύει μόνο για τη γυναίκα πολιτικό, κάτι που αποδέχεται και η Αντιγόνη Λυμπεράκη όταν υποστηρίζει ότι «είναι αξιοπρόσεκτο ότι μόνο οι γυναικείου φίλου ανοησίες πυροδοτούν ενθουσιώδεις και υπαινικτικούς σχεδιασμούς».
Προσθέτω και την φράση με την χαρακτηριστική πλαστική λέξη «επικοινωνία»: «η πολιτική, όπως και κάθε επικοινωνία, είναι διαχείριση συμβόλων» - η φράση θα μπορούσε να μας υποψιάσει για τους λόγους που οι κυρίαρχες ελίτ του καθεστώτος αδυνατούν να λάβουν ουσιαστικές αποφάσεις για το μέλλον της χώρας.
Σε τελική ανάλυση οι γυναίκες, κάνουν «πουτανιές», οι άνδρες «πουστιές»: το δεύτερο στερεότυπο είναι για ευνόητους λόγους ακόμη πιο ισχυρά φορτισμένο – αρνητικώς εννοείται!
Η επιτηδευμένη αφέλεια: Η Βένα Γεωργακοπούλου, αρχισυντάκτρια πολιτιστικού στην «Εφημερίδα των Συντακτών» δηλώνει, σε μια προσπάθεια «ανοσοποίησης» του ισχυρισμού της, «αφελής»: «Είμαι και λίγο αφελής. Η Ζωή και η Ραχήλ στο σκίτσο του Χαντζόπουλου εμένα δεν μου φάνηκαν σαν στριπτιτζούδες ή pole dancers. Επηρεασμένη, ίσως, από τα καλλιτεχνικά, που ροκανίζουν το 24ωρό μου, τις είδα σαν ακροβάτριες του Cirque du Soleil. Και το πλήθος από κάτω δεν μου φάνηκε σαν τίποτα ξελιγωμένα αρσενικά. Κάτι μαζωμένους έξω από την ΕΡΤ μου θύμισαν μια ψυχή βαθειά και τρομοκρατημένη» - ευθύβολη παρατήρηση από μια «λίγο αφελή».
Και εγώ ο «αχμάκης», οπαδός του ΠΑΟΚ, στην ιδιόλεκτο του σπορ καφέ θα πρόσθετα: οι «χαζές» και οι «πουτάνες» τα κάνουν όλα για μια ψήφο, αλλά στο τέλος θα μας αφήσουν με την «ψήφο» στο χέρι – είμαι εγώ ο χουλιγκάνος αρθρογράφος πιο χυδαίος σεξιστής από τον ευαίσθητο γελοιογράφο «καλλιτέχνη;»
Σημείωση: Δεν ασχολήθηκα με τον ανδρικό συνασπισμό της αγέλης των «διακεκριμένων», γιατί θεωρώ γελοία και υποκριτικά τα περισσότερα «επιχειρήματά» τους, περί ανεξαρτησίας του τύπου, περί λογοκρισίας και αυτολογοκρισίας κλπ. [Σήμερα συμπληρώθηκαν 50 ημέρες απεργίας στο εργοστάσιο της Coca Cola στη Θεσσαλονίκη: πόσες φορές «κάλυψε» η εφημερίδα «ΤΑ ΝΕΑ» το γεγονός; Δεν υπάρχει καμία αξία είδησης σε αυτά που συμβαίνουν;] Επιπλέον, πολλοί «διακεκριμένοι» Έλληνες γελοιογράφοι συνεχίζουν να είναι από τους κυριότερους αγωγούς μέσω των οποίων καταλήγουν τα πιο εμετικά αντισημιτικά στερεότυπα στη δημοσιότητα: η ραγδαία άνοδος του νεονατσισμού και του νεοχιτλερισμού στην πολιτική σκηνή είναι και δικό τους έργο – επ΄ αυτού οι «διακεκριμένοι», που επικαλείται η εφημερίδα «ΤΑ ΝΕΑ», σιωπούν συστηματικώς.
[Οι παραπομπές γίνονται από τα φύλλα της εφημερίδας ΤΑ ΝΕΑ της Πέμπτης 14 Νοεμβρίου2013 και του Σαββατοκύριακου 16-17 Νοεμβρίου 2013]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η Γνώμη Κιλκίς- Παιονίας διευκρινίζει στους αναγνώστες της ότι θεωρεί αυτονόητο το δικαίωμα του σχολιασμού και της κριτικής έκφρασης, όταν αυτό φυσικά δεν στοχεύει στην απαξίωση, στην ύβρη και στην προσβολή ατόμων και θεσμών.
Το αναγνωστικό κοινό θα πρέπει να γνωρίζει ότι η Γνώμη, επιδιώκοντας μια υγιή και αμφίδρομη επικοινωνία, δεν δημοσιεύει ανυπόγραφα σχόλια, αλλά ούτε και σχόλια ρατσιστικού, προσβλητικού και υβριστικού περιεχομένου.
Τα ενυπόγραφα άρθρα τέλος, εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας.