[Την Τετάρτη 6 Μαρτίου 2013 στις 8.30 μ.μ. ο Όμηρος Ταχμαζίδης θα παρουσιάσει στο καφέ ΓΑΖΙΑ (Καρόλου Ντηλ 22- Θεσσαλονίκη) τη δέκατη τέταρτη φιλοσοφική νυκτηγορία με θέμα: «Γυναίκες και φιλοσοφία: μια διαχρονική σχέση έντασης»]
Γράφει ο Όμηρος Ταχμαζίδης
Το πρόβλημα: Το απορρίμματα ευρίσκονται στο επίκεντρο ενός γενικότερου ενδιαφέροντος: σύγχρονες τεχνολογίες αποθήκευσης , παρέμβαση των πολιτών μέσω της διάκρισης και της ρίψης τους στους ανάλογους κάδους - διάφορα συστήματα επανάχρησης και αξιοποίησης κ.ο.κ.
Γράφει ο Όμηρος Ταχμαζίδης
Το πρόβλημα: Το απορρίμματα ευρίσκονται στο επίκεντρο ενός γενικότερου ενδιαφέροντος: σύγχρονες τεχνολογίες αποθήκευσης , παρέμβαση των πολιτών μέσω της διάκρισης και της ρίψης τους στους ανάλογους κάδους - διάφορα συστήματα επανάχρησης και αξιοποίησης κ.ο.κ.
Τα απορρίμματα είναι ένας τομέας προς τον οποίο στρέφεται το επενδυτικό ενδιαφέρον για πολλούς και διάφορους λόγους. Δε θα επεκταθούμε στους προβληματισμούς των ειδικών. Αργά ή γρήγορα μια κοινωνία η οποία παράγει τόνους σκουπιδιών θα σκόνταφτε και στο πρόβλημα της διαχείρισής τους.
Οι τοπικές δημοτικές αρχές κρίνονται στη χώρα μας κυρίως από τον τρόπο αποκομιδής των σκουπιδιών και του καθαρισμού των δρόμων: χαρακτηρίζουμε μια πόλη καθαρή ή βρόμικη, όταν υπάρχει ένα επαρκές δίκτυο αποκομιδής απορριμμάτων – η πόλη είναι καθαρή όταν τα σκουπίδια που «παράγει» δε γίνονται ορατά στο μεγαλύτερο χρονικό διάστημα της ημέρας.
Η αποκομιδή: Τα συστήματα ανακύκλησης βασίζονται στη διάκριση των απορριμμάτων: στο σπίτι, στους κάδους αποκομιδής στο δρόμο – προϋπόθεση λειτουργίας κάθε συστήματος είναι η αλλαγή συμπεριφοράς εκείνων οι οποίοι παράγουν σκουπίδια. Ο σύγχρονος άνθρωπος ενόσω καταναλώνει «παράγει» απορρίμματα.
Η αποκομιδή: Τα συστήματα ανακύκλησης βασίζονται στη διάκριση των απορριμμάτων: στο σπίτι, στους κάδους αποκομιδής στο δρόμο – προϋπόθεση λειτουργίας κάθε συστήματος είναι η αλλαγή συμπεριφοράς εκείνων οι οποίοι παράγουν σκουπίδια. Ο σύγχρονος άνθρωπος ενόσω καταναλώνει «παράγει» απορρίμματα.
Κάθε προϊόν το οποίο καταναλώνεται αφήνει πίσω του υπολείμματα: σκουπίδια, απορρίμματα, περιττώματα. Σήμερα ζούμε σε μια εποχή κατά την οποία τα υπολείμματα παραδίδονται σε νέα χρήση: επανάχρηση, ανακύκληση – δεν ήταν πάντοτε έτσι τα πράγματα, αλλά δεν ήταν και πολλές φορές πολύ πιο διαφορετικά.
Οι άνθρωποι των σκουπιδιών: Στους δρόμους των μεγαλουπόλεων παρατηρούμε ανθρώπους να ανακατεύουν το περιεχόμενο των κάδων αποκομιδής απορριμμάτων και να αναζητούν αντικείμενα τα οποία ημπορούν να χρησιμοποιηθούν εκ νέου: αυταπασχόληση στον καιρό της κρίσης και της διαχεόμενης ανέχειας – ο παράδεισος του υπαρκτού νεοφιλελευθερισμού.
Οι άνθρωποι των σκουπιδιών: Στους δρόμους των μεγαλουπόλεων παρατηρούμε ανθρώπους να ανακατεύουν το περιεχόμενο των κάδων αποκομιδής απορριμμάτων και να αναζητούν αντικείμενα τα οποία ημπορούν να χρησιμοποιηθούν εκ νέου: αυταπασχόληση στον καιρό της κρίσης και της διαχεόμενης ανέχειας – ο παράδεισος του υπαρκτού νεοφιλελευθερισμού.
Και σε πολλούς τόπους «ταφής» των σκουπιδιών εγκαθίστανται ομάδες ανθρώπων, οι οποίες «ασχολούνται» με την «αξιολόγηση» των σκουπιδιών και τη δυνατότητα επαναφοράς τους σε κάποιο παραγωγικό δίκτυο για νέα χρήση: η ανακύκληση αφορά πάντοτε την επανεισαγωγή σε ένα παραγωγικό δίκτυο ή ένα δίκτυο χρήσεων – το απόρριμμα ξεκινάει μια δεύτερη» «ζωή» μέσα από ένα νέο δίκτυο αξιοποίησης.
Εκείνοι που δίδουν πρωτίστως δεύτερη «ζωή» στα απορρίμματα είναι οι λεγόμενοι ρακοσυλλέκτες: η λέξη παραπλανεί, διότι σήμερα αξιοποιούνται περισσότερα είδη απορριμμάτων και όχι μόνο τα ράκη – γενικώς ζούμε σε μια εποχή ποικιλότροπης επανάχρησης του απορρίμματος.
Το αρχείο του τύπου: Η εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ δημοσίευσε την Τρίτη 24 Μαρτίου 1953 (σ. 4) ένα εκτενές άρθρο το οποίο αφορούσε στο επίκαιρο θέμα των ρακοσυλλεκτών. Ο τίτλος του άρθρου ήταν: «ΟΙ ΡΑΚΟΣΥΛΛΕΚΤΑΙ ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΚΑΙ Η ΑΝΤΙΘΕΣΙΣ ΤΟΥ ΜΥΡΩΜΕΝΟΥ ΚΟΜΜΩΤΗΡΙΟΥ» και ο υπότιτλος «οι ασχήμιες και ομορφιές κάθε δουλειά».
Η «κεφαλή» του ρεπορτάζ ανέφερε τα εξής: «Οι σκουπιδότοποι κοντά εις την Μαινεμένην και την Τούμπαν-Τα «απορρίμματα» του δήμου μέσα στη δυσοσμία των οποίων εργάζονται καθημερινώς 13 άνθρωποι – Ξεχωρίζουν τα παληόχαρτα, τα παληά κουτιά και τα … κόκκαλα και τα πωλούν. – Φρικτό και δύσοσμο περιβάλλον – Οι σκληρές συνθήκες της δουλειάς των – Το νεκροταφείο των ζώων της πόλεως και των σκουπιδιών».
Αναδημοσιεύουμε ολόκληρο το κείμενο κρατώντας την ορθογραφία και τα όποια τυπογραφικά λάθη του, χρησιμοποιώντας, ωστόσο, το μονοτονικό σύστημα: «Τον καθαρόν αέρα των δύο αντιθέτων σημείων έξω από τη Θεσσαλονίκη, του ανατολικού και δυτικού, γεμίζουν αι αποπνικτικές και δύσοσμες αναθυμιάσεις σωρών σκουπιδιών.
Το αρχείο του τύπου: Η εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ δημοσίευσε την Τρίτη 24 Μαρτίου 1953 (σ. 4) ένα εκτενές άρθρο το οποίο αφορούσε στο επίκαιρο θέμα των ρακοσυλλεκτών. Ο τίτλος του άρθρου ήταν: «ΟΙ ΡΑΚΟΣΥΛΛΕΚΤΑΙ ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΚΑΙ Η ΑΝΤΙΘΕΣΙΣ ΤΟΥ ΜΥΡΩΜΕΝΟΥ ΚΟΜΜΩΤΗΡΙΟΥ» και ο υπότιτλος «οι ασχήμιες και ομορφιές κάθε δουλειά».
Η «κεφαλή» του ρεπορτάζ ανέφερε τα εξής: «Οι σκουπιδότοποι κοντά εις την Μαινεμένην και την Τούμπαν-Τα «απορρίμματα» του δήμου μέσα στη δυσοσμία των οποίων εργάζονται καθημερινώς 13 άνθρωποι – Ξεχωρίζουν τα παληόχαρτα, τα παληά κουτιά και τα … κόκκαλα και τα πωλούν. – Φρικτό και δύσοσμο περιβάλλον – Οι σκληρές συνθήκες της δουλειάς των – Το νεκροταφείο των ζώων της πόλεως και των σκουπιδιών».
Αναδημοσιεύουμε ολόκληρο το κείμενο κρατώντας την ορθογραφία και τα όποια τυπογραφικά λάθη του, χρησιμοποιώντας, ωστόσο, το μονοτονικό σύστημα: «Τον καθαρόν αέρα των δύο αντιθέτων σημείων έξω από τη Θεσσαλονίκη, του ανατολικού και δυτικού, γεμίζουν αι αποπνικτικές και δύσοσμες αναθυμιάσεις σωρών σκουπιδιών.
Είνε τα σημεία, το ένα κοντά στη Μαινεμένη και το άλλο πέρα από την Τούμπα, όπου ο δήμος ρίχνει τα «απορρίμματα» της πόλεως. Αυτά τα απορρίμματα, μεταφέρονται αενάως με τα αυτοκίνητα και τα κάρρα του δήμου και αδειάζονται εκεί σε σωρούς. Τα αυτοκίνητα προτιμούν τον προς την Μαινεμένη χώρο, ενώ τα κάρρα αδειάζουν έξω από την Τούμπα. Σε λίγες ώρες οι σωροί των σκουπιδιών πατιώνται από τους εξ επαγγέλματος «ρακοσυλλέκται» και γίνονται ένα με το χώμα.
Γι΄ αυτούς τους φτωχούς ανθρώπους, τους ρακοσυλλέκτες της Θεσσαλονίκης, θέλουμε να μιλήσουμε σήμερα. Δουλεύουν εκεί σ΄ ένα «επάγγελμα» χειρότερο απ΄ όλα, χειρότερο από το επάγγελμα των βοθροκαθαριστών και των εργατών υπονόμων και υφίστανται την φθορά του σώματος και της ψυχής των. Είνε άνθρωποι καταδικασμένοι, που ξέπεσαν στους φρικτούς σκουπιδότοπους, για να εξοικονομήσουν τα προς το ζην. Δεν είνε απόκληροι της ζωής. Μαζεύουν τα κουρέλια των σκουπιδιών όλη μέρα, για να τα πωλήσουν και να αντικαταστήσουν το αντίτιμο τους με ένα κομμάτι ψωμί. Κανένα ψωμί δεν είνε τόσο πικρό, όσο το ψωμί των ρακοσυλλεκτών της Θεσσαλονίκης.
**
Επήγαμε στον σκουπιδότοπο της περιοχής Μαινεμένης μεσημέρι, όταν ο ήλιος έλαμπε και άστραφταν οι παληοτενεκέδες και τα σπασμένα γυαλιά, καθώς οι ρακοσυλλέκται ανακάτευαν τα σκουπίδια με τις ελαφρές αξίνες τους ή με τα μαυρισμένα χέρια τους, για να ξεχωρίσουν το ρυπαρό «εμπόρευμα». Από μακρυά η δυσοσμία μας εκτύπησε στα μούτρα. ΄
Γι΄ αυτούς τους φτωχούς ανθρώπους, τους ρακοσυλλέκτες της Θεσσαλονίκης, θέλουμε να μιλήσουμε σήμερα. Δουλεύουν εκεί σ΄ ένα «επάγγελμα» χειρότερο απ΄ όλα, χειρότερο από το επάγγελμα των βοθροκαθαριστών και των εργατών υπονόμων και υφίστανται την φθορά του σώματος και της ψυχής των. Είνε άνθρωποι καταδικασμένοι, που ξέπεσαν στους φρικτούς σκουπιδότοπους, για να εξοικονομήσουν τα προς το ζην. Δεν είνε απόκληροι της ζωής. Μαζεύουν τα κουρέλια των σκουπιδιών όλη μέρα, για να τα πωλήσουν και να αντικαταστήσουν το αντίτιμο τους με ένα κομμάτι ψωμί. Κανένα ψωμί δεν είνε τόσο πικρό, όσο το ψωμί των ρακοσυλλεκτών της Θεσσαλονίκης.
**
Επήγαμε στον σκουπιδότοπο της περιοχής Μαινεμένης μεσημέρι, όταν ο ήλιος έλαμπε και άστραφταν οι παληοτενεκέδες και τα σπασμένα γυαλιά, καθώς οι ρακοσυλλέκται ανακάτευαν τα σκουπίδια με τις ελαφρές αξίνες τους ή με τα μαυρισμένα χέρια τους, για να ξεχωρίσουν το ρυπαρό «εμπόρευμα». Από μακρυά η δυσοσμία μας εκτύπησε στα μούτρα. ΄
Ενας χώρος ευρύς, αλμυρός γιατί ένα μέτρο αν σκάψεις βρίσκεις το νερό της θάλασσας, πατημένος από τα αναγκαστικά βήματα των ρακοσυλλεκτών και από τους τροχούς των αυτοκινήτων καθαριότητος, που πηγαινοέρχονται. Κανένας δεν πλησιάζει εκεί, αν δεν έχει δουλειά, αφού τον διώχνει από μακρυά η δυσοσμία και τον πνίγει η βαρειά ατμόσφαιρα.
Γύρω πετούσαν γεράκια και κοράκια, για να βρουν κι΄ αυτά τη μακάβρια τροφή τους, τα πτώματα του νεκροταφείου των ζώων, που είνε δίπλα στον σκουπιδότοπο. Όλα τα ζώα που ψοφούν στην πόλι και τα σφάγια που κρίνονται ακατάλληλα απ΄ την υπηρεσία των δημοτικών σφαγείων, μεταφέρονται, εκεί κοντά στον σκουπιδότοπο και θάπτονται, σε αβαθείς τάφους. Νεκροταφείο εμψύχων και αψύχων, των όντι, απορρίμματα της πόλεως, άχρηστα, ελεεινά, ακάθαρτα, γεμάτα μικρόβια, βρώμα και δυσωδία.
**
Και όμως εκεί δουλεύουν άνθρωποι, μέσα στους σωρούς των σκουπιδιών, που νομίζεις, ότι όταν σκάβουν γίνονται ένα μ΄αυτά. Είνε αυτοί οι άνθρωποι, οι ρακοσυλλέκται της Θεσσαλονίκης. Δώδεκα ή δεκατρείς «συνεταίροι» του κ. Ρενέ Καράσο, ενοιαστού [σ.σ. εννοεί ενοικιαστού] των απορριμμάτων του δήμου. Αυτός ο ενοικιαστός είνε απόλυτος κύριος των σκουπιδιών. Προσφέρει 400 περίπου δραχμές την οκά για τα παληόχαρτα που βρίσκονται μέσα στα σκουπίδια, 350 περίπου δραχμές τα πανικά, 500 για τους τενεκέδες και τα κουτιά και 200 για τα κόκκαλα.
Έτσι μας είπαν οι ρακοσυλλέκται. Όποιος μαζεύει αυτά τα πρόστυχα αντικείμενα από τους σωρούς των σκουπιδιών, του τα προσφέρει στις παραπάνω τιμές. Και ο ενοικιαστής κ. Καράσο τα συγκεντρώνει σε αποθήκες, τα βάζει σε τσουβάλια και τα πουλάει σε διάφορα εργοστάσια της Θεσσαλονίκης και του Πειραιώς, τα οποία πάλι τα ρίχνουν στα καμίνια τους και τα μετασχηματίζουν σε χρήσιμο πλέον εμπόρευμα.
Πόσο πληρώνει στον δήμο ο κ. Καράσο ως ενοικιαστής των απορριμμάτων και πόσο πουλάει τα παληά αυτά είδη στα εργοστάσια, είναι δικός του λογαριασμός.
Πάντως οι ρακοσυλλέκται του δε βγάζουν περισσότερον από 15.000 δραχμές την ημέρα, από την αποπνικτική τους δουλειά, αν και ανακατεύουν τα σκουπίδια απ΄ το πρωί έως το βράδυ. Τα πρόσωπά τους, όπως τα είδαμε, είναι λυπημένα και τα χέρια τους μαύρα σαν σκουριασμένα. Τα έχει αφανίσει η βρώμα και η σκληρή δουλειά. Τα πόδια τους είναι σαν καψαλισμένα καυσόξυλα και δεν μπορείς να ξεχωρίσης αν τα παντελόνια που τα σκεπάζουν είναι ανθρώπινα ενδύματα. Και να σου λένε ότι τον χειμώνα είναι υποφερτή η δουλειά αυτή, γιατί το κρύο εξουδετερώνει τη βρώμα και παγώνει τα μιρκόβια προτού φθάσουν στα πνευμόνια τους; Το καλοκαίρι όμως; Τότε τους πνίγει και ο αέρας που αναπνέουν πάνω από το νεκροταφείο των σκουπιδιών.
Αυτό είναι, οπωσδήποτε το «επάγγελμά» τους. Ρακοσυλλέκται, «υπεργολάβοι» μάλιστα του ενοικιαστού των απορριμμάτων και μέσα σ΄ αυτό φθείρονται, χωρίς να το καταλαβαίνουν.
**
Είδαμε και δύο-τρεις νέους μεταξύ αυτών. Είδαμε κι΄ ένα παιδάκι 7-8 χρονών που βοηθούσε τον πατέρα του στο σκάλισμα των σκουπιδιών. Ρωτήσαμε αν βρίσκουν τουλάχιστον κανένα πολύτιμον αντικείμενον μέσα στα σκουπίδια.
-Τίποτε, είπαν. Που και που, ίσως μια φορά το χρόνο καμμιά βέρα ή κανένα βραχιολάκι. Άτυχοι και σ΄ αυτό.
**
Τι είναι οι σκουπιδότοποι όπου ρίχνονται τα απορρίμματα της πόλεως; Ένας απ΄ αυτούς τους ρακοσυλλέκτες είπε ότι είναι νεκροταφείο στην επιφάνεια της γης. Χωνεύονται εκεί τα σκουπίδια και γίνονται σιγά σιγά ένα στρώμα με το χώμα.
Αι καθημερινές ανάγκες των ανθρώπων δημιουργούν και τα πτώματα των αψύχων. Αυτά τα ανακατεύουν και δεν τα αφήνουν ήσυχα, άλλοι άνθρωποι με τις ίδιες ανάγκες, όπως οι… ενοικιασταί των σκουπιδιών και οι ρακοσυλλέκται. Επαγγέλματα μακάβρια, που θυμίζουν σκύλευσι και που τα εξασκούν άνθρωποι ζωντανοί, αλλά άτυχοι.
**
Θελήσαμε να παραβάλουμε το επάγγελμα των ρακοσυλλεκτών της Θεσσαλονίκης, με ένα άλλο, στο οποίο την δυσοσμία αντικαθιστά η ευωδία και τα σκουριασμένα χέρια των η λάμψις και η ομορφιά των περιποιημένων και ξεκούραστων χεριών. Την ανάγκη αυτής της παραβολής την αισθανθήκαμε ακατανόητη, μόλις απομακρυνθήκαμε από τον σκουπιδότοπο, γιατί θέλαμε να διώξουμε τη φοβερή εντύπωση που μας άφησε η εμφάνισις των ταλαιπωρημένων αυτών ανθρώπων.
Καταλήξαμε σ΄ ένα κομμωτήριο –μυρωπολείο, όπου τα πάντα ευωδιάζουν και όπου τα όμορφα γυναικεία χέρια είναι σαν αφρός γάλακτος και τα κομψότατα πόδια είναι τυλιγμένα σε αστραφτερό μετάξι. Είναι το κομμωτήριο της «Κούλας» στην οδό Τσιμισκή 42. Η μανικιουρίστα του κομμωτηρίου αυτού, μια έκτακτη και εργατικώτατη δεσποινίς την ώρα που έμπαινε ο φωτογράφος μας σ΄ αυτό, περιποιόταν τα αφράτα και γεμάτα χρυσά στολίδια χέρια μιας ωραίας, αλλά άγνωστης κυρίας.
Γύρω πετούσαν γεράκια και κοράκια, για να βρουν κι΄ αυτά τη μακάβρια τροφή τους, τα πτώματα του νεκροταφείου των ζώων, που είνε δίπλα στον σκουπιδότοπο. Όλα τα ζώα που ψοφούν στην πόλι και τα σφάγια που κρίνονται ακατάλληλα απ΄ την υπηρεσία των δημοτικών σφαγείων, μεταφέρονται, εκεί κοντά στον σκουπιδότοπο και θάπτονται, σε αβαθείς τάφους. Νεκροταφείο εμψύχων και αψύχων, των όντι, απορρίμματα της πόλεως, άχρηστα, ελεεινά, ακάθαρτα, γεμάτα μικρόβια, βρώμα και δυσωδία.
**
Και όμως εκεί δουλεύουν άνθρωποι, μέσα στους σωρούς των σκουπιδιών, που νομίζεις, ότι όταν σκάβουν γίνονται ένα μ΄αυτά. Είνε αυτοί οι άνθρωποι, οι ρακοσυλλέκται της Θεσσαλονίκης. Δώδεκα ή δεκατρείς «συνεταίροι» του κ. Ρενέ Καράσο, ενοιαστού [σ.σ. εννοεί ενοικιαστού] των απορριμμάτων του δήμου. Αυτός ο ενοικιαστός είνε απόλυτος κύριος των σκουπιδιών. Προσφέρει 400 περίπου δραχμές την οκά για τα παληόχαρτα που βρίσκονται μέσα στα σκουπίδια, 350 περίπου δραχμές τα πανικά, 500 για τους τενεκέδες και τα κουτιά και 200 για τα κόκκαλα.
Έτσι μας είπαν οι ρακοσυλλέκται. Όποιος μαζεύει αυτά τα πρόστυχα αντικείμενα από τους σωρούς των σκουπιδιών, του τα προσφέρει στις παραπάνω τιμές. Και ο ενοικιαστής κ. Καράσο τα συγκεντρώνει σε αποθήκες, τα βάζει σε τσουβάλια και τα πουλάει σε διάφορα εργοστάσια της Θεσσαλονίκης και του Πειραιώς, τα οποία πάλι τα ρίχνουν στα καμίνια τους και τα μετασχηματίζουν σε χρήσιμο πλέον εμπόρευμα.
Πόσο πληρώνει στον δήμο ο κ. Καράσο ως ενοικιαστής των απορριμμάτων και πόσο πουλάει τα παληά αυτά είδη στα εργοστάσια, είναι δικός του λογαριασμός.
Πάντως οι ρακοσυλλέκται του δε βγάζουν περισσότερον από 15.000 δραχμές την ημέρα, από την αποπνικτική τους δουλειά, αν και ανακατεύουν τα σκουπίδια απ΄ το πρωί έως το βράδυ. Τα πρόσωπά τους, όπως τα είδαμε, είναι λυπημένα και τα χέρια τους μαύρα σαν σκουριασμένα. Τα έχει αφανίσει η βρώμα και η σκληρή δουλειά. Τα πόδια τους είναι σαν καψαλισμένα καυσόξυλα και δεν μπορείς να ξεχωρίσης αν τα παντελόνια που τα σκεπάζουν είναι ανθρώπινα ενδύματα. Και να σου λένε ότι τον χειμώνα είναι υποφερτή η δουλειά αυτή, γιατί το κρύο εξουδετερώνει τη βρώμα και παγώνει τα μιρκόβια προτού φθάσουν στα πνευμόνια τους; Το καλοκαίρι όμως; Τότε τους πνίγει και ο αέρας που αναπνέουν πάνω από το νεκροταφείο των σκουπιδιών.
Αυτό είναι, οπωσδήποτε το «επάγγελμά» τους. Ρακοσυλλέκται, «υπεργολάβοι» μάλιστα του ενοικιαστού των απορριμμάτων και μέσα σ΄ αυτό φθείρονται, χωρίς να το καταλαβαίνουν.
**
Είδαμε και δύο-τρεις νέους μεταξύ αυτών. Είδαμε κι΄ ένα παιδάκι 7-8 χρονών που βοηθούσε τον πατέρα του στο σκάλισμα των σκουπιδιών. Ρωτήσαμε αν βρίσκουν τουλάχιστον κανένα πολύτιμον αντικείμενον μέσα στα σκουπίδια.
-Τίποτε, είπαν. Που και που, ίσως μια φορά το χρόνο καμμιά βέρα ή κανένα βραχιολάκι. Άτυχοι και σ΄ αυτό.
**
Τι είναι οι σκουπιδότοποι όπου ρίχνονται τα απορρίμματα της πόλεως; Ένας απ΄ αυτούς τους ρακοσυλλέκτες είπε ότι είναι νεκροταφείο στην επιφάνεια της γης. Χωνεύονται εκεί τα σκουπίδια και γίνονται σιγά σιγά ένα στρώμα με το χώμα.
Αι καθημερινές ανάγκες των ανθρώπων δημιουργούν και τα πτώματα των αψύχων. Αυτά τα ανακατεύουν και δεν τα αφήνουν ήσυχα, άλλοι άνθρωποι με τις ίδιες ανάγκες, όπως οι… ενοικιασταί των σκουπιδιών και οι ρακοσυλλέκται. Επαγγέλματα μακάβρια, που θυμίζουν σκύλευσι και που τα εξασκούν άνθρωποι ζωντανοί, αλλά άτυχοι.
**
Θελήσαμε να παραβάλουμε το επάγγελμα των ρακοσυλλεκτών της Θεσσαλονίκης, με ένα άλλο, στο οποίο την δυσοσμία αντικαθιστά η ευωδία και τα σκουριασμένα χέρια των η λάμψις και η ομορφιά των περιποιημένων και ξεκούραστων χεριών. Την ανάγκη αυτής της παραβολής την αισθανθήκαμε ακατανόητη, μόλις απομακρυνθήκαμε από τον σκουπιδότοπο, γιατί θέλαμε να διώξουμε τη φοβερή εντύπωση που μας άφησε η εμφάνισις των ταλαιπωρημένων αυτών ανθρώπων.
Καταλήξαμε σ΄ ένα κομμωτήριο –μυρωπολείο, όπου τα πάντα ευωδιάζουν και όπου τα όμορφα γυναικεία χέρια είναι σαν αφρός γάλακτος και τα κομψότατα πόδια είναι τυλιγμένα σε αστραφτερό μετάξι. Είναι το κομμωτήριο της «Κούλας» στην οδό Τσιμισκή 42. Η μανικιουρίστα του κομμωτηρίου αυτού, μια έκτακτη και εργατικώτατη δεσποινίς την ώρα που έμπαινε ο φωτογράφος μας σ΄ αυτό, περιποιόταν τα αφράτα και γεμάτα χρυσά στολίδια χέρια μιας ωραίας, αλλά άγνωστης κυρίας.
Αυτά τα χέρια, αν μπορούσε κανείς να τα φαντασθεί δίπλα στα χέρια του ρακοσυλλέκτου, θα έβλεπε τη διαφορά του ωραίου και του άσχημου, τη διαφορά της μιας δουλειάς από την άλλη οπυ την κάνει πιο κτυπητή το περιβάλλον στο οποίο εργάζεται ο ρακοσυλλέκτης από το άλλο μυρωμένο περιβάλλον όπου εξασκεί το επάγγελμά της η μανικιουρίστα. Βιοπαλαισταί βεβαίως και οι δύο, αλλά πόση τεράστια διαφορά υπάρχει στις συνθήκες των εργασιών των.
ΠΑΡ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΣ»
Η «επιστροφή»: Θα ημπορούσε κανείς να ειπεί ότι επιστρέψαμε πίσω στις αρχές της δεκαετίας του 1950. Και πράγματι οι ομοιότητες είναι πολλές. Αλλά οι «ταυτοχρονικότητες» δεν πρέπει να μας παραπλανούν: οι λόγοι εκείνης της ανέχειας ήταν εντελώς διαφορετικοί από τους αντίστοιχους της σημερινής – διαφορετικοί πρέπει να είναι και οι τρόποι καταπολέμησής της.
ΠΑΡ. ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΣ»
Η «επιστροφή»: Θα ημπορούσε κανείς να ειπεί ότι επιστρέψαμε πίσω στις αρχές της δεκαετίας του 1950. Και πράγματι οι ομοιότητες είναι πολλές. Αλλά οι «ταυτοχρονικότητες» δεν πρέπει να μας παραπλανούν: οι λόγοι εκείνης της ανέχειας ήταν εντελώς διαφορετικοί από τους αντίστοιχους της σημερινής – διαφορετικοί πρέπει να είναι και οι τρόποι καταπολέμησής της.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η Γνώμη Κιλκίς- Παιονίας διευκρινίζει στους αναγνώστες της ότι θεωρεί αυτονόητο το δικαίωμα του σχολιασμού και της κριτικής έκφρασης, όταν αυτό φυσικά δεν στοχεύει στην απαξίωση, στην ύβρη και στην προσβολή ατόμων και θεσμών.
Το αναγνωστικό κοινό θα πρέπει να γνωρίζει ότι η Γνώμη, επιδιώκοντας μια υγιή και αμφίδρομη επικοινωνία, δεν δημοσιεύει ανυπόγραφα σχόλια, αλλά ούτε και σχόλια ρατσιστικού, προσβλητικού και υβριστικού περιεχομένου.
Τα ενυπόγραφα άρθρα τέλος, εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας.