Άνθρωποι του Θεού είμαστε όλοι μας, καλοί και κακοί, δίκαιοι και αμαρτωλοί, ένθεοι και άθεοι, πιστεύοντες και αθεΐζοντες. Με εννοούμενη σημασία ότι ο Θεός το θέλησε προαιώνια, και έτσι εμείς αρχίσαμε να υπάρχουμε κάποια στιγμή και δεν θα σβήσουμε από την θεόδοτη υπαρκτικότητα.
Άνθρωποι του Θεού, ωστόσο, κατά κυριολεξία υπήρξαν και υπάρχουν όσοι θέλουν και επιποθούν τον Θεό. Άνθρωποι του Θεού αναδεικνύονται όσοι ευαρεστούν τον Θεό με την ενιστορική διακονία του σωτηριώδους θειου θελήματος. Ο Θεός “πάντας ανθρώπους θέλει σωθήναι και εις επίγνωσιν αληθείας ελθείν” εξηγεί ξεκάθαρα ο αποστολικός λόγος (Α΄ Τιμ. 2:4). Και γράφοντάς το αυτό ο απόστολος Παύλος στον μαθητή του Τιμόθεο, δικαιολογεί αυτό που όλη η Πατερική παράδοση ένιωσε, βίωσε και κήρυξε (πρβλ. ενδεικτικά άγιο Ισαάκ τον Σύρο για την αγάπη ως “καύση καρδίας υπέρ πάντων” μέχρι τον άγιο Σιλουανό τον Αθωνίτη και τον άγιο Ευμένιο του νοσοκομείου Λοιμωδών που δέονταν με κλαυθμό για όλη την ανθρωπότητα).
Ένας τέτοιος άνθρωπος του Θεού στις μέρες μας, αφανής στους πολλούς, υπήρξε η θεόφρων και ουρανόφρων δούλη του Θεού Μαρία Τσολάκη.
Υπήρξε ο πυρήνας ή μάλλον ο κορμός στο ιστορικό της εμφανίσεως και αποκαλύψεως των νεοφανών Αγιων Ραφαήλ, Νικολάου και Ειρήνης, το καιριότερο και κυριότερο όργανο του Θεού για την μετά 500 χρόνια σύγχρονη φανέρωση των θεοδοξάστων Αγίων (1959-1962).
Πρώτα βεβαιωνόταν εκείνη για την ταυτότητα των Αγίων, και έπειτα πολλοί άλλοι μετ᾽ αυτής, και έπειτα δι᾽ αυτής και χάρη σ᾽ αυτήν ο τότε σοφός και περινούστατος και χαρισματικός Μητροπολίτης Μυτιλήνης Ιάκωβος ο Β΄.
Αν δεν μιλούσε αυτή η απλουστάτη γυναίκα (των 34 χρόνων και με τέσσερα παιδιά τότε) το Μάϊο του 1960, όπως της φανερώθηκε με θεόδοτο ενύπνιο στις 16 Νοεμβρίου 1959, για την ακριβή τοποθεσία και το πετρόκτιστο και πετροσκέπαστο μνημείο και την κατάσταση του ιερού λειψάνου του Διακόνου Νικολάου επακριβώς, δεν θα ανευρισκόταν ο άγιος Νικόλαος ούτε θα πίστευε το χωριό και όλο το νησί και τελικά ο Μητροπολίτης στην αγιομαρτυρική ιερότητα και θειότητα της ιστορίας των νεοφανών αγίων Μαρτύρων.
Έτσι πείσθηκε ο Δεσπότης και προχώρησε σε καταγραφή μαρτυριών κι από άλλους αυτόπτες για επιπλέον λεπτομέρειες του ιστορικού και προχώρησε στις διαδικασίες της επίσημης διακηρύξεως των Αγίων, τους οποίους σήμερα ευλαβείται η Ορθοδοξία και επικαλούνται ευεργετούμενοι τόσοι άνθρωποι.
Όντως αυτή η κυριολεκτικά ταπεινή, ταπεινότατη και αφανής, αφανέστατη και απλή, απλούστατη και θεοτίμητη γυναίκα αναδείχθηκε κατά τούτο Μητέρα πνευματική της προς τους Αγίους του Θεού καθιερωμένης ευλάβειας αναρίθμητων ανθρώπων. Και κατά τούτο Μητέρα πνευματική και πρώτη μεγάλη ευεργέτιδα της νεότερης ιστορίας του ανεγερθέντος γυναικείου Μοναστηριού του Αγίου Ραφαήλ στη Λέσβο.
Διότι θεμέλιο της ευλάβειας τόσων ανθρώπων και θεμέλιο της ζωής του νεότερου μοναστηριού στάθηκε η επίσημη αναγνώριση των Αγίων, επειδή πίστεψε ο Δεσπότης, γιατί βρέθηκαν όλα όπως τα είχε εκθέσει αποκαλυπτικά αυτή η αφανής και χαριτωμένη γυναίκα, η Μαρία.
Η δική της σαφής μαρτυρία στο Μητροπολίτη στάθηκε κυριολεκτικά “έμπνευση” για το Μητροπολίτη, για την συλλογή λοιπών μαρτυριών, για την Πατριαρχική αγιοδιακήρυξη, για την ανίδρυση του νέου μοναστηριού, για το κτίσιμο τόσων εκκλησιών, για την καταφυγή των ανθρώπων και την θαυματουργική απόκριση των Αγίων.
Η μακαρία Μαρία Τσολάκη υπήρξε κυριολεκτικά η κρυπτομένη “ψυχή” του ιστορικού της αποκάλυψης των Αγίων, δηλαδή μιας μεγάλης προνοιακής ευλογίας του Θεού για την πνευματική ζωογόνηση της απλής πίστης χιλιάδων ανθρώπων που συγκλονίστηκαν από την αποκαλυπτική διάσταση της ιερής υπόθεσης που αναφέρεται στην μετά θάνατον ζωή και την παρουσία των τριών νεοφανών Μαρτύρων.
Πρέπει μάλιστα να σταθούμε και στον χαρακτηρισμό “κρυπτομένη”. Ενώ υπηρετούσε ενθεαστικά την πρόνοια του Θεού υπέρ όλων μας στην αποκάλυψη των Αγίων, ενώ εξυπηρετούσε με αυταπάρνηση το μακράς διάρκειας ιστορικό των ανασκαφών και ανευρέσεων, ποτέ μα ποτέ δεν προέβαλε τον εαυτό της. Όταν την πρωτογνωρίσαμε, αιτία στάθηκε η μακαρίτισσα Βασιλική Ράλλη που την φώναξε στο σπίτι της μαζί με άλλους και τους βιντεοσκοπήσαμε. Ποτέ μα ποτέ δεν φανέρωνε όσα έζησε και είδε, κι ας ήταν η καιριότερη βλέπουσα τα μεγαλεία του Θεού. Και στον μακαριστό Μητροπολίτη Ιάκωβο αναγκάστηκε να μεταβεί από σεβασμό και στοργή για τον εφημέριό τους παπα-Εὐθύμιο, επειδή είχε καταφοβηθεί από την αυστηρότητα του Δεσπότη που δεν έδωσε βάση στις αφηγήσεις των υπολοίπων.
Η Μαρία διαρκώς προσευχόταν με μιαν απλότητα: “Αχ, Παναγία μου, Χριστέλι μ᾽, δώσε να δουν και άλλοι!” Φοβερό και να το σκέπτεται κανείς. Συνεργούσε από γης δεομένη στον Θεό για μια πολυμελή συμμετοχή και εκκλησιαστική οικείωση της αποκάλυψης των Αγίων.
Ασφαλώς πολλοί συνείργησαν συμπληρωματικά και συνυπούργησαν επικουρικά και συνεπιστρατεύθηκαν βοηθητικά παρά του Θεού σ᾽ εκείνο το συνεχιζόμενο μέγα θαύμα της αποκάλυψης των Αγίων. Ο τότε Μητροπολίτης Ιάκωβος, κληρικοί πανίεροι, παιδιά και ωριμότεροι, άνδρες και γυναίκες, των οποίων την ευχή της θεοτίμητης πιστότητος ας έχουμε. Διότι τα πάντα στην Εκκλησία είναι συμμελικά, εκκλησιαστικά, συνοδικά, αυτό που θα το λέγαμε περιεκτικά “συσσωμάτωση” και πολυμελία ή μάλλον “συμμελία”.
Το βασικό κεκρυμμένο όργανο της θειας πρόνοιας σ᾽ εκείνην την συνεχιζόμενη άγια ιστορία ήταν η αοίδιμος και μακαρία Μαρία Τσολάκη (σαν την ψυχή που δεν φαίνεται, σαν την καρδιά που δεν φαίνεται, κι όμως αυτές εμψυχώνουν και αιμοδοτούν όλο το σώμα).
Γι᾽ αυτό άλλωστε την προετοίμαζε παιδιόθεν η χάρη του Θεού. Διότι από μικρό κοριτσάκι έβλεπε ως μοναχή την Παναγία μας. Όπως έβλεπε από κοριτσάκι και το άγνωστό της τότε Ιερωμένο, με την λευτή στολή και τα μπλε σταυρόσχημα σειρήτια, τον ξύλινο σταυρό στο ένα χέρι και το γκατζίο στο άλλο, να θυμιάζει το οικογενειακό σπίτι. Όταν πια μεγάλωσε και φανερώθηκε ο Άγιος τελείως, τότε της εξήγησε: “Από μικρή σε παρακολουθούσα”!
(α) Στις 8 Ιανουαρίου 1960 ο άγιος Ραφαήλ έδειξε στη Μαρία Τσολάκη τα βασανιστήρια, το κρέμασμά του κατά κεφαλής με τον πριονισμό της κάτω σιαγόνας του. Το επόμενο βράδυ της έδειξε το μέρος που ήταν απορριγμένη και ευρισκόμενη η κάτω σιαγόνα του, 20 μέτρα αριστερά από το νεότερο εκκλησάκι προς την κατηφόρα. Της έδωσε εντολή να σκάψουν να την ανεύρουν, όπως και πράγματι έγινε με κόπους, την άλλη μέρα, 10 Ιανουαρίου.
Μετά το χαρακτηριστικό και ακριβέστατο ενύπνιο της 16ης Νοεμβρίου 1959 οι πάντες είχαν πλέον μάθει για την ύπαρξη και άλλου Αγίου με το όνομα Νικόλαος. Ο Δούκας σκάβοντας εκεί που του έδειχνε η γυναίκα του απογοητεύθηκε γρήγορα, διότι το χώμα ήταν πετρωμένο μετά από τόσους αιώνες. Θα περνούσαν μήνες, για να παρακινηθεί να σκάψει τελικά εκεί ακριβώς και πράγματι σε μεγάλο βάθος ανεύρε σκάβοντας μαζί με τον Νικόλαο Ποδάρα το πετροσκέπαστο και πετρόκτιστο μνημείο με το ιερό λείψανο του διακόνου Νικολάου (13 Ιουνίου 1960).
(β) Προηγουμένως όμως, τον Μάρτιο του 1960 έσκαψε πιο εκεί, που έβλεπε η γερόντισσα Βιργινία Αδάμ καμμένα οστά! Πράγματι εκεί βρέθηκαν τρία πιθάρια, με το ένα μαυρισμένο εσωτερικά και στον πυθμένα λίγα καμμένα παιδικά οστά. Όλοι απόρησαν και απογοητεύθηκαν. Τι γύρευαν παιδικά οστά καμμένα σε χώρο μοναστηριού;
Όμως, το ίδιο βράδυ η Μαρία σε ενύπνιο ιερό είδε την Παναγία μας και της φανέρωσε σε αναπαράσταση το μαρτύριο της μικρής κορούλας του προεστού. Τόσο φρικτή ήταν για την Μαρία η εμπειρία εκείνη, που ξύπνησε κλαίγοντας από την φρίκη.
Πέρασαν οι μήνες, βρέθηκε και το μνημείο του αγίου διακόνου Νικολάου και στις 17 Σεπτεμβρίου 1960 φανερώθηκε στη Μαρία το όνομα της παιδομάρτυρος. Της εμφανίσθηκε κατ᾽ όναρ η Παναγία μας με την αγία Παρασκευή κρατώντας στο μέσον την αγία Ειρηνούλα και πιο δίπλα οι άγιοι Ραφαήλ και Νικόλαος. Της εξήγησαν τον άγιο δοξασμό της χαρισματικής θεώσεως (αγιασμού) της μικρής αγίας Ειρηνούλας.
Δηλαδή πάλιν η πρώτη που είδε και φανέρωσε το όνομα (παρουσία) και τον δοξασμό/ἁγιότητα της παιδομάρτυρος ήταν αυτή η ψυχή, όπως συνέβη προηγουμένως και με τον άγιο Ραφαήλ και με τον άγιο Νικόλαο.
Τι σημαίνει αυτό; Την δυνάμει αγιασμένη δεκτικότητα της χαριτωμένης καρδιάς και της χαριτωμένης ζωής της.
Όποιος μελετήσει το “Σημείον Μέγα” του Φώτη Κόντογλου (και μάλιστα στην 1η έκδοση του 1962, διότι για την δευτερη έκδοση και τις επόμενες δυστυχώς έγιναν πολλές σκόπιμες υποδείξεις και βεβηλες περικοπές)·…
και τους δυο μεγάλους τόμους του έργου μου “Η αποκάλυψη και οι εμφανίσεις των αγίων νεοφανών Μαρτύρων Ραφαήλ, Νικολάου και Ειρήνης” (2013, 2023), στηριγμένο στο αρχείο του Φώτη Κόντογλου…
θα διαπιστώσει εν τοις πράγμασι ότι στις καιριότερες αποκαλύψεις και ανευρέσεις κομβικά καίριος ήταν ο ρόλος της μακαρίας Μαρίας Τσολάκη.
Γι᾽ αυτό και όποιος εντρυφήσει στα πιο πάνω βιβλία και ιδιαίτερα στον Α΄ τόμο του δίτομου έργου μου (σελ. 274-276) θα βεβαιωθεί ότι επρόκειτο για ένα ακραιφνώς εκκλησιαστικό ρόλο από μια θεοφώτιστη και θεοτίμητη απλουστάτη γυναίκα. Όταν ο αοίδιμος Μητροπολίτης Ιάκωβος ανέβηκε έφιππος από το μονοπάτι πρώτη φορά στις Καρυές και “είδε και επίστευσε” αναφωνώντας “Αυτό είναι σημείον μέγα!” (19 Ιουνίου 1960), τότε αναζήτησε επίμονα την Μαρία. Εκείνη, από συστολή για τον κόσμο που είχε συρρεύσει, είχε αποσυρθεί και κρυβόταν πιο πέρα, πίσω από ένα ελαιόδενδρο. Είδαν και έπαθαν να την βρουν και να την οδηγήσουν στο Δεσπότη, που την ευλόγησε και της ευχήθηκε να έχει πάντοτε τα χαρίσματα του Θεού.
Κι εκείνη ακριβώς η εμπνευσμένη Επισκοπική ευλογία επισφράγιζε άλλη μια φορά τον θεόδοτο και θεόδεκτο εκκλησιαστικό ρόλο της Μαρίας, άληκτο μέχρι την μακαρία κοίμησή της, άληκτο και στην αιώνια πορεία της εν Χριστώ.
Χαριτωμένη όπως παρέμεινε, χάρη στην αφάνεια και την ταπεινοφροσύνη, μαζί με την καλοσύνη και την εκκλησιαστική υπακοή, στάθηκε επίσης μεγάλη ευεργέτρια του δεύτερου μοναστηριού των Αγίων ανά την Ελλάδα, στη Γρίβα της Γουμένισσας (Κιλκίς). Διότι εξαρχής είδε τον ορισμένο παρά Θεού διά των Αγίων Ραφαήλ και Αντωνίου τόπο της ανέγερσης, στήριζε διαρκώς το Μοναστήρι με την βεβαιότητα για την εκπληρούμενη προστασία των Αγίων και συνεργούσε προσευχομένη και εισακουόμενη σε πάμπολλα θαύματα των Αγίων σε μένα τον ίδιο, σε μοναχούς και σε προσκυνητές.
Και τούτο σημαίνει ότι απέβη ευεργέτιδα όλης της Παιονίας και όλης της Μητροπόλεώς μας.
Θα μπορούσα μάλιστα μετά βεβαιότητος να ισχυρισθώ ―καί να παρακινήσω τους πάντες να το σεβασθούν, τώρα πλέον, μετά την αποβίωσή της και χωρίς την παραμικρή διακινδύνευση κολακείας― ότι η απλουστάτη αλλά κομβική διακονία της στην εκφαντορική αποκάλυψη των Αγίων της Λέσβου ουσιαστικά την αναδεικνύει ευεργέτιδα όλων των Ναών και Μοναστηριών των Αγίων μας, εντός και εκτός Ελλάδος.
Δι᾽ όλου του βίου της δεν έπαυσε να έχει ένεργούμενη στην καρδιά της και αυξανόμενη την χάρη και παρουσία του Αγίου Πνεύματος.
Αρχές Σεπτεμβρίου, εξέδωσα ένα πολύ μικρό αναλογικά βιβλίο με τίτλο “Μαρία Τσολάκη, μια ζωή θεοδίδακτη”. Οφειλή όχι τόσο στην αποιχόμενη πνευματική Μητέρα τόσων και τόσων ανθρώπων (χάρη στο ιστορικό των Αγίων και χάρη στις θεόδεκτες ευεργετικές προσευχές της). Αυτό το βιβλίο ήταν και είναι οφειλή στην Εκκλησία της σήμερον, στην κοινωνία της ολιγοπιστίας.
Αναφέρω είτε παραθέτω αυτούσιες καταγραφές τόσων συγκλονιστικών θαυμάτων που ευαρεστήθηκε ο Θεός να τελέσει σε Επισκόπους, άλλους Κληρικούς και λαϊκούς, σε ωριμότερους και σε βρέφη, που δεν υπάρχει περίπτωση να τα διαβάσει κανείς και να μην αναφωνήσει “θαυμαστός ο Θεός εν τοις αγίοις αυτού”.
Αυτής της χαριτωμένης παρά Θεού (όχι παρ᾽ ανθρώπων) και αγιασμένης υπάρξεως τα εξάμηνα μνημόσυνα θα τελέσουμε στην Ιερά Μονή Αγίων Ραφαήλ, Νικολάου και Ειρήνης Γουμενίσσης-Γρίβας, όπου και αναπαύεται το σκήνωμά της.
Αυτό το σκήνωμα ―σωματοψύχως εν βίω― έβλεπε διαρκώς παιδιόθεν την Μητέρα του Θεού ως μοναχή, το Πνεύμα το Άγιο να εφίπταται στο πρώτο κασελάκι με τα άγια λείψανα, το φως της Τριαδικής Χάριτος να επιπολάζει στις Καρυές και σε κάθε ιερό τόπο, τους Αγίους του Θεού να εμφανίζονται και να της ομιλούν και να της δείχνουν τα κεκρυμμένα από αιώνων μαρτυρικά θαυμάσια των Καρυών.
Αυτό το σκήνωμα ―σωματοψύχως εν βίω― έπιασε και έπλυνε τα λείψανα των Μαρτύρων, έπιασε και συγκόλλησε την θραυσθείσα κεφαλή του αγίου Ραφαήλ και αργότερα την ανευρεθείσα σιαγόνα του, ψηλάφησε τα απομείναντα κειμήλια στον ανασκαφέντα βυζαντινό Ναό με την Πλατυτέρα, έπιασε το ανευρεθέν εγκόλπιο του Παντοκράτορος.
Αυτό το σκήνωμα ―σωματοψύχως εν βίω― βάπτισε τόσα διασωθέντα διά των προσευχών της νήπια, τάϊσε φτωχούς και καταφρονημένους, μοίρασε και μοίρασε διαρκώς ελεημοσύνες και καλοσύνες, χαρά και ελπίδα σε τόσους ανθρώπους, θύμιασε ναούς και εικονίσματα, άναβε κεριά και καντήλια δεόμενο για πονεμένους και αναγκεμένους.
Αυτό το σκήνωμα ―ει και άψυχο μετά θάνατον― διατηρούσε επί 38 ολόκληρες ώρες την ευκαμψία και δεν ανέδιδε καμιά νεκρική δυσοσμία, αλλά τουναντίον σε μερικούς που το καταφιλούσαν και το ακουμπούσαν ανέδιδε μια λεπτότατη ευωδία.
Αυτό το ευπρεπέστατο σκήνωμα που τόσα και τόσα παιδάκια στο προσκύνημα και στην κηδεία επί ώρα το αντίκριζαν και τους προσείλκυε με την επιπολάζουσα γλυκύτητα μιας ολόκληρης χαριτωμένης ζωής.
Προς στιγμήν αποσιωπώ πολλά περί της μακαρίας Μαρίας (εν ζωή και μετά θάνατον), γιατί και το συνειδητό και το ασυνείδητο της καταστάσεως πολλών αδελφών δεν μπορεί να εμβιώσει την αλήθεια των λεχθησομένων.
Είναι πολλά, πάμπολλα τα θαυμάσια που ο Θεός επεφύλαξε στην δούλη Του να ζήσει και να αποκαλύψει.
Τελειώνοντας προς το παρόν ―γιά να θυμηθούμε έμμεσα και την δύστηνη Συρία της επικαιρότητος και κυρίως να ταπεινωθούμε άμεσα προσευχόμενοι για τα δεινά της και τα δεινά όλου του κόσμου― στα θαυμάσια αγιοπνευματικά βιώματα της μακαρίας Μαρίας ανήκουν και εκείνες οι εμπειρίες περί των οποίων ομιλεί ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος.
Θέλοντας να προκαλέσει με βεβαιοπιστία την μετάνοια σε όλους εμάς. Καταθέλγοντας τις ψυχές μας με τα ανέλπιστα δωρήματα της θειας μεθέξεως.
«Σχετικά με τούτο γράψαμε ότι “τον αρραβώνα αυτού που δεχτήκαμε με το βάπτισμα, με τη μετάνοια το δεχόμαστε ως δῶρο”… Η πνευματική γνώση είναι η αίσθηση των κρυπτών. Και όταν ο άνθρωπος αισθανθείν τούτα τα αόρατα και κατά πολύ υπερέχοντα πράγματα, απο τα οποία παίρνει το όνομα η πνευματική γνώση, τότε γεννιέται από την αίσθηση που αρμόζει σ᾽ αυτήν τη γνώση μια άλλη πίστη, μια πίστη που δεν αντιτίθεται στην πρώτη πίστη, αλλά μια πίστη που την επιβεβαιώνει. Και αυτή αποκαλείται “πίστη της θεωρίας”. Έως εκεί, η ακοή· όμως, από τώρα, θεωρία. Η δε θεωρία είναι πιο ασφαλής από την ακοή» (1/47 (227), PR 44, 320).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η Γνώμη Κιλκίς- Παιονίας διευκρινίζει στους αναγνώστες της ότι θεωρεί αυτονόητο το δικαίωμα του σχολιασμού και της κριτικής έκφρασης, όταν αυτό φυσικά δεν στοχεύει στην απαξίωση, στην ύβρη και στην προσβολή ατόμων και θεσμών.
Το αναγνωστικό κοινό θα πρέπει να γνωρίζει ότι η Γνώμη, επιδιώκοντας μια υγιή και αμφίδρομη επικοινωνία, δεν δημοσιεύει ανυπόγραφα σχόλια, αλλά ούτε και σχόλια ρατσιστικού, προσβλητικού και υβριστικού περιεχομένου.
Τα ενυπόγραφα άρθρα τέλος, εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας.