Του Κώστα Μπούζα
Έκθεση φωτογραφίας. Τριγύρω οι μαύρες μορφές σε άσπρο φόντο, να αποδεικνύουν, να υποδεικνύουν, μα και να καταδεικνύουν. Σημεία ισχυρά, που σημάδεψαν τον χρόνο και του απέσπασαν στιγμές. Ποιες; Μα εκείνες που αποκαλύφθηκαν - ακαριαία έστω - σε όλο το μεγαλείο τους ψυχές.
Να λοιπόν ο φωτογράφος μας. Ο ιχνηλάτης του αόρατου. Καραδοκεί, με τη μηχανή στο χέρι, για τη στιγμή εκείνη που θα φυσήξει ο άνεμος, που θα σπάσει το κύμα, που η πρωινή ακτίνα θα περάσει ανάμεσα από τις γρίλιες. Ένα ξεσήκωμα, ένα ξέσπασμα, ένα χαμόγελο. Με τόσες προεκτάσεις…
Μπροστά στην είσοδο ακριβώς, μια γέννηση. Η πρώτη ανάσα. Δυο χέρια τεντωμένα. Η πρώτη αγκαλιά. Το άγνωστο, η έκρηξη, το φως. Το δέος και ο σπαραγμός. Η ελπίδα που αρνείται να υποταχθεί. Η διαρκώς επαναλαμβανόμενη αρχή. Η συνεχώς ανανεούμενη δημιουργία.
Δίπλα μου, σε μεγέθυνση, τρία αρχετυπικά χαμόγελα. Η νιότη, η ωριμότητα, τα γηρατειά. Τα χέρια δεμένα. Παράλληλες ματιές. Μαζί, λεν, ατενίζουμε τον χρόνο να κυλά. “Ο χρόνος είναι ένα παιδί ανέμελο που παίζει”. Τι άλλο μπορούμε να κάνουμε, παρά να παίξουμε κι εμείς;
Απέναντι, σε πλαίσιο σταθερό, η ικεσία. Μάτια βουρκωμένα σκοπεύουν τον χώρο. Ένα ρυτιδιασμένο χέρι τρέμει απλωμένο. Μισάνοιχτο το στόμα, τώρα θα μιλήσει λες – ή μήπως μόλις τώρα μίλησε; Σε ποιον; Σ’ εμένα, σ’ εσένα, στον καθένα...
Στο ίδιο σημείο, λίγο πιο εκεί, η χαρά. Πηγαία, αυθόρμητη. Ένα καθάριο βλέμμα. Μια σύσπαση προσώπου, σε μεγέθυνση κι αυτή. Μια ομορφιά. Τι να ’ναι αλήθεια η ομορφιά; Το ταίριασμα, καθώς έχει ειπωθεί, του μέσα μας αρχέτυπου με την εικόνα, ή με το φαινόμενο. Και η χαρά, αυτή τι είναι; Μην είναι τάχα το φιλί ενός αγγέλου. Ή μήπως είναι μια αδιόρατη ανάμνηση, καλά φυλαγμένη, που ώρες ώρες κρυφοκοιτάζει από της καρδιάς μας τα παράθυρα, τα μάτια, για να μας θυμίσει αυτό που δεν έπαψε ποτέ του να υπάρχει. Το μεγάλο δώρο μας, που πρέπει να ξετυλίξουμε επιτέλους.
Πιο πέρα ο θάνατος, κι αυτός πλαισιωμένος στα μέτρα μας. Ο μεγάλος ανεπιθύμητος, έγινε – υπό προϋποθέσεις – τελικά δεκτός. Βίαιος τόσο, ώστε να θυμίζει τη ζωή, αυτήν που έχουμε ξεχάσει. Εξωραϊσμένος τόσο, ώστε να μας θυμίζει ότι ποτέ δε χάνονται όλα.
Οι μορφές θαρρείς και χορεύουν γύρω μου. Μαζί και οι πόθοι τους, οι αγωνίες, οι χαρές και οι λύπες. Εκρήξεις συναισθημάτων. Θολά, στάσιμα νερά του πόνου που φωλιάζει. Ένα νοσταλγικό βλέμμα ανάμνησης. Ένα σκίρτημα έκπληξης. Μια γλυκιά ματιά αγάπης. Μια φωνή, ένα κλάμα, ένα γέλιο. Σφιγμένα χέρια, κλεισμένα μάτια. Η τρικυμία της απόγνωσης. Το αναπαυμένο πρόσωπο της γαλήνης. Η ιερή σιωπή του τέλους.
Από κάποιο σημείο και πέρα, θαρρείς, οι εικόνες ζωντανεύουν. Εύπλαστα, κινούμενα τα περιγράμματα. Κι όλα μαζί, λες κι ενώνονται σ’ έναν παράξενο κόσμο, που γεφυρώνει τόπους και καιρούς. Σε μια παράδοξη οικουμένη, μα κι υφήλιο συνάμα, που βοά, που ψιθυρίζει, που σιωπά εν τέλει κατανυκτικά. Κι εδώ παίρνει τη σκυτάλη ο θεατής και επιλέγει. Κι αν είναι έτοιμος από καιρό – όπως λέει ο ποιητής – θριαμβικά εισέρχεται σε τούτο το κυματιστό σύμπαν των κατόπτρων. Με την ψυχή του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η Γνώμη Κιλκίς- Παιονίας διευκρινίζει στους αναγνώστες της ότι θεωρεί αυτονόητο το δικαίωμα του σχολιασμού και της κριτικής έκφρασης, όταν αυτό φυσικά δεν στοχεύει στην απαξίωση, στην ύβρη και στην προσβολή ατόμων και θεσμών.
Το αναγνωστικό κοινό θα πρέπει να γνωρίζει ότι η Γνώμη, επιδιώκοντας μια υγιή και αμφίδρομη επικοινωνία, δεν δημοσιεύει ανυπόγραφα σχόλια, αλλά ούτε και σχόλια ρατσιστικού, προσβλητικού και υβριστικού περιεχομένου.
Τα ενυπόγραφα άρθρα τέλος, εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας.