Του Πέτρου Σιδηρόπουλου
Στις 5 Αυγούστου 2024 συμπληρώνονται 14 χρόνια από την ημέρα που κάναμε τα εγκαίνια του Ιστορικού και Λαογραφικού μας Μουσείου, στη γενέτηρά μας, στη Μεταμόρφωση Ν. Κιλκίς. Στο χωριό εκείνο όπου γεννήθηκα και έζησα τα παιδικά, εφηβικά και νεανικά μου χρόνια. Χρόνια βγαλμένα μέσα από τη Φωτιά του Πολέμου, των Πολέμων ακριβέστερα, της Τραγικής και Ματωμένης δεκαετία του 1940-1950. Ελληνοιταλικός πόλεμος, Κατοχή, Εθνική Αντίσταση, Δεκεμβριανά. Ακολουθεί η Συμφωνία της Βάρκιζας και οι συνέπειές της που ήταν τραγικές (Στρατοδικεία, φυλακίσεις, εκτελέσεις, εκτοπισμοί ) για τους μαχητές της Εθνικής Αντίστασης του ΕΑΜ, του ΕΛΑΣ, της ΕΠΟΝ και των άλλων οργανώσεων της αριστεράς και που τελικά οδήγησε στον Αδελφοκτόνο Εμφύλιο Πόλεμο.
Σε όλα αυτά τα γεγονότα της αναφερόμενης δεκαετίας, οι κάτοικοι του χωριού μας, συμμετείχαν μαζικά και ιδιαίτερα στον Εμφύλιο Πόλεμο, διότι η συντριπτική πλειοψηφία των κατοίκων, από τα μέσα της δεκαετίας του 1920 ακόμα, ήτανε μέλη των οργανώσεων της αριστεράς. Η μαζική αυτή συμμετοχή των κατοίκων του χωριού και κυρίως της νέας γενιάς, στην Εθνική Αντίσταση και στη συνέχεια στον Εμφύλιο Σπαραγμό, είχε την οδυνηρή συνέπεια τον αφανισμό πάνπολων νέων ανθρώπων μας, πάνω στον Ανθό της ηλικίας τους και τον διαμελισμό πολλών οικογενειών.
Εγώ γεννήθηκα στις 9 Απριλίου 1945, κατά τα λεγόμενα της μάννας μου ( η ταυτότητά μου γράφει 06/06/1945) δηλαδή δύο μόλις μήνες μετά την ‘’Απαράδεκτη’’ συμφωνία της Βάρκιζας και τρεις μήνες μετά από τα αιματηρά γεγονότα του Δεκέμβρη 1944, τα λεγόμενα ‘’ ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ’’.
Δύο χρονών ήμουνα όταν το καλοκαίρι του 1947 ανακοινώθηκε η στρατιωτική εντολή της εκκένωσης του χωριού μας, όπως και πολλών άλλων χωριών που βρίσκονταν σε μικρή απόσταση από τις περιοχές που γίνονταν μάχες μεταξύ Εθνικού Στρατού και Ανταρτών (Δ.Σ.Ε ). Μετά το τέλος του εμφυλίου πολέμου το καλοκαίρι του 1949 επιστρέψαμε στο χωριό και εγκατασταθήκαμε στο σπίτι του αδελφού του πατέρα μου, του θείου μου του Γιωρίκα ( ο ίδιος και τα εν ζωή μέλη της οικογένειάς του βρεθήκανε εκτός συνόρων) γιατί το δικό μας σπίτι είχε πάθει πολλές ζημιές από λεηλασίες και από την κακοκαιρία, όπως και πολλά άλλα σπίτια του χωριού.
Κείνα τα χρόνια, αμέσως μετά το εμφύλιο, τα βγαλμένα μέσα από τη ‘’Ματωμένη’’ δεκαετία του 1940 ήτανε χρόνια γεμάτα πόνο, χρόνια ‘’Μαυροντυμένα’’, χρόνια σκληρά σαν την πέτρα.
Οι ψυχές των ανθρώπων βαθειά πληγωμένες.
Μέσα σ’αυτό το κλίμα έζησα τα τρυφερά παιδικά μου χρόνια! Οι απορίες πολλές, πολλές και δυσεξήγητες. Η μάνα μου, επειδή δεν υπήρχαν χρήματα για την αγορά καινούργιων ρούχων, όταν τέλειωνε τη λάτρα του σπιτιού και τις άλλες δουλειές, έπαιρνε τα τρύπια από τη χρήση και την πολυκαιρία ρούχα, έστρωνε μια κουρελού στο δάπεδο του δωματίου, άπλωνε πάνω της τα ρούχα και διάφορα κομμάτια από υφάσματα και προσπαθούσε να συνταιριάξει, τα χρώματα των υφασμάτων με τα τρύπια ρούχα που θα μπάλωνε. Όταν κάποτε κατάφερνε να συνδυάσει τις αποχρώσεις, ρούχων και υφασμάτων, έπαιρνε κλωστή και βελόνα και άρχιζε το μπάλωμα. Εγώ όλη εκείνη την ώρα που η μάνα μου προσπαθούσε να βρει τις σωστές αποχρώσεις ρούχων και κουρελιών, δεν έχανα την ευκαιρία να ανακατέψω και να ερευνήσω, το περιεχόμενο του ανοιχτού μπαούλου, προσπαθώντας να ικανοποιήσω την παιδική μου περιέργεια. Καθώς λοιπόν, εγώ ερευνούσα το ανοιχτό μπαούλο, η μάννα μου μπάλωνε. Και όπως μπάλωνε, έτσι καθισμένη στο δάπεδο του δωματίου, σιγά-σιγά χαλάρωνε από την ένταση της ημέρας και των τόσων άλλων ασχολιών. Και τότε, ο πόνος που φώλιαζε μέσα της ξεχείλιζε και μετουσιωνόταν σε τραγούδι! Σ’ένα τραγούδι μακρόσυρτο! Τραγούδι ……. λύπης, λυγμού και οδύνης! Ακούγοντας το μοιρολόγι της μάνας μου, που ανάμεσα στα άλλα λόγια, από ότι θυμάμαι έλεγε :
……Η κάρδιαμ έν γεραλίν / αν κλαίω θα ματούτε / άμον τη λάμπας το γιαλίν απάν να κρούς τσακούτε…….. Ανάθεμα και τα μακρά / όθεν κι πάει λαλίαν / το μάτεμ εσκωτήνεψαν / ασίν αρωθημίαν…...
Εγώ την κοιτούσα στην αρχή με απορία και σιγά – σιγά, παρασυρμένος από τον θρήνο και το λυγμό της, την αγκάλιαζα και έκλαιγα μαζί της. Εκείνη τότε, μ’ έσφιγγε πάνω της λέγοντάς μου :
-Άς εμέν ας κλαίω, πούλιμ , ……….εσύ γιατί κλαίς;………… Εσύ μη κλαίς, πούλιμ!
Αυτή η σκηνή του σπαραγμού της μάνας μου, έμεινε ανεξίτηλα χαραγμένη στη μνήμη μου. Τότε δε γνώριζα το λόγο της οδύνης. Όσο μεγάλωνα ρωτούσα να μάθω, γιατί …γιατί τόσος Πόνος! Και έμαθα. Και σαν έμαθα, κατανόησα τον ασίγαστο καημό της μάνας! Κατανόησα γιατί το θρηνητικό τραγούδι των μανάδων όλου του κόσμου, που έζησαν όλες τις κατάρες του προηγούμενου αιώνα : Ξεριζωμός από τη γενέθλια γη,…. Προσφυγιά,….. Κατοχή,……. Εμφύλιος! Όσο περνούσαν τα χρόνια το ενδιαφέρον για τα γεγονότα που συσσώρευσαν τόσο πόνο στις ψυχές των ανθρώπων, της πρώτης κυρίως γενιάς των προσφύγων, ολοένα μεγάλωνε.
Ο ξεριζωμός,….. η εποποιία της Εθνικής Αντίστασης,……. η φωτιά και η θύελλα του Εμφυλίου,…… με συγκλόνισαν! Άρχισα να ρωτώ και να μαθαίνω, από πρώτο χέρι, για το τι συνέβη στη γενέτειρα των γονιών μας και για το πώς κατάφεραν να επιζήσουν στη διάρκεια της προσφυγιάς. Κουβέντιασα και με ανθρώπους μας που συμμετείχαν στα πολεμικά γεγονότα της ματωμένης δεκαετίας του 1940. Γνωρίζοντας όλα αυτά τα ιστορικά γεγονότα μου γεννήθηκε η ιδέα της δημιουργίας ενός ιστορικού Μουσείου.
Στο σημείο αυτό νομίζω πως είναι σκόπιμο να παραθέσω την ομιλία μου την ημέρα των εγκαινίων.
Πανοσιολογιότατε – Αιδεσιμότατοι – κ. Δήμαρχε Πολυκάστρου – κ. Υπουργέ – κ. Αντινομάρχη Κιλκίς - κ.κ. Νομαρχιακοί και Δημοτικοί Σύμβουλοι - Κυρίες και Κύριοι, αγαπητοί Συγχωριανοί!
Πριν απ’ όλα θέλω να σας ευχαριστήσω όλους, για την παρουσία σας εδώ, στα εγκαίνια του Ιστορικού και Λαογραφικού μας Μουσείου.
Παίρνω το λόγο και θα προσπαθήσω, απ’ αυτό το βήμα, να σας ενημερώσω με όσο πιο σύντομο τρόπο μπορώ, για το ιστορικό της δημιουργίας του Ιστορικού και Λαογραφικού Μουσείου μας.
Ο Σύλλογός μας, ο «Πολιτιστικός Σύλλογος των Απανταχού Μεταμορφωσιωτών Ν. Κιλκίς» όπως είναι ο πλήρης τίτλος του, με έδρα τη Θεσσαλονίκη, ιδρύθηκε το 1994. Στην πρώτη Γενική Συνέλευση που κάναμε το Νοέμβριο του 1995, κατατέθηκε η πρόταση της ίδρυσης ενός Ιστορικού και Λαογραφικού Μουσείου στο χωριό μας. Η πρόταση εκείνη ακούστηκε τότε σαν ένα ωραίο ….Όνειρο!
Ο άνθρωπος, τον τόπο που γεννιέται, τον κουβαλάει μέσα του και τον πονάει, όπου κι’ αν πάει. Έτσι και μείς, αγαπάμε αυτόν τον τόπο. Όταν καθώς μεγαλώναμε, μάθαμε την συγκλονιστική ιστορία των ανθρώπων της, των ανθρώπων μας,…Ξεριζωμός από τις «Αλησμόνητες Πατρίδες»…Προσφυγιά …Κατοχή ….Εμφύλιος …Πολιτική Προσφυγιά, Πονέσαμε! Πονέσαμε και κλείνοντας το γόνυ, σκύψαμε με σεβασμό και δέος, μπρός σ’ αυτή την Ιστορία. Νιώσαμε πως έχουμε Χρέος, να κάνουμε οποιαδήποτε προσπάθεια χρειασθεί, για να περισώσουμε ότι μπορούμε, από εκείνα τα γεγονότα που σημάδεψαν βαθιά, τις ζωές των ανθρώπων αυτού του τόπου. Η ανάγκη λοιπόν της καταγραφής της τοπικής μας ιστορίας (που οι ιστορικοί γνωρίζουν καλά ότι κάθε τοπική ιστορία, αποτελεί το πρωτογενές υλικό για την καταγραφή της Εθνικής μας Ιστορίας), με οδήγησε στην κατάθεση της πρότασης εκείνης, για δημιουργία Ιστορικού και Λαογραφικού Μουσείου.
Η πρόταση εκείνη πράγματι, φάνταζε σαν ένα άπιαστο Όνειρο! Εμείς όμως, συνεπαρμένοι από τη μαγεία της Ιστορικής Μνήμης και συγκλονισμένοι από τα γεγονότα που μάτωσαν τον τόπο μας, μεθοδεύσαμε τις ενέργειές μας έτσι, ώστε να γίνει πράξη αυτό το …Όνειρο!
Το 1996 ζητήσαμε από την κοινότητα Ευζώνων, την παραχώρηση του παλιού Δημοτικού Σχολείου, που από χρόνια δε λειτουργούσε πια. Το Κ.Σ έκανε αποδεκτό το αίτημά μας με την υπ’αριθ.64 απόφασή του.
Την ίδια χρονιά, επισκέφτηκα στη Βέροια τον αείμνηστο Μεταμορφωσιώτη, Συμβολαιογράφο και Συγγραφέα Νίκο Σιδηρόπουλο, με σκοπό να του ζητήσω την αξιοποίηση, συγγραφικά, του ιστορικού υλικού που συγκεντρώναμε. Ο Νίκος τότε άρχισε να έχει πρόβλημα με την υγεία του και μου είπε ότι το θέμα αυτό θα μπορούσαμε να το δούμε αργότερα.
Συνεχίσαμε την κουβέντα μας και του ανάφερα για το Μουσείο που θέλουμε να κάνουμε στο παλιό Δημοτικό Σχολείο, το οποίο όμως ήταν υπό κατάρρευση. Τότε ο Νίκος, καλεί τηλεφωνικά τον γιό του Αριστοτέλη, και του ζήτησε και ο Αριστοτέλης έκανε αφιλοκερδώς, τη μελέτη και τα αρχιτεκτονικά σχέδια, για την αναστήλωση και ανακαίνιση του Σχολείου. Τη μελέτη αυτή του Αριστοτέλη, το 1998, με υπόμνημά μας, την καταθέσαμε στις τότε διοικήσεις του Δήμου Πολυκάστρου και της Νομαρχίας Κιλκίς, με την παράκληση να συνδράμουν στην προσπάθειά μας αυτή.
Στο μεταξύ, εμείς συνεχίζουμε τη συγκέντρωση μουσειακού και ιστορικού υλικού. Γνωρίστηκα με τον Σάκη Πασσαλίδη και με τον προσφάτως αποβιώσαντα πατέρα του, τον Βίκτωρα, από το χωριό Αμάραντα-Κιλκις, οι οποίοι αγκάλιασαν με πολύ θέρμη την προσπάθεια μας για τη δημιουργία ενός Μουσείου. Ο Σάκης και ιδιαίτερα ο πατέρας του ο Βίκτωρ, που ζούσε στο χωριό, συγκέντρωναν μουσειακό υλικό, με τηλεφωνούσαν και εγώ πήγαινα με την μπαγαζιέρα μου και τα μετέφερα σε αποθηκευτικό χώρο που έχω στη Θεσσαλονίκη. Πολλά παλιά έπιπλα και άλλα αντικείμενα έχω συλλέξει, που έβρισκα αφημένα στα πεζοδρόμια της πόλης. Πάρα πολλά αντικείμενα έχουν προσφερθεί από κατοίκους του χωριού μας, από κατοίκους άλλων χωριών, αλλά και από Θεσσαλονικείς. Ονομαστικός κατάλογος, με αλφαβητική σειρά, όσων έχουν προσφέρει αντικείμενα για το Μουσείο, είναι αναρτημένος μέσα στο χώρο του Μουσείου.
Ο καιρός περνούσε και απάντηση από τη Δημοτική και τη Νομαρχιακή αυτοδιοίκηση δεν παίρναμε. Στις αρχές του 2000, ο Σάκης ο Πασσαλίδης, που όλο αυτό το διάστημα, ήταν και εξακολουθεί να είναι δίπλα μου, συμπαραστάτης και αρωγός αυτού του έργου, με παρότρυνε να απευθυνθώ στον βουλευτή του νομού μας και υφυπουργό εσωτερικών τότε, Γιώργο Φλωρίδη. Ο Γιώργος Φλωρίδης άκουσε με προσοχή και ενδιαφέρον το αίτημά μας και μου λέει :
Τον επόμενο μήνα θα στείλω χρήματα στο Δήμο Πολυκάστρου, σ’ εκείνο το ποσόν θα προσθέσω άλλα δέκα εκατομμύρια δραχμές ( τότε είχαμε δραχμές ), για τη συντήρηση και αναστήλωση του Σχολείου. Μ’ εκείνα τα χρήματα που τα διαχειρίστηκε ο Δήμος, έγινε η ενίσχυση των θεμελίων, η στήριξη και το δέσιμο της τοιχοποιίας, η κεραμοσκεπή και τα επιχρίσματα.
Στη συνέχεια με σχετικά αιτήματά μας, που προωθήθηκαν και πάλι, μέσω του γραφείου του Γιώργου Φλωρίδη, προς το υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών το 2002 και προς το υπουργείο Μακεδονίας Θράκης το 2003, πετύχαμε οικονομική ενίσχυση 4.500 ευρώ από το υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών και 10.000 ευρώ από το Μακεδονίας Θράκης.
Τα ποσά αυτά τα διαχειριστήκαμε εμείς και κάναμε, τα κουφώματα, τα πλακάκια στα δάπεδα, το σανίδωμα της οροφής, τα ηλεκτρολογικά, ελαιοχρωματισμούς και διάφορες χωματουργικές εργασίες.
Στο διάστημα των εργασιών επισκευής και αναστήλωσης του Σχολείου, εγώ πηγαινοέρχομαι συχνότερα στο χωριό και έτσι γνωρίζομαι καλύτερα και συνδέομαι φιλικά, με τον Γιώργο Γεωργιάδη (τον Ζώρα) και την οικογένειά του. Παρακάλεσα λοιπόν τον Ζώρα, να παρακολουθεί την εξέλιξη των εργασιών στο Μουσείο και να με τηλεφωνεί όταν προκύπτει κάποιο πρόβλημα. Ο Ζώρας ανταποκρίθηκε πρόθυμα σ’ αυτή μου την παράκληση. Παρακολούθησε από κοντά, με προσοχή και ενδιαφέρον, όλες τις εργασίες μέχρι το τελείωμά τους. Όταν τοποθετήθηκαν τα κουφώματα και έγιναν οι ελαιοχρωματισμοί, το κτίριο ήταν σχεδόν έτοιμο να δεχθεί το Μουσειακό υλικό που είχαμε αποθηκευμένο. Το μεγαλύτερο μέρος αυτού του υλικού, έπρεπε να καθαρισθεί και να συντηρηθεί. Το έργο αυτό, αφιλοκερδώς και με μεγάλη προθυμία, το ανέλαβε ο Γιώργος ο Γεωργιάδης (ο Ζώρας).
Μετά την ολοκλήρωση των κτιριακών εργασιών έμειναν, η περίφραξη, το υπόστεγο, η διαμόρφωση του εξωτερικού χώρου, οι προθήκες και η τακτοποίηση μέσα στο χώρο, του μουσειακού υλικού.
Ο Νομάρχης μας, ο Ευάγγελος Μπαλάσκας, μας προμήθευσε με τα υλικά της περίφραξης, του υπόστεγου και με τρία κλιματιστικά για τον εσωτερικό χώρο του Μουσείου.
Ο Δήμαρχός μας, ο Δημήτρης Σμυδάκης, μας διέθεσε τεχνίτες του Δήμου για το στήσιμο του υπόστεγου. Διέθεσε υλικά και τεχνικούς για την πλακόστρωση του αύλιου χώρου του Μουσείου και την κατασκευή τοιχίου και κιγκλιδωμάτων στην πρόσοψη της περίφραξης. Μας διέθεσε ειδικό διακοσμητή, ο οποίος ανέλαβε με δαπάνες του Δήμου, την κατασκευή προθηκών και τη διάταξη των αντικειμένων στον εσωτερικό χώρο του Μουσείου.
Έτσι λοιπόν φθάσαμε στην εξαιρετικά ευχάριστη θέση, να σας παρουσιάσουμε σε λίγο, ότι μέχρι τώρα καταφέραμε να κάνουμε.
Και λέω «ότι μέχρι τώρα»…επειδή, Κυρίες και Κύριοι,… ένα Μουσείο δεν τελειώνει ποτέ! Τα Μουσεία, τα όποια Μουσεία, δεν είναι χώροι νεκροί, δεν είναι αποθήκες άχρηστου υλικού, είναι χώροι Ζωτικοί που αναπτύσσονται. Είναι οι θερμοκοιτίδες όπου φυλάσσονται τα τεκμήρια της Ιστορίας και βάζουν φραγμό στον κίνδυνο της Λήθης! Τα Μουσεία βοηθούν, να διατηρούμε ζωντανή την Εθνική μας Μνήμη.
Ο αείμνηστος Ανδρέας Παπανδρέου, στην πανηγυρική συνεδρίαση της βουλής στις 29 Αυγούστου 1989 για τα 40 χρόνια από τη λήξη του Εμφυλίου Πολέμου, μεταξύ άλλων είπε : Έθνος χωρίς μνήμη δεν έχει μέλλον.
Στις προθήκες που έχουμε κάνει, εκτίθεται ένα μέρος μόνο, από μεγεθυμένες παλιές φωτογραφίες που έχουμε συλλέξει, αδιάψευστοι μάρτυρες της Ιστορικής εξέλιξης.
Το χωριό μας στην περίοδο του Ελληνοϊταλικού Πολέμου, είχε πέντε θύματα. Στον ΕΛΑΣ συμμετείχαν είκοσι άτομα και στη διάρκεια της Γερμανικής Κατοχής χάσαμε δώδεκα ανθρώπους μας. Κατά τον Εμφύλιο Πόλεμο, εντάχθηκαν στις τάξεις του Δημοκρατικού Στρατού 106 άτομα και 48 άτομα έχασαν τη ζωή τους. Τρείς εκτελέστηκαν από τα Στρατοδικεία και 45 νέες και νέοι πότισαν με το αίμα τους, τα χώματα των βουνών και των κάμπων της Πατρίδας. Εδώ στο χωριό μας, είχαμε και μία περίπτωση ενός εξαίρετου ανθρώπου, του δάσκαλου Ελευθεριάδη Γιώργου, που το 1953, μην αντέχοντας το χωρισμό από την οικογένειά του ( η οποία μετά τη λήξη του Εμφυλίου Πολέμου, βρέθηκε εκτός συνόρων, στη Πολιτική Προσφυγιά, όπως πάρα πολλοί κάτοικοι του χωριού ), επιχείρησε να περάσει στη Βουλγαρία για να ενωθεί μαζί τους. Ένα όμως βόλι της Ελληνικής Περιπόλου, δεν τον επέτρεψε να το κάνει. Έπεσε νεκρός, εκεί στα Ελληνοβουλγαρικά σύνορα.
Ας ήταν να Φρόντιζαν, οι Θεοί και οι Μοίρες όλου του Κόσμου, να’ ταν Αυτός ο Ωραίος Άνθρωπος, το Στερνό θύμα των συνεπειών ενός Εμφύλιου Σπαραγμού, στην Ελλάδα και… όπου Γης.
Η Μεταμόρφωση λοιπόν, Κυρίες και Κύριοι, έχει δώσει βαρύ φόρο αίματος, στο βωμό της Πατρίδας, για τη Λευτεριά και τη Δημοκρατία!
Γι’ αυτό το λόγο και μείς, μία προθήκη στο μεσαίο χώρο του Μουσείου, την έχουμε αφιερώσει στους Μεταμορφωσιώτες εκείνους, που στη διάρκεια της ματωμένης δεκαετίας 1940-1950, χάθηκαν μέσα στη φωτιά του πολέμου. Αυτοί που έδωσαν τη ζωή τους τότε, στην πλειοψηφία τους ήταν νέες και νέοι στην καλύτερή τους ηλικία. Σ’ εκείνες τις κοπελιές και στα παλικάρια εκείνα, ταιριάζουν τα λόγια του φυλακισμένου ποιητή, Παπαπερικλή, που στην περίοδο της κατοχής, πίσω από τα σίδερα των φυλακών της Ακροναυπλίας, τραγούδησε το χαμό του Παλικαριού και καταλήγοντας είπε
……Τον αντρειωμένο μην τον κλαίς
Κι αν ο χαμός του σε σπαράζει
Σκύψε, αφουγκράσου κι άκουσε:
Μέσα σ’ αμέτρητες καρδιές
Αυτός δεν πέθανε ποτές
Δείχνει ένα δρόμο και προστάζει.
Κυρίες και Κύριοι, από τα παιδικά μας ακόμη χρόνια, ακούγαμε την πρώτη γενιά των Προσφύγων, να μιλάνε με μεγάλη νοσταλγία για τον τόπο που γεννήθηκαν, για την «Πατρίδα», όπως αποκαλούσανε το χωριό τους, το Κιλεπέρτ. Το Κιλεπέρτ, βρίσκεται σε υψόμετρο 1800 μ. στο νότιο Καύκασο κοντά στο Αρνταχάν και ήταν το μεγαλύτερο από τα 74 περίπου χωριά του Κυβερνείου του Κάρς , με πληθυσμό 2000 κατοίκων.
Τη νοσταλγία αυτή, της Ξεριζωμένης Γενιάς, για τις «Αλησμόνητες Πατρίδες» , την έχει εκφράσει με πολύ εύστοχο τρόπο, ο μεγάλος της ποίησής μας, ο Κωστής Παλαμάς, σε διό του στοίχους, που λένε :
Το σπίτι όπου γεννήθηκα, κι ας το πατούν οι ξένοι
Στοιχειό είναι και με κρατεί, ψυχή και με προσμένει.
Τα ακούσματα λοιπόν εκείνα, τα εκφρασμένα με τόσο νοσταλγικό τρόπο, περάσανε βαθιά μέσα μου και τα βίωσα τόσο δυνατά, ώστε εγώ, που ανήκω στη δεύτερη προσφυγική γενιά, να νιώσω πως ο γενέθλιος τόπος των γονιών μου, με….Προσμένει,… κατά την έκφραση του ποιητή! Ένιωθα λοιπόν έντονα την επιθυμία, να επισκεφτώ κάποτε αυτόν το Παραδεισένιο όπως φανταζόμουνα τόπο. Το πρώτο μου ταξίδι, το έκανα το 1997 μαζί με το Νίκο τον Αμοιρίδη. Σ’ εκείνο το ταξίδι είχα την εξαιρετική τύχη να βρω και να περπατήσω μέσα στο σπίτι όπου γεννήθηκε ο πατέρας μου.
Έκτοτε έκανα άλλα τρία ταξίδια στις περιοχές των «Αλησμόνητων Πατρίδων»,της Μ. Ασίας, του Πόντου, και της Καππαδοκίας.
Σ’ ένα από αυτά τα ταξίδια το 2009, που συμμετείχαν και αρκετοί Μεταμορφωσιώτες, επισκεφτήκαμε και πάλι το χωριό των γονιών μας το Κιλεπέρτ, επισκεφτήκαμε το Κάρς και αρκετά μέρη της περιοχής. Το 2003 έκανα ένα ταξίδι στη Γεωργία, για να επισκεφτώ μεταξύ των άλλων πόλεων και χωριών και την πόλη Αχουρκελέκ που απέχει 50 περίπου χιλιόμετρα από το Κιλεπέρτ, στα σύνορα με την Τουρκία.
Στην πόλη αυτή φιλοξενήθηκε η πλειοψηφία των κατοίκων του Κιλεπέρτ, στη διάρκεια του πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, από το 1914 μέχρι το 1917, επειδή η περιοχή του Κυβερνείου του Κάρς καταλήφθηκε από τα Τουρκικά στρατεύματα και όλος ο Ελληνικός πληθυσμός αποσύρθηκε μέσα στη Γεωργία και στην Αρμενία.
Από όλα αυτά τα ταξίδια έχει συγκεντρωθεί πλούσιο φωτογραφικό υλικό, μέρος του οποίου εκθέτουμε στην αίθουσα του άλλου σχολείου που τώρα λειτουργεί σαν χώρος πολλαπλών χρήσεων. Μερικές από αυτές τις φωτογραφίες, τις έχουμε συνθέσει σε μεγάλα πάνελ , έτσι ώστε να φαίνεται ένα μεγάλο μέρος του Κήλεπέρτ όπως είναι σήμερα, που δεν διαφέρει και πολύ από το Τότε και τοποθετήθηκαν μέσα στο Μουσείο.
Στο πρώτο μας ταξίδι, ο Νίκος και εγώ, γονατίσαμε, με σεβασμό, πάνω σ’ εκείνη τη γη, που έζησαν και δημιούργησαν επί 40 περίπου χρόνια (από το 1878-80 μέχρι το 1920) οι γονείς και οι παππούδες μας και φέραμε εδώ, στη Μεταμόρφωση, λίγο από το χώμα της. Χώμα Ιερό! Και λίγο από το Νερό της. Νερό, που για μας είναι … Αγίασμα!
Στο περυσινό μας ταξίδι, πολλοί φέραμε και από ένα κομμάτι Πέτρας, παρμένο από τα κτίσματα των δικών μας. Εγώ μέσα από το σπίτι του πατέρα μου, έφερα έναν σοφρά και ένα πήλινο. Από τη Σάντα του Πόντου, από τον οικισμό Πιστοφάντων, έφερα ένα ξύλινο βαρέλι. Πολλά από αυτά τα φερμένα αντικείμενα, βρίσκονται μέσα στο χώρο του Μουσείου
Τα Μουσεία λοιπόν θα πω, πως είναι η Μνήμη της Ιστορικής Εξέλιξης!
Κυρίες και Κύριοι, δεν θέλω να σας κουράσω παραπάνω, αλλά πριν κατέβω απ’ αυτό το βήμα, θα’ θελα να πω τούτο : Χωρίς τη βοήθεια όλων των πιο πάνω ανθρώπων που σας ανάφερα, δεν θα μπορούσαμε σήμερα να σας δείξουμε, αυτό το πρώτο αποτέλεσμα των προσπαθειών μας.
Ευχαριστώ μέσα από τα βάθη της καρδιάς μου, τον Υπουργό Γιώργο Φλωρίδη, τον Νομάρχη Κιλκίς Ευάγγελο Μπαλάσκα, τον Δήμαρχο Πολυκάστρου Δημήτριο Σμυδάκη, τον κ. Αριστοτέλη Σιδηρόπουλο, τον κ. Σάκη Πασσαλίδη και τον αείμνηστο πατέρα του τον Βίκτωρα και τον κ. Γεώργιο Γεωργιάδη. Σήμερα ο Σύλλογός μας, τους τιμά όλους, με επίδοση σχετικής αναμνηστικής πλακέτας.
Θέλω ακόμη να ευχαριστήσω, όλους εκείνους που μου εμπιστεύτηκαν, τις προσωπικές τους μαρτυρίες και τους υπόσχομαι πως τα βιώματά τους εκείνα, δεν θα μείνουν στο σκοτάδι.
Κλείνοντας, θέλω να απευθύνω ένα μεγάλο ευχαριστώ και σε όλους εκείνους, που είχαν την ευαισθησία να τιμήσουν και να ενισχύσουν την προσπάθειά μας, με την προσφορά παλιών αντικειμένων που ακόμα έτυχε να βρίσκονται στα σπίτια τους.
Θέλω επίσης να ευχαριστήσω, τη γυναίκα μου και τα παιδιά μου, που όλα αυτά τα χρόνια, καθώς εγώ κυνηγούσα τούτο το τόσο δύσκολο …Όνειρο, αφιερώνοντας πάρα πολύ χρόνο σ’ αυτό, δεν διαμαρτυρήθηκαν ποτέ. Στάθηκαν δίπλα μου και με βοήθησαν. Και μάλιστα, η κόρη μου η Μαρία που δουλεύει σαν γραφίστρια, με βοήθησε πολύ στη επεξεργασία μεγάλου αριθμού παλιών φωτογραφιών και στη δημιουργία των δύο πάνελ που δείχνουν το Κιλεπέρτ.
Μαρία σ’ ευχαριστώ!
Κυρίες και Κύριοι, εδώ σ’ αυτό το σημείο, κανονικά, τελείωνε η ομιλία μου. Όμως τα λόγια του Πατέρα Χριστόδουλου, πριν από λίγη ώρα μέσα στην εκκλησία, με ξάφνιασαν και με συγκίνησαν βαθύτατα. Θέλω λοιπόν, να του απευθύνω ιδιαιτέρως, ένα μεγάλο ευχαριστώ για τους επαίνους του, αλά κυρίως, για το ενδιαφέρον που δείχνει για τον τόπο μας και για τον χρόνο που μας αφιερώνει!
Εγώ βέβαια δεν επιζητώ επαίνους.
Κατ’ αναλογία των λόγων, του άλλου μεγάλου της ποίησής μας, Γιάννη Ρίτσου, που λέει : ……Εμείς αδερφέ μου δεν τραγουδάμε για να ξεχωρίσουμε από τον κόσμο / Εμείς τραγουδάμε για να σμίξουμε τον κόσμο……
Εγώ θα πω : Εμείς, αυτά τα κάνουμε, όχι να γίνουμε ξεχωριστοί, αλλά για να έρθουνε κοντά μας κι άλλοι - κι άλλοι, όσο γίνεται πιο πολλοί. Να σμίξουνε μαζί μας και από δυο , να γίνουμε τρεις και γιατί όχι και………… χίλιοι δεκατρείς!
Ευχαριστώ, ευχαριστώ πολύ όλους σας, που με ακούσατε !
Μεταμόρφωση 05 Αυγούστου 2010.
Τον Μάρτιο του 2018, ο Δήμος Παιονίας, στα πλαίσια της εκδήλωσης "ΕΡΓΩΝ ΔΙΑΚΡΙΣΙΣ 2018" με τίμησε για τη δημιουργία του Μουσείου, με επίδοση ειδικής αναμνηστικής πλακέτας, "Τιμής Ένεκεν" καθώς και "Δίπλωμα Βράβευσης". Εγώ τότε ευχαρίστησα, τον κ. Δήμαρχο και όλο το Δημοτικό Συμβούλιο για την τιμή που μου κάνανε και έστειλα σχετική δημοσίευση σε τοπική εφημερίδα του Κιλκίς.
Στις 5 Αυγούστου 2024 συμπληρώνονται 14 χρόνια από την ημέρα που κάναμε τα εγκαίνια του Ιστορικού και Λαογραφικού μας Μουσείου, στη γενέτηρά μας, στη Μεταμόρφωση Ν. Κιλκίς. Στο χωριό εκείνο όπου γεννήθηκα και έζησα τα παιδικά, εφηβικά και νεανικά μου χρόνια. Χρόνια βγαλμένα μέσα από τη Φωτιά του Πολέμου, των Πολέμων ακριβέστερα, της Τραγικής και Ματωμένης δεκαετία του 1940-1950. Ελληνοιταλικός πόλεμος, Κατοχή, Εθνική Αντίσταση, Δεκεμβριανά. Ακολουθεί η Συμφωνία της Βάρκιζας και οι συνέπειές της που ήταν τραγικές (Στρατοδικεία, φυλακίσεις, εκτελέσεις, εκτοπισμοί ) για τους μαχητές της Εθνικής Αντίστασης του ΕΑΜ, του ΕΛΑΣ, της ΕΠΟΝ και των άλλων οργανώσεων της αριστεράς και που τελικά οδήγησε στον Αδελφοκτόνο Εμφύλιο Πόλεμο.
Σε όλα αυτά τα γεγονότα της αναφερόμενης δεκαετίας, οι κάτοικοι του χωριού μας, συμμετείχαν μαζικά και ιδιαίτερα στον Εμφύλιο Πόλεμο, διότι η συντριπτική πλειοψηφία των κατοίκων, από τα μέσα της δεκαετίας του 1920 ακόμα, ήτανε μέλη των οργανώσεων της αριστεράς. Η μαζική αυτή συμμετοχή των κατοίκων του χωριού και κυρίως της νέας γενιάς, στην Εθνική Αντίσταση και στη συνέχεια στον Εμφύλιο Σπαραγμό, είχε την οδυνηρή συνέπεια τον αφανισμό πάνπολων νέων ανθρώπων μας, πάνω στον Ανθό της ηλικίας τους και τον διαμελισμό πολλών οικογενειών.
Εγώ γεννήθηκα στις 9 Απριλίου 1945, κατά τα λεγόμενα της μάννας μου ( η ταυτότητά μου γράφει 06/06/1945) δηλαδή δύο μόλις μήνες μετά την ‘’Απαράδεκτη’’ συμφωνία της Βάρκιζας και τρεις μήνες μετά από τα αιματηρά γεγονότα του Δεκέμβρη 1944, τα λεγόμενα ‘’ ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ’’.
Δύο χρονών ήμουνα όταν το καλοκαίρι του 1947 ανακοινώθηκε η στρατιωτική εντολή της εκκένωσης του χωριού μας, όπως και πολλών άλλων χωριών που βρίσκονταν σε μικρή απόσταση από τις περιοχές που γίνονταν μάχες μεταξύ Εθνικού Στρατού και Ανταρτών (Δ.Σ.Ε ). Μετά το τέλος του εμφυλίου πολέμου το καλοκαίρι του 1949 επιστρέψαμε στο χωριό και εγκατασταθήκαμε στο σπίτι του αδελφού του πατέρα μου, του θείου μου του Γιωρίκα ( ο ίδιος και τα εν ζωή μέλη της οικογένειάς του βρεθήκανε εκτός συνόρων) γιατί το δικό μας σπίτι είχε πάθει πολλές ζημιές από λεηλασίες και από την κακοκαιρία, όπως και πολλά άλλα σπίτια του χωριού.
Κείνα τα χρόνια, αμέσως μετά το εμφύλιο, τα βγαλμένα μέσα από τη ‘’Ματωμένη’’ δεκαετία του 1940 ήτανε χρόνια γεμάτα πόνο, χρόνια ‘’Μαυροντυμένα’’, χρόνια σκληρά σαν την πέτρα.
Οι ψυχές των ανθρώπων βαθειά πληγωμένες.
Μέσα σ’αυτό το κλίμα έζησα τα τρυφερά παιδικά μου χρόνια! Οι απορίες πολλές, πολλές και δυσεξήγητες. Η μάνα μου, επειδή δεν υπήρχαν χρήματα για την αγορά καινούργιων ρούχων, όταν τέλειωνε τη λάτρα του σπιτιού και τις άλλες δουλειές, έπαιρνε τα τρύπια από τη χρήση και την πολυκαιρία ρούχα, έστρωνε μια κουρελού στο δάπεδο του δωματίου, άπλωνε πάνω της τα ρούχα και διάφορα κομμάτια από υφάσματα και προσπαθούσε να συνταιριάξει, τα χρώματα των υφασμάτων με τα τρύπια ρούχα που θα μπάλωνε. Όταν κάποτε κατάφερνε να συνδυάσει τις αποχρώσεις, ρούχων και υφασμάτων, έπαιρνε κλωστή και βελόνα και άρχιζε το μπάλωμα. Εγώ όλη εκείνη την ώρα που η μάνα μου προσπαθούσε να βρει τις σωστές αποχρώσεις ρούχων και κουρελιών, δεν έχανα την ευκαιρία να ανακατέψω και να ερευνήσω, το περιεχόμενο του ανοιχτού μπαούλου, προσπαθώντας να ικανοποιήσω την παιδική μου περιέργεια. Καθώς λοιπόν, εγώ ερευνούσα το ανοιχτό μπαούλο, η μάννα μου μπάλωνε. Και όπως μπάλωνε, έτσι καθισμένη στο δάπεδο του δωματίου, σιγά-σιγά χαλάρωνε από την ένταση της ημέρας και των τόσων άλλων ασχολιών. Και τότε, ο πόνος που φώλιαζε μέσα της ξεχείλιζε και μετουσιωνόταν σε τραγούδι! Σ’ένα τραγούδι μακρόσυρτο! Τραγούδι ……. λύπης, λυγμού και οδύνης! Ακούγοντας το μοιρολόγι της μάνας μου, που ανάμεσα στα άλλα λόγια, από ότι θυμάμαι έλεγε :
……Η κάρδιαμ έν γεραλίν / αν κλαίω θα ματούτε / άμον τη λάμπας το γιαλίν απάν να κρούς τσακούτε…….. Ανάθεμα και τα μακρά / όθεν κι πάει λαλίαν / το μάτεμ εσκωτήνεψαν / ασίν αρωθημίαν…...
Εγώ την κοιτούσα στην αρχή με απορία και σιγά – σιγά, παρασυρμένος από τον θρήνο και το λυγμό της, την αγκάλιαζα και έκλαιγα μαζί της. Εκείνη τότε, μ’ έσφιγγε πάνω της λέγοντάς μου :
-Άς εμέν ας κλαίω, πούλιμ , ……….εσύ γιατί κλαίς;………… Εσύ μη κλαίς, πούλιμ!
Αυτή η σκηνή του σπαραγμού της μάνας μου, έμεινε ανεξίτηλα χαραγμένη στη μνήμη μου. Τότε δε γνώριζα το λόγο της οδύνης. Όσο μεγάλωνα ρωτούσα να μάθω, γιατί …γιατί τόσος Πόνος! Και έμαθα. Και σαν έμαθα, κατανόησα τον ασίγαστο καημό της μάνας! Κατανόησα γιατί το θρηνητικό τραγούδι των μανάδων όλου του κόσμου, που έζησαν όλες τις κατάρες του προηγούμενου αιώνα : Ξεριζωμός από τη γενέθλια γη,…. Προσφυγιά,….. Κατοχή,……. Εμφύλιος! Όσο περνούσαν τα χρόνια το ενδιαφέρον για τα γεγονότα που συσσώρευσαν τόσο πόνο στις ψυχές των ανθρώπων, της πρώτης κυρίως γενιάς των προσφύγων, ολοένα μεγάλωνε.
Ο ξεριζωμός,….. η εποποιία της Εθνικής Αντίστασης,……. η φωτιά και η θύελλα του Εμφυλίου,…… με συγκλόνισαν! Άρχισα να ρωτώ και να μαθαίνω, από πρώτο χέρι, για το τι συνέβη στη γενέτειρα των γονιών μας και για το πώς κατάφεραν να επιζήσουν στη διάρκεια της προσφυγιάς. Κουβέντιασα και με ανθρώπους μας που συμμετείχαν στα πολεμικά γεγονότα της ματωμένης δεκαετίας του 1940. Γνωρίζοντας όλα αυτά τα ιστορικά γεγονότα μου γεννήθηκε η ιδέα της δημιουργίας ενός ιστορικού Μουσείου.
Στο σημείο αυτό νομίζω πως είναι σκόπιμο να παραθέσω την ομιλία μου την ημέρα των εγκαινίων.
Πανοσιολογιότατε – Αιδεσιμότατοι – κ. Δήμαρχε Πολυκάστρου – κ. Υπουργέ – κ. Αντινομάρχη Κιλκίς - κ.κ. Νομαρχιακοί και Δημοτικοί Σύμβουλοι - Κυρίες και Κύριοι, αγαπητοί Συγχωριανοί!
Πριν απ’ όλα θέλω να σας ευχαριστήσω όλους, για την παρουσία σας εδώ, στα εγκαίνια του Ιστορικού και Λαογραφικού μας Μουσείου.
Παίρνω το λόγο και θα προσπαθήσω, απ’ αυτό το βήμα, να σας ενημερώσω με όσο πιο σύντομο τρόπο μπορώ, για το ιστορικό της δημιουργίας του Ιστορικού και Λαογραφικού Μουσείου μας.
Ο Σύλλογός μας, ο «Πολιτιστικός Σύλλογος των Απανταχού Μεταμορφωσιωτών Ν. Κιλκίς» όπως είναι ο πλήρης τίτλος του, με έδρα τη Θεσσαλονίκη, ιδρύθηκε το 1994. Στην πρώτη Γενική Συνέλευση που κάναμε το Νοέμβριο του 1995, κατατέθηκε η πρόταση της ίδρυσης ενός Ιστορικού και Λαογραφικού Μουσείου στο χωριό μας. Η πρόταση εκείνη ακούστηκε τότε σαν ένα ωραίο ….Όνειρο!
Ο άνθρωπος, τον τόπο που γεννιέται, τον κουβαλάει μέσα του και τον πονάει, όπου κι’ αν πάει. Έτσι και μείς, αγαπάμε αυτόν τον τόπο. Όταν καθώς μεγαλώναμε, μάθαμε την συγκλονιστική ιστορία των ανθρώπων της, των ανθρώπων μας,…Ξεριζωμός από τις «Αλησμόνητες Πατρίδες»…Προσφυγιά …Κατοχή ….Εμφύλιος …Πολιτική Προσφυγιά, Πονέσαμε! Πονέσαμε και κλείνοντας το γόνυ, σκύψαμε με σεβασμό και δέος, μπρός σ’ αυτή την Ιστορία. Νιώσαμε πως έχουμε Χρέος, να κάνουμε οποιαδήποτε προσπάθεια χρειασθεί, για να περισώσουμε ότι μπορούμε, από εκείνα τα γεγονότα που σημάδεψαν βαθιά, τις ζωές των ανθρώπων αυτού του τόπου. Η ανάγκη λοιπόν της καταγραφής της τοπικής μας ιστορίας (που οι ιστορικοί γνωρίζουν καλά ότι κάθε τοπική ιστορία, αποτελεί το πρωτογενές υλικό για την καταγραφή της Εθνικής μας Ιστορίας), με οδήγησε στην κατάθεση της πρότασης εκείνης, για δημιουργία Ιστορικού και Λαογραφικού Μουσείου.
Η πρόταση εκείνη πράγματι, φάνταζε σαν ένα άπιαστο Όνειρο! Εμείς όμως, συνεπαρμένοι από τη μαγεία της Ιστορικής Μνήμης και συγκλονισμένοι από τα γεγονότα που μάτωσαν τον τόπο μας, μεθοδεύσαμε τις ενέργειές μας έτσι, ώστε να γίνει πράξη αυτό το …Όνειρο!
Το 1996 ζητήσαμε από την κοινότητα Ευζώνων, την παραχώρηση του παλιού Δημοτικού Σχολείου, που από χρόνια δε λειτουργούσε πια. Το Κ.Σ έκανε αποδεκτό το αίτημά μας με την υπ’αριθ.64 απόφασή του.
Την ίδια χρονιά, επισκέφτηκα στη Βέροια τον αείμνηστο Μεταμορφωσιώτη, Συμβολαιογράφο και Συγγραφέα Νίκο Σιδηρόπουλο, με σκοπό να του ζητήσω την αξιοποίηση, συγγραφικά, του ιστορικού υλικού που συγκεντρώναμε. Ο Νίκος τότε άρχισε να έχει πρόβλημα με την υγεία του και μου είπε ότι το θέμα αυτό θα μπορούσαμε να το δούμε αργότερα.
Συνεχίσαμε την κουβέντα μας και του ανάφερα για το Μουσείο που θέλουμε να κάνουμε στο παλιό Δημοτικό Σχολείο, το οποίο όμως ήταν υπό κατάρρευση. Τότε ο Νίκος, καλεί τηλεφωνικά τον γιό του Αριστοτέλη, και του ζήτησε και ο Αριστοτέλης έκανε αφιλοκερδώς, τη μελέτη και τα αρχιτεκτονικά σχέδια, για την αναστήλωση και ανακαίνιση του Σχολείου. Τη μελέτη αυτή του Αριστοτέλη, το 1998, με υπόμνημά μας, την καταθέσαμε στις τότε διοικήσεις του Δήμου Πολυκάστρου και της Νομαρχίας Κιλκίς, με την παράκληση να συνδράμουν στην προσπάθειά μας αυτή.
Στο μεταξύ, εμείς συνεχίζουμε τη συγκέντρωση μουσειακού και ιστορικού υλικού. Γνωρίστηκα με τον Σάκη Πασσαλίδη και με τον προσφάτως αποβιώσαντα πατέρα του, τον Βίκτωρα, από το χωριό Αμάραντα-Κιλκις, οι οποίοι αγκάλιασαν με πολύ θέρμη την προσπάθεια μας για τη δημιουργία ενός Μουσείου. Ο Σάκης και ιδιαίτερα ο πατέρας του ο Βίκτωρ, που ζούσε στο χωριό, συγκέντρωναν μουσειακό υλικό, με τηλεφωνούσαν και εγώ πήγαινα με την μπαγαζιέρα μου και τα μετέφερα σε αποθηκευτικό χώρο που έχω στη Θεσσαλονίκη. Πολλά παλιά έπιπλα και άλλα αντικείμενα έχω συλλέξει, που έβρισκα αφημένα στα πεζοδρόμια της πόλης. Πάρα πολλά αντικείμενα έχουν προσφερθεί από κατοίκους του χωριού μας, από κατοίκους άλλων χωριών, αλλά και από Θεσσαλονικείς. Ονομαστικός κατάλογος, με αλφαβητική σειρά, όσων έχουν προσφέρει αντικείμενα για το Μουσείο, είναι αναρτημένος μέσα στο χώρο του Μουσείου.
Ο καιρός περνούσε και απάντηση από τη Δημοτική και τη Νομαρχιακή αυτοδιοίκηση δεν παίρναμε. Στις αρχές του 2000, ο Σάκης ο Πασσαλίδης, που όλο αυτό το διάστημα, ήταν και εξακολουθεί να είναι δίπλα μου, συμπαραστάτης και αρωγός αυτού του έργου, με παρότρυνε να απευθυνθώ στον βουλευτή του νομού μας και υφυπουργό εσωτερικών τότε, Γιώργο Φλωρίδη. Ο Γιώργος Φλωρίδης άκουσε με προσοχή και ενδιαφέρον το αίτημά μας και μου λέει :
Τον επόμενο μήνα θα στείλω χρήματα στο Δήμο Πολυκάστρου, σ’ εκείνο το ποσόν θα προσθέσω άλλα δέκα εκατομμύρια δραχμές ( τότε είχαμε δραχμές ), για τη συντήρηση και αναστήλωση του Σχολείου. Μ’ εκείνα τα χρήματα που τα διαχειρίστηκε ο Δήμος, έγινε η ενίσχυση των θεμελίων, η στήριξη και το δέσιμο της τοιχοποιίας, η κεραμοσκεπή και τα επιχρίσματα.
Στη συνέχεια με σχετικά αιτήματά μας, που προωθήθηκαν και πάλι, μέσω του γραφείου του Γιώργου Φλωρίδη, προς το υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών το 2002 και προς το υπουργείο Μακεδονίας Θράκης το 2003, πετύχαμε οικονομική ενίσχυση 4.500 ευρώ από το υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών και 10.000 ευρώ από το Μακεδονίας Θράκης.
Τα ποσά αυτά τα διαχειριστήκαμε εμείς και κάναμε, τα κουφώματα, τα πλακάκια στα δάπεδα, το σανίδωμα της οροφής, τα ηλεκτρολογικά, ελαιοχρωματισμούς και διάφορες χωματουργικές εργασίες.
Στο διάστημα των εργασιών επισκευής και αναστήλωσης του Σχολείου, εγώ πηγαινοέρχομαι συχνότερα στο χωριό και έτσι γνωρίζομαι καλύτερα και συνδέομαι φιλικά, με τον Γιώργο Γεωργιάδη (τον Ζώρα) και την οικογένειά του. Παρακάλεσα λοιπόν τον Ζώρα, να παρακολουθεί την εξέλιξη των εργασιών στο Μουσείο και να με τηλεφωνεί όταν προκύπτει κάποιο πρόβλημα. Ο Ζώρας ανταποκρίθηκε πρόθυμα σ’ αυτή μου την παράκληση. Παρακολούθησε από κοντά, με προσοχή και ενδιαφέρον, όλες τις εργασίες μέχρι το τελείωμά τους. Όταν τοποθετήθηκαν τα κουφώματα και έγιναν οι ελαιοχρωματισμοί, το κτίριο ήταν σχεδόν έτοιμο να δεχθεί το Μουσειακό υλικό που είχαμε αποθηκευμένο. Το μεγαλύτερο μέρος αυτού του υλικού, έπρεπε να καθαρισθεί και να συντηρηθεί. Το έργο αυτό, αφιλοκερδώς και με μεγάλη προθυμία, το ανέλαβε ο Γιώργος ο Γεωργιάδης (ο Ζώρας).
Μετά την ολοκλήρωση των κτιριακών εργασιών έμειναν, η περίφραξη, το υπόστεγο, η διαμόρφωση του εξωτερικού χώρου, οι προθήκες και η τακτοποίηση μέσα στο χώρο, του μουσειακού υλικού.
Ο Νομάρχης μας, ο Ευάγγελος Μπαλάσκας, μας προμήθευσε με τα υλικά της περίφραξης, του υπόστεγου και με τρία κλιματιστικά για τον εσωτερικό χώρο του Μουσείου.
Ο Δήμαρχός μας, ο Δημήτρης Σμυδάκης, μας διέθεσε τεχνίτες του Δήμου για το στήσιμο του υπόστεγου. Διέθεσε υλικά και τεχνικούς για την πλακόστρωση του αύλιου χώρου του Μουσείου και την κατασκευή τοιχίου και κιγκλιδωμάτων στην πρόσοψη της περίφραξης. Μας διέθεσε ειδικό διακοσμητή, ο οποίος ανέλαβε με δαπάνες του Δήμου, την κατασκευή προθηκών και τη διάταξη των αντικειμένων στον εσωτερικό χώρο του Μουσείου.
Έτσι λοιπόν φθάσαμε στην εξαιρετικά ευχάριστη θέση, να σας παρουσιάσουμε σε λίγο, ότι μέχρι τώρα καταφέραμε να κάνουμε.
Και λέω «ότι μέχρι τώρα»…επειδή, Κυρίες και Κύριοι,… ένα Μουσείο δεν τελειώνει ποτέ! Τα Μουσεία, τα όποια Μουσεία, δεν είναι χώροι νεκροί, δεν είναι αποθήκες άχρηστου υλικού, είναι χώροι Ζωτικοί που αναπτύσσονται. Είναι οι θερμοκοιτίδες όπου φυλάσσονται τα τεκμήρια της Ιστορίας και βάζουν φραγμό στον κίνδυνο της Λήθης! Τα Μουσεία βοηθούν, να διατηρούμε ζωντανή την Εθνική μας Μνήμη.
Ο αείμνηστος Ανδρέας Παπανδρέου, στην πανηγυρική συνεδρίαση της βουλής στις 29 Αυγούστου 1989 για τα 40 χρόνια από τη λήξη του Εμφυλίου Πολέμου, μεταξύ άλλων είπε : Έθνος χωρίς μνήμη δεν έχει μέλλον.
Στις προθήκες που έχουμε κάνει, εκτίθεται ένα μέρος μόνο, από μεγεθυμένες παλιές φωτογραφίες που έχουμε συλλέξει, αδιάψευστοι μάρτυρες της Ιστορικής εξέλιξης.
Το χωριό μας στην περίοδο του Ελληνοϊταλικού Πολέμου, είχε πέντε θύματα. Στον ΕΛΑΣ συμμετείχαν είκοσι άτομα και στη διάρκεια της Γερμανικής Κατοχής χάσαμε δώδεκα ανθρώπους μας. Κατά τον Εμφύλιο Πόλεμο, εντάχθηκαν στις τάξεις του Δημοκρατικού Στρατού 106 άτομα και 48 άτομα έχασαν τη ζωή τους. Τρείς εκτελέστηκαν από τα Στρατοδικεία και 45 νέες και νέοι πότισαν με το αίμα τους, τα χώματα των βουνών και των κάμπων της Πατρίδας. Εδώ στο χωριό μας, είχαμε και μία περίπτωση ενός εξαίρετου ανθρώπου, του δάσκαλου Ελευθεριάδη Γιώργου, που το 1953, μην αντέχοντας το χωρισμό από την οικογένειά του ( η οποία μετά τη λήξη του Εμφυλίου Πολέμου, βρέθηκε εκτός συνόρων, στη Πολιτική Προσφυγιά, όπως πάρα πολλοί κάτοικοι του χωριού ), επιχείρησε να περάσει στη Βουλγαρία για να ενωθεί μαζί τους. Ένα όμως βόλι της Ελληνικής Περιπόλου, δεν τον επέτρεψε να το κάνει. Έπεσε νεκρός, εκεί στα Ελληνοβουλγαρικά σύνορα.
Ας ήταν να Φρόντιζαν, οι Θεοί και οι Μοίρες όλου του Κόσμου, να’ ταν Αυτός ο Ωραίος Άνθρωπος, το Στερνό θύμα των συνεπειών ενός Εμφύλιου Σπαραγμού, στην Ελλάδα και… όπου Γης.
Η Μεταμόρφωση λοιπόν, Κυρίες και Κύριοι, έχει δώσει βαρύ φόρο αίματος, στο βωμό της Πατρίδας, για τη Λευτεριά και τη Δημοκρατία!
Γι’ αυτό το λόγο και μείς, μία προθήκη στο μεσαίο χώρο του Μουσείου, την έχουμε αφιερώσει στους Μεταμορφωσιώτες εκείνους, που στη διάρκεια της ματωμένης δεκαετίας 1940-1950, χάθηκαν μέσα στη φωτιά του πολέμου. Αυτοί που έδωσαν τη ζωή τους τότε, στην πλειοψηφία τους ήταν νέες και νέοι στην καλύτερή τους ηλικία. Σ’ εκείνες τις κοπελιές και στα παλικάρια εκείνα, ταιριάζουν τα λόγια του φυλακισμένου ποιητή, Παπαπερικλή, που στην περίοδο της κατοχής, πίσω από τα σίδερα των φυλακών της Ακροναυπλίας, τραγούδησε το χαμό του Παλικαριού και καταλήγοντας είπε
……Τον αντρειωμένο μην τον κλαίς
Κι αν ο χαμός του σε σπαράζει
Σκύψε, αφουγκράσου κι άκουσε:
Μέσα σ’ αμέτρητες καρδιές
Αυτός δεν πέθανε ποτές
Δείχνει ένα δρόμο και προστάζει.
Κυρίες και Κύριοι, από τα παιδικά μας ακόμη χρόνια, ακούγαμε την πρώτη γενιά των Προσφύγων, να μιλάνε με μεγάλη νοσταλγία για τον τόπο που γεννήθηκαν, για την «Πατρίδα», όπως αποκαλούσανε το χωριό τους, το Κιλεπέρτ. Το Κιλεπέρτ, βρίσκεται σε υψόμετρο 1800 μ. στο νότιο Καύκασο κοντά στο Αρνταχάν και ήταν το μεγαλύτερο από τα 74 περίπου χωριά του Κυβερνείου του Κάρς , με πληθυσμό 2000 κατοίκων.
Τη νοσταλγία αυτή, της Ξεριζωμένης Γενιάς, για τις «Αλησμόνητες Πατρίδες» , την έχει εκφράσει με πολύ εύστοχο τρόπο, ο μεγάλος της ποίησής μας, ο Κωστής Παλαμάς, σε διό του στοίχους, που λένε :
Το σπίτι όπου γεννήθηκα, κι ας το πατούν οι ξένοι
Στοιχειό είναι και με κρατεί, ψυχή και με προσμένει.
Τα ακούσματα λοιπόν εκείνα, τα εκφρασμένα με τόσο νοσταλγικό τρόπο, περάσανε βαθιά μέσα μου και τα βίωσα τόσο δυνατά, ώστε εγώ, που ανήκω στη δεύτερη προσφυγική γενιά, να νιώσω πως ο γενέθλιος τόπος των γονιών μου, με….Προσμένει,… κατά την έκφραση του ποιητή! Ένιωθα λοιπόν έντονα την επιθυμία, να επισκεφτώ κάποτε αυτόν το Παραδεισένιο όπως φανταζόμουνα τόπο. Το πρώτο μου ταξίδι, το έκανα το 1997 μαζί με το Νίκο τον Αμοιρίδη. Σ’ εκείνο το ταξίδι είχα την εξαιρετική τύχη να βρω και να περπατήσω μέσα στο σπίτι όπου γεννήθηκε ο πατέρας μου.
Έκτοτε έκανα άλλα τρία ταξίδια στις περιοχές των «Αλησμόνητων Πατρίδων»,της Μ. Ασίας, του Πόντου, και της Καππαδοκίας.
Σ’ ένα από αυτά τα ταξίδια το 2009, που συμμετείχαν και αρκετοί Μεταμορφωσιώτες, επισκεφτήκαμε και πάλι το χωριό των γονιών μας το Κιλεπέρτ, επισκεφτήκαμε το Κάρς και αρκετά μέρη της περιοχής. Το 2003 έκανα ένα ταξίδι στη Γεωργία, για να επισκεφτώ μεταξύ των άλλων πόλεων και χωριών και την πόλη Αχουρκελέκ που απέχει 50 περίπου χιλιόμετρα από το Κιλεπέρτ, στα σύνορα με την Τουρκία.
Στην πόλη αυτή φιλοξενήθηκε η πλειοψηφία των κατοίκων του Κιλεπέρτ, στη διάρκεια του πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, από το 1914 μέχρι το 1917, επειδή η περιοχή του Κυβερνείου του Κάρς καταλήφθηκε από τα Τουρκικά στρατεύματα και όλος ο Ελληνικός πληθυσμός αποσύρθηκε μέσα στη Γεωργία και στην Αρμενία.
Από όλα αυτά τα ταξίδια έχει συγκεντρωθεί πλούσιο φωτογραφικό υλικό, μέρος του οποίου εκθέτουμε στην αίθουσα του άλλου σχολείου που τώρα λειτουργεί σαν χώρος πολλαπλών χρήσεων. Μερικές από αυτές τις φωτογραφίες, τις έχουμε συνθέσει σε μεγάλα πάνελ , έτσι ώστε να φαίνεται ένα μεγάλο μέρος του Κήλεπέρτ όπως είναι σήμερα, που δεν διαφέρει και πολύ από το Τότε και τοποθετήθηκαν μέσα στο Μουσείο.
Στο πρώτο μας ταξίδι, ο Νίκος και εγώ, γονατίσαμε, με σεβασμό, πάνω σ’ εκείνη τη γη, που έζησαν και δημιούργησαν επί 40 περίπου χρόνια (από το 1878-80 μέχρι το 1920) οι γονείς και οι παππούδες μας και φέραμε εδώ, στη Μεταμόρφωση, λίγο από το χώμα της. Χώμα Ιερό! Και λίγο από το Νερό της. Νερό, που για μας είναι … Αγίασμα!
Στο περυσινό μας ταξίδι, πολλοί φέραμε και από ένα κομμάτι Πέτρας, παρμένο από τα κτίσματα των δικών μας. Εγώ μέσα από το σπίτι του πατέρα μου, έφερα έναν σοφρά και ένα πήλινο. Από τη Σάντα του Πόντου, από τον οικισμό Πιστοφάντων, έφερα ένα ξύλινο βαρέλι. Πολλά από αυτά τα φερμένα αντικείμενα, βρίσκονται μέσα στο χώρο του Μουσείου
Τα Μουσεία λοιπόν θα πω, πως είναι η Μνήμη της Ιστορικής Εξέλιξης!
Κυρίες και Κύριοι, δεν θέλω να σας κουράσω παραπάνω, αλλά πριν κατέβω απ’ αυτό το βήμα, θα’ θελα να πω τούτο : Χωρίς τη βοήθεια όλων των πιο πάνω ανθρώπων που σας ανάφερα, δεν θα μπορούσαμε σήμερα να σας δείξουμε, αυτό το πρώτο αποτέλεσμα των προσπαθειών μας.
Ευχαριστώ μέσα από τα βάθη της καρδιάς μου, τον Υπουργό Γιώργο Φλωρίδη, τον Νομάρχη Κιλκίς Ευάγγελο Μπαλάσκα, τον Δήμαρχο Πολυκάστρου Δημήτριο Σμυδάκη, τον κ. Αριστοτέλη Σιδηρόπουλο, τον κ. Σάκη Πασσαλίδη και τον αείμνηστο πατέρα του τον Βίκτωρα και τον κ. Γεώργιο Γεωργιάδη. Σήμερα ο Σύλλογός μας, τους τιμά όλους, με επίδοση σχετικής αναμνηστικής πλακέτας.
Θέλω ακόμη να ευχαριστήσω, όλους εκείνους που μου εμπιστεύτηκαν, τις προσωπικές τους μαρτυρίες και τους υπόσχομαι πως τα βιώματά τους εκείνα, δεν θα μείνουν στο σκοτάδι.
Κλείνοντας, θέλω να απευθύνω ένα μεγάλο ευχαριστώ και σε όλους εκείνους, που είχαν την ευαισθησία να τιμήσουν και να ενισχύσουν την προσπάθειά μας, με την προσφορά παλιών αντικειμένων που ακόμα έτυχε να βρίσκονται στα σπίτια τους.
Θέλω επίσης να ευχαριστήσω, τη γυναίκα μου και τα παιδιά μου, που όλα αυτά τα χρόνια, καθώς εγώ κυνηγούσα τούτο το τόσο δύσκολο …Όνειρο, αφιερώνοντας πάρα πολύ χρόνο σ’ αυτό, δεν διαμαρτυρήθηκαν ποτέ. Στάθηκαν δίπλα μου και με βοήθησαν. Και μάλιστα, η κόρη μου η Μαρία που δουλεύει σαν γραφίστρια, με βοήθησε πολύ στη επεξεργασία μεγάλου αριθμού παλιών φωτογραφιών και στη δημιουργία των δύο πάνελ που δείχνουν το Κιλεπέρτ.
Μαρία σ’ ευχαριστώ!
Κυρίες και Κύριοι, εδώ σ’ αυτό το σημείο, κανονικά, τελείωνε η ομιλία μου. Όμως τα λόγια του Πατέρα Χριστόδουλου, πριν από λίγη ώρα μέσα στην εκκλησία, με ξάφνιασαν και με συγκίνησαν βαθύτατα. Θέλω λοιπόν, να του απευθύνω ιδιαιτέρως, ένα μεγάλο ευχαριστώ για τους επαίνους του, αλά κυρίως, για το ενδιαφέρον που δείχνει για τον τόπο μας και για τον χρόνο που μας αφιερώνει!
Εγώ βέβαια δεν επιζητώ επαίνους.
Κατ’ αναλογία των λόγων, του άλλου μεγάλου της ποίησής μας, Γιάννη Ρίτσου, που λέει : ……Εμείς αδερφέ μου δεν τραγουδάμε για να ξεχωρίσουμε από τον κόσμο / Εμείς τραγουδάμε για να σμίξουμε τον κόσμο……
Εγώ θα πω : Εμείς, αυτά τα κάνουμε, όχι να γίνουμε ξεχωριστοί, αλλά για να έρθουνε κοντά μας κι άλλοι - κι άλλοι, όσο γίνεται πιο πολλοί. Να σμίξουνε μαζί μας και από δυο , να γίνουμε τρεις και γιατί όχι και………… χίλιοι δεκατρείς!
Ευχαριστώ, ευχαριστώ πολύ όλους σας, που με ακούσατε !
Μεταμόρφωση 05 Αυγούστου 2010.
Τον Μάρτιο του 2018, ο Δήμος Παιονίας, στα πλαίσια της εκδήλωσης "ΕΡΓΩΝ ΔΙΑΚΡΙΣΙΣ 2018" με τίμησε για τη δημιουργία του Μουσείου, με επίδοση ειδικής αναμνηστικής πλακέτας, "Τιμής Ένεκεν" καθώς και "Δίπλωμα Βράβευσης". Εγώ τότε ευχαρίστησα, τον κ. Δήμαρχο και όλο το Δημοτικό Συμβούλιο για την τιμή που μου κάνανε και έστειλα σχετική δημοσίευση σε τοπική εφημερίδα του Κιλκίς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η Γνώμη Κιλκίς- Παιονίας διευκρινίζει στους αναγνώστες της ότι θεωρεί αυτονόητο το δικαίωμα του σχολιασμού και της κριτικής έκφρασης, όταν αυτό φυσικά δεν στοχεύει στην απαξίωση, στην ύβρη και στην προσβολή ατόμων και θεσμών.
Το αναγνωστικό κοινό θα πρέπει να γνωρίζει ότι η Γνώμη, επιδιώκοντας μια υγιή και αμφίδρομη επικοινωνία, δεν δημοσιεύει ανυπόγραφα σχόλια, αλλά ούτε και σχόλια ρατσιστικού, προσβλητικού και υβριστικού περιεχομένου.
Τα ενυπόγραφα άρθρα τέλος, εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας.