Του Φώτη Μισόπουλου
idées en prose en trois images- sur une idée de Faulkner
Η ανωνυμία έχει αναπληρωθεί από ένα ορισμένο αριθμό επινοήσεων
ROLAND BARTHES [1]
1.
.........πυροβόλησε τη φωνή του μέσα από το. Οι λάμπες του δρόμου κατεβαίνουν το λόφο Ύστερα άκουσα το λεωφορείο: Να ανεβαίνει το λόφο Το μπράτσο της πολυθρόνας δροσερό Λείο Κάτω απ' το μέτωπό μου προσδιορίζει το σχήμα της Η πόλη ενταφιάζεται κάποια ώρα παλιά, προηγούμενη-
Θεμελιώνοντας ένα μοναδικό σφάλμα απέναντι στα αναρίθμητα λάθη ΕΙΜΑΙ ΕΔΩ. ΠΑΙΖΩ ΤΟΝ ΟΡΕΣΤΗ.-/
ΦΩΝΕΣ ΑΠ' ΤΟ ΦΕΡΕΤΡΟ ΤΟΥ ΑΓΑΜΕΜΝΟΝΑ: .........τι θα τις κάνω όλες αυτές τις μέρες που θάρθουν με σάβανα, καρκινωμένες απ' το βλέμμα σου; Πίστευα σε όλα Τώρα τραγουδώ στις όχθες των θρήνων αυτό που δεν είναι ζωή, παρά μόλις τ' όνειρό της- σαν χώμα καλά κρυμμένο στην αμμουδιά του χρόνου Μήτε αρχή μήτε θεμέλιο-/
Και η φωνή ενός σκύλου που πάει πιο μακριά απ' τον θόρυβο του τρένου, στο σκοτάδι-/
ΟΙ ΣΚΙΕΣ: .........το χαντάκι στένεψε Έχει φράξει Προχώρησε καλύτερα κατά τα δέντρα-/ Και το νερό να ψιθυρίζει ανάμεσα στις ιτιές δίχως φως: κύματα στον αέρα ή το αγιόκλημα να σκαρφαλώνει στο χέρι και τον ώμο κι από κει χυμούσε κατά πάνω μου- Ο ΟΡΕΣΤΗΣ ΜΙΛΑΕΙ ΣΤΟ ΚΙΝΗΤΌ. [Έπειτα χορεύει επί τόπου- μπροστά στο καθρέφτη- κοιλιά με κοιλιά μέσα σε μια μουσική που θεριεύει Θα πει: Έτσι έρχεται ο θάνατος- ένας μικρολόξυγκας, μια γκριμάτσα- τρεμούλιασμα των γονάτων, σκίρτημα των γλουτών]
Η ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ: .........δεν είμαι η Οφηλία Τα λόγια μου δεν έχουν να πουν πια τίποτα Οι σκέψεις μου ρουφάνε το αίμα των εικόνων Ήμουν άντρας Το χειρόγραφο έχει χαθεί [διαχέει ένα βαρύ άρωμα στο βεστιάριο Κρεμάει την ταμπέλα: ΤΟ ΘΕΑΤΡΟ ΑΡΓΕΙ. Τους κοθόρνους. Τις αλογότριχες. Την πήλινη μάσκα. Τα κτερίσματα του τάφου Σκεπάζει με το χέρι της το έμπειρο φεγγάρι] Οι ζητιάνοι γρατζουνάνε την πόρτα, φτύνουν στα σκαλιά, με ληστεύουν απ' τους φίλους μου Το χιόνι θα με προστατέψει τελικά Θα βάλω το αυτί μου στο χώμα Να ενδώσω: Δοχείο συνάντησης αναμνήσεων Sex machine οραμάτων Φτηνά πανδοχεία αστερισμών Το θέρος οξειδώνεται για πάντα.
2.
-/.........τρέχαμε παράλληλα στον τοίχο Οι σκιές μας έτρεχαν πάνω στον τοίχο Αισθανόμουν το γέλιο βαθιά στο λαρύγγι Κοίταξα πέρα τα δέντρα με το απόγεμα γερμένο πάνω τους και γύρισα τη σκέψη μου στο λιόγερμα και στα πουλιά Σ' αυτά που κολυμπούσαν stop Εδώ συναντώ πολλά ερειπωμένα αντικείμενα- γύψινα, σιδερικά Άδικα ο δρόμος είναι επίπεδος, μου φαίνεται ότι κατρακυλώ Ιδρώνω, ο δρόμος κι εκείνος ιδρώνει-/ ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ: .........απαντώ τα συντρίμμια του εαυτού μου Στον οδοντίατρο η μασέλα μέσα στο γυάλινο κλουβί και στο κρεοπωλείο τα πνευμόνια μου Το μπούστο αποκεφαλισμένο στο μαγαζί του ράφτη Οι ορθοπεδικοί εκθέτουν το πόδι μου Τα μάτια το κρανίο μου, πριν πέσει η νύχτα στην αγκαλιά τους- οι μεγάλοι μήνες του χειμώνα Το δράμα που δεν συντελέστηκε Το χειρόγραφο έχει χαθεί Τα πτώματα απ' την πανούκλα στις όχθες του Σκάμανδρου Επιστρέφω στο σπίτι απ' την εκστρατεία Σύμφωνος με το αδιαίρετο εγώ μου Αμέσως μετά: είμαι τα χνώτα του ιδρωμένου πλήθους Η Νέκυια παίζεται πίσω από αλεξίσφαιρα τζάμια Συνωστισμός Μυρίζει ο ιδρώτας του τρόμου [Ο ΟΡΕΣΤΗΣ ΜΙΛΑΕΙ στο κινητό του. Χωρίς ήχο]-/
Ο ΧΟΡΟΣ: .........τώρα είναι που λιώνουν οι κρίνοι του πάγου, τώρα που τα χέρια δε χωρίζουν παρά μένουν δεμένα, όπως η αλεπού στο δόκανο Οι λέξεις χάνουν το βάρος τους, γίνονται φύλλα και νερό, δεν απομένει άλλο απ' την αφή μας Ο ήλιος μού βγάζει τα μάτια Στις άδειες κόγχες τα άστρα στρώνουν φτερά Ραγίζουν το κρύσταλλο με τ' άγρια ράμφη τους Κόβω το λουλούδι που ανθεί ανάμεσα στις ρωγμές- το μαύρο εκείνο λουλούδι απ' τα ξεχασμένα αστροπελέκια του δάσους καθώς γυρίζω Στο ατόφιο γαλάζιο οι θόλοι των μαυσωλείων Περίσκεπτοι, στοχαστικοί Αναβλύζουν πουλιά Ο ΚΟΡΥΦΑΙΟΣ: ....Πότε αυτό έχει γίνει; Πότε αυτό μέσα στα γκρίζα σκοτάδια; Ένα μικρούλι φως στα χέρια. Σταυρωμένα. Ή, Ο ΦΩΚΝΕΡ, ΠΡΟΣΠΟΙΟΥΜΕΝΟΣ: .............έχεις πιει ποτέ σου άρωμα; Με το ένα του χέρι με σήκωνε ψηλά κι έτρεχε Έτρεχε.-/ Έβρεχε.......
3.
[ΤΟ ΠΑΛΙΟ ΣΚΗΝΙΚΟ: .........κελάηδησε πάλι, αόρατο, ήχος άσκοπος και βαρετός, μονοκόμματος, σταματημένος σαν κομμένος από χτύπημα μαχαιριού Και μετά ξανά Καταλάβαινα την παρουσία νερού να περνάει μυστικά Το ένοιωθα μόνο Δεν το έβλεπα Δεν το άκουγα Βγήκαμε απ' το δρόμο Και φτάνουμε έτσι στην άλλη λύτρωση: Όταν η ζωή θα θυμάται και θα ζηλεύει ο,τι έζησε, εξασφαλίζοντας σε όλους υπερφυσικές εγγυήσεις, περίπου σαν το καλά συγκροτημένο ημερολόγιο του Gide για τους Τίτυρους - Διανύουμε ισορροπώντας στην κόψη το χείλος των αβύσσων.][φως]
Ο ΟΡΕΣΤΗΣ ΝΤΥΜΕΝΟΣ ΑΜΛΕΤ: .........είμαι ο Βόυτσεκ Ζω εκεί που είναι θαμμένο το σκυλί μου Το σκυλί μου ονομάζεται Βόυτσεκ Περιμένω την ανάστασή του με τον φόβο ή την ελπίδα ότι θα επιστρέψει σαν λύκος [2] [παύση] Κάτι μου κλέβουν οι μέρες, κάτι μου αφαιρούν οι νύχτες Σανό και λήθη Τίποτα που να θυμίζει ανθρώπους Μένει λίγο φώσφορο στη θέση του γι' αυτό προσπαθούνε να μάς πείσουν για κάτι στον ύπνο Η μαγγανεία τους- κι αμέσως σκοτάδι,- Φθινόπωρο στο ξέφωτο, όπου το φως μουρμουρίζει στους ώμους των δέντρων Σκληρό μπλε σαν την αλήθεια [παύση]
Ο ΜΥΣΤΙΚΟΣ ΔΕΙΠΝΟΣ ΤΩΝ ΗΘΟΠΟΙΩΝ ΚΑΙ ΘΕΑΤΩΝ: [........ΌΤΑΝ Ο ΄ΗΛΙΟΣ ΈΝΑ ΜΕ ΤΗ ΣΚΙΑ ΜΑΣ]. [ΠΑΛΙΌ ΣΚΗΝΙΚΌ 2: .........θα κλείσεις τα μάτια σου Θυμήσου πώς θύμωσε ο Φώκνερ όταν είδε τα εσώρουχά της πνιγμένα λάσπη ή οι θανάσιμα όμορφες ασάφειες που γίνονται τα πρόσωπα πριν συμβεί η Ιστορία, εντεύθεν του ανθρώπου, καθώς σιμώνει το τέλος της ουτοπίας Εν τω μεταξύ, η λευκή σελίδα που λίγο γεμίζει, παίρνει τη θέση μιας πλάνης σκοτεινής, πιο τρομερής απ' τη νυχτερινή αγωνία που ζούμε Γράφω για ένα διάδοχο χρόνο......Λέξεις και εικόνες για τον σεβάσμιο ήρωα στην τάξη της αποκάλυψης, που θα υπάρξουμε Χωρίς αιδώ ανακαλύπτοντας τον πηλό μας Ο πρώτος τεντώνει το τόξο του Ο δεύτερος χτυπάει δυο πέτρες κι η σπίθα γονατίζει το νερό Ο τρίτος ο τυφλός με το συχωροχάρτι Όλοι ύποπτοι- απ' την πολλή ενατένιση] [φως]
ΑΥΛΑΙΑ
idées en prose en trois images- sur une idée de Faulkner
Η ανωνυμία έχει αναπληρωθεί από ένα ορισμένο αριθμό επινοήσεων
ROLAND BARTHES [1]
1.
.........πυροβόλησε τη φωνή του μέσα από το. Οι λάμπες του δρόμου κατεβαίνουν το λόφο Ύστερα άκουσα το λεωφορείο: Να ανεβαίνει το λόφο Το μπράτσο της πολυθρόνας δροσερό Λείο Κάτω απ' το μέτωπό μου προσδιορίζει το σχήμα της Η πόλη ενταφιάζεται κάποια ώρα παλιά, προηγούμενη-
Θεμελιώνοντας ένα μοναδικό σφάλμα απέναντι στα αναρίθμητα λάθη ΕΙΜΑΙ ΕΔΩ. ΠΑΙΖΩ ΤΟΝ ΟΡΕΣΤΗ.-/
ΦΩΝΕΣ ΑΠ' ΤΟ ΦΕΡΕΤΡΟ ΤΟΥ ΑΓΑΜΕΜΝΟΝΑ: .........τι θα τις κάνω όλες αυτές τις μέρες που θάρθουν με σάβανα, καρκινωμένες απ' το βλέμμα σου; Πίστευα σε όλα Τώρα τραγουδώ στις όχθες των θρήνων αυτό που δεν είναι ζωή, παρά μόλις τ' όνειρό της- σαν χώμα καλά κρυμμένο στην αμμουδιά του χρόνου Μήτε αρχή μήτε θεμέλιο-/
Και η φωνή ενός σκύλου που πάει πιο μακριά απ' τον θόρυβο του τρένου, στο σκοτάδι-/
ΟΙ ΣΚΙΕΣ: .........το χαντάκι στένεψε Έχει φράξει Προχώρησε καλύτερα κατά τα δέντρα-/ Και το νερό να ψιθυρίζει ανάμεσα στις ιτιές δίχως φως: κύματα στον αέρα ή το αγιόκλημα να σκαρφαλώνει στο χέρι και τον ώμο κι από κει χυμούσε κατά πάνω μου- Ο ΟΡΕΣΤΗΣ ΜΙΛΑΕΙ ΣΤΟ ΚΙΝΗΤΌ. [Έπειτα χορεύει επί τόπου- μπροστά στο καθρέφτη- κοιλιά με κοιλιά μέσα σε μια μουσική που θεριεύει Θα πει: Έτσι έρχεται ο θάνατος- ένας μικρολόξυγκας, μια γκριμάτσα- τρεμούλιασμα των γονάτων, σκίρτημα των γλουτών]
Η ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ: .........δεν είμαι η Οφηλία Τα λόγια μου δεν έχουν να πουν πια τίποτα Οι σκέψεις μου ρουφάνε το αίμα των εικόνων Ήμουν άντρας Το χειρόγραφο έχει χαθεί [διαχέει ένα βαρύ άρωμα στο βεστιάριο Κρεμάει την ταμπέλα: ΤΟ ΘΕΑΤΡΟ ΑΡΓΕΙ. Τους κοθόρνους. Τις αλογότριχες. Την πήλινη μάσκα. Τα κτερίσματα του τάφου Σκεπάζει με το χέρι της το έμπειρο φεγγάρι] Οι ζητιάνοι γρατζουνάνε την πόρτα, φτύνουν στα σκαλιά, με ληστεύουν απ' τους φίλους μου Το χιόνι θα με προστατέψει τελικά Θα βάλω το αυτί μου στο χώμα Να ενδώσω: Δοχείο συνάντησης αναμνήσεων Sex machine οραμάτων Φτηνά πανδοχεία αστερισμών Το θέρος οξειδώνεται για πάντα.
2.
-/.........τρέχαμε παράλληλα στον τοίχο Οι σκιές μας έτρεχαν πάνω στον τοίχο Αισθανόμουν το γέλιο βαθιά στο λαρύγγι Κοίταξα πέρα τα δέντρα με το απόγεμα γερμένο πάνω τους και γύρισα τη σκέψη μου στο λιόγερμα και στα πουλιά Σ' αυτά που κολυμπούσαν stop Εδώ συναντώ πολλά ερειπωμένα αντικείμενα- γύψινα, σιδερικά Άδικα ο δρόμος είναι επίπεδος, μου φαίνεται ότι κατρακυλώ Ιδρώνω, ο δρόμος κι εκείνος ιδρώνει-/ ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ: .........απαντώ τα συντρίμμια του εαυτού μου Στον οδοντίατρο η μασέλα μέσα στο γυάλινο κλουβί και στο κρεοπωλείο τα πνευμόνια μου Το μπούστο αποκεφαλισμένο στο μαγαζί του ράφτη Οι ορθοπεδικοί εκθέτουν το πόδι μου Τα μάτια το κρανίο μου, πριν πέσει η νύχτα στην αγκαλιά τους- οι μεγάλοι μήνες του χειμώνα Το δράμα που δεν συντελέστηκε Το χειρόγραφο έχει χαθεί Τα πτώματα απ' την πανούκλα στις όχθες του Σκάμανδρου Επιστρέφω στο σπίτι απ' την εκστρατεία Σύμφωνος με το αδιαίρετο εγώ μου Αμέσως μετά: είμαι τα χνώτα του ιδρωμένου πλήθους Η Νέκυια παίζεται πίσω από αλεξίσφαιρα τζάμια Συνωστισμός Μυρίζει ο ιδρώτας του τρόμου [Ο ΟΡΕΣΤΗΣ ΜΙΛΑΕΙ στο κινητό του. Χωρίς ήχο]-/
Ο ΧΟΡΟΣ: .........τώρα είναι που λιώνουν οι κρίνοι του πάγου, τώρα που τα χέρια δε χωρίζουν παρά μένουν δεμένα, όπως η αλεπού στο δόκανο Οι λέξεις χάνουν το βάρος τους, γίνονται φύλλα και νερό, δεν απομένει άλλο απ' την αφή μας Ο ήλιος μού βγάζει τα μάτια Στις άδειες κόγχες τα άστρα στρώνουν φτερά Ραγίζουν το κρύσταλλο με τ' άγρια ράμφη τους Κόβω το λουλούδι που ανθεί ανάμεσα στις ρωγμές- το μαύρο εκείνο λουλούδι απ' τα ξεχασμένα αστροπελέκια του δάσους καθώς γυρίζω Στο ατόφιο γαλάζιο οι θόλοι των μαυσωλείων Περίσκεπτοι, στοχαστικοί Αναβλύζουν πουλιά Ο ΚΟΡΥΦΑΙΟΣ: ....Πότε αυτό έχει γίνει; Πότε αυτό μέσα στα γκρίζα σκοτάδια; Ένα μικρούλι φως στα χέρια. Σταυρωμένα. Ή, Ο ΦΩΚΝΕΡ, ΠΡΟΣΠΟΙΟΥΜΕΝΟΣ: .............έχεις πιει ποτέ σου άρωμα; Με το ένα του χέρι με σήκωνε ψηλά κι έτρεχε Έτρεχε.-/ Έβρεχε.......
3.
[ΤΟ ΠΑΛΙΟ ΣΚΗΝΙΚΟ: .........κελάηδησε πάλι, αόρατο, ήχος άσκοπος και βαρετός, μονοκόμματος, σταματημένος σαν κομμένος από χτύπημα μαχαιριού Και μετά ξανά Καταλάβαινα την παρουσία νερού να περνάει μυστικά Το ένοιωθα μόνο Δεν το έβλεπα Δεν το άκουγα Βγήκαμε απ' το δρόμο Και φτάνουμε έτσι στην άλλη λύτρωση: Όταν η ζωή θα θυμάται και θα ζηλεύει ο,τι έζησε, εξασφαλίζοντας σε όλους υπερφυσικές εγγυήσεις, περίπου σαν το καλά συγκροτημένο ημερολόγιο του Gide για τους Τίτυρους - Διανύουμε ισορροπώντας στην κόψη το χείλος των αβύσσων.][φως]
Ο ΟΡΕΣΤΗΣ ΝΤΥΜΕΝΟΣ ΑΜΛΕΤ: .........είμαι ο Βόυτσεκ Ζω εκεί που είναι θαμμένο το σκυλί μου Το σκυλί μου ονομάζεται Βόυτσεκ Περιμένω την ανάστασή του με τον φόβο ή την ελπίδα ότι θα επιστρέψει σαν λύκος [2] [παύση] Κάτι μου κλέβουν οι μέρες, κάτι μου αφαιρούν οι νύχτες Σανό και λήθη Τίποτα που να θυμίζει ανθρώπους Μένει λίγο φώσφορο στη θέση του γι' αυτό προσπαθούνε να μάς πείσουν για κάτι στον ύπνο Η μαγγανεία τους- κι αμέσως σκοτάδι,- Φθινόπωρο στο ξέφωτο, όπου το φως μουρμουρίζει στους ώμους των δέντρων Σκληρό μπλε σαν την αλήθεια [παύση]
Ο ΜΥΣΤΙΚΟΣ ΔΕΙΠΝΟΣ ΤΩΝ ΗΘΟΠΟΙΩΝ ΚΑΙ ΘΕΑΤΩΝ: [........ΌΤΑΝ Ο ΄ΗΛΙΟΣ ΈΝΑ ΜΕ ΤΗ ΣΚΙΑ ΜΑΣ]. [ΠΑΛΙΌ ΣΚΗΝΙΚΌ 2: .........θα κλείσεις τα μάτια σου Θυμήσου πώς θύμωσε ο Φώκνερ όταν είδε τα εσώρουχά της πνιγμένα λάσπη ή οι θανάσιμα όμορφες ασάφειες που γίνονται τα πρόσωπα πριν συμβεί η Ιστορία, εντεύθεν του ανθρώπου, καθώς σιμώνει το τέλος της ουτοπίας Εν τω μεταξύ, η λευκή σελίδα που λίγο γεμίζει, παίρνει τη θέση μιας πλάνης σκοτεινής, πιο τρομερής απ' τη νυχτερινή αγωνία που ζούμε Γράφω για ένα διάδοχο χρόνο......Λέξεις και εικόνες για τον σεβάσμιο ήρωα στην τάξη της αποκάλυψης, που θα υπάρξουμε Χωρίς αιδώ ανακαλύπτοντας τον πηλό μας Ο πρώτος τεντώνει το τόξο του Ο δεύτερος χτυπάει δυο πέτρες κι η σπίθα γονατίζει το νερό Ο τρίτος ο τυφλός με το συχωροχάρτι Όλοι ύποπτοι- απ' την πολλή ενατένιση] [φως]
ΑΥΛΑΙΑ
τα πρόσωπα
ΦΩΝΕΣ ΑΠ' ΤΟ ΦΕΡΕΤΡΟ ΤΟΥ ΑΓΑΜΕΜΝΟΝΑ
ΟΙ ΣΚΙΕΣ
Ο ΟΡΕΣΤΗΣ
Η ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ
Ο ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ
Ο ΧΟΡΟΣ
Ο ΚΟΡΥΦΑΙΟΣ
Ο Γ. ΦΩΚΝΕΡ
ΑΝΑΦΟΡΕΣ-ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ-ΦΩΤΟ
[1] Rolan Barthes, H αυτοκρατορία των σημείων, απόδοση: Πάνος Τσακόπουλος, ΤΟ ΔΕΝΤΡΟ τ.33/1983- αφιέρωμα: Λόγος και ποιητική για την πόλη
[2] Heiner Müller, ΔΥΣΤΗΝΟΣ ΑΓΓΕΛΟΣ, εισαγωγή-επιλογή-μτφρ.: Ελένη Βαροπούλου, ΆΓΡΑ 2001, [βλ. και Διαδίκτυο- Γκέοργκ Μπύχνερ, Ο στρατιώτης Βόυτσεκ]
https://i.pinimg.com/564x/2c/7d/44/2c7d44080275c3653b0fa1d0f0f39d72.jpg
https://encrypted-tbn0.gstatic.com/images?q=tbn:ANd9GcTYa8q4u_w-scVm1bRpF41D-lO6LtIA4crV1w&usqp=CAU
ΦΩΝΕΣ ΑΠ' ΤΟ ΦΕΡΕΤΡΟ ΤΟΥ ΑΓΑΜΕΜΝΟΝΑ
ΟΙ ΣΚΙΕΣ
Ο ΟΡΕΣΤΗΣ
Η ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ
Ο ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ
Ο ΧΟΡΟΣ
Ο ΚΟΡΥΦΑΙΟΣ
Ο Γ. ΦΩΚΝΕΡ
ΑΝΑΦΟΡΕΣ-ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ-ΦΩΤΟ
[1] Rolan Barthes, H αυτοκρατορία των σημείων, απόδοση: Πάνος Τσακόπουλος, ΤΟ ΔΕΝΤΡΟ τ.33/1983- αφιέρωμα: Λόγος και ποιητική για την πόλη
[2] Heiner Müller, ΔΥΣΤΗΝΟΣ ΑΓΓΕΛΟΣ, εισαγωγή-επιλογή-μτφρ.: Ελένη Βαροπούλου, ΆΓΡΑ 2001, [βλ. και Διαδίκτυο- Γκέοργκ Μπύχνερ, Ο στρατιώτης Βόυτσεκ]
https://i.pinimg.com/564x/2c/7d/44/2c7d44080275c3653b0fa1d0f0f39d72.jpg
https://encrypted-tbn0.gstatic.com/images?q=tbn:ANd9GcTYa8q4u_w-scVm1bRpF41D-lO6LtIA4crV1w&usqp=CAU
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η Γνώμη Κιλκίς- Παιονίας διευκρινίζει στους αναγνώστες της ότι θεωρεί αυτονόητο το δικαίωμα του σχολιασμού και της κριτικής έκφρασης, όταν αυτό φυσικά δεν στοχεύει στην απαξίωση, στην ύβρη και στην προσβολή ατόμων και θεσμών.
Το αναγνωστικό κοινό θα πρέπει να γνωρίζει ότι η Γνώμη, επιδιώκοντας μια υγιή και αμφίδρομη επικοινωνία, δεν δημοσιεύει ανυπόγραφα σχόλια, αλλά ούτε και σχόλια ρατσιστικού, προσβλητικού και υβριστικού περιεχομένου.
Τα ενυπόγραφα άρθρα τέλος, εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας.