Του Θανάση Βαφειάδη
Πριν από 14 χρόνια, το έτος 2009, ο τότε αντιδήμαρχος Πολιτισμού Χρήστος Σπίγκος εγκαινίασε το δημοτικό θερινό κινηματογράφο της πόλης μας, πιστεύοντας κι αυτός αλλά και όσοι βοήθησαν σ’ αυτό το υπέροχο εγχείρημα ότι «εκείνο που μένει τελικά είναι κάτι νύχτες με φεγγάρι μες τα θερινά τα σινεμά», όπως τραγουδούσε νοσταλγικά ο Λουκιανός Κηλαηδόνης.
Πράγματι, κάτι το μαγευτικό είχε αυτός ο μικρής χωρητικότητας κινηματογράφος κάτω απ’ τ’ άστρα για τους κατοίκους της πόλης μας, που τα καλοκαίρια σιγόβραζε όλη μέρα από την, πολλές φορές αφόρητη, ζέστη.
Αυτό, όμως, που με συγκινούσε πιο πολύ ήταν η ονομασία του κινηματογράφου, που απέδιδε φόρο τιμής σ’ έναν άνθρωπο που συνέδεσε το όνομα του με την κινηματογραφοφιλία στην πόλη μας, τον Δημήτρη Ζωηρό, που φέτος συμπληρώθηκαν 20 χρόνια από τον πρόωρο χαμό του.
Μιας και οι προβολές στο δημοτικό θερινό κινηματογράφο της πόλης μας και στο στέκι πολιτισμού της ΤΕΧΝΗΣ στο Μεταλλικό έχουν ήδη ξεκινήσει ευκαιρία να κάνω μια σύντομη ιστορική αναδρομή στους θερινούς κινηματογράφους του Κιλκίς.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1920 οι αδελφοί Θεοδοσιάδη, Χαράλαμπος και Μιλτιάδης, επηρεασμένοι ίσως από την κινηματογραφική άνθιση της Θεσσαλονίκης δημιούργησαν τον πρώτο κινηματογράφο του Κιλκίς. Δεν είναι γνωστή η ακριβής χρονολογία ίδρυσης του, αλλά σε δημοσίευμα της 6-11-1925 στα ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΑ ΝΕΑ για εκδήλωση του συλλόγου «Αναγέννησις» αναγράφεται ότι «η ευρεία αίθουσα του κινηματοθεάτρου αδελφών Θεοδοσιάδου είχε πληρωθή ασφυκτικώς με κόσμον επιστημόνων διανοουμένων αποτελούντων την αφρόκρεμαν της κοινωνίας μας».
Στην αυλή του οικοπέδου λειτουργούσε θερινός κινηματογράφος με τα καθίσματα απλωμένα κατά μήκος της οδού αγίου Γεωργίου και την καμπίνα προβολής κοντά στη θέση που βρίσκεται το κτήριο της Επιθεώρησης Α’βάθμιας Εκπαίδευσης. Οι ταινίες προβάλλονταν χωρίς ήχο, αφού ήταν η εποχή του βωβού κινηματογράφου, αλλά υπήρχε μουσική υπόκρουση από δίσκους γραμμοφώνου.
Στο όριο του υπαίθριου χώρου προβολής τοποθετούνταν παραπετάσματα για να αποθαρρύνουν τους περαστικούς να παρακολουθήσουν λαθραία τις ταινίες που προβάλλονταν.
Ο κινηματογράφος είχε άδοξο τέλος, αφού καταστράφηκε από πυρκαγιά το 1931, πράγμα συνηθισμένο εκείνη την εποχή εξαιτίας των πυρακτωμένων κάρβουνων της μηχανής προβολής, όπως περιγράφεται και στην ταινία «Σινεμά ο Παράδεισος» του Τζουσέπε Τορνατόρε.
Σε ένα αφιέρωμα για τους κινηματογράφους του Κιλκίς στο περιοδικό ΠΡΙΣΜΑ το Σεπτέμβρη του 1997 ο Γιάννης Τσιτσίμης έγραψε σχετικά: «Όταν άνοιξε το σινεμά ο Μιλτιάδης πρέπει να ήταν 35 με 40 χρονών. Το 1931 ο κινηματογράφος, από άγνωστη αιτία, κάηκε. Πολλοί από τους σημερινούς και λίγο μεγάλους σε ηλικία φίλους θα το θυμούνται το οικόπεδο με το ερείπιο όπου έπαιζαν μικροί. Με την αποζημίωση ο Θεοδοσιάδης έφυγε οριστικά από το Κιλκίς, αφήνοντας στις στάχτες τις σκιές εκείνης της αξιοπρεπούς κοινωνίας που τολμούσε να μπει στη σκοτεινή αίθουσα χωρίς να φοβάται. Παράλληλα άφησε και το πεδίο ανοικτό για έναν καινούργιο αιθουσάρχη που έφτανε στην πόλη ένα χρόνο μετά…»
Τα όσα ακολούθησαν στην επόμενη ανάρτηση. Μέχρι τότε … υπομονή με τον «Κλέωνα
Πριν από 14 χρόνια, το έτος 2009, ο τότε αντιδήμαρχος Πολιτισμού Χρήστος Σπίγκος εγκαινίασε το δημοτικό θερινό κινηματογράφο της πόλης μας, πιστεύοντας κι αυτός αλλά και όσοι βοήθησαν σ’ αυτό το υπέροχο εγχείρημα ότι «εκείνο που μένει τελικά είναι κάτι νύχτες με φεγγάρι μες τα θερινά τα σινεμά», όπως τραγουδούσε νοσταλγικά ο Λουκιανός Κηλαηδόνης.
Πράγματι, κάτι το μαγευτικό είχε αυτός ο μικρής χωρητικότητας κινηματογράφος κάτω απ’ τ’ άστρα για τους κατοίκους της πόλης μας, που τα καλοκαίρια σιγόβραζε όλη μέρα από την, πολλές φορές αφόρητη, ζέστη.
Έτσι, σινεφίλ και μη ανηφορίζαμε στο λόφο του Αη Γιώργη πολύ πιο νωρίς από την προγραμματισμένη ώρα προβολής ώστε να βρούμε κενή «καρέκλα του σκηνοθέτη» για να καθίσουμε, γιατί συνήθως ένα μισάωρο πριν η μεγάλη οθόνη αρχίσει να γεμίζει με εικόνες και υπότιτλους γινόταν το αδιαχώρητο.
Δεν ήταν μόνο το καλοκαιρινό αεράκι εκεί ψηλά στο θέατρο του λόφου και η θέα της πόλης με τα φώτα της που άρχιζαν ν’ ανάβουν μόλις έπεφτε το σκοτάδι αλλά και η αίσθηση του αυθεντικού θερινού σινεμά με την ευωδιά του γιασεμιού ν’ ανακατεύεται με τη μυρωδιά του ψημένου ποπ-κορν, που είναι εκ των ων ουκ άνευ για μια κινηματογραφική προβολή.
Και πιο πολύ απ’ όλα ήταν η πανάκριβη αναλογική μηχανή προβολής με την εικόνα και τον ήχο τυπωμένα πάνω στο φιλμ που χειριζόταν ο παλιός ιδιοκτήτης του κινηματογράφου «Αβέρωφ» Ιπποκράτης Παπαβραμίδης ο οποίος από το 1956, σε ηλικία 16 ετών, ήταν μηχανικός προβολής.
Αυτό, όμως, που με συγκινούσε πιο πολύ ήταν η ονομασία του κινηματογράφου, που απέδιδε φόρο τιμής σ’ έναν άνθρωπο που συνέδεσε το όνομα του με την κινηματογραφοφιλία στην πόλη μας, τον Δημήτρη Ζωηρό, που φέτος συμπληρώθηκαν 20 χρόνια από τον πρόωρο χαμό του.
Μιας και οι προβολές στο δημοτικό θερινό κινηματογράφο της πόλης μας και στο στέκι πολιτισμού της ΤΕΧΝΗΣ στο Μεταλλικό έχουν ήδη ξεκινήσει ευκαιρία να κάνω μια σύντομη ιστορική αναδρομή στους θερινούς κινηματογράφους του Κιλκίς.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1920 οι αδελφοί Θεοδοσιάδη, Χαράλαμπος και Μιλτιάδης, επηρεασμένοι ίσως από την κινηματογραφική άνθιση της Θεσσαλονίκης δημιούργησαν τον πρώτο κινηματογράφο του Κιλκίς. Δεν είναι γνωστή η ακριβής χρονολογία ίδρυσης του, αλλά σε δημοσίευμα της 6-11-1925 στα ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΑ ΝΕΑ για εκδήλωση του συλλόγου «Αναγέννησις» αναγράφεται ότι «η ευρεία αίθουσα του κινηματοθεάτρου αδελφών Θεοδοσιάδου είχε πληρωθή ασφυκτικώς με κόσμον επιστημόνων διανοουμένων αποτελούντων την αφρόκρεμαν της κοινωνίας μας».
Ο κινηματογράφος που έφερε το όνομα «Ολύμπια» βρισκόταν στην οδό αγίου Γεωργίου και Πόντου εκεί που βρίσκεται το 2ο νηπιαγωγείο και στεγαζόταν σε κτίσμα με ορθογωνική κάτοψη και διαστάσεις 19 Χ 10, όπως φαίνεται στα διαγράμματα της Πρόνοιας του 1930. Δυστυχώς δε βρέθηκε φωτογραφικό υλικό που θα μπορούσε να τεκμηριώσει μια αξιόπιστη περιγραφή του κτιρίου.
Οι μόνες πληροφορίες προέρχονται από συγγενείς των πρώτων αυτών αιθουσαρχών. Σύμφωνα με αυτές η είσοδος του κτιρίου ήταν εντυπωσιακή. Στην πλατεία ήταν τοποθετημένες ψάθινες καρέκλες, ενώ μεγάλες βελούδινες κουρτίνες κάλυπταν το χώρο μπροστά από την οθόνη.
Η διαμόρφωση της αίθουσας και η επίσημη ενδυματολογική περιβολή του αιθουσάρχη υπαγορεύονταν από την καθιέρωση του κινηματογράφου αυτήν την εποχή ως μέσου που προσέλκυε περισσότερο το ενδιαφέρον της μεσαίας και της ανώτερης κοινωνικής τάξης και λιγότερο των λαϊκών στρωμάτων.
Στην αυλή του οικοπέδου λειτουργούσε θερινός κινηματογράφος με τα καθίσματα απλωμένα κατά μήκος της οδού αγίου Γεωργίου και την καμπίνα προβολής κοντά στη θέση που βρίσκεται το κτήριο της Επιθεώρησης Α’βάθμιας Εκπαίδευσης. Οι ταινίες προβάλλονταν χωρίς ήχο, αφού ήταν η εποχή του βωβού κινηματογράφου, αλλά υπήρχε μουσική υπόκρουση από δίσκους γραμμοφώνου.
Στο όριο του υπαίθριου χώρου προβολής τοποθετούνταν παραπετάσματα για να αποθαρρύνουν τους περαστικούς να παρακολουθήσουν λαθραία τις ταινίες που προβάλλονταν.
Ο κινηματογράφος είχε άδοξο τέλος, αφού καταστράφηκε από πυρκαγιά το 1931, πράγμα συνηθισμένο εκείνη την εποχή εξαιτίας των πυρακτωμένων κάρβουνων της μηχανής προβολής, όπως περιγράφεται και στην ταινία «Σινεμά ο Παράδεισος» του Τζουσέπε Τορνατόρε.
Σε ένα αφιέρωμα για τους κινηματογράφους του Κιλκίς στο περιοδικό ΠΡΙΣΜΑ το Σεπτέμβρη του 1997 ο Γιάννης Τσιτσίμης έγραψε σχετικά: «Όταν άνοιξε το σινεμά ο Μιλτιάδης πρέπει να ήταν 35 με 40 χρονών. Το 1931 ο κινηματογράφος, από άγνωστη αιτία, κάηκε. Πολλοί από τους σημερινούς και λίγο μεγάλους σε ηλικία φίλους θα το θυμούνται το οικόπεδο με το ερείπιο όπου έπαιζαν μικροί. Με την αποζημίωση ο Θεοδοσιάδης έφυγε οριστικά από το Κιλκίς, αφήνοντας στις στάχτες τις σκιές εκείνης της αξιοπρεπούς κοινωνίας που τολμούσε να μπει στη σκοτεινή αίθουσα χωρίς να φοβάται. Παράλληλα άφησε και το πεδίο ανοικτό για έναν καινούργιο αιθουσάρχη που έφτανε στην πόλη ένα χρόνο μετά…»
Τα όσα ακολούθησαν στην επόμενη ανάρτηση. Μέχρι τότε … υπομονή με τον «Κλέωνα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η Γνώμη Κιλκίς- Παιονίας διευκρινίζει στους αναγνώστες της ότι θεωρεί αυτονόητο το δικαίωμα του σχολιασμού και της κριτικής έκφρασης, όταν αυτό φυσικά δεν στοχεύει στην απαξίωση, στην ύβρη και στην προσβολή ατόμων και θεσμών.
Το αναγνωστικό κοινό θα πρέπει να γνωρίζει ότι η Γνώμη, επιδιώκοντας μια υγιή και αμφίδρομη επικοινωνία, δεν δημοσιεύει ανυπόγραφα σχόλια, αλλά ούτε και σχόλια ρατσιστικού, προσβλητικού και υβριστικού περιεχομένου.
Τα ενυπόγραφα άρθρα τέλος, εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας.