Αϊνατσίδης Παύλος του Κυριάκου και της Σοφίας, Ετεροθαλής Αδελφός μου.
Για μένα, όμως, το Ετεροθαλής δεν ισχύει.
Μας γέννησε και μας βύζαξε η ίδια Μάννα, η Σοφία!
Ο Παύλος ήταν και εξακολουθεί να Είναι, ο ΟμογάλακτοςΑδελφός μου, που εγώ τον νοιώθω και Ομοαίματο. Όπως και για τους άλλουςΕτεροθαλείς Αδελφούς και Αδελφές μου, που δεν είναι και λίγοι, για μένα δεν ισχύει ο όρος Ετεροθαλής.
Και θα εξηγήσω, γιατί νοιώθω έτσι.
Μέσα στο Ιστορικό και Λαογραφικό Μουσείο, που ιδρύσαμε στο χωριό μου, στη Μεταμόρφωση νομού Κιλκίς, έχω αναρτημένη μια οικογενειακή μας φωτογραφία του 1954, που δείχνει τα, μετά τον Εμφύλιο Πόλεμο, μέλη της οικογένειας.
Το Νοέμβριο του 1999, ενώ απασχολιόμουν, εκεί στο τυπογραφείο, με την έκδοση του ημερολογίου του Πολιτιστικού μας Συλλόγου, για το έτος 2000, δείχνω στον τυπογράφο την οικογενειακή μας φωτογραφία, με τα σχετικά σχόλια και του λέω:
"Θέλω,αυτή τη φωτογραφία, να τη διαμορφώσουμε έτσι, ώστε να την παρουσιάσω σαν δείγμα στα μέλη του Συλλόγου, με την προοπτική να κάνουμε κάτι ανάλογο, για όλες τις οικογένειες του χωριού, με απώτερο σκοπό βέβαια, την έκδοση ενός Λευκώματος". Είναι κρίμα που η ιδέα εκείνη, του Λευκώματος δεν προχώρησε. Αν εκδίδαμε το Λεύκωμα, πάνω σ’ εκείνη την ιδέα, θα φαινότανε παραστατικά το μέγεθος του διαμελισμού που υπέστη, στη διάρκεια της Κατοχής, της Εθνικής Αντίστασης και του Εμφύλιου Πολέμου, ο μεγαλύτερος αριθμός των οικογενειών της Μεταμόρφωσης. Υπάρχουν οικογένειες που αφανίστηκαν τελείως, πάρα πολλές που διαμελίστηκαν, άλλες πολλές που μάτωσαν και πολλές άλλες που και μάτωσαν και διαμελίστηκαν.
Μία λοιπόν, απ’ αυτές τις οικογένειες, της τελευταίας κατηγορίας, που και μάτωσε και διαμελίστηκε, είναι και η δική μας οικογένεια.
Η επισυναπτόμενη φωτογραφία με τα σχετικά σχόλια, αυτό ακριβώς δείχνει, το μάτωμα και τον διαμελισμό της οικογένειας.
Σε μένα, στο Βενιαμίν της οικογένειας, όλο αυτό το μάτωμα, ο αναγκαστικός και κατακερματισμένος ξενιτεμός των εν ζωή μελών της οικογένειάς μας, πέρασε βαθειά μέσα μου, από τα παιδικά μου ακόμη χρόνια, εμποτίζοντας όλο μου το Είναι.
Από τότε που έβλεπα τη Μάνα μου, στις αρχές της δεκαετίας του 1950, να μοιρολογάει και να κλαίει, για νεκρούς, μαζί και για ξενιτεμένους ζωντανούς, βασάνιζα το μυαλό μου, για να βρω το γιατί;
Εγώ στην αρχή δεν καταλάβαινα το λόγο του οδυρμού της Μάνας μου. Κάποιες φορές, βλέποντάς την έτσι χωρίς εμφανή λόγο και αιτία, να έχει λυθεί, σε ένα βουβό κλάμα στην αρχή και κατοπινά μ’ ένα πικρό παράπονο, πού’ νοιωθες πως έβγαινε μέσα απ’ τα βάθη της ματωμένης της ψυχής, άρχιζε κείνο το μακρόόόσυρτο, λυπητερό τραγούδι της, που σ’ έσχιζε τα σωθικά, τότε παρασυρμένος από την οδύνη της, έκλαιγα κι εγώ μαζί της.
Η Μάνα μου, σαν μ’ έβλεπε να κλαίω κι εγώ, μ’ έσφιγγε στην αγκαλιά της, λέγοντάς μου: άς εμέν ας κλαίω πούλι μ, εσύ γιατί κλαίς; Εσύ μη κλαίς πούλι μ!
Με το πέρασμα των χρόνων και με τις αφηγήσεις που άκουγα, άρχισα σιγά-σιγά να καταλαβαίνω τι περίπου είχε συμβεί, και γιατί εκείνος ο σπαραγμός της Μάνας μου, που σ’ έφερνε δάκρυα στα μάτια και πόνο στην καρδιά.
Εκείνα τα χρόνια οι άνθρωποι, ιδιαίτερα της επαρχίας και ακόμα πιο πολύ, του προσφυγικού κόσμου, επικοινωνούσαν μεταξύ τους. Κουβέντιαζαν και διηγούνταν ιστορίες. Ιστορίες για τις Αλησμόνητες Πατρίδες βέβαια, αλλά και για τα πρόσφατα γεγονότα που μάτωσαν τον τόπο μας.
Με το πέρασμα των χρόνων και με τις αφηγήσεις που άκουγα, άρχισα σιγά-σιγά να καταλαβαίνω τι περίπου είχε συμβεί, και γιατί εκείνος ο σπαραγμός της Μάνας μου, που σ’ έφερνε δάκρυα στα μάτια και πόνο στην καρδιά.
Εκείνα τα χρόνια οι άνθρωποι, ιδιαίτερα της επαρχίας και ακόμα πιο πολύ, του προσφυγικού κόσμου, επικοινωνούσαν μεταξύ τους. Κουβέντιαζαν και διηγούνταν ιστορίες. Ιστορίες για τις Αλησμόνητες Πατρίδες βέβαια, αλλά και για τα πρόσφατα γεγονότα που μάτωσαν τον τόπο μας.
Οι γονείς μου, πολύ συχνά μιλούσαν για τ’ αδέλφια μου και για τα άλλα παλικάρια του χωριού. Μιλούσαν συχνά και για τα αναπάντεχα εκείνα γεγονότα, που το καλοκαίρι του 1947, συντάραξαν την ειρηνική και ήρεμη αγροτική ζωή του χωριού .
Εκείνο το καλοκαίρι, όλοι οι κάτοικοι αναστατώθηκαν. Ξαφνιάστηκαν μέχρι πανικού, όταν τους ανακοίνωσαν τη στρατιωτική εντολή, για αναγκαστική εκκένωση του χωριού. Οι νέοι του χωριού, αγόρια και κορίτσια, επαναστατημένοι τότε στη συντριπτική τους πλειοψηφία, ξεσηκώθηκαν και τραγουδώντας σαν σε πανηγύρι, κατευθύνθηκαν προς το κοντινό Κράνκορωνέ και από εκεί στο Μπέλες, για να ενωθούν με τους αντάρτες του ΔΣΕ.
Εκείνο το καλοκαίρι, όλοι οι κάτοικοι αναστατώθηκαν. Ξαφνιάστηκαν μέχρι πανικού, όταν τους ανακοίνωσαν τη στρατιωτική εντολή, για αναγκαστική εκκένωση του χωριού. Οι νέοι του χωριού, αγόρια και κορίτσια, επαναστατημένοι τότε στη συντριπτική τους πλειοψηφία, ξεσηκώθηκαν και τραγουδώντας σαν σε πανηγύρι, κατευθύνθηκαν προς το κοντινό Κράνκορωνέ και από εκεί στο Μπέλες, για να ενωθούν με τους αντάρτες του ΔΣΕ.
Εμείς, τα γυναικόπαιδα και οι ηλικιωμένοι, φορτώσαμε ότι ο καθένας μας μπορούσε στα κάρα μας και ξεκινήσαμε, να πάμε οι πιο πολλοί, προς τα χωριά που βρίσκονταν κοντά στην πόλη του Κιλκίς, όπου είχαμε συγγενείς, γνωστούς, ή φίλους. Η οικογένειά μας κατέληξε στη Μεγάλη Βρύση.
Στο χωριό επιστρέψαμε, μετά το τέλος του εμφύλιου, το καλοκαίρι του 1949.
Εγώ με το παιδικό μου το μυαλό και την καλπάζουσα φαντασία, τις διηγήσεις αυτές για τα συνταρακτικά εκείνα γεγονότα και για τα "Επαναστατημένα" αδέλφια μου, που, μαζί με τους άλλους αντάρτες, πολεμούσαν το άδικο, τις συνέδεσα με την ιστορία της Επανάστασης του 1821 και με τους Ήρωες και τις Ηρωίδες εκείνης της Επαναστατικής Εποποιίας.
Για μένα όλα τ’ αδέλφια μου και οι αδελφές μου, που εντάχθηκαν στο ΔΣΕ, ήτανε....Ήρωες! Ένοιωθα και νοιώθω υπερήφανος γι’ Αυτούς.
Ιδιαίτερα τη Σοφία, την αδελφή μου από την πρώτη γυναίκα του Πατέρα μου και τον Γιάννη, τον αδελφό μου από τον πρώτο άνδρα της Μάνας μου, που και οι δυο τους, άφησαν την τελευταία τους πνοή, σε κάποια από της κορυφές του Γράμμου, τους είχα τοποθετήσει στο.Πάνθεο των Αθανάτων, μαζί με Κείνους του 1821.
Όταν τ’ αδέλφια μου, το 1947, εντάχθηκαν στο ΔΣΕ, εγώ ήμουν μόλις δύο χρονών, δεν πρόλαβα κανέναν τους να γνωρίσω. Για όλους αυτούς, ένοιωθα και νοιώθω, το ίδιο, "Ομογάλακτος" και "Ομοαίματος", είναι όλοι τους Αδέλφια μου, χωρίς κανέναν επιθετικό προσδιορισμό.
Με κείνα τ’ αδέλφια μου, λοιπόν, που μετά την ήττα του ΔΣΕ τον Αύγουστο του 1949, βρέθηκαν στην πολύχρονη Πολιτική Προσφυγιά, είχαμε συχνή αλληλογραφία και έτσι η πρώτη γνωριμία που έκανα μαζί τους, ήτανε με τα γράμματα και με τις φωτογραφίες. Τον πρώτο καιρό, βέβαια, μέχρι που πήραμε τα πρώτα γράμματά τους, δεν γνωρίζαμε, πού βρίσκονται. Δεν ξέραμε, αν ζουν ή όχι.
Τα χρόνια που ακολούθησαν, μετά τον εμφύλιο, ήταν χρόνια δύσκολα και σκληρά. Σκληρά σαν την πέτρα! Ο κόσμος εξακολουθούσε να είναι διχασμένος. Η πολιτεία αδίκησε και ταλαιπώρησε, ένα πολύ σημαντικό κομμάτι του Ελληνικού λαού (στρατοδικεία,εκτελέσεις, φυλακές, εξορίες, πιστοποιητικά κοινωνικών φρονημάτων, ατομικά δελτία και ειδικές άδειες κυκλοφορίας στις παραμεθόριες περιοχές κ.α.).
Και βέβαια, αδίκησε κατάφωρα και πολλαπλώς, τους ηττημένους μαχητές του ΔΣΕ. Τους αποκάλεσε "Συμμορίτες" και θεωρώντας τους, εχθρούς της Πατρίδας, τους καταδίκασε στην μακρόχρονη πολιτική προσφυγιά, αρνούμενη τη χορήγηση γενικής αμνηστίας. Σε πάρα πολλούς αφαίρεσε και την ιθαγένειά τους.
Στο σημείο αυτό, μία πολύ σύντομη αναφορά, τηλεγραφική θα’ λεγα, θεωρώ ότι είναι αναγκαίο να κάνω, για κείνο το πραγματικά αξέχαστο ταξίδι μου, το 1976, στην Τσεχοσλοβακία και Πολωνία, με μοναδικό σκοπό να γνωρίσω, επί τέλους από κοντά, τ’ αδέλφια μου και να κουβεντιάσω μαζί τους. Και βέβαια να γνωριστώ και με όλους τους άλλους συγγενείς και συγχωριανούς μας. Για το ταξίδι μου εκείνο βέβαια, θα μπορούσε και ίσως θα άξιζε, να γραφτεί ένα πολυσέλιδο βιβλίο.
Εγώ σ’ αυτό το σχετικά σύντομο γραπτό μου, για να φανεί όπως εγώ πιστεύω, το μέγεθος της αδικίας που έγινε από την Πολιτεία, σ’ κείνους, που Πιεσμένοι από τα, μετά τη "Συμφωνία της Βάρκιζας" γεγονότα, εξαναγκάστηκαν να ξαναπάρουν τα όπλα τους, για να τα στρέψουν ενάντια στην κοινωνική αδικία και Όχι ενάντια στην Πατρίδα θα αναφέρω μόνο τούτο:
Ο Μιχάλης, ο γιος του Παύλου, τότε ήτανε Φοιτητής του πολυτεχνείου. Όταν μπήκα μέσα στο δωμάτιό του, ξαφνιάστηκα τόσο πολύ, που για αρκετή ώρα έμεινα, έτσι έκπληκτος, να κοιτάζω τον απέναντι τοίχο.
Τον απέναντι τοίχο, πάνω από το κρεβάτι του, που. ολόκληρος, σ’ όλο το μήκος και φάρδος του, ήταν καλυμμένος με μια ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΣΗΜΑΙΑ!
Ήτανε τυχαίο τάχα;
Θα μπορούσε άραγε, ο πατέρας του Μιχάλη, ο Αγωνιστής Πατέρας του κάθε Μιχάλη, θα μπορούσε νά’ τανε ποτέ εχθρός της Πατρίδας;
Για όλους τους παραπάνω λόγους, δεν θα μπορούσα, να μην απευθύνω στον Παύλο, τον πιο κάτω, ύστατο χαιρετισμό, απόσπασμα του οποίου παραθέτω :
Αδελφέ μου Παύλε!
Εκείνης της χρονιάς το καλοκαίρι,
τότε που τα σπαρτά βάλανε τα χρυσαφιά τους,
εσένα, αμούστακο παλικαράκι ακόμα,
με το φεγγάρι στα μαλλιά και στην καρδιά τον ήλιο,
η Χαρμοσύνη σε καλούσε..... και η Ανεμελιά!
Μα εσύ, σαν είδες τ’ άδικο, αίφνης... Ανδρώθηκες και Θέριεψες!
Το θυμωμένο χέρι σου, το καριοφίλι αδράχνει
και όπως Εκείνοι,... του Εικοσιένα,.... Λευτερωτής θε να γενείς!
Αδελφέ μου Παύλε, εσύ και οι συναγωνιστές σου, παλέψατε με πίστη και αυτοθυσία, για κοινωνική απελευθέρωση και Δικαιοσύνη. Θέλατε να γίνετε "Λευτερωτές", όπως Εκείνοι τότε! Και...... Γίνατε!
Οι αγώνες σας εκείνοι, δώσανε ελπίδες για κοινωνική αλλαγή, σε εκατομμύρια καταπιεσμένων ανθρώπων. Εκείνοι οι Καταπιεσμένοι, οι Μοιραίοι και Άβουλοι, νιώσανε πως,... Μπορούν!........ Λευτερώθηκαν!
Οι αγώνες σας, Παύλε, ήταν για μένα, για τη γενιά μου, για όλες τις μεταπολεμικές γενιές και θα είναι ες αεί, ......... Φάρος και Οδηγητής.
Παλέψατε με το Χάροντα, σε Μαρμαρένια Αλώνια, σεις οι Ζωντανοί, μαζί με τους Αποθαμένους,...... με Πείσμα και Αντρειοσύνη!
Και ξέρε τούτο αδελφέ μου, εσείς οι Αντρειωμένοι, που η μοίρα, σας έλαχε, να ζήσετε και να δημιουργήσετε τέτοιου μεγέθους γεγονότα, και που η Ιστορία Ευλαβικά κλείνει το γόνυ προς σας,.... Δεν Πεθαίνετε Ποτές! Θα ζείτε παντοτινά, μέσα στις καρδιές εκατομμυρίων ανθρώπων, που οι αγώνες σας, τους ενέπνευσαν ελπίδες και όνειρα, για μια καλύτερη ζωή.
Και το Καλύτερο,...σχεδόν πάντοτε, ξεκινάει...με ένα Όνειρο,... με μια Ελπίδα!
Εκεί που είστε, Όπου κι αν είστε, κρατάτε δυνατά, μέσα στα Ρωμαλέα Χέρια σας....... της Καμπάνας το Σχοινί! ...........Το Δικαιούστε!
Η Πατρίδα, σας Αδίκησε, οι Αγώνες σας όμως, δεν πήγανε χαμένοι, μας ενέπνευσαν Οράματα και Ελπίδες για μια Δικαιότερη Κοινωνία.
Για μια τέτοια Κοινωνία θα εξακολουθούμε να παλεύουμε, "τοις Κείνων ρήμασι πειθόμενοι"! και "Κείνοι" είστε Σεις, που μας δείξατε το Δρόμο!
Αδελφέ μου, ένα μεγάλο ευχαριστώ, θέλω να πω, σε σένα και σε όλους τους Συναγωνιστές σου, για τις Ελπίδες που μας χαρίσατε!
Γεια σου Παύλε...Καλό σου Ταξίδι ... και ... καλή Αντάμωση!
Το κείμενο αυτό δημοσιεύτηκε στην τοπική εφημερίδα του Κιλκίς ΠΡΩΙΝΗ την 15/12/2018 και αναδημοσιεύτηκε στο περιοδικό της ΠΕΑΕΑ ΕΘΝΙΚΗ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ τεύχος 182 (Απρίλιος-Μαϊος-Ιούνιος) 2019.
Στο χωριό επιστρέψαμε, μετά το τέλος του εμφύλιου, το καλοκαίρι του 1949.
Εγώ με το παιδικό μου το μυαλό και την καλπάζουσα φαντασία, τις διηγήσεις αυτές για τα συνταρακτικά εκείνα γεγονότα και για τα "Επαναστατημένα" αδέλφια μου, που, μαζί με τους άλλους αντάρτες, πολεμούσαν το άδικο, τις συνέδεσα με την ιστορία της Επανάστασης του 1821 και με τους Ήρωες και τις Ηρωίδες εκείνης της Επαναστατικής Εποποιίας.
Για μένα όλα τ’ αδέλφια μου και οι αδελφές μου, που εντάχθηκαν στο ΔΣΕ, ήτανε....Ήρωες! Ένοιωθα και νοιώθω υπερήφανος γι’ Αυτούς.
Ιδιαίτερα τη Σοφία, την αδελφή μου από την πρώτη γυναίκα του Πατέρα μου και τον Γιάννη, τον αδελφό μου από τον πρώτο άνδρα της Μάνας μου, που και οι δυο τους, άφησαν την τελευταία τους πνοή, σε κάποια από της κορυφές του Γράμμου, τους είχα τοποθετήσει στο.Πάνθεο των Αθανάτων, μαζί με Κείνους του 1821.
Όταν τ’ αδέλφια μου, το 1947, εντάχθηκαν στο ΔΣΕ, εγώ ήμουν μόλις δύο χρονών, δεν πρόλαβα κανέναν τους να γνωρίσω. Για όλους αυτούς, ένοιωθα και νοιώθω, το ίδιο, "Ομογάλακτος" και "Ομοαίματος", είναι όλοι τους Αδέλφια μου, χωρίς κανέναν επιθετικό προσδιορισμό.
Με κείνα τ’ αδέλφια μου, λοιπόν, που μετά την ήττα του ΔΣΕ τον Αύγουστο του 1949, βρέθηκαν στην πολύχρονη Πολιτική Προσφυγιά, είχαμε συχνή αλληλογραφία και έτσι η πρώτη γνωριμία που έκανα μαζί τους, ήτανε με τα γράμματα και με τις φωτογραφίες. Τον πρώτο καιρό, βέβαια, μέχρι που πήραμε τα πρώτα γράμματά τους, δεν γνωρίζαμε, πού βρίσκονται. Δεν ξέραμε, αν ζουν ή όχι.
Τα χρόνια που ακολούθησαν, μετά τον εμφύλιο, ήταν χρόνια δύσκολα και σκληρά. Σκληρά σαν την πέτρα! Ο κόσμος εξακολουθούσε να είναι διχασμένος. Η πολιτεία αδίκησε και ταλαιπώρησε, ένα πολύ σημαντικό κομμάτι του Ελληνικού λαού (στρατοδικεία,εκτελέσεις, φυλακές, εξορίες, πιστοποιητικά κοινωνικών φρονημάτων, ατομικά δελτία και ειδικές άδειες κυκλοφορίας στις παραμεθόριες περιοχές κ.α.).
Και βέβαια, αδίκησε κατάφωρα και πολλαπλώς, τους ηττημένους μαχητές του ΔΣΕ. Τους αποκάλεσε "Συμμορίτες" και θεωρώντας τους, εχθρούς της Πατρίδας, τους καταδίκασε στην μακρόχρονη πολιτική προσφυγιά, αρνούμενη τη χορήγηση γενικής αμνηστίας. Σε πάρα πολλούς αφαίρεσε και την ιθαγένειά τους.
Στο σημείο αυτό, μία πολύ σύντομη αναφορά, τηλεγραφική θα’ λεγα, θεωρώ ότι είναι αναγκαίο να κάνω, για κείνο το πραγματικά αξέχαστο ταξίδι μου, το 1976, στην Τσεχοσλοβακία και Πολωνία, με μοναδικό σκοπό να γνωρίσω, επί τέλους από κοντά, τ’ αδέλφια μου και να κουβεντιάσω μαζί τους. Και βέβαια να γνωριστώ και με όλους τους άλλους συγγενείς και συγχωριανούς μας. Για το ταξίδι μου εκείνο βέβαια, θα μπορούσε και ίσως θα άξιζε, να γραφτεί ένα πολυσέλιδο βιβλίο.
Εγώ σ’ αυτό το σχετικά σύντομο γραπτό μου, για να φανεί όπως εγώ πιστεύω, το μέγεθος της αδικίας που έγινε από την Πολιτεία, σ’ κείνους, που Πιεσμένοι από τα, μετά τη "Συμφωνία της Βάρκιζας" γεγονότα, εξαναγκάστηκαν να ξαναπάρουν τα όπλα τους, για να τα στρέψουν ενάντια στην κοινωνική αδικία και Όχι ενάντια στην Πατρίδα θα αναφέρω μόνο τούτο:
Ο Μιχάλης, ο γιος του Παύλου, τότε ήτανε Φοιτητής του πολυτεχνείου. Όταν μπήκα μέσα στο δωμάτιό του, ξαφνιάστηκα τόσο πολύ, που για αρκετή ώρα έμεινα, έτσι έκπληκτος, να κοιτάζω τον απέναντι τοίχο.
Τον απέναντι τοίχο, πάνω από το κρεβάτι του, που. ολόκληρος, σ’ όλο το μήκος και φάρδος του, ήταν καλυμμένος με μια ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΣΗΜΑΙΑ!
Ήτανε τυχαίο τάχα;
Θα μπορούσε άραγε, ο πατέρας του Μιχάλη, ο Αγωνιστής Πατέρας του κάθε Μιχάλη, θα μπορούσε νά’ τανε ποτέ εχθρός της Πατρίδας;
Για όλους τους παραπάνω λόγους, δεν θα μπορούσα, να μην απευθύνω στον Παύλο, τον πιο κάτω, ύστατο χαιρετισμό, απόσπασμα του οποίου παραθέτω :
Αδελφέ μου Παύλε!
Εκείνης της χρονιάς το καλοκαίρι,
τότε που τα σπαρτά βάλανε τα χρυσαφιά τους,
εσένα, αμούστακο παλικαράκι ακόμα,
με το φεγγάρι στα μαλλιά και στην καρδιά τον ήλιο,
η Χαρμοσύνη σε καλούσε..... και η Ανεμελιά!
Μα εσύ, σαν είδες τ’ άδικο, αίφνης... Ανδρώθηκες και Θέριεψες!
Το θυμωμένο χέρι σου, το καριοφίλι αδράχνει
και όπως Εκείνοι,... του Εικοσιένα,.... Λευτερωτής θε να γενείς!
Αδελφέ μου Παύλε, εσύ και οι συναγωνιστές σου, παλέψατε με πίστη και αυτοθυσία, για κοινωνική απελευθέρωση και Δικαιοσύνη. Θέλατε να γίνετε "Λευτερωτές", όπως Εκείνοι τότε! Και...... Γίνατε!
Οι αγώνες σας εκείνοι, δώσανε ελπίδες για κοινωνική αλλαγή, σε εκατομμύρια καταπιεσμένων ανθρώπων. Εκείνοι οι Καταπιεσμένοι, οι Μοιραίοι και Άβουλοι, νιώσανε πως,... Μπορούν!........ Λευτερώθηκαν!
Οι αγώνες σας, Παύλε, ήταν για μένα, για τη γενιά μου, για όλες τις μεταπολεμικές γενιές και θα είναι ες αεί, ......... Φάρος και Οδηγητής.
Παλέψατε με το Χάροντα, σε Μαρμαρένια Αλώνια, σεις οι Ζωντανοί, μαζί με τους Αποθαμένους,...... με Πείσμα και Αντρειοσύνη!
Και ξέρε τούτο αδελφέ μου, εσείς οι Αντρειωμένοι, που η μοίρα, σας έλαχε, να ζήσετε και να δημιουργήσετε τέτοιου μεγέθους γεγονότα, και που η Ιστορία Ευλαβικά κλείνει το γόνυ προς σας,.... Δεν Πεθαίνετε Ποτές! Θα ζείτε παντοτινά, μέσα στις καρδιές εκατομμυρίων ανθρώπων, που οι αγώνες σας, τους ενέπνευσαν ελπίδες και όνειρα, για μια καλύτερη ζωή.
Και το Καλύτερο,...σχεδόν πάντοτε, ξεκινάει...με ένα Όνειρο,... με μια Ελπίδα!
Εκεί που είστε, Όπου κι αν είστε, κρατάτε δυνατά, μέσα στα Ρωμαλέα Χέρια σας....... της Καμπάνας το Σχοινί! ...........Το Δικαιούστε!
Η Πατρίδα, σας Αδίκησε, οι Αγώνες σας όμως, δεν πήγανε χαμένοι, μας ενέπνευσαν Οράματα και Ελπίδες για μια Δικαιότερη Κοινωνία.
Για μια τέτοια Κοινωνία θα εξακολουθούμε να παλεύουμε, "τοις Κείνων ρήμασι πειθόμενοι"! και "Κείνοι" είστε Σεις, που μας δείξατε το Δρόμο!
Αδελφέ μου, ένα μεγάλο ευχαριστώ, θέλω να πω, σε σένα και σε όλους τους Συναγωνιστές σου, για τις Ελπίδες που μας χαρίσατε!
Γεια σου Παύλε...Καλό σου Ταξίδι ... και ... καλή Αντάμωση!
Το κείμενο αυτό δημοσιεύτηκε στην τοπική εφημερίδα του Κιλκίς ΠΡΩΙΝΗ την 15/12/2018 και αναδημοσιεύτηκε στο περιοδικό της ΠΕΑΕΑ ΕΘΝΙΚΗ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ τεύχος 182 (Απρίλιος-Μαϊος-Ιούνιος) 2019.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η Γνώμη Κιλκίς- Παιονίας διευκρινίζει στους αναγνώστες της ότι θεωρεί αυτονόητο το δικαίωμα του σχολιασμού και της κριτικής έκφρασης, όταν αυτό φυσικά δεν στοχεύει στην απαξίωση, στην ύβρη και στην προσβολή ατόμων και θεσμών.
Το αναγνωστικό κοινό θα πρέπει να γνωρίζει ότι η Γνώμη, επιδιώκοντας μια υγιή και αμφίδρομη επικοινωνία, δεν δημοσιεύει ανυπόγραφα σχόλια, αλλά ούτε και σχόλια ρατσιστικού, προσβλητικού και υβριστικού περιεχομένου.
Τα ενυπόγραφα άρθρα τέλος, εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας.