Act Business Center

Act Business Center

Σάββατο 3 Σεπτεμβρίου 2022

Περί γυναικείων εσωρούχων - Μέρος ΙΙ


Του Θανάση Βαφειάδη
Η λέξη «βράκος» δε συνηθιζόταν στην αρχαία Ελλάδα, αφού ήταν ένδυμα που φορούσαν οι Σκύθες, οι Γερμανοί και οι Γαλάτες και ήταν γαλατικής προέλευσης, όπως μας πληροφορεί ο Διόδωρος Σικελιώτης που έγραφε: «… και αναξυρίδας, ας εκείνοι (οι Γαλάτες) βράκας προσαγορεύουσιν». Βρίσκουμε, βέβαια, ότι την ονομασία «βράκος» χρησιμοποίησε η Σαπφώ κοροϊδεύοντας την αντίζηλό της Ανδρομέδα: «Τις δ’ αγροιώτης τις θέλγει νόον, ουκ επισταμένα τα βράκε’ έλκειν επί των σφύρων;». (Ποια αγρότισσα, ποιά σου πήρε τα μυαλά, που δεν ξέρει από τα πόδια της να σηκώσει τα βρακιά της;)

Το βρακί με τη σημερινή του έννοια στην αρχαιότητα ονομαζόταν «περίζωμα», ήταν το στοιχειωδέστερο μέρος της ενδυμασίας και αποτελούνταν από τεμάχιο υφάσματος που κάλυπτε τα γεννητικά όργανα. 

Το φορούσαν παιδιά κάτω από το κυρίως ένδυμα, ηθοποιοί και ακροβάτες στη σκηνή, λουόμενοι, αθλητές, σιδηρουργοί και μάγειροι αλλά δεν υπάρχουν αναφορές για τη χρήση του από τις γυναίκες. 

Περίζωμα («το υπό τα αιδοία σκέπασμα») ονομαζόταν και στη βυζαντινή εποχή, από την οποία υπάρχουν αναφορές για τα περιζώματα των ηθοποιών, τα οποία δεν αποχωρίζονταν ακόμα κι όταν έβγαιναν γυμνές στη σκηνή, στο τέλος της παράστασης. 

Τέτοια χορεύτρια άσεμνων χορών ήταν η κόρη του αρκοτρόφου Ακάκιου, η μετέπειτα αυτοκράτειρα Θεοδώρα. Ο ιστορικός Προκόπιος αναφερόμενος σε γεγονότα που συνέβησαν γύρω στο 518 περιγράφει τα νούμερά της, που ήταν εξαιρετικά τολμηρά: «Συχνά μάλιστα γδυνόταν ακόμη και στο θέατρο, μπροστά στα μάτια όλου του κόσμου και στεκόταν ανάμεσα στους θεατές γυμνή, φορώντας μόνο ένα περίζωμα γύρω από τους βουβώνες και το αιδοίο, όχι όμως επειδή ντρεπόταν να το δείξει κι αυτό στον κόσμο, αλλά επειδή δεν επιτρέπεται σε κανέναν να παρουσιάζεται εντελώς γυμνός στο θέατρο, χωρίς να φοράει τουλάχιστον ένα περίζωμα». (Προκόπιος, «Απόκρυφη ιστορία», γράφτηκε γύρω στο 550, κυκλοφόρησε ελάχιστα στα χρόνια του Βυζαντίου, παρέμεινε άγνωστη κατά την Αναγέννηση και εκδόθηκε πρώτη φορά το 1623). 

Οι βυζαντινές περισκελίδες λέγονταν επίσης «βρακία» ή προσδιοριζόταν με τη λατινική λέξη «φεμινάλια». Στο λεξικό Σουΐδα του 10ου μ.Χ αι. αναγράφονται ως «φιμινάλια» (αναξυρίδαι)

Το Μεσαίωνα στη Δύση – και όχι ευτυχώς στην καθ’ ημάς Ανατολή- υπήρχε και ένα ατσαλένιο εσώρουχο που προστάτευε τη τιμή της γυναίκας, η γνωστή «ζώνη αγνότητας». Η άθλια αυτή επινόηση ήταν ένα ατσάλινο τσέρκι, τυλιγμένο με χοντρό πετσί, για να μην πληγώνει τη σάρκα των γυναικείων γοφών. 

Μια κλειδαριά ένωνε τα δυο σιδερένια οδοντωτά άκρα και κάτω από το κλειδί μια σιδερένια πλάκα προστάτευε την τιμιότητα της συζύγου όταν ο σύζυγος, πολεμιστής ή ο έμπορος, έφευγε μακριά από το σπίτι του, παίρνοντας μαζί του το κλειδί για να έχει το κεφάλι του ήσυχο. Οι ζώνες αυτές σε κάποιες περιπτώσεις ήταν πραγματικά κομψοτεχνήματα καθώς πάνω στο ατσάλι υπήρχαν καλοδουλεμένες μινιατούρες. 

Τα λεπτουργήματα αυτά παρίσταναν συνήθως τον Αδάμ και την Εύα δίπλα στο Δέντρο του Παραδείσου, στο οποίο ήταν τυλιγμένος ο πανούργος όφις του προπατορικού αμαρτήματος. Για τις «άτακτες» υπήρχε το αντίδοτο, το αντικλείδι ή πασπαρτού, που οι σιδηρουργοί είχαν την τεχνογνωσία να κατασκευάσουν. Έτσι, ο σύζυγος κλείδωνε και ο εραστής ξεκλείδωνε, φροντίζοντας να έχει κι αυτός ένα αντικλείδι κομψοτέχνημα, στολισμένο με Έρωτες, Πάνες και Σατύρους.
Την περίοδο της τουρκοκρατίας οι Ελληνίδες πολλών περιοχών δε συνήθιζαν να φοράνε το κάτω εσώρουχο. 

Ο μεγάλος Τούρκος περιηγητής Εβλιγιά Τσελεμπή, που επισκέφθηκε την Ελλάδα το 1670, γράφει για τις Ρωμιές της Καρύστου: «Οι γυναίκες των καφίρηδων ρωμιών δεν φοράνε βρακί. Και για να μην τους σηκώσει ο αέρας τα φουστάνια και βλέπουν όλοι το σιχαμερό (!) τους σχίσιμο, ράβουνε στους ποδόγυρους των φουστανιών και στα μεσοφόρια τους μολυβένια βαρίδια ίσαμε μια οκά βάρος». 

Από μια αναφορά για Άνδρο μαθαίνουμε ότι κατά την περιφορά μιας μοιχαλίδας στις ρούγες του νησιού ο ντελάλης, που ήταν επικεφαλής της πομπής, κρατούσε το βρακί της άτυχης γυναίκας ψηλά σ’ ένα κοντάρι. (Κυριάκος Σιμόπουλος, Ξένοι ταξιδιώτες στην Ελλάδα).

Στα χρόνια της επανάστασης διάσημο ήταν το βρακί ενός γύναιου, της Κατερίνας, το οποίο ο Καραϊσκάκης χρησιμοποιούσε σαν φόβητρο για τους δειλούς. Όπως γράφει ο Δημήτρης Φωτιάδης ο στρατάρχης της Ρούμελης «έσερνε ένα γυναικείο παλιόβρακο, γνωστό σ’ όλο το ασκέρι του με τ’ όνομα το βρακί της Κατερίνας, που το φόραγε στους φοβιτσιάρηδες».

Φυσικά μόνο ο σύζυγος είχε το προνόμιο να κατεβάσει το βρακί της συζύγου και ουδείς άλλος, ακόμη και αν υπήρχε έκτακτη ανάγκη, όπως στο παρακάτω περιστατικό που περιγράφει ο Ανδρέας Καρκαβίτσας: «Ο Θοδωράκης Γρίβας κάποτε ζούσε σε μια καλύβα στον Αϊ Θανάση, κοντά στο Μεσολόγγι. Μια μέρα ενώ κοιμόταν η Γρίβαινα, η πρώτη του γυναίκα, κόρη της Μπουμπουλίνας, μπήκε ένα φίδι στο βρακί της. Έβαλε τις φωνές η γυναίκα. 

Τρέξανε πολλοί να τη βοηθήσουν, αλλά η καπετάνισσα τους έδιωξε. «Τον άντρα μου να φέρετε!» έλεγε. Γύρισε τέλος ο στρατηγός, που έλειπε στο κυνήγι, και σκότωσε το φίδι». (Γιάννης Βλαχογιάννης, Ιστορικά ανέκδοτα και αξιοπερίεργα επιφανών Ελλήνων).

Με την είσοδο τού 19ου αιώνα τα εσώρουχα έφτασαν στο απόγειο της δόξας τους. Ήταν η εποχή του ρομαντισμού και έτσι οι γυναικείες σκελέες άρχισαν να γεμίζουν ασφυκτικά με φιόγκους, δαντέλες, ψεύτικα λουλούδια κι εξωφρενικά στολίδια πού ξεπερνούσαν και την πιο τολμηρή φαντασία. Έφθαναν ως το γόνατο και άνοιγαν πίσω για να ευκολύνουν τις κυρίες στο αποχωρητήριο και στον έρωτα.

Τα βρακιά αποτελούσαν τμήμα της προίκας και πολλές φορές την αιτία ευτράπελων περιστατικών, όπως το παρακάτω που αναφέρεται σε φύλλο εφημερίδας του 1884: «Εν Λεωνιδίω εγένετο ποτέ γάμος. Ο γαμβρός εμέτρει επί της ράχεως του περί τους εξήκοντα βαρείς χειμώνας, η δε νύμφη μόλις δεκαεπτά Μαΐους. Ο Μολιέρος ηδύνατο να λάβη παρ’ αυτού τον χαρακτήρα του φιλαργύρου του. Υπολογίσατε το γράδο της φιλαργυρίας του γαμβρού. 

Παρεδίδοντο τα προικώα, ο γαμβρός κρατών εις χείρας το προικοσύμφωνον ηρίθμει τ’ ασπρόρρουχα. Έφθασε εις την απαρίθμησιν –pardon να το είπωμεν ως έχει- των πανταλονίων.

–Λείπει έν λέγει ο γαμβρός, και το ζητεί επιμόνως να προστεθή.

-Μα για όνομα του Θεού το φορώ… αναφωνεί η άραχλη νύμφη, ήτις εντούτοις υπανδρεύθη με αυτόν διότι της τον επέβαλον οι γονείς της διότι είχε … χρήματα. Και ούτω μερικοί γίνονται δεκάκις ελαφοκέφαλοι» (ΡΑΜΠΑΓΑΣ 30-9-1884).

Μέχρι τη δεκαετία του 1920 τα γυναικεία βρακιά ήταν κοντές περισκελίδες, συνήθως λευκές, που έμοιαζαν με παιδικά παντελόνια. Διακρίνονταν σε «ίσιες», που είχαν ίδιο πλάτος σε όλο το μήκος τους, σε «πλατιές» που φάρδαιναν στο κάτω μέρος, «με βολάν», που είχαν πτυχές στο κάτω άκρο, «σχιστές», που είχαν σκισμένη την έξω πλευρά κάθε σκέλους, «με ζαρτιέρα», που έσφιγγαν με γονατόδεσμο κοντά στα γόνατα. 

Στη δεκαετία του 1930 εμφανίστηκαν οι «κυλότται» και μεταπολεμικά ακολούθησαν οι παραλλαγές τους σε μικρότερο μέγεθος.

Κλείνοντας να τονίσω ότι ακόμη και στο ζήτημα των εσωρούχων εμείς οι άνδρες βρισκόμαστε σε μειονεκτική θέση έναντι των γυναικών: Μια γυναίκα με εσώρουχα είναι χάρμα οφθαλμών ενώ ο άντρας που φοράει σώβρακο, φανελάκι και κάλτσες δε βλέπεται με τίποτε. 

Κι αν το φανελάκι είναι χωμένο μέσα στο σώβρακο και οι κάλτσες φτάνουν μέχρι την κνήμη όπως των ποδοσφαιριστών καλύτερα να εξαφανιστεί από προσώπου γης ή να μπει γρήγορα κάτω από τα σεντόνια και να σκεπαστεί μέχρι το λαιμό πριν προλάβει να αντικρύσει η γυναίκα του αυτό το οικτρό θέαμα. 

Ο άντρας, επίσης, που θα φορέσει τα εσώρουχα της γυναίκας του θα θεωρηθεί ότι πάσχει από τη σεξουαλική διαστροφή της «παρενδυσίας» ενώ η γυναίκα που θα φορέσει το σώβρακο του άντρα της απλώς θα θεωρηθεί κατάκοπη από τις πάμπολλες υποχρεώσεις νοικοκυρά που δεν πρόλαβε να βάλει πλυντήριο.


Συνεπώς, αγαπητοί φίλοι, μην κάνετε το λάθος να αγοράσετε εσώρουχα για τη γυναίκα σας από το πανηγύρι. Οι συμπολίτες σας μπορεί να μην σας παρεξηγήσουν αλλά η ΕΥΠ, που παρακολουθεί τους πάντες για λόγους εθνικής ασφαλείας, δεν ξέρετε πώς μπορεί να το χρησιμοποιήσει εναντίον σας

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η Γνώμη Κιλκίς- Παιονίας διευκρινίζει στους αναγνώστες της ότι θεωρεί αυτονόητο το δικαίωμα του σχολιασμού και της κριτικής έκφρασης, όταν αυτό φυσικά δεν στοχεύει στην απαξίωση, στην ύβρη και στην προσβολή ατόμων και θεσμών.

Το αναγνωστικό κοινό θα πρέπει να γνωρίζει ότι η Γνώμη, επιδιώκοντας μια υγιή και αμφίδρομη επικοινωνία, δεν δημοσιεύει ανυπόγραφα σχόλια, αλλά ούτε και σχόλια ρατσιστικού, προσβλητικού και υβριστικού περιεχομένου.

Τα ενυπόγραφα άρθρα τέλος, εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας.