Του Δημήτρη
Αγαθόπουλου
Η κρίση σε παγκόσμιο επίπεδο, που έφερε η πανδημία του Κοροναϊού, κυρίως στην οικονομία, ανέδειξε και τα όρια ενός παγκόσμιου παραγωγικού μοντέλου άκρατου και ασύδοτου νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού.
Είναι πολλοί οι επιστήμονες που υποστηρίζουν ότι ο υπέρμετρος καταναλωτισμός, η κατασπατάληση των φυσικών πόρων και ο ασύδοτος βιασμός του περιβάλλοντος, παράλληλα με την βιομηχανοποιημένη τροφική αλυσίδα, είναι οι αιτίες τέτοιου είδους φαινομένων.
Αφήνοντας στην άκρη αναλύσεις, με τις οποίες πολλοί έχουν ασχοληθεί με ποικίλες απόψεις, ένα είναι σίγουρο και δεν υπάρχει δεύτερη άποψη επ' αυτού. Ότι η πανδημία του κοροναϊού, με τον τρόπο που την χειρίστηκαν τα διάφορα κράτη, είχε και θα έχει παγκοσμίως πολύ σοβαρές δυσμενείς επιπτώσεις στην οικονομία με απρόβλεπτες μακροχρόνιες συνέπειες για την οικονομία κάθε χώρας, για τις οποίες είναι λογικό ότι κάθε χώρα θα παίρνει τα δικά της μέτρα για να τις αντιμετωπίσει.
Αυτό θα σήμαινε για τα καθ' ημάς ότι αφού η αντιμετώπιση της πανδημίας στην χώρα μας, όσον αφορά την νοσηρότητα, πήγε σχετικά καλά, θα περίμενε κανείς εμπροσθοβαρώς να παρθούν όλα εκείνα τα οικονομικά μέτρα για να σταθούν στα πόδια τους όλες οι επιχειρήσεις που επλήγησαν κατά την διάρκεια της καραντίνας, ώστε με το άνοιγμα των επιχειρήσεων ο κίνδυνος κατάρρευσης των να έχει ελαχιστοποιηθεί.
Είναι πολλοί οι επιστήμονες που υποστηρίζουν ότι ο υπέρμετρος καταναλωτισμός, η κατασπατάληση των φυσικών πόρων και ο ασύδοτος βιασμός του περιβάλλοντος, παράλληλα με την βιομηχανοποιημένη τροφική αλυσίδα, είναι οι αιτίες τέτοιου είδους φαινομένων.
Αφήνοντας στην άκρη αναλύσεις, με τις οποίες πολλοί έχουν ασχοληθεί με ποικίλες απόψεις, ένα είναι σίγουρο και δεν υπάρχει δεύτερη άποψη επ' αυτού. Ότι η πανδημία του κοροναϊού, με τον τρόπο που την χειρίστηκαν τα διάφορα κράτη, είχε και θα έχει παγκοσμίως πολύ σοβαρές δυσμενείς επιπτώσεις στην οικονομία με απρόβλεπτες μακροχρόνιες συνέπειες για την οικονομία κάθε χώρας, για τις οποίες είναι λογικό ότι κάθε χώρα θα παίρνει τα δικά της μέτρα για να τις αντιμετωπίσει.
Αυτό θα σήμαινε για τα καθ' ημάς ότι αφού η αντιμετώπιση της πανδημίας στην χώρα μας, όσον αφορά την νοσηρότητα, πήγε σχετικά καλά, θα περίμενε κανείς εμπροσθοβαρώς να παρθούν όλα εκείνα τα οικονομικά μέτρα για να σταθούν στα πόδια τους όλες οι επιχειρήσεις που επλήγησαν κατά την διάρκεια της καραντίνας, ώστε με το άνοιγμα των επιχειρήσεων ο κίνδυνος κατάρρευσης των να έχει ελαχιστοποιηθεί.
Ούτε λίγο ούτε πολύ δηλαδή παρόμοια εμπροσθοβαρή μέτρα, όπως αυτά που πήρε από την πρώτη στιγμή η κυβέρνηση της Γερμανίας αλλά και άλλες Ευρωπαϊκές Χώρες, επιδοτώντας ακόμη και την μικρότερη επιχείρηση με το ποσό των 12 χιλιάδων ευρώ ( χωρίς υπαλληλικό προσωπικό ) και τα ποσά να ανεβαίνουν με την αύξηση του υπαλληλικού προσωπικού.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσιοποιήθηκαν και επιβεβαιώθηκαν από πολλές πλευρές, η Κυβέρνηση ήταν σε θέση να πάρει τέτοιου ή παρόμοιου είδους μέτρα, όχι μόνο επειδή υπάρχει το λεγόμενο μαξιλάρι των 37 δις ( καθαρό 21,5 δις), που άφησε ως παρακαταθήκη η προηγούμενη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και με τα προγραμματιζόμενα κονδύλια τα οποία αργά ή γρήγορα θα χορηγούσε η Ε.Ε στα κράτη μέλη της.
Αντί αυτού η κυβέρνηση επέλεξε την αντίθετη πορεία, αφήνοντας τις επιχειρήσεις, κυρίως τις μικρομεσαίες, στα όρια της κατάρρευσης με το επίδομα των 800 ευρώ και με αποτέλεσμα πολλές από αυτές να μην ανοίξουν καν ή να επιχείρησαν την επαναλειτουργία τους με κίνδυνο να καταρρεύσουν συντόμως. Την ίδια στιγμή όμως, ακολουθώντας το δόγμα "βλέποντας και κάνοντας" πολλά δις ξοδεύτηκαν από εδώ και από εκεί, στους ημέτερους, χωρίς ένα οργανωμένο ΄μεσομακροπρόθεσμο κυβερνητικό πρόγραμμα που θα καθιστούσε βιώσιμες όλες εκείνες τις επιχειρήσεις την ώρα της επαναλειτουργίας των.
Φάνηκε ξεκάθαρα ο ταξικός χαρακτήρας των επιλογών της κυβέρνησης με τις ευνοϊκότερες ρυθμίσεις που πήρε για τις μεγάλες επιχειρήσεις και τα προσφιλή της ΜΜΕ, ενώ την ίδια στιγμή, για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, την ραχοκοκαλιά της Ελληνικής οικονομίας όπως συνηθίζουμε να λέμε, επιλέγει την δανειακή χρηματοδότηση μέσω τραπεζικού συστήματος. Μάλιστα με δάνεια βραχυπρόθεσμα πενταετή, τα οποία μπορεί για δύο χρόνια να είναι άτοκα και με ένα χρόνο χάριτος, όμως μετά το επιτόκιο είναι κυμαινόμενο χωρίς από τώρα η Τράπεζα να δεσμεύεται για τα όριά του. Και επειδή στο τέλος ξυρίζουν τον γαμπρό, οι επιχειρήσεις που θα μπουν σε αυτή την διαδικασία χρηματοδότησης θα βρεθούν στο έλεος του θεού με δυσβάσταχτα επιτόκια τα οποία θα τους αποτελειώσουν οριστικά.
Και όλα αυτά τι στιγμή που η πραγματική οικονομία και, ιδιαίτερα, η μικρομεσαία επιχειρηματικότητα, καταρρέουν, η πρόσβαση σε κεφάλαια κίνησης για τις επιχειρήσεις φαίνεται ότι παραμένει προνόμιο λίγων και εκλεκτών ενώ οι πρωτοβουλίες της κυβέρνησης αποδεικνύονται τόσο καθυστερημένες όσο και ισχνές ως προς τον όγκο και τη δυναμική τους.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσιοποιήθηκαν και επιβεβαιώθηκαν από πολλές πλευρές, η Κυβέρνηση ήταν σε θέση να πάρει τέτοιου ή παρόμοιου είδους μέτρα, όχι μόνο επειδή υπάρχει το λεγόμενο μαξιλάρι των 37 δις ( καθαρό 21,5 δις), που άφησε ως παρακαταθήκη η προηγούμενη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και με τα προγραμματιζόμενα κονδύλια τα οποία αργά ή γρήγορα θα χορηγούσε η Ε.Ε στα κράτη μέλη της.
Αντί αυτού η κυβέρνηση επέλεξε την αντίθετη πορεία, αφήνοντας τις επιχειρήσεις, κυρίως τις μικρομεσαίες, στα όρια της κατάρρευσης με το επίδομα των 800 ευρώ και με αποτέλεσμα πολλές από αυτές να μην ανοίξουν καν ή να επιχείρησαν την επαναλειτουργία τους με κίνδυνο να καταρρεύσουν συντόμως. Την ίδια στιγμή όμως, ακολουθώντας το δόγμα "βλέποντας και κάνοντας" πολλά δις ξοδεύτηκαν από εδώ και από εκεί, στους ημέτερους, χωρίς ένα οργανωμένο ΄μεσομακροπρόθεσμο κυβερνητικό πρόγραμμα που θα καθιστούσε βιώσιμες όλες εκείνες τις επιχειρήσεις την ώρα της επαναλειτουργίας των.
Φάνηκε ξεκάθαρα ο ταξικός χαρακτήρας των επιλογών της κυβέρνησης με τις ευνοϊκότερες ρυθμίσεις που πήρε για τις μεγάλες επιχειρήσεις και τα προσφιλή της ΜΜΕ, ενώ την ίδια στιγμή, για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, την ραχοκοκαλιά της Ελληνικής οικονομίας όπως συνηθίζουμε να λέμε, επιλέγει την δανειακή χρηματοδότηση μέσω τραπεζικού συστήματος. Μάλιστα με δάνεια βραχυπρόθεσμα πενταετή, τα οποία μπορεί για δύο χρόνια να είναι άτοκα και με ένα χρόνο χάριτος, όμως μετά το επιτόκιο είναι κυμαινόμενο χωρίς από τώρα η Τράπεζα να δεσμεύεται για τα όριά του. Και επειδή στο τέλος ξυρίζουν τον γαμπρό, οι επιχειρήσεις που θα μπουν σε αυτή την διαδικασία χρηματοδότησης θα βρεθούν στο έλεος του θεού με δυσβάσταχτα επιτόκια τα οποία θα τους αποτελειώσουν οριστικά.
Και όλα αυτά τι στιγμή που η πραγματική οικονομία και, ιδιαίτερα, η μικρομεσαία επιχειρηματικότητα, καταρρέουν, η πρόσβαση σε κεφάλαια κίνησης για τις επιχειρήσεις φαίνεται ότι παραμένει προνόμιο λίγων και εκλεκτών ενώ οι πρωτοβουλίες της κυβέρνησης αποδεικνύονται τόσο καθυστερημένες όσο και ισχνές ως προς τον όγκο και τη δυναμική τους.
Τα στοιχεία δείχνουν ότι το μεγαλύτερο μέρος αποκλείεται από τα σχετικά προγράμματα και μόλις 2.000 επιχειρήσεις έχουν καταφέρει να μπουν στο πρόγραμμα ΤΕΠΙΧ ΙΙ που είναι σε εξέλιξη. Οι πληροφορίες αναφέρουν ότι πάνω από 30.000 αιτήματα κατατέθηκαν στις τράπεζες ενώ δυσθεώρητος είναι ο αριθμός όσων δεν πληρούσαν τα κριτήρια.
Όλοι οι φορείς της επιχειρηματικότητας, ανεξαρτήτως πολιτικής προέλευσης, τονίζουν ότι το μεγαλύτερο μέρος της αγοράς, περίπου στο 90%, μένει ακάλυπτο από ρευστότητα και αυτό οδηγεί μεγάλο μέρος της οικονομίας σε στραγγαλισμό προκειμένου οι "μεγαλύτεροι παίκτες" να καταλάβουν τα μερίδια αγοράς. Αν αυτό δεν είναι επιλογή της κυβέρνησης, είναι σίγουρα αποτέλεσμα του λανθασμένου σχεδιασμού και των καθυστερημένων ως ανύπαρκτων παρεμβάσεων..
Αυτό που αναδεικνύεται είναι ότι η μέριμνα για την περιβόητη "μεσαία τάξη" και την πραγματική οικονομία, αποδεικνύεται μόνο θεωρητική για την κυβέρνηση. Η διάσωση των μικρομεσαίων και των θέσεων εργασίας, είναι κατά πολλούς το μείζον ζήτημα της νέας οικονομικής κρίσης με άμεσο αρνητικό αντίκτυπο στην κατανάλωση και τα κρατικά έσοδα. Με αυτές τις επιλογές η εκτίναξη της ανεργίας με τον ερχομό του φθινοπώρου και η καταναλωτική αδυναμία πολύ μεγάλης μερίδας συμπολιτών μας, θα είναι και η ταφόπλακα των επιχειρήσεων.
Είναι πολύ πιθανό εν κατακλείδι, αυτή να είναι και η συνειδητή επιλογή της Κυβέρνησης και ίσως η καλύτερη ευκαιρία της για να ενισχύσει τους μεγάλους παίκτες, τους οποίους και εκπροσωπεί, σε βάρος των μικρών και μεσαίων κοινωνικών στρωμάτων.
Όλοι οι φορείς της επιχειρηματικότητας, ανεξαρτήτως πολιτικής προέλευσης, τονίζουν ότι το μεγαλύτερο μέρος της αγοράς, περίπου στο 90%, μένει ακάλυπτο από ρευστότητα και αυτό οδηγεί μεγάλο μέρος της οικονομίας σε στραγγαλισμό προκειμένου οι "μεγαλύτεροι παίκτες" να καταλάβουν τα μερίδια αγοράς. Αν αυτό δεν είναι επιλογή της κυβέρνησης, είναι σίγουρα αποτέλεσμα του λανθασμένου σχεδιασμού και των καθυστερημένων ως ανύπαρκτων παρεμβάσεων..
Αυτό που αναδεικνύεται είναι ότι η μέριμνα για την περιβόητη "μεσαία τάξη" και την πραγματική οικονομία, αποδεικνύεται μόνο θεωρητική για την κυβέρνηση. Η διάσωση των μικρομεσαίων και των θέσεων εργασίας, είναι κατά πολλούς το μείζον ζήτημα της νέας οικονομικής κρίσης με άμεσο αρνητικό αντίκτυπο στην κατανάλωση και τα κρατικά έσοδα. Με αυτές τις επιλογές η εκτίναξη της ανεργίας με τον ερχομό του φθινοπώρου και η καταναλωτική αδυναμία πολύ μεγάλης μερίδας συμπολιτών μας, θα είναι και η ταφόπλακα των επιχειρήσεων.
Είναι πολύ πιθανό εν κατακλείδι, αυτή να είναι και η συνειδητή επιλογή της Κυβέρνησης και ίσως η καλύτερη ευκαιρία της για να ενισχύσει τους μεγάλους παίκτες, τους οποίους και εκπροσωπεί, σε βάρος των μικρών και μεσαίων κοινωνικών στρωμάτων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η Γνώμη Κιλκίς- Παιονίας διευκρινίζει στους αναγνώστες της ότι θεωρεί αυτονόητο το δικαίωμα του σχολιασμού και της κριτικής έκφρασης, όταν αυτό φυσικά δεν στοχεύει στην απαξίωση, στην ύβρη και στην προσβολή ατόμων και θεσμών.
Το αναγνωστικό κοινό θα πρέπει να γνωρίζει ότι η Γνώμη, επιδιώκοντας μια υγιή και αμφίδρομη επικοινωνία, δεν δημοσιεύει ανυπόγραφα σχόλια, αλλά ούτε και σχόλια ρατσιστικού, προσβλητικού και υβριστικού περιεχομένου.
Τα ενυπόγραφα άρθρα τέλος, εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας.