«Ενός λεπτού σιγή» στα παιδιά που ζουν σε τόπους χωρίς θάλασσα…
Κάποιοι είστε πολύ τυχεροί και δεν το ξέρετε. Γεννηθήκατε βλέποντας θάλασσα ή ζείτε κοντά σε αυτήν. Είναι δύσκολο να νιώσετε πόσο θλιβερό και τραγικό είναι να μεγαλώνεις σε ένα τόπο χωρίς θάλασσα. Χωρίς την απεραντοσύνη της, την αύρα, τη δροσιά, την αίσθηση ελευθερίας που σου ανοίγει την ψυχή και το μυαλό βλέποντάς της. Ακόμη η μυρωδιά της, η αλμύρα ή η “γλύκα” της είναι θεραπευτικές… Κι αν το redbull "δίνει φτερά" η θάλασσα δίνει χαρά!
Καλοκαίρι στο Κιλκίς. Ο Καρυωτάκης λίγο πριν την αυτοκτονία…
Τα παιδικά βιώματα ήταν στο εξωτικό Κιλκίς. No sea, no view, no colors που θα έλεγαν και όσοι πήραν στο τσακ το Lower. Ένας επίπεδος ξερός σιτοβολώνας, «μαλωμένος» με την έννοια όμορφο μέρος, πνιγμένος σε μια απέραντη «θάλασσα». Όχι γαλάζια με κρυστάλλινα νερά αλλά μια «θάλασσα» χρυσαφένιων σιτοκαλαμιών. Σιτάρι να δει το μάτι σου…
Και αν οι παγωμένοι χειμώνες στο Κιλκίς ήταν σαν το Καρυωτάκη όταν σκεφτόταν την αυτοκτονία στην όμορφη Πρέβεζα, τα καλοκαίρια όταν έκλειναν τα σχολεία ήταν... η ίδια η αυτοκτονία… Μιλάμε για δεκαετία του 70. Πολύ ζέστη, κόψιμο νερού επί ώρες από το Δήμο και τίποτα απολύτως για να γεμίσεις το χρόνο σαν παιδί, πλην μπάλας στις αλάνες, ή βουτιές στα βρωμόνερα του Σαλάτς... Άντε και κανένας πετροπόλεμος έτσι για την αλητεία. Εννοείται πως δεν υπήρχαν μαγαζιά για εφήβους και όλοι πήγαιναν στο Πάρκο πριν γίνει τσιμέντο.
Πόση κλωτσιά και μπινελίκι να ρίξεις με 38 υπό σκιάν και για τρεις μήνες; Στα «no» προσθέστε ίντερνετ και κινητά, ενώ η μόνη επαφή με τον έξω κόσμο ήταν η ασπρόμαυρη τηλεόραση με ΥΕΝΕΔ και ΕΙΡΤ που άνοιγαν το απόγευμα και έκλειναν τα μεσάνυχτα! Και με κάτι θλιβερές και καταθλιπτικές εκπομπές, η χαρά του ψυχίατρου και της σημερινής ψευτοcoach αυτοβελτίωσης... Οι μικροί ρωτήστε τους μεγάλους για λεπτομέρειες. Δεν θα τους πιστέψετε αλλά σας λένε αλήθεια, ορκίζομαι!
Ευτυχώς όταν νύχτωνε, δρόσιζε λίγο και ξεκινούσε η βόλτα πάνω-κάτω στην 21η Ιουνίου με σπόρια και μάτι… Και πυραμίδα στου Μαυροσάββα ή καταίφι-τουλούμπα στου Νούρη… Και καταπληκτικός γύρος στου Τζαβέλα…
Και παραπονιούνται σήμερα τα μυξιάρικα για την άτιμη τη ζωή σήμερα: «Τίποτα δεν με γεμίζει», « η ζωή μου είναι άδεια», «μου κλέψατε τα όνειρα» «έγχρωμη TV, ασπρόμαυρη ζωή», «αυτό το beach bar δε λέει αλλά το δίπλα όμως είναι τέλλλειοοο…» και άλλες παπαριές. Έλα στο Κιλκίς του 70 και θα δεις τι σημαίνει ασπρόμαυρος ψυχολογικός πάτος… Το τελειωτικό χτύπημα, μας το έδιναν και οι μετανάστες που ερχόταν από Γερμανία-Σουηδία για διακοπές και μας μετέφεραν με καμάρι τι συμβαίνει και πως ζει η προηγμένη Ευρώπη. Και εμείς αναρωτιόμασταν: “Που γεννηθήκαμε εμείς ρε γαμώτο;”
Η θάλασσα της Κατερίνης, Ασπροβάλτας, Σταυρού, μας γλύτωσαν από την κατάθλιψη…
Μέσα στην ατυχία μας, ήμασταν τυχεροί που είχαμε θείους και ξαδέλφια στην Κατερίνη. Πολλοί Κιλκισιώτες πήγαιναν Σταυρό ή Ασπροβάλτα. Χαλκιδική δεν υπήρχε… Το ακόμη καλύτερο ήταν πως τους αγαπούσαμε και τους αγαπάμε πολύ γιατί ήταν καλοί, αγνοί και αυθεντικοί άνθρωποι. Αν και ζορισμένοι οικονομικά, όταν τους επισκεπτόμασταν γινόταν όχι χαλί αλλά κόκκινη μοκέτα να μας φιλοξενήσουν.
Ευτυχώς όταν νύχτωνε, δρόσιζε λίγο και ξεκινούσε η βόλτα πάνω-κάτω στην 21η Ιουνίου με σπόρια και μάτι… Και πυραμίδα στου Μαυροσάββα ή καταίφι-τουλούμπα στου Νούρη… Και καταπληκτικός γύρος στου Τζαβέλα…
Και παραπονιούνται σήμερα τα μυξιάρικα για την άτιμη τη ζωή σήμερα: «Τίποτα δεν με γεμίζει», « η ζωή μου είναι άδεια», «μου κλέψατε τα όνειρα» «έγχρωμη TV, ασπρόμαυρη ζωή», «αυτό το beach bar δε λέει αλλά το δίπλα όμως είναι τέλλλειοοο…» και άλλες παπαριές. Έλα στο Κιλκίς του 70 και θα δεις τι σημαίνει ασπρόμαυρος ψυχολογικός πάτος… Το τελειωτικό χτύπημα, μας το έδιναν και οι μετανάστες που ερχόταν από Γερμανία-Σουηδία για διακοπές και μας μετέφεραν με καμάρι τι συμβαίνει και πως ζει η προηγμένη Ευρώπη. Και εμείς αναρωτιόμασταν: “Που γεννηθήκαμε εμείς ρε γαμώτο;”
Η θάλασσα της Κατερίνης, Ασπροβάλτας, Σταυρού, μας γλύτωσαν από την κατάθλιψη…
Μέσα στην ατυχία μας, ήμασταν τυχεροί που είχαμε θείους και ξαδέλφια στην Κατερίνη. Πολλοί Κιλκισιώτες πήγαιναν Σταυρό ή Ασπροβάλτα. Χαλκιδική δεν υπήρχε… Το ακόμη καλύτερο ήταν πως τους αγαπούσαμε και τους αγαπάμε πολύ γιατί ήταν καλοί, αγνοί και αυθεντικοί άνθρωποι. Αν και ζορισμένοι οικονομικά, όταν τους επισκεπτόμασταν γινόταν όχι χαλί αλλά κόκκινη μοκέτα να μας φιλοξενήσουν.
Μας υποδεχόταν χωρίς μούτρα, χωρίς ξινίλες, χωρίς προϋποθέσεις. Χωρίς υπονοούμενα πίσω από την πλάτη μας που ήρθαμε από το Κιλκίς να κατσικωθούμε σπίτι τους και να κάνουμε τα καλοκαιρινά μας μπάνια. Ίσως και να μας λυπόταν λίγο που ζούσαμε σε τόπο χωρίς θάλασσα. Μοιραζόταν απλόχερα την αγάπη τους για εμάς, μας έδιναν το κρεβάτι τους, το φαγητό τους, το χρόνο τους. Πως γίνεται σήμερα στις σχέσεις που πηγαίνεις κάπου μακριά για να τους αποφύγεις όλους; Ε καμία σχέση…
Ωραία το λες, αλλά πως πας τα 120 χιλιόμετρα από το Κιλκίς στην Κατερίνη; Πρώτη επιλογή με τον εκνευριστικά αργό και καθυστερημένο επί ώρες «καρβουνιάρη» μέσω Θεσσαλονίκης, όπου ήθελες μια ημέρα να πας. Να ξεκινήσω από τώρα τα αντικαταθλιπτικά γιατρέ μου; Ή πατικωμένος με κάποιο τουριστικό λεωφορείο αυθημερόν τις Κυριακές. Η άλλη επιλογή ήταν με το φορτηγό του μπαμπά και πάνω στην καρότσα! Ναι στην καρότσα φορτηγού!
Μια Κυριακή θυμάμαι πως ανέβηκε σχεδόν όλη η γειτονιά στην καρότσα για ημερήσιο μπάνιο στην Κατερίνη! Φανταστείτε αυτή τη σουρεαλιστική εικόνα και πείτε την σε κάποιο νέο παιδί που νιώθει αδικία για το σήμερα. Θα γελάει με την ψυχή του με τη φαντασία σας. Απορώ πως πηγαίναμε με τόσο άθλιες συνθήκες και περνούσαμε ωραία! Πάνω στην καρότσα επί ώρες, χωρίς σκιά, χωρίς κρύο νερό ή έστω φρέντο εσπρέσο με στέβια, με τάπερ από κεφτεδάκια και τζατζίκια τίγκα στο σκόρδο, που όμως δεν χαλούσαν από τη ζέστη, χωρίς μπητς μπαρ και επί ώρες κάτω από τον καυτό ήλιο, χωρίς ανέσεις, χωρίς αιρ κοντίσιον να σε δροσίζει και τόσα άλλα.
Κι όμως μας φαινόταν σαν τετραήμερο στο Παρίσι! Κι αυτό γιατί απλά απολαμβάναμε με πάθος αυτό το ελάχιστο που μας έδινε η «πόρνη η ζωή». Κυρίως όμως εκτιμούσαμε… Δύσκολη λέξη, ειδικά όταν πρέπει να την κάνεις πράξη. Εκτιμούσαμε αυτό το ελάχιστο που μας δινόταν. Καταλαβαίναμε πως τίποτα δεν είναι δεδομένο και αυτονόητο. Είχαμε αποδεχθεί πως τίποτα δεν σου χαρίζεται σε αυτή τη ζωή. Δεν επαιτούσαμε αλλά ούτε και απαιτούσαμε… Ζούσαμε μόνο τις στιγμές...
Ρουφούσαμε αχόρταγα αυτό που είχαμε, χωρίς αναλύσεις και θεωρίες περί ψυχολογικών προβλημάτων και «χαμένων ονείρων». Καταλαβαίναμε πως ο χρόνος είναι πολύ σημαντικός και όχι απεριόριστος. Και τελειώνει σύντομα, ειδικά όταν περνάς καλά. Εκμεταλλευόμασταν κάθε λεπτό της ώρας, γιατί ξέραμε πως κάποια στιγμή θα επιστρέφαμε στη σκληρή πραγματικότητα του Kill Kiss. Βουτούσαμε στα νερά σαν να ήταν η τελευταία φορά αλλά και τα μετρούσαμε για να λέμε με καμάρι το χειμώνα: -« Έκανα 28 μπάνια φέτος» και απαντούσαν οι συμμαθητές “ άσε ρε ψεύτη, μη βάζεις και τα απογευματινά μπάνια μέσα…». Διαπιστώσαμε πως η ζωή είναι τόσο απλή. Ακριβώς όπως τα παγωτά ξυλάκι που τρώγαμε σε τρεις απλές γεύσεις βανίλια-σοκολάτα-φράουλα. Κι όταν θέλαμε να κάνουμε την αλητεία παίρναμε τη θρυλική γρανίτα «σπρώξε-γλύψε»!
Αντί επιλόγου. Η Παραλία Κατερίνης
Και μια που πιάσαμε κουβέντα για Κατερίνη θα κλείσω με μια διαπίστωση και ας παρεξηγηθούν οι Θεσσαλονικείς. Οι οποίοι πάντα υποτιμούσαν και υποτιμούν μέχρι σήμερα την Κατερίνη και την Πιερία γενικότερα. Είναι ελάχιστοι οι Θεσσαλονικείς που την επιλέγουν για τις καλοκαιρινές διακοπές τους ή το αυθημερόν μπάνιο τους. Κι αυτό γιατί είναι τρελά ερωτευμένοι με τη Χαλκιδική και καλά κάνουν. Δεν μπορούν να συνυπάρξουν με τους Βαλκάνιους, Τσέχους, Πολωνούς, Κιλκισιώτες, Γιαννιστιώτες, Καστοριανούς και λοιπές περιφερειακές δυνάμεις, δεν τους αρέσει η θάλασσα, δεν έχει τη γκλαμουριά της Χαλκιδικής...
Οι Αθηναίοι και Θεσσαλονικείς δεν θα μπορέσουν να καταλάβουν ποτέ τι σημαίνει «Ελληνική επαρχία» και η μιζέρια της. Η ταπεινή Πιερία δέχτηκε ή μάλλον αγκάλιασε τους επαρχιώτες χωρίς υφάκι, χωρίς πρωτευουσιάνικες δηθενιές, χωρίς ψηλομύτικο ύφος. «Έσωσε» χιλιάδες παιδιά της ηπειρωτικής Μακεδονίας από την κατάθλιψη. Την πραγματική…
Όσοι βλέπετε θάλασσα, ανάψτε ένα κεράκι για την τύχη σας...
Καλό καλοκαίρι.
Ωραία το λες, αλλά πως πας τα 120 χιλιόμετρα από το Κιλκίς στην Κατερίνη; Πρώτη επιλογή με τον εκνευριστικά αργό και καθυστερημένο επί ώρες «καρβουνιάρη» μέσω Θεσσαλονίκης, όπου ήθελες μια ημέρα να πας. Να ξεκινήσω από τώρα τα αντικαταθλιπτικά γιατρέ μου; Ή πατικωμένος με κάποιο τουριστικό λεωφορείο αυθημερόν τις Κυριακές. Η άλλη επιλογή ήταν με το φορτηγό του μπαμπά και πάνω στην καρότσα! Ναι στην καρότσα φορτηγού!
Μια Κυριακή θυμάμαι πως ανέβηκε σχεδόν όλη η γειτονιά στην καρότσα για ημερήσιο μπάνιο στην Κατερίνη! Φανταστείτε αυτή τη σουρεαλιστική εικόνα και πείτε την σε κάποιο νέο παιδί που νιώθει αδικία για το σήμερα. Θα γελάει με την ψυχή του με τη φαντασία σας. Απορώ πως πηγαίναμε με τόσο άθλιες συνθήκες και περνούσαμε ωραία! Πάνω στην καρότσα επί ώρες, χωρίς σκιά, χωρίς κρύο νερό ή έστω φρέντο εσπρέσο με στέβια, με τάπερ από κεφτεδάκια και τζατζίκια τίγκα στο σκόρδο, που όμως δεν χαλούσαν από τη ζέστη, χωρίς μπητς μπαρ και επί ώρες κάτω από τον καυτό ήλιο, χωρίς ανέσεις, χωρίς αιρ κοντίσιον να σε δροσίζει και τόσα άλλα.
Κι όμως μας φαινόταν σαν τετραήμερο στο Παρίσι! Κι αυτό γιατί απλά απολαμβάναμε με πάθος αυτό το ελάχιστο που μας έδινε η «πόρνη η ζωή». Κυρίως όμως εκτιμούσαμε… Δύσκολη λέξη, ειδικά όταν πρέπει να την κάνεις πράξη. Εκτιμούσαμε αυτό το ελάχιστο που μας δινόταν. Καταλαβαίναμε πως τίποτα δεν είναι δεδομένο και αυτονόητο. Είχαμε αποδεχθεί πως τίποτα δεν σου χαρίζεται σε αυτή τη ζωή. Δεν επαιτούσαμε αλλά ούτε και απαιτούσαμε… Ζούσαμε μόνο τις στιγμές...
Ρουφούσαμε αχόρταγα αυτό που είχαμε, χωρίς αναλύσεις και θεωρίες περί ψυχολογικών προβλημάτων και «χαμένων ονείρων». Καταλαβαίναμε πως ο χρόνος είναι πολύ σημαντικός και όχι απεριόριστος. Και τελειώνει σύντομα, ειδικά όταν περνάς καλά. Εκμεταλλευόμασταν κάθε λεπτό της ώρας, γιατί ξέραμε πως κάποια στιγμή θα επιστρέφαμε στη σκληρή πραγματικότητα του Kill Kiss. Βουτούσαμε στα νερά σαν να ήταν η τελευταία φορά αλλά και τα μετρούσαμε για να λέμε με καμάρι το χειμώνα: -« Έκανα 28 μπάνια φέτος» και απαντούσαν οι συμμαθητές “ άσε ρε ψεύτη, μη βάζεις και τα απογευματινά μπάνια μέσα…». Διαπιστώσαμε πως η ζωή είναι τόσο απλή. Ακριβώς όπως τα παγωτά ξυλάκι που τρώγαμε σε τρεις απλές γεύσεις βανίλια-σοκολάτα-φράουλα. Κι όταν θέλαμε να κάνουμε την αλητεία παίρναμε τη θρυλική γρανίτα «σπρώξε-γλύψε»!
Αντί επιλόγου. Η Παραλία Κατερίνης
Και μια που πιάσαμε κουβέντα για Κατερίνη θα κλείσω με μια διαπίστωση και ας παρεξηγηθούν οι Θεσσαλονικείς. Οι οποίοι πάντα υποτιμούσαν και υποτιμούν μέχρι σήμερα την Κατερίνη και την Πιερία γενικότερα. Είναι ελάχιστοι οι Θεσσαλονικείς που την επιλέγουν για τις καλοκαιρινές διακοπές τους ή το αυθημερόν μπάνιο τους. Κι αυτό γιατί είναι τρελά ερωτευμένοι με τη Χαλκιδική και καλά κάνουν. Δεν μπορούν να συνυπάρξουν με τους Βαλκάνιους, Τσέχους, Πολωνούς, Κιλκισιώτες, Γιαννιστιώτες, Καστοριανούς και λοιπές περιφερειακές δυνάμεις, δεν τους αρέσει η θάλασσα, δεν έχει τη γκλαμουριά της Χαλκιδικής...
Οι Αθηναίοι και Θεσσαλονικείς δεν θα μπορέσουν να καταλάβουν ποτέ τι σημαίνει «Ελληνική επαρχία» και η μιζέρια της. Η ταπεινή Πιερία δέχτηκε ή μάλλον αγκάλιασε τους επαρχιώτες χωρίς υφάκι, χωρίς πρωτευουσιάνικες δηθενιές, χωρίς ψηλομύτικο ύφος. «Έσωσε» χιλιάδες παιδιά της ηπειρωτικής Μακεδονίας από την κατάθλιψη. Την πραγματική…
Όσοι βλέπετε θάλασσα, ανάψτε ένα κεράκι για την τύχη σας...
Καλό καλοκαίρι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η Γνώμη Κιλκίς- Παιονίας διευκρινίζει στους αναγνώστες της ότι θεωρεί αυτονόητο το δικαίωμα του σχολιασμού και της κριτικής έκφρασης, όταν αυτό φυσικά δεν στοχεύει στην απαξίωση, στην ύβρη και στην προσβολή ατόμων και θεσμών.
Το αναγνωστικό κοινό θα πρέπει να γνωρίζει ότι η Γνώμη, επιδιώκοντας μια υγιή και αμφίδρομη επικοινωνία, δεν δημοσιεύει ανυπόγραφα σχόλια, αλλά ούτε και σχόλια ρατσιστικού, προσβλητικού και υβριστικού περιεχομένου.
Τα ενυπόγραφα άρθρα τέλος, εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας.