Act Business Center

Act Business Center

Δευτέρα 28 Ιανουαρίου 2013

Η τεράστια σημασία των χαρουπιών στη συγκρότηση του σύγχρονου ελληνικού κράτους

Είναι γενικά παραδεκτό, ότι πολλές φορές ένα ασήμαντο φαινομενικά γεγονός, μια απειροελάχιστη λεπτομέρεια, παίζει καθοριστικότατο διαμορφωτικό ρόλο στην εξέλιξη ενός ολόκληρου έθνους κι ας μη δίνουν σημασία οι ιστορικοί μελετητές που κόπτονται ότι κατέχουν τους αντικειμενικούς νόμους της ιστορίας.
Kαι εξηγώ τώρα αμέσως τους λόγους που εξυψώνουν τον παράγοντα χαρούπια σε μέγα και μοναδικό για την κατεύθυνση της πορείας της χώρας μας.
Τα χαρούπια είναι οι καρποί ενός δέντρου που ευδοκιμεί σε διάφορες περιοχές της πατρίδας μας, της χαρουπιάς ( ή επί το ελληνικότερον “ξυλοκερατιά”), χρώματος καστανομελιτζανί, ομοιάζoντας με μεγάλα φασολάκια και είναι κατάξερα σα μπαγιάτικο καλαμπόκι.

Στη γεύση είναι ευχάριστα, ελαφρώς έως αρκετά γλυκά, τρώγονται (μόνο σε “ειδικές” περιπτώσεις) αμαγείρευτα και κρέμονται σε μεγάλους αριθμούς απ’ τα κλαδιά της μάνας τους.

Ένα άλλο χαρακτηριστικό των χαρουπιών, ίσως λιγότερο γνωστό, είναι οι διαολεμένες δυσκοιλιοποιητικές ιδιότητες τους. Είναι επιστημονικά αποδεδειγμένο ότι άμα φάει κάποιος χαρούπια, ακόμα και εκατό κλύσματα με γεωργικούς σωλήνες ποτίσματος να κάνει, δεν πρόκειται να χέσει.

Τον καιρό λοιπόν που η Ελλάδα μας άρχισε να βγαίνει απ’ τις φλόγες του εμφύλιου σπαραγμού στα τέλη της δεκαετίας του ’40, φτώχεια και εξαθλίωση μάστιζε τα φτωχά λαϊκά στρώματα. Και κυρίως πείνα. Μόλις βλέπουν την τραγική αυτή κατάσταση οι φίλοι μας οι Αμερικάνοι που λέτε, πιάνουν τους Έλληνες πολιτικούς και τους λένε:

“Επειδή εμείς το μόνο το καλό σας θέλουμε κι επειδή τώρα που σας βοηθήσαμε να διώξετε τους αναρχοκομμουνιστοσυμμορίτες απ’ τη χώρα σας κι επειδή σας αγαπάμε, αλλά κι επειδή εμείς πλέον οργώνουμε με τρακτέρ και μας είναι άχρηστα τα υποζύγια, λέμε να σας κάνουμε δώρο μερικές χιλιάδες μουλάρια που μας έχουν ξεμείνει να τα μοιράσετε στους χωρικούς να ‘χουν να δουλεύουν τα χωράφια τους για να προκόψει επιτέλους αυτός ο άμοιρος ο τόπος σας που τον έχουν ρημάξει τα κουμμούνια”.

Αρπάζουν οι εθνοπατέρες μας την ευκαιρία και δίνουν στους Έλληνες αγρότες μουλάρια, καθώς και άλλα υποζύγια και οικόσιτα ζώα.

Με την εισαγωγή όμως των συμπαθέστατων κατά τ’ άλλα υποζυγίων προέκυψε ένα πρώτης τάξεως οικονομικό πρόβλημα που σχετιζόταν άμεσα με την εξασφάλιση της τροφής τους, γιατί ως γνωστόν νηστικό αρκούδι (ή γομάρι) δε χορεύει (ή δουλεύει). Τα τσακάλια της κυβέρνησης όμως βρίσκουν αστραπιαία τη λύση:”αφού καβατζώσαμε τζαμπαντάν γομάρια, θα τα ταΐζουμε και τζαμπαντάν ζωοτροφές  Κι αρχίζουν τη διανομή χαρουπιών στα χωριά.”

Εδώ όμως συνέβη το εξής παράδοξο που δεν το είχε προβλέψει κανείς. Ενώ τα αλλοδαπά υποζύγια είχαν τροφή για να τη νταγλάρουν μια χαρά, οι Έλληνες και κυρίως τα Ελληνόπουλα δεχόταν καθημερινά την επίσκεψη της λόρδας. Δεν ήθελε δηλαδή και πολύ για να ανακαλύψουν τα πιτσιρίκια το εύγευστον των χαρουπιών. Που τα χάνεις που τα βρίσκεις τα πιτσιρίκια, όλο στον αχυρώνα μπαινόβγαιναν, καθ ότι πιο επιρρεπή στη γλυκιά γεύση των χαρουπιών. Το έντερο όμως του Έλληνα πιτσιρικά, ακόμα και σε πολύ δύσκολες εποχές είχε εκπαιδευτεί να επεξεργάζεται έστω και λίγο πληγούρι με τσουκνίδες, αλλά σίγουρα όχι το οργανικό ισοδύναμο του τσιμέντου, δηλαδή τα χαρούπια.

Οι γονείς απ την μεριά τους, μη έχοντας το χρόνο να αποκομίσουν εμπειρίες απ τη δράση των καρπών κι ώσπου να καταλάβουν τι πραγματικά διαδραματιζόταν με τα χαρούπια, άρχισαν ν’ ανησυχούν αλλά και να νευριάζουν με τις ηλίθιες ερωτήσεις και τις διαμαρτυρίες των μικρών.

Κι αντίστοιχα, τα πιτσιρίκια δε μπορούσαν να καταλάβουν την επιθετικότητα της μαμάς και τη σφαλιάρα που έπεφτε σύννεφο μετά απ’ τον εξής σύντομο διάλογο:

“Μάνα δε μπορώ να χέσω.”
“Πως να χέσεις ρε βλαμμένο, αφού έχεις να φας τρεις μέρες;”

Μόλις πέρασαν όμως οι πρώτοι μήνες εξηγήθηκαν όλα και το χάσμα των γενεών γεφυρώθηκε. Οι γονείς κατάλαβαν γιατί τους ρωτούσαν μαλακίες τα παιδιά τους και ησύχασαν που δεν ήταν βλαμμένα.

Και στα παιδιά λύθηκε επιτέλους η απορία τι στο διάολο έκαναν και έτρωγαν τόσες σφαλιάρες.

Το αξιοσημείωτο της όλης υπόθεσης είναι (και το επιβεβαιώνει η ίδια η ιστορία) η δημιουργία πέντε καθοριστικών “παρατράγουδων” άκρως εξαιρετικής σημασίας για το έθνος και τη χώρα:

Πρώτα το κόμπλεξ κατωτερότητας που έμεινε σ’ αυτά τα παιδιά. Και λίγο το κόμπλεξ, λίγο ο υποσιτισμός που δεν άφησε τον εγκέφαλό τους ν’ αναπτυχθεί κανονικά, τους γεννήθηκε η έμμονη ιδέα ν’ αποδείξουν ντε και καλά ότι δεν ήταν βλαμμένα. Έτσι όταν μεγάλωσαν φύγανε στο εξωτερικό και στις μεγάλες πόλεις για να δουλέψουν σκληρά, να βγάλουν λεφτά και να γίνουν σπουδαίοι άνθρωποι για να τους σέβονται και να τους υπολογίζουν όλοι. Το φαινόμενο της αστυφιλίας και της μετανάστευσης είχε βγει απ τ αυγό του.

Δεύτερο τις ψυχικές διαταραχές, που ξαναφρέσκαραν σε άτακτα χρονικά διαστήματα τα δυσάρεστα βιώματα του πρωκτικού σταδίου που είχαν συντελεστεί της περίοδο της γκρίζας μετεμφυλιακής πραγματικότητας και είχαν σαν αποτέλεσμα την έμμονη ιδέα της επιθυμίας για διαρκώς επαναλαμβανόμενη αφόδευση και την προσκόλληση στην τουαλέτα (το περίφημο “σύνδρομο του αποχωρητήριου”, ή αλλιώς “το σύνδρομο του κώλου”).

Τρίτο την αναπόφευκτη συνέπεια του κόμπλεξ κατωτερότητας και του συνδρόμου του κώλου, η οποία δεν ήταν άλλη απ’ την με γοργούς ρυθμούς άμεση κατασκευή χαμηλού κόστους κατοικιών με δικές τους τουαλέτες σε σύντομο χρονικό διάστημα, καθώς και η κατασκευή αποχωρητηρίων σε δημόσιους χώρους, κρατικά κτήρια, εκπαιδευτήρια κλπ προς εξυπηρέτηση και ικανοποίηση της τεράστιας ζήτησης που είχε δημιουργηθεί, αλλά και εξ αιτίας της μυθικής σημασίας που είχε αποκτήσει πλέον το χέσιμο για τον Ελληνικό λαό.

Η έκφραση ” θα σου κόψουν τον κώλο άμα σε πιάσουν” τότε άρχισε να κυκλοφορεί στην πιάτσα της καθομιλουμένης. Υποδήλωνε δηλαδή τον κίνδυνο της απώλειας του δικαιώματος στην αφόδευση σε περίπτωση που θα αποκαλυφθεί κάποια παρανομία ή παρέκκλιση απ’ το κοινωνικώς συμβατό.

Τέταρτο, πολλά από τα παιδιά εκείνα, στην ανάγκη τους να αποκαταστήσουν τον λεηλατημένο τους από τα χαρούπια ψυχισμό, τα εξωραϊσαν. Άρχισαν μετά από χρόνια να κυκλοφορούν μύθοι για τις ευεργετικές ιδιότητες των χαρουπιών, ότι δήθεν καταπολεμούν τη χοληστερόλη κι ότι έχουν πολλές βιταμίνες κι ένα σωρό ακόμα παπαριές.Ο χειρότερος όμως μύθος, είναι ότι δήθεν το χαρουπάλευρο μπορεί ν αντικαταστήσει επάξια το… κακάο κι ότι αντί για σοκολάτα μπορούμε άνετα να τρώμε αυτό το εμετικό εξάμβλωμα που λέγεται «χαρουπολάτα».

Άποψη την οποία συμμερίζονται και διάφοροι διανοητικά καθυστερημένοι νεοχίπηδες (σημειώστε ότι επί κατοχής, το αποτελεσματικότερο βασανιστήριο της Γκεστάπο δεν ήταν ούτε η φάλαγγα, ούτε η επί εικοσιτετραώρου βάσεως ακρόαση των ασμάτων της Σοφίας Βέμπο, ούτε η εξαγωγή οφθαλμών, αλλά η υποχρεωτική σίτιση των θυμάτων της με χαρουπολάτα. Γι αυτό και η πλειοψηφία εκ των αγωνιστών της εθνικής αντίστασης επέλεγαν το εκτελεστικό απόσπασμα προκειμένου να γλυτώσουν το τρομογόνο αυτό σκέυασμα, που ούτε κι ο πιο αρρωστημένος σεναριογράφος ταινιών θρίλερ δε θα μπορούσε να σκεφτεί ).

Πέμπτο και κυριότερο την δημιουργία μικροαστικής συνείδησης σχετιζόμενης με τον εξοπλισμό για την εκπλήρωση της αφόδευσης. Οι μαρμάρινοι νιπτήρες, οι χέστρες και οι μπιντέδες πολυτελείας, τα νίκελ καζανάκια, τα πλακάκια από γρανίτη, τα απαλά κωλόχαρτα κλπ, άρχισαν να γίνονται συνώνυμα του ευπορισμού και της καλοζωίας για ολοένα και μεγαλύτερο τμήμα των συμπατριωτών μας. Όλ’ αυτά είχαν σαν αποτέλεσμα την κατασκευαστική προχειρότητα, την άναρχη δόμηση και το μπάζωμα των ρεμάτων, την ανάπτυξη του κλάδου της οικοδομής ως βασικού πυλώνα της Ελληνικής οικονομίας και συνακόλουθα την ανάπτυξη όλων των παρεμφερών τεχνικών επαγγελμάτων, βιομηχανικών μονάδων, λατομείων και σχετιζόμενων εμπορικών δραστηριοτήτων.

Καταλάβατε τώρα γιατί υπήρχε και υπάρχει το φαινόμενο της εσωτερικής κι εξωτερικής μετανάστευσης και η ανάπτυξη (όσο και όπως) της Ελληνικής οικονομίας; Κι ύστερα γυρνάνε μερικοί κρετίνοι και μιλάνε για την ανεργία που μάστιζε τη χώρα τις δεκαετίες του ’50 και του ’60, για τις αλλαγές των κοινωνικών αξιών, για τον καπιταλισμό που είχε ανάγκη από εργατικά χέρια, ή γκρινιάζουν για τις πλημμύρες και το κυκλοφοριακό και τέτοια κουραφέξαλα.
Είναι ολοφάνερο ότι δε φταίει ο καπιταλισμός, αλλά τα χαρούπια!

Πλήθων Αδειανός
http://www.citypaper.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η Γνώμη Κιλκίς- Παιονίας διευκρινίζει στους αναγνώστες της ότι θεωρεί αυτονόητο το δικαίωμα του σχολιασμού και της κριτικής έκφρασης, όταν αυτό φυσικά δεν στοχεύει στην απαξίωση, στην ύβρη και στην προσβολή ατόμων και θεσμών.

Το αναγνωστικό κοινό θα πρέπει να γνωρίζει ότι η Γνώμη, επιδιώκοντας μια υγιή και αμφίδρομη επικοινωνία, δεν δημοσιεύει ανυπόγραφα σχόλια, αλλά ούτε και σχόλια ρατσιστικού, προσβλητικού και υβριστικού περιεχομένου.

Τα ενυπόγραφα άρθρα τέλος, εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας.