Η κρίση αναγκάζει πολλούς Έλληνες να σκεφθούν διαφορετικά και να στραφούν στις εξαγωγές. Αυτό ισχύει και για τα αγροτικά προϊόντα τα οποία όμως δύσκολα βρίσκουν το δρόμο προς τα σουπερμάρκετ.
Καμιά άλλη χώρα της ευρωζώνης δεν αύξησε τόσο πολύ τις εξαγωγές της στο πρώτο εξάμηνο του 2012 όσο η Ελλάδα. Σύμφωνα με τη Eurostat το ποσοστό αυτό κυμαίνεται στο 12%. Η κρίση αναγκάζει τους Έλληνες να στραφούν στις εξαγωγές και τα αγροτικά προϊόντα είναι ένας τομέας που ενδείκνυται. Από τη δεκαετία του 1980 ο τομέας της γεωργίας διαρκώς συρρικνώνεται. Οι εξαγωγές γεωργικών προϊόντων αντιπροσωπεύουν μόλις το ένα τέταρτο των συνολικών εξαγωγών.
Σύμφωνα με στοιχεία της γερμανικής Στατιστικής Υπηρεσίας οι εισαγωγές φαρμάκων από την Ελλάδα αντιστοιχούν στο 13,5% ενώ οι εισαγωγές για φέτα, λάδι, ελιές και ούζο αντιπροσωπεύουν μόλις το 7,5%. Δεν είναι ωστόσο εύκολο τα ελληνικά αγροτικά προϊόντα να βρουν το δρόμο για τα ράφια των γερμανικών σουπερμάρκετ. Αυτό ήταν και το θέμα ελληνογερμανικής εκδήλωσης του Ιδρύματος Κόνραντ Άντενάουρ πρόσφατα στο Λαγκαδά.
Τα ελληνικά προϊόντα για να μπορούν να είναι εξαγώγιμα θα πρέπει να διαθέτουν υψηλή ποιότητα, χαμηλή τιμή, να είναι διαθέσιμα σε μεγάλες ποσότητες και οι προϋποθέσεις αυτές να έχουν διάρκεια. Αυτά υποστηρίζει ο Γιόαχιμ Σαλίνσκι, ο οποίος έχει γράψει πολλά άρθρα στην εφημερίδα «Lebensmittel», τη μεγαλύτερη εφημερίδα του κλάδου:
«Όταν σκέφτομαι το θέμα ελληνικά κρασιά, αμέσως έρχεται στο μυαλό μου ότι είναι πάρα πολύ ακριβά. Είναι πράγματι πολύ καλά αλλά η αναλογία τιμής και ποιότητας δεν αντιστοιχεί. Δεν πληρώνω 18 ευρώ για ένα μπουκάλι κρασί, μόνο και μόνο γιατί οι ελληνικές δομές απαιτούν κάτι τέτοιο».
Καλή έρευνα αγοράς και συνεργασίεςΗ οικονομική κρίση έχει οδηγήσει πολλούς Έλληνες να επιστρέψουν στην ύπαιθρο. Ο αριθμός των ανθρώπων που ασχολούνται με τη γεωργία έχει αυξηθεί κατά 7% το τελευταίο διάστημα. Πολλοί από αυτούς διαθέτουν υψηλό μορφωτικό επίπεδο και έχουν στραφεί σε νέα προϊόντα όπως είναι τα σαλιγκάρια, τα μανιτάρια και η τρούφα.
Για τον Πέτρο Μιχελιδάκη, διευθυντή της ελληνικής αντιπροσωπείας στην έκθεση στο Ντίσελντορφ, θα πρέπει πρώτα να γίνει μια καλή έρευνα αγοράς και να διαπιστωθεί εάν τα προϊόντα αντιστοιχούν στην ποιότητα και στην αγορά και κατά δεύτερον να δημιουργηθούν συνεργασίες και συνεταιρισμοί που λειτουργούν.
Για τον Γιόαχιμ Σαλίνσκι σημαντικό είναι τα ελληνικά προϊόντα να αποκτήσουν ταυτότητα, όπως για παράδειγμα ροδάκινα από τη Βέροια, μήλα από το Πήλιο. Το να καταφέρουν να ξεχωρίζουν τα ελληνικά προϊόντα σε μια αγορά παγκοσμιοποιημένη, είναι η μόνη πιθανότητα να προωθηθούν στις αγορές του εξωτερικού:
«Σαν Γερμανοί καταναλωτές ίσως να δείχναμε μεγαλύτερη συμπάθεια για τα ελληνικά προϊόντα εάν μας ενημέρωναν για την προέλευσή τους και την αξία τους. Δεν συμβαίνει όμως κάτι τέτοιο».
Εάν κάποιος εξηγήσει τους λόγους για τους οποίους ένα ελληνικό προϊόν είναι ακριβότερο από κάποιο άλλο ίσως και να δεχθεί ο καταναλωτής να πληρώσει περισσότερα. Άλλωστε και ο ανταγωνισμός μεταξύ των σουπερμάρκετ είναι πολύ μεγάλος και είναι και αυτά αναγκασμένα να προσφέρουν ενδιαφέρουσες προσφορές.
Deutsche Welle
Παναγιώτης Κουπαράνης / Μαρία Ρηγούτσου
Υπεύθ. σύνταξης: Δήμητρα Κυρανούδη
Καμιά άλλη χώρα της ευρωζώνης δεν αύξησε τόσο πολύ τις εξαγωγές της στο πρώτο εξάμηνο του 2012 όσο η Ελλάδα. Σύμφωνα με τη Eurostat το ποσοστό αυτό κυμαίνεται στο 12%. Η κρίση αναγκάζει τους Έλληνες να στραφούν στις εξαγωγές και τα αγροτικά προϊόντα είναι ένας τομέας που ενδείκνυται. Από τη δεκαετία του 1980 ο τομέας της γεωργίας διαρκώς συρρικνώνεται. Οι εξαγωγές γεωργικών προϊόντων αντιπροσωπεύουν μόλις το ένα τέταρτο των συνολικών εξαγωγών.
Σύμφωνα με στοιχεία της γερμανικής Στατιστικής Υπηρεσίας οι εισαγωγές φαρμάκων από την Ελλάδα αντιστοιχούν στο 13,5% ενώ οι εισαγωγές για φέτα, λάδι, ελιές και ούζο αντιπροσωπεύουν μόλις το 7,5%. Δεν είναι ωστόσο εύκολο τα ελληνικά αγροτικά προϊόντα να βρουν το δρόμο για τα ράφια των γερμανικών σουπερμάρκετ. Αυτό ήταν και το θέμα ελληνογερμανικής εκδήλωσης του Ιδρύματος Κόνραντ Άντενάουρ πρόσφατα στο Λαγκαδά.
Τα ελληνικά προϊόντα για να μπορούν να είναι εξαγώγιμα θα πρέπει να διαθέτουν υψηλή ποιότητα, χαμηλή τιμή, να είναι διαθέσιμα σε μεγάλες ποσότητες και οι προϋποθέσεις αυτές να έχουν διάρκεια. Αυτά υποστηρίζει ο Γιόαχιμ Σαλίνσκι, ο οποίος έχει γράψει πολλά άρθρα στην εφημερίδα «Lebensmittel», τη μεγαλύτερη εφημερίδα του κλάδου:
«Όταν σκέφτομαι το θέμα ελληνικά κρασιά, αμέσως έρχεται στο μυαλό μου ότι είναι πάρα πολύ ακριβά. Είναι πράγματι πολύ καλά αλλά η αναλογία τιμής και ποιότητας δεν αντιστοιχεί. Δεν πληρώνω 18 ευρώ για ένα μπουκάλι κρασί, μόνο και μόνο γιατί οι ελληνικές δομές απαιτούν κάτι τέτοιο».
Καλή έρευνα αγοράς και συνεργασίεςΗ οικονομική κρίση έχει οδηγήσει πολλούς Έλληνες να επιστρέψουν στην ύπαιθρο. Ο αριθμός των ανθρώπων που ασχολούνται με τη γεωργία έχει αυξηθεί κατά 7% το τελευταίο διάστημα. Πολλοί από αυτούς διαθέτουν υψηλό μορφωτικό επίπεδο και έχουν στραφεί σε νέα προϊόντα όπως είναι τα σαλιγκάρια, τα μανιτάρια και η τρούφα.
Για τον Πέτρο Μιχελιδάκη, διευθυντή της ελληνικής αντιπροσωπείας στην έκθεση στο Ντίσελντορφ, θα πρέπει πρώτα να γίνει μια καλή έρευνα αγοράς και να διαπιστωθεί εάν τα προϊόντα αντιστοιχούν στην ποιότητα και στην αγορά και κατά δεύτερον να δημιουργηθούν συνεργασίες και συνεταιρισμοί που λειτουργούν.
Για τον Γιόαχιμ Σαλίνσκι σημαντικό είναι τα ελληνικά προϊόντα να αποκτήσουν ταυτότητα, όπως για παράδειγμα ροδάκινα από τη Βέροια, μήλα από το Πήλιο. Το να καταφέρουν να ξεχωρίζουν τα ελληνικά προϊόντα σε μια αγορά παγκοσμιοποιημένη, είναι η μόνη πιθανότητα να προωθηθούν στις αγορές του εξωτερικού:
«Σαν Γερμανοί καταναλωτές ίσως να δείχναμε μεγαλύτερη συμπάθεια για τα ελληνικά προϊόντα εάν μας ενημέρωναν για την προέλευσή τους και την αξία τους. Δεν συμβαίνει όμως κάτι τέτοιο».
Εάν κάποιος εξηγήσει τους λόγους για τους οποίους ένα ελληνικό προϊόν είναι ακριβότερο από κάποιο άλλο ίσως και να δεχθεί ο καταναλωτής να πληρώσει περισσότερα. Άλλωστε και ο ανταγωνισμός μεταξύ των σουπερμάρκετ είναι πολύ μεγάλος και είναι και αυτά αναγκασμένα να προσφέρουν ενδιαφέρουσες προσφορές.
Deutsche Welle
Παναγιώτης Κουπαράνης / Μαρία Ρηγούτσου
Υπεύθ. σύνταξης: Δήμητρα Κυρανούδη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η Γνώμη Κιλκίς- Παιονίας διευκρινίζει στους αναγνώστες της ότι θεωρεί αυτονόητο το δικαίωμα του σχολιασμού και της κριτικής έκφρασης, όταν αυτό φυσικά δεν στοχεύει στην απαξίωση, στην ύβρη και στην προσβολή ατόμων και θεσμών.
Το αναγνωστικό κοινό θα πρέπει να γνωρίζει ότι η Γνώμη, επιδιώκοντας μια υγιή και αμφίδρομη επικοινωνία, δεν δημοσιεύει ανυπόγραφα σχόλια, αλλά ούτε και σχόλια ρατσιστικού, προσβλητικού και υβριστικού περιεχομένου.
Τα ενυπόγραφα άρθρα τέλος, εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας.