Μαθήτρια Α' Τάξης του 2ου Πειραματικού Γυμνασίου Κιλκίς
Οδός 21ης Ιουνίου, το όνομα της κεντρικότερης οδού της πόλης του Κιλκίς. Δεν είναι τυχαίο! Τότε, δηλαδή την 21 Ιουνίου 1913 έγινε η φονικότερη μάχη των Βαλκανικών πολέμων, η μάχη Κιλκίς-Λαχανά. Ήταν μια Ελληνοβουλγαρική ένοπλη σύγκρουση κατά τη διάρκεια του Β’ Βαλκανικού πολέμου. Η έκβαση της άνοιξε το δρόμο για την απελευθέρωση της Ανατολικής Μακεδονίας. Μετά απ’ αυτήν οι φιλοδοξίες των Βουλγάρων για κατάκτηση της Θεσσαλονίκης και η δημιουργία της Μεγάλης Βουλγαρίας κατέρρευσαν. Όμως πώς φτάσαμε, σε αυτήν την μάχη;
Στη διάρκεια του Α΄ Βαλκανικού πολέμου, όταν απελευθερώθηκε η Θεσσαλονίκη στις 26 Οκτωβρίου 1912, το Κιλκίς κατέλαβαν οι Βούλγαροι. Ήταν μια καλή στρατηγική θέση γι’ αυτούς αφού οι βλέψεις των Βουλγάρων ήταν ανέκαθεν το λιμάνι της Θεσσαλονίκης. Τότε, δηλαδή το 1912, το Κιλκίς είχε μόνο 30 ελληνικές οικογένειες αφού υπήρξε άντρο κομιτατζήδων. Από την ημέρα της κατάληψής του, οι Βούλγαροι πραγματοποιήσαν ένα εκτεταμένο δίκτυο οχυρωματικών. Τα οχυρωματικά έργα των Βουλγάρων στο Κιλκίς είχαν έκταση 10χλμ. και βάθος έξι χιλιόμετρα. Κρατώντας αυτήν την γραμμή οι Βούλγαροι προφυλάσσουν τις Σέρρες, το Σιδηρόκαστρο, τη Δοϊράνη και τη Γευγελή, διατηρούν τις γέφυρες του Στρυμόνα, που έχουν σημασία για τον εφοδιασμό τους και εξασφαλίζουν την υποχώρησή τους μέσω της Στρώμνιτσας σε περίπτωση ανάγκης.
Η Ελλάδα και η Σερβία, τον Μάιο του 1913 συμφώνησαν σε αμυντική συμμαχία, όμως η Βουλγαρία είχε αποφασίσει να επιτεθεί αιφνιδιαστικά κατά του ελληνικού και σέρβικου στρατού. Στις 16 προς 17 Ιουνίου οι Βούλγαροι-χωρίς να κηρύξουν επίσημα τον πόλεμο-επιτέθηκαν αιφνιδιαστικά και εγκαταστάθηκαν στη γραμμή Κιλκίς- Λαχανά. Στόχος ήταν η Θεσσαλονίκη αλλά οι Σέρβοι ανέκοψαν την πορεία τους πέρα από τον Αξιό. Αναγκάστηκαν λοιπόν να εγκατασταθούν στα γύρω υψώματα, στη γραμμή Κιλκίς- Λαχανά.
Η ελληνική επίθεση εκδηλώθηκε το πρωί της 19ης Ιουνίου 1913, σύμφωνα με το επιτελικό σχέδιο. Η 1η και η 6η Μεραρχία έκαναν επίθεση στον ορεινό όγκο του Λαχανά, η 2η, η 3η, η 4η και η 5η διατέθηκαν για τη βασική επίθεση στο Κιλκίς. Η 10η Μεραρχία με διοικητή τον συνταγματάρχη Παρασκευόπουλο επιτέθηκε στα υψώματα του Καλίνοβο. Μια ταξιαρχία ιππικού συνέδεε τις τέσσερις μεραρχίες του κέντρου. Η ελληνική δύναμη ανερχόταν σε 117.861 άνδρες και 176 κανόνια.
Οι Βούλγαροι με τη 2η Στρατιά και στρατηγό τον Ιβάνωφ ήταν πάνω από 40.000. Παρόλες τις νίκες του ελληνικού στρατού, το Κιλκίς βρισκόταν ακόμα στα χέρια του Βουλγάρων. Γεμάτος ανησυχία ο Αρχιστράτηγος Κωσταντίνος, στέλνει προς όλες τις μεραρχίες την ιστορική διαταγή, που δείχνει το βάθος της ανησυχίας αλλά και το πείσμα και τη θέληση για νίκη «ΑΥΡΙΟ ΑΞΙΩ ΤΗΝ ΠΤΩΣΙΝ ΤΟΥ ΚΙΛΚΙΣ». Τα χαράματα της 21ης Ιουνίου του 1913, ώρα 3:30, αρχίζει η γενικευμένη ελληνική επίθεση προς το Κιλκίς. Μετά από σκληρό αγώνα, κυριεύεται η πρώτη γραμμή άμυνας. Με λόγχες επιτίθενται οι Έλληνες εναντίον της δεύτερης γραμμής. Στις 05:00 το πρωί προχωρούν οι Έλληνες εναντίον της τρίτης γραμμής. Στις 16:00 ο Ελληνικός στρατός μπήκε στον Λαχανά καταδιώκοντας τα Βουλγαρικά στρατεύματα μέχρι τα τελευταία υψώματα της κοιλάδας του Στρυμόνα.
Το ισοπεδωμένο Κιλκίς ήταν πια υπό ελληνικό έλεγχο. Το τηλεγράφημα του Έλληνα επιτελάρχη αντιστράτηγου Βίκτωρ Δουσμάνη προς τον Πρωθυπουργό Βενιζέλο αμέσως μετά την επικράτηση των ελληνικών όπλων έλεγε : «Μετά χαράς αναγγέλλω την κατάληψιν του Κιλκίς μετά τριήμερον σφοδρόν αγώνα. Ο εχθρός καταδιώκεται καταπόδας. Ηθικόν στρατού μας έκτακτον».
Η ελληνική νίκη ήταν σπουδαία, από κάθε άποψη, αλλά το κόστος σε αίμα βαρύ. Οι απώλειες του ελληνικού στρατού ήταν 8.828 νεκροί και τραυματίες. Τέσσερις διοικητές συνταγμάτων έχασαν τη ζωή τους στην μάχη.
Τα στρατιωτικά πρακτικά κάνουν λόγο για 5.652 άνδρες εκτός μάχης. Ιδιαίτερα υψηλές μάλιστα ήταν οι απώλεια σε αξιωματικούς που ηγούνταν των μονάδων τους, πολλοί από τους οποίους ήταν νεοσύλλεκτοι. Ο στρατηγός Στέφανος Σαράφης δίνει μια εξήγηση στα απομνημονεύματα του : «Οι Βούλγαροι είχαν ορίσει καλούς σκοπευτές για να χτυπούν ειδικά τους αξιωματικούς που φαίνονταν γιατί γυάλιζαν τα χρυσά γαλόνια στο καπέλο και στις επωμίδες. Ύστερα από αυτό διατάχθηκε όλοι οι βαθμοφόροι να βγάλουν τα διακριτικά τους για να μη γνωρίζονται από μακριά» .
Σύμφωνα με τον Σπύρο Μελά στην αποφασιστική μάχη Κιλκίς - Λάχανά έχασαν τη ζωή τους διοικητές συνταγμάτων και ταγμάτων: Παπακυριαζής, Καμπάνης, Καραγιαννόπουλος, Καμάρας, Κορομηλάς, Διαλέττης. Έπεσαν επίσης οι ταγματάρχες Κουτήφαρης, Κατσιμήδης, Ιατρίδης και Χατζόπουλος.
Στη μάχη Κιλκίς – Λάχανά είχε πάρει μέρος και ο μετέπειτα διάσημος συγγραφέας Στρατής Μυριβήλης και μάλιστα τραυματίστηκε σοβαρά στο πόδι. Ενδεικτική της σφοδρότητας αυτής της μάχης υπήρξε η δήλωση του Νικολάου Ιβανώφ, αντιστράτηγου και διοικητή της 2ης Βουλγαρικής στρατιάς μετά την ήττα στο Κιλκίς :«Όλα τα είχα προβλέψει, τα είχα σκεφθεί όλα εκτός από την τρέλα των Ελλήνων». Οι απώλειες από τη Βουλγαρική πλευρά αν και όχι εξακριβωμένες ήταν 6.971 νεκροί και τραυματίες και 2.500 αιχμάλωτοι.
Μετά την μάχη ξέσπασε μεγάλη αντιπαράθεση για τις εκτεταμένες καταστροφές που προκλήθηκαν στο Κιλκίς. Η Βουλγαρική πλευρά κατηγόρησε τους Έλληνες ότι πυρπόλησαν την πόλη, ενώ το ελληνικό στρατηγείο υποστήριζε ότι την πόλη πυρπόλησαν οι υποχωρούσες Βουλγαρικές δυνάμεις. Σύμφωνα μάλιστα με τον ανταποκριτή των Τάιμς του Λονδίνου Κρόφορντ Πράις «Η πόλις του Κιλκίς εκαίετο ήδη όταν είχαν εισέλθει εις αυτήν οι Έλληνες, συνεπεία του πυρός του πυροβολικού – γεγονός άξιον ιδιαιτέρας προσοχής, αφού ακολούθως υπεστηρίχθει ότι δήθεν επυρπολήθη υπό του νικηφόρου στρατού».
Μέσα λοιπόν σε αυτά τα αποκαΐδια μεγάλη η νίκη, πολλές όμως οι απώλειες. Η μάχη Κιλκίς- Λάχανά υπήρξε η πιο αιματηρή των Βαλκανικών πολέμων, άνοιξε όμως το δρόμο για απελευθέρωση άλλων υπόδουλων περιοχών της Ελλάδας και το πιο σημαντικό δεν επέτρεψε στους Βούλγαρους να υλοποιήσουν το όνειρο της «Μεγάλης Βουλγαρίας».
Οδός 21ης Ιουνίου, το όνομα της κεντρικότερης οδού της πόλης του Κιλκίς. Δεν είναι τυχαίο! Τότε, δηλαδή την 21 Ιουνίου 1913 έγινε η φονικότερη μάχη των Βαλκανικών πολέμων, η μάχη Κιλκίς-Λαχανά. Ήταν μια Ελληνοβουλγαρική ένοπλη σύγκρουση κατά τη διάρκεια του Β’ Βαλκανικού πολέμου. Η έκβαση της άνοιξε το δρόμο για την απελευθέρωση της Ανατολικής Μακεδονίας. Μετά απ’ αυτήν οι φιλοδοξίες των Βουλγάρων για κατάκτηση της Θεσσαλονίκης και η δημιουργία της Μεγάλης Βουλγαρίας κατέρρευσαν. Όμως πώς φτάσαμε, σε αυτήν την μάχη;
Στη διάρκεια του Α΄ Βαλκανικού πολέμου, όταν απελευθερώθηκε η Θεσσαλονίκη στις 26 Οκτωβρίου 1912, το Κιλκίς κατέλαβαν οι Βούλγαροι. Ήταν μια καλή στρατηγική θέση γι’ αυτούς αφού οι βλέψεις των Βουλγάρων ήταν ανέκαθεν το λιμάνι της Θεσσαλονίκης. Τότε, δηλαδή το 1912, το Κιλκίς είχε μόνο 30 ελληνικές οικογένειες αφού υπήρξε άντρο κομιτατζήδων. Από την ημέρα της κατάληψής του, οι Βούλγαροι πραγματοποιήσαν ένα εκτεταμένο δίκτυο οχυρωματικών. Τα οχυρωματικά έργα των Βουλγάρων στο Κιλκίς είχαν έκταση 10χλμ. και βάθος έξι χιλιόμετρα. Κρατώντας αυτήν την γραμμή οι Βούλγαροι προφυλάσσουν τις Σέρρες, το Σιδηρόκαστρο, τη Δοϊράνη και τη Γευγελή, διατηρούν τις γέφυρες του Στρυμόνα, που έχουν σημασία για τον εφοδιασμό τους και εξασφαλίζουν την υποχώρησή τους μέσω της Στρώμνιτσας σε περίπτωση ανάγκης.
Η Ελλάδα και η Σερβία, τον Μάιο του 1913 συμφώνησαν σε αμυντική συμμαχία, όμως η Βουλγαρία είχε αποφασίσει να επιτεθεί αιφνιδιαστικά κατά του ελληνικού και σέρβικου στρατού. Στις 16 προς 17 Ιουνίου οι Βούλγαροι-χωρίς να κηρύξουν επίσημα τον πόλεμο-επιτέθηκαν αιφνιδιαστικά και εγκαταστάθηκαν στη γραμμή Κιλκίς- Λαχανά. Στόχος ήταν η Θεσσαλονίκη αλλά οι Σέρβοι ανέκοψαν την πορεία τους πέρα από τον Αξιό. Αναγκάστηκαν λοιπόν να εγκατασταθούν στα γύρω υψώματα, στη γραμμή Κιλκίς- Λαχανά.
Η ελληνική επίθεση εκδηλώθηκε το πρωί της 19ης Ιουνίου 1913, σύμφωνα με το επιτελικό σχέδιο. Η 1η και η 6η Μεραρχία έκαναν επίθεση στον ορεινό όγκο του Λαχανά, η 2η, η 3η, η 4η και η 5η διατέθηκαν για τη βασική επίθεση στο Κιλκίς. Η 10η Μεραρχία με διοικητή τον συνταγματάρχη Παρασκευόπουλο επιτέθηκε στα υψώματα του Καλίνοβο. Μια ταξιαρχία ιππικού συνέδεε τις τέσσερις μεραρχίες του κέντρου. Η ελληνική δύναμη ανερχόταν σε 117.861 άνδρες και 176 κανόνια.
Οι Βούλγαροι με τη 2η Στρατιά και στρατηγό τον Ιβάνωφ ήταν πάνω από 40.000. Παρόλες τις νίκες του ελληνικού στρατού, το Κιλκίς βρισκόταν ακόμα στα χέρια του Βουλγάρων. Γεμάτος ανησυχία ο Αρχιστράτηγος Κωσταντίνος, στέλνει προς όλες τις μεραρχίες την ιστορική διαταγή, που δείχνει το βάθος της ανησυχίας αλλά και το πείσμα και τη θέληση για νίκη «ΑΥΡΙΟ ΑΞΙΩ ΤΗΝ ΠΤΩΣΙΝ ΤΟΥ ΚΙΛΚΙΣ». Τα χαράματα της 21ης Ιουνίου του 1913, ώρα 3:30, αρχίζει η γενικευμένη ελληνική επίθεση προς το Κιλκίς. Μετά από σκληρό αγώνα, κυριεύεται η πρώτη γραμμή άμυνας. Με λόγχες επιτίθενται οι Έλληνες εναντίον της δεύτερης γραμμής. Στις 05:00 το πρωί προχωρούν οι Έλληνες εναντίον της τρίτης γραμμής. Στις 16:00 ο Ελληνικός στρατός μπήκε στον Λαχανά καταδιώκοντας τα Βουλγαρικά στρατεύματα μέχρι τα τελευταία υψώματα της κοιλάδας του Στρυμόνα.
Το ισοπεδωμένο Κιλκίς ήταν πια υπό ελληνικό έλεγχο. Το τηλεγράφημα του Έλληνα επιτελάρχη αντιστράτηγου Βίκτωρ Δουσμάνη προς τον Πρωθυπουργό Βενιζέλο αμέσως μετά την επικράτηση των ελληνικών όπλων έλεγε : «Μετά χαράς αναγγέλλω την κατάληψιν του Κιλκίς μετά τριήμερον σφοδρόν αγώνα. Ο εχθρός καταδιώκεται καταπόδας. Ηθικόν στρατού μας έκτακτον».
Η ελληνική νίκη ήταν σπουδαία, από κάθε άποψη, αλλά το κόστος σε αίμα βαρύ. Οι απώλειες του ελληνικού στρατού ήταν 8.828 νεκροί και τραυματίες. Τέσσερις διοικητές συνταγμάτων έχασαν τη ζωή τους στην μάχη.
Τα στρατιωτικά πρακτικά κάνουν λόγο για 5.652 άνδρες εκτός μάχης. Ιδιαίτερα υψηλές μάλιστα ήταν οι απώλεια σε αξιωματικούς που ηγούνταν των μονάδων τους, πολλοί από τους οποίους ήταν νεοσύλλεκτοι. Ο στρατηγός Στέφανος Σαράφης δίνει μια εξήγηση στα απομνημονεύματα του : «Οι Βούλγαροι είχαν ορίσει καλούς σκοπευτές για να χτυπούν ειδικά τους αξιωματικούς που φαίνονταν γιατί γυάλιζαν τα χρυσά γαλόνια στο καπέλο και στις επωμίδες. Ύστερα από αυτό διατάχθηκε όλοι οι βαθμοφόροι να βγάλουν τα διακριτικά τους για να μη γνωρίζονται από μακριά» .
Σύμφωνα με τον Σπύρο Μελά στην αποφασιστική μάχη Κιλκίς - Λάχανά έχασαν τη ζωή τους διοικητές συνταγμάτων και ταγμάτων: Παπακυριαζής, Καμπάνης, Καραγιαννόπουλος, Καμάρας, Κορομηλάς, Διαλέττης. Έπεσαν επίσης οι ταγματάρχες Κουτήφαρης, Κατσιμήδης, Ιατρίδης και Χατζόπουλος.
Στη μάχη Κιλκίς – Λάχανά είχε πάρει μέρος και ο μετέπειτα διάσημος συγγραφέας Στρατής Μυριβήλης και μάλιστα τραυματίστηκε σοβαρά στο πόδι. Ενδεικτική της σφοδρότητας αυτής της μάχης υπήρξε η δήλωση του Νικολάου Ιβανώφ, αντιστράτηγου και διοικητή της 2ης Βουλγαρικής στρατιάς μετά την ήττα στο Κιλκίς :«Όλα τα είχα προβλέψει, τα είχα σκεφθεί όλα εκτός από την τρέλα των Ελλήνων». Οι απώλειες από τη Βουλγαρική πλευρά αν και όχι εξακριβωμένες ήταν 6.971 νεκροί και τραυματίες και 2.500 αιχμάλωτοι.
Μετά την μάχη ξέσπασε μεγάλη αντιπαράθεση για τις εκτεταμένες καταστροφές που προκλήθηκαν στο Κιλκίς. Η Βουλγαρική πλευρά κατηγόρησε τους Έλληνες ότι πυρπόλησαν την πόλη, ενώ το ελληνικό στρατηγείο υποστήριζε ότι την πόλη πυρπόλησαν οι υποχωρούσες Βουλγαρικές δυνάμεις. Σύμφωνα μάλιστα με τον ανταποκριτή των Τάιμς του Λονδίνου Κρόφορντ Πράις «Η πόλις του Κιλκίς εκαίετο ήδη όταν είχαν εισέλθει εις αυτήν οι Έλληνες, συνεπεία του πυρός του πυροβολικού – γεγονός άξιον ιδιαιτέρας προσοχής, αφού ακολούθως υπεστηρίχθει ότι δήθεν επυρπολήθη υπό του νικηφόρου στρατού».
Μέσα λοιπόν σε αυτά τα αποκαΐδια μεγάλη η νίκη, πολλές όμως οι απώλειες. Η μάχη Κιλκίς- Λάχανά υπήρξε η πιο αιματηρή των Βαλκανικών πολέμων, άνοιξε όμως το δρόμο για απελευθέρωση άλλων υπόδουλων περιοχών της Ελλάδας και το πιο σημαντικό δεν επέτρεψε στους Βούλγαρους να υλοποιήσουν το όνειρο της «Μεγάλης Βουλγαρίας».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η Γνώμη Κιλκίς- Παιονίας διευκρινίζει στους αναγνώστες της ότι θεωρεί αυτονόητο το δικαίωμα του σχολιασμού και της κριτικής έκφρασης, όταν αυτό φυσικά δεν στοχεύει στην απαξίωση, στην ύβρη και στην προσβολή ατόμων και θεσμών.
Το αναγνωστικό κοινό θα πρέπει να γνωρίζει ότι η Γνώμη, επιδιώκοντας μια υγιή και αμφίδρομη επικοινωνία, δεν δημοσιεύει ανυπόγραφα σχόλια, αλλά ούτε και σχόλια ρατσιστικού, προσβλητικού και υβριστικού περιεχομένου.
Τα ενυπόγραφα άρθρα τέλος, εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας.