Κείμενο: Όμηρος Ταχμαζίδης
“Προπαγάνδα: αγέλη σαρκοβόρων λέξεων”
Όμηρος Ταχμαζίδης
Υλικά φιλοσοφικής γραφής
Θεσσαλονίκη 2007
Το ελληνικό σύστημα πληροφόρησης είναι το μέγα πρόβλημα της ελληνικής κοινωνίας: ακόμη και ετούτη τη στιγμή που τα οικονομικά δεσπόζουν ως δημόσια αγωνία στην καθημερινότητα των πολιτών, οι συνθήκες ενημέρωσης δεν προμηνύουν πολιτική ανάκαμψη και ηθική ανάταση του τόπου. Κι ας θεωρούνται αυτές ως βασικές προϋποθέσεις για να αποτινάξει ένας λαός το ζυγό της “παγίδας του χρέους” .
Αυτό το σύντομο προοίμιο θέλει να προλειάνει το έδαφος για μια δημόσια πολεμική εναντίον ενός τύπου τυχοδιωκτικής δημοσιογραφίας και δημοσιολογίας, η οποία στην προσπάθεια της να στιγματίσει έναν πολιτικό αντίπαλο μετέρχεται τα πιο “ανόητα” και ανήθικα μέσα: η ανεπάρκειά της καταγράφεται, συν τοις άλλοις, και ως αδυναμία επινόησης μιας πειστικής προπαγανδιστικής ρητορείας κατά υπαρκτών και ανύπαρκτων αντίμαχων.
Στην εφημερίδα “ΤΟ ΒΗΜΑ της Κυριακής” (26-7-2015) δημοσιεύτηκε στη μόνιμη στήλη με την επωνυμία “Γνώμη” ένα κείμενο-σχόλιο του δημοσιογράφου Ανδρέα Στ. Ψυχάρη, στο οποίο ο αρθρογράφος ασκεί, κατά την αντίληψή του, “κριτική” στην πρόεδρο της Βουλής Ζωή Κωνσταντοπούλου. Ακόμη και ο τίτλος προμηνύει κάτι από την “άστοχη” επιχειρηματολογία του αρθρογράφου, “Μεταξύ Χίτλερ και Καραγκιόζη”.
Από την πρώτη αράδα του άρθρου ο αναγνώστης θα αντιμετωπίσει τη θολούρα των συλλογισμών του Ανδρέα Στ. Ψυχάρη και θα δυσκολευτεί να εμβαθύνει σε ισχυρισμούς σαν τον ακόλουθο: “Η κυρία Κωνσταντοπούλου αποδεικνύει ότι έχει μελετήσει την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία”. Ας υποθέσουμε, ότι αυτό ισχύει, και ας κάνουμε ένα νοητικό άλμα στο κενό διερωτώμενοι για την ενδεχόμενη σημασία που μπορεί να έχει αυτό στην πολιτική πρακτική της γυναίκας πολιτικού: τι σημαίνει η γνώση της ιστορίας του χιτλερισμού για την πρόεδρο της Ελληνικής Βουλής σήμερα;
Σύμφωνα με την “εμβριθή” ανάλυση του Ανδρέα Στ. Ψυχάρη η πρόεδρος της Βουλής στοχεύει στη λεηλασία των ψήφων (“να αποσπάσει τους ψηφοφόρους”) του νεοχιτλερικού μορφώματος μέσω συγκεκριμένης στρατηγικής: “Η κύρια στρατηγική που ξεδιπλώνει σε καθημερινή βάση αντιγράφει πιστά αυτήν των ανθρωπόμορφων ναζιστικών καρικατούρων που κατάφεραν να αιματοκυλίσουν την Ευρώπη”.
Ο Ανδρέας Στ. Ψυχάρης δεν τεκμηριώνει τον κάπως “ψυχεδελικό” ισχυρισμό του περί “πιστής” αντιγραφής των πρακτικών των χιτλερικών, αντ΄ αυτού αυθαιρετεί διαρκώς βιάζοντας και τα ιστορικά δεδομένα και τον κοινό νου - ακόμη και του πιο καλόπιστου αναγνώστη. Ο άνθρωπος είτε είναι εντελώς άσχετος επί του ιστορικού παραδείγματος στο οποίο αναφέρεται, είτε είναι ένας, άνευ λόγου και αιτίας, εμπαθής μωρός από εκείνους που ευδοκιμούν στη διανοητική ξηρασία του πολιτικού πολιτισμού των ημερών μας.
Ο ισχυρισμός του αρθρογράφου της “αστικής” εφημερίδας ότι “η κυρία Κωνσταντοπούλου έχει αντιγράψει” τις πρακτικές του Αδόλφου Χίτλερ, δεν προδίδει μόνο κουτοπονηριά και έλλειψη γνώσεων, αλλά την έπαρση και την πτωχοαλαζονεία, όλων εκείνων των μετεχόντων στον σκληρό πυρήνα του διεφθαρμένου συστήματος πληροφόρησης, οι οποίοι θεωρούν ότι μπορούν να κόβουν και να ράβουν την πραγματικότητα στα μέτρα των επιθυμιών και των στοχεύσεων τους. Η Ελληνική Δημοκρατία, όμως, μπορεί να αντέξει τις “παραξενιές” και την “εκκεντρικότητα” της προέδρου της Βουλής – η εκκεντρικότητα ήταν ένα στοιχείο που εκθείαζε ήδη από τον 19ο αιώνα ο Τζον Στιούαρτ Μιλ- και ακόμη περισσότερο, μπορεί να αντέξει, την αήθη προσπάθεια διάβρωσης των θεσμών της, υπό το πρόσχημα της κριτικής, από διάφορους ημιμαθείς ιστορικώς και εμπαθείς πολιτικώς δημοσιογραφούντες και δημοσιολογούντες.
Ο Ανδρέας Στ. Ψυχάρης συνοψίζει την ιστορική πρακτική του Γερμανού “φύρερ”, την οποία, κατά τον ισχυρισμό του, μιμείται και αντιγράφει η πρόεδρος της Βουλής των Ελλήνων: “Ο Χίτλερ ξεκίνησε τον >αγώνα< του ισχυριζόμενος ότι το χρέος της Γερμανίας προς την Γαλλία ήταν παράνομο και επονείδιστο. Παράλληλα ξεκίνησε μια επίθεση στους Εβραίους με τον ισχυρισμό ότι πλούτιζαν εις βάρος των Γερμανών, προσπαθούσε να τρομοκρατήσει τον κρατικό μηχανισμό, απειλούσε τους δημοσιογράφους και τους πολιτικούς. Κύριο επιχείρημα του Χίτλερ ήταν η κατάλυση της Δημοκρατίας!”
Και με βάση αυτές τις συγκρίσεις ο αρθρογράφος καταλήγει στο συμπέρασμα ότι «το Άγος της Βουλής δεν θα καταφέρει να γίνει Χίτλερ…»: ο δημοκρατισμός των ηλιθίων δίνει τη δική του παράσταση στην κεντρική πολιτική σκηνή των Αθηνών…
Όταν συμπυκνώνεται η ιστορική ύβρις και οι ύβρεις εναντίον πολιτικών προσώπων με τόσο εύκολο και χυδαίο τρόπο, θα πρέπει να ανησυχούμε. Η πρόεδρος της Βουλής δεν είναι αρεστή σε πάρα πολλούς πολιτικούς και πολίτες αυτής της χώρας, αλλά η δημοσίευση σε ευρείας κυκλοφορίας φύλλο ενός τέτοιου κειμένου, αποτελεί ύβρι για όλο τον ελληνικό λαό και την ελληνική δημοκρατία: δεν πρόκειται για κριτική, ούτε καν για πολεμική, αλλά για κακόβουλη πολιτική ασχήμια πρώτου μεγέθους – εάν το κείμενο αναρτιόταν στο διαδίκτυο ή δημοσιεύονταν σε κάποιο περιθωριακό έντυπο δε θα το σχολιάζαμε καν, αλλά εδώ ισχύει η ρήση “το μέσο είναι το μήνυμα”. Η περίφημη φράση του Marshall McLuhan, συνοψίζει κάτι πολύ σημαντικό: είναι το μέσο που καθορίζει την ισχύ του μηνύματος και όχι αντιστρόφως. Κάτι αντίστοιχο ισχύει και με το άρθρο στο οποίο αναφερόμαστε: είναι το μέσο που δίνει αξία στο περιεχόμενό του και δεν είναι το περιεχόμενο αυτό καθ΄ εαυτό που έχει αξία μηνύματος.
Είναι η εφημερίδα (“το μέσο”) που προσθέτει αξία σε ένα καχεκτικό από κάθε άποψη κείμενο: ο αρθρογράφος “γράφει καλά” γιατί “γράφει στο ΒΗΜΑ” και η άποψή του έχει αξία, γιατί ρέει στη δημοσιότητα μέσα από το δίαυλο μιας εφημερίδας με υψηλή κυκλοφορία – στην πραγματικότητα πρόκειται για μια περιθωριακή χαμηλού επιπέδου “ανάλυση”, η αρνητική αξία της οποίας έγκειται στο γεγονός ότι με πρόφαση την απαξίωση του υποτιθέμενου αντίμαχου διαβρώνεται το θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας του δημοκρατικού πολιτεύματος. Και αυτό γίνεται από τη “μέση”, το “κέντρο” της κοινωνίας: είναι αυτό το εξτρεμιστικό κέντρο που κατέστρεψε τη χώρα και την οδήγησε στα σημερινά χάλια – στην ίδια τροχιά κινείται και ο Ανδρέας Στ. Ψυχάρης, ένας αδαής και ανεύθυνος εξτρεμιστής ενός ασπόνδυλου, πολιτικώς και ηθικώς, “κέντρου” που έχει κάνει σχολή και αποσαρθρώνει διαρκώς τους δημοκρατικούς θεσμούς εκ των έσω. Οι κατά καιρούς διάφορες αιχμές της προέδρου της Βουλής γίνονται εξαιρετικώς ενοχλητικές, όταν υπενθυμίζουν στους κατ΄ επίφαση δημοκράτες τις ελλείψεις και τις ακρότητές τους: αμήχανοι αναζητούν καταφύγιο σε διάφορες εκδοχές λαϊκισμού και διανοητικής χυδαιότητας – όχι η Ελληνική Δημοκρατία και οι θεσμικοί της εκπρόσωποι δεν έχουν καμία σχέση με τον χιτλερισμό και όποιος γράφει τέτοια πράγματα εκτός από κακοήθης είναι και πολιτικώς ηλίθιος.
Αυτό το σύντομο προοίμιο θέλει να προλειάνει το έδαφος για μια δημόσια πολεμική εναντίον ενός τύπου τυχοδιωκτικής δημοσιογραφίας και δημοσιολογίας, η οποία στην προσπάθεια της να στιγματίσει έναν πολιτικό αντίπαλο μετέρχεται τα πιο “ανόητα” και ανήθικα μέσα: η ανεπάρκειά της καταγράφεται, συν τοις άλλοις, και ως αδυναμία επινόησης μιας πειστικής προπαγανδιστικής ρητορείας κατά υπαρκτών και ανύπαρκτων αντίμαχων.
Στην εφημερίδα “ΤΟ ΒΗΜΑ της Κυριακής” (26-7-2015) δημοσιεύτηκε στη μόνιμη στήλη με την επωνυμία “Γνώμη” ένα κείμενο-σχόλιο του δημοσιογράφου Ανδρέα Στ. Ψυχάρη, στο οποίο ο αρθρογράφος ασκεί, κατά την αντίληψή του, “κριτική” στην πρόεδρο της Βουλής Ζωή Κωνσταντοπούλου. Ακόμη και ο τίτλος προμηνύει κάτι από την “άστοχη” επιχειρηματολογία του αρθρογράφου, “Μεταξύ Χίτλερ και Καραγκιόζη”.
Από την πρώτη αράδα του άρθρου ο αναγνώστης θα αντιμετωπίσει τη θολούρα των συλλογισμών του Ανδρέα Στ. Ψυχάρη και θα δυσκολευτεί να εμβαθύνει σε ισχυρισμούς σαν τον ακόλουθο: “Η κυρία Κωνσταντοπούλου αποδεικνύει ότι έχει μελετήσει την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία”. Ας υποθέσουμε, ότι αυτό ισχύει, και ας κάνουμε ένα νοητικό άλμα στο κενό διερωτώμενοι για την ενδεχόμενη σημασία που μπορεί να έχει αυτό στην πολιτική πρακτική της γυναίκας πολιτικού: τι σημαίνει η γνώση της ιστορίας του χιτλερισμού για την πρόεδρο της Ελληνικής Βουλής σήμερα;
Σύμφωνα με την “εμβριθή” ανάλυση του Ανδρέα Στ. Ψυχάρη η πρόεδρος της Βουλής στοχεύει στη λεηλασία των ψήφων (“να αποσπάσει τους ψηφοφόρους”) του νεοχιτλερικού μορφώματος μέσω συγκεκριμένης στρατηγικής: “Η κύρια στρατηγική που ξεδιπλώνει σε καθημερινή βάση αντιγράφει πιστά αυτήν των ανθρωπόμορφων ναζιστικών καρικατούρων που κατάφεραν να αιματοκυλίσουν την Ευρώπη”.
Ο Ανδρέας Στ. Ψυχάρης δεν τεκμηριώνει τον κάπως “ψυχεδελικό” ισχυρισμό του περί “πιστής” αντιγραφής των πρακτικών των χιτλερικών, αντ΄ αυτού αυθαιρετεί διαρκώς βιάζοντας και τα ιστορικά δεδομένα και τον κοινό νου - ακόμη και του πιο καλόπιστου αναγνώστη. Ο άνθρωπος είτε είναι εντελώς άσχετος επί του ιστορικού παραδείγματος στο οποίο αναφέρεται, είτε είναι ένας, άνευ λόγου και αιτίας, εμπαθής μωρός από εκείνους που ευδοκιμούν στη διανοητική ξηρασία του πολιτικού πολιτισμού των ημερών μας.
Ο ισχυρισμός του αρθρογράφου της “αστικής” εφημερίδας ότι “η κυρία Κωνσταντοπούλου έχει αντιγράψει” τις πρακτικές του Αδόλφου Χίτλερ, δεν προδίδει μόνο κουτοπονηριά και έλλειψη γνώσεων, αλλά την έπαρση και την πτωχοαλαζονεία, όλων εκείνων των μετεχόντων στον σκληρό πυρήνα του διεφθαρμένου συστήματος πληροφόρησης, οι οποίοι θεωρούν ότι μπορούν να κόβουν και να ράβουν την πραγματικότητα στα μέτρα των επιθυμιών και των στοχεύσεων τους. Η Ελληνική Δημοκρατία, όμως, μπορεί να αντέξει τις “παραξενιές” και την “εκκεντρικότητα” της προέδρου της Βουλής – η εκκεντρικότητα ήταν ένα στοιχείο που εκθείαζε ήδη από τον 19ο αιώνα ο Τζον Στιούαρτ Μιλ- και ακόμη περισσότερο, μπορεί να αντέξει, την αήθη προσπάθεια διάβρωσης των θεσμών της, υπό το πρόσχημα της κριτικής, από διάφορους ημιμαθείς ιστορικώς και εμπαθείς πολιτικώς δημοσιογραφούντες και δημοσιολογούντες.
Ο Ανδρέας Στ. Ψυχάρης συνοψίζει την ιστορική πρακτική του Γερμανού “φύρερ”, την οποία, κατά τον ισχυρισμό του, μιμείται και αντιγράφει η πρόεδρος της Βουλής των Ελλήνων: “Ο Χίτλερ ξεκίνησε τον >αγώνα< του ισχυριζόμενος ότι το χρέος της Γερμανίας προς την Γαλλία ήταν παράνομο και επονείδιστο. Παράλληλα ξεκίνησε μια επίθεση στους Εβραίους με τον ισχυρισμό ότι πλούτιζαν εις βάρος των Γερμανών, προσπαθούσε να τρομοκρατήσει τον κρατικό μηχανισμό, απειλούσε τους δημοσιογράφους και τους πολιτικούς. Κύριο επιχείρημα του Χίτλερ ήταν η κατάλυση της Δημοκρατίας!”
Και με βάση αυτές τις συγκρίσεις ο αρθρογράφος καταλήγει στο συμπέρασμα ότι «το Άγος της Βουλής δεν θα καταφέρει να γίνει Χίτλερ…»: ο δημοκρατισμός των ηλιθίων δίνει τη δική του παράσταση στην κεντρική πολιτική σκηνή των Αθηνών…
Όταν συμπυκνώνεται η ιστορική ύβρις και οι ύβρεις εναντίον πολιτικών προσώπων με τόσο εύκολο και χυδαίο τρόπο, θα πρέπει να ανησυχούμε. Η πρόεδρος της Βουλής δεν είναι αρεστή σε πάρα πολλούς πολιτικούς και πολίτες αυτής της χώρας, αλλά η δημοσίευση σε ευρείας κυκλοφορίας φύλλο ενός τέτοιου κειμένου, αποτελεί ύβρι για όλο τον ελληνικό λαό και την ελληνική δημοκρατία: δεν πρόκειται για κριτική, ούτε καν για πολεμική, αλλά για κακόβουλη πολιτική ασχήμια πρώτου μεγέθους – εάν το κείμενο αναρτιόταν στο διαδίκτυο ή δημοσιεύονταν σε κάποιο περιθωριακό έντυπο δε θα το σχολιάζαμε καν, αλλά εδώ ισχύει η ρήση “το μέσο είναι το μήνυμα”. Η περίφημη φράση του Marshall McLuhan, συνοψίζει κάτι πολύ σημαντικό: είναι το μέσο που καθορίζει την ισχύ του μηνύματος και όχι αντιστρόφως. Κάτι αντίστοιχο ισχύει και με το άρθρο στο οποίο αναφερόμαστε: είναι το μέσο που δίνει αξία στο περιεχόμενό του και δεν είναι το περιεχόμενο αυτό καθ΄ εαυτό που έχει αξία μηνύματος.
Είναι η εφημερίδα (“το μέσο”) που προσθέτει αξία σε ένα καχεκτικό από κάθε άποψη κείμενο: ο αρθρογράφος “γράφει καλά” γιατί “γράφει στο ΒΗΜΑ” και η άποψή του έχει αξία, γιατί ρέει στη δημοσιότητα μέσα από το δίαυλο μιας εφημερίδας με υψηλή κυκλοφορία – στην πραγματικότητα πρόκειται για μια περιθωριακή χαμηλού επιπέδου “ανάλυση”, η αρνητική αξία της οποίας έγκειται στο γεγονός ότι με πρόφαση την απαξίωση του υποτιθέμενου αντίμαχου διαβρώνεται το θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας του δημοκρατικού πολιτεύματος. Και αυτό γίνεται από τη “μέση”, το “κέντρο” της κοινωνίας: είναι αυτό το εξτρεμιστικό κέντρο που κατέστρεψε τη χώρα και την οδήγησε στα σημερινά χάλια – στην ίδια τροχιά κινείται και ο Ανδρέας Στ. Ψυχάρης, ένας αδαής και ανεύθυνος εξτρεμιστής ενός ασπόνδυλου, πολιτικώς και ηθικώς, “κέντρου” που έχει κάνει σχολή και αποσαρθρώνει διαρκώς τους δημοκρατικούς θεσμούς εκ των έσω. Οι κατά καιρούς διάφορες αιχμές της προέδρου της Βουλής γίνονται εξαιρετικώς ενοχλητικές, όταν υπενθυμίζουν στους κατ΄ επίφαση δημοκράτες τις ελλείψεις και τις ακρότητές τους: αμήχανοι αναζητούν καταφύγιο σε διάφορες εκδοχές λαϊκισμού και διανοητικής χυδαιότητας – όχι η Ελληνική Δημοκρατία και οι θεσμικοί της εκπρόσωποι δεν έχουν καμία σχέση με τον χιτλερισμό και όποιος γράφει τέτοια πράγματα εκτός από κακοήθης είναι και πολιτικώς ηλίθιος.
Η δημοκρατία δε χρειάζεται το δημοκρατισμό των πολιτικώς ηλιθίων: τα βγάζει πέρα και μόνη της στις όποιες δυσκολίες αντιμετωπίζει – αν, τελικώς, η Ζωή Κωνσταντοπούλου αναδειχτεί σε “δυσκολία” της δημοκρατίας υπάρχουν όλες οι δημοκρατικές εγγυήσεις για θεσμική απόκριση στο όποιο πρόβλημα. Οι ανεξέλεγκτες, βεβιασμένες και ανόητες συγκρίσεις με τον χιτλερισμό δηλητηριάζουν και υποβαθμίζουν το δημόσιο λόγο και αυτό είναι πολύ μεγαλύτερος κίνδυνος για τον πολιτικό πολιτισμό και τη δημοκρατία στη χώρα.
Δυστυχώς, ο ανεπαρκής Ανδρέας Στ. Ψυχάρης, έχει χαθεί μέσα στην πολιτική εμπάθεια και την ιστορική ημιμάθεια και προσπαθεί να “αποδείξει” σε μερικές παραγράφους εφημερίδας, ότι η πρόεδρος της Βουλής των Ελλήνων είναι αντιγραφέας του… Αδόλφου Χίτλερ! Πόσο άσχετος και ανόητος πρέπει να είναι κάποιος για να τολμάει να συγκρίνει μια γυναίκα πολιτικό της σημερινής Ελλάδας με εκείνον που προκάλεσε πόνο και δυστυχία σε εκατομμύρια αθώους ανθρώπους και καταδίκασε τον ίδιο το λαό του σε διαρκή ιστορική ενοχή: είμαι, βέβαιος, ότι ο γραφιάς του “Βήματος” δεν αντιλαμβάνεται καν πόσο μεγάλη είναι η ύβρις προς τα θύματα από μια τέτοια σύγκριση – αλλά δεν απαλλάσσεται από το βάρος αυτής της ευθύνης, ούτε καν λόγω βλακείας!
Η Ζωή Κωνσταντοπούλου, όσο και αν είναι εξαιρετικά αντιπαθής σε αρκετούς, οι οποίο πιθανόν να γίνουν ακόμη περισσότεροι στο μέλλον, είναι μια επιλογή του εκλογικού σώματος και αυτό είναι ο τελευταίος κριτής για τις πράξεις της: όταν θα έλθει το πλήρωμα του χρόνου θα κριθεί και αυτή όπως και οι προηγούμενοι (“λόγον διδόναι”).
O Ανδρέας Στ. Ψυχάρης, όμως, σε ποιον λογοδοτεί και ποιος κρίνει το ποιόν του δημόσιου λόγου του και ποιος αξιολογεί την επαγγελματική του επάρκεια;
Επιχειρηματολογώντας από τη σκοπιά της (ενημερωτικής) αγοράς θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι η λογοδοσία διασφαλίζεται με τη διαρκή επιλογή του καταναλωτικού (αναγνωστικού) κοινού της συγκεκριμένης εφημερίδας - αλλά το επιχείρημα θα αφορούσε το έντυπο στο σύνολό του και όχι το επιμέρους “προϊόν Ανδρέας Στ. Ψυχάρης”. Αυτός μπορεί να συμπεριλαμβάνεται και χαριστικώς στη συνολική συσκευασία: μια κατ΄ ανάγκη νόθευση του προϊόντος, κάτι σαν αναπόφευκτο κακό ευρύτερων πολιτικών, κοινωνικών, γιατί όχι και οικογενειακών σχέσεων – σε τελική ανάλυση δεν είναι δικαίωμα του κάθε επιχειρηματία να διαθέτει στην αγορά όποια προϊόντα θεωρεί ότι τον εξυπηρετούν; Όντως, αλλά με έναν μικρό περιορισμό: τα δικαιώματα στην αγορά, στην όποια αγορά, δεν είναι απεριόριστα και αυτό ισχύει, κατ΄ εξοχήν, στην αγορά της ενημέρωσης.
Επί του προκειμένου: το άρθρο του Ανδρέα Στ. Ψυχάρη, με τον τίτλο “Μεταξύ Χίτλερ και Καραγκιόζη”, εκτός από χυδαίο και κατάπτυστο είναι και σοβαρός λόγος για παραίτηση και εάν ο αρθρογράφος δεν αντιλαμβάνεται τους λόγους για τους οποίους πρέπει να παραιτηθεί θα πρέπει οι προϊστάμενοί του να κινήσουν τη διαδικασία απομάκρυνσής του. Και εάν δεν το κάνουν οι προϊστάμενοί του, οι πολίτες που λαμβάνουν σοβαρά υπ΄ όψη τους τα δημοκρατικά δικαιώματά τους, με πρώτο και καλύτερο το δικαίωμα στην πληροφόρηση, θα πρέπει να στείλουν το δικό τους μήνυμα προς τη διεύθυνση της εφημερίδας: πως δε χαρίζουνε το ποιόν του πολιτικού πολιτισμού της ελληνικής δημοκρατίας σε ανεπαρκείς κατώτερους των περιστάσεων γραφιάδες.
Αν δεν είναι η δημόσια προπαγανδιστική σύγκριση της προέδρου της Βουλής των Ελλήνων με τον Αδόλφο Χίτλερ λόγος παραίτησης από ένα μέσο ενημέρωσης του πολιτικού βεληνεκούς της εφημερίδας “ΤΟ ΒΗΜΑ” και λόγος για να διακόψουν οι πολίτες την αγορά της συγκεκριμένης εφημερίδας, τότε δεν υπάρχει καμία ελπίδα για αυτή τη χώρα…
Η δημοσιότητα δεν είναι χώρος αυθαιρεσίας, ούτε και “ιδιοκτησία” κανενός: διέπεται από κανόνες οι οποίοι πρέπει να τηρούνται…
Ο Όμηρος Ταχμαζίδης είναι μέλος του Ε.Γ. της “Σοσιαλιστικής Προοπτικής”
Δυστυχώς, ο ανεπαρκής Ανδρέας Στ. Ψυχάρης, έχει χαθεί μέσα στην πολιτική εμπάθεια και την ιστορική ημιμάθεια και προσπαθεί να “αποδείξει” σε μερικές παραγράφους εφημερίδας, ότι η πρόεδρος της Βουλής των Ελλήνων είναι αντιγραφέας του… Αδόλφου Χίτλερ! Πόσο άσχετος και ανόητος πρέπει να είναι κάποιος για να τολμάει να συγκρίνει μια γυναίκα πολιτικό της σημερινής Ελλάδας με εκείνον που προκάλεσε πόνο και δυστυχία σε εκατομμύρια αθώους ανθρώπους και καταδίκασε τον ίδιο το λαό του σε διαρκή ιστορική ενοχή: είμαι, βέβαιος, ότι ο γραφιάς του “Βήματος” δεν αντιλαμβάνεται καν πόσο μεγάλη είναι η ύβρις προς τα θύματα από μια τέτοια σύγκριση – αλλά δεν απαλλάσσεται από το βάρος αυτής της ευθύνης, ούτε καν λόγω βλακείας!
Η Ζωή Κωνσταντοπούλου, όσο και αν είναι εξαιρετικά αντιπαθής σε αρκετούς, οι οποίο πιθανόν να γίνουν ακόμη περισσότεροι στο μέλλον, είναι μια επιλογή του εκλογικού σώματος και αυτό είναι ο τελευταίος κριτής για τις πράξεις της: όταν θα έλθει το πλήρωμα του χρόνου θα κριθεί και αυτή όπως και οι προηγούμενοι (“λόγον διδόναι”).
O Ανδρέας Στ. Ψυχάρης, όμως, σε ποιον λογοδοτεί και ποιος κρίνει το ποιόν του δημόσιου λόγου του και ποιος αξιολογεί την επαγγελματική του επάρκεια;
Επιχειρηματολογώντας από τη σκοπιά της (ενημερωτικής) αγοράς θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι η λογοδοσία διασφαλίζεται με τη διαρκή επιλογή του καταναλωτικού (αναγνωστικού) κοινού της συγκεκριμένης εφημερίδας - αλλά το επιχείρημα θα αφορούσε το έντυπο στο σύνολό του και όχι το επιμέρους “προϊόν Ανδρέας Στ. Ψυχάρης”. Αυτός μπορεί να συμπεριλαμβάνεται και χαριστικώς στη συνολική συσκευασία: μια κατ΄ ανάγκη νόθευση του προϊόντος, κάτι σαν αναπόφευκτο κακό ευρύτερων πολιτικών, κοινωνικών, γιατί όχι και οικογενειακών σχέσεων – σε τελική ανάλυση δεν είναι δικαίωμα του κάθε επιχειρηματία να διαθέτει στην αγορά όποια προϊόντα θεωρεί ότι τον εξυπηρετούν; Όντως, αλλά με έναν μικρό περιορισμό: τα δικαιώματα στην αγορά, στην όποια αγορά, δεν είναι απεριόριστα και αυτό ισχύει, κατ΄ εξοχήν, στην αγορά της ενημέρωσης.
Επί του προκειμένου: το άρθρο του Ανδρέα Στ. Ψυχάρη, με τον τίτλο “Μεταξύ Χίτλερ και Καραγκιόζη”, εκτός από χυδαίο και κατάπτυστο είναι και σοβαρός λόγος για παραίτηση και εάν ο αρθρογράφος δεν αντιλαμβάνεται τους λόγους για τους οποίους πρέπει να παραιτηθεί θα πρέπει οι προϊστάμενοί του να κινήσουν τη διαδικασία απομάκρυνσής του. Και εάν δεν το κάνουν οι προϊστάμενοί του, οι πολίτες που λαμβάνουν σοβαρά υπ΄ όψη τους τα δημοκρατικά δικαιώματά τους, με πρώτο και καλύτερο το δικαίωμα στην πληροφόρηση, θα πρέπει να στείλουν το δικό τους μήνυμα προς τη διεύθυνση της εφημερίδας: πως δε χαρίζουνε το ποιόν του πολιτικού πολιτισμού της ελληνικής δημοκρατίας σε ανεπαρκείς κατώτερους των περιστάσεων γραφιάδες.
Αν δεν είναι η δημόσια προπαγανδιστική σύγκριση της προέδρου της Βουλής των Ελλήνων με τον Αδόλφο Χίτλερ λόγος παραίτησης από ένα μέσο ενημέρωσης του πολιτικού βεληνεκούς της εφημερίδας “ΤΟ ΒΗΜΑ” και λόγος για να διακόψουν οι πολίτες την αγορά της συγκεκριμένης εφημερίδας, τότε δεν υπάρχει καμία ελπίδα για αυτή τη χώρα…
Η δημοσιότητα δεν είναι χώρος αυθαιρεσίας, ούτε και “ιδιοκτησία” κανενός: διέπεται από κανόνες οι οποίοι πρέπει να τηρούνται…
Ο Όμηρος Ταχμαζίδης είναι μέλος του Ε.Γ. της “Σοσιαλιστικής Προοπτικής”
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η Γνώμη Κιλκίς- Παιονίας διευκρινίζει στους αναγνώστες της ότι θεωρεί αυτονόητο το δικαίωμα του σχολιασμού και της κριτικής έκφρασης, όταν αυτό φυσικά δεν στοχεύει στην απαξίωση, στην ύβρη και στην προσβολή ατόμων και θεσμών.
Το αναγνωστικό κοινό θα πρέπει να γνωρίζει ότι η Γνώμη, επιδιώκοντας μια υγιή και αμφίδρομη επικοινωνία, δεν δημοσιεύει ανυπόγραφα σχόλια, αλλά ούτε και σχόλια ρατσιστικού, προσβλητικού και υβριστικού περιεχομένου.
Τα ενυπόγραφα άρθρα τέλος, εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας.