Γράφει ο Σπύρος Νικ. Καρτσώνης
Μία ή δύο λέξεις;
(α΄ μέρος)
Υπάρχουν αρκετές φράσεις
που όταν έρθει η στιγμή να τις γράψουμε αναρωτιόμαστε αν θα τις γράψουμε ως μία
ή ως δύο λέξεις. Οι φράσεις αυτές αποτελούνται, κατά κανόνα, από μία πρόθεση
και ένα όνομα (ουσιαστικό, επίθετο, αντωνυμία, αριθμητικό), π.χ. εν
αγνοία, εις υγείαν, παρ' όλο, αφ' υψηλού, μεμιάς,
εξαιτίας ή από παρεμφερούς λειτουργίας στοιχεία, π.χ. έως ότου, τουτέστιν, καταπώς, απέξω, τωόντι.
Βεβαίως η
Γραμματική αναφέρει ποια μικρά λεκτικά σύνολα γράφονται σε μία λέξη, αλλά
νομίζουμε ότι αυτό δεν αρκεί. Και δεν αρκεί γιατί η καθημερινή χρήση δεν
περιορίζεται σε όσα περιλαμβάνει η Γραμματική.
* Ακολουθήστε τη Γνώμη στο Facebook
* Ακολουθήστε τη Γνώμη στο Twitter
* Ακολουθήστε τη Γνώμη στο Pinterest
* Ακολουθήστε τη Γνώμη στο Google+
* Ακολουθήστε τη Γνώμη στο Dailymotion
Αρχίζουμε
με ένα ερώτημα: Υπάρχουν γενικοί κανόνες, σταθερά
κριτήρια, για να προτιμηθεί η γραφή με μία ή με δύο λέξεις;
Η απάντηση είναι ‘‘ναι’’. Γενικά
κριτήρια υπάρχουν, αλλά υπάρχουν και εξαιρέσεις, εκτός του ότι οι απόψεις δεν
μένουν σταθερές.
Ο καθηγητής γλωσσολογίας Γιώργος Παπαναστασίου στο βιβλίο του ‘‘Νεοελληνική ορθογραφία’’ αναφέρει
ως γενικά κριτήρια τα εξής:
«α) φωνητικά κριτήρια· η γραφή με δύο λέξεις είναι
προτιμότερη, όταν ακούγονται σαφώς δύο τόνοι. Αυτό αφορά κυρίως τα δάνεια, π.χ.
άφτερ σέιβ.
β) λεξιλογικά και σημασιολογικά κριτήρια· η γραφή με
μία λέξη είναι προτιμότερη, όταν ένα από τα στοιχεία που την αποτελούν δεν απαντά μεμονωμένο, π.χ. ειδάλλως, ή όταν η σύνδεση των στοιχείων
που την αποτελούν είναι πολύ στενή, π.χ. εξαιτίας.
γ) κριτήρια γραφής· η γραφή με δύο λέξεις είναι
προτιμότερη, όταν η γραφή με μία λέξη θα δημιουργούσε ακολουθία γραμμάτων που
δεν είναι αποδεκτή, π.χ. εν γένει, εν
μέρει.
δ) ετυμολογικά κριτήρια και
παραδοσιακές συμβάσεις…».
Ο Γεώργιος
Μπαμπινιώτης, επίσης, σε άρθρο του στο ‘‘ΒΗΜΑ’’ το 1999, αναφέρει:
«Γλωσσολογικά ο απαραίτητος όρος, το κύριο κριτήριο για να
γραφούν δύο λέξεις ως μία είναι να αποτελούν μία τονική ενότητα, να
συμπεριφέρονται σαν να ήταν μία λέξη (αφενός, εξάλλου, εφόσον, αφότου, επιτέλους).
Ένα δεύτερο κριτήριο είναι να δηλώνουν από κοινού μια σημασία, πέρα από τη
σημασία των συστατικών μερών τής φράσης (μολονότι, προπάντων, τουτέστι, ωστόσο).
Τρίτο κριτήριο είναι κατά πόσον και τα δύο συστατικά τής φράσης απαντούν
αυτοτελώς στον λόγο (επ' ευκαιρία, εξ ολοκλήρου, εν
αγνοία). Τα κριτήρια αυτά συνδυαστικώς εφαρμοζόμενα με συνεξέταση τής ‘‘ορθογραφικής
συνήθειας’’, πώς δηλ. έχει καθιερωθεί να γράφονται αρκετές από αυτές τις φράσεις,
οδηγούν στην ορθογράφηση…».
Και τώρα στο κυρίως θέμα μας. Για να παραθέσουμε έναν
πίνακα με τις προτεινόμενες γραφές θα προσφύγουμε στο υπέροχο βιβλίο -ήδη το
έχουμε αναφέρει- του Γιώργου Παπαναστασίου
‘‘Νεοελληνική ορθογραφία’’ (βραβείο Ακαδημίας Αθηνών 2009). Μόνο που η
προσφυγή μας αυτή θα γίνει μέσω του συγγραφέα και λογοτέχνη αλλά και γνωστού
για γλωσσολογικά θέματα Νίκου Σαραντάκου.
Συγκεκριμένα ο Νίκος Σαραντάκος σε
άρθρο του που ανέβασε στο ιστολόγιό του με τίτλο ‘‘αφενός ή εξ αδιαιρέτου;’’ παραθέτει τον σχετικό πίνακα του Γ.
Παπαναστασίου -τον πιο πλήρη και πλέον σύμφωνο με την καθημερινή
χρήση, κατά την άποψή μας-, αλλά τον
συμπληρώνει με ορισμένες ακόμη λέξεις και επιπλέον επισημαίνει και κάποιες
διαφορές από τον αντίστοιχο πίνακα του Γ.
Μπαμπινιώτη. Στον πίνακα αυτό εμείς, με υπογράμμιση, για να ξεχωρίζουν, θα
σημειώνουμε τις λέξεις ή τις ομάδες λέξεων που περιλαμβάνει η σχολική
Γραμματική1. Έτσι θα εξοικονομήσουμε χώρο με το να μην
τις επαναλάβουμε.
Βεβαίως λόγω της
μεγάλης έκτασης των όσων έχουμε να παραθέσουμε θα συνεχίσουμε και στο επόμενο
σημείωμά μας.
Γράφει λοιπόν, μεταξύ άλλων, ο Νίκος Σαραντάκος:
«Από το καταπληκτικό βιβλίο Νεοελληνική
ορθογραφία του Γ. Παπαναστασίου, που το είχε μοιράσει πρόσφατα σε δύο τομίδια
το Βήμα, αντιγράφω τις ‘‘προτεινόμενες γραφές’’ με μία ή δύο λέξεις, όπου έχουν
ληφθεί υπόψη οι συστάσεις της Γραμματικής Τριανταφυλλίδη, της Γραμματικής
Τσοπανάκη και του Οδηγού της Άννας Ιορδανίδου. Στο τέλος, επισημαίνω ορισμένες
διαφορές που έχει ο αντίστοιχος πίνακας του Μπαμπινιώτη.
Με βάση τα παραπάνω, προτείνονται τα εξής (συμπληρώνω τον
κατάλογο του Παπαναστασίου με ορισμένες λογιότερες λέξεις, που τις σημειώνω με
αστερίσκο για να ξεχωρίζουν).
1. ΜΕ ΜΙΑ ΛΕΞΗ
α) τα άκλιτα:
αντιπρόπερσι, αντιπροχτές, απαρχής, απέναντι, απεναντίας,
απευθείας, απόψε, αφενός, αφετέρου, αφότου, αφού·
γιατί (π.χ. γιατί ενδιαφέρεσαι; αλλά π.χ. για τι (πράγμα) ακριβώς
ενδιαφέρεσαι;)·
δηλαδή, διαμέσου, διαμιάς,
διαπαντός, διόλου·
ειδαλλιώς, ειδάλλως, ειδεμή, ενόσω,
ενόψει, εντάξει, εντέλει, εντούτοις, ενώ, εξαιτίας, εξάλλου,
εξάπαντος, εξαπίνης*, εξαρχής, εξής, εξίσου, επικεφαλής,
επιμέρους, επιπλέον, επίσης, επιτέλους, επίτηδες, επιτόπου,
επιτροχάδην*, εφάπαξ, εφεξής, εφόσον·
ίσαμε·
καθαυτό, καθ(ε)αυτού,
καθέκαστα, καθεξής, καθόλου, καθόσον, καθότι, καθώς, καθωσπρέπει, καλημέρα
(χαιρετισμός·
αλλά π.χ. η καλή μέρα), καληνύχτα
(χαιρετισμός· αλλά π.χ. η καλή νύχτα), καλησπέρα, καληώρα
(‘όπως, παραδείγματος χάριν’· αλλά π.χ. καλή ώρα ήρθες!), καταγής,
κατακούτελα, καταλεπτώς, καταλογάδην, καταμεσής, κατάμουτρα, καταπόδας, καταπρόσωπο,
καταπώς*, κατάσαρκα, κατεξοχήν, κατευθείαν, κιόλας·
μεμιάς, μολαταύτα,
μόλο (που) (αλλά
π.χ. μ’ όλο του το πρόβλημα), μολονότι, μολοντούτο, μονοκοπανιά(ς),
μονομιάς, μονορούφι·
ολημερίς, ολοένα, ολονυχτίς,
ολωσδιόλου, οποτεδήποτε, οπουδήποτε, οπωσδήποτε·
παναπεί (‘που σημαίνει, δηλαδή’· αλλά π.χ. τι πα να πει ο τάδε;),
παρεκεί, παρέκει, παρόλο που/ότι (αλλά π.χ. παρ’ όλο το κόστος, παρ’ όλα τα
προβλήματα, παρ’ όλες τις δυσκολίες), παρότι (π.χ. παρότι τον άκουσα,
δεν απάντησα· αλλά παρ’ ό,τι – με την αναφορική αντωνυμία ό,τι -,
π.χ. παρ’ ό,τι άκουσα να λέει, δεν τον πίστεψα), περιδιαγραμμάτου,
προπαντός, προπάντων·
σάμπως (αλλά ερωτηματικό σαν πώς)·
τωόντι·
φερειπείν*·
υπόψη·
ωσότου, ώσπου (αλλά ερωτηματικό ως
πού), ωστόσο.
(β) η πρόθεση σε
(σ’) με την αιτιατική ή τη γενική του
άρθρου, π.χ. στον αφρό της θάλασσας,
στην κόψη του ξυραφιού, στο γραφείο του δικηγόρου, στους πέντε δρόμους· στου φίλου μου, στων γειτόνων.
Αντίθετα, η προσωπική αντωνυμία σου, όταν υφίσταται έκθλιψη, γράφεται πάντοτε χωριστά από τον
(ομώνυμο με το άρθρο) αδύνατο τύπο της προσωπικής αντωνυμίας γ’ προσώπου, π.χ.
σ’ το λέω, σ’ την έστειλα, σ’ τα έφερα,
σ’ τους έδωσα. Τον κανόνα αυτό τον βλέπουμε συχνά να παραβιάζεται λόγω
σύγχυσης με τους τύπους που περιέχουν την πρόθεση σε (σ’) και το άρθρο,
ίσως και επειδή υπάρχει η τάση να μη χρησιμοποιείται συχνά η απόστροφος. Είναι
όμως καλό να επιμείνουμε στην εφαρμογή του, γιατί με τον τρόπο αυτό διακρίνεται
στη γραφή η ομωνυμία.
(γ) τα επιρρήματα με πρώτο συνθετικό το επιτατικό πάρα, π.χ. παρακάτω, παραπάνω, παραπίσω, παραμέσα, παραέξω, παραμπρός, παραπέρα.
Όταν όμως φέρουν δύο τόνους, γράφονται με δύο λέξεις: πάρα κάτω, πάρα πάνω, πάρα πίσω, πάρα μέσα,
πάρα έξω, πάρα μπρος, πάρα πέρα.
(δ) το ρήμα καλωσορίζω
(αλλά καλώς όρισες και καλωσόρισες) και τα σύνθετα ρήματα με το
επιτατικό πάρα, π.χ. παραέχω, παρακάνω, παραλέω.
(ε) οι αντωνυμίες καθένας
– καθεμιά – καθένα, καθετί (αλλά και κάθε ένας – κάθε μία – κάθε ένα, κάθε τι, για να δηλωθεί η ύπαρξη
δύο τόνων), κατιτί, οποιοσδήποτε –
οποιαδήποτε – οποιοδήποτε, οιοσδήποτε – οιαδήποτε – οιοδήποτε, οσοσδήποτε
– οσηδήποτε – οσοδήποτε, οτιδήποτε- καθαυτόν – καθαυτή(ν) – καθαυτό.
(ς) σύνθετα ουσιαστικά, όπως γεροβασιλιάς, γερολύκος· προπροπάππους,
προπρογιαγιά (παρά το ότι ακούγονται περισσότεροι από ένας τόνοι). Σε
κάποια από αυτά σημειωνόταν παλαιότερα ενωτικό, συνήθεια που από
ορισμένους εφαρμόζεται και σήμερα, π.χ. Αλήπα-
σας – Αλή-πασάς, Μπαρμπαγιάννης – μπαρμπα-Γιάννης.
(ζ) τα απόλυτα αριθμητικά ως το 19, π.χ. δεκατρία, δεκαπέντε.
Τα αριθμητικά από το 21 ως το 99 (εκτός βέβαια από αυτά που
δηλώνουν τις δεκάδες) γράφονται παραδοσιακά με δύο λέξεις, π.χ. είκοσι ένα, σαράντα δύο. Επειδή όμως
συχνά φέρουν έναν τόνο, η γραφή με μία λέξη δεν είναι αδικαιολόγητη, π.χ. εικοσιπέντε.
(η) ορισμένες ρηματικές εκφράσεις όπως σούρτα φέρτα (π.χ. άρχισε πάλι τα σούρτα φέρταˑ αλλά φέρ’
τα βιβλία), σούπα μούπες (π.χ. δεν θέλω σούπα μούπες· αλλά σου
’πα να έρθεις και μου ’πες πως θα τα κατάφερνες), δώστου (π.χ. δώστου και ξεκινούσε από την αρχήˑ
αλλά δώσ’ του ένα ποτήρι), γαμώτο
(π.χ. κάνε κάτι, ρε γαμώτο· αλλά γαμώ το σόι σου), πανάθεμά με / σε / τον κτλ., πηγαινέλα, στις οποίες δεν υπάρχει πλέον
η αίσθηση ότι αποτελούνται από δύο λέξεις.
(θ) μερικά τοπωνύμια που είναι σύνθετες λέξεις, π.χ. Περαχώρα, Αϊλιάς (αλλά και Αϊ-Λιας), κτλ.,· συνήθως όμως Άγιο(ν) Όρος (αλλά και Αγιονόρος).
(ι) συνήθως τα επιρρήματα με πρώτο συνθετικό το αλα-, επειδή κατά την εκφορά τους
ακούγεται ένας τόνος, π.χ. αλαγαλλικά,
αλαγκαρσόν, αλαμπρατσέτα, αλαπολίτα, αλατούρκα. Σε περιπτώσεις όμως που η
γραφή με μία λέξη ξενίζει, γράφονται με δύο λέξεις, π.χ. αλά ελληνικά, αλά ιταλικά (και όχι αλαϊταλικά).
(ια) Στο φαινόμενο της κράσης οι δύο λέξεις γράφονται ως
μία, π.χ. πὄχουν ή πόχουν (αλλά που ’χουν) < που έχουν».
Θα συνεχίσουμε στο επόμενο
σημείωμα με τις φράσεις που γράφονται με δύο (ή περισσότερες) λέξεις, καθώς και
με τις διαφορές που επισήμανε ο Ν.
Σαραντάκος μεταξύ του πίνακα του Γ.
Παπαναστασίου και του αντίστοιχου πίνακα του Γ. Μπαμπινιώτη. Ακόμη θα κάνουμε μια μικρή αναφορά και στη γραφή
των δανείων.
---------------------------------------------------------
1. Η σχολική Γραμματική προτείνει να γράφεται το ενμέρει με μία λέξη, ενώ ο Παπαναστασίου
με δύο, τις δε λέξεις ολημερίς και ολονυχτίς τις γράφει ως ολημέρα, οληνύχτα.
kartswnhs@gmail.com
* Ακολουθήστε τη Γνώμη στο Twitter
* Ακολουθήστε τη Γνώμη στο Pinterest
* Ακολουθήστε τη Γνώμη στο Google+
* Ακολουθήστε τη Γνώμη στο Dailymotion
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η Γνώμη Κιλκίς- Παιονίας διευκρινίζει στους αναγνώστες της ότι θεωρεί αυτονόητο το δικαίωμα του σχολιασμού και της κριτικής έκφρασης, όταν αυτό φυσικά δεν στοχεύει στην απαξίωση, στην ύβρη και στην προσβολή ατόμων και θεσμών.
Το αναγνωστικό κοινό θα πρέπει να γνωρίζει ότι η Γνώμη, επιδιώκοντας μια υγιή και αμφίδρομη επικοινωνία, δεν δημοσιεύει ανυπόγραφα σχόλια, αλλά ούτε και σχόλια ρατσιστικού, προσβλητικού και υβριστικού περιεχομένου.
Τα ενυπόγραφα άρθρα τέλος, εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας.