Του Φώτη Μισόπουλου
Στο τέλος ξεμάκρυνε, αφού μού είπε....να περιμένω
ΣΑΜΟΥΕΛ ΜΠΕΚΕΤ [1]
......σε ο,τι τελειώνει. Για πάντα. Ή αλλάζει μορφή.
Α.
.....ύστερα από καινούριο κοίταγμα του χειρόγραφου δεν μπορεί ν' αποκλειστεί η πιθανότητα να προοριζόταν για δεύτερο κεφάλαιο, το επεισόδιο που σημειώνεται εδώ ως ''Κεφάλαιο 5''. Θα χρειαστεί. Είναι πανούργος. Παρακαλώ μού δίνετε φωτιά; Φωτιά. Et les soldats faisaient la haie? ILS LA FAISAIENT.[2][*] Και το απαλό άγγιγμα μ' έκανε να κοιμηθώ βαθύτερα. Εξαφανίστηκα. Ξύπνησα με μια κραυγή. Προχώρησα τρία τέσσερα βήματα παραπαίοντας. Το δίχως άλλο σάς είπα το γιατί: Μυρίστηκα την κολακεία. Την αποζητούσα με αρκετή λαιμαργία: μονάχα εσείς είστε ικανός να κάνετε αυτήν τη δουλειά. Ήταν αυτό που ήθελα λίγο-πολύ ν' ακούσω. Είχε μεν βάλει τίτλους στα κεφάλαια, δεν τα είχε όμως αριθμήσει. Οδηγός στη διάταξή τους στάθηκε κυρίως το ξετύλιγμα της πλοκής: Κάτω απ' τη φοινικιά το μεσημέρι. Κάτω απ' το τρεχούμενο νερό. Στο ακίνητο σημείο του περιστρεφόμενου κόσμου. Ανεβαίνουν στο ναό. Μετά η θυσία. Έρχονται οι παρθένες κρατώντας στάμνες. Στάμνες γεμάτες τέφρα. Τέφρα της τέφρας. Προσπάθησα να σταθώ στα πόδια. Κοίταξα τη θάλασσα στο κρεβάτι. Μου κόπηκε η ανάσα. Όλο το σώμα όσο εκτεινόταν, έτρεμε. Τη μια στιγμή παρατηρούσα τα κύματα. Την άλλη είχα ξεριζώσει το χέρι μου απ' τον ώμο ακουμπώντας το στο στήθος της γυναίκας. Μου θύμισε φόνο εν βρασμώ ψυχής. Ωστόσο, λέω, αυτή η δουλειά φαίνεται παιχνίδι απλοϊκό. Άρχισε να κάνει με θυμό κριτική του αφεντικού. Τον είχε σηκώσει καταμεσάνυχτα. Ενώ μερικές φορές πάλι, έλαβα υπόψη μου ορισμένες χαρακτηριστικές ενδείξεις. Όπως για παράδειγμα την επανάληψη των τελευταίων λέξεων ενός κεφαλαίου. Στην ίδια σελίδα που ορίζει το επόμενο: Πέτρα μπρούντζος πέτρα ατσάλι πέτρα βαλανιδόφυλλα οπλές αλόγων. Πάνω στο λιθόστρωτο[3]Σιγά σιγά ο σφυγμός άρχισε να γίνεται σιγανότερος. Ένοιωσα να με πλημμυρίζει θλίψη. Πού είναι η θάλασσα; Σήκωσα το κεφάλι μου. Πεσμένο στα πόδια του κρεβατιού. Με την παλάμη προς τα πάνω. Τα δάχτυλα ακίνητα. Η θάλασσα φάνταζε κάτασπρη στο μισοσκόταδο. Ήταν το δεξί χέρι της. Καταμεσάνυχτα. Ακριβώς τη στιγμή που είχε πάρει θέση να κάνει έρωτα με τη γυναίκα του. Σκούπισε το καπέλο. Τη φόδρα. Κι όλο κοίταζε προσεκτικά μέσα εκεί. Λες και γύρευε κάτι. Μού είναι, λοιπόν, δύσκολο να αρνηθώ- είπα. Ήξερα πολύ καλά πως ήταν αδύνατο να αρνηθώ. Σώπαινα. Όταν τα πράγματα σοβαρεύουν, σωπαίναμε. Αργότερα: Ξεχώρισα τα κεφάλαια. Κάθε φορά προσθέτοντας τις τελευταίες λέξεις στο τέλος εκάστοτε κεφαλαίου. Με πολλές συντομεύσεις. Ή συχνά χρησιμοποιώντας τον προσωπικό του τρόπο στενογραφίας. Αυτά είναι όσα μπορέσαμε να δούμε. Ανάμεσα σ' έναν Ιούνη κι έναν άλλο Σεπτέμβρη. Το σκάρωσα ανήξερος. Μισοσυνείδητος [4]. Αμάθευτος. Δικό μου λάθος. Οι αρμοί θέλουν διόρθωμα. Το σχήμα. Η μορφή. Η ζωή εκείνη. Σ' έναν κόσμο πέρα από μένα.- Βγάζοντας ουρλιαχτά τρόμου. Άρπαξα το χέρι της. Το έσφιξα στους μηρούς μου. Έφερα τα νύχια στο στόμα. Ερμήνευα τη δροσιά που ανέδυε, εκεί, στο σημείο ανάμεσα στα δάχτυλα όπου πάντα πίστευα ενεδρεύει το αιδοίο της. Βγήκα και πήρα το δρόμο για το σημείο που πήγαινα. Ο επισκέπτης έφυγε χωρίς να πιει την μπύρα του. Κι όμως είχε τόσο μεγάλη δίψα. Αποκρίθηκε ήσυχα χωρίς να κομπιάσει. Με κυρίευε σύγχυση και θλίψη. Θα ξεκινούσα με τι; Άρχισα απ' αυτήν την ερώτηση. Αυτές οι παράγραφοι και τα χωρία, αλήθεια, εις διπλούν, αποδεικνύουν τουλάχιστον ότι τα σχετικά κεφάλαια αποκτούσαν κάποια αρχική σύνδεση. Αν ο συγγραφέας διατηρούσε ή αναιρούσε τη σειρά που πρότεινα, δεν θα μαθευτεί ποτέ. Ας παρατήσω τη ζωή μου για κείνη τη ζωή. Το λόγο μου για κείνο το Ανείπωτο. Τα μισόκλειστα χείλη, την ελπίδα. Τα καινούρια καράβια. Για όποιον τράβηξε τον δρόμο του. Προσευχήσου την ώρα της γέννησής μας: οι εικόνες επιστρέφουν. Ο τωρινός χρόνος κι ο περασμένος χρόνος. Δεν μπορεί να εξαγοραστεί. Λιγόστεψαν τα ψέματα από έναν άνεμο. Κάτω απ' τον ύπνο, βαδίζουμε σε μυστικούς λαβυρίνθους. Παρατώ τη ζωή μου για ετούτη τη ζωή. Το λόγο μου για εκείνο το Ανείπωτο. Δικαιοσύνη.
Β.
Η νύχτα γεννά βατράχους και μαύρα σκυλιά και πτώματα πνιγμένων [5]:Ένας στίχος που δεν μπορούσα να ξεχάσω. Η γυναίκα κοιμόταν. Σαν να την είχαν ναρκώσει. Στο διπλανό δωμάτιο. Φαινόταν όπως το πτώμα του πνιγμένου που ξεβράστηκε. Δίσταζα να πάω κοντά της. Ήξερα τις συνήθειές μου. Τις κυριακάτικες θέλω να πω.
Ο ΓΕΙΤΟΝΑΣ: ......φαινόσαστε λυπημένος, συγχυσμένος.-/
Γύρισα. Πίσω απ' τη ράχη μου άκουσα το γέλιο του. Ξεπίτηδες φριχτό. Τον έβλεπα που έτρεχε στη συμβία του και τής έλεγε....Τόβαλε στα πόδια. Ανέβηκα στην κάμαρα. Ξαπλωμένος στο κρεβάτι. Οι κουρτίνες κατεβασμένες. Ήθελα να εξετάσω πρώτα πρώτα τις σκοτούρες της στιγμής. Τις ετοιμασίες, όσες με ανάγκαζε να κάνω ευθύς αμέσως. Το μεδούλι της υπόθεσης. Το όγδοο κεφάλαιο της πρώτης έκδοσης τελείωνε με μικρή αλλαγή στη θέση τεσσάρων αράδων. Ξαναμπήκαν τώρα στην αρχική τους θέση και το κεφάλαιο δημοσιεύεται ημιτελές. Κατά το χειρόγραφο. Αυτό που θα μπορούσε να είχε προκύψει είναι μια αφαίρεση. Που παραμένει μόνιμη δυνατότητα σ' έναν κόσμο ρεμβασμού. Σημάδευα το τέρμα. Είναι πάντα σημερινό, τωρινό- όποτε και να γίνει. Βήματα αντηχούνε στη μνήμη μου. Κάτω στο δρόμο που δεν ακολούθησα. Στην πόρτα που ποτέ δεν άνοιξα. Προς τη μεριά του κήπου. Οι λέξεις έτσι αντηχούν μες στο μυαλό, ταράζοντας τη σκόνη απ' το ροδόκηπο. Άλλοι αντίλαλοι κατοικούν στο σπίτι.
ΤΟ ΠΟΥΛΙ: ......γρήγορα. Θ' ακολουθήσουμε. Πίσω απ' τη γωνία. Στον πρώτο μας κόσμο. Βρίσκονται εκεί. Αξιοπρεπείς. Αθέατοι. Κινούνται αβίαστα πάνω απ' τα πεθαμένα φύλλα.-/
Είχε περάσει άσχημες νύχτες με γυναίκες. Άσχημες νύχτες που ήταν δύσκολο να ξεχάσει. Η ασχήμια δεν είχε σχέση με την ασχήμια των γυναικών. Μόνο με τις τραγωδίες, τις παραμορφωμένες ζωές τους. Μου τύχαινε να ξεκινήσω και με τα πόδια. Ή με το ποδήλατο σιωπηλά, τη νύχτα. Ή συναντούσα την επανάληψη λέξεων στην ίδια πρόταση. Δεν ήταν δυνατό να εξακριβωθεί αν αυτό οφειλόταν σε απροσεξία του συγγραφέα. Ή στις εμμονές του/ Διορθώθηκαν μόνο τα ολοφάνερα λάθη. Κι ο επίλογος στην τρίτη έκδοση.
ΤΕΛΟΣ
ΑΝΑΦΟΡΕΣ-ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ-ΦΩΤΟ
[*] Και οι στρατιώτες παρατάχθηκαν κατά μέτωπο; ΠΑΡΑΤΑΧΘΗΚΑΝ
[1] Samuel Beckett, MOLLOY, μτφρ. Β & Λιλίκας Γεωργίου, Δωρικός 1970
[2][**] T.S. Eliot, Τα τραγούδια του Άριελ, [Θριαμβική πορεία], μτφρ.: Κλείτος Κύρου, Ρόπτρον 1988 [γαλλικά στο πρωτότυπο]
[3] ο.π.
[4] ο.π. [Μαρίνα]
[5] Γιασουνάρι Καουαμπάτα, Το σπίτι των κοιμισμένων κοριτσιών, μτφρ. Εύη Κουκουμπάνη-Πολυτίμου, Καστανιώτης 2010
https://howlround.com/sites/default/files/styles/body_large/public/TrashCuisine7.jpg?itok=vXNX9qFX
https://encrypted-tbn0.gstatic.com/images?q=tbn:ANd9GcTYa8q4u_w-scVm1bRpF41D-lO6LtIA4crV1w&usqp=CAU
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η Γνώμη Κιλκίς- Παιονίας διευκρινίζει στους αναγνώστες της ότι θεωρεί αυτονόητο το δικαίωμα του σχολιασμού και της κριτικής έκφρασης, όταν αυτό φυσικά δεν στοχεύει στην απαξίωση, στην ύβρη και στην προσβολή ατόμων και θεσμών.
Το αναγνωστικό κοινό θα πρέπει να γνωρίζει ότι η Γνώμη, επιδιώκοντας μια υγιή και αμφίδρομη επικοινωνία, δεν δημοσιεύει ανυπόγραφα σχόλια, αλλά ούτε και σχόλια ρατσιστικού, προσβλητικού και υβριστικού περιεχομένου.
Τα ενυπόγραφα άρθρα τέλος, εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας.