Του Φώτη Μισόπουλου
Όμως θα αποκαλούσατε κάτι τέτοιο μειονέκτημα;
ΣΑΜΟΥΕΛ ΜΠΕΚΕΤ [1]
......''έλα να ξαπλώσουμε κι εμείς''- διατηρούσα την εντύπωση ότι δεν υπήρχε άνθρωπος στον κόσμο που να μην είχε ξαπλώσει ακόμα Το να είναι κανείς όρθιος, αποτελούσε καθαρή σύμπτωση Χτύπησε λοιπόν το κουδούνι, ξαπλώθηκε νωχελικά στον καναπέ και παράγγειλε ''ένα γεύμα στις έξι- με μπιφτέκι'', και στο μεταξύ σκότωνε το χρόνο όσο καλύτερα μπορούσε. Η νύχτα ξεδιπλώνει το απροσπέλαστο σώμα της δεμένο στη σεληνόπετρα, - το φως χτυπάει με τ' αόρατα σφυριά στους ώμους- είμαι μονάχα η παύση ανάμεσα στον ένα παλμό και στο Άλλο: το ζωτικό σημείο όπου διχοτομούνται όσα βλέμματα αγνοούνται Κοιτάζω μέσα απ' τη σάρκα μου την άλλη μου σάρκα Εν απουσία τα γεγονότα τράβηξαν το δρόμο τους, έτσι που θα μπορούσα να προσθέσω: στην ουσία δεν άλλαξε τίποτε και συνεπώς η απουσία παροξύνεται Εκτός αυτού έγραφε: ''καταδικάστηκες ερήμην και δια μυστικής διαδικασίας'' Σ' εκείνο το ερήμην, άραγε, ποια ίχνη παρεισφρέουν; Ξετύλιξα το χέρι της απ' το λαιμό μου, το ακούμπησα στο τραπέζι,- παρακολουθούσε ενώ άλλαζα- Παίρνοντάς το μαζί μου ξάπλωσα στο κρεβάτι, ποτέ άλλοτε δε με είχε δει γυναίκα να γδύνομαι στο δωμάτιό μου- Γύρισα προς το μέρος της και την τράβηξα κοντά μου Ήταν ήσυχη. Δεν προέκυψε τόσο εύκολα πεπεισμένη, βρισκόταν μέσα σε τρομερή αμηχανία και, καθώς έφευγαν οι ώρες χωρίς εξήγηση ερχόταν ένα ράμφος από ήλιο και σκιά Η αμηχανία μεγάλωνε περισσότερο- ωστόσο, αντιμετώπισε την κατάσταση όσο πιο ψύχραιμα μπορούσε κι αρκετές φορές διασκέδασε με την εγωτική ιδέα της ηδονοθηρίας Τ' αστεία δεν κατόρθωσαν να με διασκεδάσουν πραγματικά ή να ξεγελάσουν την αδημονία μου και, να πούμε την αλήθεια, οι ώρες ήταν ατέλειωτες και βαριές Μάς απειλούν- ο χρόνος που σε ζωντανά κομμάτια χωρίζει αυτό που ήμουν από αυτό που θάμαι: Λαβύρινθος από καθρέφτες. Το ποτάμι μαζεύει ξανά τις εικόνες, κλείνεται στον εαυτό του παγώνουν πάνω στον βράχο τα διάφανα σπλάχνα μου Οι λέξεις καταθέτουν τα όπλα
Ψάχνω να βρω ίχνη, αλλά δεν βλέπω τίποτε το συγκεκριμένο Προχτές, μόλις, ανέφερα παρεμπιπτόντως το όνομά μου- Aλλά φαινόταν σαν ψευδώνυμο Έμεινα εμβρόντητος Όταν ζήτησα διευκρινίσεις, υποστηρίχτηκε ότι πρόκειται περί πολλαπλής και, όπως ειπώθηκε δυσώνυμης συνωνυμίας Οι άνθρωποι εδώ αλλάζουν εύκολα τα ονόματά τους σαν πουκάμισα. Την τράβηξα κοντά μου. Ήταν ήσυχη. Πού και πού άκουγα τον πνιχτό ήχο από τις στάλες της βροχής, θόρυβο ελαφρύ που έμοιαζε να μην ήταν βροχή, αλλά σαν να είχε μετατραπεί η ομίχλη σε σταγόνες. Τα δάχτυλα που έσφιγγαν το χέρι μου κάτω απ' την κουβέρτα είχαν ζεσταθεί Στη νύχτα η απαλότητα του δέρματος είναι ιδιαίτερη όπως τα σφραγισμένα μάτια Υπήρξε αδύνατο ακόμα και πριν το γεύμα να μην κάνω κάμποσες βόλτες πάνω στα ξόμπλια του χαλιού, κοιτάζοντας έξω απ' το παράθυρο, βάζοντας αυτί στην πόρτα κάθε φορά που άκουγα βήματα, και νοιώθοντας αρκετή έξαψη όταν τα βήματα πλησίαζαν στο δωμάτιο. Ύστερα από το γεύμα, έπεσε το σούρουπο και η νύχτα δίχως να πάρω καμιά είδηση Άρχισα να νοιώθω το μαρτύριο της σταγόνας. Αν είναι αληθινό το λευκό φως αυτής της λάμπας, αληθινό το χέρι που γράφει, αληθινά τα μάτια που βλέπουν το γραφτό- από τη μια λέξη στην άλλη αυτό, που ονομάζω, χάνεται.
Ξέρω πως είμαι ζωντανός ανάμεσα σε δυο παρενθέσεις [2] Στην πόλη αυτή αλλάζουν συχνά τους φίλους και το φύλο τους, δεν υπάρχουμε, η νύχτα κάνει αυτόνομες τις σκιές, πάμπολλοι δε ευνούχοι κυκλοφορούν στους δρόμους με τεράστιες κοιλιές και οίηση- αφθονούν φοβερά επίσης οι γράφοντες ποίηση- θα συμπέρανε κανείς ότι βιάζονται αντικειμενικώς να γίνουν εκλεκτοί, μολονότι λίγα μονάχα υποκείμενα διακρίθηκαν ενώ τα άλλα κηρύχθηκαν αθώα, ως μη γνωρίζοντα τι ποιούσι [3] Τα φώτα ήταν ακόμα αναμμένα. Είχα ξεχάσει να τα σβήσω πριν ξαπλώσω. Ήθελα να βλέπω το χέρι της Ήθελα να μείνω άγρυπνος και να κοιτάζω που κοιμόταν Έμεινα ξαπλωμένος με το χέρι στο στήθος μου. Σιωπηλός. Περίμενα να κοιμηθεί.
Παρ' όλα αυτά, πιστός στην πεποίθησή μου πως ο αληθινός καλός τρόπος βρίσκεται στην αδιαφορία (αυτή ήταν η μόνη βεβαιότητα που είχα), επωφελήθηκα από την κρίση να ζητήσω κεριά κι εφημερίδα [4],- μια νέα γυναίκα που ποτέ δεν είχα δει στεκόταν εκεί, απλή, ήρεμη, ντυμένη την άλλη γύμνια, όχι εκείνη που ήξερα- ξεδιπλώνεται ο κόσμος όπως είναι, ασάλευτος, περισσότερο χρόνος παρά πέτρα, περίσκεπτος- στοχαστικός- αναβρύζει έξαφνα πουλιά- δεν μπορείς να επικυρώσεις τα πάντα- η λογοκρισία, βλέπεις, κειμένων και αντικειμένων, αλλά οσμίζεσαι την ατμόσφαιρα στα κλειδωμένα ντουλάπια, στους μυστικούς φακέλους σαν τα πηγάδια που ελλοχεύουν ύπουλα, μπερδεύονται ακόμα και φυσιογνωμίες αδρές,- προ ημερών χαιρέτησα κάποιον γνωστό για να διαπιστώσω απλά πως ήταν αυτός- μου ανταπέδωσε τον χαιρετισμό με το γνωστό ειρωνικό χαμόγελο του παντογνώστη Ο ήλιος εν τούτοις δεν αποκαλύπτει τίποτα στην πολιτεία που σεληνιάζεται κι ο κλειστός απόρρητος κύκλος άφησε ήδη να διαρρεύσει το ερώτημα: και τους ανθρώπους ποιος θα τους αντικαταστήσει; Μα αυτοί αντικαθίστανται υποπτεύομαι αυτομάτως.
Υπήρχε απαλός σφυγμός στο καρπό της. Ακουμπώντας την καρδιά μου οι δυο σφυγμοί ακούγονται μαζί, στην αρχή κάπως πιο αργός από τον δικό μου, σιγά σιγά όμως συντονίστηκε και μετά άκουγα μόνο τη δική μου καρδιά Ή μήπως είχε αποκοιμηθεί;.....Η απόσταση φαινόταν να μεγαλώνει Όσο μακριά κι αν πήγαινε αυτό το κάτι δε συναντούσε τίποτα στον προορισμό του Ο επόμενος χτύπος ξανάφερνε πίσω ο,τι φοβόμουν
Ο άνεμος σωρεύει ορυμαγδούς στο μέτωπο, ο ήλιος διακορεύει τα μάτια το μεσημέρι Και τώρα τα βλέμματα ορθοποδούν ανήκουστα Είχε μισή ώρα που προσπαθούσα να διαβάσω μάταια την εφημερίδα, όταν παρουσιάστηκε ο σερβιτόρος και είπε με ύφος ταπεινό και γεμάτο μυστήριο:
''Συγνώμη, κύριε, σάς ζητούν Μπορείτε να στηριχθείτε στον λόγο μου: Έξω απ' το δωμάτιό σας''
ΤΕΛΟΣ
ΑΝΑΦΟΡΕΣ-ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ-ΦΩΤΟ
[1] Σάμουελ Μπέκετ, Το Τέλος, μτφρ. Θάλεια Μελή-Χωλλ, Αλεξάνδρεια 2019
[2] Octavio Paz, μτφρ.-εισαγωγή Μάγια Μαρία Ρούσσου, Ηριδανός 1986
[3] Αριστοτέλης Νικολαΐδης, Ανθρώπων εξ Ανθρώπων, διηγήματα, Καστανιώτης 1982
[4] Κάρολος Ντίκενς, Δύσκολα χρόνια, μτφρ. Σοφία Μαυροειδή-Παπαδάκη, ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ 2006
https://c3.staticflickr.com/5/4011/4179063482_e8184e27a1_b.jpg
https://encrypted-tbn0.gstatic.com/images?q=tbn:ANd9GcTYa8q4u_w-scVm1bRpF41D-lO6LtIA4crV1w&usqp=CAU
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η Γνώμη Κιλκίς- Παιονίας διευκρινίζει στους αναγνώστες της ότι θεωρεί αυτονόητο το δικαίωμα του σχολιασμού και της κριτικής έκφρασης, όταν αυτό φυσικά δεν στοχεύει στην απαξίωση, στην ύβρη και στην προσβολή ατόμων και θεσμών.
Το αναγνωστικό κοινό θα πρέπει να γνωρίζει ότι η Γνώμη, επιδιώκοντας μια υγιή και αμφίδρομη επικοινωνία, δεν δημοσιεύει ανυπόγραφα σχόλια, αλλά ούτε και σχόλια ρατσιστικού, προσβλητικού και υβριστικού περιεχομένου.
Τα ενυπόγραφα άρθρα τέλος, εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας.