Επίκαιρη επερώτηση κατέθεσαν στη Βουλή 27 βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, μεταξύ των οποίων και η βουλευτής Κιλκίς Ειρήνη Αγαθοπούλου, σχετικά με τα προβλήματα που αντιμετωπίζει σήμερα η ελληνική κτηνοτροφία, με σπουδαιότερα: το κόστος παραγωγής, τη φορολόγηση, τη ρευστότητα και τη διαχείριση των εξισωτικών αποζημιώσεων.
Μεταξύ άλλων οι βουλευτές της αντιπολίτευσης ρωτούν τον Υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης πώς θα αντιμετωπίσει το χρηματοδοτικό κενό των 70 εκατ. ευρώ για τη κάλυψη της δέσμευσής του ότι έχει εξασφαλίσει για τις φετινές εξισωτικές αποζημιώσεις ακόμη 130 εκατ. ευρώ, όταν τα διαθέσιμα φτάνουν μόνο στα 60 εκατ. ευρώ;
Επιπλέον ρωτούν: «ποιά συγκεκριμένα μέτρα προτίθεστε να λάβετε για την ενίσχυση των δημοσίων δομών κτηνιατρικής προστασίας προκειμένου να αντιμετωπίζονται, καταρχήν, και να καταπολεμούνται ζωονόσοι όπως ο πρόσφατος καταρροϊκός πυρετός που ήδη έχει ζημιώσει κτηνοτρόφους πολλών Περιφερειών της χώρας;»
Ακολουθεί ολόκληρη η επίκαιρη επερώτηση του ΣΥΡΙΖΑ:
Θέμα: Η κτηνοτροφία της χώρας μας έρμαιο της κυβερνητικής ανευθυνότητας
Η Ελλάδα είναι χώρα με μεγάλη παράδοση στην κτηνοτροφία, η οποία συμβάλλει ουσιαστικά στην περιφερειακή αγροτική ανάπτυξη και στη διατήρηση του κοινωνικού ιστού της υπαίθρου. Αξιοποιεί ορεινές και ημιορεινές περιοχές που είναι αδύνατο να αξιοποιηθούν διαφορετικά και συνιστά αντίμετρο στην ανεργία και την αποδόμηση των παραγωγικών δραστηριοτήτων σε επίπεδο ελληνικής περιφέρειας. Αποτελεί για πολλές περιοχές βασικό οικονομικό κλάδο και η αύξηση της συμμετοχής της στο συνολικό αγροτικό προϊόν θα βελτιώσει την αυτάρκεια της χώρας σε ζωικά προϊόντα και το εμπορικό ισοζύγιο στον αγροτικό τομέα.
Τις τελευταίες δεκαετίες υπήρξε σταδιακή αύξηση του πληθυσμού των ζώων κυρίως στις μικρές κτηνοτροφικές μονάδες. Όμως την τελευταία τριετία παρατηρείται φθίνουσα πορεία του κτηνοτροφικού κλάδου, που μεταφράζεται σε μείωση της παραγωγής, του ζωικού κεφαλαίου και του εργατικού δυναμικού. Συνολικά, στο διάστημα 2011-2013 η αξία της ζωικής παραγωγής μειώθηκε κατά 4 ποσοστιαίες μονάδες, ενώ η αξία της φυτικής παραγωγής μειώθηκε κατά 9,5 ποσοστιαίες μονάδες.
Η χώρα μας είναι ελλειμματική στα κυριότερα κτηνοτροφικά προϊόντα όπως αγελαδινό γάλα, βόειο και χοίρειο κρέας με αποτέλεσμα οι εισαγωγές σε γάλα και κρέας να βαρύνουν το εμπορικό ισοζύγιο και να φτάνουν περίπου στα 2 δις €. Η αθρόα εισαγωγή ζωικών προϊόντων οφείλεται στη χαμηλή ανταγωνιστικότητα των ζωικών προϊόντων που παράγονται στην Ελλάδα λόγω του υψηλού κόστους παραγωγής.
Το 1980 εισάγαμε μόνο το 20% του βόειου κρέατος και ήμαστε αυτάρκεις σε γάλα αγελαδινό. Σήμερα εισάγουμε το 90% του βόειου κρέατος και 65% του αγελαδινού γάλακτος που καταναλώνουμε. Η αγελαδοτροφία της χώρας μας από 35.000 αγελαδοτρόφους στο παρελθόν έχει πέσει στους 3.500 κωδικούς εκμετάλλευσης και μόνο 2.000 εκτροφές, που παράγουν 600 χιλιάδες τόνους, τη στιγμή που έχουμε ποσόστωση 830 χιλιάδων τόνων. Στο πρόβειο η ζήτησή του ρυθμίζεται μόνο από τη από τις απαιτήσεις για την παραγωγή του τυριού ΦΕΤΑ ΠΟΠ, και η μεγάλη μείωση των 120 χιλιάδων τόνων της τελευταίας τριετίας καλύφθηκε προσωρινά από την μεγάλη μείωση της εσωτερικής κατανάλωσης λόγω κρίσης.
Παρ’ όλα αυτά, τα περιθώρια ανάπτυξης της κτηνοτροφίας είναι αρκετά μεγάλα, αλλά η εφαρμοζόμενη οικονομική πολιτική και μία σειρά κακών χειρισμών από τις ηγεσίες του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων έχουν φορτώσει τους κτηνοτρόφους με μεγάλα προβλήματα.
Όταν από πολύ νωρίς κρούαμε τον κώδωνα του κινδύνου για το θέμα της επιλεξιμότητας των βοσκοτόπων, η Κυβέρνηση διαβεβαίωνε ότι δε θα δημιουργηθεί κανένα πρόβλημα με τις νομοθετικές ρυθμίσεις που πραγματοποιεί.
Όταν εγκαίρως επισημαίναμε στον τότε Υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων ότι τα κονδύλια που έχουν δεσμευτεί για την πληρωμή των εξισωτικών ενισχύσεων είναι πολύ μικρότερα από αυτά των παρελθόντων ετών, μας απαντούσε ότι έχουν εξασφαλιστεί επιπλέον ποσά από άλλους λογαριασμούς και οι κτηνοτρόφοι θα λάβουν το σύνολο του ποσού που τους αναλογεί.
Κατ’ επανάληψη έχουμε τονίσει ότι η έλλειψη δημοσίων δομών κτηνιατρικής προστασίας εκθέτει τους παραγωγούς σε σοβαρότατο κίνδυνο όσον αφορά στην ασφάλεια του ζωικού τους κεφαλαίου. Χαρακτηρίστηκα παραδείγματα κυβερνητικής αδράνειας και κακών χειρισμών είναι η εξάπλωση με καταστροφικά αποτελέσματα του καταρροϊκού πυρετού και της ευλογιάς που οδήγησε στη θανάτωση εκατοντάδων κοπαδιών. Επιπρόσθετα ανεπαρκείς είναι οι εμβολιασμοί για ασθένειες και η υλοποίηση προγραμμάτων υποχρεωτικών αιμοληψιών στα ζώα που αναγκάζει τους κτηνοτρόφους να απευθύνονται σε ιδιωτικές δομές αυξάνοντας σημαντικά το κόστος παραγωγής.
Δυστυχώς, μετά τις πρόσφατες εξελίξεις επαληθευτήκαμε για τα παραπάνω με τον πιο δυσάρεστο τρόπο για τους κτηνοτρόφους.
Γι’ αυτό και οι κτηνοτρόφοι σε ολόκληρη την Ελλάδα διαμηνύουν ότι η αντοχή τους έχει τελειώσει και εξήγγειλαν δυναμικότερες κινητοποιήσεις.
Πολλά τα προβλήματα του κτηνοτροφικού κλάδου με σπουδαιότερα:
Το κόστος παραγωγής. Είναι το υψηλότερο στην Ευρωπαϊκή Ένωση και απαιτεί την άμεση επίλυση των ζητημάτων που έχουν σχέση με αυτό (πετρέλαιο, ηλεκτρική ενέργεια, ΦΠΑ, εφόδια) αλλά και την προώθηση μέτρων, όπως η στήριξη καλλιέργειας πρωτεϊνούχων κτηνοτροφικών φυτών για ζωοτροφές, το εθνικό σχέδιο γενετικής βελτίωσης και αξιοποίησης των φυλών των αγροτικών ζώων.
Τη ρευστότητα. Η κατάργηση της αγροτικής πίστης με το ξεπούλημα της ΑΤΕ έχει προκαλέσει, λόγω της ελλιπούς χρηματοδότησης, τη μείωση της κτηνοτροφικής παραγωγής κυρίως εξαιτίας της αδυναμίας προμήθειας των ζωοτροφών. Ταυτόχρονα έχει οδηγήσει το μεγαλύτερο κομμάτι των μονάδων του χώρου στα πρόθυρα της διάλυσης λόγω υπερχρέωσης και ληξιπροθέσμων οφειλών.
Τη φορολόγηση. Η υπέρογκη φορολόγησή τους έχει αφαιρέσει μεγάλο μέρος από τις επιδοτήσεις, με αποτέλεσμα να αδυνατούν να ανταποκριθούν στις οικονομικές υποχρεώσεις τους και να οδηγούνται σε αδιέξοδο και αποχώρηση από την κτηνοτροφία.
Τη διαχείριση των εξισωτικών αποζημιώσεων. Από τα 51 εκατ. στρέμματα των εκτάσεων που βόσκονται στη χώρα μας, μόνο για τα 7,8 εκατ. έχουν πείσει οι ελληνικές κυβερνήσεις την Ε.Ε. να τις θεωρήσει ως επιλέξιμες εκτάσεις για τους κτηνοτρόφους. Και δυστυχώς πρόβλημα θα υπάρξει και με το νέο σχέδιο δράσης που έχει καταθέσει η χώρα μας και προβλέπει ως επιλέξιμα 18 εκατ. στρέμματα.
Επερωτάται ο κ. Υπουργός:
Με ποιους τρόπους σκοπεύει να στηρίξει ουσιαστικά την κτηνοτροφία, που αποτελεί το βασικότερο παράγοντα για τη βιωσιμότητα της υπαίθρου και την εξασφάλιση της αυτάρκειάς της σε προϊόντα ζωικής προέλευσης, ιδιαίτερα σε περιόδους κρίσης, όπως αυτή που διανύουμε;
Ποια πρόσθετα μέτρα σκοπεύει να πάρει για την ανάπτυξη της κτηνοτροφίας, με δεδομένη την ανάγκη για την επαρκή κάλυψη των διατροφικών αναγκών της χώρας αλλά και τη δυνατότητα για δυναμική προώθηση των ζωικών προϊόντων στις ξένες αγορές;
Γιατί αντί να εξακολουθεί να κόβει και να ράβει τους βοσκότοπους δεν υπερασπίζεται το αυτονόητο, ότι στην Ελλάδα βόσκονται περισσότερα από 51 εκατ. στρέμματα και είναι τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά αυτών των εκτάσεων που αποτελούν τον πρωταρχικό παράγοντα ποιοτικής διαφοροποίησης των γαλακτοκομικών μας προϊόντων και το σημαντικότερο κριτήριο αναγνώρισης και κατοχύρωσης των Προϊόντων Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης (ΠΟΠ);
Πώς θα αντιμετωπίσει το χρηματοδοτικό κενό των 70 εκατ. € για τη κάλυψη της δέσμευσής του ότι έχει εξασφαλίσει για τις φετινές εξισωτικές αποζημιώσεις ακόμη 130 εκατ. €, όταν τα διαθέσιμα φτάνουν μόνο στα 60 εκατ. €;
Ποιά συγκεκριμένα μέτρα προτίθεστε να λάβετε για την ενίσχυση των δημοσίων δομών κτηνιατρικής προστασίας προκειμένου να αντιμετωπίζονται, καταρχήν, και καταπολεμούνται ζωονόσοι όπως ο πρόσφατος καταρροϊκός πυρετός που ήδη έχει ζημιώσει κτηνοτρόφους πολλών Περιφερειών της χώρας;
Οι επερωτώντες βουλευτές
Αποστόλου Ευάγγελος
Αλεξόπουλος Απόστολος
Γελαλής Δημήτριος
Γεροβασίλη Όλγα
Δερμιτζάκης Κωνσταντίνος
Διακάκη Μαρία
Ζερδελής Γιάννης
Κανελοπούλου Μαρία
Κυριακάκης Βασίλης
Αμμανατίδου Λίτσα
Καλογερή Αγνή
Κοδέλας Δημήτρης
Πετράκος Θανάσης
Καραγιαννίδης Χρήστος
Διαμαντόπουλος Βαγγέλης
Γάκης Δημήτρης
Ξανθός Αντρέας
Αγαθοπούλου Ειρήνη
Κριτσωτάκης Μιχάλης
Διώτη Ηρώ
Τριανταφύλλου Μαρία
Μεϊκόπουλος Αλέξανδρος
Μιχελογιαννάκης Γιάννης
Βαρεμένος Γιώργος
Δριτσέλη Παναγιώτα
Σταθάς Γιάννης
Καρά Γιουσούφ Αϊχάν
Σταμπουλή Αφροδίτη
Μεταξύ άλλων οι βουλευτές της αντιπολίτευσης ρωτούν τον Υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης πώς θα αντιμετωπίσει το χρηματοδοτικό κενό των 70 εκατ. ευρώ για τη κάλυψη της δέσμευσής του ότι έχει εξασφαλίσει για τις φετινές εξισωτικές αποζημιώσεις ακόμη 130 εκατ. ευρώ, όταν τα διαθέσιμα φτάνουν μόνο στα 60 εκατ. ευρώ;
Επιπλέον ρωτούν: «ποιά συγκεκριμένα μέτρα προτίθεστε να λάβετε για την ενίσχυση των δημοσίων δομών κτηνιατρικής προστασίας προκειμένου να αντιμετωπίζονται, καταρχήν, και να καταπολεμούνται ζωονόσοι όπως ο πρόσφατος καταρροϊκός πυρετός που ήδη έχει ζημιώσει κτηνοτρόφους πολλών Περιφερειών της χώρας;»
Ακολουθεί ολόκληρη η επίκαιρη επερώτηση του ΣΥΡΙΖΑ:
Θέμα: Η κτηνοτροφία της χώρας μας έρμαιο της κυβερνητικής ανευθυνότητας
Η Ελλάδα είναι χώρα με μεγάλη παράδοση στην κτηνοτροφία, η οποία συμβάλλει ουσιαστικά στην περιφερειακή αγροτική ανάπτυξη και στη διατήρηση του κοινωνικού ιστού της υπαίθρου. Αξιοποιεί ορεινές και ημιορεινές περιοχές που είναι αδύνατο να αξιοποιηθούν διαφορετικά και συνιστά αντίμετρο στην ανεργία και την αποδόμηση των παραγωγικών δραστηριοτήτων σε επίπεδο ελληνικής περιφέρειας. Αποτελεί για πολλές περιοχές βασικό οικονομικό κλάδο και η αύξηση της συμμετοχής της στο συνολικό αγροτικό προϊόν θα βελτιώσει την αυτάρκεια της χώρας σε ζωικά προϊόντα και το εμπορικό ισοζύγιο στον αγροτικό τομέα.
Τις τελευταίες δεκαετίες υπήρξε σταδιακή αύξηση του πληθυσμού των ζώων κυρίως στις μικρές κτηνοτροφικές μονάδες. Όμως την τελευταία τριετία παρατηρείται φθίνουσα πορεία του κτηνοτροφικού κλάδου, που μεταφράζεται σε μείωση της παραγωγής, του ζωικού κεφαλαίου και του εργατικού δυναμικού. Συνολικά, στο διάστημα 2011-2013 η αξία της ζωικής παραγωγής μειώθηκε κατά 4 ποσοστιαίες μονάδες, ενώ η αξία της φυτικής παραγωγής μειώθηκε κατά 9,5 ποσοστιαίες μονάδες.
Η χώρα μας είναι ελλειμματική στα κυριότερα κτηνοτροφικά προϊόντα όπως αγελαδινό γάλα, βόειο και χοίρειο κρέας με αποτέλεσμα οι εισαγωγές σε γάλα και κρέας να βαρύνουν το εμπορικό ισοζύγιο και να φτάνουν περίπου στα 2 δις €. Η αθρόα εισαγωγή ζωικών προϊόντων οφείλεται στη χαμηλή ανταγωνιστικότητα των ζωικών προϊόντων που παράγονται στην Ελλάδα λόγω του υψηλού κόστους παραγωγής.
Το 1980 εισάγαμε μόνο το 20% του βόειου κρέατος και ήμαστε αυτάρκεις σε γάλα αγελαδινό. Σήμερα εισάγουμε το 90% του βόειου κρέατος και 65% του αγελαδινού γάλακτος που καταναλώνουμε. Η αγελαδοτροφία της χώρας μας από 35.000 αγελαδοτρόφους στο παρελθόν έχει πέσει στους 3.500 κωδικούς εκμετάλλευσης και μόνο 2.000 εκτροφές, που παράγουν 600 χιλιάδες τόνους, τη στιγμή που έχουμε ποσόστωση 830 χιλιάδων τόνων. Στο πρόβειο η ζήτησή του ρυθμίζεται μόνο από τη από τις απαιτήσεις για την παραγωγή του τυριού ΦΕΤΑ ΠΟΠ, και η μεγάλη μείωση των 120 χιλιάδων τόνων της τελευταίας τριετίας καλύφθηκε προσωρινά από την μεγάλη μείωση της εσωτερικής κατανάλωσης λόγω κρίσης.
Παρ’ όλα αυτά, τα περιθώρια ανάπτυξης της κτηνοτροφίας είναι αρκετά μεγάλα, αλλά η εφαρμοζόμενη οικονομική πολιτική και μία σειρά κακών χειρισμών από τις ηγεσίες του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων έχουν φορτώσει τους κτηνοτρόφους με μεγάλα προβλήματα.
Όταν από πολύ νωρίς κρούαμε τον κώδωνα του κινδύνου για το θέμα της επιλεξιμότητας των βοσκοτόπων, η Κυβέρνηση διαβεβαίωνε ότι δε θα δημιουργηθεί κανένα πρόβλημα με τις νομοθετικές ρυθμίσεις που πραγματοποιεί.
Όταν εγκαίρως επισημαίναμε στον τότε Υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων ότι τα κονδύλια που έχουν δεσμευτεί για την πληρωμή των εξισωτικών ενισχύσεων είναι πολύ μικρότερα από αυτά των παρελθόντων ετών, μας απαντούσε ότι έχουν εξασφαλιστεί επιπλέον ποσά από άλλους λογαριασμούς και οι κτηνοτρόφοι θα λάβουν το σύνολο του ποσού που τους αναλογεί.
Κατ’ επανάληψη έχουμε τονίσει ότι η έλλειψη δημοσίων δομών κτηνιατρικής προστασίας εκθέτει τους παραγωγούς σε σοβαρότατο κίνδυνο όσον αφορά στην ασφάλεια του ζωικού τους κεφαλαίου. Χαρακτηρίστηκα παραδείγματα κυβερνητικής αδράνειας και κακών χειρισμών είναι η εξάπλωση με καταστροφικά αποτελέσματα του καταρροϊκού πυρετού και της ευλογιάς που οδήγησε στη θανάτωση εκατοντάδων κοπαδιών. Επιπρόσθετα ανεπαρκείς είναι οι εμβολιασμοί για ασθένειες και η υλοποίηση προγραμμάτων υποχρεωτικών αιμοληψιών στα ζώα που αναγκάζει τους κτηνοτρόφους να απευθύνονται σε ιδιωτικές δομές αυξάνοντας σημαντικά το κόστος παραγωγής.
Δυστυχώς, μετά τις πρόσφατες εξελίξεις επαληθευτήκαμε για τα παραπάνω με τον πιο δυσάρεστο τρόπο για τους κτηνοτρόφους.
Γι’ αυτό και οι κτηνοτρόφοι σε ολόκληρη την Ελλάδα διαμηνύουν ότι η αντοχή τους έχει τελειώσει και εξήγγειλαν δυναμικότερες κινητοποιήσεις.
Πολλά τα προβλήματα του κτηνοτροφικού κλάδου με σπουδαιότερα:
Το κόστος παραγωγής. Είναι το υψηλότερο στην Ευρωπαϊκή Ένωση και απαιτεί την άμεση επίλυση των ζητημάτων που έχουν σχέση με αυτό (πετρέλαιο, ηλεκτρική ενέργεια, ΦΠΑ, εφόδια) αλλά και την προώθηση μέτρων, όπως η στήριξη καλλιέργειας πρωτεϊνούχων κτηνοτροφικών φυτών για ζωοτροφές, το εθνικό σχέδιο γενετικής βελτίωσης και αξιοποίησης των φυλών των αγροτικών ζώων.
Τη ρευστότητα. Η κατάργηση της αγροτικής πίστης με το ξεπούλημα της ΑΤΕ έχει προκαλέσει, λόγω της ελλιπούς χρηματοδότησης, τη μείωση της κτηνοτροφικής παραγωγής κυρίως εξαιτίας της αδυναμίας προμήθειας των ζωοτροφών. Ταυτόχρονα έχει οδηγήσει το μεγαλύτερο κομμάτι των μονάδων του χώρου στα πρόθυρα της διάλυσης λόγω υπερχρέωσης και ληξιπροθέσμων οφειλών.
Τη φορολόγηση. Η υπέρογκη φορολόγησή τους έχει αφαιρέσει μεγάλο μέρος από τις επιδοτήσεις, με αποτέλεσμα να αδυνατούν να ανταποκριθούν στις οικονομικές υποχρεώσεις τους και να οδηγούνται σε αδιέξοδο και αποχώρηση από την κτηνοτροφία.
Τη διαχείριση των εξισωτικών αποζημιώσεων. Από τα 51 εκατ. στρέμματα των εκτάσεων που βόσκονται στη χώρα μας, μόνο για τα 7,8 εκατ. έχουν πείσει οι ελληνικές κυβερνήσεις την Ε.Ε. να τις θεωρήσει ως επιλέξιμες εκτάσεις για τους κτηνοτρόφους. Και δυστυχώς πρόβλημα θα υπάρξει και με το νέο σχέδιο δράσης που έχει καταθέσει η χώρα μας και προβλέπει ως επιλέξιμα 18 εκατ. στρέμματα.
Επερωτάται ο κ. Υπουργός:
Με ποιους τρόπους σκοπεύει να στηρίξει ουσιαστικά την κτηνοτροφία, που αποτελεί το βασικότερο παράγοντα για τη βιωσιμότητα της υπαίθρου και την εξασφάλιση της αυτάρκειάς της σε προϊόντα ζωικής προέλευσης, ιδιαίτερα σε περιόδους κρίσης, όπως αυτή που διανύουμε;
Ποια πρόσθετα μέτρα σκοπεύει να πάρει για την ανάπτυξη της κτηνοτροφίας, με δεδομένη την ανάγκη για την επαρκή κάλυψη των διατροφικών αναγκών της χώρας αλλά και τη δυνατότητα για δυναμική προώθηση των ζωικών προϊόντων στις ξένες αγορές;
Γιατί αντί να εξακολουθεί να κόβει και να ράβει τους βοσκότοπους δεν υπερασπίζεται το αυτονόητο, ότι στην Ελλάδα βόσκονται περισσότερα από 51 εκατ. στρέμματα και είναι τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά αυτών των εκτάσεων που αποτελούν τον πρωταρχικό παράγοντα ποιοτικής διαφοροποίησης των γαλακτοκομικών μας προϊόντων και το σημαντικότερο κριτήριο αναγνώρισης και κατοχύρωσης των Προϊόντων Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης (ΠΟΠ);
Πώς θα αντιμετωπίσει το χρηματοδοτικό κενό των 70 εκατ. € για τη κάλυψη της δέσμευσής του ότι έχει εξασφαλίσει για τις φετινές εξισωτικές αποζημιώσεις ακόμη 130 εκατ. €, όταν τα διαθέσιμα φτάνουν μόνο στα 60 εκατ. €;
Ποιά συγκεκριμένα μέτρα προτίθεστε να λάβετε για την ενίσχυση των δημοσίων δομών κτηνιατρικής προστασίας προκειμένου να αντιμετωπίζονται, καταρχήν, και καταπολεμούνται ζωονόσοι όπως ο πρόσφατος καταρροϊκός πυρετός που ήδη έχει ζημιώσει κτηνοτρόφους πολλών Περιφερειών της χώρας;
Οι επερωτώντες βουλευτές
Αποστόλου Ευάγγελος
Αλεξόπουλος Απόστολος
Γελαλής Δημήτριος
Γεροβασίλη Όλγα
Δερμιτζάκης Κωνσταντίνος
Διακάκη Μαρία
Ζερδελής Γιάννης
Κανελοπούλου Μαρία
Κυριακάκης Βασίλης
Αμμανατίδου Λίτσα
Καλογερή Αγνή
Κοδέλας Δημήτρης
Πετράκος Θανάσης
Καραγιαννίδης Χρήστος
Διαμαντόπουλος Βαγγέλης
Γάκης Δημήτρης
Ξανθός Αντρέας
Αγαθοπούλου Ειρήνη
Κριτσωτάκης Μιχάλης
Διώτη Ηρώ
Τριανταφύλλου Μαρία
Μεϊκόπουλος Αλέξανδρος
Μιχελογιαννάκης Γιάννης
Βαρεμένος Γιώργος
Δριτσέλη Παναγιώτα
Σταθάς Γιάννης
Καρά Γιουσούφ Αϊχάν
Σταμπουλή Αφροδίτη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η Γνώμη Κιλκίς- Παιονίας διευκρινίζει στους αναγνώστες της ότι θεωρεί αυτονόητο το δικαίωμα του σχολιασμού και της κριτικής έκφρασης, όταν αυτό φυσικά δεν στοχεύει στην απαξίωση, στην ύβρη και στην προσβολή ατόμων και θεσμών.
Το αναγνωστικό κοινό θα πρέπει να γνωρίζει ότι η Γνώμη, επιδιώκοντας μια υγιή και αμφίδρομη επικοινωνία, δεν δημοσιεύει ανυπόγραφα σχόλια, αλλά ούτε και σχόλια ρατσιστικού, προσβλητικού και υβριστικού περιεχομένου.
Τα ενυπόγραφα άρθρα τέλος, εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας.