Γράφει ο Φώτης Μισόπουλος
"Υπάρχουν κατά τον Camus, συνειδήσεις που αντιστέκονται στον ατομικισμό και τη γοητεία της προσωπικότητας, κάτι που εκδηλώνεται με την ανάμειξη του κοινωνικού και του μεταφυσικού στοιχείου στην καθημερινότητά τους. Η ανάμειξη τούτη προσδίδει στη συνείδηση ένα χαρακτήρα αντικειμενικότητας, που καλλιεργείται από την διαπλοκή των ανθρωπίνων
σχέσεων στη βάση του αλλοκεντρισμού, σε αντίθεση με τον εγωκεντρισμό της υποκειμενικότητας της μεμονωμένης συνείδησης." [1]
Η μετατόπιση της ύπαρξης στο πεδίο δράσης του κοινωνικού προτσές δεν συνεπάγεται την αυτόματη λύση
της dea ex machina, αλλά τις περισσότερες φορές εκφράζει την υπαρξιακή ιδιαιτερότητα του "παράλογου" ανθρώπου,
του εξεγερμένου ανθρώπου [2]
Η συσχετική συνείδηση του ήρωα του έργου που είναι και ο συγγραφέας, άλλωστε, και η δικαίωσή του
στην ανακάλυψη της ουσίας πίσω απ' τα φαινόμενα- εξεγερμένος απέναντι στο Άλλο, που είναι ο μύθος και μαζί, το
παράλογο- συντελείται μέσα απ' τη διαλεκτική του έρωτα, υπό την ιερότητα της επίβλεψης ενός αόρατου πνευματικού
οδηγού- φύλακα άγγελου [sic]- του Σέμκελ.
Ο έρωτας οντικοποιείται σαν το συνθετικό τοπίο, στο φόντο του οποίου χτίζεται η ζωή και υποστασιοποιείται
ο ανθρώπινος ιστός, ατομικός και ομαδικός :
"Μόλις το είπα αυτή έμεινε κάγκελο και με την πόρτα του αυτοκινήτου ανοιχτή με ρώτησε τι σύνδρομο έιναι αυτό που δεν το ήξερε.
Της εξήγησα ότι πολλά δεν ήξερε, ενώ είδα τον Σέμκελ, που όλο αυτό το διάστημα καθόταν στο πίσω κάθισμα αθέατος και
κάπνιζε, να μου κάνει με τα δάχτυλα ΟΚ". [4]
Στην ατμόσφαιρα είναι διάχυτη η αρχέτυπη αγωνία της ελευθερίας, η καταξίωση να
υπάρξει- κανείς- γιατί σαν άνθρωπος έχει πιο πολλά να θαυμάσουν σ' αυτόν και λιγότερα να καταφρονούν:
"αγαπούσε τους ομοίους του και ήταν αποφασισμένος να αρνηθεί, όσο περνούσε απ' το χέρι του, την αδικία και τους συμβιβασμούς" [5]
Μ' αυτόν τον τρόπο ο ήρωας διακυβεύει "τα αποτρόπαια όρια του έρωτα και της ιστορίας" [6]. Ο έρωτας ετοιμάζει την
εξέγερση και την επανάσταση, έστω σε μια γραφειοκρατικοποιημένη εκδοχή του καινούριου:
"Κάθε τόσο μου έλεγε "κάνουμε μια αθόρυβη επεανάσταση και δεν μπορούμε να πάρουμε τα κεφάλια με αίμα όπως
θάθελες εσύ, αγόρι μου, αλλά πρέπει να καταλάβεις πώς κάνουμε επανάσταση, έτσι...;" κι εγώ του έλεγα πολλές φορές
"να το καταλάβεις καλά πως επανάσταση δίχως ν' ανοίξει μύτη δε γίνεται"
Τις νύχτες έμενα μόνος μου και τότε ο Σέμκελ προσπαθούσε να με συνετίσει λέγοντάς μου, πως, εντάξει, έγινε μια αλλαγή στη χώρα,
αλλά να μην νομίζω πως έγινε και τίποτα συνταρακτικό, κι αυτή η αλλαγή θα περάσει με τους χρόνους στα αζήτητα κι εγώ θα μείνω
μέσα στη θολούρα της ιδεολογίας μου, που τελικά θα γίνει ιδεοληψία..."
.....................................................................................................................
....Και τότε θυμόμουν τη Ζιζή, την έβγαζα από την κουκέτα της μνήμης, αλλά όσο περνούσε ο καιρός η εικόνα ξεθΏριαζε, ή μάλλον γινόταν διαφορετική σε βαθμό που να μην θυμάμαι τι ήταν αλήθεια και τι ψέμματα.".[7]
Απ' τα συχνότερα φαινόμενα στη γενιά του, η διάψευση. Στην πολιτική και στον έρωτα. Αναγκάζεται να καταφύγει σ' ένα χρόνο
δικό του, προιστορικό, κατακλυσμιαίο- όπου τα πάντα έζησαν τη ματαιότητά τους:
"- βιάζομαι
να σκεπάσω με το πανωφόρι του έρωτα
την άρρωστή μας Επανάσταση" [8]
Θα βαδίζουμε, λοιπόν, οιδιπόδειοι και οδυσσάμενοι σε μια ατελεύτητη εξορία. Ίσως, ταξίδια που δεν άρχισαν ποτέ
- άλλωστε τα μεγαλύτερα ταξίδια τα έχουμε κάνει στους ακάλυπτους μιας άλλης ζωής που μάς άφησε νωχελικά σε
ανύποπτο χρόνο:
"...ήθελα να της πω πολλά, όταν την ξανάκουσα να λέει "δεν είναι σωστό, αγόρι μου, να μιλάμε στο θυροτηλέφωνο, έλα σε παρακαλώ να φάμε όλοι μαζί, ε;" και τότε της είπα μόνο δυο λάξεις, "φάτε μόνοι". [9]
'Ισως εδώ ν' αρχίζει η νέα, η άλλη περιπλάνηση, ο άλλος έρωτας και η α-λήθεια του:
Το χέρι σου μελετούσα όλη νύχτα
χειρονομίες που δεν τόλμησες [10]
Αυτή η εξερεύνηση των αποτρόπαιων ορίων του έρωτα και της ιστορίας, που συνεχίζει το αιώνιο δράμα.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1] Ελένη Ποταμιάνου Παλλάντιου, Η μυθολογική του Αλμπέρ Καμύ, Ελλην. Γράμμτα, 1996, σελ. 326
[2] ο.π. σελ. 327
[3] ο.π. σελ.327
[4] Η. Κουτσο΄θκος ο.π. σελ. 81
[5Ελένη Ποταμιάνου Παλλάντιου ό.π. σελ.329
[6] Κωστής Μοσκώφ, Για το Έρωτα και την Επανάστση, Διαδίκτυο
[7]Η. Κουτσούκος, ο.π. σελ. 84
[8] Κωστής Μοσκώφ ο.π.
[9] Η. Κουτσούκος, ο.π. σελ. 157
[10] Κωστής Μοσκώφ, ο.π.
"Υπάρχουν κατά τον Camus, συνειδήσεις που αντιστέκονται στον ατομικισμό και τη γοητεία της προσωπικότητας, κάτι που εκδηλώνεται με την ανάμειξη του κοινωνικού και του μεταφυσικού στοιχείου στην καθημερινότητά τους. Η ανάμειξη τούτη προσδίδει στη συνείδηση ένα χαρακτήρα αντικειμενικότητας, που καλλιεργείται από την διαπλοκή των ανθρωπίνων
σχέσεων στη βάση του αλλοκεντρισμού, σε αντίθεση με τον εγωκεντρισμό της υποκειμενικότητας της μεμονωμένης συνείδησης." [1]
Η μετατόπιση της ύπαρξης στο πεδίο δράσης του κοινωνικού προτσές δεν συνεπάγεται την αυτόματη λύση
της dea ex machina, αλλά τις περισσότερες φορές εκφράζει την υπαρξιακή ιδιαιτερότητα του "παράλογου" ανθρώπου,
του εξεγερμένου ανθρώπου [2]
Η συσχετική συνείδηση του ήρωα του έργου που είναι και ο συγγραφέας, άλλωστε, και η δικαίωσή του
στην ανακάλυψη της ουσίας πίσω απ' τα φαινόμενα- εξεγερμένος απέναντι στο Άλλο, που είναι ο μύθος και μαζί, το
παράλογο- συντελείται μέσα απ' τη διαλεκτική του έρωτα, υπό την ιερότητα της επίβλεψης ενός αόρατου πνευματικού
οδηγού- φύλακα άγγελου [sic]- του Σέμκελ.
Ο έρωτας οντικοποιείται σαν το συνθετικό τοπίο, στο φόντο του οποίου χτίζεται η ζωή και υποστασιοποιείται
ο ανθρώπινος ιστός, ατομικός και ομαδικός :
"Μόλις το είπα αυτή έμεινε κάγκελο και με την πόρτα του αυτοκινήτου ανοιχτή με ρώτησε τι σύνδρομο έιναι αυτό που δεν το ήξερε.
Της εξήγησα ότι πολλά δεν ήξερε, ενώ είδα τον Σέμκελ, που όλο αυτό το διάστημα καθόταν στο πίσω κάθισμα αθέατος και
κάπνιζε, να μου κάνει με τα δάχτυλα ΟΚ". [4]
Στην ατμόσφαιρα είναι διάχυτη η αρχέτυπη αγωνία της ελευθερίας, η καταξίωση να
υπάρξει- κανείς- γιατί σαν άνθρωπος έχει πιο πολλά να θαυμάσουν σ' αυτόν και λιγότερα να καταφρονούν:
"αγαπούσε τους ομοίους του και ήταν αποφασισμένος να αρνηθεί, όσο περνούσε απ' το χέρι του, την αδικία και τους συμβιβασμούς" [5]
Μ' αυτόν τον τρόπο ο ήρωας διακυβεύει "τα αποτρόπαια όρια του έρωτα και της ιστορίας" [6]. Ο έρωτας ετοιμάζει την
εξέγερση και την επανάσταση, έστω σε μια γραφειοκρατικοποιημένη εκδοχή του καινούριου:
"Κάθε τόσο μου έλεγε "κάνουμε μια αθόρυβη επεανάσταση και δεν μπορούμε να πάρουμε τα κεφάλια με αίμα όπως
θάθελες εσύ, αγόρι μου, αλλά πρέπει να καταλάβεις πώς κάνουμε επανάσταση, έτσι...;" κι εγώ του έλεγα πολλές φορές
"να το καταλάβεις καλά πως επανάσταση δίχως ν' ανοίξει μύτη δε γίνεται"
Τις νύχτες έμενα μόνος μου και τότε ο Σέμκελ προσπαθούσε να με συνετίσει λέγοντάς μου, πως, εντάξει, έγινε μια αλλαγή στη χώρα,
αλλά να μην νομίζω πως έγινε και τίποτα συνταρακτικό, κι αυτή η αλλαγή θα περάσει με τους χρόνους στα αζήτητα κι εγώ θα μείνω
μέσα στη θολούρα της ιδεολογίας μου, που τελικά θα γίνει ιδεοληψία..."
.....................................................................................................................
....Και τότε θυμόμουν τη Ζιζή, την έβγαζα από την κουκέτα της μνήμης, αλλά όσο περνούσε ο καιρός η εικόνα ξεθΏριαζε, ή μάλλον γινόταν διαφορετική σε βαθμό που να μην θυμάμαι τι ήταν αλήθεια και τι ψέμματα.".[7]
Απ' τα συχνότερα φαινόμενα στη γενιά του, η διάψευση. Στην πολιτική και στον έρωτα. Αναγκάζεται να καταφύγει σ' ένα χρόνο
δικό του, προιστορικό, κατακλυσμιαίο- όπου τα πάντα έζησαν τη ματαιότητά τους:
"- βιάζομαι
να σκεπάσω με το πανωφόρι του έρωτα
την άρρωστή μας Επανάσταση" [8]
Θα βαδίζουμε, λοιπόν, οιδιπόδειοι και οδυσσάμενοι σε μια ατελεύτητη εξορία. Ίσως, ταξίδια που δεν άρχισαν ποτέ
- άλλωστε τα μεγαλύτερα ταξίδια τα έχουμε κάνει στους ακάλυπτους μιας άλλης ζωής που μάς άφησε νωχελικά σε
ανύποπτο χρόνο:
"...ήθελα να της πω πολλά, όταν την ξανάκουσα να λέει "δεν είναι σωστό, αγόρι μου, να μιλάμε στο θυροτηλέφωνο, έλα σε παρακαλώ να φάμε όλοι μαζί, ε;" και τότε της είπα μόνο δυο λάξεις, "φάτε μόνοι". [9]
'Ισως εδώ ν' αρχίζει η νέα, η άλλη περιπλάνηση, ο άλλος έρωτας και η α-λήθεια του:
Το χέρι σου μελετούσα όλη νύχτα
χειρονομίες που δεν τόλμησες [10]
Αυτή η εξερεύνηση των αποτρόπαιων ορίων του έρωτα και της ιστορίας, που συνεχίζει το αιώνιο δράμα.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1] Ελένη Ποταμιάνου Παλλάντιου, Η μυθολογική του Αλμπέρ Καμύ, Ελλην. Γράμμτα, 1996, σελ. 326
[2] ο.π. σελ. 327
[3] ο.π. σελ.327
[4] Η. Κουτσο΄θκος ο.π. σελ. 81
[5Ελένη Ποταμιάνου Παλλάντιου ό.π. σελ.329
[6] Κωστής Μοσκώφ, Για το Έρωτα και την Επανάστση, Διαδίκτυο
[7]Η. Κουτσούκος, ο.π. σελ. 84
[8] Κωστής Μοσκώφ ο.π.
[9] Η. Κουτσούκος, ο.π. σελ. 157
[10] Κωστής Μοσκώφ, ο.π.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Η Γνώμη Κιλκίς- Παιονίας διευκρινίζει στους αναγνώστες της ότι θεωρεί αυτονόητο το δικαίωμα του σχολιασμού και της κριτικής έκφρασης, όταν αυτό φυσικά δεν στοχεύει στην απαξίωση, στην ύβρη και στην προσβολή ατόμων και θεσμών.
Το αναγνωστικό κοινό θα πρέπει να γνωρίζει ότι η Γνώμη, επιδιώκοντας μια υγιή και αμφίδρομη επικοινωνία, δεν δημοσιεύει ανυπόγραφα σχόλια, αλλά ούτε και σχόλια ρατσιστικού, προσβλητικού και υβριστικού περιεχομένου.
Τα ενυπόγραφα άρθρα τέλος, εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας.