Τετάρτη 16 Απριλίου 2014

Οι τοπικές κοινωνίες και τα ‘‘ακηδεμόνευτα’’ καπελώματα

Γράφει ο Σπύρος Καρτσώνης
Ολοκληρώθηκαν σχεδόν οι επιλογές των υποψηφίων περιφερειαρχών και δημάρχων από το αθηναϊκό κομματικό κέντρο. Χρίστηκαν επισήμως οι ‘‘εκλεκτοί’’ στις περιφέρειες και στους μεγάλους δήμους -και ανεπισήμως στους μικρότερους- από τις πολιτικές ηγεσίες. Και έτσι δοξάστηκε η ‘‘ακομμάτιστη και ακηδεμόνευτη τοπική αυτοδιοίκηση’’, η οποία -να μην το ξεχνάμε- αποτελεί έναν από τους ‘‘πυλώνες της δημοκρατίας’’ -κατά τα λεγόμενα των πατέρων του έθνους!

Οποία υποκρισία! Ορκίζονταν μέχρι πρότινος οι κομματικοί μηχανισμοί ότι σέβονται τις ‘‘τοπικές κοινωνίες’’ και ότι τα κόμματα πρέπει να μένουν μακριά από τις αυτοδιοικητικές εκλογές. Ο όρκος τους όμως είχε τόση αξία όση αξία είχαν και οι εκάστοτε προεκλογικές υποσχέσεις τους: όταν έρχεται η ώρα να μιλήσουν οι ‘‘τοπικές κοινωνίες’’ απλώνουν ένα τεράστιο κομματικό καπέλο πάνω απ΄ όλη τη χώρα -ακηδεμόνευτο καπέλο μεν, αλλά κομμένο και ραμμένο στα μέτρα που, μετρώντας χρωματιστά κουκιά, θεώρησαν σωστά οι κοπτοράπτες του κόμματος.

Έτσι, ένα θέμα πρωτίστως τοπικό μεταφέρεται στα κεντρικά κομματικά γραφεία, γεγονός που σημαίνει ότι οι μεν κομματικοί μηχανισμοί εξακολουθούν να καλλιεργούν τις παθογένειες του συστήματος διακυβέρνησης, οι δε τοπικές κοινωνίες εξακολουθούν να δέχονται την απαξίωση και την έλλειψη σεβασμού και αξιοκρατίας.

Επιβεβαιώνεται με αυτόν τον τρόπο ότι το πολιτικό μας σύστημα αδυνατεί να αφουγκραστεί τις αλλαγές που συντελούνται στην ελληνική κοινωνία και να παρακολουθήσει τις υπόγειες διεργασίες που ήδη έχουν τεθεί σε εφαρμογή μέσα στα σπλάχνα της.

Οι μόνοι που εξυπηρετούνται βεβαίως από τον κομματικό πειθαναγκασμό είναι οι πειθήνιοι και πειθαρχικοί κομματικοί στρατιώτες που, διψασμένοι για εξουσία και ανέλιξη, αδιαφορούν για την έλλειψη ατομικής προσωπικής λάμψης (προς αποφυγήν παρεξηγήσεως: δε λείπουν, και είναι πολλοί, οι αξιόλογοι υποψήφιοι, στο πρόσωπο των οποίων συμπίπτει το κομματικό χρίσμα με τη θέληση της τοπικής κοινωνίας), και παρουσιάζονται ως επίδοξοι ‘‘σωτήρες’’, στηριζόμενοι στην ετερόφωτη κομματική αντανάκλαση. 


Μιλάμε για τους επαγγελματίες της πολιτικής, αυτούς που ιεραρχούν τα κομματικά ‘‘θέλω’’ πάνω από τις κοινωνικές ανάγκες, που χωρίς να διαθέτουν λαϊκά ερείσματα και αυτοδιοικητικά γνωρίσματα -αφού έχουν καλύτερη σχέση με το κόμμα παρά με την τοπική κοινωνία-, θέλουν να ‘‘υπηρετήσουν’’ το λαό και προτιμούν να προικοδοτηθούν χαριστικά με κομματικές ψήφους και όχι να τις κερδίσουν με την αξία τους, αυτούς που κινούνται στη λογική πως οι εκλογές για την αυτοδιοίκηση αφορούν την εκλογή κομματάρχη και όχι δημάρχου ή περιφερειάρχη.

Δεν συγκινούνται όμως πλέον οι πολίτες αυτού του τόπου από τις κομματικές περγαμηνές των υποψηφίων. Η κομματική ταυτότητα του κάθε υποψηφίου μεταφράζεται από τους πολίτες ως τεκμήριο πειθήνιου κομματικού στρατιώτη. Ο κομματικός υποψήφιος εκλαμβάνεται ως κομματική μαριονέτα, προϊόν κομματικής καμαρίλας, χωρίς προσωπικότητα και πυγμή. 

Αυτός είναι και ο λόγος που πολλοί υποψήφιοι, ενώ δεν αποκήρυξαν ποτέ τη κομματική τους ταυτότητα, κατεβαίνουν ως ανεξάρτητοι, αρνούμενοι την επίσημη στήριξη του κόμματος -ανεπισήμως την έχουν, και το αποδεικνύει η παρουσία των βουλευτών και όλων των τοπικών κομματικών στελεχών στις κυριότερες προεκλογικές τους συγκεντρώσεις-, γιατί με την κομματική ταμπέλα καταλαβαίνουν τι τους περιμένει.

Δεν αποτελούν όμως λύση για τους πολίτες ούτε και οι λεγόμενοι ‘‘αντάρτες’’. Γιατί όλοι γνωρίζουν ότι η ‘‘ανταρσία’’ τους δεν είναι αποτέλεσμα ρήξης με το κόμμα, αλλά γεννάται από της άνευ ορίων προσωπική φιλοδοξία για την πολυπόθητη πολυθρόνα.

Το ότι οι περισσότεροι και από τους μεν (‘‘ανεξάρτητους’’) και από τους δε (‘‘αντάρτες’’) περιλαμβάνουν στο ψηφοδέλτιό τους ονόματα και από άλλους πολιτικούς χώρους γίνεται -συνήθως-, αφενός μεν για να κερδίσουν ψήφους από οποιοδήποτε πρόσωπο μπορεί να τους τις δώσει, αφετέρου δε για να ‘‘ρίξουν στάχτη στα μάτια’’ των ψηφοφόρων.

Η κοινωνία πιστεύει ότι το τιμόνι των δήμων και των περιφερειών πρέπει να το κρατούν άνθρωποι (ευτυχώς για τις τοπικές κοινωνίες υπάρχουν και τέτοιοι) που διαθέτουν, όχι κομματικές, αλλά επαγγελματικές, επιστημονικές και κοινωνικές περγαμηνές, άνθρωποι πάνω από κόμματα, πραγματικά ανεξάρτητοι, που ξέρουν τι θα πει καθημερινότητα, άνθρωποι νοικοκύρηδες, καταξιωμένοι στην κοινωνία, ικανοί και επιτυχημένοι, ανιδιοτελείς και ακούραστοι, που θα αξιοποιήσουν κάθε δυνατότητα για δημιουργία έργων υποδομής και νοικοκύρεμα των δήμων και των περιφερειών, και όχι κομματικά σύμβολα, πρίγκιπες μεγάλων οικογενειών της πολιτικής, επαγγελματίες της έμμισθης εξουσίας, αφισοκολλητές και κομματικοί συνδικαλιστές.

Η κοινωνία πιστεύει ακόμη ότι το τιμόνι των δήμων και των περιφερειών πρέπει να το κρατούν άνθρωποι ταπεινοί και ευπροσήγοροι, εργατικοί και οργανωτικοί και όχι αρχομανείς και κενόδοξοι, μεμψίμοιροι και ματαιόδοξοιˑ πρέπει να το κρατούν άνθρωποι που να μιλούν τη γλώσσα της αλήθειας και όχι τη γνωστή ‘‘ξύλινη γλώσσα’’, άνθρωποι με πρόσωπο καθαρό και τίμιο και όχι άνθρωποι με προσωπείο, πίσω από το οποίο κρύβονται επιμελώς όλα τα ελαττώματα του πολιτικάντη.

Κάποτε, και ελπίζουμε να μην αργήσει, πρέπει να έρθει η ώρα που οι τοπικές κοινωνίες θα αφυπνιστούν.

Κάποτε πρέπει να έρθει η ώρα της εξέγερσης και της ρήξης, στο πεδίο της τοπικής αυτοδιοίκησης, με τον αυταρχισμό του κομματικού κέντρου.

Κάποτε οι Έλληνες πολίτες θα πρέπει να υπερασπίσουν την αξιοπρέπεια και τη νοημοσύνη τους από ένα κράτος που τους προσβάλλει, τους ταπεινώνει και τους αντιμάχεται.

Κάποτε η ελλαδική κοινωνία θα πρέπει να πει ‘‘φτάνει’’!: Να πει ‘‘φτάνει’’ στο κράτος που ενδιαφέρεται μόνο για το περιτύλιγμα και στέκεται μακριά από το περιεχόμενο και την ουσία.

Κάποτε η ελλαδική κοινωνία θα πρέπει να πει ‘‘όχι’’ στην αχαλίνωτη κομματοκρατία.

Γιατί μόνο τότε θα υπάρχει ελπίδα να μην ακυρώνεται βάναυσα κάθε ενδεχόμενο αξιοκρατίας.

Γιατί μόνο τότε θα υπάρχει ελπίδα να ελέγχονται οι ικανότητες και να αναδεικνύονται οι άριστοι.

Γιατί μόνο τότε θα υπάρχει ελπίδα να πνεύσει στην τοπική αυτοδιοίκηση ο ευεργετικός και ζωογόνος άνεμος της ανανέωσης και της προκοπής.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η Γνώμη Κιλκίς- Παιονίας διευκρινίζει στους αναγνώστες της ότι θεωρεί αυτονόητο το δικαίωμα του σχολιασμού και της κριτικής έκφρασης, όταν αυτό φυσικά δεν στοχεύει στην απαξίωση, στην ύβρη και στην προσβολή ατόμων και θεσμών.

Το αναγνωστικό κοινό θα πρέπει να γνωρίζει ότι η Γνώμη, επιδιώκοντας μια υγιή και αμφίδρομη επικοινωνία, δεν δημοσιεύει ανυπόγραφα σχόλια, αλλά ούτε και σχόλια ρατσιστικού, προσβλητικού και υβριστικού περιεχομένου.

Τα ενυπόγραφα άρθρα τέλος, εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας.