Σάββατο 7 Ιουλίου 2012

Ομιλία Ε. Βενιζέλου Προέδρου ΠΑΣΟΚ, στη Βουλή επί των προγραμματικών δηλώσεων της Κυβέρνησης

Κυρίες και κύριοι Βουλευτές, η συζήτηση για τις προγραμματικές δηλώσεις είναι μια συζήτηση για την εθνική στρατηγική και το μέλλον της χώρας. Ιδίως υπό τις σημερινές συνθήκες εθνικής, αλλά και πανευρωπαϊκής κρίσης δεν νοείται και δεν επιτρέπεται η συζήτηση για τις προγραμματικές δηλώσεις να είναι μία κλασικού χαρακτήρα συζήτηση επιβεβαίωσης των ρόλων της κυβερνητικής πλειοψηφίας και της κοινοβουλευτικής Αντιπολίτευσης.
Δεν μπορούμε υπό τις σημερινές συνθήκες -είκοσι μόλις μέρες μετά τις δεύτερες εκλογές και μετά από τρεισήμισι μήνες προεκλογικής περιόδου και άρα στην πραγματικότητα αναστολής της κανονικής λειτουργίας της χώρας- να εμφανιζόμαστε εδώ ενώπιον της εθνικής αντιπροσωπείας και να επιδιώκουμε απλώς και μόνο την αναπαραγωγή στο Κοινοβούλιο των προεκλογικών απλουστεύσεων. Η χώρα δεν αντέχει άλλη δημαγωγία, άλλο λαϊκισμό, άλλη απλούστευση.

Η συζήτηση για τις προγραμματικές δηλώσεις είναι θεσμική ευκαιρία διαμόρφωσης της αναγκαίας εθνικής συναίνεσης. Και απευθυνόμενος στον μόλις κατελθόντα εκ του βήματος κ. Τσίπρα, αλλά και σε όλη την Αντιπολίτευση, θέλω να επισημάνω κάτι: Την εθνική ευθύνη δεν την αναλαμβάνεις μόνον αν θέλεις και όποτε θέλεις για λόγους κομματικής τακτικής. Η εθνική ευθύνη σε κυνηγάει από μόνη της.

Και δεν μπορεί κανείς να διαλέγει τον εύκολο ρόλο της αντιπολίτευσης που όχι απλώς ασκεί κριτική, αλλά καιροφυλακτεί, περιμένοντας την αποτυχία της Κυβέρνησης και την αποτυχία της χώρας που θα είναι ένα ακόμη δράμα για τον πιο αδύναμο Έλληνα πολίτη.

Ακόμη δε χειρότερο από το να καιροφυλακτεί κανείς είναι να δηλώνει επισήμως, από αυτό εδώ το βήμα, απευθυνόμενος όχι μόνον στην εσωτερική κοινή γνώμη, αλλά και διεθνώς, και να λέει ότι θα υπονομεύσει συστηματικά το έργο της Κυβέρνησης και ότι αμφισβητεί και θα αμφισβητήσει την συνέχεια της χώρας, την συνέχεια της Πολιτείας.

Γιατί αυτό πραγματικά είναι υπονόμευση όχι απλά και μόνον θεσμική, αλλά τελικά κοινωνική, οικονομική, αναπτυξιακή, εθνική. Ανεπίτρεπτη στάση, κατώτερη των περιστάσεων. Δεν έδωσε καμία τέτοια εντολή σε καμιά Αντιπολίτευση ο ελληνικός λαός. Πρόκειται για πολύ μεγάλη παρεξήγηση και για καταστρατήγηση της ψήφου των Ελλήνων.

Κυρίες και κύριοι Βουλευτές, το ΠΑΣΟΚ που ανέλαβε ένα τεράστιο και δυσανάλογο κόστος και το πλήρωσε εκλογικά, είχε ταχθεί προεκλογικά σε όλους τους τόνους υπέρ της ανάγκης να διαμορφωθεί διακυβέρνηση εθνικής συνευθύνης, στη θέση της ακραίας τεχνητής πόλωσης που τροφοδοτήθηκε πράγματι από τον εκλογικό νόμο, ο οποίος έγινε για άλλες εποχές, για άλλα εκλογικά ποσοστά κομμάτων και δεν μπορεί να πριμοδοτεί με 50 βουλευτικές έδρες μεσαίες εκλογικές δυνάμεις.

Και χαίρομαι γιατί ο κ. Τσίπρας τώρα τάσσεται υπέρ της απλής αναλογικής. Τώρα όμως, γιατί προεκλογικά έκανε πλήρη εκμετάλλευση των προβλέψεων του εκλογικού νόμου. Πάνω στον εκλογικό νόμο και το μπόνους των 50 εδρών οικοδομήθηκε η τεχνητή πόλωση, για να καμαρώνουμε τώρα στο ρόλο της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης και του Αρχηγού της.

Κυρίες και κύριοι Βουλευτές, το μέγεθος της κρίσης και η ανάγκη να διασφαλιστεί η συστράτευση των πολιτικών δυνάμεων και η ενότητα της κοινωνίας, επέβαλε και επιβάλλει τη λύση της διακυβέρνησης εθνικής συνευθύνης.

Αλλά βέβαια, μετά τις εκλογές, έσπευσε ο ΣΥΡΙΖΑ να επιλέξει τη θέση της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης. Αλλά ταυτόχρονα έκανε το εξής καταπληκτικό: ζήτησε, σχεδόν απαίτησε, από τη ΝΔ, το ΠΑΣΟΚ και τη Δημοκρατική Αριστερά να σχηματίσουν Κυβέρνηση, επειδή είχαν τις αριθμητικές προϋποθέσεις. Και ταυτόχρονα από την πρώτη μέρα, όπως έκανε και σήμερα, προειδοποίησε ότι η νέα Κυβέρνηση που οφείλει να σχηματιστεί δεν έχει νομιμοποίηση να εφαρμόσει την πολιτική της. Αυτή είναι η αντίληψη περί Δημοκρατίας και κοινοβουλευτισμού!

Το ΠΑΣΟΚ μετέχει στη συγκρότηση της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας, γιατί αυτό κατέστη αναγκαίο λόγω της άρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και γιατί η κοινοβουλευτική πλειοψηφία των τριών κομμάτων ανταποκρίνεται στη βούληση και την επιλογή της σαφούς πλειοψηφίας του εκλογικού σώματος. Ο ελληνικός λαός τάχτηκε κατά των μονομερών ενεργειών, υπέρ της παραμονής της χώρας στο ευρώ, υπέρ της αναθεώρησης της δανειακής σύμβασης, όπως προβλέπει η ίδια η δανειακή σύμβαση.

Με τη ΝΔ -το έχω πει πολλές φορές- συνεργαζόμαστε στην Κυβέρνηση λόγω εθνικού καθήκοντος, δεν ταυτιζόμαστε αξιακά και προγραμματικά. Λειτουργούμε και θα λειτουργούμε σε σχέση με την Κυβέρνηση προτρεπτικά, υποστηρικτικά, ελεγκτικά. Επίκεντρο του έργου μας είναι η Βουλή, η οποία εκ των πραγμάτων αναβαθμίζεται θεσμικά, αποκτά ουσιώδη ρόλο και για την κοινοβουλευτική πλειοψηφία, όχι μόνο για την αντιπολίτευση.

Πρέπει δε να εκφράσω τη βαθιά ικανοποίησή μας γιατί εμείς που σηκώσαμε μόνοι μας το βάρος της πρώτης εξαιρετικά δύσκολης φάσης της διαχείρισης της κρίσης και πληρώσαμε μεγάλο πολιτικό κόστος, βλέπουμε τώρα η σημερινή Κυβέρνηση να διευρύνεται από πλευράς πολιτικού φάσματος και έρχονται κι άλλοι «Κυρηναίοι» να σηκώσουν αυτόν τον σταυρό.

Εκτός όμως από την Κυβέρνηση, σας θυμίζω ότι υπάρχει και ένας άλλος μοχλός εξαιρετικής σημασίας: η εθνική ομάδα διαπραγμάτευσης. Πρέπει όλοι να στρατευθούμε. Η εθνική ομάδα διαπραγμάτευσης δεν είναι πεδίο στράτευσης μόνον για τα κόμματα που συνεργάζονται στην Κυβέρνηση, αλλά και για την Αντιπολίτευση.

Η εθνική ομάδα διαπραγμάτευσης συνιστά μία διαρκή ανοιχτή πρόσκληση για την Αντιπολίτευση, την οποίαν δεν μπορεί να αποφύγει. Γιατί σε όλες τις χώρες που βρίσκονται σε κρίση, σε όλες τις χώρες που είναι εντεταγμένες σε πρόγραμμα στήριξης, η συναίνεση και η σύμπραξη της Αντιπολίτευσης είναι όρος αξιοπιστίας και πειστικότητας, είναι όρος για την επιτυχία του προγράμματος, όρος για την έξοδο των χωρών αυτών από την κρίση.

Αυτό συμβαίνει παντού, στην Πορτογαλία, στην Ιρλανδία, στην Ιταλία, στην Ισπανία, με έναν πολύ συγκεκριμένο και αποτελεσματικό τρόπο. Δεν είναι δυνατόν να αποτελέσουμε και εδώ μια θλιβερή εξαίρεση. Ούτως ή άλλως και για την ίδια τη δανειακή σύμβαση για την ως τώρα εξέλιξη του προγράμματος στήριξης είχε ζητηθεί ευρύτερη συναίνεση και ευρύτερη δέσμευση. Και αυτό είναι αναγκαίο όχι μόνον στις σχέσεις μας με τους θεσμικούς μας εταίρους και δανειστές, αλλά είναι αναγκαίο και για τον ελληνικό λαό που θέλει να το δει να γίνεται, θέλει ενότητα, θέλει συνεργασία, θέλει συναίνεση, θέλει υπευθυνότητα.

Η πρόταση του ΠΑΣΟΚ, κυρίες και κύριοι Βουλευτές, για αναθεώρηση όρων της δανειακής σύμβασης είναι η βάση της κυβερνητικής συνεργασίας και της εθνικής στρατηγικής. Η Ελλάδα, έχοντας μια νωπή ισχυρή κοινοβουλευτικά Κυβέρνηση, είναι έτοιμη και αποφασισμένη να τιμήσει τις υποχρεώσεις της ως κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωζώνης.

Όμως, η Ευρωπαϊκή Ένωση και η Ευρωζώνη είναι ένα ανοιχτό πεδίο διαρκούς διακρατικής διαπραγμάτευσης. Η διαπραγμάτευση δεν σταματά ποτέ στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Μόλις λαμβάνεται μία απόφαση, αρχίζει αμέσως η επόμενη φάση της συζήτησης και της διαπραγμάτευσης και αυτό προβλέπεται ρητά στην ίδια τη δανειακή σύμβαση στο ίδιο το πρόγραμμα στήριξης.

Η διαδικασία της αναθεώρησης, της προσαρμογής σε νέα μακροοικονομικά και δημοσιονομικά δεδομένα, η προσαρμογή σε νέες πολιτικές προτεραιότητες, είναι πρόβλεψη της σύμβασης και είναι ουσιώδες στοιχεί της καθημερινής λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωζώνης.

Χρειαζόμαστε την πολιτική υποστήριξη των Κυβερνήσεων και των πολιτικών δυνάμεων των άλλων κρατών–μελών της Ευρώπης για την αναθεώρηση εκείνων των πολιτικών που τροφοδοτούν την ύφεση και αντιβαίνουν προς την επείγουσα ανάγκη ανάσχεσής της.

Είναι προφανές ότι δεν μπορούμε να δεχθούμε και δεν θα δεχθούμε περιορισμούς στη ζήτηση, περαιτέρω μειώσεις μισθών και συντάξεων, κανένα μέτρο που επιτείνει την ύφεση. Και είναι επίσης απολύτως αναγκαίο οι φορολογικές υποχρεώσεις νοικοκυριών και επιχειρήσεων να κλιμακωθούν με ρεαλιστικό τρόπο, ώστε να έχουμε το καλύτερο δυνατό δημοσιονομικό και οικονομικό αποτέλεσμα. Αποτέλεσμα για την ανάπτυξη και την απασχόληση.

Αυτά λέγαμε πάντα. Σε αυτή τη βάση διαπραγματευθήκαμε σκληρά πριν καταλήξουμε στην ισχύουσα σήμερα μορφή της δανειακής σύμβασης
-  Σας θυμίζω ότι αυτό έγινε μέσα σε αρνητικούς ευρωπαϊκούς συσχετισμούς, συντηρητικούς, υπερσυντηρητικούς πολύ συχνά.
 Έγινε με την Ελλάδα να μην έχει ακόμα πετύχει την  δραστική μείωση του δημοσίου χρέους, αυτό είναι αποτέλεσμα της σύμβασης. 
 Έγινε χωρίς να έχουμε διασφαλίσει ακόμα την προστασία των καταθέσεων των Ελλήνων πολιτών στις ελληνικές τράπεζες αυτό γίνεται με τα λεφτά που έρχονται από τη σύμβαση.
 Έγινε χωρίς να έχουμε ακόμα προοπτική εκταμίευσης πολλών δισεκατομμυρίων προκειμένου ν’ αλλάξουν τα επίπεδα ρευστότητας και να κινηθεί ο τροχός της ελληνικής πραγματικής οικονομίας.

Όταν διαπραγματευόμασταν μέχρι τις 21 Φεβρουαρίου ήμασταν ήδη σε μια άτυπη προεκλογική περίοδο. Δεν είχαμε ως χώρα και ως κυβέρνηση την στήριξη που έπρεπε, άρα και την πειστικότητα που έπρεπε. Γι’ αυτό απαιτείται συναίνεση, συστράτευση και ειλικρίνεια στις σχέσεις μας. Και βεβαίως δεν είχαμε πετύχει όλο το κεκτημένο επί τη βάσει του οποίου τώρα διοργανώνουμε την δεύτερη φάση της διαπραγμάτευσης, η οποία προβλεπόταν και προβλέπεται όμως από τη σύμβαση.

Είναι απολύτως αναγκαίο να αναθεωρηθεί το πρόγραμμα στήριξης σε αρμονία με τις πρόσφατες πολύ σημαντικές αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 29ης Ιουνίου.

Οι ευρωπαϊκές σοσιαλιστικές και σοσιαλδημοκρατικές δυνάμεις, μετά την εκλογή του Φρανσουά Ολάντ στην Προεδρία της Γαλλικής Δημοκρατίας, παίζουν αναμφίβολα έναν πολύ πιο σημαντικό ρόλο στους ευρωπαϊκούς συσχετισμούς. Και δεν είναι τυχαίο ότι ο Φρανσουά Ολάντ και ο Μάριο Μόντι, με τους οποίους επεδίωξα να έχω προεκλογικά αναλυτικές συζητήσεις ήσαν οι δυο πρωταγωνιστές των εξελίξεων στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της 29ης Ιουνίου.

Οι αποφάσεις αυτές είναι ιδιαίτερα σημαντικές γιατί εισάγουν νέες αντιλήψεις. Η κορυφαία κρίσιμη αντίληψη είναι η αντίληψη της φιλικής προς την ανάπτυξη δημοσιονομικής προσαρμογής. Αυτό είναι το πιο κρίσιμο επιχείρημα που έχουμε στα χέρια μας, γιατί πρέπει η αναθεώρηση του προγράμματος στήριξης της Ελλάδος να γίνει υπό το πρίσμα αυτού που είπε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, φιλική προς την ανάπτυξη δημοσιονομική προσαρμογή.

Η απόφαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου ενισχύει το ρόλο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και των μηχανισμών στήριξης παλαιού και καινούργιου EFSF και ESM. Και προβλέπει την απευθείας ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών. Αλλά πριν την προβλέψει, κάποιοι την έχουν ζητήσει και την έχουν ζητήσει επίμονα. Και αυτοί που την ζητούσαν επί μήνες επίμονα ήμασταν εμείς, η ελληνική κυβέρνηση. Την ζητήσαμε και την ζητούμε.

Και τώρα, έχουμε την πολιτική βάση να πετύχουμε την αφαίρεση 50 δισεκατομμυρίων ευρώ, 25 μονάδων του ΑΕΠ από το ελληνικό δημόσιο χρέος, με την μεταφορά αυτών των κονδυλίων στους λογαριασμούς του EFSF. Γιατί προβλέπεται ρητά στην απόφαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου ότι όμοια προβλήματα θα αντιμετωπιστούν με όμοιο τρόπο. Και χωρίς καμία αμφιβολία η ελληνική περίπτωση, η πορτογαλική περίπτωση, η κυπριακή περίπτωση είναι απολύτως όμοιες και με την ισπανική και με την ιρλανδική.

Το έχω συζητήσει αυτό και με την κυπριακή κυβέρνηση και με τον Πορτογάλο ομόλογό μου, του σοσιαλιστικού κόμματος, ώστε να έχουμε ενιαίο ευρωπαϊκό μέτωπο. Αφετηρία της αναθεώρησης είναι η ανάγκη επαναξιολόγησης των μακροοικονομικών προγνώσεων και πρωτίστως της πρόγνωσης για την ύφεση, που θα είναι και πάλι μεγαλύτερη από την προβλεφθείσα.

Αυτό είναι ένα μόνιμο σφάλμα των οργάνων με τα οποία διαπραγματευόμαστε, δηλαδή του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Ήταν και είναι πάντα εξαιρετικά φιλόδοξο να διεκδικείς μια τόσο μεγάλη δημοσιονομική προσαρμογή σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα. Τα έχουμε πει αυτά πάρα πολλές φορές.

Τώρα ενισχύεται η θέση της χώρας όμως. Γι’ αυτό, όπως είχα την ευκαιρία να πω και σήμερα στην Τρόικα, όλα πρέπει να ξεκινήσουν από την διαμόρφωση ενός συμφωνημένου γενικού πλαισίου, δηλαδή ενός νέου μεσοπροθέσμου προγράμματος δημοσιονομικής στρατηγικής, ώστε κάθε βήμα που  γίνεται να εντάσσεται σε ένα πλαίσιο και σε μια στρατηγική.

Γι’ αυτό χρειάζεται παράταση της περιόδου δημοσιονομικής  προσαρμογής  κατά τρία έτη, μέχρι το τέλος του 2017, αρχής γενομένης από τώρα από το δεύτερο εξάμηνο του 2012. Έχει πολύ μεγάλη σημασία αυτό με όριο έναν στόχο που είναι αναγκαίος και ουσιαστικά και συμβολικά. Το δημοσιονομικό έλλειμμα του 2012 να είναι πάντως μικρότερο από το δημοσιονομικό έλλειμμα του 2011.

Ξέρουμε πάρα πολύ καλά ότι υπάρχουν δυο προϋποθέσεις για τις οποίες είμαστε  έτοιμοι. Έχουμε ολοκληρωμένη πρόταση, την οποία είμαι βέβαιος ότι θα υιοθετήσει και η κυβέρνηση και η Βουλή και όλες οι πολιτικές δυνάμεις:
 Χρηματοδοτικό σχήμα της παράτασης της δημοσιονομικής προσαρμογής, χωρίς να απαιτείται νέος κύκλος εγκρίσεων από τα Κοινοβούλια των κρατών -μελών. Δεν μπορούμε να εξαρτήσουμε το νέο χρηματοδοτικό σχήμα ούτε από το φιλανδικό ούτε από το ολλανδικό κοινοβούλιο που υπονόμευσαν ήδη την απόφαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 29ης Ιουνίου για τον ρόλο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
 Η δεύτερη προϋπόθεση είναι η διατήρηση του βιωσιμότητας του ελληνικού δημοσίου χρέους. Λέει ο κ. Τσίπρας και το ξαναλέει και το είπε και σήμερα: «μορατόριουμ, μονομερές μορατόριουμ». Δηλαδή πιστωτικό γεγονός, δηλαδή χρεοκοπία, δηλαδή έξοδος από την κρίση; Θέλει «μορατόριουμ»! Εντυπωσιάζομαι για τον συντηρητισμό, γιατί εγώ θέλω μείωση του δημοσίου χρέους, όχι μορατόριουμ. Θέλω περαιτέρω μείωση!

Και προτείνω την περαιτέρω μείωση του δημοσίου χρέους κατά 25 μονάδες του ΑΕΠ με την μεταφορά του κόστους της ανακεφαλαιοποίησης στο EFSF κατά 12 μονάδες του ΑΕΠ, με την αναδρομική συμμετοχή του χαρτοφυλακίου ελληνικών ομολόγων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας στο PSI, με την επαναγορά ομολόγων του ελληνικού δημοσίου από τα ελληνικά ασφαλιστικά ταμεία τα οποία θα βγουν κερδισμένα με το νέο χαρτοφυλάκιό τους και βέβαια μέσα από την σύνδεση του προγράμματος ιδιωτικοποιήσεων, όχι μόνο με την κάλυψη του ελλείμματος, αλλά και με πρόγραμμα επαναγοράς ομολόγων.

Τι τους λέμε εμείς; Πρέπει, όταν συζητάς με την Ευρώπη και με τη διεθνή κοινότητα, να είσαι έτοιμος και εσύ να πεις τι θα κάνεις. Πρέπει η χώρα να είναι αξιόπιστη και εσωτερικά και εξωτερικά. Ναι, ζητάμε αυτά και τα ζητάμε τεκμηριωμένα έντονα με συστηματικό τρόπο. Τι είναι αυτό που εμείς θα κάνουμε, όχι για να ικανοποιήσουμε κάποιον εταίρο ή δανειστή, αλλά για να προστατεύσουμε τη χώρα σε σχέση με τη δική της κρίση, σε σχέση με την πανευρωπαϊκή κρίση, σε σχέση με τη διεθνή κρίση; Πως θα γίνει σε ορατό χρονικό ορίζοντα η Ελλάδα αυτοδύναμη ουσιαστικά ισότιμη ασφαλής. Δεν υποτασσόμαστε στη βούληση κάποιων ξένων, εμείς πρέπει να προστατεύσουμε τον εαυτό μας, την ανάπτυξη, την απασχόληση, τα εισοδήματα, το μέλλον των παιδιών μας.

Γι’ αυτό έχουν σημασία οι μεταρρυθμίσεις, για την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας. Οι μεταρρυθμίσεις που συνδέονται άμεσα με την ανάπτυξη, με την προσέλκυση επενδύσεων, με την αλλαγή του οικονομικού κλίματος.

 Γι΄ αυτό έχει σημασία να προχωρήσουμε στο Εθνικό Φορολογικό Σύστημα όπου στο διάλογο έμεινε μόνο του το ΠΑΣΟΚ στην προηγούμενη φάση, να αξιοποιήσουμε τα προγεφυρώματα.
 Το περιουσιολόγιο του κ. Τσίπρα υπάρχει, γιατί έχει αρθεί το τραπεζικό απόρρητο και η Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων έχει στη διάθεσή της το σύνολο των καταθέσεων και έχουμε στη διάθεσή μας το σύνολο της ακίνητης περιουσίας, όλες οι διασταυρώσεις είναι εφικτές, δεν μας λείπει κανένα στοιχείο.
 Η αξιολόγηση υπηρεσιών και προσωπικού στη Δημόσια Διοίκηση είναι αυτή που θωρακίζει τον δημόσιο υπάλληλο έτσι ώστε να μην υπάρχουν απολύσεις και δε θα υπάρξουν απολύσεις.
 Το άνοιγμα επαγγελμάτων και αγορών είναι αυτό το οποίο μπορεί να δώσει προοπτική στους νέους Έλληνες που αγωνιούν.

Όχι το κήρυγμα κατά των ιδιωτικοποιήσεων, που ήταν κήρυγμα υπέρ του κρατισμού, υπέρ του συντεχνιασμού, υπέρ του παλιού μεγάλου δυσκίνητου αντιαναπτυξιακού και φαύλου κράτους. Αυτό έκανε ο κ. Τσίπρας πριν από λίγα λεπτά, διακήρυξε την πίστη του στο χειρότερο κράτος, στη χειρότερη κατάσταση, με έναν υπαινιγμό πολύ πονηρό, ότι το μέλλον των νέων ανθρώπων είναι ο διορισμός στον δημόσιο και τον ευρύτερο δημόσιο τομέα. Αυτή είναι η υφαίρπουσα υπόσχεση, αυτός είναι ο λαϊκισμός και η δημαγωγία.

Επίσης, υπάρχουν και άλλες προϋποθέσεις, με κορυφαία προϋπόθεση την άμεση και εφικτή αλλαγή των επιπέδων ρευστότητας. Αλλά ποιος θα φέρει τα λεφτά; Η «καταραμένη» δανειακή σύμβαση που ισχύει ως κεκτημένο θα φέρει τα λεφτά στην ελληνική πραγματική οικονομία.
 Μέσα από την εξυγίανση των τραπεζών, τη διατήρηση των πλαφόν και των επιτοκίων.
 Μέσα από την κατάργηση του υποχρεωτικού δανεισμού του δημοσίου με έντοκα γραμμάτια ώστε 10 δισ. ευρώ να πέσουν στην αγορά.
 Μέσα από τα κονδύλια της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και κυρίως για κεφάλαιο κίνησης.
 Μέσα από την καταβολή -το πιο κρίσιμο- των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων του δημοσίου στις επιχειρήσεις 6,5 δισ. ευρώ και την επιστροφή ΦΠΑ 1 δισ. ευρώ, 7,5 δισ. ευρώ που μέσα από την άμεση καταβολή των δόσεων της σύμβασης μπορούν και πρέπει να πέσουν στην ελληνική αγορά.

Χρειαζόμαστε το αναπτυξιακό πακέτο, όχι ως ρητορική δέσμευση, αλλά ως πρακτική κίνηση και σε διμερές επίπεδο με χώρες-μέλη της Ένωσης, αλλά και θεσμικά, μέσα από τις δραστηριότητες της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων και μέσα από την αντιγραφειοκρατική λειτουργία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η οποία παρεμποδίζει και τις ιδιωτικοποιήσεις, διότι τα προβλήματα τα έχουμε με τις Γενικές Διευθύνσεις Ανταγωνισμού και Εσωτερικής Αγοράς κυρίως.

Και βεβαίως χρειαζόμαστε το κοινωνικό πακέτο, για τους νέους ανέργους, για την κατάρτισή τους, τη νεανική επιχειρηματικότητα, για τον διπλασιασμό του χρόνου καταβολής του επιδόματος ανεργίας, για το επίδομα ανεργίας στους αυτοαπασχολούμενους.

Αυτή είναι η προσέγγισή μας και αυτό είναι, κυρίες και κύριοι Βουλευτές, το πλαίσιο μέσα στο οποίο λειτουργεί και θα λειτουργεί η Κυβέρνηση η και κοινοβουλευτική πλειοψηφία.

Κακώς ανεστάλησαν οι διαδικασίες των ιδιωτικοποιήσεων οι οποίες δεν έχουν κανέναν στρατηγικό χαρακτήρα, συνδέονται όλες με επενδυτικά προγράμματα, καμιά δεν έχει σχέση με την υπόσταση του κράτους, με εθνικά κυριαρχικά δικαιώματα, με το γενικό συμφέρον του ελληνικού λαού.

Ο καταναλωτής προστατεύεται μέσα από την αλλαγή των συνθηκών λειτουργίας της αγοράς, όταν έχει καλύτερες και φτηνότερες υπηρεσίες, όταν έχει απέναντί του κράτος και παρόχους που τον τιμούν και τον σέβονται και τον εξυπηρετούν. Βεβαίως, έχουμε τη δική μας αντίληψη για πολλά πράγματα.

 Βεβαίως, θέλουμε επιτάχυνση του ΕΣΠΑ, για παράδειγμα, αλλά το 2009 η απορροφητικότητα ήταν 3,6%, 934 εκατομμύρια ευρώ, τώρα την παραλαμβάνει η νέα Κυβέρνηση στο 37% με 9 δισεκατομμύρια ευρώ απορρόφηση.
 Βεβαίως και είμαστε υπέρ της συγχώνευσης φορέων, γιατί εμείς έχουμε ψηφίσει τη σχετική νομοθεσία.
 Βεβαίως είμαστε υπέρ της επιστροφής καταθέσεων. Έχουμε αγωνιστεί γι’ αυτό και ευτυχώς αρχίζουν και επιστρέφουν.
 Βεβαίως, είμαστε κατά της κάθε είδους σπατάλης, αλλά η Διυπουργική Επιτροπή για τη διοικητική μεταρρύθμιση υπό την προεδρία του Πρωθυπουργού λειτουργεί εδώ και δύο χρόνια.
 Και βεβαίως είμαστε υπέρ της λήψης άμεσων μέτρων για τους δανειολήπτες, μόνον που αυτά τα έχουμε νομοθετήσει ως προς το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, κανείς δημόσιος υπάλληλος δεν πληρώνει δόση πάνω από το 30% και οι άλλες τράπεζες μπορούν να το κάνουν εξίσου καλά, όπως ήδη το έκανε το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο και πρέπει να το κάνουν όλες οι τράπεζες, οι οποίες άλλωστε περιέρχονται υπό τον έλεγχο του κράτους.

Το ίδιο ισχύει και για τις θεσμικές εξαγγελίες των προγραμματικών δηλώσεων. Και είχε δίκιο πράγματι ο κ. Τσίπρας, αναφερόμενος στο Νόμο 4065 του 2012 για τον αναδρομικό έλεγχο του πόθεν έσχες, μόνον που δεν συνυπογράψατε την πρόταση νόμου, είναι καλό που την ψηφίσατε στο τέλος.


Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, το μέλλον του τόπου είναι υπόθεση που μας αφορά όλους. Το μέλλον του τόπου δεν εξασφαλίζεται με απειλές του τύπου «μην προχωρήσετε τίποτα, μην κάνετε τίποτα, μην ιδιωτικοποιήσετε τίποτα, γιατί θα λογοδοτήσετε και θα χάσουν τα λεφτά τους οι επενδυτές».

Αυτό ανεβάζει τον κίνδυνο της χώρας, ανεβάζει το κόστος δανεισμού, ακυρώνει τις προσπάθειες εξόδου από την κρίση και επιπλέον προσελκύει μόνον αετονύχηδες από το εξωτερικό, κανέναν σοβαρό θεσμικό επενδυτή. Είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα μικροκομματικής και φτηνής υπονόμευσης μιας εθνικής προσπάθειας, υπονόμευσης της ελληνικής οικονομίας και της ανάπτυξης σε βάρος των ανέργων και των εργαζομένων.

Κυρίες και κύριοι Βουλευτές, οι κρίσιμες αποφάσεις για το μέλλον της χώρας, οι κρισιμότατες, οι υπαρξιακές, οι ιστορικές, πρόκειται να ληφθούν τις αμέσως επόμενες εβδομάδες. Τώρα πρέπει να αξιοποιήσουμε τους ευρωπαϊκούς συσχετισμούς, τώρα η κάθε πολιτική δύναμη το κάθε κόμμα έχει την υποχρέωση να συνεισφέρει ότι μπορεί στην αλλαγή των ευρωπαϊκών συσχετισμών υπέρ της χώρας, ότι μπορεί.

Αλλά αυτό θέλει έναν τρόπο του φέρεσαι, όταν επικοινωνούμε με ξένους ηγέτες, όταν πηγαίνουμε στο εξωτερικό, όταν μιλάμε στα ξένα μέσα ενημέρωσης, όταν στέλνουμε μηνύματα για το τι είναι και τι θέλει η Ελλάδα. Γιατί υπονομεύουμε την αξιοπιστία και την προοπτική της χώρας όταν στέλνουμε εσφαλμένα μηνύματα στο εξωτερικό για εσωτερική κατανάλωση κι ελπίζω να είναι κατανοητό το που απευθύνονται οι παρατηρήσεις μου αυτές.

Έχω μιλήσει κατ’ επανάληψη για αλήθεια και ειλικρίνεια, ως υποκειμενική προϋπόθεση της αλήθειας και εμάς στο ΠΑΣΟΚ δε μας φοβίζει βεβαίως η αλήθεια, γιατί έχουμε μάθει πολύ καλά το μάθημα και είμαστε σε άλλη φάση της πολιτικής μας διαδρομής.

Πράγματι, χρειάζεται προοπτική, ελπίδα, αισιοδοξία. Αλλά όχι καλλιέργεια ψευδαισθήσεων. Δεν μπορεί να καλλιεργείται στον ελληνικό λαό η ψευδαίσθηση μιας ευκολίας που δεν υπάρχει. Αυτό είναι στην πραγματικότητα έγκλημα σε βάρος του τόπου και ιδίως της νέας γενιάς. Αλήθεια σημαίνει να ερχόμαστε όλοι αντιμέτωποι με την πραγματικότητα.

Έχω πει πολλές φορές ότι δεν μπορείς να χτίζεις παλάτια στην άμμο, αλλά όπως έχει πει σε ένα χαρακτηριστικό του απόσπασμα ο Μπόρχες, «ναι, χτίζουμε στην άμμο και χτίζοντας και ξαναχτίζοντας στην άμμο κάνουμε την άμμο πέτρα». Και πρέπει να κάνουμε την άμμο πέτρα, για να βρούμε στέρεο έδαφος, για την ανάπτυξη και την αυτοδυναμία της χώρας.

Υπό αυτές τις προϋποθέσεις, εμείς παρέχουμε ψήφο εμπιστοσύνης στην Κυβέρνηση. 

1 σχόλιο:

  1. ΑΡΧΟΝΤΑΣ. Μίλαγε τόση ώρα χωρίς να πεί τίποτε.
    Έχει πολύ μέλλον το ΠΑΣΟΚ και ο ίδιος
    παρηγοριέται γιατί ξέρει ότι πρώτα θα γίνει κουβέλης και μετά καρατζαφέρης.

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Η Γνώμη Κιλκίς- Παιονίας διευκρινίζει στους αναγνώστες της ότι θεωρεί αυτονόητο το δικαίωμα του σχολιασμού και της κριτικής έκφρασης, όταν αυτό φυσικά δεν στοχεύει στην απαξίωση, στην ύβρη και στην προσβολή ατόμων και θεσμών.

Το αναγνωστικό κοινό θα πρέπει να γνωρίζει ότι η Γνώμη, επιδιώκοντας μια υγιή και αμφίδρομη επικοινωνία, δεν δημοσιεύει ανυπόγραφα σχόλια, αλλά ούτε και σχόλια ρατσιστικού, προσβλητικού και υβριστικού περιεχομένου.

Τα ενυπόγραφα άρθρα τέλος, εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας.