Σάββατο 16 Ιουλίου 2022

Αναφορά στον Chaplin



Του Φώτη Μισόπουλου
Η ουσία της ιδιοφυίας βρίσκεται στο ότι δεν προσαρμόζεται στο περιβάλλον
FERNANDO PESSOA [1]

1.
......εγώ. Που με ρώτησε πώς ήμουν. Δεν είπα τίποτα. Κι αυτή που κανείς δεν τη ρώτησε, έλεγε ότι δεν ένοιωθε καλά! Ανάβει διάφορες λάμπες με στραβά αμπαζούρ. Παλεύει να φέρει σε λογαριασμό την ακαταστασία. Domaine publique[2]: Τα πνευματικά δικαιώματα, έχουν διανύσει πορείες παράλληλες με τους δημιουργούς και τους αιώνες. Με βλέπουν τότε στα χέρια τού καθιστού αγάλματος. Ξύπνησα από το φως που πλημμύρισε απότομα. Η κατάσταση δεν φαινόταν απεχθής, ούτε αποκρουστική. Ήταν κωμική. Μερικές φορές όμως, υπέροχη. Είχα το δικαίωμα να συμμετέχω. Ανακάτευα μαλακά τα εμπόδια. Γιατί σ' εκείνη την ηλικία έπρεπε να διατηρώ ακόμα γενικές ιδέες. Η ζωή μου. Η ζωή. Ενώ δεν είχα τίποτε να χάσω. Το ειδύλλιο κράτησε λίγο. Συντόμεψε το τέλος του. Οι έρωτες δεν νοιάζονται για τέτοια ενδεχόμενα. Δεν ξέρω με τι έμοιαζε το υπόλοιπο αυτής της ασυνάρτητης κατοικίας. Δεν είδα τίποτε άλλο εκτός της κουζίνας. Η Μ. μουρμουρίζει. Σταυροκοπιέται. Όπως όλα τα όντα έχει όνομα. Η φεουδαρχία και ο κλήρος, είναι οι κύριοι πελάτες των αγαλμάτων. Σιγά σιγά αρχίζουν και οι έμποροι. Οι τραπεζίτες. Αποχτούν τον ρόλο του πάτρωνα. Κλεμμένες χαρές από δεύτερο χέρι. Απ' την κατηγορία εκείνων που συνοψίζουν, νομίζω, την άχαρη μοίρα του τύπου στην οθόνη. Συμμετέχω στο επεισόδιο της ταινίας. Πίστευα επίσης, πως αυτή η αναχώρηση, δεν ήταν αναγκαστικά κάτι οριστικό. Θα μπορούσε να με φέρει πίσω, μέσα από άμορφα κυκλώματα της τύχης, στη γωνιά με τη σόμπα. Μια μέρα. Κινείται με διάφορους ελιγμούς ανάμεσα στα έπιπλα, σαν ετοιμόρροπος πυγμάχος. Κατευθύνεται προς ένα τερατόμορφο έπιπλο από μαόνι. Κάτω βρέχει ακόμα. Η αποξένωση του δημιουργού απ' το έργο του, δε σήμαινε κατ' ανάγκη κάποια ειδική καταπίεση. Ο ψυχισμός του έργου είναι αλλοτριωμένος ήδη, απ' τον ίδιο τον καλλιτέχνη. Παραμένει ωστόσο η άβολη θέση μου στο πλατό: Όλα τα μάτια είναι στραμμένα ψηλά και η ορχήστρα κρούει τον Εθνικό Ύμνο. Καθώς θα περνούσα για πρώτη φορά απ' το Χόλυγουντ[3]. Kαι δεν είμαι ακόμα ολωσδιόλου στο τέρμα του δρόμου. Έξω φυσούσε. Ήταν ένας άλλος κόσμος. Μη ξέροντας προς ποια κατεύθυνση είχα συμφέρον να πάω. Πήγα κατά κει που φυσούσε ο άνεμος. Κρεμασμένος στον αέρα κάτω απ' την ομπρέλα μου. Βοηθούσε αυτή η αθώα πνοή καθώς ερχόταν. Το δωμάτιο. Φαντάζομαι ότι είναι δικό της το κραγιόν στα σεντόνια του κρεβατιού. Κατά τα άλλα φαίνεται να υπάρχει ολοκληρωτική απουσία. Μια ώρα αργότερα έχει καταφέρει να καμουφλάρει το χάος. Μετά αναστενάζει και κάθεται στην άκρη του κρεβατιού. Γράφει πρόχειρα ένα σημείωμα.
Η άνοδος των αστών είναι άνοδος ατόμων. Λιγότερο η επικράτηση μιας τάξης ανθρώπων με κοινές φιλοδοξίες. Υπάρχει πλέον ανάγκη από μια νομοθεσία εξαιρετικά λεπτομερειακή, που να καλύπτει τη νέα κοινωνική πραγματικότητα. Όχι μόνο να διατηρώ το έμβλημα σεβασμού. Αλλά να προκαλώ το πεπρωμένο και την εχθρότητα του τοπίου. Αυτή η μικρή, ισχνή, κακοθρεμμένη ύπαρξη, που ξεχνά τα παθήματά της. Θύμα των περιστάσεων, αρνείται να δεχτεί την ήττα. Τη ματαιότητα. Απλά κουνάει τους ώμους και φεύγει. Η φιλοσοφική αμφιβολία για τη ζωή. Νύχτα.
Με αυτού του είδους τις εικόνες, η θέληση τις ξαναβρίσκει μονάχα πιέζοντας με χρήση βίας στο είναι. Ή το έκανα για να κερδίσω μερικές στιγμές γαλήνης, που λες κι από ένστιχτο απέφευγα να σκεφτώ. Κουνιόμουν ασταμάτητα στην πολυθρόνα. Έφερνα τα χέρια στο μέτωπο. Σταύρωνα και ξανασταύρωνα τα πόδια κι όλα τα υπόλοιπα. Ο κόσμος είχε αρχίσει ν' αλλάζει χρώμα και βάρος. Παραδέχτηκα την αγωνία που είχα. Περίπου ο ίδιος διάλογος πορτρέτων. Φαινόταν η φωτογραφία πάνω στο γραφείο. Και μια άλλη. Ασήμαντη. ΣΚΗΝΙΚΟ: Βροχερό απριλιάτικο πρωινό του χίλια εννιακόσια εβδομήντα τόσο. Μουσική για χαμαιλέοντες[5]. Μια φωτό ακόμα, χωρίς κορνίζα μαγκωμένη στο θαμπό καθρέφτη. Κάπου πετάει. Αυτή πάντα πετάει, αγαπητέ μου. Ημίγυμνη. Αναστενάζει. Κάθεται στην άκρη του κρεβατιού. Ανάβει τσιγάρο. Κλείνει τα μάτια. Η θέση της στο μουσείο.

2.
......την επίδραση που έχουν κάποτε πάνω μου η σιωπή. Η ζέστη. Το μισοσκόταδο. Σηκώνομαι. Βγαίνω. Κι όλα έχουν αλλάξει. Η αναπνοή της έδειχνε ότι κοιμόταν βαθιά. Οι σκουροκόκκινες βελούδινες κουρτίνες. Το χρώμα γινόταν ακόμα πιο βαθύ στο χαμηλό φως. Όπως ένα λεπτό διάφραγμα που σκεπάζει το όνειρο. Μπορεί να είναι η σκιά μου και περιμένει να γυρίσω. Η ίδια η μοναξιά περιμένει να μάς φοβίσει κοντά στα δέντρα. Έπρεπε να μπορέσει. Έπρεπε να δώσει σημεία ζωής. Τι να γίνει όμως, πρέπει να παλεύει κανείς σοβαρά και με ειλικρίνεια. Ψευδαίσθηση ηδονική. Μακρινή.
ΕΓΚΟΥΤΣΙ[5]: ......όσο πιο πολύ προσπαθούσα τόσο περισσότερο έτρεμε το χέρι μου. Όπως τρέμει κάποιος που έχει κάνει κάποιο έγκλημα.
CHARLIE CHAPLIN: .....εκείνη, βέβαια, η ενστικτώδης και μόνιμη αντίσταση σε κάθε ρίσκο. Σ' οποιοδήποτε ενδοιασμό, ήταν φυσικά παρούσα.
ΕΓΚΟΥΤΣΙ: .......εδώ βρίσκεσαι πάντα; Τη ρώτησα. Πάντα βρισκόταν εκεί. Δεν μπορούσα να γλυτώσω απ' το συμπέρασμα αυτό.
CHARLIE CHAPLIN: ....η νοσταλγία- έκπληκτη μπροστά σε ο,τι δεν έγινε. Βιαστική απ' το χρόνο ν' αφήσει το τελευταίο, ανώφελο τεκμήριό της.
ΕΓΚΟΥΤΣΙ: .....''θα είμαι δίπλα σου, αλλά θα είναι σαν να μην υπάρχω'' [μικρή παύση] Η υγρασία θολώνει τα τζάμια. Μοιάζει σαν όλα να είναι ξαπλωμένα πάνω στην κοιλιά μια θαλάσσιας χελώνας. Η ομίχλη συγκρατεί τη βροχή.
CHARLIE CHAPLIN:.....ίσως κάπου πολύ μακριά. Μια άλλη φορά [παύση] Έκανε απάτες. Έκλεβε τον κόσμο. Βυθισμένη σ' αυτό το καινούριο όνειρο. Και τα φρύδια της έσμιγαν. Γριά που χάνει δυνάμεις, κι απ' την άλλη η όρεξή της για φαγητό, συνέχεια μεγάλωνε.
ΕΓΚΟΥΤΣΙ: ....αμφισβητώ ο,τι αρνούμαι. Στον ενεστώτα. Γιατί τις πιο πολλές φορές δεν είμαι σίγουρος. για τον αόριστο. Ή τον μέλλοντα. Το κάνω ακόμα και τώρα τόσους μήνες, είτε χρόνια μετά......Ο σκύλος μου έρχεται να μου πει καλημέρα ανάμεσα απ' τα κάγκελα. Με γνωρίζει απ' τη μυρωδιά. Έχει ξεχάσει τ' όνομά του. Δεν του μιλάω ποτέ. Είμαστε μόνοι στον ίσκιο. Παραμονεύω τη νεότητά μου. Χωρίς γενέθλιο δώρο.
CHARLIE CHAPLIN: .......μού φάνηκε πως το χέρι μου απείχε μια αιωνιότητα και μια μέρα. Δεν εμπιστευόμουν κανέναν.
ΕΓΚΟΥΤΣΙ: .......αυτό το φθινόπωρο με τις βροχές και τα καινούρια καυσόξυλα [αγκαλιάζει σφιχτά την ομπρέλα πάνω του] Υποφέρει τόσες ζηλοτυπίες [γελάει]. Έτσι όπως λύγισε ο αγκώνας........[μεγάλη παύση].
ΑΥΤΟ ΜΕ ΕΊΧΕ ΚΆΝΕΙ ΝΑ ΛΥΓΊΣΩ ΤΟ ΜΠΡΆΤΣΟ ΚΙ ΌΧΙ ΚΆΠΟΙΑ ΠΟΝΗΡΉ ΣΚΈΨΗ. [γελάει δυνατά- Πολύ φως].

ΑΥΛΑΙΑ



ΑΝΑΦΟΡΕΣ-ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ-ΦΩΤΟ
[1] ΦΕΡΝΑΝΤΟ ΠΕΣΣΟΑ, ΗΡΟΣΤΡΑΤΟΣ-Η αναζήτηση της αθανασίας, εισαγωγή-μτφρ.-σημ. Χάρης Βλαβιανός, επίμετρο Richard Zenith, EΞANTAΣ 2001
[2] Αλέξης Πανσέληνος, δοκίμιο, Η ΛΈΞΗ, τ.84/1984
[3] Charlie Chaplin, ΓΙΑΤΙ ΔΙΑΛΕΞΑ ΩΣ ΤΎΠΟ ΤΟΝ ''ΑΠΌΚΛΗΡΟ ΤΟΥ ΚΌΣΜΟΥ'', μτφρ. Νίκος Κολοβός, Η ΛΕΞΗ, τ.87/1989
[4] ο τίτλος του τελευταίου βιβλίου [1981] με διηγήματα, του Truman Capote
[5] πρόσωπο στη νουβέλα ''ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΩΝ ΚΟΙΜΙΣΜΕΝΩΝ ΚΟΡΙΤΣΙΩΝ''- ΓΙΑΣΟΥΝΆΡΙ ΚΑΟΥΑΜΠΆΤΑ, μτφρ. Εύη Κουκουμπάνη-Πολυτίμου, Καστανιώτης 2010


https://i.pinimg.com/originals/47/e7/0c/47e70c397860877c8c41d576d9f2091a.jpg

https://encrypted-tbn0.gstatic.com/images?q=tbn:ANd9GcTYa8q4u_w-scVm1bRpF41D-lO6LtIA4crV1w&usqp=CAU

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η Γνώμη Κιλκίς- Παιονίας διευκρινίζει στους αναγνώστες της ότι θεωρεί αυτονόητο το δικαίωμα του σχολιασμού και της κριτικής έκφρασης, όταν αυτό φυσικά δεν στοχεύει στην απαξίωση, στην ύβρη και στην προσβολή ατόμων και θεσμών.

Το αναγνωστικό κοινό θα πρέπει να γνωρίζει ότι η Γνώμη, επιδιώκοντας μια υγιή και αμφίδρομη επικοινωνία, δεν δημοσιεύει ανυπόγραφα σχόλια, αλλά ούτε και σχόλια ρατσιστικού, προσβλητικού και υβριστικού περιεχομένου.

Τα ενυπόγραφα άρθρα τέλος, εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας.