Τετάρτη 17 Νοεμβρίου 2021

Αναμνήσεις του δειλινού


Του Κώστα Μπούζα
Κάθονταν στο ίδιο παγκάκι, που είχαν πρωτοκαθίσει όταν είχαν γνωριστεί. Όλα κι όλα. Σ’ αυτό ήταν και οι δυο τους ανυποχώρητοι. Είχαν ανταλλάξει εξάλλου και αμοιβαίες υποσχέσεις, που ούτε για μια στιγμή περνούσε απ’ το μυαλό τους να αθετήσουν. Για όσο καιρό θα ήταν μαζί, ύστερα απ’ την καθημερινή τους βόλτα, θα κάθονταν πάντα στο ίδιο παγκάκι ο κόσμος να χαλούσε. Έστω κι αν θα έπρεπε να περιμένουν να φύγουν οι προηγούμενοι, γεγονός που όχι λίγες φορές έδινε μια παράταση στον περίπατό τους.

Ήταν σούρουπο κι ο ήλιος, ζωγράφος μοναδικός, είχε αρχίσει να απλώνει τα πορφυρά του χρώματα επάνω στον καμβά του ουρανού, ανακατεμένα με γκριζόασπρες πινελιές από σύννεφα, σκόρπιες εδώ κι εκεί. Η θάλασσα με τη σειρά της, ήρεμη σαν λάδι το απόγευμα εκείνο κι αφύσικα γκριζοπράσινη, ετοίμαζε κιόλας τα μαύρα της. Κάποια γλαροπούλια που ’χαν μείνει πίσω, επιχειρούσαν τα τελευταία βολ πλανέ τους, ενώ άλλα, κρώζοντας δυνατά, αγωνίζονταν να προλάβουν το σμήνος.

Την ώρα εκείνη ήταν που άρχιζε το απαλό το αεράκι να οργώνει την επιφάνεια της θάλασσας. Κι αυτή στην στιγμή να ρυτιδιάζει. Κι άλλες φορές πάλι, να είναι το τρεμούλιασμα στα νερά της κάτι σαν ανατριχίλα προσώπου κοριτσίστικου, που ντράπηκε στο χάδι του ανέμου. Και τα δέντρα του πάρκου, εδώ στην παραλία δίπλα, πρόθυμα, με το θρόισμα τους να σιγομουρμουρίζουν τραγούδια που μόνο αυτά γνωρίζουν, σαν συνοδεία απαραίτητη στον έρωτα της φύσης και όλων των υπόλοιπων ερωτευμένων.

Είχε καθίσει δίπλα της τυχαία. Έτσι τουλάχιστον είχε αφήσει τότε να φανεί. Αυθόρμητα είχαν ανταλλάξει και τις πρώτες τους κουβέντες. Το ‘ξεραν κι οι δύο τους πως δεν ήταν έτσι, μα τους άρεσε. Είναι αυτές οι ηλικίες, οι γλυκές, που πασχίζουν για άλλοθι. Κι αυτό το δήθεν τυχαίο, με τη σειρά του, ανταμοιβή χαρίζει την γλυκιά την προσμονή και κείνη την ξαφνική ανατριχίλα, να σαν κι αυτήν της θάλασσας όταν την χαϊδεύει ο άνεμος. 

Έτσι είχε νοιώσει κι αυτή όταν την είχε αγγίξει για πρώτη φορά κι είχε τραβήξει το χέρι της απαλά κι απρόθυμα, είναι αλήθεια. Κι αυτός, στην προσπάθειά του διέξοδο να δώσει στην αμήχανη στιγμή, είχε βγάλει το κλειδί του κι είχε χαράξει εκεί στο μαλακό φρεσκοβαμμένο ξύλο τ’ αρχικά τους. Δεν είχε περάσει μέρα από τότε που να μην θυμηθούν τις πρώτες εκείνες όμορφες στιγμές. Και σίγουρα απ’ το μυαλό και των δύο οι ίδιες σκέψεις περνούσαν, σαν έφτανε η ώρα να αναπολήσουν. Ο χρόνος δεν κυλάει πάντοτε το ίδιο. Άλλοτε μια στιγμή σου φαίνεται αιώνας κι άλλοτε όλη σου η ζωή μπορεί να κλειστεί σε μια στιγμή.

Τα φώτα είχαν κιόλας ανάψει σ’ όλο το μήκος της παραλίας, ως εκεί που έφτανε το μάτι και το πορφυρό του ουρανού το είχε διαδεχτεί ένα βιολετί βαθύ. Τα ψαροκάικα στ’ ανοιχτά είχαν ανάψει τα φανάρια τους κι οι γλάροι είχαν πια χαθεί.

Την ίδια ακριβώς στιγμή, χωρίς να έχουν συνεννοηθεί από πριν, σηκώθηκαν απ’ το παγκάκι. Για ολόκληρη την επόμενη μια ώρα θα περπατούσαν αργά προς το σπίτι, αναπολώντας τα περασμένα. Ήταν γι’ αυτούς η αναπόληση θέμα ζωής. Σαν περάσει του έρωτα η φλόγα, συμφωνούσαν κι οι δύο, μένουν τα κοινά βιώματα για να δένουν τους ανθρώπους. Κι αυτά, με τη σειρά τους, δημιουργούν μια αίσθηση συντροφικότητας και ήρεμης αγάπης. Έτσι λοιπόν το ‘χαν ανάγκη να σκαλίζουν κάθε τόσο τις κοινές τους αναμνήσεις. Ήταν σαν να ξεφυλλίζουν ένα άλμπουμ με φωτογραφίες, ή ένα παλιό λεύκωμα με κιτρινισμένα φύλλα.

Είχε αρχίσει ήδη να απλώνεται η νύχτα με τα δικά της χρώματα, που είχαν κάτι από το μαύρο του βελούδου. Και το αεράκι που είχε ήδη δυναμώσει, τους έφερνε που και που κάποιο δάκρυ τόσο δα μικρό, εκεί στην άκρη των ματιών τους. Τάχυναν το βήμα τους. Μες στο σκοτάδι που όλα τα κάνει να φαίνονται ίδια, αν τους έβλεπες από μακριά, μ’ αυτήν να στηρίζεται στο μπράτσο του, θα τους μπέρδευες σίγουρα με κείνο εκεί το ζευγαράκι των δύο παιδιών, που κάποτε είχαν χαράξει τα αρχικά τους σ’ αυτό το παγκάκι. Το ξεβαμμένο πια από την πολυκαιρία, το σάπιο απ’ την αλμύρα της θάλασσας παγκάκι, που για ακόμη μια φορά θα τους περίμενε πιστά ως την επόμενη μέρα...

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η Γνώμη Κιλκίς- Παιονίας διευκρινίζει στους αναγνώστες της ότι θεωρεί αυτονόητο το δικαίωμα του σχολιασμού και της κριτικής έκφρασης, όταν αυτό φυσικά δεν στοχεύει στην απαξίωση, στην ύβρη και στην προσβολή ατόμων και θεσμών.

Το αναγνωστικό κοινό θα πρέπει να γνωρίζει ότι η Γνώμη, επιδιώκοντας μια υγιή και αμφίδρομη επικοινωνία, δεν δημοσιεύει ανυπόγραφα σχόλια, αλλά ούτε και σχόλια ρατσιστικού, προσβλητικού και υβριστικού περιεχομένου.

Τα ενυπόγραφα άρθρα τέλος, εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας.