Παρασκευή 15 Οκτωβρίου 2021

Ο παπαγάλος που σκούζει και η Μαίρη Σάντσεζ χωρίς συναίσθημα



Του Φώτη Μισόπουλου
πρόζα, για μιας μέρας δουλειά
.......κάνουν μια τελευταία πράξη, ποντάρουν επιτέλους,......και χάνουν, σαν τους απλούς θνητούς
Φ.Μ. ΝΤΟΣΤΟΓΙΕΦΣΚΙ [1]

........μου ξέφυγε μια κραυγή- θυμώνει απομακρύνεται γρήγορα μες στη βροχή- δεν είχε δικαίωμα να το κάνει πάει κόντρα στις πεποιθήσεις μου
ΕΝΑΣ ΠΑΠΑΓΑΛΟΣ ΣΚΟΥΖΕΙ-/
Η ΜΑΙΡΗ: .....άκουσες; τι σου έλεγα; [2]-/
Περνάω σαν προσκυνητής από την μεριά του σπιτιού της αργά τη νύχτα να δω αν ανάβει ή σβήνει κάποια λάμπα: Έτσι στο κατώφλι τής υπόθεσης γραφόταν η καταστροφική αρχή της προσωπικής ευχαρίστησης, οι λιαχτίδες περνούσαν τη χαραμάδα ανάμεσα στις κουρτίνες- άφηναν να φαίνεται το τρελό πανηγύρι της σκόνης.
Πέρασε ολόκληρη βραδιά παίζοντας αυτό το ανταγωνιστικό παιχνίδι δύναμης.
Στ' αυτιά μου έφταναν σβησμένες οι κραυγές των γλάρων ξερνώντας κίτρινους αφρούς- άκουγα το πάφλασμα του νερού πάνω στη λέμβο ή την όχθη κι εγώ ο ίδιος στην παραμικρή μετακίνηση ένοιωθα περισσότερο κύμα παρά βάρκα,- Η ακινησία είχε την προσομοίωση της δίνης-
Λοιπόν, τι έχεις; ρώτησε με παράξενη φωνή- ωχρή- έδειχνε κακοδιάθετη Όταν έρχομαι, έρχομαι ολόκληρη, έτσι συνηθίζω θα δεις αμέσως άναψε λίγο το φως Υπάκουσα [3] Σηκώθηκε πλησίασε το τραπέζι ακούμπησε μπροστά μου το ανοιγμένο γράμμα Διάβασε, πρόσταξε
Δεν την ξαναείδα έπρεπε να κάνω πως είχα ξεχάσει Ύστερα έμπαινα και στο βασικό ζήτημα τι πράγματα κατά τη συνήθεια που είχα- να πάρω-
Σ' εξέλιξη επίσης η επίσκεψη, από τις πιο αναπάντεχες κι αταίριαστες- δε μπόρεσα να τελειώσω νωρίς-/
ΜΑΙΡΗ: ......μην πείτε τίποτε σε κανέναν, λέει, αυτό να μείνει μεταξύ μας-/
Σταμάτησε σήκωσε το δάχτυλο και τα μάτια στο ταβάνι
Ο ΠΑΠΑΓΑΛΟΣ ΠΟΥ ΣΚΟΥΖΕΙ: ......τότε, ποια είναι αυτή η αμαρτία;-/
Κοίταξα το ταβάνι με τη σειρά μου Κάποια υγρή αμαρτία, αποκρίθηκα
Ο ΠΑΠΑΓΑΛΟΣ ΠΟΥ ΣΚΟΥΖΕΙ: .....πωπω είναι δυσάρεστο θα μυρίζει σώμα Ιδρώτα και κάτι άλλο που δε λέγεται-/
Η κουκουβάγια έβλεπε με μάτια ορθάνοιχτα από θυμό, κροτάλιζε το ράμφος έβγαζε σφυριχτούς οργισμένους ήχους Σπάνια περνούσα έστω μια νύχτα μακριά από τα κατοικίδια και τα πουλιά στα κλουβιά τους Ήταν φως Χάραζε
Από την στιγμή που βγήκα στο δρόμο υπήρχε μόνο κατήφορος Όσα αυτοκίνητα πέρασαν αρνήθηκαν να με ανεβάσουν Με άλλα ρούχα ή άλλο πρόσωπο ίσως, θα με έπαιρναν Πρέπει να άλλαξα πολύ από τότε που μ' έδιωξαν απ' το υπόγειο- κι ένα βράδυ: Μα είναι ο γραφικός χαρακτήρας μου!- φώναξα παίρνοντας το γράμμα Τα χέρια μου έτρεμαν και οι γραμμές χόρευαν μπροστά στα μάτια μου-/
Ο ΠΑΠΑΓΑΛΟΣ ΠΟΥ ΣΚΟΥΖΕΙ: .......έχω ξεχάσει τις ακριβείς φράσεις, αλλά σάς το μεταφέρω, αν όχι λέξη προς λέξη, τουλάχιστο ιδέα προς ιδέα-: Δεσποινίς, δυσάρεστες περιστάσεις με αναγκάζουν να φύγω χωρίς αργοπορία Σίγουρα θα παρατηρήσατε ότι συστηματικά απέφυγα να έχω μαζί σας οριστικές εξηγήσεις προτού όλα ξεκαθαριστούν.-/
Κρύβομαι στη σκιά, παραμονεύοντας τη νεότητα μου, αρνούμενος ότι απ' αυτό το επεισόδιο δε μένει τίποτα Στο μυθιστόρημα που έγραψα τελευταία, υπάρχει, μα τόσο παραποιημένη, ώστε σήμερα τα βάζω με τον εαυτό μου Κι ας στέκει παράμερα από κείνες που δίνουν συχαρίκια στον εαυτό τους επειδή ξέρουν ν' ανοίγουν τα μάτια Στάθηκα στις μύτες των ποδιών Θα πήγαινα με αρκετή ευαρέσκεια ίσαμε την άκρη του ρόλου μου Αφήνω να πέσει στην τύχη αυτή η υπόθεση Και δεν μ' ενδιαφέρει πάρα πολύ Πάει καιρός που ετούτη η εξομολόγηση δε δουλεύει Δεν ανακουφίζει κανέναν Άλλες σκέψεις είχαν να κάνουν με το σκύλο Ζουλού με αρώματα δεκαπλασιασμένα απ' τη βροχή- ενθουσίαζε να ξαναβρίσκω τις πηγές μες στο κεφάλι ανάμεσα στα χέρια στο φως τού άλφα γείτονα στον κρότο του αλλουνού κι έτσι συνέχεια Το παράθυρο φωτιζόταν αδύναμα Ξάπλωνε με την πλάτη υποθέτω γυρισμένη σ' αυτόν τα μάτια κλειστά και ήρεμα Η χαρά του κενού που νοιώθει κανείς μέσα του καθώς ρεμβάζει το χτύπημα του κεραυνού Η αφαίρεση αιωρήθηκε σαν φτερό πάνω στη μοναξιά της ζωής που ζούσα με τα ζώα μου- τα πρόσωπα δεν πρόδιδαν ούτε μια ρωγμή χρόνου Τυλίγονται τον εκτυφλωτικό στόχο του καλοκαιριάτικου μεσημεριού ακόμα και τις νύχτες.
Η όψη μου έφερε σαφή σημάδια κλιμακτηρίου Το ταπεινό άδολο χαμόγελο δεν πλησίαζε πλέον ούτε η έκφραση τής απροκάλυπτης δυστυχίας που παραπέμπει στ' άστρα και της μοίρας τ' αδράχτια Εγώ τα επικαλέστηκα, εκείνα όμως δεν έλεγαν να φανούν Μάσκα βρώμικη και τριχωτή με δυο τρύπες, τη σχισμή στη μέση- κύριε ο,τι έχετε ευχαρίστηση ο Θεός να σάς ανταμείβει λυπηθείτε τον ενδεή- σκέτη καταστροφή Ο τόνος της φωνής δεν ξέφευγε από τα πλαίσιο της συνηθισμένης κουβέντας
Ο ΠΑΠΑΓΑΛΟΣ ΠΟΥ ΣΚΟΥΖΕΙ: ........η ακαταστασία των προσωπικών υποθέσεων απαγορεύει να τρέφω τις γλυκιές ελπίδες που είχα επιτρέψει στον εαυτό μου για κάμποσο καιρό Έχοντας χάσει όλα μου τα χρήματα τακτοποιώντας τα χρέη, βρίσκομαι στην ανάγκη να χρησιμοποιήσω ο,τι απομένει
ΜΑΙΡΗ: ......η νοσταλγία αποδεικνύει αυτό- την έκπληξη μπροστά σε κάθε τι που δεν έγινε, επιτέλους βιαστική απ' το χρόνο να εγκαταλείψει το τελευταίο και ανώφελο τεκμήριό της [4] -/
Το σκηνικό θα είναι περίπου έτσι: κάποιο βροχερό απριλιάτικο πρωινό γυρίζοντας προς τα πίσω- 1970τόσο Περπατώ κατά μήκος του δρόμου με τον υφασμάτινο σάκο παραγεμισμένο ψώνια
ΜΑΙΡΗ: ......φεύγουμε απόψε ταξίδι θα βάλεις στο μικρό σακίδιο αυτό που σού χάρισα για τη γιορτή σου, τη βούρτσα και την κρέμα για τα δόντια, ένα πουκάμισο, ένα ζευγάρι κάλτσες,- ένα πουκάμισο δεν έχει σημασία ποιο πουκάμισο-/
Ευχάριστες στιγμές προτού το μάτι συνηθίσει το σκοτάδι Εδώ βρίσκεσαι πάντα; ρώτησα Πάντα βρισκόταν εκεί Ξαναρώτησα τι περίμενε Ο αγκώνας λύγισε μόνος του και το μπράτσο με αγκάλιασε Ένοιωθα το σφυγμό μου: ανάμεσα σε δυο χτύπους κάτι έφευγε και ξαναρχόταν με ταχύτητα Ο ΠΑΠΑΓΑΛΟΣ ΠΟΥ ΣΚΟΥΖΕΙ: .....τώρα, έχετε την δυνατότητα να ξαναβρείτε όσα έχετε χάσει Στην παρούσα οικονομική κατάσταση η χειρονομία μου θα σάς ειναι ευνοϊκή-/
Έως το απόγεμα είχε το πρόσωπό της στραμμένο στο νότο, μετά το έστρεψε στη δύση Μέχρι που νύχτωσε.

ΤΕΛΟΣ



τα πρόσωπα
Ο ΠΑΠΑΓΑΛΟΣ ΠΟΥ ΣΚΟΥΖΕΙ
Η ΜΑΙΡΗ ΣΑΝΤΣΕΖ

[Πολυσύχναστος δρόμος. Κυρίως βρέχει]

ΑΝΑΦΟΡΕΣ-ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ-ΦΩΤΟ

[1] Φ.Μ. Ντοστογιέφσκι, βλ. σημ. [3]
[2] βλ. Truman Capote, Μιας μέρας δουλειά, μτφρ. Ρούμπη Θεοφανοπούλου, περ. η λέξη τ.38/1984
[3] Φ.Μ. Ντοστογιέφσκι, Ο παίχτης, μτφρ. Α. Βρανά, προλεγόμενα Δ. Κωστελένου, ΑΘΗΝΑ αχρονολόγητο
[4] Herve' Bazin, Αυτή, εισαγωγή-μτφρ. Δημήτρης Δειλινός, η λέξη ο.π.

https://sti.ru/wp-content/uploads/2015/02/XY1Z0276_resize.jpg

https://encrypted-tbn0.gstatic.com/images?q=tbn:ANd9GcTYa8q4u_w-scVm1bRpF41D-lO6LtIA4crV1w&usqp=CAU

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η Γνώμη Κιλκίς- Παιονίας διευκρινίζει στους αναγνώστες της ότι θεωρεί αυτονόητο το δικαίωμα του σχολιασμού και της κριτικής έκφρασης, όταν αυτό φυσικά δεν στοχεύει στην απαξίωση, στην ύβρη και στην προσβολή ατόμων και θεσμών.

Το αναγνωστικό κοινό θα πρέπει να γνωρίζει ότι η Γνώμη, επιδιώκοντας μια υγιή και αμφίδρομη επικοινωνία, δεν δημοσιεύει ανυπόγραφα σχόλια, αλλά ούτε και σχόλια ρατσιστικού, προσβλητικού και υβριστικού περιεχομένου.

Τα ενυπόγραφα άρθρα τέλος, εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας.