Τρίτη 8 Σεπτεμβρίου 2020

H Mνήμη του Εμφυλίου και οι γιορτές αμοιβαίου μίσους

Του Ανδρέα Αγτζίδη (*)
«…δεν πρέπει κανένας να ξεχνάει, πως το άδικο αίμα,
που χάθηκε εκεί ψηλά στο Γράμμο και το Βίτσι
των στρατιωτών και ανταρτών, ήταν αίμα αδελφικό, ήταν
αίμα των παιδιών της ίδιας Ελληνίδας μάνας…
Είναι απαράδεκτο, να προσπαθούν κάποιοι,
να δηλητηριάζουν με συνθήματα και εκδηλώσεις,
δήθεν μνήμης, την ειρηνική ζωή του λαού μας,
και να θέλουν να καλλιεργήσουν το πάθος,
το μίσος, την διχόνοια.»

…..Είναι γνωστόν, πως, κάθε χρόνο, οι νικήτριες δυνάμεις, το επίσημο ελληνικό κράτος, γιόρταζε στις 29 Αυγούστου, την νίκη του κυβερνητικού στρατού, πάνω στο Γράμμο, που παίχτηκε η τελευταία πράξη του εμφυλίου πολέμου. Από πολλές πλευρές, οι εκδηλώσεις αυτές χαρακτηρίσθηκαν ως«γιορτή μίσους» και πράγματι το επίσημο κράτος, με τη σύμφωνη γνώμη της συντριπτικής πλειοψηφίας του πολιτικού κόσμου κατάργησε τον επίσημο γιορτασμό της 29 Αυγούστου, προς χάριν της ενότητας, της ομοψυχίας και της συμφιλίωσης. 

Μόνον μερικές εξτρεμιστικές ακροδεξιές δυνάμεις συνεχίζουν να πραγματοποιούν εκδηλώσεις, στις 29 Αυγούστου, τιμώντας την μνήμη των ενδόξως και ηρωικώς πεσόντων αξιωματικών και οπλιτών του κυβερνητικού στρατού.

Νομίζω, πως δεν πρέπει κανένας να ξεχνάει, πως το άδικο αίμα, που χάθηκε εκεί ψηλά στο Γράμμο και το Βίτσι των στρατιωτών και ανταρτών, ήταν αίμα αδελφικό, ήταν αίμα των παιδιών της ίδιας Ελληνίδας μάνας.

Διάβασα στην τοπική εφημερίδα του Κιλκίς «Ημερησία» ένα συγκλονιστικό συμβάν κατά τον εμφύλιο πόλεμο, του Βαγγέλη Λαζαρίδη, προέδρου της ΠΕΑΕΑ Αξιούπολης. Συγκλονίστηκα κυριολεκτικά και συνιστώ εκθύμως να διαβαστεί το κείμενο αυτό με ιδιαίτερη προσοχή. Γιατί περιγράφει με πολύ ζωντανό και γλαφυρό τρόπο μια τραγική περιπέτεια, που έζησε στη Νιάλα των Αγράφων.

Σε μια παράγραφο ο κ. Λαζαρίδης γράφει: «...Τη στιγμή αυτή ακούω τους 3 ετοιμοθάνατους στρατιώτες με λυγμώδη κλάματα να λένε: ΄Αδέλφια αντάρτες... μη μας σκοτώνετε... είμαστε Έλληνες... είμαστε αδέλφια...΄ Και οι αντάρτες μας μισοναρκωμένοι ακούω να λένε: ΄Κι εμείς είμαστε Έλληνες... Ελληνίδες μάνες μας γέννησαν... είμαστε αδέλφια...΄ (άλλο να τα διαβάζεις και άλλο να τα ακούς, να τα βλέπεις)».

Πώς μπορώ να ξεχάσω τους συμμαθητές και φίλους μου Χρήστο Νικητίδη, από τη Μεγάλη Βρύση, που σκοτώθηκε, ως μαχητής του Δ.Σ.Ε. σε μια μάχη ή το Γιώργο Αναστασιάδη, από το Μεσιανό, που μετά το τρελό και ανόητο εγχείρημα, το βομβαρδισμό της Θεσσαλονίκης στις 8 Φεβρουαρίου 1948, συλλαμβάνεται μαζί με εκατοντάδες άλλους αντάρτες στον κάμπο του Λαγκαδά, που ύστερα από μερικές μέρες περνάει από έκτακτο στρατοδικείο και καταδικάζεται σε θάνατο και εκτελείται πάνω στην πιο τρυφερή και δημιουργική ηλικία.

Ακόμη πως μπορώ να ξεχάσω το συγχωριανό και φίλο μου Παύλο Κοσμερίδη, που μαζί στα χρόνια της μαύρης κατοχής, μέσα από τις ηρωικές γραμμές της ΕΑΜικής Εθνικής Αντίστασης, συμμετείχαμε ενεργά στις διαδηλώσεις, πότε κατά της πολιτικής επιστράτευσης, πότε κατά της καθόδου των Βουλγάρων στην Κεντρική Μακεδονία, αγωνιζόμενοι με τις μικρές δυνάμεις μας για την απελευθέρωση της πατρίδας μας.

Μετά την κλήση της ηλικίας του, κατατάχθηκε στον κυβερνητικό στρατό και πήρε μέρος στις μάχες του Γράμμου, όπου έπεσε μαχόμενος για την Πατρίδα.

Εκεί ψηλά στις βουνοκορφές του Γράμμου ένας άλλος φίλος και συμμαθητής, ο Γυμνόπουλος ο Παύλος, από τη Μεγάλη Στέρνα, υπηρετώντας την στρατιωτική του θητεία στον κυβερνητικό στρατό, έπεσε κι αυτός μαχόμενος για την πατρίδα. Και οι τέσσερεις, που ενδεικτικά ανέφερα στο σημερινό κείμενό μου, ανάμεσα στις χιλιάδες άλλες περιπτώσεις είναι γνήσια τέκνα της ίδιας Ελληνίδας μάνας. 

Γι αυτό, τα λίγα αυτά λόγια, που αφιερώνονται στη μνήμη όλων εκείνων των μαχητών του κυβερνητικού στρατού και των ανταρτών του Δ.Σ. που έπεσαν στις διάφορες μάχες κατά την διάρκεια του τρίχρονου αιματηρού Εμφυλίου πολέμου, ας αποτελέσουν ένα ελάχιστο ευλαβικό προσκύνημα και να ευχηθούμε πως το Έθνος μας δεν θα ξαναζήσει τέτοιες εποχές. Όπως πολύ παραστατικά ο Βαγγέλης Λαζαρίδης, αναφέρει στο ημερολόγιό του: «Αυτά, που έζησα πριν 59 χρόνια (σ.τ.σ. γράφτηκε το 2006) στον τόπο της πολύβουης και πολύνεκρης χιονοθύελλας, δεν θέλω να ξαναζήσει κανείς.»

Όχι στο μίσος και στη διχόνοια
Είναι απαράδεκτο, ύστερα από τόσα χρόνια, να προσπαθούν κάποιοι, να δηλητηριάζουν με συνθήματα και εκδηλώσεις, δήθεν μνήμης, την ειρηνική ζωή του λαού μας, και να θέλουν να καλλιεργήσουν το πάθος, το μίσος, την διχόνοια.

Παιδιά του λαού ήσαν και στις δύο αντίπαλες παρατάξεις. Αγροτόπαιδα και εργατόπαιδα ήσαν και οι αντάρτες και οι στρατιώτες, από το ίδιο χωριό, την ίδια γειτονιά και πολλές φορές, την ίδια οικογένεια. Πώς, μπορεί κανείς να συνθηματολογεί και σήμερα μ’ εκείνα τα συνθήματα σκοπιμότητας: π.χ. οι μεν να κατηγορούν τους αντιπάλους «κατσαπλιάδες», «εαμοβούλγαροι», «μητραλοίες» κλπ. οι δε «μοναρχοφασίστες», «παιδιά του κεφαλαίου», «μπουραντάδες»κ.λπ..

Αυτά, επί τέλους, πρέπει να ξεχασθούν, γιατί αρκετά πληρώσαμε σαν λαός και σαν Έθνος. Φτάνει. Ας κοιτάξουμε μπροστά ενωμένοι, γιατί πολλοί κίνδυνοι μας απειλούν κι αυτό το βλέπουμε καθημερινά από τις παραβάσεις και παραβιάσεις των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων από την πέρα του Αιγαίου «φίλη» χώρα, την Τουρκία.

Ο απολογισμός του Εμφυλίου
Βλέποντας, σε συντομία, τον τραγικό απολογισμό του εμφυλίου πολέμου που είναι νεκροί 30.000 (μόνο στις μάχες Γράμμου- Βίτσι που έγιναν από Ιούνιο έως Αύγουστο του 1948 σκοτώθηκαν 7000-12000 πολεμιστές και από τις δύο πλευρές), ξεσπιτωμένοι αγρότες (ανταρτόπληκτοι) 800.000, σπίτια ολικά κατεστραμμένα 24.626, σπίτια μερικά κατεστραμμένα 15.139, σχολεία κατεστραμμένα 1600, γέφυρες οδικές κατεστραμμένες 476, γέφυρες σιδηροδρομικές 439, εργοστάσια-νοσοκομεία κατεστραμμένα 241 και ερείπια παντού, ματώνει η καρδιά σου, πονάς, δακρύζεις, θλίβεσαι για το μεγάλο κακό που πέρασε ο τόπος μας.

Πράγματι, οι καταστροφές που υπέστη η χώρα μας από την εμφύλια σύγκρουση ήσαν ασύγκριτα μεγαλύτερες από οποιονδήποτε άλλον πόλεμο, που διεξήγαγε η Πατρίδα μας εναντίον ξένων επιδρομέων.

Αν λάβουμε υπ’ όψη, πως τα θύματα του εμφυλίου πολέμου της μιας ή της άλλης πλευράς προέρχονταν από την ίδια ελληνική κοινωνία, που γνώρισε η χώρα μας από την εποχή της ανεξαρτησίας της.

Να, λοιπόν, γιατί όσο καλοπροαίρετα και αν είναι οι ξεχωριστοί γιορτασμοί των αντιμαχομένων πλευρών, πρέπει να σταματήσουν, γιατί είναι βέβαιον, πως καλλιεργούν την εμπάθεια, το μίσος τη διχόνοια και ξύνουν παλιές πληγές που αναμφίβολα βλάπτουν την ενότητα και την ομοψυχία του λαού μας.

Κάποτε, αγαπητέ αναγνώστη, πριν τρεις χιλιάδες χρόνια, στην εποχή του «χρυσού αιώνα» της Αθήνας, ο Περικλής, γιόρταζε στην Πνύκα τη νίκη των Αθηναίων ενάντια στους Σιφναίους, που είχαν επαναστατήσει κατά της αθηναϊκής συμμαχίας.

Ενώ, ο Περικλής, στεφάνωνε τους Αθηναίους με δάφνινο στεφάνι, για την περίλαμπρη νίκη των Αθηναίων εναντίον των επαναστατημένων Σιφναίων, περνούσε την ώρα εκείνη από το σημείο της τελετής, η αδελφή του Κίμωνα, του μεγάλου αυτού Αθηναίου πολιτικού και στρατηγού, η Ελπινίκη, και απευθύνεται οργισμένη κατά του Περικλή και του λέει: «Ντροπή σου Περικλή, να γιορτάζεις νίκη Ελλήνων εναντίον Ελλήνων. Ο αδελφός μου, ο Κίμωνας, όπως γνωρίζεις, γιόρταζε μόνο νίκες Ελλήνων ενάντια στους Πέρσες.»

Την ίδια στιγμή ο Περικλής, ντροπιασμένος, πέταξε το στεφάνι, που κρατούσε και έδωσε εντολή να σταματήσει κάθε γιορτασμός, που θα αφορούσε νίκη εναντίον Ελλήνων.

Πώς, όμως, θα πρέπει οι νεότερες γενιές να τιμούν την ηρωική μνήμη των μαχητών και των δύο αντιπάλων πλευρών, που έπεσαν, για τις αρχές και τις ιδέες των κατά την τριετή αιματηρή εμφύλια σύγκρουση;

Το Έθνος σύσσωμο, θα ευγνωμονούσε εκείνον που θα ελάμβανε την πρωτοβουλία για να στηθεί πάνω στο Γράμμο, όπου παίχθηκε το τελευταίο δράμα του εμφυλίου πολέμου, ένα μεγαλοπρεπές μνημείο ειρήνης, συμφιλίωσης και ομοψυχίας του στρατιώτη και του αντάρτη, όπου θα τελείται το ετήσιο μνημόσυνο, υπέρ αναπαύσεως της ψυχής όλων των ηρωικώς πεσόντων.

Και θα θυμίζει, εσαεί, στις επερχόμενες γενιές, πως το Έθνος μας οφείλει να είναι πάντοτε με μια ψυχή, με μια καρδιά για να μπορέσει να αντιμετωπίσει τους μύριους κινδύνους που μας απειλούν.

Έχουμε λοιπόν, υπέρτατο χρέος, απέναντι στο Έθνος μας, τη νέα γενιά, μα προ παντός απέναντι στην αδέκαστη ιστορική αλήθεια, που επιβάλλεται να είναι απαλλαγμένη από κάθε μικροπολιτική σκοπιμότητα, να πούμε όλη την αλήθεια, όσο σκληρή και αν είναι, ώστε ποτέ μα ποτέ να μην επαναληφθούν τα ολέθρια λάθη του παρελθόντος, που τόσο ακριβά πλήρωσε η Πατρίδα μας και ο περήφανος ευκολόπιστος και φιλότιμος Λαός μας.

Θα κλείσω το σημερινό μου κείμενο με δύο τετράστιχα του μεγάλου μας Εθνικού ποιητή Διονύσιου Σολωμού, που αναφέρονται στη Διχόνοια.

«Η Διχόνοια που βαστάει
ένα σκήπτρο η δολερή
καθενός χαμογελάει
΄παρ’ το΄ λέγοντας ΄και συ΄.

Κειό το σκήπτρο
που σας δείχνει,
έχει αλήθεια ωραία θωριά
μην το πιάστε, γιατί ρίχνει
εισέ δάκρυα θλιβερά.».

---------------------------------

(*) Ο Ανδρέας Αγτζίδης (1926-2018) υπήρξε εκπαιδευτικός με έντονη παρέμβαση στην κίνηση ιδεών στον τόπο του το Κιλκίς. Το παραπάνω κείμενο είναι μέρος από ένα ευρύτερο κείμενο που δημοσιεύτηκε υπό τον τίτλο «Η διχόνοια ΄γκρεμίζει΄» . Το κείμενο αυτό γράφτηκε με αφορμή την προσπάθεια του ΚΚΕ να θεσμοθετήσει τις δικές του «γιορτές μίσους». Περιλαμβάνεται στο βιβλίο του «Διδακτικές, Παιδαγωγικές και κοινωνικές ‘βολές’. Κείμενα για
Αγωγή, Εκπαίδευση, Γλωσσικό Ζήτημα, Κοινωνικοπολιτικά θέματα», (Αθήνα, εκδόσεις Historical Quest, 2020)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η Γνώμη Κιλκίς- Παιονίας διευκρινίζει στους αναγνώστες της ότι θεωρεί αυτονόητο το δικαίωμα του σχολιασμού και της κριτικής έκφρασης, όταν αυτό φυσικά δεν στοχεύει στην απαξίωση, στην ύβρη και στην προσβολή ατόμων και θεσμών.

Το αναγνωστικό κοινό θα πρέπει να γνωρίζει ότι η Γνώμη, επιδιώκοντας μια υγιή και αμφίδρομη επικοινωνία, δεν δημοσιεύει ανυπόγραφα σχόλια, αλλά ούτε και σχόλια ρατσιστικού, προσβλητικού και υβριστικού περιεχομένου.

Τα ενυπόγραφα άρθρα τέλος, εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας.