Παρασκευή 8 Μαΐου 2020

ο Αγαμέμνων δεν μένει πια εδώ


Του Φώτη Μισόπουλου
''......όλοι βγήκαμε από το Παλτό του Γκόγκολ'' [1]
Φ. Μ. ΝΤΟΣΤΟΓΙΕΦΣΚΙ 
Είναι πριόνι θαλασσινό που πετσοκόβει τους γλάρους
ΝΙΚΟΣ ΓΚΑΤΣΟΣ, ΑΜΟΡΓΟΣ [2]


............The gods came now/And bore something away, no sense knows how [3] - θα ήθελα να γράψω ένα ποίημα όπως ο Γκόγκολ στην τελευταία νουβέλα του - αναρωτιέμαι αν η υποψία έχει μέσα της μια φονική τρυφερότητα ή μια λευκή νύχτα που αναζητάει εξεζητημένη ανταπόδοση φτιάχνω την αναπαράσταση ή την ξεγυμνωμένη μαρτυρία τη σάρκα που μάς έθρεψε - οι χειρότερες δοκιμασίες αποτελούν εισόδημα είναι πάντα περίπτυξη της πλεκτάνης που έζησα - αγάπησα τα μονότονα χερσοτόπια τις μακρινές σκέψεις που γυρίζουν κακόβουλα από χιλιόχρονα ταξίδια- κάποτε θα υπάρχουν πράγματα που δεν θα διαφέρουν ούτε στην κεραία του σαλιγκαριού - θα μάς διασκεδάζει η φαινομενική αταραξία κι αμέσως μετά η έρημος - άφατη - με τα προσωπικά της ηλιοστάσια - θα φτάσει μέρα το φεγγαρόφωτο ακουμπισμένο ολόγιομα πάνω στη γη - ''άκου εμείς είμαστε οι άνθρωποι οι ίδιοι άνθρωποι - ο Θεός μάς δημιούργησε από τα σώματα των άλλων που χάθηκαν απρόοπτα στο Μεγάλο Ποτάμι'' - μέσα στη νυχτερινή δροσιά ξαναφέγγει η σελήνη - τ' αντικείμενα είναι πνιγμένα σε μια αλλόκοτη εκκρεμότητα καλύτερα να σωπαίνουμε έχει την ίδια σημασία- δεν είμαι ξυλουργός για να βρεθώ ανάμεσα στις ελπίδες των δέντρων μήτε ράφτης να ντύσω τη γύμνια της Καρολίνα Ιβάνοβνα * - παλιά είχα ακούσει για μια γυναίκα έσερνε μαζί της τα βήματα των πουλιών - ορίζονται όλα μ' ένα ενδιάμεσο αιφνιδιασμό- λοιπόν- όπως η απώλεια κάποιου μυστικού παραδείσου -/ ''γνωριστήκαμε ένα βράδυ χάρη στο εξαιρετικά υγιεινό κλίμα της Πετρούπολης'' - ''δεν σάς φέρνω στη μνήμη έχει περάσει καιρός - ξέρετε - κι έχω παραιτηθεί απ' το να θυμάμαι οι βροχές έχουν έσχατα σύνορα τα διαφορετικά ονόματα μιας παραίσθησης'' περπατώ όπως και πριν ελάχιστα το σκυλί μου σαν να αιωρείται - έχει κάποιο ελάττωμα κουτσαίνει από τη μια πλευρά ανέπτυξε όμως σπάνιες δεξιότητες όταν πλησιάζουν οι καταιγίδες χάνεται σ' ένα μυστικό δωμάτιο - οι λίγες φορές που ταλαιπωρώ το είδωλό μου στον καθρέφτη - μοιάζω εξαιρετικά χοϊκός - κάποτε θα σάς μιλήσω χωρίς προσχεδιασμό γι' αυτό.

........ο Πρίγκιπας είναι ο σκύλος μου το πρόσωπό του στρέφεται κυρίως κατά τα δέντρα εκεί που πέφτει ο ήλιος ναρκισσεύεται στα λιγοστά νερά ή στα τυφλά μάτια των αγαλμάτων- κάθε τόσο μου θύμιζε τον μοιραίο του ρόλο- ο άντρας που πλησίαζε τα σαράντα ήταν ο Αγαμέμνονας - όταν επέστρεψε έμενε στην πάροδο Κιριούσκιν το μυαλό του δε σκεφτόταν τίποτα απόμαχος το σπίτι ήταν παλιό - ήθελα να μιλώ μαζί του μόνο γι' αυτά που ήταν ακατανόητα όπως εκείνες οι γλάστρες με τα ασθενικά φυτά/ μιλούσε σα να είχε στα χέρια του την πιο τρανταχτή απόδειξη ότι υπάρχει Θεός - σε τι κατάσταση ήταν το κολάρο του το τραχύ γιλέκο το λασπωμένο σακάκι ή το ασήκωτο παλτό προ πάντων αυτό - μεγάλες τσέπες θεόρατες όπως κάποιος κρατάει τα στοιχήματα που αφορούν την ύπαρξη - έπειτα ένα βράδυ τον άκουσα στο μεθύσι μου ''πόσο να πιω για να σκοτώσω εκείνο το κωλόπαιδο'' ούρλιαζε χωρίς αποτέλεσμα κι εγώ στην ίδια μοίρα ήμουν - είχαν ταπεινώσει το κορμί μου [φωτο 4] ένας σάκος αδειανός με το πρόσωπο στη λεκάνη ξερνώντας - ''κάποιο άθλιο φθινόπωρο σκέφτομαι αν ζούνε κι άλλοι τα μεσάνυχτα'' έλεγε ''δεν είχα καιρό να γλυτώσω''-/''για έναν που κοιμάται παρέα με θεούς αφού θυσιάσει την κόρη του, είναι απλό''- έφτυσε στο πάτωμα με λύσσα ''με τα ρούχα μου περνώ απαρατήρητος όπως αυτοί που προφέρουν αμίλητα τ' όνομά τους'' - ''θα του στήσω καρτέρι θα φορώ μόνο το παλτό από μέσα γυμνός σαν αρχαίος αιμομίχτης - πάνω στη γέφυρα Καλίνκιν θα τον τελειώσω''γελούσε δυνατά σαν κατάδικος- αργά- μυρωδιά από κυριακάτικη βόλτα - ψέμματα για να ξορκίσω κάτι άλλο τρισχειρότερο η εξέγερση χάνει τους ποιητές της- έβγαλε το κεφάλι απ' το παράθυρο- ''ακόμα και τα πεζούλια γεμίζουν φρίκη'' είπε ''με ακολουθούν οι παιδικές νύχτες ο αγγελιοφόρος άλλαζε μόνος του διευθύνσεις κι έτσι δεν έπαιρνα ποτέ ούτε μια είδηση''-κι από τότε τον αγάπησα ανέξοδα όπως αγαπά κανείς έναν νεκρό που στέκεται πεισματικά στο εικονοστάσι ή στην αυλή γυρεύοντας έρωτες νοικιασμένους -πρέπει να εκμεταλλεύεσαι πεισματικά κάθε περίσταση αλλιώς πεθαίνουμε- και το ξύλινο πόδι μένει βαμμένο στο χρώμα της σκουριάς όπως το δέρμα του φιδιού στο πλάι του δέντρου.


.........δεν αξίζει τίποτα για να σταματήσεις -τις περισσότερες φορές ξυπνώντας ανακαλύπτεις το πτώμα - είναι πρωί με αδύναμες σκιές δεν υπάρχει κανείς να ζητήσει ερμηνείες ούτε ένας σωσίας που χάλασε απροειδοποίητα τη γιορτή ο Αίγισθος ήταν η πάνκ ορχήστρα - αρχιερατικός μύθος της αποκρουστικής μαγείας του φθόνου- με το χέρι ή το πόδι του νεκρού βασιλιά βαλσαμωμένα προλέγει το μέλλον ενώ εγώ τρώω για να ζήσω - άκαμπτα και σκληρά έμοιαζαν έτοιμα να σπάσουν σαν κλαδάκια, τα μέλη του - στ' αλήθεια ποτέ δεν ήμουν έτοιμος να μιλήσω για μια μακρινή εποχή, όποια κι αν ήταν - το σώμα του Αγαμέμνονα είχε εξασθενήσει - καμιά φορά ο Πρίγκιπας τον ακουμπούσε με το στόμα σαν να ήταν ράμφος - με αυτές τις προφυλάξεις σε δόσεις απειροελάχιστες η δολοφονία είχε συντελεστεί προ πολλού του έβαλα κατάσαρκα ένα κομμάτι διπλό εφημερίδας και πέτρες στις τσέπες του παλτού όπως και σε μένα - εκείνες τις νύχτες είχαν ψοφήσει πολλά πουλιά οι αρουραίοι είχαν δουλειά στην γέφυρα Καλίνκιν -τους καταλαβαίνω - άσχημο ίσως τώρα βρίσκομαι πίσω στο σπίτι, η βροχή χτυπάει τα τζάμια έπρεπε όλα να φαντάζουν σαν μια μεγάλη αξιοσημείωτη βεγγέρα - η Κλυταιμνήστρα ως πρώην μανεκέν κρατούσε ένα μικρό κομψό πιστόλι ίδιο μ' αυτό που μπορεί να έκλεψε υποθέτω ο Τρέπλεβ απ' τη μητέρα του Μαντάμ Αρκαντίν - οι ήχοι του τραγουδιού ήταν διαβολεμένα δυνατοί ο Αίγισθος ως αρχηγός του συγκροτήματος αγκάλιασε τον Αγαμέμνονα απ' το παλτό- απότομα -όπως ένα ετοιμοθάνατο μωρό- κρατώντας τον σε τροχιά βολής - η Κλυταιμνήστρα πυροβόλησε έξη φορές χωρίς ν' ακούσει κανείς τίποτα στην κατάμεστη από κόσμο γέφυρα, - οι τελευταίες σκέψεις του νεκρού ήταν αυτές : περίπου τα μακριά ντελικάτα νύχια της γυναίκας του τα δροσερά της ακροδάχτυλα - πιθανώς και το αιδοίο της να είχε αλλάξει θέση - ανάμεσα στον μεσαίο και τον παράμεσο του χεριού που πυροβόλησε - γύρισα στο σπίτι όπως σάς έλεγα - έβρεχε - μεσάνυχτα ή μεσημέρι - δεν μπορούσα να ξέρω - δεν ήταν μεσάνυχτα ή μεσημέρι - δεν έβρεχε - no sense knows how

ΤΕΛΟΣ


ΑΝΑΦΟΡΕΣ-ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

[1] Nikolay Gogol, το Παλτό, μτφρ. Ορέστης Ορλώφ, εκδόσεις Ars Brevis-Παρά Πέντε, αχρονολόγητο

[* Καρολίνα Ιβάνοβνα, πρόσωπο στο Παλτό]

[2] Νίκος Γκάτσος, Αμοργός, Ίκαρος 1990
[3] ..............................................Οι θεοί όμως ήρθαν

Και πήραν κάτι μακριά, κανείς δεν πήρε είδηση

Fernandο Pessoa, Αντίνοος, μτφρ. Κώστας Λάνταβος, Αρμός, 2006


[δημοσιεύτηκε το καλοκαίρι του 2018 και στο neinnewsgr.blogspot.com με διαφορετικές φωτογραφίες]

Φωτογραφίες

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η Γνώμη Κιλκίς- Παιονίας διευκρινίζει στους αναγνώστες της ότι θεωρεί αυτονόητο το δικαίωμα του σχολιασμού και της κριτικής έκφρασης, όταν αυτό φυσικά δεν στοχεύει στην απαξίωση, στην ύβρη και στην προσβολή ατόμων και θεσμών.

Το αναγνωστικό κοινό θα πρέπει να γνωρίζει ότι η Γνώμη, επιδιώκοντας μια υγιή και αμφίδρομη επικοινωνία, δεν δημοσιεύει ανυπόγραφα σχόλια, αλλά ούτε και σχόλια ρατσιστικού, προσβλητικού και υβριστικού περιεχομένου.

Τα ενυπόγραφα άρθρα τέλος, εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας.