Παρασκευή 19 Ιουνίου 2015

Για να μην μας δουλεύουν άλλο, ας μάθουμε τι είναι οικονομία και πως λειτουργεί. (α’ μέρος Χρέος)


Γράφει η Βασιλική Μαυρογονάτου
Οικονομολόγος – Ειδική Παιδαγωγός
Επέλεξα να ξεκινήσω μια σειρά άρθρων για οικονομικά θέματα, γιατί πολλά ακούγονται κυρίως από τα κανάλια και ο κόσμος έχει τρελαθεί. Τρέχουν κάθε σαββατοκύριακο και βγάζουν τα χρήματά τους, άλλοι μαζεύουν τρόφιμα και άλλους τους επηρεάζει ακόμη και στην ψυχολογία τους. Θα ξεκινήσω να αναλύω κάποιες έννοιες που ακούμε καθημερινά, προσπαθώντας να μην σχολιάσω τίποτα.Θα παραθέτω πίνακες και ο καθένας ας βγάλει τα συμπεράσματά του. θα ξεκινήσω με το τι είναι το χρέος που ακούμε συνεχώς και ντρεπόμαστε ως Έλληνες που φτάσαμε σε αυτό το ποσό.

Η ιστορία της σημερινής κατάστασης της οικονομίας έχει ως εξής. Μετά το 1974 η Ελλάδα ξεκίνησε τον δανεισμό .Μεταξύ του 1980 και 1993 το χρέος εκτινάχτηκε από 28,6% σε 111,6% του ΑΕΠ. Το έλλειμμα την ίδια περίοδο ήταν επίσης υψηλό. Μετά το 1993 η οικονομία μπήκε σε έναν πιο ομαλό δρόμο με στόχο να ικανοποιήσει τα κριτήρια σύγκλισης της συνθήκης του Μάαστριχτ. 

Χάρη στην επίτευξη υψηλότερων ρυθμών ανάπτυξης το χρέος άρχισε να μειώνεται ελαφρά ως ποσοστό του ΑΕΠ και το έλλειμμα έπεσε μέχρι το 1999 κάτω από 3%, πετυχαίνοντας τελικά η Ελλάδα να γίνει μέλος της ΟΝΕ. Αργότερα αποκαλύφθηκε πως τα στοιχεία που παρουσίασε η τότε κυβέρνηση ήταν ψευδή και αλλοιωμένα, με την συμμετοχή σε αυτή την απάτη της Goldman Sachs.

Το φθινόπωρο του 2004, ο τότε υπουργός οικονομικών Γιώργος Αλογοσκούφης προχώρησε σε οικονομική απογραφή κατόπιν πίεσης από την Eurostat . Η απογραφή αποκάλυψε αποκρύψεις δαπανών της προηγούμενης κυβέρνησης με αποτέλεσμα να αναθεωρηθούν τα ελλείμματα των προηγούμενων ετών προς τα πάνω. Το γεγονός αυτό οδήγησε σε μείωση της αξιοπιστίας της χώρας και σε τριετή επιτήρηση από την Ε.Ε.. Την ίδια χρονιά η Eurostat προχώρησε σε αναθεώρηση παλαιότερων ελλειμμάτων της Ελλάδας, από τα οποία προέκυπτε ότι η Ελλάδα δεν ικανοποιούσε ποτέ τα κριτήρια σύγκλισης του Μάαστριχτ αφού ακόμα και την κρίσιμη χρονιά του 1999 εξακολουθούσε να έχει έλλειμμα πάνω από 3%

Την τριετία 2004-2007 το χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ αυξάνεται ενώ σημειώνονται υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης με το εθνικό εισόδημα να αυξάνεται κατά 12-15 δισ. τον χρόνο. Τον Νοέμβριο του 2010 η Eurostat προχώρησε σε αναθεώρηση των ελληνικών ελλειμμάτων των τελευταίων ετών. Σύμφωνα με τα στοιχεία αυτά το έλλειμμα του 2006 τοποθετήθηκε στο 5,7% του ΑΕΠ (12,1 δισ. ευρώ), του 2007 στο 6,4% του ΑΕΠ (14,4 δισ. ευρώ), του 2008 στο 9,4% του ΑΕΠ (22,3 δισ ευρώ) και του 2009 στο 15,4% του ΑΕΠ (36,1 δισ. ευρώ). Αντίστοιχα αναθεωρήθηκε προς τα πάνω και το χρέος, με το χρέος του 2009 να αναθεωρείται στο 126,8% του ΑΕΠ που αντιστοιχεί σε 298 δις Ευρώ.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος το ακαθάριστο εξωτερικό χρέος από το 2008 εως σήμερα διαμορφώνεται ως εξής.


Αντιλαμβάνεται καθένας πως η εφαρμογή των μνημονίων από το 2010 δεν οδήγησε σε καμία περίπτωση σε μείωση το χρέους, όπως είχε ως στόχο.

Θα ξεκινήσω να παραθέτω τα διάφορα οικονομικά στοιχεία και να αναλύω όσο γίνεται πιο απλά τους διάφορους οικονομικούς όρους που χρησιμοποιούμε όλοι πια, αλλά δεν ξέρω αν γνωρίζουμε τι σημαίνουν.

Παρακάτω βλέπετε τον πίνακα του ΑΕΠ της Ελλάδας, όπως διαμορφώνεται τα προηγούμενα έτη. 
Ενδεικτικά, πρόσθεσα στον πίνακα τα έτη 1997, 1998 και 1999. Έτη πριν το ευρώ για να δούμε την ¨τρομερή¨ ανάπτυξη στην οποία επήλθαμε μετά το ευρώ.

Είναι σκόπιμο να αναφέρω τι σημαίνει ΑΕΠ όσο πιο απλά γίνεται. ΑΕΠ (Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν) είναι το άθροισμα της αξίας όλης της εγχώριας παραγωγής, τόσο προϊόντων όσο και υπηρεσιών κατά ένα έτος. Ο ετήσιος τζίρος ας πούμε της χώρας.

Στόχος μιας χώρας για να παρουσιάσει καλύτερη οικονομία είναι να αυξάνει το ΑΕΠ της, ακόμη και αν υπάρχει αύξηση χρέους. Ο λόγος έγκειται στο ότι η σοβαρότητα του χρέους προκύπτει από ένα κλάσμα «χρέος/ΑΕΠ». Όταν λοιπόν το χρέος είναι μικρότερο του ΑΕΠ έχουμε βελτίωση της οικονομικής κατάστασης. Από τον παραπάνω πίνακα βλέπουμε την αναλογία χρέους προς ΑΕΠ να αυξάνεται μετά το ευρώ.

Ενδεικτικά όμως θα αναφέρω ορισμένες χώρες και την αναλογία χρέους ΑΕΠ το 2010

Ιρλανδία 1052%
Βρετανία 431%
Ολλανδία 310,5%
Βέλγιο 275,6%
Ελλάδα 163%

Για ποιον λόγο λοιπόν η Ελλάδα έγινε το μήλον της έριδος, όταν σύμφωνα με αυτούς τους δείκτες είχε τον χαμηλότερο ιδιωτικό δανεισμό σε σχέση με άλλες χώρες; Τα συμπεράσματα δικά σας.

Ας μιλήσω λίγο για το έλλειμμα και το πρωτογενές πλεόνασμα. Έλλειμμα, μπορεί να έχει μια χώρα όταν τα έξοδά της είναι περισσότερα από τα έσοδα της.

Πρωτογενές πλεόνασμα έχουμε όταν μια χώρα δεν υπολογίζει στα έξοδα της το χρέος των δανείων της και τα έσοδά της είναι περισσότερα από τα υπόλοιπα έξοδά της. Εννοείται, πως πολύ σπάνια μια χώρα μπορεί να καλύψει το χρέος της και τα λοιπά έξοδα της. Τι κάνει λοιπόν; Δανείζεται. Δανείζεται για να πληρώσει τα προηγούμενα δάνεια.

Υπάρχει λοιπόν ο εσωτερικός δανεισμός μέσω ομολόγων, που πουλά σε πολίτες και οι ομολογιούχοι αναμένουν μετά από καθορισμένο χρονικό διάστημα να λάβουν τόκους.

Επειδή όμως ούτε αυτά τα χρήματα φτάνουν αναζητούμε εξωτερικό δανεισμό κυρίως από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Το θέμα όμως δεν είναι ο δανεισμός αλλά οι τόκοι. Η Ελλάδα από το 2000 μέχρι σήμερα δίνει κατά μέσο όρο σε τόκους 10 δις ετησίως. Σε 10 χρόνια οι τόκοι που πλήρωσε η Ελλάδα ήταν περίπου 100 δις ευρώ. Με λίγα λόγια έστω και αν η Ελλάδα είχε μηδενικό έλλειμμα, δηλαδή κάλυπτε όλα τα έξοδά της ακόμη και το χρέος της δεν θα μπορούσε σε καμία περίπτωση να αποπληρώσει τους τόκους. Ακόμη και αν δεν ξαναδανειστούμε για τα επόμενα 10 χρόνια το χρέος θα εκτοξευτεί λόγω των τόκων.

Ανακεφαλαιώνοντας, όταν οι δημοσιογράφοι ή οι δανειστές μιλούν για χρέος πρέπει να λαμβάνουν υπόψη την αναλογία ως προς το ΑΕΠ. Επίσης, ως Έλληνες να μην ντρεπόμαστε για τη χώρα μας. Είναι από τις χώρες με το μικρότερο κατά αναλογία χρέος, ασχέτως τι μας λένε πολλοί και διάφοροι, δήθεν ειδήμονες.

2 σχόλια:

  1. "Επίσης, ως Έλληνες να μην ντρεπόμαστε για τη χώρα μας."
    Για τη χώρα μας όχι! για τις επιλογές μας όμως;;;

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Για την Ιστορική αλήθεια, η φράση "Μετά το 1974 η Ελλάδα ξεκίνησε τον δανεισμό" δεν είναι αληθής. Ο δανεισμός ξεκίνησε ουσιαστικά μετά την επιβολή της δικτατορίας λόγω της αβεβαιότητας προς την Ελλάδα διεθνώς. Πριν το 1967 η οικονομική πραγματικότητα της εποχής περιγράφεται ως εξής: "η αύξηση του εθνικού εισοδήματος η βελτίωση του επιπέδου ζωής, βασίστηκε στη νομισματική σταθεροποίηση που επιτεύχθηκε τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 50’ και ήταν συνέπεια των μηχανισμών αναπτύξεως που μπήκαν σε κίνηση και ενισχύθηκαν επιτυχώς στη δεκαετία 1957-1966. Στο τέλος του 1966 τα αποθέματα χρυσού και εξωτερικού συναλλάγματος ήταν εξαιρετικά μεγάλα. Κάτω από τέτοιες συνθήκες και με τέτοια ώθηση, η περαιτέρω πρόοδος της οικονομίας ήταν σχεδόν βέβαιη" (πηγή Γιώργου Γιαννόπουλου – RichardClogg 1976 «Η Ελλάδα κάτω από στρατιωτικό ζυγό»). "Υπήρξε πτώση στα έσοδα απ’ τον τουρισμό, μεταξύ 1967-1971, της τάξης των 200.000.000 δολαρίων. Συνυπολογίζοντας και τα κεφάλαια ύψους 200.000.000 δολαρίων που θα παραχωρούσε η Ε.Ο.Κ, μέσα στην τετραετία αυτή, τα οποία δεν δόθηκαν, το σύνολο φτάνει στα 400.000.000 δολάρια. Έτσι το στρατιωτικό καθεστώς προχώρησε σε «ενέργειες εκτάκτου ανάγκης» με βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα δάνεια με σκοπό την κάλυψη του ελλείμματος στο ισοζύγιο πληρωμών. Με αυτόν τον τρόπο και μέσα σε μια πενταετία (1966-1971), το εξωτερικό χρέος υπερδιπλασιάστηκε και συνολικά υπολογίζεται ότι έφτασε το ύψος των 2,3 δισεκατομμυρίων δολαρίων." "Το δημοσιονομικό έλλειμμα ως ποσοστό του ΑΕΠ βρισκόταν στο 1,22% το 1966, ενώ το 1974 έφτασε το 2,76% του ΑΕΠ…Το 1961- 1966 οι ετήσιοι ρυθμοί ανάπτυξης κυμάνθηκαν από το 6,5% έως το 13,2%, και ο πληθωρισμός από 0% μέχρι 4,8% . Το 1967 -73 οι ρυθμοί ανάπτυξης «έτρεχαν» με ετήσιους ρυθμούς από 5,7% μέχρι 11,6%, ενώ πληθωρισμός με 0,3% έως το αρνητικό ρεκόρ 15,55% (το 1973)." (πηγή: Εμμανουήλ Τραχανάς (2009), «Οικονομετρική ανάλυση των δυναμικών χαρακτηριστικών των διδύμων ελλειμμάτων: Η περίπτωση της Ελλάδας», Μεταπτυχιακή Διατριβή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης).

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Η Γνώμη Κιλκίς- Παιονίας διευκρινίζει στους αναγνώστες της ότι θεωρεί αυτονόητο το δικαίωμα του σχολιασμού και της κριτικής έκφρασης, όταν αυτό φυσικά δεν στοχεύει στην απαξίωση, στην ύβρη και στην προσβολή ατόμων και θεσμών.

Το αναγνωστικό κοινό θα πρέπει να γνωρίζει ότι η Γνώμη, επιδιώκοντας μια υγιή και αμφίδρομη επικοινωνία, δεν δημοσιεύει ανυπόγραφα σχόλια, αλλά ούτε και σχόλια ρατσιστικού, προσβλητικού και υβριστικού περιεχομένου.

Τα ενυπόγραφα άρθρα τέλος, εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας.