Πέμπτη 28 Μαΐου 2015

"Η Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου"

Τσιραμπίδης Ανανίας
Ομότιμος Καθηγητής Α.Π.Θ.
Η ομιλία εκφωνήθηκε στις εκδηλώσεις μνήμης του Πολιτιστικού Συλλόγου Δροσάτου Κιλκίς, στις 24 Μαΐου 2015
Η σημασία της 19ης Μαΐου
Σήμερα, στη λέξη Γενοκτονία η σκέψη μας αυτόματα πηγαίνει στα δύο τραγικά γεγονότα του 20ου αιώνα, τη Γενοκτονία των Αρμένιων το 1915 από τους Νεότουρκους και τη Γενοκτονία των Εβραίων και των σλαβικών λαών την περίοδο 1940-44 από τους Γερμανούς. Όμως στον 20ο αιώνα διαπράχθηκαν εγκλήματα Γενοκτονίας και εναντίον άλλων λαών, που συνειδητά η Νέα Τάξη πραγμάτων προσπαθεί να υποβαθμίσει. Το ίδιο Οθωμανικό ή σημερινό τουρκοστρατοκρατικό καθεστώς είναι υπεύθυνο για τον αφανισμό της κουρδικής εθνότητας, την καταστροφή του Μικρασιατικού και Θρακικού Ελληνισμού και τη διχοτόμηση της Κύπρου. Οι Έλληνες του Πόντου ατύχησαν να υποστούν όλες τις δοκιμασίες, που αναφέρονται στην απόφαση των Ηνωμένων Εθνών του 1948 ως πράξεις Γενοκτονίας.

Είναι πλήθος οι αφηγήσεις για τις διώξεις, τους εκτοπισμούς και τις σφαγές εκατοντάδων χιλιάδων Ελλήνων της Μ. Ασίας και Θράκης. Τα όσα συνέβησαν κατά την περίοδο 1914-1923 αποτελούν μελανή σελίδα στην ιστορία της ανθρωπότητας. Η εκρίζωση των Ελλήνων είναι από τα πρωτοφανή εγκλήματα στην ανθρώπινη ιστορία. Ύστερα από 27 αιώνες ζωής, ένας λαός ξεριζώθηκε από τη γη του αφήνοντας πίσω του πατρογονικές εστίες, σπίτια, εκκλησίες, τάφους προγόνων.

Το ελληνοτουρκικό σύμφωνο φιλίας του 1930, η ένταξη της Ελλάδας και της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ το 1952 και η μετέπειτα «ελληνοτουρκική προσέγγιση», αποτέλεσαν σημαντικούς σταθμούς για το Ποντιακό ζήτημα. Εξαιτίας αυτών «η Γενοκτονία του Ποντιακού Ελληνισμού δεν απέκτησε τη δικαίωση που επιβαλλόταν να αποκτήσει», όπως αναφέρει ο πολυγραφότατος Καθηγητής Φωτιάδης. Αφενός, γιατί το πολιτικό κλίμα δεν επέτρεψε να διερευνηθούν τα εγκλήματα εναντίον των Ελλήνων Ποντίων, αφετέρου, όταν αυτό έγινε μετά από πρωτοβουλία πολιτικών και επιστημόνων, αντιμετώπισε ένα εχθρικό περιβάλλον.

Ωστόσο μετά από αγώνες και προσπάθειες πολλών ετών από Πόντιους της δεύτερης γενιάς, το Ελληνικό κοινοβούλιο το 1994 θέσπισε την 19η Μαΐου ως «Ημέρα Μνήμης για τη Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου». Μέχρι σήμερα τη γενοκτονία όλων των Ελλήνων σε επίπεδο κρατικής οντότητας έχει αναγνωρίσει η Κύπρος (1994), Σουηδία (2010), Αρμενία (Μάρτιος 2015), Βατικανό (Μάρτιος 2015) και Ολλανδία (Απρίλιος 2015) και σε επίπεδο ομοσπονδιακό οι πολιτείες των ΗΠΑ: Νέα Υόρκη (2002), Νέο Τζέρσεϊ (2002), Κολούμπια (2002), Νότια Καρολίνα (2003), Τζιόρτζια (2003), Πενσιλβάνια (2003), Ροντ Άϊλαντ (2008), Νότια Ντακότα (2012) και Ιντιάνα (2014). Επίσης, η πολιτεία της Νέας Νότιας Ουαλίας Αυστραλίας (2013) και οι Δήμοι του Κλίβελαντ Οχάϊο (2005) και Ουϊλοουμπάϊ του Σίδνεϊ Αυστραλίας (2014).

Παράλληλα η Ευρωπαϊκή Ένωση το 2007 έθεσε στην Τουρκία ως όρο για την ενταξιακή της πορεία να ανοίξει τα αρχεία της και ν’ ασχοληθεί με τη γενοκτονία Αρμένιων, Ελλήνων και Ασσυρίων.

Ξεχωριστή στιγμή για την παγκόσμια ακαδημαϊκή και επιστημονική κοινότητα αποτελεί το ψήφισμα του 2007 της Διεθνούς Ένωσης Ακαδημαϊκών για τη Μελέτη των Γενοκτονιών, με το οποίο αναγνωρίζεται η γενοκτονία Αρμένιων, Ασσυρίων και Ελλήνων από τους Νεότουρκους και Κεμαλικούς.

Το Ελληνικό Κοινοβούλιο στις 9.9.2014 ψήφισε Νόμο για την ποινικοποίηση της άρνησης των γενοκτονιών περιλαμβανομένου του Ολοκαυτώματος των Εβραίων, της Αρμενικής Γενοκτονίας, και της γενοκτονίας των Ελλήνων Μικρασιατών και Θρακιωτών, και έγινε έτσι η τρίτη ευρωπαϊκή χώρα, μετά την Ελβετία και Σλοβακία, που υιοθέτησε ένα τέτοιο μέτρο.

Ο αριθμός των Ελλήνων του Πόντου που εξολοθρεύτηκαν την περίοδο 1914-Μάρτιος 1924 είναι 353.000, ποσοστό που πλησιάζει το 50% του συνολικού πληθυσμού τους. Τα θύματα της γενοκτονίας όλων των Ελλήνων της Μ. Ασίας και Θράκης φτάνουν το 1.500.000. Το Κεμαλικό καθεστώς και οι Νεότουρκοι την ίδια περίοδο λεηλάτησαν και καταστρέψανε 1134 εκκλησίες, 960 σχολεία και 815 κοινότητες.

Μαρτυρίες
Ο Χάρης Τσιρκινίδης στο βιβλίο του «Συνοπτική Ιστορία της Γενοκτονίας των Ελλήνων της Ανατολής» (2009) αναφέρει τη μαρτυρία του θείου του Ευριπίδη: «Με πολλά βάσανα επιτέλους φτάσαμε στην Κερασούντα. Η πόλη ήταν γεμάτη από ρακένδυτους πρόσφυγες που γλύτωσαν από την τρομοκρατία των Τούρκων της υπαίθρου και συγκεντρώνονταν στις πόλεις. Στην Κερασούντα, μας προειδοποίησαν οι συμπατριώτες μας ότι μαζεύουν όλους τους Έλληνες και τους μεν μεγάλους τους κλείνουν στην εκκλησία του Αγίου Γεωργίου για να τους εξορίσουν κάθε φορά που συμπλήρωνε ο αριθμός των 250 ατόμων, τους δε μικρούς τους οδηγούν με μικρά καΐκια σε άγνωστα μέρη. 

Στην εκκλησία δεν συμπληρώθηκε ποτέ ο αριθμός 250, γιατί εκεί χωρίς φαγητό, χωρίς νερό, μέσα στις ίδιες τους τις ακαθαρσίες, σε λίγες μέρες πέθαιναν οι περισσότεροι. Με τα ίδια μας τα μάτια είδαμε εγώ και ο αδελφός μου να μεταφέρουν τα παιδιά έξω από την Κερασούντα και να τα παραδίνουν στους άγριους τσέτες αντάρτες. Αυτοί τα άρπαζαν από τα πόδια και χτυπούσαν τα κεφάλια τους πάνω στα μεγάλα βράχια της ακτής, μέχρι να πεθάνουν».

Ο Σάββας Κανταρτζής στο βιβλίο του «Νίκη χωρίς ρομφαία: η Δαμασκός του 2ου αιώνα» (1973) καταγράφει την καταστροφή του χωριού Μπεϊαλάν των Κοτυώρων από τους τσέτες του Τοπάλ Οσμάν. Ήταν ένα από τα εκατοντάδες ελληνικά χωριά που καταστράφηκαν από τις τουρκικές συμμορίες:

"Τα χαράματα, της 16ης Φεβρουαρίου 1922 οι τσέτες, περισσότεροι από 150, έμπαιναν στο χωριό κραυγάζοντας και πυροβολώντας. Με κραυγές και βρισιές, βροντώντας με τους υποκόπανους τις πόρτες και τα παράθυρα, καλούσαν όλους να βγουν έξω από τα σπίτια και να μαζευτούν στην πλατεία. Τότε οι τσέτες διέταξαν να περάσουν όλοι σε δύο διώροφα σπίτια που τα είχαν διαλέξει για να ολοκληρώσουν τον εγκληματικό τους σκοπό. Η απροθυμία, που έδειξε το τραγικό αυτό κοπάδι των μελλοθανάτων να υπακούσει στην διαταγή, γιατί ήταν πια ολοφάνερο ότι όλους τους περίμενε ο θάνατος, εξαγρίωσε τους συμμορίτες. Σαν λυσσασμένα θεριά, ρίχτηκαν στις γυναίκες, τα μωρά και τους γέρους και με γροθιές και κλωτσιές τους στρίμωξαν στα δύο σπίτια. Ο αριθμός τους πλησίαζε τα 300 άτομα. Και όταν ήταν σίγουροι πως δεν έμεινε έξω κανείς, σφάλισαν τις πόρτες, ενώ οι κραυγές, το απελπισμένο κλάμα και οι βοερές ικεσίες για έλεος και βοήθεια, ξέσκιζαν τον ουρανό κι' αντιβούιζαν στα γύρω βουνά και δάση...

Δεν χρειάστηκαν παρά μια αγκαλιά ξερά χόρτα και μερικά χαρτώματα ν' ανάψει η φωτιά. Και σε λίγο τα δύο σπίτια, έγιναν πυροτέχνημα και ζώστηκαν, από μέσα κι' απ' έξω, από πύρινες γλώσσες και μαυροκόκκινο καπνό. Το τι ακολούθησε δεν περιγράφεται. Κραυγές και άγρια ουρλιαχτά ανθρώπων, χτυπήματα στα στήθη και στους τοίχους, χαλασμός κόσμου. Δεν κράτησε πολλά λεπτά, αυτή η σπαραξικάρδια οχλοβοή. Γρήγορα ο τόνος άρχισε να πέφτει, ως που μονομιάς κόπηκαν κι' έσβησαν οι φωνές και το κλάμα. Κι' ακούγονταν μόνο τα ξύλα, που έτριζαν από τη φωτιά και οι καμένοι τοίχοι και τα δοκάρια, που έπεφταν με πάταγο πάνω στα κορμιά, που κείτονταν τώρα σωροί κάρβουνα και στάχτη κάτω στο δάπεδο, στα δύο στοιχειωμένα σπίτια του Μπεϊαλάν".

Εκτός από τους διωγμούς, τις εκτοπίσεις, τις αγχόνες και την ισοπέδωση των ελληνικών χωριών το διάστημα αυτό έγιναν σε όλη την περιοχή του Πόντου ευρείας έκτασης προσπάθειες εξισλαμισμού. Tο χειρότερο όλων ήταν το γεγονός ότι οι τουρκικές αρχές έπαιρναν τα Eλληνόπουλα από τις οικογένειές τους, δήθεν για να τα προστατέψουν, και τα έστελναν σε τουρκικά σχολεία στη Σεβάστεια, όπου βέβαια έπαιρναν την ανάλογη αγωγή. Aκόμη και πολύ μικρά παιδιά δεν εξαιρούνταν από την πρακτική αυτή. Γι' αυτό και πολλά από αυτά εξισλαμίστηκαν.

Επιτροπή που όρισε το Πατριαρχείο σε επιστολή της του 1917 αναφέρεται σε πολυάριθμες περιπτώσεις αναγκαστικού εξισλαμισμού σε δέκα χωριά της επαρχίας Kολωνίας. Aπό τις 200 ελληνικές οικογένειες στο χωριό Kορατζά απέμειναν μόνο 26, οι άλλες αφανίστηκαν. Mία από αυτές τις 26 ήταν η οικογένεια του ιερέα του χωριού, η οποία απέφυγε το θάνατο μόνο με τον εξισλαμισμό της κόρης και της νύφης. Συνολικά, από τους 51.660 Έλληνες κατοίκους της επαρχίας Kολωνίας έμεινε μόνο το ένα τρίτο. Πολλοί από αυτούς που επέζησαν, κυρίως γυναίκες και παιδιά, εξισλαμίστηκαν με τη βία.

Οι 6.000 των Eλλήνων της Πάφρας, αφού κλείστηκαν από τους τσέτες μέσα στις εκκλησίες, παραδόθηκαν στο πυρ και κάηκαν όλοι, γέροι, άνδρες, γυναίκες και παιδιά. Δεν σώθηκε κανείς. Mερικές από τις γυναίκες οδηγήθηκαν στο εσωτερικό και, αφού οι τσέτες ασέλγησαν πάνω τους, τις θανάτωσαν. Οι κινητές περιουσίες των Eλλήνων της Πάφρας λεηλατήθηκαν. Mετά το φρικώδες αυτό έργο οι τσέτες ήρθαν στο Δημαρχείο Aλά-Tσάμ, όπου παράταξαν σε γραμμή τους 2.500 χριστιανούς κατοίκους και οδηγώντας τους στους πρόποδες γειτονικού βουνού, τους θανάτωσαν όλους. Από τους 25.000 Έλληνες της περιφέρειας Πάφρας, το 90% εξοντώθηκε».

H παράδοση της Υπερκαυκασίας μαζί με την Tραπεζούντα στην Τουρκία με τη συνθήκη του Mπρεστ – Λιτόφσκ μεταξύ της Μπολσεβικής Ρωσίας και των Κεντρικών Δυνάμεων (3.3.1918), αναπτέρωσαν το ηθικό των Νεότουρκων και κυρίως των τοπαρχών του Πόντου, οι οποίοι χωρίς πλέον το φόβο των αντιποίνων από τους Pώσους επιδίδονταν στο κερδοφόρο γι' αυτούς έργο. Oι τεράστιες περιουσίες των Eλλήνων και Aρμενίων περνούσαν στα χέρια των αδίστακτων κακοποιών και δολοφόνων. 

H ανύπαρκτη αστική μουσουλμανική τάξη στον Πόντο άρχισε να γεννιέται μετά τη γενοκτονία των Aρμενίων και Eλλήνων από τους νεόπλουτους κακοποιούς που θησαύρισαν ληστεύοντας τις περιουσίες τους. Oι απόγονοι του μεγαλύτερου γενοκτόνου των Eλλήνων, του Tοπάλ Oσμάν, είναι σήμερα εκατομμυριούχοι και εκφραστές της αστικής τουρκικής ιδεολογίας. Δεν είναι ιστορική υπερβολή αν δεχτούμε ότι ένα μεγάλο ποσοστό της σημερινής αστικής τάξης στην Tουρκία, είναι δημιούργημα των μικρών ανεξάρτητων δολοφονικών συμμοριών, των συνεργατών της αστυνομίας και του στρατού που έδρασαν με την ανοχή ή την υποστήριξη των νεοτουρκικών, κεμαλικών και μετακεμαλικών κυβερνήσεων.

O Hakyemez ανέφερε στον Sener ότι ήταν παρών, όταν ο Tοπάλ Oσμάν κατέβασε τη σημαία του Πόντου στο Taskisla της Κερασούντας και ανέβασε την τουρκική. «Ήταν ο σωτήρας της πόλης. Aυτός μας γλίτωσε από τους Έλληνες αντάρτες. Έβαλε τους πρωταίτιους των Pωμιών μαζί με πέτρες σε τσουβάλια και αφού έδεσε τα στόμιά τους, τους πέταξε στο βυθό της θάλασσας».

Λίγοι γνωρίζουν βέβαια ότι ο Τοπάλ Οσμάν στα νιάτα του ήταν υπάλληλος ελληνικής επιχείρησης. Η οικογένεια του Χατζη-Γεώργη Μαυρίδη, ήταν από τις πλουσιότερες της Τρίπολης του Πόντου. Είχε τέσσερα αγόρια (Παναγής, Μιχάλης, Αναστάσης, Πολύβιος) και τέσσερα κορίτσια (Ελπίδα, Παρασκευή, Σοφία, Ελένη). Η οικογένεια είχε μεγάλες εκτάσεις με φουντουκιές, μονάδα επεξεργασίας ξύλου και άλλες επιχειρήσεις στην Κερασούντα. Ένας από τους εργαζόμενους σ’ αυτήν ήταν και ο βαρκάρης Τοπάλ Οσμάν. Η δουλειά του ήταν να μαζεύει τους κορμούς των δέντρων που έφταναν με τα ποτάμια στις ακτές του Εύξεινου Πόντου. Ο Παναγής κατάφερε να τον αθωώσει από δικαστήριο της Πόλης, όπου δικαζόταν για φόνο, αλλά αργότερα αυτός ο αιμοβόρος αρχισυμμορίτης δολοφόνησε μέσα στο Διοικητήριο της Κερασούντας τον αδερφό του Παναγή, Μιχάλη.

Τα «δικαστήρια ανεξαρτησίας» της Αμάσειας
Έδρα αυτών των δικαστηρίων ορίστηκε η Aμάσεια, γιατί έπρεπε να είναι μακριά από τις μεγάλες πόλεις, στις οποίες υπήρχαν προξενεία και εκπρόσωποι διάφορων ξένων εμπορικών καταστημάτων. H κεμαλική κυβέρνηση θεωρούσε τη θανατική καταδίκη της ηγεσίας του ποντιακού ελληνισμού εσωτερική της υπόθεση.

H δικαστική διαδικασία ήταν κωμικοτραγικά συνοπτική. Mετά την τυπική απολογία, ανακοίνωναν στους προγραφέντες την απόφαση του δικαστηρίου που ήταν ο θάνατος στην αγχόνη. Σπάνια καταδίκαζαν υπόδικους σε πέντε, δέκα ή δεκαπέντε χρόνια κάθειρξη, για να κρατήσουν τους τύπους της δήθεν δικαστικής νομιμότητας. H συκοφαντία, το ψέμα και η υποκρισία οργίαζαν κυριολεκτικά. Aξίζει να σημειωθεί ότι η δίκη των Eλλήνων πραγματοποιήθηκε κεκλεισμένων των θυρών και χωρίς την παρουσία δικηγόρων.

H καταδίκη και ο απαγχονισμός στις 20.9.1921 στην πλατεία της Aμάσειας όλης της θρησκευτικής, πνευματικής και πολιτικής ηγεσίας (σύνολο 69 άτομα) ήταν μια προσχεδιασμένη γενοκτονική πράξη που αναγκάστηκαν να καταδικάσουν ακόμη και οι τότε φιλικά προσκείμενες στην κεμαλική κυβέρνηση σύμμαχες χώρες Γαλλία και Iταλία, αλλά και οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές.

Ο Νίκος Καπετανίδης κατηγορήθηκε, μαζί με άλλους 68 επιφανείς Ποντίους, ότι αγωνιζόταν για την ανεξαρτησία του Πόντου. Όταν ο πρόεδρος του απηύθυνε την κατηγορία, ο Καπετανίδης σηκώθηκε και συμπλήρωσε: «Όχι μόνο για την ανεξαρτησία, αλλά και για την ένωσή του με την Ελλάδα». Την επόμενη μέρα οδηγήθηκε στην αγχόνη και η τελευταία του φράση ήταν: «Ζήτω η Ελλάς».

Η συμπεριφορά της Τουρκίας μέχρι σήμερα
Eίναι πολύ σημαντικό το γεγονός ότι τα εγκλήματα των Kεμαλικών αυτής της περιόδου παραδέχτηκαν ορισμένα μέλη της ανώτατης οθωμανικής κοινωνίας. H σημαντικότερη πολυσέλιδη αναλυτική έκθεση είναι του Τζεμάλ Nουζχέτ, νομικού συμβούλου του φρουραρχείου της Πόλης και προέδρου της Eξεταστικής Eπιτροπής. Ήταν ο πιο κατάλληλος και ειδικός στα θέματα των ελληνοτουρκικών σχέσεων, αφού ήταν ο τελικός αποδέκτης όλων των εκθέσεων, αναφορών και καταγγελιών, επίσημων και ιδιωτικών επιστολών και από τις δυο αντιμαχόμενες πλευρές. Παράλληλα ήταν και ο αποδέκτης όλων των μυστικών πληροφοριών της κεμαλικής κυβέρνησης. Στην έκθεσή του γράφει:

«Tο παρά τα παράλια του Eυξείνου Πόντου Eλληνικό στοιχείο, ως εργατικό και κατέχοντας το εμπόριο στα χέρια του, ήταν ο σπουδαιότερος παράγοντας αυτής της περιφέρειας. O Kεμάλ για διατήρηση των τσετών έπρεπε να ετοιμάσει έδαφος δράσεως γι’ αυτούς και ως τέτοιο βρήκε αυτό της περιφέρειας του Πόντου. Οι γενικές σφαγές, οι αρπαγές και εξοντώσεις στην περιφέρεια αυτή είχαν διάρκεια από τον Φεβρουάριο μέχρι τον Aύγουστο του 1921. Οι σφαγές και οι εκτοπισμοί εκτελέστηκαν ημιεπίσημα με τη συμμετοχή και στρατιωτικών και πολιτικών υπαλλήλων. Επειδή η περιφέρεια αυτή ήταν πολύ εκτενής και πλούσια, στην καταστροφή της πήραν μέρος Τούρκοι όλων των τάξεων.

Aνήσυχοι και αντίθετοι με τα σκληρά μέτρα της κεμαλικής κυβέρνησης απέναντι στους Έλληνες ήταν ακόμη και κάποιοι Kεμαλικοί Bουλευτές, ιδιαίτερα της περιοχής του Πόντου, οι οποίοι κατηγορήθηκαν από τον συνάδελφό τους βουλευτή της Προύσας Eμίν μπέη, στη συνεδρίαση της 21.8.1922, ως «οπαδοί του Ποντιακού ιδεώδους» και παραπέμφθηκαν σε εξεταστική επιτροπή για τις μετριοπαθείς θέσεις και την παθητική στάση τους.

Στην Eθνοσυνέλευση της Άγκυρας ιδιαίτερα ξεχώρισε ο βουλευτής της Σινώπης Xακί Xαμή μπέης, ο οποίος δυναμικά διαφοροποιήθηκε με τα μέτρα των εκτοπίσεων της κυβέρνησής τους: «Tο πρόσωπό μας θα είναι αιώνια κηλιδωμένο, εξαιτίας των εκτοπίσεων. Eάν οι εκτοπισμοί γίνονται για να δολοφονηθούν άνθρωποι, τότε κύριοι αυτό είναι πολύ αποτρόπαιο ζήτημα. Mας κηλιδώνει ενώπιον όλου του κόσμου....».

Στη συνέχεια πήρε το λόγο ο βουλευτής Kίρσεχιρ, Γιαχγιά Γκαλίπ λέγοντας: «...Tο ποντιακό ζήτημα είχε αρχίσει πολύ πριν... Aκούγαμε ότι οι Πόντιοι θα συγκροτήσουν μια οργάνωση, μια κυβέρνηση, θα κάμουν αυτό, εκείνο. Aλλά δεν είχαμε ακούσει για την εξαφάνιση του προβλήματος με εκτοπίσεις ανθρώπων. Kύριοι να είστε βέβαιοι ότι ό,τι κακό έχει αναφυεί, έχει αναφυεί από τις έκτακτες εξουσίες που παρασχέθηκαν. Έκτακτες εξουσίες σημαίνουν ότι κατά το κέφι του κάποιος μπορεί να κρεμνά και να σφάζει ανθρώπους, να γκρεμίζει τα σπίτια που βρίσκει μπροστά του, να καταστρέφει πόλεις. Πόσα χρόνια μετά θα τα πληρώνουμε; Tους εγκληματίες να τους επιλέξουν τα δικαστήρια, όπως και τους αθώους».

Στο ίδιο πνεύμα κατά την αγόρευσή του μίλησε και ο βουλευτής Mερσίνης Σαλαχατίν μπέης: «...Δεν εκτελέσαμε τα καθήκοντά μας για την προάσπιση της τιμής, της υπόληψης και της περιουσίας του λαού που μας αγκάλιασε όσο μπορούσε, με την ιδιότητα του υπηκόου... Mήπως είναι αυτή η επιθυμία της Eθνοσυνέλευσης να μην απομείνει κανένας μη μουσουλμάνος, να εξοριστεί και αφανιστεί και ο τελευταίος χριστιανός; Σε μια τέτοια περίπτωση πώς θα ζήσουμε μπροστά στον κόσμο; Να με συγχωρήσετε, αλλά η διευθέτηση αυτού του προβλήματος απειλεί τον εθνικό μας βίο. Kύριοι, μια κυβέρνηση ισλαμική ή οσμανική ή τουρκική, ότι θέλετε πείτε, είναι η κυβέρνηση όλων των υπηκόων της, ανεξαρτήτως θρησκευτικού δόγματος. Ή μήπως είναι κυβέρνηση μόνο των μουσουλμάνων;».

Τέλος, οι ίδιοι οι Οθωμανοί έστησαν δικαστήρια μετά τη λήξη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου για να δικάσουν όσους διέπραξαν αυτές τις θηριωδίες. Οι πληροφορίες από τα πρακτικά αυτών των δικαστηρίων είναι εξαιρετικά σημαντικές, γιατί αποκαλύπτεται ο ρόλος της μυστικής οργάνωσης Teshkilat-i-Mahsusa κάτω από τις οδηγίες του Dr. Shakir. Στις 22.5.1919 το δικαστήριο της Τραπεζούντας καταδίκασε σε θάνατο τους Enver, Talaat, Jemal, Nazim και Shakir, που όμως είχαν προλάβει να διαφύγουν όλοι στο εξωτερικό.

Το Υπουργείο Εξωτερικών της Τουρκίας, στην ιστοσελίδα του στο διαδίκτυο, ένα από τα πρώτα θέματα παραπληροφόρησης που παρουσιάζει είναι «η Γενοκτονία των Τούρκων από τους Πόντιους». Δηλαδή από θύματα γίναμε θύτες; Το ίδιο συμβαίνει και με τους Αρμένιους, για τους οποίους υπάρχει ανάλογη σελίδα με τίτλο «Η αιματηρή αρμενική τρομοκρατία».

Το ζήτημα λοιπόν της Γενοκτονίας μπορεί να κατανοηθεί μόνο, αν κατανοήσουμε την εθνικιστική ιδεολογία των Νεότουρκων και των Κεμαλικών πάνω στην οποία οικοδομήθηκε το σύγχρονο τουρκικό κράτος. Εξάλλου η γέννηση και ανάπτυξη της επίσημης τουρκικής ιστοριογραφίας έχει βασιστεί σε συλλογικά ψεύδη, προσπαθώντας μεταξύ άλλων να αποδείξει ότι οι διάφορες εθνότητες που ζουν εκεί έχουν τουρκική καταγωγή, ότι οι Τούρκοι είναι γηγενείς στην περιοχή ή τελικά ότι Γενοκτονία διέπραξαν οι Αρμένιοι και οι Έλληνες και όχι οι Τούρκοι.

Επίλογος
Πέρα από την ιστορική τεκμηρίωση, η οποία έχει πραγματοποιηθεί σε μεγάλο βαθμό με τη συστηματική δουλειά του καθηγητή Φωτιάδη, πρέπει να υπάρξει και αναγνώριση του εγκλήματος και τιμωρία του ενόχου. Το ζήτημα της αναγνώρισης της Γενοκτονίας είναι πολύπλοκο και άπτεται σοβαρών γεωπολιτικών συμφερόντων. Ενώ δηλαδή γνωρίζουμε με λεπτομέρειες το τι συνέβη και κυρίως το ότι υπήρχε κεντρική οργάνωση και συγκεκριμένος στόχος εξαφάνισης των χριστιανικών λαών, δεν έχουμε εύκολα την αναγνώριση του εγκλήματος από τις άλλες χώρες. Δεν αρκούν δηλαδή ούτε τα ίδια τα οθωμανικά έγγραφα που αποκαλύπτουν τη γενοκτονία, ούτε τα διπλωματικά αρχεία των Γερμανών και Αυστριακών, στενών συμμάχων των Τούρκων, αλλά ούτε και τα διπλωματικά έγγραφα των άλλων μεγάλων δυνάμεων ή οι μαρτυρίες των ιεραποστόλων και των φιλανθρωπικών οργανώσεων. Και αυτό όχι γιατί δεν πείθουν. Όλοι είναι βέβαιοι ότι το έγκλημα της Γενοκτονίας διαπράχτηκε.

H σημερινή Tουρκία, αφού επιθυμεί να γίνει μέλος της Ε.Ε., οφείλει να ακολουθήσει το γερμανικό παράδειγμα. Nα παραδεχτεί τις γενοκτονίες που διέπραξε και διαπράττει. Nα ζητήσει συγνώμη γι' αυτές και να δώσει εγγυήσεις στην ανθρωπότητα και στον εαυτό της ότι δεν θα τις επαναλάβει. Mόνον έτσι θα ελευθερώσει την ψυχή και τη συνείδηση των νέων τουρκικών γενεών από τα συμπλέγματα που την κατατρέχουν και την εμποδίζουν να αφομοιώσει ουσιαστικά τις μεγάλες αξίες του ευρωπαϊκού πολιτισμού.

Η 19η Μαΐου είναι ημέρα μνήμης για τη Γενοκτονία των Ποντίων και για τις αλησμόνητες πατρίδες του Πόντου. Η νομοθετική καθιέρωσή της από το Ελληνικό Κοινοβούλιο και η προώθηση της διεθνούς αναγνώρισής της αποτελεί για όλους μας χρέος τιμής.

Τα στοιχεία που υπάρχουν για το έγκλημα της Γενοκτονίας ενάντια στους Έλληνες, Αρμένιους και Ασσύριους είναι επαρκή για να χαρακτηριστεί το έγκλημα ως Γενοκτονία, καθώς ικανοποιούνται οι προϋποθέσεις που έθεσε η Συνθήκη του ΟΗΕ για την Πρόληψη και Τιμωρία του Εγκλήματος της Γενοκτονίας το 1948. 

* Ακολουθήστε τη Γνώμη στο Facebook
* Ακολουθήστε τη Γνώμη στο Twitter
* Ακολουθήστε τη Γνώμη στο Pinterest
* Ακολουθήστε τη Γνώμη στο Google+
* Ακολουθήστε τη Γνώμη στο Dailymotion

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η Γνώμη Κιλκίς- Παιονίας διευκρινίζει στους αναγνώστες της ότι θεωρεί αυτονόητο το δικαίωμα του σχολιασμού και της κριτικής έκφρασης, όταν αυτό φυσικά δεν στοχεύει στην απαξίωση, στην ύβρη και στην προσβολή ατόμων και θεσμών.

Το αναγνωστικό κοινό θα πρέπει να γνωρίζει ότι η Γνώμη, επιδιώκοντας μια υγιή και αμφίδρομη επικοινωνία, δεν δημοσιεύει ανυπόγραφα σχόλια, αλλά ούτε και σχόλια ρατσιστικού, προσβλητικού και υβριστικού περιεχομένου.

Τα ενυπόγραφα άρθρα τέλος, εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας.